ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Σάββατο 8 Σεπτεμβρίου 2018

ΟΙ ΓΑΜΟΙ ΤΩΝ ΙΕΡΩΜΕΝΩΝ




«Δεῖ τὸν Ἐπίσκοπον μιᾶς γυναικὸς ἄνδρα εἶναι» (Α’ Τιμοθ. γ’ 2)


Α’. Αἱ διατάξεις τῶν Ἱερῶν Κανόνων



Οἱ διὰ παντὸς ἐπιζητοῦντες τὸν συγχρονισμὸν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸ «πνεῦμα τῆς ἐποχῆς», μετὰ τῶν ἄλλων Καινοτομιῶν, εἰσηγοῦνται καὶ τὸν γάμον τῶν Ἐπισκόπων, καθὼς καὶ τὸν δεύτερον τοιοῦτον διὰ τοὺς ἐν χηρείᾳ διατελοῦντας Ἱερεῖς. Πολλὰ καὶ διάφορα λέγουν, ἄτοπα, τὰ ὁποῖα διαπράττονται σήμερον εἰς τὰς ἐπισκοπικὰς αὐλάς, λόγῳ τῆς ὑποχρεωτικῆς τῶν Ἐπισκόπων ἀγαμίας, θὰ ἐκλείψουν· ἐπίσης καὶ τῶν ἐν ἡλικίᾳ μήπω προβεβηκυίᾳ ὑποστάντων χηρείαν Ἱερέων ὁ δεύτερος γάμος θὰ συγκρατήσῃ ἀπὸ ἠθικὰς παρεκτροπάς, αἵτινες, εἰς δημοσιότητα συχνὰ ἐρχόμεναι, σκανδαλίζουν πολλὰς ψυχὰς ἀστηρίκτων Χριστιανῶν καὶ δίδουν λαβὴν μομφῆς προσαπτομένης ὁλοκλήρου τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας, πρὸς ἱκανοποίησιν τῶν χαιρεκάκων ἐπιβούλων της. Ἄλλως τε, προσθέτουν, τὸ ἔγγαμον τῶν Ἐπισκόπων δὲν ἀπάδει, ἀλλὰ μᾶλλον συνάδει πρὸς τὰς ἱερογραφικὰς παραγγελίας. «Δεῖ τὸν Ἐπίσκοπον», κατὰ τὸν θεῖον Παῦλον, «μιᾶς γυναικὸς ἄνδρα εἶναι» (Α’ Τιμοθ. γ’ 2).


Τὸ καθ’ ἡμᾶς, οἱ ἰσχυρισμοὶ οὗτοι στεροῦνται σοβαρότητος. Ὁ θεῖος Παῦλος, ὁ ἀλλαχοῦ τοσοῦτον ἐνθέρμως συνιστῶν τὸν ἀγγελομίμητον παρθενικὸν βίον εἰς πάντα προαιρούμενον νὰ ἐκλέξῃ τοῦτον (βλ. Α’ Κορ. ζ’ 25-40), δὲν ἦτο δυνατὸν νὰ παραγγέλῃ διὰ τὸν Ἐπίσκοπον «μιᾶς γυναικὸς ἄνδρα δεῖ εἶναι» οὐχὶ συμβουλευτικῶς, ἀλλὰ προστακτικῶς, καθόσον ἡ θέσις τοῦ Ἐπισκόπου ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ ἐτάχθη περίοπτος, ἵνα ἐκ τοῦ βίου καὶ παραδείγματος αὐτοῦ διδάσκηται ὁ λαὸς τὴν κατὰ Χριστόν, (Οὗ τύπος καὶ εἰκὼν ὁ Ἐπίσκοπος), τελειότητα, ἥν ἡ παρθενία εἰς τοὺς ἐναρέτους ἐπαγγέλεται καὶ χαρίζει.


θεῖος Παῦλος γράφων πρὸς τὸν μαθητήν του Τιμόθεον, ὅτι «ΔΕΙ τὸν Ἐπίσκοπον μιᾶς γυναικὸς ἄνδρα εἶναι», δὲν ἐπιβάλλει τὸν γάμον τοῦ Ἐπισκόπου, ἀλλὰ διὰ τὸ «ΜΙΑΣ ΓΥΝΑΙΚΟΣ ἄνδρα εἶναι» ἀποκλείει τὴν διγαμίαν ἤ τὸ ἔχειν ἐν συζεύξει ὁμοῦ δύο γυναῖκας. «Τοῖς γὰρ Ἰουδαϊκοῖς ἱερεῦσιν ἐξῆν καὶ δευτερογαμεῖν καὶ δύο κατὰ ταὐτὸν ἔχειν γυναῖκας» (Ζυγαβηνός). «Οὐ τοῦτο νομοθετεῖ (μιᾶς γυναικὸς ἄνδρα τὸν Ἐπίσκοπον εἶναι), ἀλλ’ εἰ γίνεταί φησιν, ἀπὸ κοσμικῶν (ἄν δηλ. προέρχεται ἀπὸ τὰς τάξεις τῶν κοσμικῶν – καὶ οὐχὶ τῶν ἀζύγων Μοναχῶν) μὴ εἴη δευτερόγαμος» (Οἰκουμένιος)1.


Οὕτω τοῖς ἀποστολικοῖς παραγγέλμασι στοιχοῦσα ἡ Ἐκκλησία, μέχρι τοῦ ἑβδόμου αἰῶνος ἀνύψου εἰς τὸν βαθμὸν τοῦ Ἐπισκόπου ἄνδρας οὐ μόνον ἐκ τῆς τάξεως τῶν Μοναχῶν, ἀλλὰ καὶ τῶν ἐγγάμων, διακρινομένων ἐπ’ ἐναρέτῳ πολιτείᾳ καὶ ἐξωτερικῇ μορφώσει. Ἐπειδὴ ὅμως πολλοὶ τῶν ἐγγάμων Ἐπισκόπων ἔκαμνον κατάχρησιν σκανδαλώδη τῶν ἐπὶ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς διοικήσεως δικαιωμάτων των, καὶ διὰ τὴν πλουσίαν ἀποκατάστασιν τῶν θυγατέρων των κυριολεκτικῶς ἐλεηλάτουν τὴν κινητὴν καὶ ἀκίνητον ἐκκλησιαστικὴν περιουσίαν τῆς Ἐπαρχίας των, καί, ὅπερ τὸ χειρότερον, ἐφρόντιζον διὰ παντὸς τρόπου μετὰ θάνατον ἡ διαδοχὴ τοῦ Θρόνου, «κληρονομικῷ δικαιώματι», νὰ περιέρχηται εἰς τοὺς υἱούς των, καὶ ἐπειδὴ ἐνίοτε οἱ υἱοὶ καὶ θυγατέρες τῶν τοιούτων Ἐπισκόπων ἐξώλεις καὶ προώλεις τυγχάνοντες, τῇ ἐγκληματικῇ καὶ ἀχαρακτηρίστῳ ἀνοχῇ καὶ ἐνοχῇ τοῦ πατρός των, πολλὰ ἀκατονόμαστα ὄργια, πρὸς μέγα παρὰ πιστοῖς καὶ ἀπίστοις σκάνδαλον διέπραττον, ἠναγκάσθη ἡ Ἐκκλησία νὰ περιστείλῃ τὸ κακόν, ἀπαλλάσσουσα ἑαυτὴν μὲν ἐκ τῶν σκανδάλων, τὸν Ἐπίσκοπον δὲ ἐξ οἰκογενειακῶν φροντίδων καὶ βαρῶν, ἵνα οὗτος ἀπερίσπαστος ἀφοσιωθῇ εἰς τὰ ὑψηλὰ καὶ ἐπίμοχθα καθήκοντα τῆς ποιμαντικῆς διακονίας.


Οὕτω ἡ ἐν Τρούλλῳ Κων/λεως συνελθοῦσα Ἁγία Ἕκτη Οἰκουμενικὴ Σύνοδος διὰ τοῦ ΙΒ’ Κανόνος, ἀπηγόρευσεν ἐφεξῆς οὐ μόνον τὸν γάμον τῶν Ἐπισκόπων, ἀλλὰ καὶ τὴν συνοίκησιν αὐτῶν μετὰ τῶν πρώην συζύγων των, ὧν κατὰ τὴν χειροτονίαν ὑπεσχέθησαν τὴν διάζευξιν. Ἔκτοτε ἡ Ἐκκλησία ἐκλέγει ἐκ τῆς τάξεως τῶν ἀζύγων – Μοναχῶν – τοὺς Ἐπισκόπους. Καὶ εἶναι μὲν ἀληθὲς ὅτι συνεπείᾳ τούτου τὰ σκάνδαλα τῶν Ἐπισκοπικῶν αὐλῶν δὲν ἔλλειψαν παντελῶς, περιωρίσθησαν ὅμως κατὰ πολύ.


Μαντεύομεν τὰς ἐν προκειμένῳ ἀντιρρήσεις τινῶν, ὅτι διὰ τῆς ὑποχρεωτικῆς ἀγαμίας τῶν Ἐπισκόπων, ἀπηλλάγη μὲν ἡ Ἐκκλησία τῶν κακῶν ἐκ τῆς διεφθαρμένης οἰκογενείας τῶν ἐγγάμων, δὲν ἔπαυσε δὲ νὰ ὑποφέρῃ εἰσέτι ἐκ τῆς κακοηθείας τινῶν ἀγάμων. Ἀλλ’ ἄς μὴ λησμονῶμεν, ὅτι ἡ ριζικὴ ἐξάλειψις τοῦ κακοῦ τότε μόνον θὰ ἐπέλθῃ, ὅταν εἰς τὴν ἑκάστοτε ἐκλογὴν τοῦ Ἐπισκόπου τηρῶνται αἱ ὑπὸ τῶν Ἱερῶν Κανόνων διατάξεις. Ὄντως, ἄν λόγῳ ἤθους ἀμέμπτου καὶ μορφώσεως ἀρτίας, δὲν προβληθῇ ὁ ἐν πᾶσι ἄριστος, ἀλλ’ ὁ ἠθικῶς κατεγνωσμένος, ὁ «μὴ ἔχων τὴν ἔξωθεν καλὴν μαρτυρίαν», ὁ μὴ συγκεντρώνων τὰ πειστήρια μιᾶς καλῆς καὶ θεαρέστου ποιμαντορικῆς δράσεως, μέχρις αὐτοθυσίας ὑπὲρ τῆς σωτηρίας τῶν προβάτων τῆς Ποίμνης του ἐξικνουμένης, τὸ κακὸν ἐν τῇ διοικήσει τῆς Ἐκκλησίας θὰ διαιωνίζηται, καὶ τὰ ἀκατάπαυστα σκάνδαλα τῶν ἀναξίων Ποιμένων θὰ φθείρωσι διαρκῶς τὸ Σῶμα αὐτῆς ἐλεεινότερον ἤ οἱ ἔξω τῶν κόλπων αὐτῆς ἐπιβουλευόμενοι αὐτήν. Πρέπει δὲ νὰ γίνῃ παραδεκτὸν ὅτι, ἄν μὴ ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ διακατέχῃ τὸν ἄνθρωπον, τότε οὐδεὶς περιορισμός, οὐδεμία ἀπειλὴ ἑτέρα δύναται νὰ συγκρατήσῃ αὐτὸν ἀπὸ τὰ ἄτοπα.


ἱερὸς θεσμὸς τοῦ γάμου, ὁ εἰς περιωπὴν Μυστηρίου ὑπὸ τῆς Ἐκκλησίας ἀνυψωθείς, καθιερώθη πρὸς ἀναχαίτισιν τῆς ἀνηθικότητος καὶ περιστολὴν τῆς ἀκολασίας· ἀνθρώπινοι δὲ νόμοι δι’ αὐστηροτάτων ποινῶν τιμωροῦσι τοὺς βεβηλοῦντας τὴν ἱερότητα τῆς συζυγίας. Ἀλλὰ σήμερον, ὅτε ἔλλειψεν ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὰς καρδίας τῶν ἀνθρώπων, πόσοι μένουσι πιστοὶ εἰς τὰς ὑποσχέσεις τῆς ἐννόμου συζυγίας των, καὶ πόσοι δὲν κατορχοῦνται ἀνέδην θείων καὶ ἀνθρωπίνων νόμων, περιφρονοῦντες ἐπιδεικτικώτατα τὰς ἀπειλὰς καὶ διαφεύγοντες τὰς προβλεπομένας κυρώσεις των; «Ὁ πρὸ τοῦ γάμου πορνεύων καὶ μετὰ τὸν γάμον πορνεύσει», λέγει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος. Ἔλθωμεν ἤδη καὶ εἰς τὸ θέμα τοῦ δευτέρου γάμου τῶν Ἱερέων καὶ Διακόνων πρὸ καὶ μετὰ τὴν Χειροτονίαν, ἐφ’ ὅσον περὶ Ἐπισκόπων οὐδὲ περὶ ἑνὸς γάμου πλέον δύναται νὰ γίνῃ συζήτησις.


Εἶναι γνωστόν, ὅτι ἡ Α’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος, τῇ εἰσηγήσει τοῦ Ὁσίου Παφνουτίου, διὰ τοὺς Πρεσβυτέρους καὶ Διακόνους δὲν ἐπέβαλεν ὑποχρεωτικὴν ἀγαμίαν. Ἡ παπικὴ ἐκκλησία ἐπιβαλοῦσα τοιοῦτον ζυγὸν εἰς πάντας ἀνεξαιρέτως τοὺς κληρικούς της εὑρίσκεται ἐκτὸς νόμου. Ἀλλ’ ἡ Ἀνατολικὴ Ἐκκλησία δύναται νὰ καυχηθῇ, ὅτι εἰς τοὺς θεσμούς της πάντοτε ἐβάδισε τὴν μέσην καὶ βασιλικὴν ὁδὸν ἀπὸ τῶν ἀποστολικῶν χρόνων ἀπαρεγκλίτως. Καὶ ἐπέτρεψε μὲν τὸν πρῶτον γάμον διὰ τοὺς Πρεσβυτέρους καὶ Διακόνους πρὸ τῆς Χειροτονίας, ἀπηγόρευσε δὲ τὴν διγαμίαν, ἤ γάμον μετὰ τὴν χειροτονίαν.


Οὕτω κατὰ τὸν ΙΖ’ Ἀποστολικὸν Κανόνα: «Ὁ δυσὶ γάμοις συμπλακεὶς μετὰ τὸ βάπτισμα ἤ παλλακὴν κτησάμενος, οὐ δύναται εἶναι ἐπίσκοπος, ἤ πρεσβύτερος, ἤ διάκονος, ἤ ὅλως τοῦ καταλόγου τοῦ Ἱερατικοῦ».


Κατὰ τὸν ΙΗ’ Ἀποστολικὸν Κανόνα: «Ὁ χήραν λαβών, ἤ ἐκβεβλημένην, ἥ ἑταίραν, ἤ οἰκέτιν, ἤ τῶν ἐπὶ σκηνῆς, οὐ δύναται εἶναι ἐπίσκοπος, ἤ πρεσβύτερος, ἤ διάκονος, ἤ ὅλως τοῦ καταλόγου τοῦ Ἱερατικοῦ»2. Τοὺς δύο ὡς ἄνω Ἀποστολικοὺς Κανόνας ἐπικυροῦσα ἡ ἐν Τρούλλῳ Ἕκτη Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ἐπανέλαβε τὰς αὐτὰς ἀπαγορεύσεις διὰ τοῦ Γ’ αὐτῆς Κανόνος· διὰ δὲ τοῦ ΙΒ’ οὐ μόνον ἀπηγόρευσε τὸν γάμον τῶν Ἐπισκόπων, ἀλλὰ καὶ τὴν συνοίκησιν αὐτῶν μετὰ τῶν πρώην συζύγων των, ὡς προείπομεν. Ὁ Μ. Βασίλειος διὰ τοῦ ΙΒ’ Κανόνος ἀποφαίνεται: «Τοὺς διγάμους ὁ Κανὼν τῆς ὑπηρεσίας ἀπέκλεισε». «Κανόνα ἐνταῦθα ὁ Ἅγιος τὸν ΙΖ’ Κανόνα τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων λέγει, καὶ ὑπηρεσίαν, τὴν ἐκκλησιαστικὴν κλήρωσιν» (Βαλσαμών)3.



«Ὁ δίγαμος καί ἀκλήρωτος» (Ἀριστινός)4.



Κατὰ τὸν Ὅσιον Νικόδημον, ἑρμηνευτὴν τῶν Ἱερῶν Κανόνων, γάμος δέον νὰ λογίζηται καὶ ἡ ἱερολογηθεῖσα μνηστεία, ὥστε οἱ συνάψαντες μίαν μνηστείαν μετ’ ἀποθανούσης γυναικὸς καὶ γάμον μετὰ ζώσης νὰ θεωρῶνται δίγαμοι (Ἱερὸν Πηδάλιον, ἐν ὑποσημ. ΙΖ’ Ἀποστολικοῦ). Ὅθεν, κατὰ τοὺς διαληφθέντας ἱεροὺς Κανόνας, τὸν δεύτερον γάμον ἀποκλείει αὐστηρότατα ἡ ἱερωσύνη παντὸς βαθμοῦ. Παρὰ ταῦτα ὅμως εἰς ἀνωμάλους καιρικὰς περιστάσεις ἀπετολμήθησαν χειροτονίαι διγάμων, εἰς τὰς ὁποίας παραδόξως δὲν ἦσαν ἀνεύθυνοι καὶ ἄνδρες ἐπ’ ἀρετῇ φημιζόμενοι.


Β’. Κανονικαί Παραβάσεις καί Κυρώσεις


Πατριάρχης Ἀντιοχείας Δόμνος Β’ 5 (441-449), τίς οἶδε διὰ ποίους λόγους καὶ ὑπὸ ποίας συνθήκας εὑρεθείς, ἐχειροτόνησεν Ἐπίσκοπον Τύρου ἐνάρετον μὲν ἀλλὰ δίγαμόν τινα Εἰρηναῖον. Τὴν ἀντικανονικὴν αὐτὴν πρᾶξιν τοῦ Δόμνου πληροφορηθεὶς ὁ Ἀλεξανδρείας Διόσκουρος, ὁ προστάτης τῆς αἱρέσεως τῶν Μονοφυσιτῶν, ἐπωφελήθη τῆς εὐκαιρίας διὰ νὰ ἐπιτύχῃ τὴν ἐξόντωσιν τοῦ Ὀρθοδόξου Δόμνου, καταγγείλας αὐτὸν καὶ εἰς τὸν ἐν Κων/πόλει Αὐτοκράτορα. Ὁ Δόμνος ὑποχείριος τῶν ἀντιπάλων του διὰ τὴν ἀντικανονικὴν πρᾶξιν του ταύτην εὑρεθείς, ἐπεκαλέσθη τὴν βοήθειαν καὶ τὰς συμβουλὰς τοῦ Θεοδωρήτου Ἐπισκόπου Κύρου, εἰς τὴν Δικαιοδοσίαν τοῦ Πατριαρχείου Ἀντιοχείας ὑποκειμένου. Ὁ Θεοδώρητος προσεπάθησε νὰ βοηθήσῃ τὸν Δόμνον, ἵνα ἐξέλθῃ ἐκ τῆς δυσχεροῦς θέσεως, εἰς ἥν περιῆλθε, συμβουλεύσας αὐτὸν νὰ ἐπικαλεσθῇ εἰς τὴν ἀπολογίαν του παρομοίας χειροτονίας διγάμων Ἐπισκόπων ἄλλοτε παρ’ ἄλλων γενομένας6, ἀλλὰ δὲν τὸ κατώρθωσε, διότι ἡ κατηγορία εὗρεν ἔρεισμα ἰσχυρὸν καὶ ἡ ἔκπτωσις ἀμφοτέρων τῶν κατηγορουμένων Δόμνου καὶ Εἰρηναίου κατέστη ἄφευκτος.


Περὶ Δόμνου ἐκ τοῦ βίου τοῦ ἐν Ἁγίοις Εὐθυμίου τοῦ Μεγάλου ταῦτα πληροφορούμεθα: «Πέτρος ὁ τῶν Σαρακηνῶν Ἐπίσκοπος ἐλθὼν εἰς τὴν Λαύραν, πάντα τὰ συμβάντα καθεξῆς τῷ μεγάλῳ διηγήσατο Εὐθυμίῳ, ὅστις τὰ ὑπὸ τῶν Ἀνατολικῶν γεγονότα μαθών, ἐλυπήθη σφόδρα περὶ Ἰωάννου Ἀρχιεπισκόπου Ἀντιοχείας, ὀρθοδόξου ὄντος, καὶ τοῖς Νεστορίου ὑπερμαχοῦσι συναπαχθέντος. Δόμνος δὲ ὁ διάκονος λυπηθεὶς κατὰ διάνοιαν διὰ τὸν ἑαυτοῦ θεῖον, παρεκάλει ἀπολυθῆναι ἕως Ἀντιοχείας, ἐπὶ διορθώσει τοῦ ἑαυτοῦ θείου. Ὁ δὲ μέγας Εὐθύμιος οὐ συνεῖδεν ἀπολῦσαι αὐτόν, λέγων: μηδαμοῦ ἀπέλθῃς, τέκνον, ὅτι οὐ συμφέρει σοι, οὔτε γὰρ ὁ θεῖός σου τῆς παρουσίας σου χρήζει, εἰ γὰρ καὶ πρὸς ὀλίγον τοῖς πονηροῖς συνηπήχθη, ἀλλ’ ὁ Θεὸς τὴν αὐτοῦ γινώσκων ὀρθότητα, οὐ συγχωρεῖ αὐτὸν ἀπολέσθαι, ἀλλὰ μικρὸν ὕστερον τοῦ μέρους τῶν σωζομένων ἀναδείκνυσι· καὶ σὺ τέκνον, ἐὰν ὑπομείνῃς ἐν ᾧ τόπῳ ἐκλήθης καὶ μὴ ἐνδώσῃς τοῖς ἀποστῆσαί σε τῆς ἐρήμου βουλομένοις λογισμοῖς, προκόψειν ἔχῃς καὶ δοξασθῆναι κατὰ Θεόν, εἰ δὲ ἐμοῦ παρακούσῃς, τὴν μὲν τοῦ θείου σου προσεδρείαν δέξῃ, ταύτης δὲ ὑπὸ πονηρῶν ἀνθρώπων ἀφαιρεθήσῃ, τούτοις πρότερον ἑκουσίως συναπαχθείς. Καὶ ταῦτα μὲν ὁ ἐν ἁγίοις Εὐθύμιος· ὁ δὲ Δόμνος τῆς τοῦ ἁγίου Πατρὸς ἐντολῆς παρακούσας, χωρὶς βουλῆς ἀπῆλθεν εἰς Ἀντιόχειαν, καὶ πάντα τὰ τῆς προρρήσεως ἔπαθε» (Βίος Ὁσίου Εὐθυμίου Μεγάλου ὑπὸ Κυρίλλου Σκυθοπολίτου, σελ. 34-35, Ἱεροσόλυμα 1913).


Πατριάρχης Κων/λεως Ἀλέξιος (1025) ἐν Β’ Ὑπομνήματι πρὸς τοὺς ἐν τῇ Δικαιοδοσίᾳ του Μητροπολίτας καὶ Ἐπισκόπους, μετ’ αὐστηρότητος ἐπέταττε: «Μήτε μὴν διγάμους, ἤ αἰτίαις τισὶν ἀπηγορευμέναις γεγενημένους, ἤ ἀφήλικας, ἤ χωρὶς μαρτυρίας ἀκριβεστάτης, προμνηστευσαμένους ἑτέρας, καὶ ἑτέραις συναφθέντας (γυναιξίν), εἰς ἱερωσύνην παραδέχεσθαι ὅλως»7. Ἐκ Κρήτῃ κατὰ τὸν ἕκτον αἰῶνα σκάνδαλον ἐδημιουργήθη, διότι Ἱερεῖς τινες προσῆλθον εἰς δεύτερον γάμον, καθὼς καὶ θανόντων Ἱερέων αἱ σύζυγοι τὸ αὐτὸ ἔπραξαν. Ἀποφάσει δὲ τοῦ Πατριάρχου Κων/λεως παρητήθησαν τῆς Ἱερωσύνης οἱ διγαμήσαντες Ἱερεῖς8. Τοῦ Πατριάρχου Ἀντιοχείας Ἰωακεὶμ (1584) ἀποδημήσαντος εἰς Ρωσσίαν διὰ τὴν συλλογὴν ἐράνων πρὸς ἐνίσχυσιν οἰκονομικὴν τοῦ Θρόνου, ἀσυνείδητοί τινες τῶν Ἱερέων, διατελοῦντες ἄνευ ἀνωτέρας διοικητικῆς ἐπιστασίας, εὗρον τὴν εὐκαιρίαν νὰ ἐκτραχηλισθῶσιν εἰς σοβαρὰς ἠθικὰς παραβάσεις. Ἄλλοι ἐξ αὐτῶν προσῆλθον εἰς δεύτερον γάμον καὶ ἄλλοι συνέζων παρανόμως μετὰ συνεισάκτων γυναικῶν. Ἐπανελθόντος δὲ τοῦ Πατριάρχου, οἱ ἀτακτήσαντες ὑπέστησαν τὰς κανονικὰς κυρώσεις9.


θεν, ἐκ τῶν ὀλίγων ἱστορικῶν τούτων γεγονότων βεβαιοῦται, ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία οὐδέποτε ἠνέχθη χειροτονίας διγάμων, οὔτε γάμον μετὰ τὴν χειροτονίαν, παρὰ τὴν παράδοξον ἐπιείκειαν τοῦ Ι’ Κανόνος τῆς ἐν Ἀγκύρᾳ διὰ τοὺς μὴ δηλώσαντας ἰσόβιον ἀγαμίαν Διακόνους· ὅπου δὲ καὶ ὁσάκις ἀπετολμήθησαν τοιαῦται ἀντικανονικότητες, ἐπατάχθησαν αὐστηρότατα καὶ παραδειγματικότατα, ἐφαρμοσθέντων τῶν θείων καὶ ἱερῶν Κανόνων (ΚΣΤ’ Ἀποστ., ΣΤ’ Ἕκτης Οἰκ. κλπ.)10.


+ Ὁ Μαγνησίας ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ



(«Ἡ Φωνή τῆς Ὀρθοδοξίας», ἀριθ. φ. 396 / 9.7.1962, σελ. 5-7, καί «Ἁγιορείτικη Βιβλιοθήκη», ἔτους 1962, σελ. 88-93).



Ὑποσημειώσεις:


1) Ἐὰν καὶ ὁ Πρεσβύτερος ἐν τῇ Ἐνορίᾳ του ὡς Ἐπίσκοπος ψυχῶν ἐν σμικρογραφίᾳ νομισθῇ τὸ ἀποστολικὸν ρητὸν ἐπιτρέπει μὲν τὸν γάμον αὐτοῦ, ἀποκλείει δὲ τὴν διγαμίαν. Ἄλλως τε γνωστὸν τυγχάνει, ὅτι εἰς τὴν ἀποστολικὴν ἐποχὴν Ἐπίσκοπος καὶ Πρεσβύτερος ἦσαν χαρακτηρισμοὶ ἀδιακρίτως ἀπονεμόμενοι εἰς Ἀρχιερεῖς καὶ Ἱερεῖς (Α’ Πέτρ. 5, 1, Β’ Ἰωάν. 1, Γ’ Ἰωάν. 1).
2) Ἤτοι, ἀνάγκη καὶ ἡ σύζυγος τοῦ Ἱερωμένου νὰ μὴ εἶναι δίγαμος.
3) Σύνταγμα Ἱ. Κανόνων, Ράλλη-Ποτλῆ, Δ’ 131.
4) Αὐτόθι.
5) Ὁ Δόμνος ἦτο ὑποτακτικὸς τοῦ Μ. Εὐθυμίου καὶ ἀνεψιὸς τοῦ Ἀντιοχείας Ἰωάννου. Ὁ Ἰωάννης ἐγκαίρως προσκληθείς, ἵνα συμμετάσχῃ εἰς τὴν ἐν Ἐφέσῳ Γ’ Οἰκ. Σύνοδον (431) ἐναντίον τοῦ Νεστορίου ὑπὸ τὴν προεδρίαν τοῦ μακαρίου Ἀλεξανδρείας Κυρίλλου συνελθοῦσαν, ἐβράδυνε νὰ προσέλθῃ. Ἀποκαρτερήσαντες δὲ ἀναμένοντες τὸν Ἰωάννην οἱ Πατέρες ἤρξαντο τῶν ἐργασιῶν τῆς Συνόδου. Ὁ βραδυπορῶν Ἰωάννης φθάσας εἰς Ἔφεσον καὶ πληροφορηθεὶς ὅτι καὶ ἄνευ αὐτοῦ τὸ ἔργον τῆς Συνόδου ἐπετεύχθη καὶ εὑρίσκετο ἐν τῷ περατοῦσθαι, ἐχολώθη, καὶ ἐστράφη ἐναντίον τοῦ Προέδρου Κυρίλλου. Μετὰ τοῦ Ἰωάννου ἐτάχθησαν καὶ οἱ συνοδεύοντες αὐτὸν ἀντιπρόσωποι τῆς Ἐκκλησίας Ἀντιοχέων, ἐν οἷς καὶ ὁ Θεοδώρητος. Οὕτως ἐδημιουργήθη ἀντιπάθεια μεταξὺ τῶν δύο Πατριαρχῶν, ἡ ὁποία διελύθη μετὰ παρέλευσιν ἱκανοῦ χρόνου, τῇ μεσολαβήσει τοῦ Αὐτοκράτορος Θεοδοσίου τοῦ μικροῦ καὶ πολλῶν ἄλλων διακεκριμένων παραγόντων, καὶ ἀφοῦ ἑκατέρωθεν ἐδόθησαν κατάλληλοι ἐξηγήσεις, ὥστε καὶ τὰ τῆς ὀρθῆς πίστεως ζητήματα ὀρθῶς νὰ διατυπωθῶσι, καὶ αἱ τρωθεῖσαι προσωπικαὶ φιλοτιμίαι νὰ ἱκανοποιηθῶσι.
6) «... Εἰς δὲ τὸ τῆς διγαμίας, τοῖς πρὸ ἡμῶν ἠκολουθήσαμεν. Καὶ γὰρ ὁ τῆς μακαρίας καὶ ὁσίας μνήμης Ἀλέξανδρος, ὁ τὸν ἀποστολικὸν τοῦτον διακοσμήσας θρόνον, σὺν τῷ μακαριωτάτῳ Ἀκακίῳ τῆς Βεροίας Ἐπισκόπῳ, τὸν τῆς μακαρίας μνήμης Διογένην ἐχειροτόνησε δίγαμον ὄντα· ὡσαύτως δὲ καὶ ὁ μακάριος Πραΰλιος, Δομνῖνον τὸν Καισαρείας δίγαμον ὄντα. Ἔθει τοίνυν ἠκολουθήσαμεν, καὶ ἀνδράσιν ἐπισήμοις καὶ ἐπὶ γνώσει καὶ βίῳ πολυθρυλήτοις. Πολλὰ δὲ καὶ ἄλλα τοιαῦτα δεδιδαγμένος ὁ τῆς μακαρίας μνήμης Πρόκλος, ὁ τῆς Κωνσταντινουπόλεως Ἐπίσκοπος, καὶ αὐτὸς τὴν χειροτονίαν ἐδέξατο, καὶ ἔγραψεν ἐπαινῶν καὶ θαυμάζων. Ὡσαύτως δὲ καὶ οἱ πρωτεύοντες τῆς Ποντικῆς διοικήσεως θεοφιλέστατοι Ἐπίσκοποι, καὶ οἱ Παλαιστινοὶ πάντες, καὶ οὐδεμία ἀμφιβολία περὶ τούτου γεγένηται» (Migne Ἑ.Π. τ. 83, στλ. 1305). Ἐκ τῆς ἐπιστολῆς ταύτης τοῦ Θεοδωρήτου πληροφορούμεθα, ὅτι ὁ Δόμνος ψήφῳ τῶν τῆς Φοινίκης ἐπισκόπων πεισθεὶς ἐχειροτόνησε τὸν ἐπίσκοπον Εἰρηναῖον. Προκειμένου δὲ περὶ χειροτονίας διγάμων, ὁ Θεοδώρητος ἀναφέρει προηγούμενα παραδείγματα, καὶ ὑπενθυμίζει, ὅτι τὴν χειροτονίαν τοῦ Εἰρηναίου ἐπεδοκίμασαν καὶ οἱ τὰ πρῶτα φέροντες Ἐπίσκοποι τῆς Ποντικῆς διοικήσεως.
7) Σύντ. Ράλλη-Ποτλῆ, Ε’, 28.
8) Ἱστορία Ἐκκλησίας Ἀλεξανδρείας, ὑπὸ Χρυσ. Παπαδοπούλου, σελ. 643.
9) Ἱστορία Ἐκκλησίας Ἀντιοχείας, ὑπὸ Χρυσ. Παπαδοπούλου, σελ. 994.
10) Ἐν Ρόδῳ καὶ τὸν παρελθόντα Σεπτέμβριον [τοῦ 1961] μεταβὰς ὁ ὑποφαινόμενος [ὡς Ἀρχιμανδρίτης ἀκόμη], ἐκκλησιαστικῇ ἐντολῇ, ὅπως παρακολουθήσω τὰς ἐργασίας τῆς ἐκεῖ συνελθούσης Πανορθοδόξου Διασκέψεως, ἐδοκίμασα ὁμολογουμένως στιγμὰς ἀγωνίας, ἕως ὅτου ἀποφασίσῃ ἡ Διάσκεψις περὶ τοῦ δευτέρου γάμου τῶν Ἱερέων, τοῦ ὁποίου τὸ θέμα εἰσήγαγον οἱ ἐνδιαφερόμενοι... πρὸς ἐγγραφὴν μεταξὺ τῶν πρὸς συζήτησιν κατὰ τὴν μέλλουσαν Προσύνοδον. Εὐτυχῶς ἡ Διάσκεψις ἐξαρθεῖσα εἰς τὸ ὕψος τῆς ἀποστολῆς της ἀπέρριψεν τὴν εἰσήγησιν, καὶ οὕτως οἱ διαφλεγόμενοι διὰ δευτέραν γαμβροποίησιν Κληρικοὶ ἀνεχώρησαν ἀπογοητευμένοι.



Εκ της επίσημης ιστοσελίδας της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών ΕΔΩ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF