ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Τετάρτη 29 Νοεμβρίου 2023

ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ: ΛΟΓΟΣ 38ος ΣΤΑ ΘΕΟΦΑΝΕΙΑ, ΔΗΛΑΔΗ ΣΤΑ ΓΕΝΕΘΛΙΑ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ (Α' ΜΕΡΟΣ)




Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του θεολόγου - Φιλολόγου Αθανασίου Α. Φραγκοπούλου
«Πατερικές Ομιλίες Στη Γέννηση του Σωτήρος Χριστού»,
έκδοση δεύτερη, Βιβλιοπωλείο ο «Σωτήρ», Αθήνα 2013, σελ. 17-24.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»


Οι εορτές της Εκκλησίας μας, και μάλιστα οι Δεσποτικές - αυτές δηλαδή που αναφέρονται στα γεγονότα της επί γης ζωής του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού - περιέχουν έναν πλούτο χάριτος και αληθείας τον οποίο μπορούν να ανακαλύψουν και να χαρούν αληθινά οι καθαρές από την αμαρτία ψυχές, οι άγιοί μας.
Αυτοί αγάπησαν τον Κύριο με όλη την καρδιά τους, έθεσαν το θέλημά Του αυστηρά ρυθμιστικό κανόνα της ζωής τους, πάλαιψαν σκληρά με τα πάθη τους και τα νίκησαν, και έτσι χώρεσαν τον Θεό στην καρδιά τους, έγιναν κατοικητήρια του Αγίου Πνεύματος. Αυτοί είναι τα πιο κατάλληλα πρόσωπα να μας μιλήσουν για τον Θεό και την αγάπη Του, διότι Τον έζησαν, διότι όντως ανταποκρίθηκαν σ' αυτήν. Ο λόγος τους είναι βιωματικός, εμπνευσμένος, φωτισμένος, ζωντανός.
Γι' αυτόν τον λόγο, εν όψει της μεγάλης εορτής των Χριστουγέννων, κρίναμε ότι θα ήταν ωφέλιμο να εκδώσουμε χριστουγεννιάτικες ομιλίες αγίων Πατέρων συγκεντρωμένες σε ένα βιβλίο και με απόδοση στην κοινή Νεοελληνική, ώστε να είναι προσιτές στον μέσο αναγνώστη. Είναι εντυπωσιακό ότι και οι έξι ομιλίες που εκδίδονται παρουσιάζουν κοινό χαρακτηριστικό: συνδυάζουν την θεολογική εμβάθυνση στο μυστήριο της ενανθρωπήσεως του Υιού του Θεού με πρακτικές συμβουλές για τον αγώνα του πιστού, συνταιριάζουν αρμονικά το δόγμα με το ήθος' και αυθόρμητα κινούν τον ευλαβή αναγνώστη αφενός μεν σε θαυμασμό για το βάθος του μυστηρίου και σε βαθιά ευγνωμοσύνη για τον πλούτο των υψηλών ευεργεσιών που κομίζει στην ανθρωπότητα η επίσκεψη του Θεού -ο Θεός έγινε άνθρωπος! μυστήριο θείας συγκαταβάσεως, θείας δυνάμεως, θείας αγάπης!
Αφετέρου δε του γεννούν την αίσθηση ότι η πρωτοβουλία του Θεού δημιούργησε μια εκκρεμότητα: τη δική μας απάντηση στην αγάπη Του, τη δική μας κένωση, τη ζωή της μετανοίας και του αγιασμού. Σ' αυτό ευχόμαστε να συντελέσει με τη χάρη του Θεού το απλό αυτό βιβλίο, διά πρεσβειών των αγίων Πατέρων στους οποίους ανήκουν οι ομιλίες, Γρηγορίου του Θεολόγου, Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Αμφιλοχίου Ικονίου και Πρόκλου Κωνσταντινουπόλεως. (Εκ του προλόγου).


Α.Α.Φ.




 ΠΑΤΕΡΙΚΕΣ ΟΜΙΛΙΕΣ



ΣΤΗ ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ



ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ,
ΛΟΓΟΣ 38ος, ΣΤΑ ΘΕΟΦΑΝΕΙΑ, ΔΗΛΑΔΗ
ΣΤΑ ΓΕΝΕΘΛΙΑ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ




Το κοσμοχαρμόσυνο γεγονός
της ενανθρωπήσεως του Θεού


1. Ο Χριστός γεννιέται· δοξολογήστε Τον! Ο Χριστός ήλθε απ’ τους ουρανούς· υποδεχθείτε Τον! Ο Χριστός στη γη· υψωθείτε! Ας ψάλετε ύμνους στον Κύριο όλη η γη· και για να περιλάβω και τα δύο με μια φράση: «Άσατε τω Κυρίῳ, πᾶσα ἡ γῆ», «Εὐφραινέσθωσαν οἱ οὐρανοὶ, καὶ ἀγαλλιάσθω ἡ γη» για τον επουράνιο, που έγινε τώρα επίγειος. [313Α] Ο Χριστός έγινε άνθρωπος· σκιρτάτε από τρόμο και χαρά· τρόμο για την αμαρτία, χαρά για την ελπίδα. Ο Χριστός γεννήθηκε από την Παρθένο· γυναίκες, να ζείτε ζωή παρθενίας, για να γίνετε μητέρες του Χριστού. Ποιος δεν προσκυνεί Αυτόν που είναι από την αρχή της δημιουργίας; Ποιος δεν δοξάζει τον τελευταίο;
2. Πάλι διαλύεται το σκοτάδι, πάλι δημιουργείται το φως· πάλι η Αίγυπτος τιμωρείται με σκοτισμό, πάλι ο ισραηλιτικός λαός φωτίζεται με στύλο πυρός. Ο λαός που καθόταν στο σκοτάδι της αγνοίας, ας δει το μεγάλο φως της εμπειρικής γνώσεως του Θεού. «Τὰ ἀρχαῖα παρῆλθεν· ἰδοὺ γέγονε τὰ πάντα καινά».
Το γράμμα της Παλαιάς Διαθήκης υποχωρεί, το πνεύμα της Καινής Διαθήκης κυριαρχεί, φεύγουν οι σκιές, έρχεται η αλήθεια. Ο τύπος του Μελχισεδέκ εκπληρώνεται. Αυτός που δεν είχε μητέρα (ως Θεός), τώρα δεν έχει πατέρα (ως άνθρωπος). Ήταν χωρίς μητέρα πριν, τώρα είναι χωρίς πατέρα. [313Β] Οι νόμοι της φύσεως καταλύονται. Πρέπει να συμπληρωθεί ο ουράνιος κόσμος. Ο Χριστός το προστάζει· ας μην αντιστεκόμαστε.
«Πάντα τὰ ἔθνη, κροτήσατε χεῖρας», «ὅτι παιδίον ἐγεννήθη ἡμῖν, υἱὸς καὶ ἐδόθη ἡμῖν, οὗ ἡ ἀρχὴ ἐπὶ τοῦ ὤμου αὐτοῦ» – διότι μαζί με το σταυρό την αναλαμβάνει· «καὶ καλεῖται τὸ ὄνομα αὐτοῦ, μεγάλης βολής», της βουλής του Πατρός, «Ἄγγελος». Ας φωνάζει ο Ιωάννης: «Ἑτοιμάσατε τὴν ὁδὸν Κυρίου». Κι εγώ θα διαλαλήσω το μυστήριο της ημέρας: Ο άσαρκος σαρκώνεται, ο Λόγος λαμβάνει σώμα υλικό, ο αόρατος γίνεται ορατός.
Αυτός που δεν μπορούσε κανείς να Τον αγγίζει, μπορεί να ψηλαφηθεί. Αυτός που είναι έξω από τον χρόνο, αποκτά χρονική αρχή. Ο Υιός του Θεού γίνεται υιός ανθρώπου, «Ἰησοῦς Χριστὸς, χθὲς καὶ σήμερον, ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας». Ας σκανδαλίζονται οι Ιουδαίοι, ας χλευάζουν οι ειδωλολάτρες, [313C] ας φλυαρούν τις βλασφημίες τους οι αιρετικοί. Τότε θα πιστέψουν, όταν Τον δουν ν’ ανεβαίνει στον ουρανό· κι αν όχι τότε, πάντως όταν Τον δουν να έρχεται από τους ουρανούς και να κάθεται ως Κριτής.



Τα δύο ονόματα της γιορτής: Θεοφάνια και Γέννηση



3. Αυτά όμως θα γίνουν αργότερα. Σήμερα η γιορτή είναι τα Θεοφάνια, δηλαδή η Γέννηση -διότι λέγονται και τα δύο, καθώς υπάρχουν δύο ονομασίες για το ίδιο πράγμα. Φανερώθηκε δηλαδή ο Θεός στους ανθρώπους με τη Γέννησή Του.
Αφενός μεν ως Θεός υπήρχε, και υπήρχε πάντοτε, προερχόμενος από Αυτόν που υπήρχε πάντοτε (τον Πατέρα), πάνω από κάθε αιτία και λογική (διότι δεν υπήρχε λόγος ανώτερος από τον Λόγο)'
αφετέρου δε έγινε κατόπιν άνθρωπος για χάρη μας, ώστε Αυτός που μας χάρισε το είναι, να μας χαρίσει και το ευ είναι, την ευτυχία' ή καλύτερα, εφόσον εξαιτίας της κακίας μας είχαμε χάσει την ευτυχία, να μας επαναφέρει σ' αυτήν με τη σάρκωσή Του. Έτσι η εορτή ονομάζεται Θεοφάνια, επειδή φανερώθηκε ο Θεός, και Γενέθλια, επειδή γεννιέται (ως άνθρωπος.



Μας επισκέφθηκε για να επιστρέψουμε κοντά Του



[316Α] 4. Αυτό είναι για μας η εορτή, αυτό εορτάζουμε σήμερα: την επίσκεψη του Θεού στους ανθρώπους, για να πλησιάσουμε τον Θεό, ή να επιστρέψουμε κοντά Του – διότι αυτό είναι πιο σωστό να πούμε – ώστε να αποθέσουμε τον παλαιό άνθρωπο και να ενδυθούμε τον νέο. Και όπως βρεθήκαμε υπό την εξουσία του θανάτου ως απόγονοι του Αδάμ, έτσι ας γευθούμε την αληθινή ζωή ενωμένοι με τον Χριστό. Κι αυτό θα γίνει με το να γεννηθούμε μαζί με τον Χριστό, με το να συσταυρωθούμε, συνταφούμε και συναναστηθούμε μαζί Του. Διότι πρέπει να υπομείνω την αντίστροφη πορεία που οδηγεί στο καλό· και όπως από τα πιο ευχάριστα ήλθαν τα δυσάρεστα, έτσι από τα δυσάρεστα να επανέλθουν τα πιο ευχάριστα. «Οὗ γὰρ ἐπλεόνασεν ἡ ἁμαρτία, ὑπερεπερίσσευσεν ἡ χάρ». Και αν η γεύση επέφερε την καταδίκη, πόσο περισσότερο μας χάρισε τη δικαίωση το Πάθος του Χριστού;




Να γιορτάζουμε πνευματικά και όχι κοσμικά



Λοιπόν ας εορτάζουμε, όχι με ξεφαντώματα αλλά θεϊκά· όχι κοσμικά αλλά υπερκόσμια· όχι [316Β] τα δικά μας, αλλά τα του δικού μας, ή μάλλον τα του Κυρίου· όχι τα της ασθενείας, αλλά τα της θεραπείας· όχι τα της δημιουργίας αλλά τα της αναδημιουργίας.
5. Κι αυτό πώς θα γίνει; Να μη στεφανώσουμε τις εξώθυρες, να μη στήσουμε χορούς, να μη στολίσουμε τους δρόμους, να μη θρέψουμε το μάτι με κοσμικά θεάματα, να μην τέρψουμε την ακοή, να μην εκθηλύνουμε την όσφρηση, να μη διαφθείρουμε τη γεύση, να μη χαριστούμε στην αφή – σ’ αυτούς τους δρόμους που εύκολα μας οδηγούν στην κακία και από τους οποίους εύκολα εισέρχεται μέσα μας η αμαρτία- να μην αποχαυνωθούμε με ένδυμα απαλό και πλούσιο (για το οποίο το καλύτερο που θα μπορούσα να πω είναι ότι είναι άχρηστο) ούτε με λαμπερούς πολύτιμους λίθους, ούτε με αστραφτερά χρυσαφικά, ούτε με περίτεχνα βαψίματα που ψευτίζουν το φυσικό κάλλος, εφευρήματα που βλάπτουν την εικόνα· όχι με γλέντια και μεθύσια, που ξέρω ότι συνοδεύονται από αισχρότητες [316C] και ασέλγειες -επειδή των κακών δασκάλων είναι κακά τα μαθήματα, ή καλύτερα από κακό σπόρο κακή σοδειά.

Ας μη στήσουμε ψηλά ντιβάνια, στήνοντας τον εξοπλισμό για την ηδονή της κοιλιάς. Ας μην τιμήσουμε τα εκλεκτά κρασιά που μοσχοβολούν από τα αρώματα των λουλουδιών, τα περίτεχνα εδέσματα των μαγείρων, τα εξεζητημένα μυρωδικά.
Ας μη μας χαρίσουν η γη και η θάλασσα τον κόπρο που εμείς τιμούμε – διότι έτσι συνηθίζω να τιμώ την τρυφή. Ας μην προσπαθούμε να ξεπεράσουμε ο ένας τον άλλον στην ακρασία. Ακρασία για μένα είναι κάθε περιττό και πέρα από το αναγκαίο· κι αυτή τη στιγμή που άλλοι πεινούν και στερούνται, κι έχουν την ίδια φύση μ’ εμάς.
[316D] 6. Αλλ’ αυτά ας τ’ αφήσουμε στους ειδωλολάτρες και στις ειδωλολατρικές φαντασμαγορίες και γιορτές. Αυτοί θέλουν τους θεούς τους να χαίρονται με τις τσίκνες από τις θυσίες που τους προσφέρουν, με αποτέλεσμα να λατρεύουν το θείο με τις απολαύσεις της κοιλιάς, καθώς είναι πονηρών δαιμόνων πονηροί και δημιουργοί και ιερείς και λάτρεις. Εμείς αντίθετα, που προσκυνούμε τον Λόγο, κι αν είναι ανάγκη να έχουμε κάποια τρυφή, ας εντρυφήσουμε σε πνευματικούς λόγους, στο θείο νόμο και σε διηγήσεις, και στις άλλες αλλά και σ’ αυτές από τις οποίες προήλθε η σημερινή εορτή· ώστε η απόλαυση να αρμόζει σ’ Εκείνον που μας συγκέντρωσε σ’ αυτή τη σύναξη, και να μην είναι τελείως ξένη προς Αυτόν.
Ή μήπως θέλετε – γιατί εγώ σήμερα σας κάνω το τραπέζι – να μιλήσω γι’ αυτά σε σας τους καλούς συνδαιτυμόνες όσο πιο πλούσια και γενναιόδωρα, για να μάθετε πως μπορεί να θρέψει ο ξένος τους ντόπιους, και τους πρωτευουσιάνους ο χωριάτης, κι αυτούς που ζουν μέσα στις απολαύσεις αυτός που απέχει από αυτές, και όσους διακρίνονται για την περιουσία τους ο φτωχός και άστεγος;
Θ’ αρχίσω απ’ το εξής... αλλά κάντε μου τη χάρη και καθαρίστε και τον νου και την ακοή και τη διάνοια, όσοι θέλετε να δοκιμάσετε τέτοιες απολαύσεις· γιατί για τον Θεό θα μιλήσουμε, και είναι ο λόγος θεϊκός. Έτσι, θα φύγετε από εδώ έχοντας εντρυφήσει σ’ αυτά που δεν εξαντλούνται. Θα ‘ναι ο λόγος πληρέστατος και συγχρόνως συντομότατος, ώστε ούτε λόγω ελλείψεων να σας λυπήσει, ούτε να σας κουράσει με την πληθωρικότητα και την έκτασή του.



Ο άπειρος Θεός και καταληπτός και ακατάληπτος



7. Ο Θεός υπήρχε πάντοτε και υπάρχει και θα υπάρχει' 'η μάλλον υπάρχει αιωνίως -διότι το «υπήρχε» και «θα υπάρχει» είναι διαιρέσεις του χρόνου και της φθαρτής φύσεώς μας. Εκείνος όμως υπάρχει αιωνίως, κι έτσι ονομάζει ο Ίδιος τον Εαυτό Του, όταν εμφανίζεται στον Μωυσή στο όρος. Διότι το είναι, η ιδιότητα της υπάρξεως, ανήκει αποκλειστικά και εξ ολοκλήρου στον Θεό, η ύπαρξη χωρίς αρχή και χωρίς τέλος, σαν ένα πέλαγος ουσίας άπειρο και απεριόριστο, που ξεπερνά κάθε έννοια και χρόνου και φύσεως.
Μόνο με τον νου μπορεί να σκιαγραφηθεί, κι αυτό πολύ αμυδρά και μέτρια, όχι από την ουσία Του, αλλ' από τα δημιουργήματά Του, ώστε [317C] από τη συγκέντρωση ποικίλων και διαφόρων παραστάσεων να σχηματισθεί μια κάποια εικόνα της αλήθειας, που όμως πριν την κρατήσουμε μας φεύγει, και πριν την συλλάβουμε στο νου, δραπετεύει.
Τόσο φωτίζει με το πλούσιο φως Του το ηγεμονικό μας, τον νου μας -εφόσον έχει καθαρθεί από τα πάθη- όσο η στιγμιαία εμφάνιση της αστραπής. Κι αυτό συμβαίνει κατά τη γνώμη μου, ώστε στο μέτρο που μπορούμε να καταλάβουμε τον Θεό να μας ελκύει προς τον εαυτό Του (διότι το τελείως ακατάληπτο δεν ελπίζουμε να το καταλάβουμε, και γι' αυτό δεν προσπαθούμε κιόλας), ενώ στο μέτρο που δεν Τον καταλαβαίνουμε προκαλεί τον θαυμασμό μας'
ο θαυμασμός αυξάνει τον πόθο' εφόσον Τον ποθούμε, μας καθαρίζει' καθαρίζοντάς μας μας απεργάζεται θεόμορφους' κι όταν γίνουμε τέτοιοι, επικοινωνεί πλέον μαζί μας με τέτοια οικειότητα όπως κάποιος με τα πολύ δικά του πρόσωπα -θα πω κάτι πολύ τολμηρό- ο Θεός ενώνεται με θεούς, οι οποίοι συνεχώς Τον γνωρίζουν, και τόσο ίσως όσο ήδη γνωρίζει αυτούς που γνωρίζει. Άπειρο λοιπόν το θείο και δύσκολο να το εννοήσει κανείς' και το μόνο που μπορεί να καταλάβει κανείς τελείως για τον Θεό [317D] είναι το εξής: το ότι είναι άπειρος.
Βέβαια είναι ενδεχόμενο κάποιος να θεωρεί ότι εφόσον ο Θεός έχει απλή φύση, θα είναι ή όλος ακατάληπτος ή τελείως καταληπτός. Για να δώσουμε απάντηση ας εξετάσουμε τί σημαίνει ότι κάποιος έχει απλή φύση. Η απλότητα δεν είναι η φύση του, [320A] όπως ούτε στα σύνθετα όντα είναι φύση μόνο το ότι είναι σύνθετα.



Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»
Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του θεολόγου - Φιλολόγου Αθανασίου Α. Φραγκοπούλου
«Πατερικές Ομιλίες Στη Γέννηση του Σωτήρος Χριστού»,
έκδοση δεύτερη, Βιβλιοπωλείο ο «Σωτήρ», Αθήνα 2013, σελ. 17-24.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF