«Καὶ γιατί νὰ ζῶ χριστιανικά;», εἶπε κάποιο παλικάρι στὴν εὐσεβή του μάνα. «Γιατί νὰ ζῶ χριστιανικά, ὅταν αὐτὸ ἀπαιτεῖ ἀγῶνες καὶ θυσίες, ἐνῶ μπορῶ νὰ ζήσω μια ζωὴ ἄνετη, βγάζοντας παράνομο, ἀλλὰ εὔκολο χρῆμα, ὅπως τόσοι καὶ τόσοι τῶν ἡμερῶν μας;».
Τί πρέπει νὰ ἀπαντήσει αὐτὴ ἡ μάνα; Μήπως, «παιδί μου, αὐτὰ εἶναι τοῦ πειρασμοῦ, θὰ σὲ τιμωρήσει ὁ Θεὸς καὶ θὰ πᾶς στὴ κόλαση»; Σὲ καμία περίπτωση! Μὲ αὐτά, τὸ χάσαμε τὸ παιδί μας. Τότε, τί νὰ ἀπαντήσει; Νὰ βγάλει ὅλη της τὴν ἀγάπη καὶ νὰ πεῖ: «παιδί μου, ἔλα νὰ σοῦ διηγηθῶ τὴν ἱστορία τοῦ Ζακχαίου».
Ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,
Στὸν Ζακχαῖο ἀναφέρεται ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή. Ὁ Ζακχαῖος ἦταν ἀρχιτελώνης καὶ πολὺ πλούσιος. Ἦταν τὸ μοντέλο τοῦ ἀνθρώπου ποὺ ὀνειρεύονται πολλοὶ ἀπὸ τοὺς νέους μας, τὸ ὁποῖο βέβαια μὲ μεγάλη μαεστρία ἔχουν φροντίσει νὰ τοὺς καλλιεργήσουν τὰ μέσα κοινωνικῆς δικτύωσης καὶ μαζικῆς ἐνημέρωσης, κυρίως δέ, τὰ τραγούδια ποὺ ἀκοῦνε.
Ἦταν ὁ Ζακχαῖος πλούσιος, ἀλλὰ πώς; Σίγουρα ὄχι μὲ τὴν τίμια ἐργασία του. Ἦταν τοκογλύφος, ἄνθρωπος αἰσχρός, ἄρπαγας, δοσίλογος, ἀπειλητικός, ἐκμεταλλευτής, πλεονέκτης.
Ἦταν πονηρὸς καὶ μοναδική του μέριμνα ἦταν πὼς θὰ ἐξοικονομοῦσε περισσότερα χρήματα ἀδειάζοντας τὶς τσέπες τῶν συνανθρώπων του. Μὲ μία φράση, ἦταν τὸ μίασμα τῆς κοινωνίας. Ὡστόσο, παρὰ τὰ ὅσα τὸν κακολογοῦσαν, ἐκεῖνος ἔκανε τὴ ζωή του ἀπολαμβάνοντας τὶς ἠδονὲς ποὺ τοῦ προσέφερε ἡ ὕλη.
Αὐτός, λοιπόν, ὁ ἁμαρτωλός, ἡ προσωποποίηση τῆς ἁμαρτίας, κάποια στιγμὴ σὰν νὰ συνειδητοποίησε κάτι, κάτι ποὺ μέχρι τότε ἡ νεότητά του δὲν τοῦ ἐπέτρεπε νὰ συνειδητοποιήσει. Συνειδητοποίησε ὅτι δὲν εἶναι αἰώνιος σὲ αὐτὴ τὴ γῆ, ὅτι γερνάει. Κατάλαβε ὅτι ἀπὸ ὅσα εἶχε, στὴν πραγματικότητα δὲν ἦταν τίποτα δικό του.
Καὶ πάνω σὲ αυτόν του τὸν λογισμό, ἔφτασε στὰ αὐτιά του τὸ κήρυγμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. «Γεμίζουν, τοῦ ‘λεγαν, τὴν ψυχή, τὰ λόγια αὐτοῦ τοῦ Διδασκάλου». Γεμίζουν τὴν ψυχή; Αὐτὸ ἀκριβῶς ἦταν ποὺ ἀναζητοῦσε.
Τὰ πλούτη καὶ οἱ ἠδονὲς δὲν ἦταν παρὰ ἕνας φαῦλος κύκλος ποὺ, τελικά, ἄφηνε πάντα κενὴ τὴν ψυχή του. Οἱ δὲ δολοπλοκίες ποὺ ἔκανε, τὸν φόρτωναν μὲ τὸν φόβο τῆς ἐκδίκησης τῶν θυμάτων του.
Κάποια στιγμή, ὁ Ζακχαῖος πληροφορήθηκε ὅτι ἀπὸ τὴν Ἱεριχὼ περνοῦσε ἐκεῖνος ποὺ πολὺ ἐπιθυμοῦσε νὰ δεῖ, ὁ Κύριός μας. Τὸν Χριστὸ συνόδευε μεγάλο πλῆθος ἀνθρώπων. Ἐπὶ τῇ εὐκαιρίᾳ, σχετικὰ μὲ τὸ μεγάλο πλῆθος, θὰ ἤθελα νὰ τονίσω ὅτι σὲ αὐτὸ ἔχουμε ἱερὸ καθῆκον κυρίως οἱ κληρικοί, ἀλλὰ καὶ οἱ λαϊκοί, νὰ στοχεύουμε, στὸ νὰ πλαισιώνουν τὴν Ἐκκλησία ὅλο καὶ περισσότεροι ἄνθρωποι.
Ἄν καὶ ὁπωσδήποτε ἡ ποιότητα ἔχει μεγαλύτερη ἀξία ἀπὸ τὴν ποσότητα, ὡστόσο ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὀφείλει διαρκῶς νὰ ἐπεκτείνεται, νὰ ἐξαπλώνεται καὶ νὰ αὐξάνεται.
Τὸ πλῆθος, λοιπόν, τῶν ἀνθρώπων ποὺ πλαισίωναν τὸν Κύριο, ἦταν γιὰ τὸν Ζακχαῖο πρόβλημα. Ὁ ἴδιος ἦταν μικρὸς στὸ ἀνάστημα καὶ δὲν θὰ μποροῦσε ἀπὸ τὸν κόσμο νὰ δεῖ τὴν ὄψη τοῦ περίφημου Διδασκάλου.
Ἤθελε, ὅμως, νὰ τὸν δεῖ. Καὶ αὐτὴ εἶναι ἡ λέξη κλειδί: ἤθελε. Ὅταν ὑπάρχει ἀληθινή, καρδιακὴ θέληση, ὁ ἄνθρωπος βγάζει ὅλη του τὴν δημιουργικότητα καὶ ὄχι μόνο αὐτό. Ὅταν ὑπάρχει θέληση ὁ ἄνθρωπος μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ κάνει τὰ ἀδύνατα δυνατά. Οἱ δικαιολογίες ἀνήκουν κατὰ κύριο λόγο στοὺς ἀνθρώπους ποὺ στεροῦνται αὐτῆς τῆς εὐλογημένης θέλησης.
Τί ἔκανε, ὅμως, ὁ Ζακχαῖος; Ταπείνωσε τὸν ἑαυτό του ἐνώπιον τοῦ πλήθους καὶ ἀνέβηκε πάνω σὲ μιὰ συκομουριά. Ποιά σχόλια καὶ ποιά ντροπὴ θὰ τὸν ἐμπόδιζε; Δὲν ὑπολόγιζε τίποτα ἀπὸ αὐτά. Τὸ μόνο ποὺ τὸν ἐνδιέφερε ἦταν νὰ δεῖ τὸν Διδάσκαλο καὶ τὰ κατάφερε.
Ἡ μεγάλη συνάντηση ἔγινε, ἡ συνάντηση Θεανθρώπου καὶ ἀνθρώπου, Ποιμένος καὶ προβάτου, Ἰατροῦ καὶ ἀσθενοῦς. Τὸν κοίταξε ὁ γλυκύτατος Χριστός, τὸν κάλεσε μὲ τὸ ὄνομά του ὄντας Παντογνώστης, καὶ τοῦ ἔδωσε κάτι ποὺ μιὰ ὁλόκληρη κοινωνία ποτὲ δὲν ἔδωσε στὸν ἄνθρωπο αὐτόν: ἀγάπη.
Ὁ λόγος ποὺ ποτὲ ἡ κοινωνία δὲν ἔδωσε στὸν Ζακχαῖο ἀγάπη; Εἴτε γιατὶ τὸ στεροῦνταν, εἴτε γιατὶ δὲν εἶχε τὸ θάρρος, ἀλλὰ μάλλον διότι σύμφωνα μὲ τὸν ἀνθρώπινο νόμο, ὁ δόλιος αὐτὸς ἄρπαγας δὲν ἄξιζε ἀγάπη.
Ὁ Χριστός, ἐρχόμενος στὴ γῆ, ἀνέτρεψε αὐτὸν τὸν νόμο, καθιστῶντας καὶ τὸν χειρότερο τῶν ἁμαρτωλῶν πρόσωπο ποὺ ἀξίζει ἀγάπη. Σὲ τελικὴ ἀνάλυση, ἡ ἀγάπη εἶναι ὁ μοναδικὸς τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο ὁ χειρότερος μπορεῖ νὰ γίνει ὁ καλύτερος καὶ ἡ κοινωνία νὰ λυτρωθεῖ ἀπὸ τὴν ἄλλοτε παραβατικὴ συμπεριφορά του.
«Ζακχαῖε, κατέβα γρήγορα. Σήμερα πρέπει νὰ μείνω στὸ σπίτι σου». Αὐτὰ ἦταν τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ. Παράδειγμα πρὸς μίμηση γιὰ ὅλους ἑμᾶς ποὺ δὲν σκεφτήκαμε ποτὲ νὰ κάνουμε τὴν ἀνατροπὴ δίνοντας ἀξία στὸν ἁμαρτωλό, ὡσὰν ἑμεῖς νὰ εἴμαστε οἱ ἀνώτεροι.
Ἡ ἀνταπόκριση τοῦ Ζακχαῖου ἄμεση: κατέβηκε γρήγορα καὶ ὑποδέχθηκε τὸν Κύριο στὸ σπίτι του. Καὶ ὄχι ἁπλὰ τὸν ὑποδέχθηκε, ἀλλὰ τὸν ὑποδέχθηκε μὲ χαρά! Δεῖτε τὸ μεγαλεῖο τῆς πίστης μας, ἀδελφοί! Ὁ Χριστὸς ἦρθε καὶ ἔφερε τὴν χαρὰ καὶ διαχρονικὰ τὴν προσφέρει σὲ ὅσους θέλουν.
Καὶ δὲν ἦταν αὐτὴ ἡ χαρὰ τοῦ Ζακχαίου ἴδια μὲ ὅλες τὶς προηγούμενες, τὶς χαρὲς τῶν ἠδονῶν. Αὐτὴ ἡ χαρὰ ἀνατάραξε τὸ εἶναι του. Αὐτὴ ἡ χαρὰ ἔφερε τὴν μεταμόρφωση τοῦ ἁμαρτωλοῦ. Αὐτὴ ἡ χαρὰ ἦταν ἡ αἰώνια, ἡ ἀληθινή. Ὅποιος ἀπέκτησε αὐτὴ τὴ χαρά, καμιὰ ἄλλη δὲν τὸν ἔθελξε!
Ἡ γνωριμία, ἀγαπητοί, ἡ γνωριμία ἔχει πολὺ σημαντικὸ ρόλο. Ἕνας γέροντας εἶχε πει ὅτι «ὁ ἄνθρωπος μισεῖ κάποιον γιατὶ δὲν τὸν ξέρει καὶ δὲν τὸν ξέρει γιατὶ τὸν μισεῖ». Ὁ Ζακχαῖος μισοῦσε τὴ δικαιοσύνη διότι δὲν τὴν ἤξερε, μέχρι ποὺ ἦρθε ὁ ἴδιος ὁ Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης καὶ τοῦ εἶπε «γνώρισέ με».
Καὶ ἀφοῦ ὁ Ζακχαῖος γνώρισε, ἀγάπησε καὶ ἀφοῦ ἀγάπησε, μετανόησε. Μετανόησε ἀληθινὰ καὶ ἔμπρακτα. Ἐπειδὴ ἡ ἁμαρτία του ἦταν ὑλικὴ καὶ κατεῖχε ἀκόμη τὸ προϊὸν τῆς ἁμαρτίας του, ἔπρεπε αὐτὴ ἡ ὕλη, τὰ χρήματα ποὺ εἶχε καταχραστεῖ, νὰ φύγουν ἀπὸ πάνω του.
Γιὰ αὐτό, χωρὶς δεύτερη σκέψη, ἀλλὰ μὲ συνειδητὴ μεταμέλεια δήλωσε στὸν Κύριο ὅτι τὰ μισὰ ὑπάρχοντά του θὰ τὰ δώσει στοὺς πτωχούς, ἐνῶ ὅποιον ἀδίκησε μὲ συκοφαντίες, θὰ τοῦ ἀνταπόδωσει τέσσερεις φορὲς περισσότερα.
Ὀ Κύριός μας χάρηκε, διότι ὁ υἱὸς αὐτοῦ «νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε καὶ ἀπολωλὸς καὶ εὑρέθη», ὅπως θὰ ἀκούσουμε σὲ λίγες μέρες, τὴν Κυριακὴ τοῦ Ἀσώτου. Ἄλλωστε, σκοπὸς τῆς ἐνανθρωπήσεώς του ἦταν νὰ σηκώσει τὸν ἁμαρτωλό. Μὲ τὴν μεταστροφή, λοιπόν, τοῦ Ζακχαίου, ὁ Χριστὸς γιὰ ἄλλη μιὰ φορὰ νίκησε. Νίκησε καὶ ὁ Ζακχαῖος.
Οἱ μόνοι χαμένοι τῆς σημερινῆς περικοπῆς, παρέμειναν οἱ Φαρισαῖοι, οἱ ὁποῖοι βλέποντας τὸν Κύριο νὰ κάνει τὴν ἀνατροπή, ἄρχισαν νὰ τὸν κατηγοροῦν ὅτι ἦλθε νὰ μείνει στὸ σπίτι τοῦ ἁμαρτωλοῦ. Ὁ φθόνος τους, τὸ μέγα αὐτὸ κακὸ ποὺ, μάλλον, ἕως τῆς συντελείας θὰ ταλαιπωρεῖ τὴν Ἐκκλησία ἀλλὰ καὶ αὐτὲς τὶς ψυχὲς τῶν φθονούντων, δὲν τοὺς ἐπέτρεψε νὰ γίνουν συμμέτοχοι στὴ χαρά τοῦ Θεοῦ, τῶν ἀγγέλων καὶ τοῦ Ζακχαίου.
Οἱ παλαιοὶ Φαρισαῖοι ἔφυγαν. Oἱ τωρινοὶ ἔχουν ἀκόμη δυνατότητα μετανοίας. Ἐν κατακλείδι, τὸ βασικὸ μήνυμα ποὺ μᾶς διδάσκει ἡ ἱστορία τοῦ Ζακχαίου εἶναι ὅτι, ἀρχικά, ἡ προσκόλληση στὰ πλούτη, οἱ ἠδονὲς καὶ οἱ ἀδικίες μόνο κακὸ καὶ δουλεία προσφέρουν στὴ ψυχὴ καὶ δὲν τὴν ἀφήνουν νὰ πετάξει ἐλεύθερη στὴ χαρὰ τοῦ Θεοῦ.
Ἔπειτα, ὅτι ἀκόμη καὶ ὁ μεγαλύτερος ἁμαρτωλὸς ἔχει μέσα του -εἴτε βαθειά, εἴτε πολὺ βαθειά- καλὸ ψυχικὸ κόσμο. Ὅλοι μας ἔχουμε τὰ ἐλαττώματά μας. Ἔχουμε, ὅμως, καὶ κάποια χαρίσματα ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ κάποια πολὺ ὄμορφα στοιχεῖα, τὰ ὁποῖα πρέπει νὰ βγάλουμε πρὸς τὰ ἔξω.
Μὲ αὐτὰ τὰ καλὰ στοιχεῖα θὰ ἐπιβληθοῦμε στὰ ἐλαττώματά μας, ἀρκεῖ, ὅπως ὁ Ζακχαῖος, νὰ ἐπιτρέψουμε κὶ ἑμεῖς στὸν Χριστὸ νὰ εἰσέλθει στὸν οἶκο τῆς ψυχῆς μας.
Μετ’ εὐχῶν,
ὁ Ἐπίσκοπός σας,
† ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος
Ιερά Μητρόπολη Αττικής και Βοιωτίας
της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου