ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Τετάρτη 18 Νοεμβρίου 2020

ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗ ΙΩΑΚΕΙΜ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΙΤΟΥ ΤΟΥ ΧΙΟΥ: ''Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΡΘΕΝΙΟΣ Ο ΧΙΟΣ'' (1815-1883) ΜΕΡΟΣ 11ον



''Μια νύκτα εκεί που κοιμόταν ήσυχος μέσα στην
υγρή και άγρια σπηλιά - καθώς είχε για μόνο
 κόσμημα μια νεκροκεφαλή - αυτής που είχε
αγαπήσει πριν γίνη μοναχός - σύμβολο της
ματαιότητος, και έναν μεγάλο Σταυρό - σύμβολο 
της Αναστάσεως - ένα όνειρο γέμισε αγαλλίασι
την ταπεινή καρδιά Του. Οι Δίκαιοι των αιώνων
Σε περιμένουν''. Άρρητη ευωδία ξεχύθηκε στον τόπο.
Το ενύπνιο είχε διαλυθή. Αλλ' η Θεοτόκος ήτο
ακόμη εμπρός Του. Μέσα στο φως χάθηκε. O
Παρθένιος σηκώθηκε΄ νόμιζε ότι ακόμη άκουγε
το ουράνιο μήνυμα από το στόμα της Παρθένου.
-''Δεν έκανα καλό ποτέ στην ζωή μου - είπε -
και ήλθε η Κυρία των αγγέλων να με ειδοποιήση
για την έξοδό μου;''.




Στα 1993 έπεσε στα χέρια μας το -αφηγηματικά- συγκλονιστικό βιβλίο του μακαριστού πλέον Αρχιμανδρίτη Ιωακείμ Ιεροσολυμίτη ''Ο Όσιος Παρθένιος ο Χίος (1815-1883)'', Ιεροσόλυμα 1975. Πρόκειται για ένα εκπληκτικής συγγραφής ''Συναξάρι'' ενός πολύ μεγάλου Αγίου, που η πνευματική του ψυχοφέλεια ''αναδύεται'' -κατά κυριολεξία- από την αρχή της ανάγνωσης, έως το τέλος. Παρουσιάζεται συντριπτικά φοβερή η μεταστροφή του Οσίου στον Μοναχισμό, με αφορμή τον πρόωρο θάνατο μιας νέας κοπέλας, που ως λαικός ακόμη, μετά από κάποιο ταξίδι επέστρεφε στο νησί προκειμένου να την νυμφευθεί. Εκεί συγκλονισμένος από την πληροφορία του θανάτου της αποφασίζει μία νύχτα να την επισκεφθεί στο νεκροταφείο, όπου λίγες -μόλις- ημέρες πριν είχε ταφεί. Ανοίγει τον τάφο της προκειμένου να την ''αποχαιρετήσει'' για ύστατη φορά και βλέποντας το σώμα της σε προχωρημένη σήψη, να το τρώνε τα σκουλήκια της γης και να αναδύεται μια ανυπόφορη δυσοσμία, κάθεται όλη την νύχτα και κλαίγοντας φιλοσοφούσε την ύπαρξη, αλλά -πολύ περισσότερο- τον μετά θάνατον προορισμό του ανθρώπου! Το τροπάριο από τους Μακαρισμούς της Νεκρώσιμης ακολουθίας ''εξέλθωμεν και ίδωμεν εν τοις τάφοις, ότι γυμνά οστέα ο άνθρωπος, σκωλήκων βρώμα και δυσωδία και γνώμεν τις ο πλούτος, το κάλλος, η ισχύς και η ευπρέπεια...'' ταίριαζε εκείνη την ώρα. Έτσι -αν και πολύ πιστός εκ παιδιόθεν- αποφασίζει την επομένη ημέρα να προσέλθει ως Μοναχός στην Νέα Μονή Χίου και αργότερα στην Ιερά Μονή του Αγίου Μάρκου, την οποία έχτισε εξ αρχής. Τα θαύματα που επιτέλεσε στο όνομα του Χριστού μας ήταν πολλά και θαυμαστά, όπως και η καθημερινή Χριστολογική του βιοτή, εντρυφώντας με ταπείνωση και αυταπάρνηση στην άσκηση και τον πνευματικό αγώνα. Προς πνευματική ωφέλεια ημών και των αναγνωστών μας προβαίνουμε στην ηλεκτρονική μεταφορά του συγκεκριμένου βιβλίου σε συνέχειες, επικαλούμενοι τις ευχές και ευλογίες του Οσίου, με την ελπίδα να διαβασθεί από τους περισσοτέρους προς δόξαν Θεού, κατά το του Παύλου: ''Είτε ουν εσθίετε είτε πίνετε είτε τι ποιείτε, πάντα εις δόξαν Θεού ποιείτε''. Προς Κορινθίους Α, Ι' (10) 28-33. Εύχεσθε! 




Γιώργος  Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος




ΜΕΡΟΣ 11ον



(Σ υ ν έ χ ε ι α  α π ό  τ ο  π ρ ο η γ ο ύ μ ε ν ο)


ΛΙΒΑΝΙ ΔΙΑΒΟΛΟΥ


Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης το τσιγάρο ονομάζει ''βρομερότατον χόρτον'' και ο Άγιος Παρθένιος συνεβούλευε τους προσκυνητές να μην καπνίζουν και ονόμαζε το τσιγάρο εφ' όσον βλάπτει το σώμα ''το ναό του Θεού'' και γενικώς τον καπνό, λιβάνι του διαβόλου.


Πίσω απ' αυτό κρύβεται η προσπάθεια του Αγίου να πείση τους ανθρώπους ότι το κάπνισμα είναι καταστροφή και βλάβη στον ανθρώπινο οργανισμό αλλά και απρέπεια στην συμπεριφορά του πιστού. Η απρέπεια αυτή είναι ασχημονία προκειμένου περί ιερέως.


Όταν ο Άγιος Παρθένιος συνάντησε κάποιο ιερέα που κάπνιζε και κείνος το απέκρυπτε είπε: ''Εγώ ξέρω με τι λιβάνι λιβανίζεις! Καλύτερα να μυρίζη μόνο λιβάνι ή μόνο τσιγάρο γιατι λιβάνι και τσιγάρο δεν κάνουν όμορφη μυρωδιά''.


Ήθελε να πη ο Άγιος ότι το κάπνισμα στον ιερέα δεν αρμόζει και αν καπνίζει καλύτερα να ήτο λαϊκός. Όλοι παραδέχονται τις βλαβερές συνέπειες του καπνού. Η συμβουλή αυτή του Αγίου είθε να βοηθήση όσους έχουν καλή θέλησι. 


ΥΠΑΚΟΗ ΣΤΟΝ ΕΠΙΣΚΟΠΟ


Ένας ιερεύς πήγε στον Άγιο Παρθένιο και του παρεπονείτο για τον τότε Δεσπότη της Χίου, τον μετέπειτα Νικοπόλεως και Πρεβέζης, μακαριστόν Αμβρόσιον Κωνσταντινίδην.


Ενόμιζε ότι θα εύρισκε σύμφωνο τον Άγιο. -''Γέροντα'' του έλεγε ''και Σας ακόμη έστειλε στον Τούρκο Διοικητή, είναι άνθρωπος χωρίς φόβο Θεού'' και άλλα παρόμοια. Τότε ο Άγιος Παρθένιος του απάντησε σαν πνευματοφόρος και θεοφόρος Πατήρ:


-''Πότε Πάτερ μου θα μάθωμε το μάθημα της Υπακοής; Πότε θα καταλάβωμε ότι πρέπει να εφαρμόζωμε τις εντολές του Χριστού; Αντί να κάθεσαι τώρα και να καταφέρεσαι κατά του Δεσπότη μας έπρεπε να είσαι γονατιστός εμπρός στην εικόνα του Χριστού και να προσεύχεσαι υπέρ αυτού.


Τίποτα άλλο καλύτερο από αυτό δεν θα μπορούσες να κάνης. Αν θέλης όποτε έρχεσαι εδώ να καταφέρεσαι, κατά του Δεσπότη δεν επιθυμώ να σε ξαναδώ, του είπε αυστηρά ο Άγιος, διότι ευρίσκεσαι πολύ πίσω από την πνευματική ζωή. Μίλησε στον Χριστό για τον Δεσπότη και τότε άλλος κόσμος Πάτερ μου θα βασιλεύση στην καρδιά σου που ακόμα φαίνεται δεν τον γνωρίζεις... Δύο πράγματα μας χρειάζονται απόσωσε ο Άγιος παντού και πάντοτε: Προσευχή και Αγάπη''.


Ο Ιερεύς εκείνος έμεινε εκστατικός εμπρός στο μεγαλείο της πνευματικής ακτινοβολίας των λόγων του Αγίου. Μετά ο Άγιος τον συνεβούλευσε να πάη στον Δεσπότη και να πάρη συγχώρεσι.


Εκείνος έτσι και έπραξε, δεν μπόρεσε να αντισταθή στο επιτίμιο και στην εντολή του Οσίου, ο οποίος του είχε πη ''όσα εποίησε'' από πολλών ετών, τα οποία και ο ίδιος ο ιερεύς είχε λησμονήσει.


Με το προορατικό Του χάρισμα ο Άγιος εισχωρούσε στα σκότη του παρελθόντος και διέλυε την ομίχλη του μέλλοντος. Το χάρισμα αυτό πάλι της προοράσεως το χρησιμοποιούσε ο Άγιος, για να βοηθήση, όσους απέκρυπταν τα αμαρτήματά τους, να μετανοήσουν.


Γι' αυτό και σ' αυτόν τον ιερέα, ο Άγιος εξηκρίβωσε, το αμάρτημα της μνησικακίας εις τον επίσκοπό Του, την οποίαν μνησικακίαν ο Άγιος Θαλάσσιος, ονομάζει λέπραν της ψυχής. Πολλές φορές, δεν πρόκειται μόνο περί ανυπακοής εις τον Επίσκοπον, αλλά και περί μνησικακίας.


Ο Όσιος όμως εθεράπευσε της ψυχικής αυτής λέπρας τον ιερέα. Εάν μνησικακούμεν ασφαλώς δεν είμεθα μαθηταί του Χριστού! Χριστιανός με μίσος ηρνήθη τον Χριστόν. Εάν δε οι ιερείς μνησικακούν και διά τούτο δεν υπακούουν εις τον Επίσκοπον ''ουαί και αλλοίμονον''.


Ιερεύς με μίσος ηρνήθη τον Χριστόν και την ιερωσύνην. ''Εάν το φως σκότος γένηται το σκότος πόσον;''. ''Πόσο διαφέρει ο άνθρωπος του Θεού''! Τί μεγάλη διαφορά μεταξύ του ιερέως εκείνου και του Αγίου Παρθενίου! Είθε να αναδείξη ο Θεός και σήμερον μιμητάς του Αγίου.



ΘΑΥΜΑΣΙΩΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ


Ο Πατήρ Παντελεήμων ιεροκήρυξ της Ιεράς Μητροπόλεως Μυτιλήνης διηγείτο το εξής περιστατικόν το οποίον ήκουσε από την μακαριστή γιαγιά του.

Κάποτε είχαν βγη για κυνήγι με τα τουφέκια τους μερικοί κυνηγοί. Στον δρόμο τους φάνηκε ότι κουνούσαν θάμνοι και κτύπησαν νομίζοντας ότι είναι λαγός. Όταν πήγαν κοντά είδαν ότι ήτο μια κλώσσα σκοτωμένη και γύρω γύρω σκορπίσθηκαν τα κλωσσόπουλα.


Μετά ανηφόρισαν στον Άγιο Μάρκο και πήγαν να πάρουν την ευχή του Αγίου Παρθενίου. Εκείνος στάθηκε σε απόστασι και τους είπε:


-Ζητήσατε συγχώρεσι από τον Θεό γιατι στον δρόμο κάνατε έγκλημα. Εκείνοι σαστισμένοι αλληλοκυττάχθηκαν.


-Στον δρόμο, τους είπε, σκοτώσατε μια κλωσσού και σκορπίσατε τα κλωσσόπουλα. Γιατί να τα αφήσετε ορφανά, αν και κλωσσόπουλα, και γιατί να σκοτώσετε το κατοικίδιο ζώο.


Οι κυνηγοί θεώρησαν περιττό να δικαιολογηθούν και διέσωσαν του Αγίου το θείο χάρισμα. Πολλές φορές συνέβη οι διαβάτες να χάνουν τον δρόμο προς τον Άγιο Μάρκο και υπήρχε φόβος να πέσουν σε καμμιά χαράδρα τη νύκτα και να σκοτωθούν.


Αλλά ο Όσιος Παρθένιος με το προορατικό Του χάρισμα έβγαινε από το σπήλαιο και ειδοποιούσε τους διαβάτες για τον κίνδυνο. Έλεγε στους μοναχούς: -Αδελφοί: ''τρέξετε φωνάξετε οι άνθρωποι θα σκοτωθούν''.


Αυτό συνέβη αναρίθμητες φορές και όσοι κινδύνευσαν να συντριβούν στις απόκρημνες και φοβερές χαράδρες και στους επικίνδυνους γκρεμούς της περιοχής ευχαριστούσαν τον Θεό που εχάρισε σ' αυτούς σωτήρα τον Άγιο Παρθένιο. Τούτο διηγείται ο Πατήρ Κορνήλιος καθηγούμενος της Αγίας Σκέπης της Θεοτόκου.


ΜΕΡΟΣ Β'

''ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΚΑΤΟΙΚΙΑΝ ΤΩΝ ΕΥΦΡΑΙΝΟΜΕΝΩΝ...''


Ήλθε καιρός που ο Άγιος δέχθηκε το ουράνιο μήνυμα της αναχωρήσεώς του. Ήτο η ώρα να απέλθη στον ουρανό.


Μια τέτοια ψυχή, εκεί έπρεπε να ζήση. Τον ουρανό επιποθούσε σε όλη Του την ζωή. Μεγάλη μέρα της χαράς Του ήταν η μέρα που κατάλαβε ότι έφθασε η ώρα για το ουράνιο ταξίδι. Γι' αυτή την ώρα ζούσε. Αυτή την ώρα περίμενε. 


Πότε ''πρόσωπον προς πρόσωπον'' θα αντικρύση το ''άρρητον κάλλος''. Το τέρμα των επιδιώξεών του ήτο ο Θεός. ''Πότε ήξο και οφθήσομαι τω προσώπω του Θεού'', μονολογούσε.


Είχαν περάσει 45 χρόνια αυστηράς ασκήσεως. Από 23 ετών ασκήτευε και τώρα ήτο 68 ετών. Μια νύκτα εκεί που κοιμόταν ήσυχος μέσα στην υγρή και άγρια σπηλιά - καθώς είχε για μόνο κόσμημα μια νεκροκεφαλή - αυτής που είχε αγαπήσει πριν γίνη μοναχός - σύμβολο της ματαιότητος, και έναν μεγάλο Σταυρό - σύμβολη της Αναστάσεως - ένα όνειρο γέμισε αγαλλίασι την ταπεινή καρδιά Του.


Οι Δίκαιοι των αιώνων Σε περιμένουν''. Άρρητη ευωδία ξεχύθηκε στον τόπο. Το ενύπνιο είχε διαλυθή. Αλλ' η Θεοτόκος ήτο ακόμη εμπρός Του. Μέσα στο φως χάθηκε.


O Παρθένιος σηκώθηκε΄ νόμιζε ότι ακόμη άκουγε το ουράνιο μήνυμα από το στόμα της Παρθένου. -''Δεν έκανα καλό ποτέ στην ζωή μου - είπε - και ήλθε η Κυρία των αγγέλων να με ειδοποιήση για την έξοδό μου;''.


Έτσι τον προέτρεπε να λέη η ταπεινοφροσύνη Του. Για τα καλά που είχε κάνει, τους κόπους, τις αγρυπνίες, τα δάκρυα - εκείνος από ταπεινοφροσύνη τα ξεχνούσε, ο Θεός όμως για αντίδοσι και της τελευταίας του αυτής ταπεινοφροσύνης, όλο και περισσότερο τον γέμιζε με την χάρι του. 


Σηκώθηκε. Το ανήγγειλε στους μοναχούς. ''Σε τρεις μέρες θα κοιμηθώ'' είπε. Την Τρίτη μέρα 8 Δεκεμβρίου 1883, ξάπλωσε στο νεκροκρέββατο χωρίς καμμιά ασθένεια να τον βασανίζη. Μετέλαβε των αχράντων Μυστηρίων. 


Πού να σε ενταφιάσωμε, τον ρώτησαν. ''Να με πάρετε από το πόδι και να με πετάξετε σε καμμιά χαράδρα σαν πετεινάρι'', τους απήντησε και πάλιν από ταπεινοφροσύνη.


''Προσδοκώ Ανάστασιν νεκρών'' ήταν τα τελευταία λόγια. Πιο μπροστά έλεγε: ''καλώς ήλθαν οι κύριοί μου, ενώ έβλεπε τους οσίους και τους αγγέλους που είχαν έλθει να τον συνοδεύσουν στην κατοικία των ευφραινομένων''. Σε λόγο τα μάτια Του είχαν κλείσει.


Ένα θυμιατήρι καίει μπρος στο σεπτό Του λείψανο. Οι καμπάνες της Μονής κτυπούν πένθιμα, για να κτυπήσουν χαρμόσυνα στην ανακήρυξί του ως Αγίου. Σαν λείψανο Οσίου κηδεύεται στο καθολικό της Μονής.


Οι μοναχοί με συγκίνησι βαθειά παρακολουθούν την νεκρώσιμη ακολουθία. Γαλάζια πάχνη μοσχολιβάνου απλώνεται σ' όλο τον ναό. Οι μοναχοί θρηνούν για την απώλεια του Πνευματικού Πατρός και οδηγού, χαίρονται όμως γιατι τώρα έχουν προστάτη στον ουρανό τον Γέροντά τους τον Όσιο Παρθένιο.


Μια πρωτόγνωρη ''χαρμολύπη'' έχει απλωθεί σ' όλων τα ασκητικά μέτωπα. Οι ψάλτες ψάλλουν κατανυκτικά, πένθιμα, αλλά και θριαμβευτικά ''μακαρία η οδός η πορεύη σήμερον''. Η κοίμησις του Οσίου Παρθενίου ήταν πράγματι η θριαμβευτική του άνοδος στα ουράνια σκηνώματα.


(Σ υ ν ε χ ί ζ ε τ α ι)

         
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, στο μονοτονικό σύστημα, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου 
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Εκ του βιβλίου 
του μακαριστού Αρχιμανδρίτη Ιωακείμ Ιεροσολυμίτου του Χίου 
''Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΡΘΕΝΙΟΣ Ο ΧΙΟΣ'' (1815-1883) 
ΒΙΟΣ-ΘΑΥΜΑΤΑ-ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ
Ιερουσαλήμ 1975, σελ. 55-64.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF