ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2019

ΑΓΙΟΥ ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ - ΚΥΡΙΑΚΗ Δ' ΛΟΥΚΑ: Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΣΠΟΡΕΩΣ



Εξήγησις υπομνηματική εις το κατά Λουκάν Ευαγγέλιον, κεφ. η΄ (Λουκά 8, 4-15) Κεφ. 8, στίχος 4: «εἶπε διά παραβολῆς (μίλησε με παραβολή)»: Οι μακάριοι προφήτες παρουσίαζαν με πολλούς τρόπους τους λόγους τους για τον Χριστό. Γιατί άλλοι Τον προανήγγειλαν ότι θα έρθει ως φως, και άλλοι ότι θα έρθει με τάξη και μεγαλοπρέπεια βασιλική. Και πράγματι είπε κάποιος από αυτούς:


«δού γάρ βασιλεύς δίκαιος βασιλεύσει, καί ἄρχοντες μετά κρίσεως ἄρξουσι. καί ἔσται ὁ ἄνθρωπος κρύπτων τούς λόγους αὐτοῦ καί κρυβήσεται ὡς ἀφ᾿ ὕδατος φερομένου· καί φανήσεται ἐν Σιών ὡς ποταμός φερόμενος ἔνδοξος ἐν γῇ διψώσῃ (Διότι ιδού, ένας βασιλέας δίκαιος θα βασιλεύσει στην Ιερουσαλήμ και οι άρχοντες αυτού θα κρίνουν και θα αποφασίζουν με δικαιοσύνη και ευθύτητα. Τότε ο άνθρωπος θα κρύπτει και θα φυλάττει στο βάθος της καρδιάς του ως θησαυρό τους λόγους της δικαιοσύνης και προστατευόμενος για την δικαιοσύνη του από τον Θεό, θα αποφύγει τα δεινά, τα οποία σαν πλημμύρα ύδατος θα επέρχονται εναντίον του. Και θα φανεί στην Ιερουσαλήμ σαν πλούσιος ποταμός, περίφημος, σε ξηρά και διψασμένη γη)» (Ησ. 32, 1-2).


Ότι βέβαια ο λόγος του Κυρίου είναι κατά κάποιο τρόπο πάντοτε κρυμμένος, είναι φανερό. Έτσι μας τον παρουσίασε και ο μακάριος Ψαλμωδός να λέγει: «ἀνοίξω ἐν παραβολαῖς τό στόμα μου, φθέγξομαι προβλήματα ἀπ᾿ ἀρχῆς (Θα αρχίσω με διδακτικές παραβολικές ιστορίες, γεμάτες ιερά διδάγματα. Θα σας διηγηθώ αρχαία γεγονότα με βαθύτατα νοήματα)» (Ψαλ. 77, 2). Πρόσεχε λοιπόν ότι εκπληρώθηκε αυτό που ειπώθηκε από τον Ψαλμωδό. 


Γιατί συγκεντρώθηκε μεγάλο πλήθος γύρω από τον Ιησού από όλη την Ιουδαία, και τους μιλούσε με παραβολές. Επειδή όμως εκείνοι δεν ήταν ικανοί να γνωρίσουν τα μυστήρια τη βασιλείας των ουρανών, ο λόγος δεν ήταν φανερός και απόλυτα κατανοητός σε όλους. Γιατί δε ζητούσαν κανένα λόγο προκείμενου να αποδεχθούν την πίστη σε Αυτόν, αντίθετα αντιδρούσαν με τρόπο ανόσιο και στα κηρύγματά Του. Και πράγματι επέπλητταν εκείνους που ήθελαν να κάθονται κοντά Του και ασεβώντας προς εκείνους που διψούσαν τη δική Του διδασκαλία έλεγαν: «δαιμόνιον ἔχει καί μαίνεται· τί αὐτοῦ ἀκούετε; (“έχει δαιμόνιον, ένεκα του οποίου είναι εκτός του ευατού του και παραλογίζεται. Τι τον ακούετε;”) (Ιω. 10, 20).


Δε δόθηκε λοιπόν σε εκείνους η δυνατότητα να γνωρίσουν τα μυστήρια της βασιλείας των ουρανών, αλλά μάλλον σε εμάς που είμαστε πιο πρόθυμοι για την πίστη· γιατί ο ίδιος ο Κύριος μας έδωσε τη δύναμη να κατανοούμε την παραβολή και τον μυστικό λόγο, τα λόγια των σοφών και τα αινίγματα. Πρέπει όμως να πούμε ακόμα ότι οι παραβολές είναι εικόνες κατά κάποιο τρόπο των πραγμάτων που δε φαίνονται, αλλά είναι περισσότερο νοητά και πνευματικά. 


Αυτό δηλαδή που δεν είναι δυνατό να το δούμε με τα μάτι του σώματος, αυτό το δείχνει η παραβολή στα μάτια της διάνοιας, η οποία μέσω των αισθητών και κατά κάποιο τρόπο απτών πραγμάτων διαμορφώνει καλά τη λεπτότητα των νοητών. Ας δούμε λοιπόν ποιο κρυφό νόημα μας παρουσιάζει ο λόγος του Σωτήρα. Κεφ. 8, στίχος 9: «Ἐπηρώτων δέ αὐτόν οἱ μαθηταί αὐτοῦ λέγοντες· τίς εἴη ἡ παραβολή αὕτη; (Οι μαθητές Το τότε Τον ρωτούσαν και Του έλεγαν: Ποια είναι η έννοια και η σημασία αυτής της παραβολής;)» 


Και ποιος άραγε είναι ο σκοπός της παραβολής και πού τέλος πάντων αποβλέπει το βαθύτερο νήμα της παραβολής, θα το μάθουμε από τον Ίδιο που την είπε. Τα αγνοούσαν αυτά πριν από εμάς οι μακάριοι μαθητές, και, πλησιάζοντας τον Σωτήρα, Τον παρακαλούσαν και Του έλεγαν: «Τι σημαίνει η παραβολή αυτή;». Αλλά ας δούμε ποια είναι η αφορμή εξαιτίας της οποίας αρπάζονται οι σπόροι που βρίσκονται στο δρόμο. Κάθε δρόμος είναι σκληρός και ακαλλιέργητος γιατί βρίσκεται κάτω από τα πόδια όλων, και δεν εισχωρεί σε αυτούς κανένας σπόρος. 


Όσοι λοιπόν έχουν σκληρό νου, σε αυτούς δεν εισχωρεί κάποια θεία και ιερή νουθεσία, με την οποία μπορούν να καρποφορήσουν τα άξια καύχησης έργα της αρετής. Αυτοί έγιναν πατημένος δρόμος για τα ακάθαρτα πνεύματα και τον ίδιο τον Σατανά, οι οποίοι δεν μπορούν ποτέ να γίνουν τροφοί αγίων καρπών, αφού έχουν στείρα και άγονη καρδιά. Υπάρχουν επίσης κάποιοι που έχουν ακατέργαστη την πίστη μέσα τους, ως απλούς λόγους. Αυτοί έχουν ευσέβεια χωρίς ρίζες. Γιατί μπαίνοντας στις εκκλησίες, χαίρονται βέβαια με το πλήθος των συναγμένων και προσέρχονται με ευχαρίστηση στις ιερές τελετές, πλην όμως όχι συνειδητά, αλλά από επιπόλαια θέληση. 


Όταν όμως αποχωρούν από τις εκκλησίες, οδηγούνται στη λήθη των ιερών μαθημάτων. Και όταν βέβαια δε δοκιμάζονται τα των Χριστιανών, διατηρούν αυτοί την πίστη, όταν όμως κηρυχθεί διωγμός, έχουν τον νου τους στη φυγή. Προς αυτούς ο προφήτης Ιερεμίας λέγει: «Ἀναλάβετε ὅπλα καί ἀσπίδας καί προσαγάγετε εἰς πόλεμον (λάβετε, λοιπόν, όπλα και ασπίδες, λέγει ειρωνικά ο προφήτης προς τους ραθύμους και χλιαρούς στην πίστη τους, και προχωρήστε σε πόλεμο)» (Ιερ. 26, 3).


Κατεξοχήν βέβαια ακαταμάχητο έχει το χέρι που διασώζει ο Θεός και όπως λέγει ο πάνσοφος Παύλος «πειρασμός ὑμᾶς οὐκ εἴληφεν εἰ μή ἀνθρώπινος· πιστός δέ ὁ Θεός, ὃς οὐκ ἐάσει ὑμᾶς πειρασθῆναι ὑπέρ ὃ δύνασθε, ἀλλά ποιήσει σύν τῷ πειρασμῷ καί τήν ἔκβασιν τοῦ δύνασθαι ὑμᾶς ὑπενεγκεῖν (Πειρασμός βέβαια μεγάλος έως τώρα δεν σας έχει καταλάβει, παρά μόνον μικροπειρασμοί προσωρινοί, τους οποίους μπορεί να υποστεί και να υπερνικήσει ο άνθρωπος. Και εάν στο μέλλον παρουσιαστούν μεγάλοι πειρασμοί, μη λησμονείτε, ότι είναι αξιόπιστος ο Θεός, ο οποίος δεν θα σας αφήσει να πειραχθείτε παραπάνω από την δύναμή σας, αλλά μαζί με τον πειρασμό θα ανοίξει και διέξοδο, ώστε να βγείτε από τον πειρασμό και θα σας δώσει την δύναμη να τον υπομείνετε)» (Α΄Κορ. 10, 13).


Όμως εάν συμβεί, αγωνιζόμενοι κατά κάποιο τρόπο για την πίστη του Χριστού, να πάθουμε, τότε οπωσδήποτε και χωρίς αμφιβολία θα γίνουμε αξιοθαύμαστοι. Και πράγματι έλεγε στους αγίους αποστόλους ο Σωτήρας: «Λέγω δέ ὑμῖν τοῖς φίλοις μου· μή φοβηθῆτε ἀπό τῶν ἀποκτεινόντων τό σῶμα, καί μετά ταῦτα μή ἐχόντων περισσότερόν τι ποιῆσαι· ὑποδείξω δέ ὑμῖν τίνα φοβηθῆτε· φοβήθητε τόν μετά τό ἀποκτεῖναι ἔχοντα ἐξουσίαν ἐμβαλεῖν εἰς τήν γέενναν· ναί, λέγω ὑμῖν, τοῦτον φοβήθητε (Και λέγω σε εσάς τους φίλους μου: ‘’μη φοβηθείτε από εκείνους που θανατώνουν το σώμα και ύστερα δεν έχουν την δύναμη τίποτε περισσότερο να κάμουν. Θα σας υποδείξω όμως ποιον να φοβηθείτε. 


Να φοβηθείτε εκείνον, ο οποίος αφού σας αφαιρέσει την παρούσα ζωή, έχει την εξουσία να σας ρίξει στο αιώνιο πυρ της κολάσεως. Ναι, σας λέγω, Αυτόν πρέπει να φοβηθείτε)» (Λουκά 12, 4) και τα λοιπά. Και δε μας τα δίδαξε αυτά μόνο με τα λόγια, αλλά και με τα έργα. Γιατί θυσίασε για μας τη ζωή Του, και με το αίμα Του κατέκτησε την υφήλιο. Επομένως δεν ανήκουμε στους εαυτούς μας, αλλά μάλλον σε Αυτόν που μας εξαγόρασε και μας διέσωσε, και σε Αυτόν οφείλουμε τη ζωή μας. Γιατί, όπως λέγει ο θεόπνευστος Παύλος: «εἰς τοῦτο γάρ Χριστός καί ἀπέθανε καί ἀνέστη καί ἔζησεν, ἵνα καί νεκρῶν καί ζώντων κυριεύσῃ (Διότι και ο Χριστός γι’ αυτόν ακριβώς τον σκοπό και πέθανε επί του σταυρού και αναστήθηκε εκ των νεκρών και έλαβε πάλι ως άνθρωπος την ζωή, για να είναι κύριος και εξουσιαστής νεκρών και ζώντων)» (Ρωμ. 14, 9).


Ας δούμε όμως και τα αγκάθια μέσα στα οποία πνίγεται ο θεϊκός σπόρος. Τι λέγει πάλι ο Σωτήρας; Σπέρνει βέβαια αυτό τον σπόρο, και αυτός, αν και παραμένει μέσα στις ψυχές εκείνων που τον δέχθηκαν και κατά κάποιο τρόπο ανέβηκε ψηλά και έφτασε να φαίνεται το φύτρωμα, πνίγεται από τις κοσμικές φροντίδες και όπως λέγει ο προφήτης Ωσηέ για εκείνους τους ανθρώπους χάνονται επειδή παρασύρονται από τα κοσμικά: «ὅτι ἀνεμόφθορα ἔσπειραν, καί ἡ καταστροφή αὐτῶν ἐκδέξεται αὐτά· δράγμα οὐκ ἔχον ἰσχύν τοῦ ποιῆσαι ἄλευρον· ἐάν δέ καί ποιήσῃ, ἀλλότριοι καταφάγονται αὐτό (Τα όσα έσπειραν θα τα κατακάψει ο λίβας. Καταστροφή αναμένει τα σιτηρά τους. Οι θεριστές θα δένουν σε δεμάτια στάχυα άκαρπα, που δεν θα είναι σε θέση να δώσουν αλεύρι. 


Αλλά και εάν η χώρα τους ευφορήσει και παραγάγει σιτάρι και καρπούς, ξένοι θα καταφάουν τα προϊόντα της)» (Ωσ. 8, 7). Άλλος επίσης προφήτης, ο Ιερεμίας, λέγει: «ὅτι τάδε λέγει Κύριος τοῖς ἀνδράσιν Ἰούδα καί τοῖς κατοικοῦσιν Ἱερουσαλήμ· νεώσατε ἑαυτοῖς νεώματα καί μή σπείρητε ἐπ᾿ ἀκάνθαις (Αυτά λέγει ο Κύριος γενικά στους Ιουδαίους και ειδικότερα σε εκείνους, που κατοικούν στην Ιερουσαλήμ. Εκχερσώστε και ανανεώστε για τον εαυτό σας τους αγρούς των ψυχών σας και μην σπείρετε πλέον σε γη γεμάτη από αγκάθια)» (Ιερ. 4, 3). Άρα λοιπόν για να ανθίσει μέσα μας ο θεϊκός σπόρος, πρέπει να αποβάλουμε προηγουμένως τις κοσμικές φροντίδες μας.


Γη βέβαια παχιά που παράγει καλούς καρπούς και φέρει καρπό εκατονταπλάσιο, θα μπορούσαν να είναι οι καλές και αγαθές ψυχές, οι οποίες δέχονται βαθιά τους σπόρους του λόγου και τους κρατούν και τους τρέφουν γενναία. Γι΄αυτούς θα μπορούσε να λεχθεί, και πολύ δίκαια, αυτό που λέχθηκε από έναν από τους αγίους προφήτες του Θεού: «καί μακαριοῦσιν ὑμᾶς πάντα τά ἔθνη, διότι ἔσεσθε ὑμεῖς γῆ θελητή, λέγει Κύριος παντοκράτωρ (Για την πλούσια αυτήν καρποφορία και συγκομιδή θα σας καλοτυχίζουν όλα τα έθνη, διότι η χώρα σας θα έχει γίνει επιθυμητή και ζηλευτή, λέγει Κύριος ο Παντοκράτορας)» (Μαλαχ. 3,12). Γιατί όταν σε νου καθαρό από αυτά που συνήθως τον παρενοχλούν, πέσει κάποτε θείος λόγος, τότε ριζώνει σε βάθος, και σαν στάχυ ανεβαίνει ψηλά και φέρνει καλό καρπό.


Ωστόσο νομίζω ότι είναι χρήσιμο να πούμε σε εκείνους που θέλουν να μάθουν χρήσιμα πράγματα τούτο: εξηγώντας μας δηλαδή ο Ματθαίος αυτό ακριβώς το κεφάλαιο είπε ότι η καλή γη απέδωσε καρπούς με τρεις διαφορές (βλ. Ματθ. 13, 23: «ὁ δέ ἐπί τήν γῆν τήν καλήν σπαρείς, οὗτός ἐστιν ὁ τόν λόγον ἀκούων καί συνιῶν· ὃς δή καρποφορεῖ καί ποιεῖ ὃ μέν ἑκατόν, ὃ δέ ἑξήκοντα, ὃ δέ τριάκοντα (και ο σπόρος που έπεσε στην καλή γη, είναι ο άνθρωπος που ακούει τον λόγο με προσοχή και τον εννοεί και τον δέχεται. αυτός λοιπόν καρποφορεί και παράγει άλλος μεν εκατό, άλλος δε εξήντα, άλλος δε τριάντα” (Φέρει δηλαδή ως καρπούς της γνώσεως του θείου θελήματος έργα αγαθά, προχωρεί στον αγιασμό και γίνεται τέκνο του Θεού)» ·γιατί η μία λέγει ότι απέδωσε εκατό, η άλλη εξήντα, και η τρίτη τριάντα. 


Πρόσεχε λοιπόν ότι ο Χριστός είπε, ότι τρεις είναι οι ζημιές, και επίσης ίσες σε αριθμό είναι και οι ευκαρπίες. Εκείνοι δηλαδή από τους σπόρους που πέφτουν στον δρόμο αρπάζονται από τα πτηνά, οι άλλοι που πέφτουν σε έδαφος πετρώδες αφού ανθίσουν μόνο, ύστερα από λίγο ξηραίνονται. Τέλος εκείνοι που πέφτουν μέσα σε αγκάθια αποπνίγονται. Η γη όμως η εύφορη αποδίδει, όπως είπα, τρεις διαφορετικούς σε ποσότητα καρπούς, εκατό, εξήντα και τριάντα· γιατί, όπως γράφει ο Παύλος, «θέλω γάρ πάντας ἀνθρώπους εἶναι ὡς καί ἐμαυτόν· ἀλλ᾿ ἕκαστος ἴδιον χάρισμα ἔχει ἐκ Θεοῦ, ὃς μέν οὕτως, ὃς δέ οὕτως.


(Διότι εγώ θέλω να είναι όλοι οι άνθρωποι όπως είμαι και εγώ, δηλαδή άγαμος και αφοσιωμένος στον Θεό, αλλά ο καθένας έχει από τον Θεό δικό του ιδιαίτερο χάρισμα, άλλος μεν έχει το χάρισμα να ζει κατ’ αυτόν τον τρόπον με εμένα, δηλαδή άγαμος. άλλος δε να ζει κατά διαφορετικό τρόπο, δηλαδή έγγαμος)» (Α΄Κορ. 7, 7)· γιατι δε βρίσκουμε τις ευδοκιμήσεις των αγίων να είναι πάντοτε και οπωσδήποτε ισόμετρες. Πλην όμως είναι ανάγκη να επιδιώκουμε τα μεγαλύτερα και τα ανώτερα από τα χαμηλότερα. 



Πηγή: https://alopsis.gr


Αγίου Κυρίλλου, Αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας

''Εξήγησις υπομνηματική εις το κατά Λουκάν ευαγγέλιον''

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF