ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Τρίτη 20 Απριλίου 2021

ΘΕΟΔΩΡΗΤΟΥ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ: ΑΒΒΑΚΟΥΜ Ο ΑΝΥΠΟΔΥΤΟΣ (ΜΕΡΟΣ 1ον)



Ο αοίδιμος Αγιορείτης Γέροντας π. Αββακούμ (1894-1978) υπήρξε ένα σκεύος εκλογής της Θείας Χάριτος, που λάμπρυνε την Ορθοδοξία στο <<Περιβόλι της Παναγίας μας>>, χάριν της επίμονης και αδιάλειπτης ασκήσεώς του, αλλά και της ορθοτομημένης πνευματικής του στάσης έναντι των Καινοτόμων του εορτολογικού <<πραξικοπήματος>>. Πράος, πρόσχαρης, ταπεινός, προσευχητικός, ασκητικότατος, με μία γνήσια και ανόθευτη κατά Θεόν ευγένεια προς όλους, πέρασε τα περισσότερα χρόνια της ζωής του σε ένα μικρό αυτοσχέδιο κελλάκι του Αγίου Φανουρίου στη Βίγλα. Εκεί με άλλους ζηλωτές της εποχής του επιδίδετο σε μεγάλες προσευχητικές ασκήσεις, ώστε το αγαπημένο του, χοντρό και μάλλινο κομποσκοίνι του να βρίσκεται συνεχώς επάνω του. Ο π. Αββακούμ είχε αποστηθίσει εντός του εξ' ολοκλήρου την Αγία Γραφή με ένα θαυμαστό και υπερκόσμιο τρόπο, ώστε ν' αναγκάσει κάποτε και αυτόν τον Νικόλαο Λούβαρη (γνωστό Οικουμενιστή θεολόγο) να υποκλιθεί στην ακατάληπτη πνευματική του κατάσταση. Ο π. Αββακούμ είχε εξορισθεί (τρις) από την Μονή της Μεγίστης Λαύρας λόγω του ιερού ζήλου του προς τις ιερές Παραδόσεις, μέχρι να κατασκευάσει το ταπεινό ησυχαστήριό του στη Βίγλα, αλλά και κάποιες φορές είχε παρεξηγηθεί από πολλούς συνασκητές του, επειδή από ευγένεια ανταπέδιδε τους ασπασμούς που του έκαναν Μοναχοί της Καινοτομίας. Ο π. Αββακούμ ανήκε σε αυτήν την κάστα των διακριτικών Μοναχών, που δεν ταύτιζε επ' ουδενί την Αποτείχιση με την Απομόνωση, την αγάπη προς τα Παραδεδομένα με τον Φανατισμό και την Οίηση. Με τα χρόνια έγινε γνωστή  η εξαϋλωμένη και αποστεωμένη εμφάνισή του, η άνευ ορίων ταπεινότητά του και η γνήσια αγαπητική του προσέγγιση προς τους πάσχοντες αδελφούς του -λαϊκούς και κληρικούς- τους οποίους θεωρούσε Όλους αμέτρως ανωτέρους απ' αυτόν! Στο θαυμάσιο βιβλίο του αειμνήστου Ιερομονάχου π. Θεοδωρήτου Μαύρου (+2007) που αναφερόμαστε, υπό τον τίτλο <<ΑΒΒΑΚΟΥΜ Ο ΑΝΥΠΟΔΥΤΟΣ 1894 - 1978>>, καταγράφουμε ενδεικτικά την κατάθεση ψυχής ενός ανωτέρου δικαστικού, που τον γνώρισε από κοντά, και γεύθηκε σιμά του τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος! Σημειώνει: <<Ήτο, (ο π. Αββακούμ) όσα ερχότανε τότε με τόση χάρι, αφέλεια και βαθυτάτη ταπείνωση να μου εμπιστευθή, ανεπιτήδευτα, φυσικά, με τα γλυκά φωτεινά του μάτια, τα εξαϋλωμένα από τη νηστεία, αγρυπνία, αδιάλειπτη ευχή, για να με στηρίξη και μένα, εικοσάχρονο παιδόπουλο τότε, και αφού πάντα μού' βαζε <<μετάνοια>>, μ' αγκάλιαζε με άψογη οικειότητα, μ' αποκαλούσε <<πατέρα του>>. Πράγματι με καθήλωνε! [...] Άκακος, αμόλυντος, παιδικός, αρνησίκοσμος, ακτήμων με συναίσθηση μελλοθανάτου, με δίαιτα συνήθως  <<κουκίων βρεγμένων και αγρίου μέλιτος>> μαγνήτευε κόσμο παρά το ψυχρό, πενιχρό ξυλοκρέββατό του, με σανίδια κι ένα σκαμνί κι ένα φτωχό πάγκο για διάβασμα - γράψιμο, γιατί ήτανε σοφός κι είχε μάθει, ότι καταχώνεται σε βάραθρο ή βόθρο η ψυχή που ποθάει υλικά, γήινα, φθαρτά. Ιδού το απαστράπτον ιδανικόν του, η παραδεισιακή του τέρψη, τρυφή, μακαριότητα>>! Μέσα σε λίγα λόγια, μια ενδεικτικά αδρή <<προσωπογραφία>> του αειμνήστου Γέροντος, που μέσα από τις σελίδες του εν λόγω βιβλίου θα οσμιστούμε το αυθεντικό άρωμα της Ορθοπραξίας και θα γευθούμε τα κεχαριτωμένα εκχυλίσματα της Αγιοπνευματικής Χάριτος. Δόξω τω Θεώ πάντων ένεκεν!




Γιώργος  Δ. Δημακόπουλος
Δημοσιογράφος




ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ


Η συγγραφή του βίου ενός συγχρόνου Αγιορείτου, ο οποίος μόλις πριν 6 χρόνια εκοιμήθη εν Κυρίω, δεν αποτελεί εύκολον έργον. Αυτό που μας ηνάγκασε να σπεύσωμε κάπως στην προσπάθειά μας αυτή, ήταν η επιθυμία μας να προλάβωμεν εν ζωή όλους όσους εγνώρισαν από κοντά τον Γέροντα Αββακούμ, διότι οι πατέρες φεύγουν καθημερινώς, φεύγουν και παίρνουν μαζί τους όλη την πλουσία εμπειρία του παλαιού Όρους, του έχοντος να επιδείξη σημεία μεγάλα και παλαίσματα υπερφυή των ασνησικόσμων κατοίκων του.


Ο αείμνηστος Γερο - Αββακούμ υπήρξε ένας θαυμαστός συνδυασμός μεγάλης ασκητικότητος μετά <<κοινωνικής>> προσφοράς, αγάπης δηλαδή εμπράκτου προς τον άνθρωπον, τον συγκεκριμένον άνθρωπον, είτε πρόκειται για μοναχόν, είτε για λαϊκόν προσκυνητήν.


Καίτοι εκ νεότητός του έλαβε πλουσίαν την άνωθεν Χάριν, δεν έπαυσε παρά ταύτα ουδέ στιγμή να προσφέρη και ο ίδιος το κατά δύναμιν, υπακούσας εκ καρδίας εις την φωνήν του Ευαγγελίου την λέγουσαν: <<Η βασιλεία των ουρανών βιάζεται και βιασταί αρπάζουσιν αυτήν>>.


Αμαθής των πραγμάτων του κόσμου τούτου ζούσε και ανέπνεε μόνον όσα έχουν σχέσιν με τον ουρανόν και την σωτηρίαν μας. Ήτο ο συνετός έμπορος της παραβολής που επώλησε τα πάντα προκειμένου να αγοράση τον πολύτιμον μαργαρίτην, την άνωθεν βασιλείαν.


Πόσο, αλήθεια, είναι σοφοί οι μαθηταί του Ευαγγελίου και πόσον μωροί οι σοφοί και γραμματείς του αιώνος τούτου! Με την ασκητικήν του πολιτείαν επάταξε κατά κράτος την φιλαυτίαν και των εγωϊσμόν, αναπνέων και κατέχων μόνον τον Χριστόν, ως ετόλμησε να πη κάποτε.


Πολύ σύντομα έγινε διά τους συμμοναστάς του και τους πολυαρίθμους προσκυνητάς σύμβολο και παράδειγμα ασκητικότητος, απλότητος και αγάπης, ώστε μετά τον θάνατόν του να παίρνουν οι ξένοι χώμα από τον τάφο του, για να το μεταφέρουν ως ευλογία εις την πατρίδα τους!


Αυτό ουδέποτε ηκούσθη εις τα χρονικά του Όρους 1. Οι αλλοδαποί προσκυνηταί - ερευνηταί τον έβλεπαν σαν μια ζώσα διαμαρτυρία και αντίθεσι στο περιβάλλον του, η όψις του οποίου τους υπενθύμιζε τον άγιο Πρόδρομο, τους διά Χριστόν σαλούς, τον δικό τους Φραγκίσκο της Ασσίζης και τους αγίους των βυζαντινών εικόνων 2.


Όταν έφευγε από τον βίον αυτόν ο άλλος μεγάλος ζηλωτής Αγιορείτης, Καλλίνικος ο Κατουνακιώτης 3, τότε άρχιζε τα πνευματικά του παλαίσματα ο π. Αββακούμ στην ερημική Βίγλα.


Και όταν ο π. Ιερώνυμος Αιγίνης, ο τρίτος μεγάλος αστέρας στο στερέωμα των παλαιοημερολογιτών αββάδων ευρίσκετο εις το ζενίθ της πνευματικής του προσφοράς 4, στην Μ. Λαύρα εμεσουράνει το άξιον τέκνον της Σύμης, αμφότεροι κρουνοί θείας παρηγορίας διά τους Ορθοδόξους πιστούς.


Ο άγιος Χρυσόστομος στην ιγ' ομιλία του στην Γένεσιν προτρέπει τους πιστούς που θέλουν να αποφύγουν την κόλασιν και να επιτύχουν της βασιλείας των Ουρανών να κοσμούνται από δύο πράγματα: <<δογμάτων ορθότητι και βίου επιμελεία>>.


Ο αείμνηστος Γέροντας το ετήρησε αυτό ως κόρην οφθαλμού. Δεν αρκέστηκε στην ατομική του άσκησι και αρετή, ούτε στις προσευχές και τα δάκρυά του, αλλά μόλις αντελήφθη την καινοτομίαν και αίρεσιν του αιώνος μας, από το 1924 και εξής, αμέσως αντέδρασε πατερικώ τω τρόπω, με αποτέλεσμα μέχρι του θανάτου του να φέρη αγογγύστως τον ονειδισμόν και τας ποικίλας ταλαιπωρίας που συνεπάγεται η συμφώνως προς τας ιεράς Παραδόσεις της Εκκλησίας μας ζωή.


Η παρουσία του ήταν για όλους ένα ζωντανό κήρυγμα που έλεγε: αγαπήσατε τον Χριστόν για ν' αγαπήσετε και τον πλησίον. Και αγαπά τον Χριστόν μόνον αυτός που εργάζεται τις εντολές του. Και για να τις εργάζεται ο ίδιος απαθώς και ως θέλει ο Θεός χρησιμοποιούσε ως φίλτρον την άσκησίν του, η οποία τον εξήγνιζε και εφώτιζεν, ώστε να εκλέγη πάντοτε το ευάρεστον και τέλειον.


Η αλήθεια είναι ότι πόνεσε πολύ στην ζωή του, έκλαυσε και εθρήνησε στην μοναξιά του, αλλά εν τω δακρυώδη βίω του αι παρακλήσεις του Θεού δεν έπαυσαν ούτε στιγμή να ευφραίνουν την καρδία του.


<<Ο άνθρωπος γεννήθηκε για την χαρά, όχι για την θλίψη, θα πη σε κάποιους επισήμους επισκέπτας του. Γιατί παίρνει την χαρά του από τα είδωλα; Πιστέψτε, πληρώνουν για την χαρά τους. Η χαρά όμως του Θεού δεν κοστίζει τίποτα. Δεν έχω τίποτα άλλο παρά τον Χριστό και την χαρά>>! 5


Έτσι χωρίς να το θέλη απεκάλυψε ότι είχε φθάσει στα μέτρα του αληθινού μοναχού, του ευφραινομένου από τον εν τη καρδία του οικούντα Χριστόν. <<Ουδέποτε είπα ψέμμα ή αστείο>> είπε άλλοτε σε επισκέπτην του, φανερώνων ούτω εν τη απλότητί του άγνωστα στους πολλούς παλαίσματα του οσιακού του βίου.


Η συγγραφή της παρούσης βιογραφίας δεν αποβλέπει εις την προβολήν ενός νέου αγίου κατά την συνήθειαν των ημερών μας. Αποτελεί απόκτισιν χρέους προς τον ιλαρώτατον Γέροντα της Βίγλας που κατήχησε ημάς τους νεωτέρους μοναχούς να μη χωρίζουμε, να μη διασπάμε την ολότητα της ορθοδόξου αληθείας και Παραδόσεως, αλλά να την δεχώμεθα και να την φυλάτωμεν ολόκληρη και καθαρή, με τα κομποσχοίνια και τις νηστείες της, με τις αγρυπνίες και τις ξενητείες της, αλλά και με τους έως θανάτου αγώνες της, όταν κινδυνεύη από νοθείες και παραχαράξεις, εξωτερικές ή εσωτερικές, όπως συμβαίνει στις ημέρες μας τόσο πληθωρικά.


Αυτό μας το εδίδαξε ο ταπεινός π. Αββακούμ με έργο και λόγο, χωρίς φανατισμούς, με σταθερότητα ομολογητού και πραότητα οσίου. Όλοι οι άλλοι μας μίλησαν διαφορετικά΄ μας ειρωνεύθηκαν όταν θελήσαμε να τον μιμηθούμε, μας ηπείλησαν, όταν αρχίσαμε να ομιλούμεν...


Ο ανυπόδυτος όμως Γέροντας της Βίγλας, αυτός που από σύντομη σπουδή και πόθο είχε αφομοιώσει τους προ αυτού γνησίους φορείς της Ορθοδόξου ζωής και συνομιλούσε τόσο οικεία με τον Θεόν, μας στήριξε και μας νουθέτησε, ώστε να μη δεχθούμε να πιούμε ποτέ νερωμένο το κρασί της πίστεως, αλλά πάντοτε άκρατο και αχνό, όπως έβγαινε και το δικό του, όταν μόνος του πατούσε τα σταφύλια της Μονής του...


Του είμεθα ισόβια ευγνώμονες, διότι στο πρόσωπό του είδαμε επί τέλους τα λόγια να παίρνουν σάρκα, να γίνωνται ψωμί φρέσκο και αγνό, ικανό να χορτάση την πείνα μας. Γι' αυτό η απουσία του γίνεται καθημερινώς πιο αισθητή, διότι από τότε που έφυγε από κοντά μας η θέσις του παραμένει κενή, ενώ ο λιμός συνεχίζεται και η δίψα κορυφούται...


Τελειώνοντας αισθανόμεθα υποχρέωσιν να ευχαριστήσωμεν θερμώς όλους εκείνους που μας εβοήθησαν με συνεργασίες, φωτογραφίες και υποδείξεις διά την ολοκλήρωσιν του παρόντος.


Εκ των πολλών αναφέρομεν ενδεικτικώς τον πανοσιολ. αρχιμ. π. Αυγουστίνον Κατσαμπίρην, τον πνευματικόν παπα - Νεκτάριον από τον άγιον Νείλον, τον Λαυριώτην ιερομόναχον π. Βασίλειον, τους αγιορείτας Μοναχούς π. Σάββαν Φουντήν, π. Παύλον από την Βίγλαν, π. Εφραίμ και Βαρθολομαίον, τους Λαυριώτας, π. Πέτρον, εκκλησιαστικόν του Πρωτάτου, την ανεψιάν του Γέροντος κ. Ειρήνην Παντελιού και τους κυρίους Ν. Μπαζώνη, Ρόδιον Δημητρίου και Σάββαν Παπαθεμελήν.


Ιδιαιτέρως ευχαριστούμεν τους ευλαβεστάτους εν Χριστώ αδελφούς και λίαν ηγαπημένους εις τον π. Αββακούμ Κ. Αρμενάκην και Σ. Τσιτουρίδην, εις τους οποίους ο αείμνηστος Γέροντας ένα μήνα προτού κοιμηθεί διηγήθη μεταξύ πολλών άλλων και όλον τον εν <<κόσμω>> βίον του μέχρι της εν Αγίω Όρει αφίξεώς του.


Ευχόμεθα η παρούσα συγγραφή να γίνη αιτία να ακολουθήσουν άλλες πληρέστερες για τον αλησμόνητον Γέροντα, που με τον ένθεον βίον του εκόσμησε το <<περιβόλι της Παναγίας>> επί εξήκοντα συνεχή έτη. Είθε αι πρεσβείαι του προς τον Κύριον να συγκρατήσουν έτι πλέον την ερχομένην οργήν Του διά τα αφιλόθεα έργα μας.



Θ. Μ. Σκήτη <<Εισοδίων>> (Καψάλας) Αγίου Όρους, Αύγουστος 1984.





Σημειώσεις Προλεγομένων:



1. Το χώμα αυτό το έδειξεν μετά περισσής χαράς Γερμανοί προσκυνηταί εις τον όσ. Μοναχόν π. Πέτρον (Σκλάβον), τον σημερινόν εκκλησιαστικόν του Πρωτάτου, ο οποίος περιχαρής μας το ανέφερε, διότι είχε ζήσει 50 σχεδόν έτη πληρίον του π. Αββακούμ.

2. IRENIKON, 1961, Σ. 355-6.

3. Καλλίνικος ο ησυχαστής, έκδ. Ι. Μονής Παρακλήτου, Ωρωπού.

4. Ο Γέρων Ιερώνυμος της Αιγίνης, υπό Σ. Νούση, Αθήναι 1979 2.

5. Erhart Kastner, Die Stundentrommel von heiligen Berg Athos, Frankfurt 1956, σ. 93. Εκυκλοφόρησε και εν Αγγλική μεταφράσει υπό τον τίτλον: ΜOUNT ATHOS: Τhe call from sleep, London 1969. Ta περί π. Αββακούμ εις τας σελ. 100-109.

( Σ υ ν ε χ ί ζ ε τ α ι )


Εισαγωγή στο διαδίκτυο στο μονοτονικό σύστημα, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου 
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ
Σειρά αναρτήσεων εκ του βιβλίου 
του αειμνήστου Ιερομονάχου π. Θεοδωρήτου Μαύρου (+ 2007),
<<ΑΒΒΑΚΟΥΜ Ο ΑΝΥΠΟΔΥΤΟΣ 1894 - 1978>>,
εκτύπωση - βιβλιοδεσία ΑΘΗΝΑ Α.Ε., έκδοσις δ', σελ. 5-8, Αθήναι 2002.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF