ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Παρασκευή 16 Δεκεμβρίου 2022

ΠΕΤΡΟΥ ΜΠΟΤΣΗ: ΑΓΙΟΣ ΤΥΧΩΝ Ο ΜΑΡΤΥΡΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ (ΜΕΡΟΣ 9ον)

 



Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίο του Πέτρου Μπότση «Άγιος Τύχων ο Μαρτυρικός Πατριάρχης»,
Αθήνα 2014, σελ. 90-97.
<<Η επανάσταση και οι πολιτικές ταραχές του 1917 βρήκαν την Εκκλησία στο στάδιο της προετοιμασίας για την επαναφορά της πατριαρχίας, προκειμένου ν' ανακτήσει την αυτοτέλειά της. Έτσι συνήλθε μια μεγάλη Σύνοδος που αποφάσισε τελικά την επαναφορά της πατριαρχίας και στη συνέχεια εξέλεξε τον Τύχωνα πατριάρχη. Το να βρεθεί κανείς ποιμενάρχης σε μια τέτοια περίοδο ταραχών και διωγμών ισοδυναμεί με μαρτύριο.
Οι μπολσεβίκοι προχωρούσαν διαρκώς σε τρομοκρατικές ενέργειες εναντίον της Εκκλησίας. Για να δικαιολογήσουν τις πράξεις τους, επινόησαν αυθαίρετα το επιχείρημα πως η Εκκλησία στο σύνολό της δεν ήταν παρά μια αντεπαναστατική οργάνωση, που έπρεπε να εξαλειφθεί από προσώπου γης. Οι ίδιοι έκλεισαν ή ανατίναξαν τις περισσότερες εκκλησίες, σφράγισαν μοναστήρια, δήμευσαν την εκκλησιαστική περιουσία, ενώ οι κληρικοί κι οι μοναχοί πήραν το δρόμο της εξουσίας, της φυλακής, των βασανισμών και του μαρτυρίου.
Η Εκκλησία τα χρόνια αυτά έζησε ένα νέο μαρτυρολόγιο. Η θέση του πατριάρχη ήταν πολύ δύσκολη. Από τη μια έπρεπε να υποστηρίξει την αυτοτέλεια και την ύπαρξη της Εκκλησίας κι από την άλλη να προστατέψει τους πιστούς, που αντιδρούσαν στις αντιεκκλησιαστικές και βίαιες ενέργειες του σοβιετικού κράτους, με αποτέλεσμα να γίνονται θύματα της αγριότητας και της βιαιότητας της νέας σοβιετικής κυβέρνησης.
Ο πατριάρχης προσπάθησε να συγκρατήσει τις αθεϊστικές δυνάμεις που ήθελαν να επιβάλουν μια κυριαρχία στερημένη από αρχές και αξίες, βασισμένη μόνο σε μια ιδεοληψία για δήθεν ισότητα και δικαιοσύνη, που τελικά εξελίχτηκε στην πλέον άδικη και τρομοκρατική καταπάτηση κάθε ανθρώπινου δικαιώματος κι ελευθερίας, στο όνομα μιας <<απελευθερωμένης και δίκαιης ανθρωπότητας>>. Τα αποτελέσματα αυτής της τραγικής για την ανθρωπότητα απόπειρας ήταν ολέθρια, τραγικά!
Ο πατριάρχης αντιστάθηκε, αγωνίστηκε σθεναρά να πείσει τους κρατούντες να σεβαστούν τα ιερά και τα όσια που από αιώνες πολλούς σέβονταν και τιμούσαν οι Ρώσοι πιστοί. Προκειμένου να κατασιγάσει το μένος τους εναντίον κάθε ιερού και οσίου, ικανοποίησε πολλές φορές ορισμένες από τις απαιτήσεις του νέου καθεστώτος, όταν αυτές δεν ήταν ιδιαίτερα επιζήμιες για την Εκκλησία και τους πιστούς. Όταν όλ' αυτά δεν απέδωσαν, προχώρησε στον αυστηρό έλεγχό τους, με την ύστατη ελπίδα, ότι ίσως αυτό θα μπορούσε να καταλαγιάσει τον ανεξέλεγκτο επαναστατικό πυρετό τους. Όλα απέβησαν μάταια. Κι ο πατριάρχης βέβαια ακολούθησε την τύχη που είχαν εκατοντάδες χιλιάδες άλλοι κληρικοί, μοναχοί και λαϊκοί, δηλαδή το δρόμο του μαρτυρίου.
Η μεγάλη και μαρτυρική μορφή του ομολογητή πατριάρχη δεν έχει παρουσιαστεί ως σήμερα στο ελληνικό κοινό. Με την προτροπή και τη βοήθεια της ηγουμένης και των αδελφών της Ιεράς Μονής του αγίου Αλέξανδρου Νέφσκυ και της Παναγίας Νέο-Τίχβιβ, από το Αικατερίνμπουρκ της Ρωσίας, προχωρήσαμε στη σύνδεση και την έκδοση του βιβλίου αυτού, με την ελπίδα πως η ανάγνωσή του θα μας παρηγορήσει και θα μας στηρίξει, θα ενισχύσει τους πιστούς στον αγώνα τους, ιδιαίτερα στις δύσκολες συνθήκες που διανύουμε σήμερα στην πατρίδα μας>>.
Πέτρος ΜπότσηςΔεκέμβριος 2014.
(Απόσπασμα εκ του προλόγου)
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ».







ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'



Η <<Ζώσα Εκκλησία>>



<<Οι μεταρρυθμιστές αυτοί δήλωσαν ότι ήταν έτοιμοι να υποστηρίξουν τον κομμουνισμό
αφού, κατ' αυτούς, ο κομμουνισμός
<<έθετε σε εφαρμογή το κοινωνικό κήρυγμα του ευαγγελίου>>!
Σε μια τελευταία εχθρική πράξη προς τον πατριάρχη Τύχωνα τον καθαίρεσαν
και προχώρησαν ακόμα και στον αποσχηματισμό του ως μοναχού.
Είπαν πως εφεξής το όνομά του θα ήταν γνωστό ως <<πολίτης Βασίλειος Μπελλάβιν>>.
Μέσω του σοβιετικού και του νεωτεριστικού τύπου οι σχισματικοί απαιτούσαν
να επιβληθεί σκληρή τιμωρία στον Πατριάρχη.
Ο ψευδομητροπολίτης Αντωνίνος επιδίωξε επίμονα ακόμα και τη θανατική ποινή του.
Μετά κατάργησαν το πατριαρχείο στο όνομα της δημοκρατίας,
αποδέχτηκαν το Γρηγοριανό ημερολόγιο,
εισήγαγαν το θεσμό των εγγάμων επισκόπων, το β' γάμο των κληρικών
κι απόρριψαν το μοναχισμό, σαν θεσμό ξένο προς την Εκκλησία>>.


Οι μεταρρυθμιστές (σημ. ημ. της <<Ζώσας Εκκλησίας>>) τώρα είχαν πλήρη έλεγχο των αντιπροσώπων και οι πράξεις τους ήταν πραγματικά επαίσχυντες: διακήρυξαν ότι στη Σοβιετική Ένωση δεν υφίστανται θρησκευτικοί διωγμοί, ότι η Σοβιετική Ένωση εργαζόταν για την επικράτηση του ιδανικού της Βασιλείας του Θεού,


με την ηγεσία του Λένιν, εγκωμίασαν την επανάσταση και το χωρισμό της Εκκλησίας και κράτους, τραγούδησαν <<χρόνια πολλά>> στη σοβιετική κυβέρνηση κι έστειλαν φιλοφρονητικό και κολακευτικό χαιρετισμό στο Λένιν.


Οι μεταρρυθμιστές αυτοί δήλωσαν ότι ήταν έτοιμοι να υποστηρίξουν τον κομμουνισμό αφού, κατ' αυτούς, ο κομμουνισμός <<έθετε σε εφαρμογή το κοινωνικό κήρυγμα του ευαγγελίου>>!


Σε μια τελευταία εχθρική πράξη προς τον πατριάρχη Τύχωνα τον καθαίρεσαν και προχώρησαν ακόμα και στον αποσχηματισμό του ως μοναχού. Είπαν πως εφεξής  το όνομά του θα ήταν γνωστό ως <<πολίτης Βασίλειος Μπελλάβιν>>.


Μέσω του σοβιετικού και του νεωτεριστικού τύπου οι σχισματικοί απαιτούσαν να επιβληθεί σκληρή τιμωρία στον Πατριάρχη. Ο ψευδομητροπολίτης Αντωνίνος επιδίωξε επίμονα ακόμα και τη θανατική ποινή του.


Μετά κατάργησαν το πατριαρχείο στο όνομα της δημοκρατίας, αποδέχτηκαν το Γρηγοριανό ημερολόγιο, εισήγαγαν το θεσμό των εγγάμων επισκόπων, το β' γάμο των κληρικών κι απόρριψαν το μοναχισμό, σαν θεσμό ξένο προς την Εκκλησία.


Κατ' οικονομία μόνο επέτρεψαν τη λειτουργία μοναστηρίων - ησυχαστηρίων εξωαστικών περιοχών, που θα λειτουργούσαν σαν εργατικές κοινότητες. Την καθαίρεση του πατριάρχη υπέγραψαν 64 (κατ' άλλους 54) επίσκοποι, αρκετοί μάλιστα μετά από πίεση της μυστικής αστυνομίας.


Τη διοίκηση της Ρωσικής Εκκλησίας την ανέθεσαν σε σύνοδο, με πρόεδρο τον μητροπολίτη Ευδόκιμο. Όταν πολλοί παρόντες επίσκοποι αντέδρασαν, οι πρωτεργάτες της <<Ζώσας Εκκλησίας>> τους  πληροφόρησαν πως, αν δεν συμφωνούσαν με τις αποφάσεις τους, θα τους έστελναν φυλακή.


Όταν έστειλαν ένα αντίγραφο των αποφάσεών τους στον πατριάρχη, εκείνος έγραψε πως θεωρούσε τις αποφάσεις αυτές παράνομες και συνεπώς άκυρες. Στις 23 Μαϊου τον Πατριάρχη μετέφεραν από το μοναστήρι της Παναγίας Ντονσκάϊα στη φυλακή της GPU που βρισκόταν στη Λιουμπιάνκα.


Οι αρχές ετοιμάζονταν για τη δίκη του αγίου. Η φυλακή της Λιουμπιάνκας ήταν τόπος όπου φυλακίζονταν εκείνοι στους οποίους κατά κανόνα τους ανέμενε πολύ σκληρή τιμωρία. Παρ' όλο που ο άγιος Τύχων βρισκόταν υπό περιορισμό ή στη φυλακή, ήταν ενήμερος για την κατάσταση της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, που ήταν καταστροφική.


Οι μισοί ιεράρχες, καθώς και πολλοί κληρικοί και λαϊκοί, δέχτηκαν τους νεωτεριστές. Ο άγιος στενοχωριόταν πολύ, θεωρούσε τον εαυτό του υπεύθυνο για τη μοίρα της Εκκλησίας. Μέσα του βάραινε το γεγονός ότι ως τότε είχαν εκτελεστεί με τυφεκισμό μετά από δίκη, 2.690 κληρικοί, 1.962 μοναχοί και 3.447 μοναχές.


Κι ήταν πάρα πολλοί βέβαια που είχαν εκτελεστεί <<άνευ δίκης>>. Και γι' αυτό πήρε τη γεννναία απόφαση να θυσιάσει το δικό του κύρος για το καλό της Ρωσικής Εκκλησίας, που του ανάθεσε ο Θεός.


<<Ας υποτιμηθεί το όνομά μου στην Ιστορία -έλεγε αργότερα- φτάνει μόνο να είναι για την ωφέλεια της Εκκλησίας μας>>. Και τα πιστά τέκνα της Εκκλησίας αντιλήφθηκαν σωστά στην πράξη της θυσίας του Πατριάρχη και δεν τον κατέκριναν.


Η ουσία της πράξης του Πατριάρχη συνίσταται στο εξής: Στις 3 Ιουνίου 1923 ο Πατριάρχης, που βρισκόταν τότε στη φυλακή της Λιουμπιάνκας, υπέβαλε αίτηση στο Ανώτατο Δικαστήριο.


Σε αυτήν την αίτηση έγραφε ότι <<μεταμελούμαι για τις πράξεις μου εναντίον του καθεστώτος και ζητώ από το Ανώτατο Δικαστήριο να αλλάξει την τιμωρία μου, δηλαδή να με αποφυλακίσει>>.


Για τις αρχές η αίτηση αυτή του Πατριάρχη ήρθε ακριβώς πάνω στην ώρα. Γιατί ενώ είχαν αποφασίσει να τουφεκίσουν τον άγιο, ξαφνικά ανακάλυψαν ότι η εξόντωση του Πατριάρχη δεν είναι εύκολο πράγμα, πρώτ' απ' όλα εξαιτίας της διεθνούς κατάστασης.


Στη Δύση είχε αρχίσει το μεγάλο κίνημα των διαμαρτυριών για τα γεγονότα που έλαβαν χώρα στη Ρωσία. Στις 23 Απριλίου η κυβέρνηση της Αγγλίας έστειλε στη Σοβιετική κυβέρνηση τελεσίγραφο για την κατάπαυση της κομμουνιστικής προπαγάνδας στην Ασία και του διωγμού της θρησκείας στην ΕΣΣΔ.


Σε αντίθετη περίπτωση η Αγγλία απειλούσε να ακυρώσει το εμπορικό συμβόλαιο και να στείλει το ναυτικό της στη Λευκή θάλασσα. Η προοπτική της ένοπλης σύγκρουσης με την Αγγλία δεν βόλευε τους μπολσεβίκους, που γι' αυτό το λόγο ανέβαλαν τη δίκη του Πατριάρχη.


Δεν ήθελαν όμως ν' αποφυλακίσουν άμεσα τον άγιο, για να μη φανεί αυτό ως αδυναμία και φόβος μπροστά στην Αγγλία και σ' όλον τον κόσμο.


Έτσι αποφάσισαν να διαβεβαιώσουν τον άγιο ότι είναι δήθεν δυνατό να βελτιωθούν οι σχέσεις ανάμεσα στην κυβέρνηση και στην Εκκλησία, αν ο Πατριάρχης κάνει μερικές υποχωρήσεις, δηλαδή να ομολογήσει τον εαυτό του ένοχο


για τις πράξεις του εναντίον της Σοβιετικής κυβέρνησης, να δηλώσει ότι από σήμερα παύει να είναι εχθρός της κρατικής εξουσίας, ν' αποκηρύξει κάθε δεσμό με μοναρχικές και αντικομμουνιστικές οργανώσεις κι ιδιαίτερα με τη Σύνοδο του Καρλόφτσκυ κ.τ.λ.


Η υστεροβουλία των μπολσεβίκων ήταν να εκθέσουν την υπόληψη του Πατριάρχη. Βλέποντας την καταστροφική κατάσταση της Εκκλησίας ο άγιος αναγκάστηκε να δεχτεί την πρότασή τους.


Σαν αποτέλεσμα της ενέργειας αυτής, ο άγιος αποφυλακίστηκε στις 13/25 Ιουνίου. Οι ελπίδες του βέβαια αποδείχτηκαν μάταιες. Ο λαός δέχτηκε με πολύ μεγάλη ανακούφιση και ενθουσιασμό την απελευθέρωσή του.


Οι αρχές όμως δεν ήθελαν ν' ανακτήσει και πάλι ο πατριάρχης την επιρροή του, γι' αυτό και στις 8.12.1923 αποφάσισαν ν' απαγορεύσουν το μνημόσυνό του. Αυτό έγινε σε μια εποχή που όλες οι τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες αποφάσισαν ν' αναγνωρίσουν τον πατριάρχη Τύχωνα ως κανονική κεφαλή της Ρωσικής Εκκλησίας.


Στη συνέχεια ο πατριάρχης Τύχων συγκάλεσε Σύνοδο των παρεπιδημούντων στη Μόσχα επισκόπων, με σκοπό να ζητήσει την ανανέωση της εμπιστοσύνης τους στο πρόσωπό του. Η Σύνοδος συνεδρίασε στην Ιερά Μονή της Παναγίας Ντονσκάϊα.


Οι επίσκοποι ανανέωσαν την εμπιστοσύνη τους στον πατριάρχη, κυρίως με την υποστήριξη των λεγομένων <<Δανιηλικών>> επισκόπων, που επηρεάζονταν από τον ηγούμενο της μονής του Αγίου Δανιήλ, αρχιεπίσκοπο Θεόδωρο του Βολοκολάμσκ.


Αμέσως μετά προχώρησε στην έκδοση δημοσίων δηλώσεων που αποκήρυτταν τη <<Ζώσα Εκκλησία>> και τον Ιούλιο αναθεμάτισε τους σχισματικούς αυτούς. Η ενέργειά του αυτή προκάλεσε πολλούς κληρικούς, που σχημάτιζαν ουρές έξω από την πόρτα του, να δηλώσουν μετάνοια.


Πριν από την απελευθέρωσή του η Ρωσική Εκκλησία είχε μόνο πέντε εκκλησίες στη Μόσχα, επειδή οι άλλες ανήκαν στους μεταρρυθμιστές. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα η κατάσταση αντιστράφηκε. Οι πιστοί τον υποδέχτηκαν θριαμβευτικά ως τον αληθινό πατέρα τους. (...)


Το 1924 οι αρχές χρησιμοποίησαν τις φιλικές τους σχέσεις με την Τουρκία του Ατατούρκ για ν' ασκήσουν νέες πιέσεις στον Πατριάρχη. Η Σοβιετική κυβέρνηση ζήτησε από την τουρκική κυβέρνηση βοήθεια, και ο Οικουμενικός Πατριάρχης Γρηγόριος VII εξαναγκάστηκε από τον Κεμάλ


να συγκαλέσει στην Κωνσταντινούπολη μια Σύνοδο, που είχε σαν αποτέλεσμα να εκδώσει απόφαση για την αποπομπή του αγίου Τύχωνα από τη διοίκηση της Ρωσικής Εκκλησίας και την αναγνώριση των νεωτεριστών από το Οικουμενικό Πατριαρχείο.


Ο Γρηγόριος αποφάσισε επίσης να στείλει στη Μόσχα το δικό του αντιπρόσωπο, αρχιμανδρίτη Βασίλειο Δημόπουλο, με μια αντιπροσωπεία, για να ερευνήσει τα πράγματα της Ρωσικής Εκκλησίας.


Η απόφαση του Οικουμενικού Πατριάρχη πίκρανε τον άγιο πάρα πολύ. Στην απάντησή του υπενθύμισε στον Γρηγόριο ότι δεν έχει κανένα δικαίωμα να εισχωρεί στα πράγματα της Αυτοκέφαλης Τοπικής Εκκλησίας.



Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ».
Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίο του Πέτρου Μπότση «Άγιος Τύχων ο Μαρτυρικός Πατριάρχης»,
Αθήνα 2014, σελ. 90-97.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF