Δύνασθε επίσης να μας πείτε όλοι εσείς,
οι οπαδοί της οικονομίας και του δήθεν κατ' επίγνωσιν ζήλου
εις τι εβοηθήσατε την πολεμουμένην Ορθοδοξίαν από το 1923 και εξής,
από το έτος δηλαδή που δειλά - δειλά ο Οικουμενισμός
διά της ημερολογιακής καινοτομίας έφθασε μέχρι του σημείου της συμπεριλήψεως
του ονόματος του πάπα εν τοις διπτύχοις της Κωνσταντινουπόλεως
και της αναγνωρίσεως αυτού ''ως ομοζήλου και ομοτρόπου των Πρωτοκορφαίων Αποστόλων!,
της δε ''εκκλησίας'' του, ως ταμειούχου της Θ. Χάριτος, με αποστολικήν διαδοχήν, μυστήρια κ.λπ; (Βλέπε ''Επίσκεψις'' Νο 139, 159, 214. Ορθόδοξον Τύπον 1 Δεκεμβρίου 1969 σελ. 3, ''Μακεδονία'' 9 Ιουλίου 1978).
Όχι μόνον δεν την εβοηθήσατε,
αλλά και όσα ηρωικά της τέκνα είπαν το ΟΧΙ στους σύγχρονους Βέκκους του Φαναρίου,
ηθελήσατε διά ποικίλων τρόπων να τα αποτρέψετε της ομολογιακής των πορείας,
ελεγχόμενοι ασφαλώς από την στάσιν των,
ως πάλαι οι λατινόφρονες του Βυζαντίου ησχύνοντο και αποστρέφοντο
συγχρόνως τους ζηλωτάς Ορθοδόξους.
Ή μήπως διακρίνει ο Παν/τος διαφοράν τίνα μεταξύ της τότε και της νυν καταστάσεως; Ημείς διαφοράν βλέπομεν μόνον εις την στάσιν των σύγχρονων Ορθοδόξων και δη του Αγίου Όρους, το οποίον, αντί σύσσωμον να είχε διακόψει πάσαν κοινωνίαν μετά της υποπεσούσης εις αίρεσιν Εκκλησίας της Κων/λεως, αυτό, ου μόνον συνεχίζει να κοινωνεί αδιαφόρως μετ' αυτής, αλλά και να διώκει ποικίλως τους Ζηλωτάς Αγιορείτας Πατέρας, ως δήθεν σχισματικούς, εκτός εκκλησίας κ.λπ. Αλήθεια, πόσο ομοιάζετε Πανοσιολογιώτατε.
Όχι μόνον λοιπόν δεν εβοηθήστε την πολεμουμένην Ορθοδοξίαν, αλλά και την εναγώνιον προσπάθειάν της ν' αποφύγει τον θανάσιμον εναγκαλισμόν του παπικού πτώματος, με σαδισμόν θα έλεγεν κανείς, της απαντούσατε κάθε φοράν: Υπομονή, ω Μήτερ, άχρι καιρού, άχρι του κοινού ποτηρίου, και τότε θα ίδεις οποία ηρωικά τέκνα έχεις. Πανοσιολογιώτατε, ουδέποτε να νομίσετε ότι η Ορθοδοξία υμών και των 2 - 3 ''συντηρητικών'' επισκόπων σας και ''αγωνιστικών'' εντύπων, ως του ''Ορθοδόξου Τύπου'', αδυνατεί να συνεχίσει την αιματώδη πλην ένδοξον πορείαν της.
Πάντοτε θα ευρίσκονται οι Πένητες του Χριστού'', ο πιστός λαός με τον ελάχιστον, πλην θεοφοβούμενον κλήρον, αυτοί οι αγαπώντες την αλήθειαν χωρίς σοφιστείες και διαβολές, για ν' ανταγωνίζονται χάριτι Θεού κατά της ποικίλης πλάνης και κακοδοξίας. Αλίμονον όμως εις τους δήθεν κατ' επίγνωσιν ζηλωτάς, και ιδιαιτέρως την Παν/τητά σου, οι οποίοι, όχι μόνον δεν εισέρχονται εις το στάδιον της ομολογίας, αλλά και τους επιθυμούντας να εισέλθουν, εμποδίζουν, με αποτέλεσμα να προχωρά πιο εύκολα η αίρεσις και η παράταξις του Κυρίου να αποδυναμούται.
Ασφαλώς μερικούς ομοίους σας θα είχε υπ' όψιν του ο Μ. Βασίλειος, όταν έγραψε τους παρακάτω αληθεστάτους λόγους του: ''Ημήν σε προς τω φανερώ πολέμω των αιρετικών έτι δε και ο παρά των δ ο κ ο ύ ν τ ω ν ο ρ θ ο δ ο ξ ε ί ν επαναστάς, προς έσχατον ασθενείας τας εκκλησίας κατήγαγε''. Επιστολή 92. (Α' Ιούνιος '79)
ΠΟΙΝΑΙ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΑΚΥΡΑΙ
Ποιναί, επιβαλλόμεναι υπό επισκόπου, κηρύττοντος, ''δημοσία,'' ''γυμνή τη κεφαλή'' και ''επ' εκκλησίας'', αίρεσιν ''παρά των Αγίων Συνόδων ή Πατέρων κατεγνμωσμένην'' (ΙΕ' Κανόνος ΑΒ Συνόδου), ουκ ισχύουσιν. Διο ο άγιος Κελεστίνος Ρώμης γράφει περί του αιρετικού Νεστορίου , ότι ούτος ''ουδένα ή καθελείν, ή αποκινήσαι ηδύνατο, ος, εν τω κηρύττειν τοιαύτα (αιρετικά), ασφαλώς ουχ ειστήκει'' εν τη ορθοδόξω πίστει (Μ 4, 1045). Από τότε δε ουκ ηδύνατο να επιβάλλει ποινήν καθαιρέσεως, αφορισμού κ.α. ο Νεστοριος ''αφ' ου τοιαύτα (αιρετικά) κηρύττειν ήρξατο'' αυτόθι.
Η δε τιμωρητική ''απόφασις'' του αιρεσιάρχου κατά των μη πειθομένων εις αυτόν ουδέ πρόσκαιρον ισχύν έσχεν (αυτόθι). Και ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας ελέγχει τον Νεστόριον, επιστέλλων προς αυτόν: ''Κλήρον άγιον πρεσβυτέρων και διακόνων αποσυναγώγους (κακώς) εποίησας, ελέγχοντά σου την άκαιρον μανίαν, μη τα του Αρείου φρονείν''. (Μ 4, 1256). Ο Νεστόριος έδει να μετανοήσει εκ της κακοδοξίας του, και ουχί οι ελέγξαντες τούτον ως αιρετικόν να καθαιρεθώσι και αφορισθώσι παρ' αυτού, οίτινες ήσαν άξιοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί (ΙΕ Κανόνος ΑΒ Συνόδου). Ιδού, διατί οι τιμωρηθέντες υπό του αιρετικού Νεστορίου, ως μη τιμωρηθέντες ελογίσθησαν παρά των Αγίων και παρέμειναν εν τη Εκκλησία, κοινωνούντες μετά των Ορθοδόξων Ιεραρχών.
Τοις δε γε των κληρικών, ήτοι (ή) λαικών, διά την ορθήν πίστιν κεχωρισμένοις, ή καθαιρεθείσι παρ' αυτού'', γράφει Κύριλος Αλεξανδρείας προς τους εν Κωνσταντινουπόλει, ''κοινωνούμεν ημείς'' (Μ 4, 1096). ''Ούτοι πάντες'', λέγει και Κελεστίνος Ρώμης, ''εν τη ημετέρα κοινωνία και εγένοντο (και προ της τιμωρίας των υπό του Νεστορίου) και άχρι του παρόντος εισίν (παρά την κατ' αυτών καταδικαστικήν απόφασιν του αιρετικού επισκόπου (Μ 4, 1045). ''Αποσυναγώγους ποιήσουσιν ημάς'', είπεν ο Κύριος (Ιω. ιστ' 2). Αλλά ''μη ταρασσέσθω υμών η καρδία, πιστεύετε εις τον Θεόν και εις εμέ πιστεύετε'' (Ιω. ιδ' 1).
Τα φόβητρα των αιρετικών ουδέν έστι. Διότι, εφ' όσον ''κατά άνθρωπον γίνεται ταύτα, ουδέν γίνεται'' κατά Θεόν και Εκκλησίαν (Μ. Βασιλείου, PG. 32, 1029). Τουναντίον, ''οι δια την αλήθειαν και την εις Χριστόν ομολογίαν πάσχοντες τι δεινόν και υβριζόμενοι, ούτοι μάλιστα εισίν οι τιμώμενοι'' (Χρυσοστόμου PG. 59. 321), διά τους μη υποκύπτοντας τη αιρέσει, καν ποιναί παρά αιρετικών καταφέρωνται''. (Κ. Ο. 1/7/'81)
ΜΗ ΚΟΙΝΩΝΕΙΤΕ
Τί θέλει ο Θεός να πράξουν οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, όταν ο επίσκοπος αυτών κηρύσσει , ''δημοσία'' και ''γυμνή τη κεφαλή επ' Εκκλησίας'' (ΙΕ' Κανόνος ΑΒ Συνόδου) αίρεσιν, ''παρά των αγίων Συνόδων ή Πατέρων κατεγνωσμένην; Εκείνο, το οποίο παραγγέλλει ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας προς τους εν Κωνσταντινουπόλει, προκειμένου περί του αιρετικού Νεστορίου: ''ασπίλους'' γράφει, ''και αμώμους εαυτούς τηρήσατε, μήτε κοινωνούντες τω μνημονευθέντι, μήτε μην ως διδασκάλω προσέχοντες, ει μένει λύκος αντί ποιμένος'' (Μ. 4, 1096). (Κ.Ο. 1/9/'81).
ΤΟ ΚΑΤΑΚΡΙΤΟΝ ΤΗΣ ΜΕΤΑ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
Τί ζητεί ο Θεός κι η Εκκλησία του να πράξουν οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί (κληρικοί και λαικοί), όταν ο επίσκοπός των δεν κηρύσσει μεν αίρεσιν, κοινωνεί όμως με κηρύσσοντες έργω και λόγω κακοδοξίαν τινά, έστω και αν τούτοι (οι κηρύσσοντες) δεν έχουν κριθεί υπό Συνόδου; Η απάντησις εις το ανωτέρω σοβαρό ερώτημα δεν δύναται ασφαλώς να είναι ολιγόλογος και απλή. Συνοπτικώς θα ηδυνάμεθα να την κλιμακώσωμεν, ως ακολούθως: Α)
Εάν η αίρεσις κηρύσσεται δι' ολίγον χρόνον (μήνας τινάς), οι πιστοί αναμένουν και παρακολουθούν εναγωνίως να ίδουν, πώς θα αντιδράσει ο επίσκοπός των, ή οι συνεπισκοποί του, ή οι επίσκοποι άλλων Ορθόδοξων Εκκλησιών. (Διότι ως μία είναι η Εκκλησία του Χριστού, παρά τας επί μέρους διοικητικάς διακρίσεις της εις πατριαρχεία και αρχιεπισκόπους, ούτω μία και η αυτή ευθύνη βαρύνει πάντας, κληρικούς και λαικούς, έναντι της κηρυττομένης κακοδοξίας ποικίλουσα μόνον ως προς την γνώσιν και τον βαθμόν εκάστου). Και αν μεν αντιδράσει ο επίσκοποπός των πατερικώς, τότε υποχρεούνται να του συμπαρασταθούν πάση δυνάμει, αναμένοντες την έκβασιν. Β)
Εάν όμως παρ' ελπίδα δεν αντιδράσει ο επίσκοπός των, αλλά οι συνεπίσκοποί του, ή έστω εις ορθόδοξος επίσκοπος, τότε υποχρεούνται να συμπαρασταθούν εις αυτόν, ελέγχοντες ούτω εμμέσως, το κατ' αρχάς, την σιωπήν του ποιμένος των, μη διακόπτοντες όμως την μετ' αυτού κοινωνίαν. Εάν, όμως οι αντιδράσεις του επισκόπου, που αγωνίζεται κατά της αιρέσεως κλιμακωθούν και καταλήξουν εις τον πρέποντα χρόνον εις την διακοπήν της κοινωνίας μετά του κακοδοξούντος (εφ' όσον εκείνος θα παρέμενε ανένδοτος εις τα κακόδοξα φρονήματά του), τότε οι πιστοί υποχρεούνται να κοινωνούν μ ό ν ο ν μετά του ανωτέρου αγωνιζόμενου επισκόπου, απομακρυνόμενοι των συνάξεων του ιδικού των, όστις δια της σιγής του ή χλιαράς αντιδράσεώς του δεν παύει να κοινωνεί μετά του αιρετικού, συμπράττων ούτω και ε ν ι σ χ ύ ω ν την κακοδοξίαν.
Ο επί του προκειμένου πατερικός λόγος είναι σαφέστατος: ''Οι μεν τέλεον περί την πίστιν εναυάγησαν, οι δε ή και τοις λογισμοίς ου κατεποντίσθησαν, όμως τη κοινωνία της αιρέσεως σ υ ν ό λ λ υ ν τ α ι''. ''Άπαντες οι της Εκκλησίας διδάσκαλοι, πάσαι αι Σύνοδοι, πάσαι αι Θείαι Γραφαί, φεύγειν τους ετερόφρονας παραινούσι και της αυτών κοινωνίας διίστασθαι''. Και συμπληροί ο μέγας Θεόδωρος ο Στουδίτης: ''Εχθρούς γαρ Θεού ο Χρυσόστομος, ου μόνον τους αιρετικούς, αλλά και τους τοιούτοις κοινωνούντας μεγάλη και πολλή τη φωνή απεφήνατο''.
Αι ανωτέρω αντιδράσεις του καλώς αγωνιζομένου επισκόπου δεν θα πρέπει να διακοπούν μέχρι συνοδικής καταδίκης του αιρετικού. Εν εναντία περιπτώσει, η αντίδρασίς του θα πρέπει να συνεχισθεί άχρι θανάτου, δεσμών και φυλακής, εις περίπτωσιν δηλαδή που ο κακοδοξών διαθέτει πολιτικήν ή εκκλησιαστικήν ισχύν υπέρ αυτού, ως πολλάκις τούτο συνέβη εν τη ιστορία της Εκκλησίας. Εννοείται, ότι την θέσιν του ορθοδόξως, αντιδρόντως επισκόπου δύναται να έχει κληρικός τις ή μοναχός, εφ' όσον δεν ήθελε αντιδράσει εγκαίρως ή αποτελεσματικώς ουδείς επίσκοπος. Τα παραδείγματα είναι πολλά.
ΤΟ ΚΑΤΑΚΡΙΤΟΝ ΤΗΣ ΜΕΤΑ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
Τί ζητεί ο Θεός κι η Εκκλησία του να πράξουν οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί (κληρικοί και λαικοί), όταν ο επίσκοπός των δεν κηρύσσει μεν αίρεσιν, κοινωνεί όμως με κηρύσσοντες έργω και λόγω κακοδοξίαν τινά, έστω και αν τούτοι (οι κηρύσσοντες) δεν έχουν κριθεί υπό Συνόδου; Η απάντησις εις το ανωτέρω σοβαρό ερώτημα δεν δύναται ασφαλώς να είναι ολιγόλογος και απλή. Συνοπτικώς θα ηδυνάμεθα να την κλιμακώσωμεν, ως ακολούθως: Α)
Εάν η αίρεσις κηρύσσεται δι' ολίγον χρόνον (μήνας τινάς), οι πιστοί αναμένουν και παρακολουθούν εναγωνίως να ίδουν, πώς θα αντιδράσει ο επίσκοπός των, ή οι συνεπισκοποί του, ή οι επίσκοποι άλλων Ορθόδοξων Εκκλησιών. (Διότι ως μία είναι η Εκκλησία του Χριστού, παρά τας επί μέρους διοικητικάς διακρίσεις της εις πατριαρχεία και αρχιεπισκόπους, ούτω μία και η αυτή ευθύνη βαρύνει πάντας, κληρικούς και λαικούς, έναντι της κηρυττομένης κακοδοξίας ποικίλουσα μόνον ως προς την γνώσιν και τον βαθμόν εκάστου). Και αν μεν αντιδράσει ο επίσκοποπός των πατερικώς, τότε υποχρεούνται να του συμπαρασταθούν πάση δυνάμει, αναμένοντες την έκβασιν. Β)
Εάν όμως παρ' ελπίδα δεν αντιδράσει ο επίσκοπός των, αλλά οι συνεπίσκοποί του, ή έστω εις ορθόδοξος επίσκοπος, τότε υποχρεούνται να συμπαρασταθούν εις αυτόν, ελέγχοντες ούτω εμμέσως, το κατ' αρχάς, την σιωπήν του ποιμένος των, μη διακόπτοντες όμως την μετ' αυτού κοινωνίαν. Εάν, όμως οι αντιδράσεις του επισκόπου, που αγωνίζεται κατά της αιρέσεως κλιμακωθούν και καταλήξουν εις τον πρέποντα χρόνον εις την διακοπήν της κοινωνίας μετά του κακοδοξούντος (εφ' όσον εκείνος θα παρέμενε ανένδοτος εις τα κακόδοξα φρονήματά του), τότε οι πιστοί υποχρεούνται να κοινωνούν μ ό ν ο ν μετά του ανωτέρου αγωνιζόμενου επισκόπου, απομακρυνόμενοι των συνάξεων του ιδικού των, όστις δια της σιγής του ή χλιαράς αντιδράσεώς του δεν παύει να κοινωνεί μετά του αιρετικού, συμπράττων ούτω και ε ν ι σ χ ύ ω ν την κακοδοξίαν.
Ο επί του προκειμένου πατερικός λόγος είναι σαφέστατος: ''Οι μεν τέλεον περί την πίστιν εναυάγησαν, οι δε ή και τοις λογισμοίς ου κατεποντίσθησαν, όμως τη κοινωνία της αιρέσεως σ υ ν ό λ λ υ ν τ α ι''. ''Άπαντες οι της Εκκλησίας διδάσκαλοι, πάσαι αι Σύνοδοι, πάσαι αι Θείαι Γραφαί, φεύγειν τους ετερόφρονας παραινούσι και της αυτών κοινωνίας διίστασθαι''. Και συμπληροί ο μέγας Θεόδωρος ο Στουδίτης: ''Εχθρούς γαρ Θεού ο Χρυσόστομος, ου μόνον τους αιρετικούς, αλλά και τους τοιούτοις κοινωνούντας μεγάλη και πολλή τη φωνή απεφήνατο''.
Αι ανωτέρω αντιδράσεις του καλώς αγωνιζομένου επισκόπου δεν θα πρέπει να διακοπούν μέχρι συνοδικής καταδίκης του αιρετικού. Εν εναντία περιπτώσει, η αντίδρασίς του θα πρέπει να συνεχισθεί άχρι θανάτου, δεσμών και φυλακής, εις περίπτωσιν δηλαδή που ο κακοδοξών διαθέτει πολιτικήν ή εκκλησιαστικήν ισχύν υπέρ αυτού, ως πολλάκις τούτο συνέβη εν τη ιστορία της Εκκλησίας. Εννοείται, ότι την θέσιν του ορθοδόξως, αντιδρόντως επισκόπου δύναται να έχει κληρικός τις ή μοναχός, εφ' όσον δεν ήθελε αντιδράσει εγκαίρως ή αποτελεσματικώς ουδείς επίσκοπος. Τα παραδείγματα είναι πολλά.
Εάν η αίρεσις κηρύσσεται δι' ολίγον χρόνον (μήνας τινάς), οι πιστοί αναμένουν και παρακολουθούν εναγωνίως να ίδουν, πώς θα αντιδράσει ο επίσκοπός των, ή οι συνεπισκοποί του, ή οι επίσκοποι άλλων Ορθόδοξων Εκκλησιών. (Διότι ως μία είναι η Εκκλησία του Χριστού, παρά τας επί μέρους διοικητικάς διακρίσεις της εις πατριαρχεία και αρχιεπισκόπους, ούτω μία και η αυτή ευθύνη βαρύνει πάντας, κληρικούς και λαικούς, έναντι της κηρυττομένης κακοδοξίας ποικίλουσα μόνον ως προς την γνώσιν και τον βαθμόν εκάστου). Και αν μεν αντιδράσει ο επίσκοποπός των πατερικώς, τότε υποχρεούνται να του συμπαρασταθούν πάση δυνάμει, αναμένοντες την έκβασιν. Β)
Εάν όμως παρ' ελπίδα δεν αντιδράσει ο επίσκοπός των, αλλά οι συνεπίσκοποί του, ή έστω εις ορθόδοξος επίσκοπος, τότε υποχρεούνται να συμπαρασταθούν εις αυτόν, ελέγχοντες ούτω εμμέσως, το κατ' αρχάς, την σιωπήν του ποιμένος των, μη διακόπτοντες όμως την μετ' αυτού κοινωνίαν. Εάν, όμως οι αντιδράσεις του επισκόπου, που αγωνίζεται κατά της αιρέσεως κλιμακωθούν και καταλήξουν εις τον πρέποντα χρόνον εις την διακοπήν της κοινωνίας μετά του κακοδοξούντος (εφ' όσον εκείνος θα παρέμενε ανένδοτος εις τα κακόδοξα φρονήματά του), τότε οι πιστοί υποχρεούνται να κοινωνούν μ ό ν ο ν μετά του ανωτέρου αγωνιζόμενου επισκόπου, απομακρυνόμενοι των συνάξεων του ιδικού των, όστις δια της σιγής του ή χλιαράς αντιδράσεώς του δεν παύει να κοινωνεί μετά του αιρετικού, συμπράττων ούτω και ε ν ι σ χ ύ ω ν την κακοδοξίαν.
Ο επί του προκειμένου πατερικός λόγος είναι σαφέστατος: ''Οι μεν τέλεον περί την πίστιν εναυάγησαν, οι δε ή και τοις λογισμοίς ου κατεποντίσθησαν, όμως τη κοινωνία της αιρέσεως σ υ ν ό λ λ υ ν τ α ι''. ''Άπαντες οι της Εκκλησίας διδάσκαλοι, πάσαι αι Σύνοδοι, πάσαι αι Θείαι Γραφαί, φεύγειν τους ετερόφρονας παραινούσι και της αυτών κοινωνίας διίστασθαι''. Και συμπληροί ο μέγας Θεόδωρος ο Στουδίτης: ''Εχθρούς γαρ Θεού ο Χρυσόστομος, ου μόνον τους αιρετικούς, αλλά και τους τοιούτοις κοινωνούντας μεγάλη και πολλή τη φωνή απεφήνατο''.
Αι ανωτέρω αντιδράσεις του καλώς αγωνιζομένου επισκόπου δεν θα πρέπει να διακοπούν μέχρι συνοδικής καταδίκης του αιρετικού. Εν εναντία περιπτώσει, η αντίδρασίς του θα πρέπει να συνεχισθεί άχρι θανάτου, δεσμών και φυλακής, εις περίπτωσιν δηλαδή που ο κακοδοξών διαθέτει πολιτικήν ή εκκλησιαστικήν ισχύν υπέρ αυτού, ως πολλάκις τούτο συνέβη εν τη ιστορία της Εκκλησίας. Εννοείται, ότι την θέσιν του ορθοδόξως, αντιδρόντως επισκόπου δύναται να έχει κληρικός τις ή μοναχός, εφ' όσον δεν ήθελε αντιδράσει εγκαίρως ή αποτελεσματικώς ουδείς επίσκοπος. Τα παραδείγματα είναι πολλά.
Βασικότατον και πρωτεύοντα ρόλον δια πάντα τα ανωτέρω
θα παίζουν πάντοτε οι παράγοντες χ ρ ό ν ο ς και γ ν ώ σ ι ς,
ήτοι επί πόσον χρόνον κηρύσσεται η κακοδοξία
και κατά πόσον εγένετο αύτη γνωστή εις το πλήρωμα της Εκκλησίας.
Δέον όμως να σημειωθεί, ότι ο παράγων γνώσις εις τας ημέρας μας έχει εκμηδενισθεί,
λόγω των υπαρχόντων μέσων αναμεταδόσεως ομιλιών και γεγονότων,
ενώ ο παράγων χρόνος, καίτοι κατά πολύ συντετμημένος εν συγκρίσει προς το παρελθόν,
εν τούτοις συνεχίζει και θα συνεχίζει να παίζει βασικόν ρόλον
ένεκα της απαιτουμένης μεθοδεύσεως της αντιδράσεως, άχρι της Συνοδικής Καταδίκης.
Κλασσική πάντως περίπτωσις εν προκειμένω, προς την οποίαν δύναται να προσβλέπουν πάντες οι καλοί ποιμένες,
τυγχάνει η καταδίκη του αιρετικού Νεστορίου, πατριάρχου Κων/λεως,
υπό της Γ' Οικουμενικής Συνόδου, με πρωταγωνιστάς της καθαιρέσεώς του
ουχί τινάς εκ των συνεπισκόπων του αιρετικού,
αλλά τους μακράν σφόδρα κειμένους πατριάρχας Αλεξανδρείας και Ρώμης!
Εισαγωγή στο διαδίκτυο στο μονοτονικό σύστημα,
τίτλος και επιμέλεια κειμένου
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Απόσπασμα από το βιβλίο ''ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΚΑΙ ΑΙΡΕΣΙΣ''
του αειμνήστου πατρός Θεοδωρήτου Μαύρου.
Έκδοση του περιοδικού ''Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ''.
Αθήνα 1982, σελίδες 57 - 63.
Στην φωτογραφία της ανάρτησης
ο αείμνηστος ζηλωτής μοναχός π. Πέτρος,
συνασκητής του περίφημου Γέροντα π. Ισιδώρου.
Να είσαι καλά αδελφέ με συγκίνησες με την ανάφορά σου τόσο στον π. Θεοδώρητο που πολλά με ωφέλησε όσο και στον π. Πέτρο που είχα την ευλογία να γνωρίσω μαζί με τον γέροντά του π. Ισίδωρο τους όντως μεγάλους σύγχρονους ασκητές. Όσοι πέραδαν από το κελί τους στον Άγιο Πέτρο αντιληφθήκαμε αμυδρά τι εστί ασκητικός τρόπος ζωής κατά Χριστόν, ο αυτός εις τους αιώνας...
ΑπάντησηΔιαγραφή