ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Σάββατο 25 Νοεμβρίου 2023

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΛΑΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΠΛΑΤΑΜΩΝΟΣ κ. ΚΛΗΜΕΝΤΟΣ: ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΙΚΗ ΟΜΙΛΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Η' ΛΟΥΚΑ (2006)




Αποσπασματική ομιλία
του Μητροπολίτη Λαρίσης και Πλαταμώνος κ. Κλήμεντος,
που εκφωνήθηκε το 2006 στο πνευματικό κέντρο της Ιεράς Μονής Αγίων Κυπριανού και Ιουστίνης,
Πατρών 12, Κολωνός.
Απομαγνητοφώνηση, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


Ένας νομικός, λέει στο άγιο Ευαγγέλιο, δηλαδή ένας κάτοχος του νόμου της Παλαιάς Διαθήκης, ένας νομοδιδάσκαλος, όχι ακριβώς δικηγόρος, όπως θα λέγαμε σήμερα με τη σημερινή νομική ορολογία της λέξεως νομικός, πειράζει τον Κύριο. Δηλαδή είναι, όπως λέγουν οι άγιοι υπερήφανος και υπερφίαλος -αν και πανούργος και δολερός- και θέλει ν' αποδείξει κάποιο λάθος στα λόγια του Κυρίου, να τον «πιάσει», όπως λέμε κάπου στα λόγια, γιατί θέλει να «ρίξει» τον Κύριο, αν θέλουμε να το πούμε έτσι χαμηλά και να αναδειχθεί αυτός πάνω από τον Κύριο!
Επιθυμεί δηλαδή να ταπεινώσει -με την κακή έννοια της λέξεως- τον Κύριο, για να αναβαθμιστεί η θέση η δική του στα μάτια των ανθρώπων, γιατί αυτό το πείραγμα δεν το κάνει κατ' ιδίαν, αλλά κάπου σ' ένα χώρο που ήταν κι άλλοι άνθρωποι, δεν ξέρουμε αν ήταν έξω στο ύπαιθρο, αλλά κάπου μέσα σε κλειστό χώρο πάντως, Τον πλησιάζει, γιατί έχει κακό σκοπό.
Και στην πραγματικότητα, ενώ επιθυμεί το κακό του Χριστού, εμφανίζεται με μία δήθεν πολύ καλή επιθυμία, ότι αναρωτιέται, πως θα σωθεί, τί να κάνει για να σωθεί. Πλησιάζει τον Κύριο μ' ένα ερώτημα, τί να πράξει για να κληρονομήσει την αιώνια ζωή.
Πειραστής είναι ο διάβολος, όπως ξέρουμε, αυτός πείραξε πρώτος τον Κύριο, το γνωρίζουμε, όταν ο Κύριός μας βαπτίστηκε στον Ιορδάνη ποταμό από τον Ιωάννη, πήγε λέει στην έρημο πριν αρχίσει το δημόσιο έργο Του και εκεί τον πείραξε ο σατανάς. Τον πείραξε με τους τρεις κύριους πειρασμούς της φιλοδοξίας, της φιληδονίας, της φιλοκτημοσύνης, τους τρεις βασικούς πειρασμούς κάθε ανθρώπου κι ο Κύριός μας τον απέρριψε αποφασιστικά: «ύπαγε οπίσω μου σατανά» και λέει στο άγιο Ευαγγέλιο για τον σατανά, πως σύρθηκε άχρι καιρού, πως σύρθηκε με νέους τρόπους για πειράξει τον Κύριο.
Γιατί να Τον πειράξει ο πειραστής; Γιατί θέλει να πιστοποιήσει την ταυτότητά του, ποιός είναι αυτός, βλέπει ότι είναι κάποιος πολύ εξαιρετικός. Τον ομολογεί κάποτε και ως Υιό Θεού. Αλλά δεν γνωρίζει ακριβώς, τί είναι ο Κύριος; Δεν γνωρίζει ακριβώς την θεανθρωπότητά του, το μυστήριο που κρύπτεται πίσω από τον Κύριο. Ο τελευταίος πειρασμός που κάνει στον Κύριο είναι πάνω στον σταυρό, όταν βάζει τους ανθρώπους να πάνε κάτω από τον Κύριο και να του πουν, «αν είσαι Θεός, κατέβα να πιστέψουμε»... Μέχρι τότε όμως, μέχρι τον τελευταίο αυτό πειρασμό, δεν σημαίνει, ότι δεν πείραζε τον Κύριο πάλι ο πειραστής, όχι με τρόπο που πειράζει εμάς μέσω λογισμών, μέσω περιστάσεων, μέσω δυσκολιών, δυσχεριών.
Όχι. Ο πειραστής πείραζε τον Κύριο, γιατί ο Κύριός μας ήταν απείραστος ως Θεός Παντοδύναμος, η ανθρωπότητά του υπετάσσετο στην θεότητα, ήταν ανεπίδεκτη αμαρτίας, δεν ήταν δυνατό να συμβεί κάτι τέτοιο, δεν μπορούσε να πλήξει τον Κύριο πουθενά. Αλλά έβαζε όργανά του, ανθρώπους του, ανθρώπους που του έκαναν υπακοή, που του είχαν δηλαδή παραδοθεί εσωτερικά, που ανήκαν στο «βασίλειό του» και όχι στο βασίλειο του Κυρίου, να πειράξει τον Κύριο.
Ένας τέτοιος ήταν ο σημερινός νομικός! Και αυτός ο πειρασμός συνεχίζει μέχρι σήμερα... Ο πειραστής, ο διάβολος, δεν πειράζει μόνο εμάς του πιστούς αδιαλείπτως και συνεχώς με διαφόρους τρόπους που μεθοδεύεται ο ίδιος με τις μεθοδίες του που ονομάζει ο απόστολος Παύλος, αλλά μας πειράζει, πειράζει πάντα τους πιστούς, πειράζει πάντα τους χριστιανούς και μέσω των οργάνων του! Είναι γνωστό αυτό μέσω ιδίως αυτών που είναι δούλοι του, είναι δούλοι της φθοράς, όπως αναφέρουν οι απόστολοι στην Καινή Διαθήκη, αλλά επαγγέλλοντας στους άλλους ελευθερία.
Επαγγέλλονται την ελευθερία! Ποιά ελευθερία; Την ελευθερία δήθεν από τα δεσμά της πίστεως!... Από τα δεσμά του Χριστού, από τα δεσμά της Εκκλησίας! Δήθεν, ότι αν τα απορρίψεις όλα αυτά, αν τα αποστραφείς όλα αυτά, θα αποκτήσεις την αληθινή ελευθερία... Κι ο απόστολος Πέτρος στην καθολική του επιστολή λέει, ότι αυτοί είναι τραγικές υπάρξεις, είναι δούλοι της φθοράς, γατί, όπου κανείς υποκύπτει, εκεί είναι δούλος της αμαρτίας και εμφανίζονται ως απελευθερωμένοι -έτσι δεν εμφανίζονται-; Απελευθερωμένοι μέχρι σήμερα όλοι αυτοί οι δήθεν προοδευτικοί άνθρωποι, που απορρίπτουν την πίστη και θέλουν να ξεριζώσουν την πίστη κι από τους άλλους ανθρώπους. Λένε, ότι εμείς εμείς είμαστε απελευθερωμένα μυαλά, απελευθερωμένοι άνθρωποι. Μέχρι σήμερα είναι αυτό κι έτσι θα είναι. Εμφανίζονται, ως απελευθερωμένοι για να απελευθερώσουν και τους άλλους και να τους κάνουν -δηλαδή- τί; Να τους οδηγήσουν δηλαδή στη δική τους δουλεία!

Η δουλεία του διαβόλου δεν κρύπτεται πίσω από όλα αυτά; Βέβαια δεν μπορούν να πειράξουν αυτούς που έχουν πείρα, αυτούς που έχουν εμπειρία της χριστιανικής ζωής και είναι βέβαια αμετακίνητοι, αδιαπραγμάτευτοι από τις αρχές της πίστεως! Και όλος ο κόσμος να πέσει επάνω τους, αυτοί θα μείνουν με τον Χριστό και, ότι και να τους κάνει ο κόσμος, αυτοί θα μείνουν με τον Χριστό σαν τον απόστολο Παύλο: «τις ημάς χωρίσει από της αγάπης του Χριστού»; [...]
Γυρίζουμε στη διήγησή μας, την ευαγγελική. Αυτός ο νομικός, που πήγε να παγιδέψει τον Κύριο, με την απάντηση που άκουσε από τον Κύριο, παγιδεύτηκε ο ίδιος. Διότι αισθάνθηκε, ότι τα λόγια του Χριστού τώρα, τί ήταν; Μία επιτίμηση γι' αυτόν τον ίδιο, ότι «ωραία τα είπες για την αγάπη, αλλά ξέρεις, πρέπει να τα τηρήσεις εσύ ο ίδιος για να ζήσεις, για να σωθείς δηλαδή»!

Η θέσις του Κυρίου, ο λόγος του Κυρίου προς αυτόν ήταν τρόπον τινά ελεγκτικός: ότι, «αφού δεν τηρείς την αγάπη για τον Θεό και δεν τηρείς την αγάπη για τον πλησίον, δεν αγαπάς τον πλησίον ως εαυτόν, που είπες ο ίδιος εσύ μόνος σου, τί θέλεις άλλο να σου πω εγώ»;

Γιατί το θέτουμε έτσι, γιατί το καταλαβαίνουμε έτσι; Γιατί αυτός αισθάνεται να θίγεται απ' τον έλεγχο του Κυρίου, ως έλεγχο το εξέλαβε αυτό που του είπε ο Κύριος και προσπάθησε -λέει το Ευαγγέλιο- να δικαιωθεί, να δικαιολογήσει τώρα τη θέση του, γιατί έγινε όλο αυτό το πράγμα κι αυτός βρέθηκε σε δύσκολη θέση και πρέπει κάτι να πει, να βγει απ' το αδιέξοδο κι απ' τη δύσκολη θέση. Και εκφράζει -χωρίς να το θέλει ίσως- το μέγεθος του σκοτασμού του, της υπερηφάνειας του και της πλάνης του! Λέγοντας, «τις εστίν ο πλησίον», αυτός ρωτούσε τον Χριστό και «ποιός είναι σαν εμένα τέλος πάντων να τον αγαπήσω, εάν Χριστέ δεν αγαπάω» λέει αυτός στον Κύριο. «Εάν δεν αγαπάω, όπως μου το θέτεις το θέμα σε μένα είναι, διότι δεν βλέπω κάποιον, ο οποίος να είναι πλησίον μου. Δεν αισθάνομαι κάποιον πλησίον μου, γιατί αισθάνομαι τόσο ψηλά εγώ πνευματικά, είμαι ας πούμε τόσο αυτοδικαιωμένος, τόσο ενάρετος, τόσο υψηλής αξίας είμαι τόσο ενάρετος που κανείς δεν είναι στο επίπεδό μου κι έτσι κανέναν δεν μπορώ να θεωρήσω πλησίον μου και να τον αγαπήσω. Γι' αυτό δεν αγαπώ».

Αυτή την δικαιολογία λέει τώρα ο νομικός, αυτή τη δικαιολογία λέει. Ότι «είμαι τόσο ενάρετος που δεν αντιλαμβάνομαι κάποιον πλησίον μου»! Όλοι είναι -δηλαδή- πιο κάτω από μένα! [...] Και τότε ο Χριστός αποφασίζει να παίξει το ρόλο, ποιού; Του πλησίον! Γιατί Αυτός είναι ο Καλός Σαμαρείτης της παραβολής και όταν λέμε, ότι είναι ο Καλός Σαμαρείτης της παραβολής, την παραβολή δεν την είπε απλώς για τους άλλους... Την παραβολή, την είπε πρωτίστως γι' αυτόν που είχε μπροστά του, για να του αποδείξει, να τον φέρει σε συναίσθηση ότι αυτός που του ομιλεί, είναι γι' αυτόν που μιλάει η παραβολή, είναι -δηλαδή- ο Καλός Σαμαρείτης!..

Και «τίς εστίν ο πλησίον»; «Θα σου πω, ποιος είναι ο πλησίον», του λέει ο Χριστός. Δεν το λέει άμεσα, αυτό το συμπέρασμα βγαίνει στο τέλος. Δεν του λέει, «εγώ είμαι ο πλησίον», αλλά από όλη την παραβολή που λέει, δείχνει, ότι ο ίδιος σκύβει πάνω του θεραπευτικά, στην ψυχή του! Θεραπευτικά, για να του βάλει «έλαιον και οίνον» και να τον πάρει και πάνω του, αν θέλει. Και να τον πάει και στην εκκλησία, που θα ίδρυε σε λίγο, εάν το επιθυμούσε, βέβαια.
Παρ' όλα αυτά, ο Κύριος σκύβει πάνω από όλους και θέλει όλους να τους ελεήσει και σε όλους να δώσει την Αλήθεια Του και σε όλους το Φως Του και σε όλους να δώσει τη Ζωή Του! Και όλους να τους ανεβάσει και όλους να τους σπρώξει και όλους να τους βάλει στο Πανδοχείο, στο Νοσοκομείο -δηλαδή- που είναι η Εκκλησία!
Παρ' όλα αυτά δεν μπορεί να ασκήσει τώρα βία. Σου αποκαλύπτει, πως έχουν τα πράγματα και σου προσφέρει τη θεραπεία δωρεάν και βέβαια έχεις όλη την ευθύνη, αν θέλεις να το δεχτείς αυτό, που λέει ο Κύριος, αυτό που κάνει ο Κύριος. Αν το αποδεχτείς, αναγκαστικά θα κάνεις υπακοή, αναγκαστικά θα πέσεις και θα ταπεινωθείς! Βέβαια -κατ' επέκταση- ο Κύριος λέει την παραβολή για όλους. Για όλους τους ανθρώπους, που μας βλέπει λίγο έως πολύ να μοιάζουμε σ' αυτό τον νομικό.
Για τον νομικό μπορεί κανείς να πει, ότι «εμείς δεν είμαστε τόσο άθεοι και δεν είμαστε τόσο απάνθρωποι». Μακάρι να είμαστε και ένθεοι και φιλάνθρωποι. Μακάρι! Αλλά έχουμε πολύ δουλειά να κάνουμε μπροστά μας, αν έχουμε λίγη αγάπη για το Θεό και λίγη για τους ανθρώπους. φυσικά πρέπει να αυξηθεί. Αυτή η αύξηση δεν έχει τελειωμό, πρέπει να γνωρίζουμε. Κι ο Κύριος θέλει -ακριβώς- πάντα να μας διεγείρει και να μας διανοίγει την οδό, το δρόμο που μας περιμένει μέχρι τον ουρανό! Απέραντη οδός, απέραντο πεδίο δράσης!
Ο Κύριος -δηλαδή- αρχίζοντας να λέει αυτή την παραβολή, ότι η ανθρωπότητα ήταν στην Ιερουσαλήμ, κάποιος άνθρωπος, η ανθρωπότητα όλη και κατέβηκε από κει να πάει στην Ιεριχώ και έπεσε στους ληστές και τραυματίστηκε και έπεσε ημιθανής και μισοπεθαμένος. Θέλει να πει, πως η ανθρωπότητα και «συ αγαπητέ μου νομικέ, που σε έχω απέναντί μου και ήρθες να με πειράξεις, όλη η ανθρωπότητα είναι σε κατάσταση πτώσεως, είσαστε σε κατάσταση πτώσεως...». Και εγώ σαν Θεός, δεν λέει εγώ, αυτό βγαίνει.
«Αφήνω τους πατρικούς κόλπους και σας είχα πλησίον μου και σεις αποστατήσατε... Σας έπλασα, για να είσαστε πλησίον μου, κοντά μου και να με έχετε πλησίον σας και αποστήσατε και φύγατε και με όλο το δίκιο θα μπορούσα να πω, ότι δεν αναγνωρίζω πλησίον, δεν σας αναγνωρίζω! Γιατί φύγατε! Όμως δεν το είπα αυτό. Αλλά ήρθα για να γίνω πλησίον σας, δηλαδή σας έδειξα οδό Ταπεινώσεως και Καταβάσεως και Καινώσεως και σμίκρυνα τον εαυτό μου και εκαίνωσα. Και πήρα τη μορφή σας, δηλαδή ήρθα να σας βρω εκεί στο δρόμο που είσασταν πεσμένοι στο χάλι σας, στη φοβερή δυσκολία σας. Και εκεί, που δεν ήταν κανείς να σας βοηθήσει και να σας συμπαρασταθεί και να σας σηκώσει και να σας θεραπεύσει και να σας αναστήσει και να σας σηκώσει πάλι ψηλά!
-Εγώ έπεσα, καταλαβαίνεις τίποτα νομικέ; Ήρθα, κατήλθα και πήρα τη μορφή Σαμαρείτου, μάλιστα Σαμαρείτου. Πήρα τη μορφή σας, χωρίς να πάρω την αμαρτία σας -βέβαια- και την ενοχή σας για να σας πλησιάσω, να συνομιλήσω, να συνδιαλλαχτώ μαζί σας, να σας αγγίξω. Να σας βάλω «έλαιον και οίνον» στα τραύματά σας, να σας ανασηκώσω»! Δεν γινόταν αλλιώς.
Δηλαδή, ο Κύριος υποδεικνύει οδό Ταπεινώσεως για να φτάσουμε στη Θεραπεία και στην Αγάπη, στη Φιλανθρωπία και στο Έλεος. «Εάν πέσεις -λέει ο Κύριος- και αναγνωρίσεις στους άλλους την πτώση τους και γίνεις ένα μαζί τους, χωρίς να συμμεριστείς την αμαρτία τους, τον τρόπο που τους οδήγησε στη πτώση, να πας όμως στην πτώση τους, τότε αισθάνεσαι πλησίον μου, όχι έναν και δύο, όλη την ανθρωπότητα πλησίον»!
Έτσι αν πέφτουμε, αν κατεβαίνουμε και ταπεινωνόμαστε, τους βλέπουμε τους άλλους συνανθρώπους μας, ως συναμαρτωλούς, ως συμπάσχοντας, ως συνασθενείς, δηλαδή. Έτσι καμπτόμεθα μέσα μας, σπάει αυτή η σκληρότητα που έχουμε μέσα μας κι αρχίζουμε και μαλακώνουμε και να βλέπουμε τους συνανθρώπους μας. Βλέπουμε τους συνανθρώπους μας ως αδελφούς, ως μέλη της σαρκός μας, του σώματός μας, τους θεωρούμε ένα με εμάς! Όπως λέει ο απόστολος Παύλος «κλαίουμε μετά κλαιόντων». Δεν είναι δυνατόν -ύστερα- εμείς να είμαστε αδιάφοροι για την ανθρωπότητα και για το δράμα της ανθρωπότητας!... [...]



Απομαγνητοφώνηση, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ
Αποσπασματική ομιλία
του Μητροπολίτη Λαρίσης και Πλαταμώνος κ. Κλήμεντος,
το έτος 2006,
στο πνευματικό κέντρο της Ιεράς Μονής Αγίων Κυπριανού και Ιουστίνης,
Πατρών 12, Κολωνός.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF