ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Σάββατο 25 Μαρτίου 2023

ΕΝΕΝΗΝΤΑ ΕΝΝΕΑ ΧΡΟΝΙΑ ΔΙΧΩΣ ΔΙΚΑΙΩΣΗ



Στὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ μυθολογία, ὁ Προμηθέας, ἐξαιτίας τῆς κλοπῆς τῆς φωτιᾶς ἀπὸ τὸν Ὄλυμπο καὶ τῆς μετάδοσης αὐτῆς στοὺς ἀνθρώπους, τιμωρήθηκε σκληρά. Δέθηκε σὲ ἕναν βράχο καὶ κάθε μέρα ἕνας ἀετὸς ἐρχόταν καὶ ἔτρωγε τὸ συκώτι του, τὸ ὁποῖο τὸ βράδυ ἀποκαθίστατο.


Πρὸς τί αὐτὴ ἡ εἰσαγωγή; Κάτι ἀνάλογο μὲ αὐτὸ ποὺ ταλαιπωροῦσε τὸν Προμηθέα, ταλαιπωρεῖ καὶ τὴν Ἐκκλησία. Τὴν πληγώνουν καὶ τὴν τραυματίζουν ἀνελέητα, σὰν πεινασμένοι ἀετοί, οἱ ἴδιοι οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί.


Σήμερα συμπληρώνονται ἐνενήντα ἐννέα χρόνια ἀπὸ τὴν ἀποφράδα ἐκείνη ἡμέρα ποὺ ἡ Ἐκκλησία ὑπέστη ἕνα μεγάλο πλῆγμα. Μετὰ τοὺς Βαλκανικοὺς Πολέμους, μετὰ τὸν Ἐθνικὸ Διαχασμό, μετὰ τὸν Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, μετὰ ἀπὸ τὶς σφαγὲς Ἑλλήνων χριστιανῶν στὴ Μικρασία καὶ τὸν Πόντο καὶ τὴν ἀπέλαση ὅσων δὲν σφαγιάσθηκαν στὸν ἑλλαδικὸ χῶρο, μετὰ ἀπὸ αὐτὲς τὶς μεγάλες ταλαιπωρίες ποὺ ὑπέστη ἡ πατρίδα μας, κάποιοι εἶχαν τὴν «πολυτέλεια» νὰ προχωρήσουν καὶ στὴν ἀλλαγὴ τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἡμερολογίου, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ χωρισθεῖ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὅλη ἡ πατρίδα μας, σὲ παλαιοημερολογίτες καὶ νεοημερολογίτες.


Πολλοὶ ἁγνοὶ καὶ ἄδολοι, πραγματικὰ εὐσεβεῖς χριστιανοὶ μὲ τὸ ἄκουσμα τῆς αὐθαίρετης καὶ ἀντικανονικῆς ἀλλαγῆς τοῦ ἡμερολογίου, βγῆκαν στοὺς δρόμους καὶ φώναζαν: «μᾶς φράγκεψαν!». Ἔβλεπαν οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ τὴν ἀλλαγὴ ὡς μία πράξη ποὺ θὰ ἔφερνε τὴ Δύση τοῦ Βατικανοῦ στὴν Ὀρθοδοξία καὶ τὴν Ἑλλάδα. Αὐτοί, λοιπόν, οἱ ὁποῖοι ἀγωνίστηκαν καὶ προσπάθησαν νὰ παραμείνουν ἐδραῖοι καὶ πιστοὶ στὴν ἐπὶ εἴκοσι ὁλόκληρους αἰῶνες παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, σὲ μία στιγμὴ χαρακτηρίστηκαν «σχισματικοί».


Μὲ τὴν πάροδο τῶν χρόνων, τὰ ἴδια τὰ γεγονότα ἔδειχναν ὅτι αὐτοὶ οἱ δῆθεν «σχισματικοὶ» δὲν εἶχαν πέσει ἔξω. Λίγες δεκαετίες ἀργότερα, ξεκίνησαν, ὡς μὴ ὤφειλαν, τὰ πρῶτα οἰκουμενιστικὰ ἀνοίγματα τῶν ὀρθοδόξων. Διαχρονικὲς ἐπιταγὲς Οἰκουμενικῶν Συνόδων αὐθαίρετα τέθηκαν στὴν ἄκρη.


Φωτισμένες προσωπικότητες μὲ ἁγιοπνευματικὴ ζωὴ ἀφιέρωσαν τὴ ζωή τους στὴν διατήρηση τῆς παράδοσης. Αὐτὴ τὴν ἀφιέρωση τὴν ὀνόμασαν «Ἱερὸ Ἀγώνα». Κληρικοὶ καὶ λαϊκοὶ ἦταν ἔτοιμοι νὰ θυσιάσουν τὰ πάντα γιὰ αὐτὸν τὸν ἀγῶνα λόγῳ τῆς καρδιακῆς τους εὐσέβειας. Κάποιοι, μάλιστα, ἀγωνίσθηκαν γιὰ νὰ ἐπουλωθεῖ τὸ τραῦμα. Οἱ προσπάθειές τους ἀπέβησαν ἄκαρπες.


ἐπίσημη Ἐκκλησία ἀπάντησε μὲ σκληροὺς διωγμούς, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ δημιουργήσει ἕνα ἔντονο κλίμα φανατισμοῦ. Δυστυχῶς, οἱ ἀρχιποιμένες ἐκείνης τῆς ἐποχῆς ἤ βαλτοὶ ἦταν, πράγμα ποὺ εὔκολα μπορεῖ κανεὶς νὰ διαπιστώσει κρίνοντας ἀπὸ τὴν πορεία τοῦ Μελετίου Μεταξάκη, ἤ -στὴν καλύτερη περίπτωση- ἔπασχαν ἀπὸ ἔλλειψη ποιμαντικῆς διάκρισης.


παναλαμβάνω: τὸν Ἱερὸ Ἀγώνα τὸν κόσμησαν ἅγιες φυσιογνωμίες, τέτοιες ποὺ μᾶς γεμίζουν μὲ τὸ καθῆκον νὰ μιμηθοῦμε τὴν ἁγία βιοτή τους. Δυστυχῶς, ὅμως, μαζὶ μὲ τὰ καλὰ στάχυα, βρέθηκαν καὶ πολλὰ ζιζάνια.


Τὰ περασμένα ἐνενήντα ἐννέα χρόνια μάθαμε καλὰ ὅλα τὰ περὶ τῆς λέπρας τοῦ οἰκουμενισμοῦ. Λόγῳ τοῦ φανατισμοῦ ποὺ οἱ ἴδιοι οἱ ταγοὶ τῆς κρατούσης Ἐκκλησίας φρόντισαν νὰ σπείρουν, μεγαλώσαμε σὲ ἕνα περιβάλλον ἀπόλυτο, ἰδιαίτερα δὲ μὲ κάποιο αἴσθημα ὑπεροψίας.


Μάθαμε καλὰ νὰ βλέπουμε τὰ λάθη τῶν ἄλλων καὶ νὰ τὰ στιγματίζουμε. Δυστυχῶς, ὅμως, ἀκόμη δὲν ἔχουμε μάθει νὰ βλέπουμε τὰ δικά μας λάθη.


νενήντα ἐννέα χρόνια ἀπὸ τὴν ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου καὶ ἡ διαπίστωση θλιβερή: δὲν δικαιώθηκε ὁ Ἱερὸς Ἀγώνας! Καὶ ὄχι μόνο δὲν δικαιώθηκε, ἀλλὰ καταφέραμε νὰ γίνουμε «θέατρον καὶ ἀγγέλοις καὶ ἀνθρώποις» κατὰ τὸν ἀπόστολο Παῦλο. Αἴτιο γιὰ ὅλη αὐτὴ τὴν κατάσταση; Ἡ πολυδιάσπαση.


Χριστὸς εἶπε: «ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταὶ ἐστέ, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις». Κάποιοι αὐτὴ τὴν ἀγάπη τὴ θυσίασαν καὶ τὴ θυσιάζουν στὸν βωμὸ μιᾶς δῆθεν ὁμολογίας, πρὸς ἐξυπηρέτηση, βέβαια, τοῦ ἐγωισμοῦ ἤ ἄλλων ἀλλότριων πρὸς τὴν ὀρθοδοξία σκοπῶν.


ς πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς, κάποιοι ἐκμεταλλευόμενοι τὴν ἀπουσία νομικῆς κάλυψης τῆς Ἐκκλησίας μας, ἔβρισκαν ποικίλες αἰτίες γιὰ νὰ διασπαστοῦν καὶ νὰ κάνουν τὴ δική τους «σύνοδο», αὐτοτιτλοφορούμενοι ἐλεύθερα ὡς «Γ.Ο.Χ.», μὲ ἀποτέλεσμα νὰ γεμίσει τὸ πανελλήνιο, καὶ ὄχι μόνο, ἀπὸ «ἐκκλησίες παλαιοημερολογιτῶν». Κυρίαρχη αἰτία, ὁ φθόνος πρὸς τοὺς ἀξίους. Εἶναι αὐτὸ ὀρθόδοξη μαρτυρία; Ὁ Θεὸς «εἰς ἑνότητα πάντας ἐκάλεσεν». Ἐξυπηρετεῖ αὐτὴ ἡ χαοτικὴ διάσπαση τὴν ὀρθοδοξία; Σὲ τί διαφέρει αὐτὴ ἡ κατάσταση ἀπὸ τὸν οἰκουμενισμό, τὸν ὁποῖο οἱ περισσότεροι λένε ὅτι πολεμοῦν; Νομίζουμε ὅτι μᾶς σώζει ἡ ἀπουσία κρατικῆς κάλυψης, ὅμως ὑπάρχει καὶ θάνατος «ἴνα μὴ τὸ κακὸν ἀθάνατον γένηται».


Οἱ ἀρχιερεῖς οἱ ὁποῖοι στάθηκαν στὸ ὕψος τῶν περιστάσεων, κράτησαν μὲ ἀληθινὴ ἀγάπη καὶ κατ’ ἐπίγνωσιν ζῆλο τὴν παράδοση, καὶ ἀγωνίσθηκαν στὴν πρώτη γραμμὴ νὰ δοξάσουν τὴν Ἐκκλησία, ἀγωνιζόμενοι θυσιαστικῶς γιὰ τὸ ποίμνιο, ὑπέφεραν ἀπὸ ἕνα ἔντονο κλίμα ἀντιδεσποτισμοῦ. Γιὰ αὐτὸ κάποιοι πνευματικοὶ ἄνθρωποι καὶ ὀραματιστὲς ἔφυγαν. Ἀπὸ τὸ 1924 ἕως τὸ 1935, περίοδο κατὰ τὴν ὁποία δὲν ὑπῆρχε ἀρχιερέας στὴ διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας μας, ἱερεῖς, μοναχοὶ καὶ λαϊκοὶ βρῆκαν τὴν εὐκαιρία νὰ οἰκειοποιηθοῦν τὰ τῆς Ἐκκλησίας καὶ νὰ γίνουν βασιλικώτεροι τοῦ βασιλέως, μικροὶ πάπες, ὅμοιοι μὲ ἐκεῖνον ποὺ ἀρέσκονται νὰ ὑβρίζουν.


Οἱ μοναχοὶ διαμόρφωσαν τὸ κατεστημένο: «ὁ κάθε ἡγούμενος εἶναι δεσπότης στὸ μοναστήρι του». Διαμόρφωσαν τυπικὰ ποὺ οὐδόλως ὑπολογίζουν τὸν ἐπιχώριο ἀρχιερέα, σὰν νὰ πρόκειται γιὰ κάποιον περαστικὸ καὶ ὄχι γιὰ τὸν τύπο τοῦ Χριστοῦ.


Οἱ ἱερεῖς λάμβαναν (καὶ λαμβάνουν) τὴν χειροτονία καὶ οἰκειοποιοῦνταν (οἰκειοποιοῦνται) τὸ ποίμνιο. Ἔκαναν τὶς φατρίες τους καὶ δὲν ἤθελαν τὸν ἐπίσκοπο γιὰ νὰ μὴν τοὺς «πάρει τοὺς ὀπαδούς». Τελοῦσαν Μυστήρια ὁπουδήποτε χωρὶς ἄδεια, σὰν ἡ Ἐκκλησία νὰ εἶναι –Θεὸς φυλάξοι- ἕνα «ξέφραγο ἀμπέλι».


Οἱ λαϊκοί, κατὰ κύριο λόγο οἱ ἰδιοκτῆτες ναῶν καὶ οἱ αὐτοδιοριζόμενοι ἐπίτροποι, ὀργανώθηκαν σὲ σωματεῖα, πολλὰ ἀπὸ τὰ ὁποῖα ὑπάρχουν μέχρι σήμερα. Τὸ μεγάλο «πλεονέκτημα» ποὺ ἔχουν τὰ σωματεῖα, δὲν εἶναι ἄλλο ἀπὸ τὴν αὐτοδιοίκηση. Ἡ Ἐκκλησία καὶ ὁ ἐπιχώριος ἀρχιερέας δὲν μποροῦν νὰ ἔχουν λόγο στὸ σωματεῖο, διότι ἁπλούστατα τὸ κάθε σωματεῖο καὶ ὁ κάθε ἰδιοκτήτης ναοῦ μπορεῖ νὰ φύγει ἀπὸ τὴ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας καὶ νὰ καταφύγει σὲ ἄλλη, ἔστω καὶ σὲ ἀνίερους, ἀρκεῖ νὰ λειτουργεῖ ἀπρόσκοπτα καὶ ἀνενόχλητα ὁ «οἶκος ἐμπορίου». Οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ ἐμπνεύσθηκαν καὶ τὶς φράσεις: «ὁ παπὰς εἶναι ἀπὸ τὸ ἱερὸ καὶ μέσα» καὶ «ὁ παπὰς εἶναι γιὰ τὰ πνευματικὰ καὶ ὁ λαϊκὸς γιὰ τὰ διοικητικά», ἀγνοῶντας ὅτι καὶ τὰ πνευματικὰ καὶ τὰ διοικητικὰ ταυτίζονται μὲ τὴν ποιμαντικὴ τῆς Ἐκκλησίας.


Κάποτε αὐτοὶ οἱ λαϊκοὶ ἔλεγαν: «Οἱ ἀρχιερεῖς δὲν κάνουν τίποτα γιὰ τὸν λαό, τίποτα γιὰ τὴ νεολαία. Χτίζουν μεγάλους ναοὺς στὰ μοναστήρια τους (σὲ αὐτὸ εὐθύνονται οἱ ἴδιοι οἱ ἐπίτροποι ποὺ ἐμπόδιζαν τοὺς ἀρχιερεῖς νὰ ἐργαστοῦν στὴ Μητρόπολή τους), δὲν κάνουν αἱμοδοσία, δὲν κάνουν ἐκδηλώσεις πολιτισμοῦ καὶ κατασκηνώσεις, δὲν ἔχουν κατηχητικὰ σχολεῖα καὶ ὀργανωμένα μαθήματα, δὲν παραδίδουν μαθήματα βυζαντινῆς μουσικῆς. Τώρα ποὺ μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ γίνονται ὅλα αὐτά, σιγὴ ἰχθύος ἐπικρατεῖ. Σιγὴ ἰχθύος καὶ ἐτοιμότητα λέοντος, ἐτοιμότητα γιὰ νὰ κατασπαράξουν τοὺς συνειδητὰ ἐργαζομένους ὑπὲρ τῆς Ἐκκλησίας ἂν κάνουν κάποια λάθη.


λοι αὐτοὶ καταρρακώνουν ἐδὼ καὶ ἐνενήντα ἐννέα χρόνια τὸν Ἱερὸ Ἀγώνα. Συνηθίζουμε νὰ λέμε κάποιον ποὺ θάβει ἕνα ἔργο «νεκροθάφτη». Δυστυχῶς, ἡ προκειμένη περίπτωση ἀφορᾶ «ζωντοθάφτες». Τὸν στεῖρο δεκατρημεριτισμὸ καὶ τὴν ἀσυδοσία τὰ ἔχουν βαφτίσει «ὀρθοδοξία». Μιλοῦν γιὰ ὁμολογία χωρὶς ἔργα, χωρὶς ἀγάπη. Διαχειρίζονται τὰ τῆς Ἐκκλησίας (ἄν καὶ δὲν εἶναι ἄριστοι διαχειριστὲς οὔτε στὰ τοῦ οἴκου τους), κάνουν τὸ ὁτιδήποτε στὸν ναὸ χωρὶς ὁ ἐπίσκοπος νὰ ἔχει γνώση. Ἄν λάβουμε ὑπ’ ὄψιν τὸ τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου: «ὁ λάθρα τοῦ ἐπισκόπου τὶ πράσσων τῷ διαβόλῳ λατρεύει», κατανοοῦμε πολλά.


Εἶναι αὐτοὶ ποὺ μιλοῦν γιὰ τὸ Πηδάλιο γιὰ νὰ κρίνουν τὸ ἀρχιερατικὸ ἀξίωμα, ἀγνοῶντας ὅτι οἱ Ἱεροὶ Κανόνες θεσπίσθηκαν κατὰ κύριο λόγο ἀπὸ ἀρχιερεῖς. Τιμοῦν τοὺς ἁγίους ἱεράρχες, ὅπως τὸν Χρυσόστομο Ἰωάννη, ἀγνοῶντας ὅτι πρῶτος ἀπὸ ὅλους καθαίρεσε πλῆθος ἀσύδοτων κληρικῶν, καὶ ὅτι κάτι ἀνάλογο θὰ ἔκανε καὶ στὶς μέρες μας μὲ ὅλους τοὺς γεροντάδες - πνευματικοὺς ποὺ ἀποστασιοποιημένοι ἔχουν λόγο βλαπτικὸ στὶς ἐνορίες καὶ τὰ μοναστήρια μας.


ν κατακλείδι, ἡ Ἐκκλησία ἔχει κουραστεῖ ἀπὸ τοὺς διαχρονικοὺς γραμματεῖς καὶ Φαρισαίους. Ἄν συνεχίσει ἡ ὑποκρισία, τὸ μόνο βέβαιο εἶναι ὅτι δὲν ὑπάρχει μέλλον. Οἱ πνευματικὰ μαχόμενοι μάχονται κατὰ τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου. Δὲν μποροῦν νὰ περισπῶνται ἀπὸ τοὺς ἐσωτερικοὺς πολεμίους. Εἶναι ἐπιτακτικὴ ἀνάγκη νὰ ἔλθουμε εἰς ἑαυτούς, βλέποντας μὲ νηφαλιότητα τὶς ἁρμοδιότητες τοῦ καθενός. «Μὴ πάντες ἀπόστολοι»; Ἡ Ἐκκλησία ἔχει θεσπίσει τὰ πάντα κατὰ τάξιν. Ἄν διασαλεύουμε αὐτὴ τὴν τάξη, οὔτε ὀρθόδοξοι εἴμαστε, οὔτε χριστιανοί. Γιὰ ὅποιον θέλει, ὑπάρχει μετάνοια. Γιὰ ὅποιον δὲν θέλει, ἄς ἐτοιμασθεῖ νὰ ἀκούσει ἀπὸ τὸν Κύριο τὸ «ἰδοὺ ἀφίεται ὑμῖν ὁ οἶκος ὑμῶν ἔρημος».


Γιὰ ὅποιον ἀναρωτηθεῖ γιατὶ γράφω, γράφω γιὰ νὰ συνειδητοποιήσουμε ἐπιτέλους τὰ λάθη μας, ὥστε νὰ τὰ διορθώσουμε. Πολὺ θὰ ἤθελα νὰ ἀναφερθῶ στοὺς Ἁγίους τοῦ Ἱεροῦ Ἀγῶνος, ἀλλὰ τὸ νὰ καυχώμαστε γιὰ αὐτοὺς δίχως νὰ μιμούμαστε τὸ παράδειγμά τους, εἶναι σκέτη προσβολή. Ἀρκετὰ στρουθοκαμηλίσαμε πιστεύοντας ὅτι βαδίζουμε μετὰ βεβαιότητος πρὸς τὸν οὐρανὸ προστατεύοντας τὴν ἁγία Ὀρθοδοξία. Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι Φῶς. Φῶς πρέπει νὰ εἴμαστε καὶ ἑμεῖς ποὺ τὴν ὑπηρετοῦμε. Τὸ λέω εὐθέως, διότι αὐτὸ εἶναι τὸ ὀρθόδοξο: προσεύχομαι νὰ δώσει ὁ Θεὸς πρῶτα οἱ ὀρθόδοξοι νὰ γίνουμε ἕνα ὅπως ὁρίζουν οἱ ἅγιοι Πατέρες, καὶ ἔπειτα ὅλοι, βλέποντας τὸ Φῶς, νὰ γίνουν ὀρθόδοξοι.



Μὲ πικρία, ἀλλὰ μὲ ἐλπίδα,



† ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος




Ιερά Μητρόπολη Αττικής και Βοιωτίας

της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF