Αγίου Γρηγορίου του Διαλόγου: ''Βίοι Αγνώστων Ασκητών''
ΛΙΒΕΡΤΙΝΟΣ,
ΔΕΥΤΕΡΑΡΙΟΣ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΤΗΣ ΦΟΥΝΔΗΣ
Ο ευλαβέστατος άνδρας Λιβερτίνος1, ο οποίος υπήρξε δευτεράριος2 αυτού του μοναστηριού της Φούνδης στους χρόνους του βασιλιά των Γότθων Τοτίλα3, πολιτεύθηκε και μορφώθηκε μέσα στην μαθητεία εκείνου. Σχετικά με αυτόν, έχουν ευρέως διαδοθεί σίγουρες διηγήσεις πολλών για πολλές δυνάμεις, αλλά και ο θεοσεβής Λαυρέντιος που προαναφέραμε, ο οποίος ζει ακόμη σήμερα και εκείνο τον καιρό είχε πολλές σχέσεις μαζί του, συνήθιζε να μου λέει πολλά γι΄αυτόν.
Από αυτά θα διηγηθώ λίγα που θυμάμαι. Στην ίδια επαρχία της Σαμνίας, που μνημόνευσα παραπάνω, αυτός ο άνδρας ταξίδευε στο δρόμο για κάποια ανάγκη του μοναστηριού. Στον τόπο εκείνο τον συνάντησε ο Δάριδας, κόμης των Γότθων, μαζί με στρατό και οι άνθρωποί του έριξαν τον δούλο του Θεού από το άλογο στο οποίο καθόταν. Αυτός δέχθηκε μετά χαράς την απώλεια του κλεμμένου υποζυγίου κι ακόμη και το φραγγέλιο4 που κρατούσε, το προσέφερε στους άρπαγες, λέγοντας: ''Πάρτε το, για να μπορείτε να διευθύνετε το υποζύγιο''. Και αφού τα είπε αυτά, αμέσως δόθηκε σε προσευχή.
Ο στρατός του άρχοντα που προαναφέραμε, με γρήγορο τρέξιμο έφτασε στον ποταμό που ονομάζεται Βούλτουρνος5. Εκεί άρχισαν να χτυπούν τα άλογα με τα δόρατα και να τα πληγώνουν με τα πτερνιστήρια. Όμως τα άλογα, αν και δέρνονταν με τα μαστίγια, αν και μάτωναν από τα πτερνιστήρια, κατέστη δυνατόν μόνο να καταπονηθούν, όχι όμως και να κουνηθούν. Φοβόντουσαν να πλησιάσουν το νερό του ποταμού σαν βάραθρο θανάτου. Όταν πια κάθε ιππέας είχε κουραστεί να κτυπάει επί ώρα, ένας από αυτούς έκανε την σκέψη, πως υπέστησαν αυτές τις αβαρίες στην πορεία τους, επειδή έφταιξαν στον δούλο του Θεού στο δρόμο. Αμέσως επέστρεψαν πίσω ξανά και βρίσκουν τον Λιβερτίνο, πεσμένο κάτω να προσεύχεται.
Του λένε: ''Σήκω, πάρε το άλογό σου''. Εκείνος απάντησε: ''Πηγαίνετε με το καλό, εγώ δεν έχω ανάγκη απ΄τ΄άλογο''. Κατέβηκαν και παρά την θέλησή του, τον σήκωσαν πάνω στο άλογο, από το οποίο τον είχαν ρίξει και αμέσως έφυγαν. Και τα άλογά τους με τέτοιο γρήγορο τρέξιμο διέσχισαν το ποτάμι, που πριν δεν μπορούσαν να περάσουν, σαν να μην είχε η κοίτη του καθόλου νερό. Κι έτσι έγινε, ώστε με το να επιστρέψουν στον δούλο του Θεού το ένα δικό του άλογο, ξαναπέκτησαν και όλα τα δικά τους άλογα.
Το ίδιο καιρό ήρθε στα μέρη της Καμπανίας6 ο Βουκελλίνος μαζί με τους Φράγκους7. Είχε κυκλοφορήσει φήμη για το μοναστήρι του υπηρέτη του Θεού που προαναφέραμε, πως τάχα είχε πολλά χρήματα. Οι Φράγκοι μπήκαν μέσα στον ναό κι άρχισαν εξαγριωμένοι τον Λιβερτίνο να ζητούν, Λιβερτίνο να φωνάζουν. Αυτός ήταν πεσμένος κάτω σε προσευχή. Θαυμαστό πράγμα: ψάχνοντας και λυσσομανώντας οι Φράγκοι, σκόνταφταν επάνω του περπατώντας και τον ίδιο να τον δουν, δεν μπορούσαν. Έτσι η τύφλωσή τους, τους χάλασε τα σχέδια και επέστρεψαν από το μοναστήρι με άδεια χέρια.
Μια άλλη φορά πήγαινε για την Ραβένα8 για υπόθεση του μοναστηριού με εντολή του αββά, που είχε διαδεχθεί τον διδάσκαλό του τον Ονωράτο. Οπουδήποτε πήγαινε ο Λιβερτίνος, από αγάπη σε εκείνον τον ευσεβή Ονωράτο, συνήθιζε να φέρει πάντα στον κόλπο του το καλίγιο9 εκείνου. Καθώς λοιπόν προχωρούσε, συνάντησε κάποια γυναίκα να βαστάζει το σωματάκι του πεθαμένου γιου της. Αυτή, μόλις αντιλήφθηκε τον δούλο του Θεού, από την φλόγα του πόθου του γιου της άρπαξε το υποζύγιό του από το χαλινάρι και με όρκο είπε: ''Δεν φεύγεις, αν δεν μου αναστήσεις τον γυιο μου''.
Εκείνος σκέφθηκε το παράδοξο ενός τέτοιου θαύματος, έφριξε όμως τον όρκο εκείνης της αιτήσεως. Θέλησε να ξεφύγει από την γυναίκα, αλλά μη βρίσκοντας την δύναμη, κόλλησε η ψυχή του. Μπορούμε να αναλογισθούμε πόσος και τι λογής αγώνας γινόταν στα στήθη του. Εκεί μέσα του μαχόταν η ταπεινοφροσύνη της πολιτείας του και η ευσπλαχνία για μια μητέρα, ο φόβος να αναλάβει κάτι παράδοξο, ο πόνος να μη συντρέξει μια χαροκαμμένη γυναίκα. Αλλά προς μεγαλύτερη δόξα του Θεού, η ευσπλαχνία νίκησε αυτό το ενάρετο στήθος, το οποίο αναδείχθηκε γενναίο, ακριβώς γιατι υπήρξε ηττημένο. Γιατι δεν θα ήταν ενάρετο, αν δεν το είχε νικήσει η ευσπλαχνία.
Έτσι κατέβηκε, έκλινε τα γόνατα, ύψωσε τα χέρια στον ουρανό, έβγαλε το καλίγιο από τον κόλπο του και το έθεσε πάνω στο στήθος του νεκρού παιδιού. Ενώ προσευχόταν, η ψυχή του παιδιού επέστρεψε στο σώμα. Το έπιασε από το χέρι και το απέδωσε ζωντανό στη μητέρα του που έκλαιγε και συνέχισε το δρόμο που πήγαινε. {...}
1. Libertinus. Ήκμασε στα μέσα του 6ου αιώνος.
2. Praeprositus (επιστάτης), αυτός που έχει τα δευτερεία στη μονή. Τα αναφερόμενα καθήκοντα του Λιβερτίνου θυμίζουν τα αντίστοιχα σημερινά του δοχειάρη και του οικονόμου.
3. Totila (ή Τουτίλας), ο περιβόητος αρχηγός των Οστρογότθων στην Ιταλία, τα έτη 542-553, που κατέλαβε και τη Ρώμη το 546 και εναντίον του οποίου πολέμησαν και τελικά τον νίκησαν οι στρατηγοί του Ιουστινιανού Βελισάριος και Ναρσής στις γνωστές εκστρατείες τους. Το εδώ επεισόδιο μπορεί να τοποθετηθεί στη διέλευσή του από τη Σαμνία το 542.
4. Flagellum: μαστίγιο, καμτσίκι.
5. Vulturnus: ο σημερινός Βολτούρνος (Volturno), 30 χλμ. ΒΔ της Νεαπόλεως.
6. Η περιοχή στην ΝΔ πλευρά της Ιταλικής χερσονήσου.
7. Πρόκειται για τις από 552-3 εισβολές του Βουκελίνου (ή Βουτιλίνου) και Λεύθαρι, Αλαμανών αρχηγών στην υπηρεσία των Φράγγων, που προσπαθούσαν να επωφεληθούν από την αποχώρηση των Γότθων από την Ιταλία, λόγω της ήττας των τελευταίων από τους Βυζαντινούς. Η πορεία τους διά της Καμπανίας έγινε το 554 την άνοιξη, ενώ το ίδιο φθινόπωρο ηττήθηκαν από τον Ναρσή και καταστράφηκαν.
8. Έδρα του εξάρχου του Βυζαντινού Κράτους.
9. Υπόδημα, σανδάλι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου