''Αργά το βράδυ, το 1821, ετοιμαζόμουν να κοιμηθώ, για να ξεκουρασθώ, ως συνήθως μετά τα μεσάνυχτα.
Βάδιζα μέσα στο δωμάτιό μου και η σκέψη μου έτρεχε στα περασμένα, στις αμαρτίες μου. Με συγκλόνιζε η σκέψη πως είχα παρακούσει πολύ το Θεό.
Ξαφνικά ένιωσα σα ν' άνοιξε ένα βιβλίο μπροστά μου και μέσα σ' αυτό ήταν γραμμένες όλες οι αμαρτίες που είχα κάνει από την νεανική μου ηλικία, σχεδόν από την ηλικία των πέντε ετών. Πάγωσα από τον φόβο μου.
Οι τρίχες του κεφαλιού μου σηκώθηκαν όρθιες. Θαρρούσα πως βρισκόμουν μπροστά στην Δευτέρα Παρουσία και δεν μπορούσα ν' αποκριθώ τίποτα. Με περιέλουσε κρύος ιδρώτας. Μια φωνή μου ψιθύρισε:
''Βλέπεις πόσο μεγάλες είναι οι αμαρτίες σου; Δε θα σε συγχωρέσει ο Θεός΄ είσαι καταδικασμένος΄ η κόλαση τώρα είναι έτοιμη να σε καταπιεί''.
Μου φάνηκε πως το σπίτι κουνιόταν, πως είχε ήδη μισογκρεμιστεί. Το πάτωμα υποχωρούσε, άνοιξε΄ φάνηκε ένας βαθύς λάκκος και στο βάθος του ήταν μια φοβερή φωτιά, η ίδια η κόλαση. Έψαξα απελπισμένα να βρω τα πιστόλια μου, που ήταν πάντα γεμάτα, για να θέσω τέρμα στη ζωή μου.
Κάποια εσωτερική φωνή όμως μου έλεγε: ''Μην απελπίζεσαι΄ έχε ελπίδα στο έλεος του Θεού΄ Εκείνος είναι εύσπλαχνος σ' αυτούς που μετανοούν΄ ως την τελευταία μας στιγμή δεν πρέπει ν' απελπιζόμαστε''.
Αυτή, σίγουρα, ήταν η φωνή του άγγελου - φύλακά μου. Πέταξα τα πιστόλια, έκανα ένα βήμα πίσω και κοίταξα την εικόνα της Σταύρωσης. Δάκρυα έτρεχαν από τα μάτια μου και κυλούσαν στα μάγουλά μου. Γονάτισα και άρχισα να κλαίω, ως ότου με πήρε ο ύπνος σ' αυτή τη θέση.
Όταν ξύπνησα, σηκώθηκα όρθιος. Ήταν ήδη πρωί. Γύρω μου δεν έβλεπα τίποτα, όλα ήταν στη θέση τους κι η ψυχή μου ήταν ήρεμη.
Κύριε, σκέφτηκα, πόσο μεγάλο είναι το έλεός σου! Την άλλη μέρα κοινώνησα και ηρέμησα τελείως''.
Όλα αυτά τα εξομολογήθηκε στον πνευματικό του πατέρα, τον π. Γερμανό και κείνος του απάντησε με την περίφημη επιστολή του της 20 Ιουνίου 1820. Η επιστολή αυτή γράφτηκε στο Νέο Βαλαάμ κι αρχίζει έτσι:
''Είχα την τιμή να λάβω το ευγενικό, καλοπροαίρετο και στοργικό γράμμα σου, που περιείχε κάποια περίεργα νέα, καθώς κι ένα μπουκέτο. Σου εκφράζω την ειλικρινή μου ευγνωμοσύνη, δυστυχώς δεν έχω άλλο τρόπο να στο ανταποδώσω. Ευχαριστώ τον Παντοδύναμο που σε διατηρεί στη ζωή.
Εκείνος είναι που προστατεύει τον κόσμο απ' όλες τις συμφορές, τόσο στην ξηρά όσο και στη θάλασσα. Εκείνος είναι που, με τις ανεξιχνίαστες βουλές Του, μας δείχνει το δρόμο προς την αλήθεια που, αν τον ακολουθήσουμε, θα μας οδηγήσει στην αιώνια μακαριότητα.
Εκπληρώνοντας την αποστολή μας, τον προορισμό της ύπαρξής μας, εκπληρώνουμε το θέλημα του Θεού, που μας έφερε στον κόσμο γι' αυτόν αποκλειστικά το σκοπό.
Όπως κάποτε, προτού με γνωρίσεις ακόμα, φέρθηκες καλά σε μένα τον ανάξιο, έτσι και στο μέλλον μη με αφήσεις. Η ταπείνωση και η πραότητά σου ας μην περιφρονήσει την αναξιότητά μου. Έδειχνες σε μένα τον ταπεινό και ανάξιο όλο και περισσότερο τη στοργή και την αγάπη σου.
Έτσι έγινα κι εγώ όλο και περισσότερο απαιτητικός απέναντί σου. Πίστευα πως με την απλότητα και την αφέλειά μου δε θα σ' εξοργίσω, πως θα δεχτείς μεγαλόκαρδα ό,τι και να σου πω. Δε θέλω να κάνω το δάσκαλο.
Πρέπει όμως ως υπάκουος δούλος να εκπληρώσω την υποχρέωσή μου και το καθήκον μου για την ωφέλεια του πλησίον μου. Θα πω λόγια βασισμένα στις εντολές των αγίων Γραφών σ' όλους εκείνους που διψούν για το λόγο του Θεού κι αναζητούν την αιώνια ουράνια πατρίδα μας.
Ο αληθινός χριστιανός φαίνεται από την πίστη και την αγάπη του προς τον Χριστό. Ο Χριστός μας διαβεβαιώνει πως οι αμαρτίες μας δεν μας εμποδίζουν καθόλου από το να είμαστε χριστιανοί.
Ο ίδιος είπε: ''Ουκ ήλθον καλέσαι δικαίους αλλά αμαρτωλούς εις μετάνοιαν'' (Ματθ. θ' 13). Κι αλλού πάλι: ''Χαρά έσται εν ουρανώ επί ενί αμαρτωλώ μετανοούντι'' (Λουκ. ιε' 7).
Όταν η αμαρτωλή γυναίκα άγγιξε τα πόδια Του, ο Χριστός είπε στο Σίμωνα το Φαρισαίο: ''Αφέωνται αι αμαρτίαι αυτής αι πολλαί, ότι ηγάπησε πολύ΄ ω δε ολίγον αφίεται, ολίγον αγαπά'' (Λουκ. ζ', 47-48).
Τα λόγια αυτά δημιουργούν ελπίδα και χαρά στο χριστιανό, δεν τον οδηγούν ποτέ στην απελπισία. Εδώ χρειάζεται η ασπίδα της πίστης. Γι αυτόν που αγαπά τον Θεό η αμαρτία δεν είναι τίποτα άλλο, παρά ένα βέλος που δέχεται από τον εχθρό του την ώρα της μάχης.
Ο αληθινός χριστιανός είναι αγωνιστής. Στην πορεία του προς την ουράνια πατρίδα μάχεται ενάντια στις δυνάμεις του αοράτου εχθρού.
''Ημών το πολίτευμα εν ουρανοίς υπάρχει'' κατά τον απόστολο. Κι αλλού πάλι αναφέρει ο ίδιος απόστολος:
''Ουκ έστιν η πάλη ημίν προς αίμα και σάρκα, αλλά προς τας αρχάς, προς τας εξουσίας, προς τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου, προς τα πνευματικά της πονηρίας εν τοις επουρανίοις'' (Εφεσ. στ' 12).
Οι μάταιες κοσμικές επιθυμίες μας απομακρύνουν από την ουράνια πατρίδα μας. Η προσκόλλησή μας σ' αυτές καλύπτει την ψυχή μ' ένα αμαρτωλό κάλυμμα. Ο Απόστολος το ονομάζει αυτό ''εξωτερικό άνθρωπο''.
Εμείς που ταξιδεύουμε στο πέλαγος αυτής της ζωής και προσευχόμαστε στο Θεό να μας βοηθήσει, πρέπει ν' αποβάλλουμε τις παλιές αυτές επιθυμίες και ν' αποκτήσουμε καινούργιες.
Ν' αγαπήσουμε την αιωνιότητα και να φροντίσουμε να μάθουμε πόσο έχουμε απομακρυνθεί από την ουράνια πατρίδα μας. Αυτό βέβαια δεν γίνεται από τη μια στιγμή στην άλλη.
Πρέπει ν' ακολουθούμε το παράδειγμα των αρρώστων, που για να γίνουν καλά, δεν αποκάμουν ν' αναζητούν μεθόδους θεραπείας τους. Ίσως δεν είμαι πολύ αναλυτικός και σαφής, γιατι βιάζομαι, ο χρόνος μου είναι περιορισμένος.
Ελπίζω όμως πως εσύ, με τη σύνεση που σε διακρίνει και τη σφοδρή επιθυμία που έχεις για την ουράνια πατρίδα, θ' αποκαλύψεις και σε άλλους το δρόμο προς την αλήθεια. Τώρα θα μιλήσω γι' άλλα πράγματα...''.
(Gleb Podmoshensky: ''Μοναχός Σέργιος,
μαθητής του Αγίου Γερμανού, θαυματουργού
της Αλάσκας''.
Ι. Μ. Αγ. Τριάδος,
Jordanville, Ν. Υ. 1964).
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Απόσπασμα εκ του βιβλίου του Πέτρου Μπότση (Μετάφραση και Επιμέλεια),
''Φιλοκαλία των Ρώσων Νηπτικών -
Άγιος Γερμανός της Αλάσκας''.
Αθήνα 1995. Σελ. 136-139.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου