ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Δευτέρα 6 Μαρτίου 2023

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΒΟΙΩΤΙΑΣ κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ: ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ





Ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,


«Μεγίστην εὐεργεσίαν βλέποντες, χεῖρας κροτήσωμεν, τὰ διεστῶτα μέλη τοῦ Χριστοῦ, συνηγμένα πρὸς ἕνωσιν»


Μέσα ἀπὸ αὐτὸ τὸ τροπάριο ποὺ ἀκούσαμε στὸν κανόνα, ὁ ὑμνωδὸς μᾶς προτρέπει σήμερα, Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας, νὰ χειροκροτήσουμε γιορτάζοντας τὴ μεγάλη εὐεργεσία. Ποιά εἶναι αὐτή; Ἡ ἑνότητα τῶν χριστιανῶν. Ἡ ἑνότητα! Γιὰ αὐτὴν εἶχε προσευχηθεῖ ὁ ἴδιος ὁ Δεσπότης Χριστὸς λίγο πρὶν τὸ ἑκούσιο Πάθος. Ποιός ἀγωνιᾶ σήμερα γιὰ τὴν ἑνότητα; Ὁ ὑμνωδὸς ἀναφέρεται στὴν ἑνότητα τῶν χριστιανῶν ποὺ βρίσκονταν σὲ διάσταση γιὰ περισσότερο ἀπὸ ἑκατὸ χρόνια ἐξαιτίας τῆς εἰκονομαχίας.


εἰκονομαχία ἦταν μία αἵρεση ποὺ μὲ αὐτοκρατορικὴ βούλα συντάραξε τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀπὸ τὸ 726 ἕως τὸ 842. Οἱ ἱερὲς εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ, τῆς Θεοτόκου καὶ τῶν Ἁγίων ἀφαιρέθηκαν ἀπὸ τοὺς Ναοὺς καὶ πολλὲς ἀπὸ αὐτὲς ἔγιναν ἀντικείμενα ἀδιάντροπης βεβήλωσης.


Οἱ εἰκονομάχοι, ἐπηρεασμένοι ἀπὸ τὶς ἀνεικονικὲς ἀντιλήψεις τῶν ἰουδαίων καὶ τῶν ἰσλαμιστῶν, ἐξαπέλυσαν σφοδρὸ μίσος κατὰ τῶν χριστιανῶν ποὺ ὁμολογοῦσαν ἀληθινὰ καὶ συνειδητὰ τὴν προσκύνηση τῶν ἁγίων εἰκόνων: τοὺς ἐξόριζαν, τοὺς φυλάκιζαν, δήμευαν περιουσίες, ἔκλειναν Μοναστήρια, ἀνάγκαζαν Μοναχοὺς καὶ Μοναχὲς σὲ γάμο καὶ βασάνιζαν ποικιλοτρόπως.


Εἶχε ἀπόλυτο δίκιο ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ὅταν ἔγραφε τὸ: «νοῦς ἀποστὰς τῆς θεωρίας τοῦ Θεοῦ ἤ κτηνώδης ἤ δαιμονιώδης γίνεται». Οἱ εἰκονομάχοι εἶχαν ξεφύγει ἀπὸ τὴ θεωρία τοῦ Θεοῦ κατὰ κύριο λόγο διότι, ἀπαγορεύοντας τὴν ἀπεικόνιση τοῦ Χριστοῦ, προσέβαλλαν τὸ γεγονὸς τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως. Ἑμεῖς ὅταν προσκυνοῦμε τὴν εἰκόνα τοῦ Κυρίου, ὁμολογοῦμε ὅτι ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος, ἔλαβε ἀνθρώπινη μορφὴ καί, ἑπομένως, μπορεῖ νὰ ἀπεικονισθεῖ, ὅπως ὁ καθένας μας.


Καὶ ἔγινε ὁ Θεὸς ἄνθρωπος γιὰ νὰ κάνει τὸν καθένα μας κατὰ χάριν θεό. Ἄν, ὅμως, ὁ Χριστὸς δὲν μπορεῖ νὰ εἰκονισθεῖ, ὅπως ὑποστήριζαν οἱ εἰκονομάχοι, σημαίνει ὅτι δὲν ἔγινε τέλειος ἄνθρωπος. Καὶ ἄν δὲν ἔγινε τέλειος ἄνθρωπος, ἑμεῖς οἱ ἄνθρωποι δὲν ἔχουμε καμία σύνδεση μὲ τὸν Θεὸ καὶ ἄρα εἴμαστε καταδικασμένοι στὴν ἀπώλεια καὶ τὸν θάνατο.


Θάνατος, ὅμως, καὶ Ὀρθοδοξία εἶναι δύο ἔννοιες ἀντίθετες. Πώς νὰ μὴν εἶναι; Ἀφοῦ ἡ Ὀρθοδοξία ἀποτελεῖ τὴν μόνη ὁδὸ πρὸς τὴ Θέωση καὶ τὴν ἀληθινὴ Ζωή. Τὸ γνώριζαν αὐτὸ πολὺ καλὰ οἱ Ἅγιοι Πατέρες καὶ οἱ Ἁγίες Μητέρες, γιὰ αὐτὸ καὶ πάλαιψαν νὰ κρατήσουν τὴν Ὀρθοδοξία ἀνόθευτη καὶ ὄχι ἐπειδὴ ἦταν πεισματάρηδες, οὔτε διότι τὴ θεώρησαν ὡς μία καλὴ ἰδεολογία.


κεῖνοι θυσιάσθηκαν, μὲ ἀποτέλεσμα σήμερα, δύο χιλιετίες μετὰ τὴν ἵδρυση τῆς Ἐκκλησίας κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, νὰ εἴμαστε ὀρθόδοξοι καὶ νὰ γιορτάζουμε ἐλεύθερα τὸν θρίαμβο τῆς Ὀρθοδοξίας. Τοὺς εἴμαστε εὐγνώμονες.


Τοὺς εἴμαστε εὐγνώμονες ὅπως εὐγνώμων ἦταν ὁ Ἀπόστολος Ναθαναὴλ στὸν Ἀπόστολο Φίλιππο. Ἀκούσαμε σήμερα στὴν εὐαγγελικὴ περικοπὴ ὅτι ὁ Χριστὸς βρῆκε τὸν Φίλιππο καὶ τοῦ πρότεινε νὰ τὸν ἀκολουθήσει. Ὁ Φίλιππος ἀμέσως ἀκολούθησε τὸν Κύριο καὶ διαπίστωσε πολὺ σύντομα ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι αὐτὸς τὸν ὁποῖο προεμήνυσαν οἱ Προφῆτες, ὁ Χριστός.


Φίλιππος πίστεψε, δηλαδὴ ἐμπιστεύθηκε τὸν Ἰησοῦ ὡς Μεσσία. Αὐτὴ τὴν πίστη, τὸ πολύτιμο ἀγαθὸ ποὺ ἀξιώθηκε νὰ βιώσει, δὲν τὴν κράτησε γιὰ τὸν ἑαυτό του. Ἀντιθέτως, ἔτρεξε στὸν καρδιακό του φίλο, τὸν Ναθαναήλ, καὶ μοιράσθηκε μαζί του τὴν ἀποκάλυψη. «Βρῆκαμε αὐτὸν ποὺ προεμήνυσαν οἱ προφῆτες!», τοῦ εἶπε. Μὲ ἐφόδιο αὐτὴ τὴν μαρτυρία τοῦ Φιλίππου, ὁ Ναθαναὴλ πῆγε νὰ δεῖ περὶ τίνος πρόκειται. Ἕνα λόγο μόνο τοῦ εἶπε ὁ Κύριος καὶ τοῦ ἐνέπνευσε τὴν ἐμπιστοσύνη. Πίστεψε ἀμέσως ὁ Ναθαναὴλ καὶ ὁμολόγησε: «Διδάσκαλε, ἐσὺ εἶσαι ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ».


Φίλιππος στὸν Ναθαναὴλ προσέφερε τὴν ὀρθοδοξία καὶ ὁ Ναθαναὴλ ὁμολόγησε. Αὐτὴν προσέφεραν καὶ σὲ ἑμᾶς οἱ ἅγιοι Πατέρες καὶ ἑμεῖς ὁμολογοῦμε ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ποὺ μᾶς πῆρε ἀπὸ τὸν Ἅδη καὶ μᾶς ἀνέβασε στὸν Οὐρανό.


Ὀρθοδοξία εἶναι ὁ ὀρθὸς τρόπος νὰ πιστεύουμε στὸν Θεό. Ὡστόσο, αὐτὸ μόνο δὲν ἀρκεῖ γιὰ νὰ περιγράψει τὴ λέξη καὶ νὰ μᾶς καταστήσει ὀρθοδόξους. Ὀρθοδοξία εἶναι καὶ ἡ ὀρθὴ δοξολογία τοῦ Θεοῦ. Δηλαδή, νὰ δοξάζουμε τὸν Θεὸ μὲ τὸν τρόπο τῆς ζωῆς μας, μὲ τὰ λόγια, μὲ τὰ ἔργα καὶ μὲ τὴ σκέψη μας. Ὀρθοδοξία εἶναι νὰ ζοῦμε, ἤ τουλάχιστον νὰ προσπαθοῦμε νὰ ζοῦμε, ὅπως ἔζησε ὁ Θεάνθρωπος.


Ὀρθοδοξία εἶναι ἄγγιγμα ψυχῆς διότι ἄγγιγμα ψυχῆς ἦταν ὅλη ἡ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ, ἄγγιγμα τῆς ψυχῆς τῶν ἀνθρώπων ποὺ δὲν ἔχουν δόλο, ὅπως ὁ Ναθαναήλ.


Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί,


Αὐτὸ τὸ ἄγγιγμα τῆς ψυχῆς, αὐτὸ τὸ τζιβαέρι ποὺ λέγεται Ὀρθοδοξία, στὴ διάρκεια τῶν αἰώνων τὸ ἐπιβουλεύθηκαν πολλοὶ ἐχθροί, ἐσωτερικοὶ καὶ ἐξωτερικοί. Δυστυχῶς, αὐτοὶ ποὺ προκάλεσαν καὶ προκαλοῦν τὰ περισσότερα τραύματα εἶναι οἱ ἐσωτερικοί, ἄνθρωποι ποὺ βάζουν μπροστὰ τὰ θέλω τους, μὲ ἀποτέλεσμα ἡ Ἐκκλησία νὰ κλυδωνίζεται, δίχως βέβαια ποτὲ νὰ καταποντιστεῖ. Τέτοιοι εἶναι καὶ οἱ αἱρετικοί.


Ἐκκλησία σὲ αὐτοὺς θέσπισε τὸ ἀνάθεμα, ὅπως διαβάζουμε στὸ λεγόμενο συνοδικό. Αὐτό, ὅμως, ἡ Ἐκκλησία δὲν τὸ ἐκφωνεῖ θριαμβολογῶντας. Δὲν τὸ λέμε γιὰ νὰ ἐκτονωθοῦμε ἐναντίον τῶν ἄλλων καὶ νὰ δείξουμε πόσο ἀνώτεροι καὶ ὁμολογητὲς εἴμαστε (-τὴν ὁμολογία μας πρέπει νὰ τὴν δείχνουμε μὲ τὸ φωτεινὸ παράδειγμά μας). Τὸ ἀνάθεμα λέγεται πρῶτον μὲ πόνο, διότι κάποιοι ἄνθρωποι σὰν ἑμᾶς ἔπεσαν θύματα τοῦ πονηροῦ καὶ δεύτερον λόγῳ τῆς φροντίδας τῶν Πατέρων, γιὰ νὰ μὴν ἀσπαστοῦν οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοὶ αἱρετικὲς δοξασίες.


Καὶ πάλι δυστυχῶς, τὸ νὰ ἀσπαστοῦν σήμερα οἱ χριστιανοὶ αἱρετικὲς δοξασίες, γιὰ κάποιους δὲν σημαίνει τίποτα ἀπολύτως. Πρόκειται γιὰ ἐκείνους ποὺ ὑποστηρίζουν τὴ σύγχρονη αἵρεση τοῦ οἰκουμενισμοῦ, ὁ ὁποῖος πρεσβεύει τὴ σωτηρία ἀνεξαρτήτως δόγματος. Ὡς ἕνας ἐκ τῶν πολλῶν ἑκατομμυρίων ποὺ ἑορτάζουν σήμερα τὴν Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας, διερωτῶμαι πρὸς ὅσους πρεσβεύουν αὐτὴ τὴν αἵρεση: Γιατί αὐτὴ τὴν Κυριακὴ γιορτάζουμε τὴ νίκη τῆς Ὀρθοδοξίας; Ἄν ὑπάρχει σωτηρία σὲ κάθε δόγμα, τότε γιατί οἱ Ἅγιοί μας ἔδωσαν ἀγῶνες γιὰ νὰ κρατηθεῖ ἡ Ὀρθοδοξία;


Μὲ τὴν χάρη καὶ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, ἑμεῖς ἀνήκουμε στὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, εἴμαστε ὀρθόδοξοι. Αὐτὸ εἶναι μὲν τὸ καύχημά μας, ἀλλὰ ἄς προσέξουμε καὶ κάτι: εἶναι καὶ μεγάλη εὐθύνη! Κρατοῦμε τὴν Ὀρθοδοξία; Ὁ καθένας ἀπὸ ἑμᾶς ἔχει καθῆκον νὰ μεταδώσει τὸ φῶς τῆς Ὀρθοδοξίας στοὺς ἀδελφοὺς ποὺ δὲν ἔχουν αὐτὸ τὸ φῶς, ὅπως ὁ Φίλιππος στὸν Ναθαναήλ, καὶ ὄχι νὰ ἀρκούμαστε καυχόμενοι ὅτι εἴμαστε ὀρθόδοξοι, διότι μὲ αὐτὴ τὴ συμπεριφορὰ θὰ βρεθοῦμε πρὸ μεγάλων ἐκπλήξεων...


Στὴν ἀρχὴ τῆς ὁμιλίας ἔγινε ἀναφορὰ στὴν ἑνότητα, σὲ αὐτὴ τὴ μεγάλη εὐεργεσία τοῦ Θεοῦ ποὺ συνέβη μὲ τὴν ἀναστήλωση τῶν ἁγίων εἰκόνων. Ἡ διασάλευση τῆς ἑνότητας εἶναι ἔργο τοῦ μισόκαλου τῆς ψυχῆς. Ἄρα καὶ ὁ ἀγώνας γιὰ τὴν ἑνότητα μὲ κεφαλὴ τὸν Χριστό, εἶναι ἔργο θεϊκό.


Εἴθε, ὁ Θεὸς ποὺ μετὰ ἀπὸ 120 χρόνια εἰκονομαχίας χορήγησε τὴν ἑνότητα καὶ τὴν εἰρήνη τῆς Ἐκκλησίας, νὰ μᾶς ἐλεήσει καὶ τώρα.




Χρόνια πολλὰ καὶ εὐλογημένα σὲ ὅλους!


Καλὸ ὑπόλοιπο τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς!


† ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος





Ιερά Μητρόπολη Αττικής και Βοιωτίας

της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF