Τα τελευταία γεγονότα των Σπετσών
αποτελούν πραγματικόν πνευματικόν σεισμόν διά την Εκκλησίαν της Ελλάδος,
και θα είναι αληθινά μακάριος όποιος δεν σταθεί μόνο στο διάβασμά τους,
αλλά πιστεύσει με ζήλον και προθυμίαν να εφαρμόση στον εαυτό του το σωτήριο μήνυμά τους.
Και το μήνυμα αυτό λέει,
ότι έφθασε πλέον η ώρα,
όσοι θέλουν να είναι πραγματικά Ορθόδοξοι, ν΄αγωνισθούν πια στα πράγματα και όχι με τα λόγια,
για την απόκτηση αυτής της γνήσιας Ορθοδοξίας, που χαρίζει ζωήν αιώνιον.
Και ομιλούμεν περί γνήσιας Ορθοδοξίας, διότι από την αρχή του 20ου αιωνος,
οι πιστοί οδηγούνται προοδευτικώς «εκτός Ορθοδοξίας και Εκκλησίας»,
χωρίς δυστυχώς να το αντιλαμβάνονται,
διότι δεν θέλησαν να το αντιληφθούν πρώτοι, ως ώφειλαν οι ποιμένες τους,
με αποτέλεσμα σήμερα, ποιμένες και ποιμαινόμενοι να παραδίδωνται στην αίρεση
και την κακοδοξια χωρίς αντίδραση!
Το χρονικό των Σπετσών, το οποίον θα παραθέσωμεν κατωτέρω, αναφέρεται στην ηρωικήν απόφασιν ενός αρχιμανδριτου να διακοψη πλέον τήν εκκλησιαστικήν κοινωνίαν του μετά του επισκόπου του,τού Σεβ. Ύδρας κ. Ιεροθέου,ακριβώς διότι ο επίσκοπος αυτός συνεχίζει να κοινωνή με την αίρεσιν του Οικουμενισμού,αδιαφορώντας ή αγνοώντας,ότι έτσι παραδίδει εαυτόν και το ποίμνιόν του στην αίρεση και τον πνευματικόν θανατον. Ο π. Χρυσόστομος (Σπύρου), πνευματικός της νήσου και της Ι. Μονής των Αγίων Πάντων, η οποία σημειωτέον τον ακολούθησε πιστώς και ηρωικώς στην νέα του πορεία,έγινε, χωρίς ίσως να το αντιλαμβάνεται πλήρως,η πνευματική σειρήνα που εσήμανε δυνατά το αρχαγγελικόν: «στώμεν καλώς» δι’ όλους τους Έλληνας πιστούς.
Συντάκτης του «Αγιορείτου»,που παρηκολούθησε από κοντά τα γεγονότα και έζησε συγκλονιστικές στιγμές στο ωραίο αυτό νησί του Αργοσαρωνικού, μεταφέρει χάριν των αναγνωστών μας,μετά πάσης πιστότητος τα διαδραματισθέντα. Ο π. Χρυσόστομος, ανήρ ευλαβέστατος και θεολόγος δόκιμος, με πλούσιαν δράσιν από τον κοσμικόν του εισέτι βίον, ως Καθηγητής και Κατηχητής εις Σπέτσας και Πειραιά, από το 1966 ήρχισε να ανησυχή σοβαρώς διά την κηρυττομένην υπό του Φαναρίου αίρεσιν. Γι' αυτό προσπάθησε, όταν ήτο ακόμη μονάχος, μαζί με τον Γέροντά του, τον π. Φιλόθεον Ζερβάκον, να δημιουργήσουν μίαν κίνησιν εις τήν Ελλαδικήν Εκκλησίαν διά την επαναφοράν του παλαιού εορτολογίου, αλλ' εστάθη αδύνατον. 'Ενα περίπου χρόνο συνεργάσθηκε με τους Παλαιοημερολογίτας, και θα παρεμενε μονίμως πλησίον των, εάν δεν άκουγε τας παρακλήσεις των διάφορων γνωστών του, επισκόπων και κληρικών, οι οποίοι με το σύνθημα: «όλοι μαζί,όχι ένας -ένας»,«δεν ήλθε ακόμη η ώρα» κατώρθωσαν να σταματήσουν την έφεσιν προς μιαν ομολογιακήν πορείαν Γεροντος και υποτακτικού.
Η ευαίσθητος καρδιά του και το ταπεινόν φρόνημά που τον διακρίνει, δια να μην πικράνη τους εν Χριστώ αδελφούς του, τον ανάγκασαν να υποχωρήση, με την ελπίδα μιας απο κοινού αντιδράσεως. Δυστυχώς όμως διεψεύσθη οικτρώς! Τα χρόνια περνούσαν, η αίρεσις γυμνή τή κεφαλή εκηρύττετο συνεχώς και θρασύτερα και ουδείς συνεκινείτο. 'Εβλεπε, ότι τελικώς υπήρχε φόβος να φυγή του κοσμου τούτου με τό συνεχές μαρτύριον τής συνειδήσεώς του συντροφιά,χωρίς καμμιά πληροφορία ότι επραξε το καθήκον του απέναντι της Εκκλησίας και της ιερωσύνης του. Επανειλημμένος είχε συζητήσει μετά του επισκόπου του περί του τι δέον γενεσθαι, αλλά εκείνος, απορροφημενος από όλα τα άλλα προβλήματα της επαρχίας του, μόνο εις αυτό, το ένα και μοναδικό, δεν έδιδε προσοχή,συνεχώς επικαλούμενος τα ήδη από δετιας αδόμενα γνωστά τροπάρια: «'Ολοι μαζί, Γέροντά μου, κάνε υπομονή». 'Ωσπου «ήλθε ο κόμπος στο χτένι»!
Τό καλοκαίρι του 1983 ο π. Χρυσόστομος, τό πέρασε προσευχόμενος και συντάσσων το κείμενον της «αποτειχίσεώς» του. Ο κύβος είχε πλέον ριφθή! Εις το κείμενον αυτό των 32 σελίδων ανέλυε με κάθε λεπτομέρεια τις φοβερές πτώσεις των ορθοδόξων οικουμενιστών υπό την αρχηγίαν του Φαναριού, και κατέληγε εις τήν απόφασιν της διακοπής πλέον πάσης εκκλησιαστικής κοινωνίας μετά του επισκόπου του και γενικώτερον της Ελλαδικής Εκκλησίας. Το πατερικόν λόγιον: «Ου συγχωρεί συγκατάβασις εις τα της ορθοδόξου πίστεως», επανελάμβανε συνεχώς η καρδία του και εψιθύριζον τα χείλη... Μόλις έλαβε ο κ. Ιερόθεος την «αποτείχισιν» του Γέροντος, προσπάθησε πάση θυσία να τον πείση να ανακαλέση την απόφασίν του. Όταν αντελήφθη, ότι αυτό ήταν αδύνατον, πρότεινε να συγκαλέσουν και άλλους επισκόπους και κληρικούς για να συζητήσουν το θέμα, και ότι αποφασίσουν οι περισσότεροι ν'ακόλουθήση και ο Γέροντας. Αυτό όμως το απέρριψε ο π. Χρυσόστομος, διότι αντελήφθη, ότι η συζήτησις εκ των προτέρων είχε αντικανονικά κριτήρια αλήθειας,αφού,ως προυποθεσις ετέθη,όχι η υπακοή εις τα πατρικά παραγγελματτα, αλλ' η γνώμη των περισσότερων, ασχέτως αν αυτή η γνώμη θα ήτο αντίθετος προς την διδασκαλίαν της Εκκλησίας! Εν συνεχεία επρότεινε εις τον Γέροντα να λειτουργή με το παλαιόν μια φορά τον μήνα,εις ένα μη κεντρικόν ναόν, μνημονεύων και τότε του ονόματός του, τας δε λοιπάς λειτουργίας να τας ετέλει με το νέον.
Αυτό όμως θα απετέλει θέατρον σκέτο! Προς τι, τότε η αποτειχισις; Μνημόσυνον και αποτείχισις είναι δυο πράγματα εντελώς αντίθετα. Ευρεθείς ο Σεβ. προ της σταθερότητος του Γέροντος, του απέστειλε το υπ’ άριθμ. 1546 της 11.1.1984 έγγραφον, εις το οποίον τον εκατηγόρει, ότι «ήκολουθησε το σκοτεινόν θέλημα του αντικειμένου» (ήτοι του Διαβόλου), αποκρύπτων ούτω το αληθές πιστεύω του περί της ομολογίας του ιερέως του. Επειδή ηθέλησε ο π. Χρυσόστομος ν' ακολουθήση την φωνήν της συνειδήσεώς του και της Εκκλησίας, απεκαλείτο «σχίστης» και «αντάρτης» υπό του κ. Ιεροθέου, ο οποίος ουδέποτε ετόλμησε ούτε με μιαν λέξιν να ελέγξη δημοσία τους οικουμενιστάς ταγούς της Ορθοδοξίας, οι οποίοι πράγματι ακολουθούν το θέλημα του Διαβόλου, του αρχηγού πάσης αιρέσεως και κακοδοξίας. Ό,τι έγραψε ο Σεβ. προς τον Γέροντα, τα αυτά περίπου έγραψε και προς την Καθηγουμένην τής Μονής, κατηγορών αυτήν, ότι ηκολούθησε «το ίδιον θέλημα,το Διαβολικόν θέλημα του πραξικοπήματος-σχίσματος».
Εις αμφότερα τα έγγραφα εκατηγόρει Μονήν και Γέροντα, ότι δεν τους καλύπτει ουδεις κανών δα την πραξιν των αυτή, διότι ο ίδιος δεν κηρύσσει αίρεσιν, και τους εκαλει όπως εντός 15 ήμερων μετανοήσουν, άλλως θα εκινείτο: «η νόμιμος διαδικασία δια τα περαιτέρω». Αι απαντήσεις Γέροντος και Καθηγούμενης εις τα ανωτέρω κείμενα του Σεβ. απήντησαν μετά πατερικής παρρησίας ο π. Χρυσόστομος και η Γερόντισσα Ελισσάβετ. Με σαφήνεια καί βραχυλογία του απέδειξαν, ότι κοινωνών ούτος μετά των Οικουμενιστών, έχει το αυτό κρίμα με αυτούς, διότι η Ιερά Παράδοσις της Ορθοδοξίας καταδικάζει αμφοτέρους,αιρετικόν δηλαδή και τον κοινωνούντα μαζί του. «Εχθρούς γαρ Θεού, ο Χρυσόστομος, ου μόνον τους αιρετικούς, αλλά και τους τοις τοιούτοις κοινωνούντας μεγάλη και πολλή τη φωνή απεφήνατο».(Ρ. G. 99, 1049Α). «Φυλάξατε έτι εαυτάς της ψυχοφθόρου αιρέσεως, ης η κοινωνία αλλοτρίωσις Χριστού»(Αύτ. 1275C). «Οι μεν τέλεον περί την πίστιν εναυάγησαν οι δε, ει και τοις λογισμοις ου κατεποντίσθησαν, όμως τη κοινωνία της αιρέσεως συνόλλυνται».(Αύτ. 1164Α).
Τυγχάνουν λίαν συγκινητικά τα γραφέντα υπό της Καθηγουμένης, σχετικώς προς την διακοπήν του μνημοσύνου του κ. Ιεροθέου. «Αναφορικώς δε με τήν παρατήρησίν Σας, ότι ουδείς κανών μας καλύπτει διά την διακοπήν του μνημοσύνου Σας, ερωτώμεν: Υμάς, ποιος καλύπτει Κανών διά την άχρι τούδε κοινωνίαν Σας μετά των οικουμενιστών; Όχι μόνον ουδείς, αλλά και σύνολος η Ιερά της Εκκλησίας Παράδοσις, Σας καταδικάζει, ενώ αντιθέτως ημάς προτρέπει εις την διακοπήν της μεθ' Υμών κοινωνίας! Αλλά και αυτός ούτος ο ΙΕ' Κανών της ΑΒ, ον επικαλείσθε, και αυτός ορθώς ερμηνευόμενος και εν συσχετισμώ προς άπασαν την της Εκκλησίας διδαχήν, εμφανίζει Υμάς μεν αίτιους σχίσματος εν τη Εκκλησία, ημας δε τιμά με την πρέπουσαν τοις γνησίοις ορθοδοξοις τιμήν».
Ο δε Γέροντας εις 9σέλιδον απολογίαν του,γράφει μεταξύ άλλων και τα εξής δια το επιμαχον θέμα: «Μια άνευ των ανωτέρω προυποθέσεων ερμηνεία του ΙΕ της ΑΒ' ή του 31ου Απ. Κανόνος θα έσήμαινε, ότι και μετά του μεγαλύτερου αιρεσιάρχου, εάν εκοινωνείτε (όπερ φευ,και γίνεται), θα έπρεπε να Σας δεχώμεθα εις κοινωνίαν, επειδή προφορικως δεν υπερασπίσατε την αίρεσιν! Εάν, ο μη γένοιτο, ηλήθευε το τοιούτο η Εκκλησία του Χριστού θα είχε διαλυθή από τα πρώτα αυτής βήματα. Καί τούτο, διότι ο IK τής ΑΒ' εγράφη τον Θ' αιώνα. Ερωτώμεν: πώς εκυβερνάτο μέχρι τότε η Εκκλησία; Όχι διά των παραγγελμάτων της Αγίας Γραφής και των Αγίων Πατέρων, βάσει των οποίων ο κοινωνων τη αιρέσει συνεκατεοικαζετο μετά του αιρετικού; Δια τούτο εθλίβην μεγάλως, όταν είδον, ότι όχι μόνον δεν επικροτήσατε την πορείαν μου -καίτοι προφορικώς την είχατε χαρακτηρίσει: «ως ουχί από ανθρώπων, αλλ' υπό Θεού», «σωτήριον και αναγκαία, όπως τεθή ουχί υπό το μόδιον, αλλ' επί την λυχνίαν, ίνα ωφεληθή σύμπασα η τοπική Εκκλησία»-αλλ'αντιθέτως την εχαρακτηρίσατε, ως υφήγησιν του αρχηγού των σχισμάτων, ήτοι του Διαβόλου!
Κατόπιν της ανωτέρω αντιφατικής στάσεώς Σας τίθεται αμείλικτον το ερώτημα:
Είναι δυνατόν ο ιστάμενος επί της λυχνίας και ακολουθών την των Πατέρων
διδασκαλίαν,
να γίνη «παίγνιον θλιβερόν εις χείρας του άρχοντος του διχασμού και των σχισμάτων»,
ως γράφετε;
Ημείς και μονον,
που το σκεπτόμεθα φρίττομεν και απορούμεν, «πως η λεπτή και ευαίσθητος συνείδησίς σας»
ετόλμησε να ασπασθή ένα τοιούτον συλλογισμόν.
Δυστυχώς,
όμως παρομοίως εξεφράσθητε εν τω εγγράφω Σας και δια πάντας τους ορθοδόξους πιστούς του Παλαιού Ημερολογίου,
οίτινες παρά τας προσωπικάς των διαφοράς ίστανται πάντως μακράν της αιρέσεως,
την κοινωνίαν της οποίας εν τη πράξει ουδόλως αρνούνται οι ποικίλοι κατήγοροί των».
Εισαγωγή στο διαδίκτυο ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ
Απόσπασμα από το βιβλίο του αειμνήστου Ιερομονάχου και Θεολόγου
πατρός Θεοδωρήτου Μαύρου
''ΟΤΑΝ ΟΙ ΦΥΛΑΚΕΣ ΠΡΟΔΙΔΟΥΝ''
2001
σελίδες 13-18
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου