«Εὐχαριστήρια 2003»
Σεβασμιώτατε Μητροπολῖτα μας καὶ πολυσέβαστε πνευματικέ μας Πατέρα· ῞Αγιοι ᾿Αρχιερεῖς·
Σεβαστοὶ Πατέρες καὶ ἀδελφοί·
Σεμνὴ τῶν Μοναστῶν χορεία·
᾿Αγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί·
Αʹ. Μὲ τὴν ἐλπίδα μου στὶς εὐχὲς καὶ τὶς προσευχές Σας, ἐπιτρέψατε, παρακαλῶ, στὴν ἀναξιότητά μου νὰ ἀναφερθῆ μὲ πολὺ συντομία καὶ μὲ τρόπο λιτὸ καὶ ἁπλὸ στὸ θέμα τῆς ἀποψινῆς μας Συνάξεως. Δὲν θὰ ἤθελα νὰ ἐπεκταθῶ, διότι ὁ μόνος ἁρμόδιος καὶ κατ᾿ ἐξοχὴν Διδάσκαλος καὶ ῾Οδηγός μας στὸ γνήσιο ᾿Εκκλησιαστικὸ ῏Ηθος εἶναι ὁ ᾿Επίσκοπός μας· ἡ ζῶσα αὐτὴ εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, στὸ πρόσωπο τοῦ ὁποίου ἐνσαρκώνεται ἡ Τοπικὴ ᾿Εκκλησία μας. ᾿Επικαλούμενος λοιπὸν τὴν ἐνίσχυσι καὶ καθοδήγησι τῆς Παναγίας Μητέρας μας καὶ τῶν τιμωμένων ῾Αγίων μας Κυπριανοῦ καὶ ᾿Ιουστίνης, κυριολεκτικὰ θὰ ἀποτολμήσω, καὶ τοῦτο δειλὰ-δειλά, νὰ ἐκθέσω τόσα μόνο, ὅσα εἶναι ἀναγκαῖα γιὰ μία βραχεῖα εἰσαγωγὴ στὴν ἀξία καὶ τὴν θεραπευτικὴ δύναμι τοῦ λόγου τοῦ καλοῦ. Καὶ ταπεινὴ εὐχὴ καὶ προσδοκία μας εἶναι ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας, μὲ τὸν πράγματι χαρισματικὸ λόγο του, νὰ ἀναπτύξη, ἐν καιρῷ εὐθέτῳ, εἰς πλάτος καὶ βάθος ἕνα τόσο σημαντικὸ καὶ σωτηριῶδες ζήτημα. Πρὸς τὸ παρόν, ἂς μᾶς ἐπιτρέψη ὁ πνευματικός μας Πατέρας, τὸν παρακαλοῦμε,νὰ ρίψουμε ἕνα μικρὸ σπόρο στὶς καρδιὲς τῶν καλοπροαιρέτων ἐν Χριστῷ ἀδελφῶν μας· ἕναν σπόρο, ὁ ὁποῖος κυριολεκτικὰ εἶναι ἰδικός του, ἐφ᾿ ὅσον πρῶτος ἐκεῖνος τὸν ἔσπειρε στὶς καρδιές μας καὶ ἀπέδωσε σὲ ἄλλους «τριάκοντα», σὲ ἄλλους «ἑξήκοντα» καὶ σὲ ἄλλους «ἑκατόν».1.
῎Αλλωστε, ἐξ αἰτίας αὐτῆς τῆς πλούσιας συγκομιδῆς, ἐπιλέξαμε καὶ τὸ θέμα αὐτὸ ἐφέτος· ἐπιθυμούσαμε νὰ ἐκφράσουμε πρωτίστως τὴν εὐγνωμοσύνη μας στὸ πρόσωπό Του, γιὰ τὶς εὐεργετικὲς ἐπιδράσεις τοῦ καλοῦ λόγου του στὶς καρδιές μας. Βʹ. ῍Ας προσεγγίσουμε λοιπὸν τὸ ὡραῖο καὶ συγχρόνως βαθὺ αὐτὸ θέμα μὲ ἕνα ἀπὸ τὰ πλέον ζωντανὰ παραδείγματα τῆς Παραδόσεώς μας, τὸ ὁποῖο μᾶς γεμίζει κατάνυξι καὶ μαρτυρεῖ μὲ τρόπο ἄμεσο γιὰ τὴν ἀξία τοῦ λόγου τοῦ καλοῦ καὶ τὴν θεραπευτικὴ δύναμί του. «Κάποτε ὁ ᾿Αββᾶς Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος μαζὶ μὲ τὸν ὑποτακτικό του ἀνέβαιναν ἀπὸ τὴν Σκήτη τῆς Αἰγύπτου στὸ ῎Ορος τῆς Νιτρίας. Σὰν πλησίαζαν στὸν προορισμό τους, εἶπε στὸν μαθητή του νὰ προπορευθῆ. ῾Ο ὑποτακτικός, καθὼς προχωροῦσε, συνάντησε ἕναν εἰδωλολάτρη... ῏Ηταν ἱερέας καὶ περπατοῦσε βιαστικά, κρατώντας ἕνα ξύλο. -Αἴ, σατανᾶ, ποῦ τρέχεις;... τοῦ φώναξε ἀπερίσκεπτα ὁ καλόγερος. Τότε ἐκεῖνος ἐθύμωσε τόσο πολύ, ὥστε στράφηκε ἐναντίον τοῦ Μοναχοῦ καὶ τὸν ἐκτύπησε ἀδυσώπητα... Τελικά, τὸν ἄφησε μισοπεθαμένο... Κατόπιν, πῆρε τὸ ξύλο καὶ ἔσπευσε νὰ ἀπομακρυνθῆ... Μετὰ ἀπὸ λίγο, τὸν εἶδε ὁ ᾿Αββᾶς Μακάριος...
Αμέσως, ἄρχισε νὰ τὸν εὔχεται μὲ βαθειὰ καλωσύνη: -Ο Θεὸς νὰ σὲ εὐλογῆ, προκομμένε ἄνθρωπε!... Νὰ εἶσαι καλὰ ἄνθρωπε τοῦ μόχθου!... Εἴθε νὰ σωθῆς!... Νὰ σωθῆς!...῾Ο εἰδωλολάτρης ἐσάστισε... Πλησίασε τὸν ῞Οσιο καὶ τὸν ἐρώτησε: -Τί καλὸ εἶδες σὲ μένα,᾿Αββᾶ, καὶ μοῦ εὔχεσαι νὰ σωθῶ;... -Σὲ βλέπω νὰ μοχθῆς καὶ νὰ τρέχης..., τοῦ ἀπάντησε ὁ ῞Οσιος... Καὶ δὲν γνωρίζεις, εὐλογημένε, ὅτι στὰ χαμένα κοπιάζεις... -Μαλάκωσε καὶ γλύκανε ἡ ψυχή μου ἀπὸ τὸν χαιρετισμό σου..., εἶπε ἤρεμος πιὰ ὁ ἱερέας τῶν εἰδώλων... Κατάλαβα ὅτι εἶσαι ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ... Κάποιος ἄλλος ὅμως, ἄθλιος καλόγερος, μὲ ἔβρισε ὅταν πρὶν ἀπὸ λίγο μὲ συνάντησε... Κι ἐγὼ ὅμως τὸν ἐσυγύρισα καλά... Τὸν ἄφησα μισοπεθαμένο ἀπὸ τὰ κτυπήματα... Καὶ ἀμέσως,πέφτει στὰ πόδια τοῦ ᾿Αββᾶ Μακαρίου, τὰ ἀγκαλιάζει καὶ τοῦ λέει: -῍Αν δὲν μὲ κάνης Μοναχό, δὲν θὰ σὲ ἀφήσω νὰ φύγης!... Ο ῞Οσιος τὸν ἀνεσήκωσε καὶ πῆγαν μαζὶ ἐκεῖ ποὺ ἦταν κατάκοιτος ὁ μαθητής του... Τὸν ἐσήκωσαν καὶ τὸν μετέφεραν στὴν ᾿Εκκλησία τοῦ ῎Ορους τῆς Νιτρίας... 'Οταν οἱ Μοναχοὶ εἶδαν τὸν εἰδωλολάτρη ἱερέα μαζὶ μὲ τὸν ᾿Αββᾶ, κατεπλάγησαν!... Τελικά, ἀφοῦ τὸν ἐβάπτισαν, τὸν ἔκαναν Μοναχὸ καὶ ἐξ αἰτίας του πολλοὶ εἰδωλολάτρες ἔγιναν Χριστιανοί. Καὶ ἔλεγε λοιπὸν ὁ ᾿Αββᾶς Μακάριος: ὁ λόγος ὁ κακὸς καὶ τὸν καλὸ τὸν κάνει κακό... ᾿Ενῶ ὁ λόγος ὁ καλὸς καὶ τὸν κακὸ τὸν μεταβάλλει σὲ καλό....
Ο λόγος ὁ κακὸς καὶ τοὺς καλοὺς ποιεῖ κακούς· καὶ ὁ καλὸς λόγος καὶ τοὺς κακοὺς ποιεῖ καλούς». 2. Μία πρώτη παρατήρησι,ἡ ὁποία νομίζω ὅτι ἐκφράζει τὴν γενικὴ αἴσθησι,εἶναι ὅτι στὴν κατανυκτικὴ αὐτὴ διήγησι κυριαρχοῦν οἱ πολὺ ἔντονες ἀντιθέσεις: ὁ λόγος τοῦ ἀπερίσκεπτου ὑποτακτικοῦ καὶ ὁ λόγος τοῦ ὥριμου Γέροντος· ὁ λόγος ὁ κακὸς καὶ ὁ λόγος ὁ καλός· ὁ λόγος ὁ ἀπαξιωτικὸς καὶ ὁ λόγος τῆς ἀποδοχῆς· ὁ λόγος ποὺ ἐξαγριώνει καὶ ὁ λόγος ποὺ ἐξημερώνει· ὁ λόγος ποὺ σκοτίζει τὸν ἄλλο καὶ ὁ λόγος ποὺ φωτίζει αὐτόν. ῏Αρά γε,ὁ λόγος καθ᾿ ἑαυτὸν ἔχει τέτοιες ἰδιότητες; Διαθέτει ὁ λόγος τέτοιες δυνάμεις καὶ μάλιστα ταυτόχρονα ἀντιθετικές; Τί εἶναι, τέλος πάντων,αὐτὸς ὁ λόγος; Ποιό μυστήριο κρύβει; Στὰ ἐρωτήματα αὐτὰ θὰ μποροῦσε βεβαίως νὰ δώση βαθυστόχαστες ἀπαντήσεις ἡ Ψυχολογία. 3 αὐτὸ ὅμως τοῦτο τὸ γεγονός,αὐτὸ τὸ μικρὸ δρᾶμα τῆς αἰγυπτιακῆς ἐρήμου, μᾶς ὑποχρεώνει νὰ δώσουμε ἀπαντήσεις ἄλλης τάξεως. ῍Ας ἐμβαθύνουμε λοιπόν,μὲ τὴν εὐλογία τῶν ῾Οσίων Πατέρων. ᾿Εν πρώτοις, διαπιστώνουμε ὅτι ὁ εἰδωλολάτρης ἱερέας ἀναγνώρισε ἀμέσως στὸ πρόσωπο τοῦ ᾿Αββᾶ Μακαρίου τὸν γνήσιο ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ· ἐνῶ στὸ πρόσωπο τοῦ μαθητοῦ τὸν κατ᾿ ἐπίφασιν ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ. Δηλαδή, ἡ ἀποτελεσματικότητα τοῦ λόγου φαίνεται, ὅτι ἐξαρτᾶται ἄμεσα ἀπὸ τὴν πνευματικὴ κατάστασι τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου.
Πράγματι· ἄν ὁ λόγος μας πηγάζη ἀπὸ μία καρδιά, στὴν ὁποία κατοικεῖ καὶ ἀναπαύεται ὁ ἐνσαρκωμένος Λόγος τοῦ Θεοῦ,τότε ὁ λόγος μας γίνεται φορέας καὶ ὄχημα τῆς φωτιστικῆς καὶ εἰρηνοποιοῦ Χάριτος τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἀντιθέτως, ἂν ὁ λόγος μας ἐκπορεύεται ἀπὸ μία ὕπαρξι κυριευμένη ἀπὸ τὴν ἐνέργεια τῶν σκοτεινῶν παθῶν,τότε ὁ λόγος μας μεταφέρει στοὺς ἄλλους τὸν ζόφο καὶ τὴν ταραχὴ τῶν πονηρῶν πνευμάτων. ῾Επομένως,εἶναι δυνατὸν νὰ καταλήξουμε σὲ ἕνα πρῶτο καὶ βασικὸ συμπέρασμα: ὁ ῞Οσιος Μακάριος,ὅταν μὲ τὸν λόγο τὸν καλὸ μετέστρεψε τὸν εἰδωλολάτρη,δὲν ἐφάρμοσε μία τεχνική,μία ἁλιευτικὴ τρόπον τινὰ μέθοδο·ἀλλά,ἐξέφρασε ἀβίαστα τὸ ξεχείλισμα τῆς καρδιᾶς του,ἡ ὁποία ἦταν πλημμυρισμένη ἀπὸ τὴν Χάρι τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος καὶ ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ μας. Γʹ. ῍Ας μεταφερθοῦμε ὅμως τώρα στὶς φτωχογειτονιὲς τῆς ᾿Αθήνας, ὅταν στὶς ἀρχὲς τοῦ προηγουμένου αἰῶνος ἡ εὐλογημένη παρουσία τοῦ παπα-Νικόλα τοῦ Πλανᾶ σκόρπιζε ᾿Ελπίδα καὶ ῾Αγιότητα. Ο ῞Αγιος αὐτὸς ῾Ιερέας τοῦ ῾Υψίστου ἐπισκεπτόταν πολὺ συχνὰ μία οἰκογένεια, ἡ ὁποία εἶχε ἐνοικιάσει τὸν χῶρο τῆς αὐλῆς της σὲ ἕναν τσαγγάρη. Αὐτὸς ὁ δυστυχὴς ἦταν ἄθεος καὶ σημαῖνον στέλεχος τοῦ κομμουνιστικοῦ κινήματος. Διηγεῖται ἡ ἀείμνηστος γερόντισσα Μάρθα, μαθήτρια τοῦ παπα- Νικόλα: «Τὸ μῖσος του πρὸς ὅλους, καὶ ἐξαιρετικῶς πρὸς τοὺς ἱερεῖς, δὲν εἶχε ὅρια. ᾿Εκεῖ ποὺ εἰργάζετο παραληροῦσε μονολογῶν,ἀπὸ ποῦ θ᾿ ἀρχίση μὲ τὴν παρέα του νὰ σφάζουν τοὺς παππάδες. Καὶ ἔλεγε: ''Πρῶτα - πρῶτα,θὰ σφάξουμε τοὺς παππάδες τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς''. Καὶ ἔλεγε συνέχεια καὶ γιὰ τοὺς ἄλλους».
Ο εὐλογημένος παπα-Νικόλας, μὲ τὴν χαρακτηριστικὴ καλωσύνη του,τὸν ἐπλησίασε καὶ τοῦ εἶπε: «Καλησπέρα,παιδί μου»... «᾿Εκεῖνος, χωρὶς νὰ σηκώση τὸ κεφάλι του ἀπὸ τὴν δουλειά του, κάτι μουρμούρισε. Τὸ ἄλλο Σάββατο πῆγε πάλι ὁ Παπποῦς: ''Καλησπέρα, Λουκᾶ μου''. ᾿Εκεῖνος τοῦ ἀπήντησε: ''Καλησπέρα'', καὶ πάλι χωρὶς νὰ σηκώση τὸ κεφάλι του. Εἰς τρίτην ἐπίσκεψιν, τοῦ λέγει πάλιν ὁ Παπποῦς: ''Καλησπέρα, Λουκᾶ μου, τί κάνεις, παιδί μου;''.᾿Εδέησε νὰ πῆ: ''Καλά, παπποῦ''. Συνέχισε ὁ Παπποῦς νὰ τὸν ἐπισκέπτεται ἐκεῖ ποὺ δούλευε, ὥς που ἔσπασε ὁ πάγος. Σηκώνεται ἀπὸ τὴ δουλειά του, τοῦ ἀσπάζεται μὲ σεβασμὸ τὸ χέρι» καὶ ἀπευθυνόμενος σὲ ὅσους ἀκολουθοῦσαν τὸν ἅγιο ῾Ιερέα, δηλώνει: «'Οταν θὰ σκοτώσουν τοὺς παππάδες, ἐγὼ θὰ πῶ γιὰ τὸν παπα-Νικόλα νὰ μὴ τὸν σκοτώσουν. Καὶ ὄχι μόνον θὰ εἰπῶ, ἀλλὰ θὰ τὸν περιφρουρήσω. Κατόπιν, ὅταν ἤρχετο ὁ Παπποῦς,ἔσπευδε αὐτὸς νὰ τὸν συναντᾶ,καὶ νὰ τοῦ φιλῆ τὸ χέρι». Αξίζει νὰ σημειωθῆ, ὅτι ὁ ἀγαθώτατος παπα-Νικόλας, «οὔτε ἤξερε τὰς προθέσεις τοῦ τσαγγάρη, οὔτε ἀπὸ κομμουνισμὸ εἶχε ἰδέαν, οὔτε καὶ τὴν μεταβολήν του κατάλαβε -ἔτσι νομίζουμε ἐμεῖς. Ποιός ξέρει πῶς ἔβλεπε αὐτὸς μὲ τὸ διορατικὸν τῆς ψυχῆς του. Λοιπόν, ὁ κομμουνιστὴς αὐτός, ὅσα κηρύγματα καὶ ἂν ἄκουε, καὶ ὅσας συμβουλὰς νὰ τοῦ ἔλεγαν, τίποτε ἀπ᾿ αὐτὰ δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ἐπιδράση εἰς τὴν πεπωρωμένην ψυχήν του, ὅσον ἡ ἀγαθότης τοῦ πολιοῦ αὐτοῦ γεροντάκου,μὲ τὸ νὰ τὸν ἐπισκέπτεται ὄρθιος κάθε φορά, ἀδιαφορῶν ἂν αὐτὸς κατ᾿ ἀρχὴν τὸν περιφρονοῦσε».
Η κατάληξις ὅμως τῆς ὑποθέσεως αὐτῆς ἦταν ἀκόμη πιὸ σημαντική. «Μὲ τὴν εὐχούλα τοῦ Παππούλη ὁ τσαγγάρης μετενόησε. Καὶ ὅταν σὲ λίγο καιρὸ ἀρρώστησε μὲ μίαν ἀσθένειαν (παράλυσιν τῶν κάτω ἄκρων τῶν ποδῶν του) καὶ ἀπέθανεν εἰς ἡλικίαν 30 ἐτῶν, ἐκοιμήθη ὡς καλὸς Χριστιανὸς καὶ βεβαίως χωρὶς νὰ...σκοτώση κανένα. Αὐτὴ τὴν ἐπίδρασιν εἶχε ἡ φυσιογνωμία τοῦ Παπποῦ εἰς ὅσους τὸν ἐγνώριζαν. Καὶ γι᾿ αὐτὸ δὲν εἶχε ἐχθρὸν κανένα. Μόνον τὸν σατανᾶ,ἀλλὰ καὶ αὐτὸν τὸν ἐξεμηδένιζε διὰ τῆς χάριτος τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος, ποὺ εἶχε ἐγκατασταθῆ εἰς τὴν ψυχήν του». 4. Στὴν κατανυκτικὴ αὐτὴ διήγησι, βλέπουμε πάλι τὴν οὐσία καὶ τὴν πηγὴ τῆς θεραπευτικῆς δυνάμεως τοῦ λόγου τοῦ καλοῦ: ἡ Χάρις τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος εἶχε ἐγκατασταθῆ στὴν καρδιὰ τοῦ εὐλογημένου παπα-Νικόλα καὶ ἔδινε φωτιστικὴ καὶ εἰρηνοποιὸ δύναμι στὸν λόγο του. Ας ἐμβαθύνουμε ὅμως περισσότερο. Ο παπα-Νικόλας,μὲ τὸ νὰ ἔχη στὴν καρδιά του τὸν Θεὸ τῆς ᾿Αγάπης, δὲν ἔβλεπε στὸν δυστυχισμένο τσαγγάρη «κάτι ἀσήμαντο καὶ περιφρονητέο» 5 ·ἀλλά, στὸ πρόσωπό του ἔβλεπε αὐτὴν τὴν ἴδια τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἔπρεπε νὰ ἀντιμετωπισθῆ «μὲ σεβασμό, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴν περιστατικὴ κατάντια του»5.
Αὐτὴ ἡ βαθειὰ καὶ θεμελιώδης εὐαγγελικὴ ἀλήθεια μᾶς βοηθεῖ νὰ καταλήξουμε στὸ δεύτερο βασικὸ συμπέρασμά μας: «῾Οποιαδήποτε καὶ ἂν εἶναι ἡ κατάντια ἑνὸς ἀνθρώπου ἐξακολουθεῖ νὰ παραμένει ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἐξακολουθεῖ νὰ εἶναι ἐκεῖνος» 5 , ὁ ὁποῖος ἐξαγοράσθηκε μὲ τὸ ἀνεκτίμητο Αἷμα τοῦ Σωτῆρος μας Χριστοῦ. ῾Επομένως, ἡ στάσις μας ἀπέναντί του δὲν πρέπει νὰ εἶναι τυπικὴ ἢ ἀνεκτική, οὔτε νὰ ἐκφράζη ἁπλῶς μία δεοντολογία· ἀλλά, νὰ εἶναι πρωτίστως στάσις σεβασμοῦ καὶ ἀγάπης χριστοκεντρικῆς. ᾿Εν κατακλεῖδι: ὀφείλουμε νὰ συνειδητοποιήσουμε,ὅτι ἡ ἀποτελεσματικότητα τοῦ λόγου μας πρὸς τὸν ἄλλον «εἶναι πάντοτε ἀνάλογη τοῦ ποσοστοῦ τῆς γνήσιας ἀγάπης γιὰ τὸν συνάνθρωπο ποὺ φωλιάζει στὴν καρδιά» 6 μας. Προκειμένου ὅμως νὰ παραμείνω πιστὸς στὴν ὑπόσχεσί μου «γιὰ μία βραχεῖα εἰσαγωγὴ» στὸ θέμα μας, θὰ κατακλείσω τὶς πενιχρὲς σκέψεις μου μὲ μία ἀκόμη κατανυκτικὴ διήγησι καὶ ἕνα τρίτο τελικὸ συμπέρασμα. «Μᾶς λέγει ἡ Παράδοσις, ὅτι ὁ ῞Αγιος ᾿Απόστολος ᾿Ιάκωβος, ὁ ἀδελφὸς τοῦ Εὐαγγελιστοῦ ᾿Ιωάννου, τὴν ὥρα ποὺ ὡδηγεῖτο στὸ Μαρτύριο, συνάντησε στὸν δρόμο ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος τὸν εἶχε καταδώσει. Τὸν ἐσταμάτησε, τὸν ἐφίλησε ἐγκάρδια καὶ τοῦ εἶπε: -῍Ας ἔχης τὴν εἰρήνη τοῦ Θεοῦ, ἀδελφέ μου!... Ο Κύριος νὰ σὲ εὐλογῆ!... Βλέποντας ἐκεῖνος τόση ἀνεξικακία, ἐθαύμασε κι ἐφώναξε μὲ ἐνθουσιασμό: -Χριστιανὸς εἶμαι ἀπὸ σήμερα κι ἐγώ!... 'Υστερα ἀπὸ τὴν ὁμολογία αὐτή, ἀποκεφαλίστηκε μαζὶ μὲ τὸν ᾿Απόστολο» 7.
Στὸ θαυμαστὸ αὐτὸ γεγονὸς διαπιστώνουμε ἐν πρώτοις τὴν ἔκφρασι μιᾶς ἀγάπης ὄντως θεϊκῆς· ὅταν ἕνας ἄνθρωπος διαθέτη τέτοια ἀνεξικακία, ὥστε νὰ ἀγαπᾶ τὸν ἐχθρό του καὶ νὰ τὸν εὔχεται ἐγκάρδια, τότε αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος εἶναι βεβαίως κατὰ χάριν Θεός. Κατόπιν,διαπιστώνουμε ὅτι ὁ λόγος ὁ καλός,ὁ ὁποῖος ἐκπορεύεται ἀπὸ τὴν θεϊκὴ πλέον αὐτὴ ἀγάπη, εἶναι τέτοιας καὶ τόσης ἰσχύος, ὥστε ὄχι μόνο θεραπεύει καὶ μεταμορφώνει τὸν ἄλλον, ἀλλὰ τὸν ὁδηγεῖ καὶ στὸ Μαρτύριο χάριν τοῦ Χριστοῦ. ῏Αρά γε, πόσο ἀπέχουμε ἀπὸ μία τόσο γνήσια, τόσο ὑψηλή, τόσο θεϊκὴ ἀγάπη, ὅταν ἡ καρδιά μας ταράσσεται καὶ σκοτεινιάζη, ἐπειδὴ κάποιος ἔθιξε τὸ εἴδωλο τοῦ ἑαυτοῦ μας; ὅταν ἡ γλῶσσα μας ἐκτινάσσεται γιὰ νὰ συντρίψη τὴν ἀξιοπρέπεια τοῦ ἀδελφοῦ μας,τῆς εἰκόνος αὐτῆς τοῦ Θεοῦ;
Σεβασμιώτατε Μητροπολῖτα μας καὶ πολυσέβαστε πνευματικέ μας Πατέρα· Σᾶς εὐχαριστοῦμε καὶ πάλι,
διότι ὁ λόγος ὁ καλὸς δὲν ἔπαυσε ποτὲ νὰ ρέη ἀπὸ τὴν καλὴ καρδιά Σας καὶ νὰ ἀρδεύη τὶς ἰδικές μας,
ὀλιγώτερο ἢ περισσότερο, ἄγονες καρδιές.
Εἴμεθα μάρτυρες τῶν ἀναριθμήτων θαυμάτων, τὰ ὁποῖα ἔχει ἐπιτελέσει ἡ θεία Χάρις διὰ μέσου τοῦ λόγου τοῦ καλοῦ τῆς ἀγάπης Σας·
μιᾶς ἀγάπης ποὺ εἶναι ἐγκαταστημένη μέσα Σας·
ξεχειλίζει ἀβίαστα ἀπὸ μέσα Σας· καὶ δίνει στὸν λόγο Σας δύναμι θεραπευτική,
μεταμορφωτικὴ καὶ φωτιστική.
῍Ας μᾶς ἐπιτρέψετε, χριστοπόθητε πνευματικέ μας Πατέρα,
νὰ Σᾶς εὐχηθοῦμε ἐγκάρδια ἐπὶ τῇ ὀνομαστικῇ Σας ἑορτῇ, καὶ ἔτσι νὰ κατακλείσουμε τὴν ἄτεχνη αὐτὴ ῾Ομιλία μας:
῾Η ῎Αχραντος Θεοτόκος καὶ οἱ ῞Αγιοι Προστάτες τῆς Μονῆς μας νὰ Σᾶς διατηροῦν «σῶον,
ἔντιμον, ὑγιᾶ καὶ μακροημερεύοντα»·
ἀλλά, καὶ ἀδιαλείπτως ῥέοντα τὸν λόγον τὸν καλόν, γιὰ τὴν ἐν Χριστῷ οἰκοδομή,
μεταμόρφωσι καὶ σωτηρία τοῦ λογικοῦ Ποιμνίου Σας!
Αμήν.
6.10.2003 ἐκ.ἡμ.
Παραπομπές:
1.Πρβλ.Ματθ.ιγʹ 8·Μάρκ.δʹ 8.2.Τὸ Γεροντικόν,σελ.71αβ,Τοῦ ᾿Αββᾶ Μακαρίου τοῦ Αἰγυπτίου,λθʹ,ἐκδόσεις «ΑΣΤΗΡ»,Αθῆναι 1961,Απλοποίησις.3.Βλ.Παπα-Φιλοθέου Φάρου,Ο Διάλογος-Αρχὲς καὶ Μέθοδοι,ἐκδόσεις «ΑΚΡΙΤΑΣ»,Αθήνα 1983.«Τὸ πόνημα βασίζεται προπαντὸς καὶ κυρίως στὴν ἄμεση ψυχοθεραπευτική, ποιμαντικὴ καὶ διδακτικὴ πείρα τοῦ συγγραφέα του,καθὼς ἐπίσης σὲ μερικὰ ἁπλὰ κείμενα ποὺ ἀποδείχτηκαν εὔχρηστα σ᾿ αὐτὸν καὶ στοὺς μαθητές του»,ἕνα ἐκ τῶν ὁποίων-τὸ βασικώτερο-εἶναι τὸ γεγονὸς μὲ τὸν ᾿Αββᾶ Μακάριο.4.Μάρθας Μοναχῆς (+),Ο Παπα-Νικόλας Πλανᾶς,σελ.62-63,§ μβʹ.Τὸ ἐξημερωθὲν θηρίον, ἐκδόσεις «ΑΣΤΗΡ»,Αθῆναι 1967.5.Πρβλ.Παπα-Φιλοθέου Φάρου,ἔνθ᾿ ἀνωτ.,σελ. 17.6.Πρβλ.Παπα-Φιλοθέου Φάρου,ἔνθ᾿ ἀνωτ.,σελ.57.7.Πρβλ.Καθηγουμένης Θεοδώρας Χαμπάκη,Γεροντικόν,σελ. 43-44,ἔκδοσις Ζʹ,Αδελφότητος «Λυδία», Θεσσαλονίκη 1989.υ.Τὸ πρωτότυπον τῆς διηγήσεως:Ιεροῦ ᾿Αντιόχου Πανδέκτου, PG τ.89,στλ. 1796 Β,Λόγος ΡΙʹ.Επίσης:Εὐεργετινὸς τ.Βʹ,῾Υπόθεσις ΛΖʹ,§ 10.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου