ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Παρασκευή 17 Σεπτεμβρίου 2021

ΦΙΛΟΚΑΛΙΚΕΣ ΣΕΛΙΔΕΣ 2: ''Ο ΝΟΥΣ'' (ΜΕΡΟΣ 6ον)






Συνακόλουθες αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του Αρχιμανδρίτη Ιωαννικίου:
<<Φιλοκαλικές Σελίδες 2 - Ο Νους>>,
έκδοση <<Ιερού Ησυχαστηρίου Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά>>,
Κουφάλια Θεσ/νίκης, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 42-48.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένων
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.




 


ΠΡΟΛΟΓΟΣ


Ο άνθρωπος, το υπέροχο αυτό θεόπλαστον ον, η κορωνίς της Δημιουργίας, είναι μία σύνθεσις ύλης και πνεύματος, σώματος και ψυχής. Η υπέρβασις και μετάβασίς του από τον υλικό προς τον άϋλο, από τον αισθητό προς τον υπεραισθητό κόσμο γίνεται με την δύναμι της ψυχής, τον νου. Θεμελιώδης πίστις της Εκκλησίας μας είναι ότι ο άνθρωπος αποτελεί εικόνα του Τριαδικού Θεού. Ο Τριαδικός Θεός είναι Νους (Πατήρ), Λόγος (Υιός) και Πνεύμα. Νους ο άναρχος τον Λόγον απορρήτως γεγένηκε, / και το θείον Πνεύμα, το ισοσθενές εκπεπόρευκε' / και διά τούτο Τριάδα ομοούσιον, / τον Δεσπότην των όλων Θεόν καταγγέλλομεν. (Τριαδικός κανών, ήχος δ'). Και ο άνθρωπος είναι τριαδική εικόνα του Θεού. Ο άνθρωπος είναι και αυτός νους, λόγος και πνεύμα. Σε αυτήν την τριαδική, από άπειρη θεία αγάπη κατασκευή του (κατ' εικόνα) και στην κατά χάριν θέωσι (καθ' ομοίωσιν) έγκειται το απεριόριστο μεγαλείο του. Από αυτό το μεγαλείο φαίνεται η ασύγκριτη διαφορά του ανθρώπου από τα ζώα. Η ψυχή εδώ είναι μία, διαιρείται κατά τους αγίους Πατέρες σε τρεις δυνάμεις ή σε τρία μέρη: στο λογιστικό, στο επιθυμητό και στο θυμοειδές. Όργανο με το οποίο ενεργοποιείται το λογιστικό είναι ο νους. Ερώτησε κάποιος έναν ερημίτη: - Γέροντα, τί είναι νους; Με χαρακτηριστική απλότητα ο γέροντας, είπε: - Να, άμα λείψει ο κυβερνήτης από ένα καράβι, τί λες; Θα καταντήση στο λιμάνι; Τα κύματα θα το σπάσουν. Έτσι και ο νους. Είναι κυβερνήτης. Κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά <<νους>> λέγεται και η ενέργεια του νου που συνίσταται σε λογισμούς, κρίσεις, συλλογισμούς και νοήματα. Αλλά όμως δεν είναι ο ίδιος ο νους, αλλά ενέργειες του νου. Νους είναι και η δύναμις που ενεργεί αυτά, η οποία ονομάζεται και  κ α ρ δ ί α  στην Αγία Γραφή. Η οποία καρδία είναι η κυριώτερη από όλες τις άλλες δυνάμεις της ψυχής και από αυτή τη δύναμι χαρακτηρίζεται η ψυχή μας λογική>> (Λόγος περί προσευχής και καθαρότητος καρδίας, Φιλοκαλία, τόμ. Α', σ. 133, κεφ. γ'). Αλλά ο νους είναι και η ικανότης του νου για την ένωσί του και μέθεξι με τον Θεόν. Αλλού ονομάζεται ικανότης προς θέα ή θεωρία ή όρασι του Θεού. Είναι ακριβώς το ίδιο πράγμα. Το να βλέπει κανείς τον Θεό, είναι ένωσις με τον Θεόν. Να γιατί ο νους κατά την πατερική ορολογία ονομάζεται <<οφθαλμός της ψυχής>>, <<νοερός οφθαλμός>>, <<όμμα>> ή <<θεωρητικόν ή λογιστικόν>> μέρος της ψυχής. Είναι εικόνα του Θεού ο άνθρωπος, διότι έχει νου. Ο νους του ανθρώπου είναι ένας δημιουργικός παράγων κάθε λεγομένου έργου πολιτισμού. Αλλά είναι τραγικό όταν στον νου λείπει η γνωστική και διακριτική αίσθησις. Τυφλώνεται τότε, εξέρχεται εντελώς από τον εαυτό του (καθώς θα δούμε) και αποκτά απόλυτες σχέσεις με τα δημιουργήματα, με την κατ' αίσθησι φύσι των όντων, ενώ η ουσία του είναι νοερά. Κολυμπά σ' ένα πέλαγος οιήσεως και κενοδοξίας, παύει να είναι <<ενεργεία νους>> και γίνεται μόνον <<δυνάμει νους>>, δηλαδή, αλογοποιείται. Γίνεται σαν τους άψυχους ηλεκτρονικούς εγκεφάλους που κατασκευάζει, σαν τα πλαστικά λουλούδια χωρίς άρωμα, σαν τις τυφλές μηχανές του. <<Ο νους του ανθρώπου, κατά την έκφρασι συγχρόνου γέροντος ασκητού, ομοιάζει με ένα πετεινόν του ουρανού, άλλοτε υψιπετές και άλλοτε χαμερπές>>. Με τα ύψη της αναβάσεως και αναγωγής του νου αφ' ενός και με τις πτώσεις του στα κατώτερα μέρη της γης αφ' ετέρου, στα οποία κυλιέται ο νους διά της επενεργείας των παθών, ασχολούνται οι Φιλοκαλικοί άγιοι Πατέρες. Η αυτοσυγκέντρωσις ή <<συνέλιξις>> του νου όσων ανθρώπων ασχολούνται με την λεγόμενη <<γιόγκα>> των μη χριστιανικών ανατολικών θρησκειών, μπορεί να πραγματοποιείται, αλλά είναι άπρακτη και άκαρπη. Ο νους εκεί παραμένει στην μέθοδο. Μέχρις εδώ μπορεί να θεωρηθή σαν μια επαινετή, ανθρώπινη όμως και μόνο προσπάθεια, γι' αυτόν τον λόγο και εκ των προτέρων καταδικασμένη. Ο νους εκεί σταματά στη μέση του δρόμου <<από Ιερουσαλήμ εις Ιεριχώ>> και <<λησταίς περιπίπτων, οι και εκδύοντες αυτόν και πληγάς επιτεθέντες αφιέντες αυτόν ημιθανή τυγχάνοντα>>. Αυτό συμβαίνει, διότι εκεί ο νους δεν έχει αντικείμενο, αναζητεί έναν ανύπαρκτο φωτισμό, και πλανάται <<πλάνην οικτράν>>, αφού στην πραγματικότητα ενούται με δαιμονικόν πνεύμα, το οποίο κατορθώνει να παρουσιάζη το ψεύδος ως αλήθεια και την αλήθεια ως ψεύδος <<μετασχηματιζόμενον εις άγγελον φωτός>>. Εθεωρήσαμε λοιπόν αναγκαίο, το δεύτερο τεύχος των Φιλοκαλικών Σελίδων να το αφιερώσουμε στο μέγιστο αυτό θέμα. Θερμή παράκλησις προς τους αγαπητούς αδελφούς αναγνώστας να προσεύχωνται για την ευτέλειά μας, ο Κύριος να καθαρίζη και τον ιδικόν μας νου <<από παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος επιτελούντα αγιωσύνην εν φόβω Θεού>> (Β' Κορινθ. κεφ. ζ' 1).





( ε κ  τ ο υ  π ρ ο η γ ο ύ μ ε ν ο υ )


<<Κεφαλαιώδες για την σωτηρία της ψυχής, για την κάθαρσι του οφθαλμού της ψυχής
(του οπτικού μέρους) δηλαδή του νου μας και την ένωσί του
με τον μόνο Καθαρό Θεόν.
Η μηχανική, δυτική, αλλόδοξη, η εξωτερική <<μίμησις του Χριστού>>
και το ομώνυμο βιβλίο έβλαψε και αλλοίωσε τα ορθόδοξα κριτήρια.
Η απόκτησις βέβαια των ευαγγελικών αρετών
είναι θεία προσταγή, αλλά δεν μπορούν να νοηθούν οι αρετές ανεξάρτητες,
χωρίς την ζωοποιό δύναμι της προσευχής.
Δεν μπορούν μόνες τους να οδηγήσουν στην κάθαρσι
και στην ένωσι του νου χωρίς την ηλιοστάλακτη ακτίνα της θείας ενεργείας.
Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ως πνευματοκίνητος συλλέκτης
των πατερικών βιωμάτων και διδαχών γράφει:
<<Επειδή το Θείον είναι αυτόχρημα η Αυτοαγαθότης
και το Έλεος και η Άβυσσος της χρηστότητος,
μάλλον δεν αγκαλιάζει και αυτή την Άβυσσο,
διότι υπερέχει από κάθε όνομα που ονομάζεται και από κάθε πράγμα
που νοείται, μπορεί να τύχη κανείς το έλεος με την ένωσί του προς Αυτό>>.


Χαρούμενος πηγαίνει στον αδελφό και του λέγει: -Κάνε αγάπη και πρόσθεσε για μένα άλλη μια προσευχή. Αυτός υπήκουσε και κάνοντας δύο προσευχές για τον γέροντα, έπεσε πάλι σε κατάνυξι και είπε στον εαυτό του:


<<Ω ταλαίπωρη ψυχή, πρόσθεσε και για τον εαυτό σου άλλη μια προσευχή>>. Έτσι λοιπόν, περνώντας και την εβδομάδα εκείνη και κάνοντας την νύκτα τέσσερεις προσευχές, ερχόμενος ο γέροντας την Κυριακή είδε τους δαίμονες που ήσαν πιο πολύ λυπημένοι και δεν μιλούσαν καθόλου>>.


Ευχαριστώντας τον Θεό και επιστρέφοντας επήγε πάλι προς τον αδελφό και παρεκάλεσε να προσθέση ακόμη μία προσευχή υπέρ αυτού. Ο αδελφός δέχθηκε και αυτή και πρόσθεσε και για τον εαυτό του άλλη μια προσευχή. Κάθε νύκτα έκανε έξι προσευχές. 


Καθώς περνούσε πάλι ο γέροντας την Κυριακή είδε τους δαίμονες να στέκουν μακρυά από το κελλί του, οι οποίοι όταν τον είδαν να πηγαίνη στον αδελφό, τον ύβρισαν με φοβέρες για την σωτηρία του αδελφού.


Ο γέροντας δοξάζοντας τον Θεό επήγε στον αδελφό και τον συνεβούλευσε να μη αμελή, αλλά να προσεύχεται αδειαλείπτως. Και, αφού στερεώθηκε καλά στην τάξι των προσευχών του ο αδελφός με την Χάρι του Θεού, ανεχώρησαν τελείως από αυτόν οι δαίμονες.


Ένας αδελφός ερώτησε άλλον γέροντα, λέγοντας: -Ποιά είναι η καλλιέργεια της ψυχής για να καρποφορήση; -Και απεκρίθη ο γέροντας: Η καλλιέργεια της ψυχής είναι η ησυχία του σώματος και η πολλή σωματική προσευχή και το να μη προσέχης τα σφάλματα των ανθρώπων, αλλά μόνο τα ιδικά σου.


Αν ο άνθρωπος υπομείνη σε αυτά, δεν πολυχρονίζει να καρποφορήση η ψυχή του. (Ευεργετινός, τόμ. Δ'). Αν πράγματι το έργο της καθάρσεως του νου είναι μέγα, τότε απαιτείται πολύς κόπος γι' αυτό.


Και ο μεγαλύτερος κόπος για την κάθαρσι είναι ο κόπος της προσευχής. Μαζί με τον προφητάνακτα ο προσευχόμενος μπορεί να κραυγάζη: <<ίδε μου τον κόπον Κύριε και την ταπείνωσιν και άφες πάσας τας αμαρτίας μου>>.


Ένας αδελφός ερώτησε κάποιον γέροντα, λέγοντας: -Ποιά εργασία οφείλει να έχη η καρδιά για να ασχολήται σ' αυτή; Και απεκρίθη ο γέροντας: -Αυτή είναι η τελεία εργασία του μοναχού να προσεύχεται πάντοτε απερισπάστως στον Θεόν.


Είπε ο αδελφός: Αλλά οι πονηροί λογισμοί δεν αφήνουν τον νου να προσέχη πάντοτε στον Θεόν. Πώς λοιπόν οφείλει να τους εκδιώκη; Και είπε ο γέροντας: -Δεν μπορεί ολοκληρωτικά μόνος του ο νους να το κατορθώση, διότι δεν έχει τέτοια δύναμι.


Όταν λοιπόν προσβάλλουν οι λογισμοί, αμέσως οφείλει να καταφεύγη προς τον Θεό και Εκείνος τους διαλύη σαν το κερί. Διότι ο Θεός είναι <<πυρ καταναλίσκον>>... Είναι καιρός πλέον να παραδεχθούμε


ότι οι περισσότεροι Χριστιανοί μέχρι τώρα δεν εδώσαμε την ανάλογη προσοχή ή απειθήσαμε στους θεόπνευστους λόγους των αγίων Πατέρων, οι οποίοι περιέχονται ή δεν περιέχονται στη γνωστή Φιλοκαλία, γύρω από το κεφαλαιώδες θέμα της προσευχής.


Κεφαλαιώδες για την σωτηρία της ψυχής, για την κάθαρσι του οφθαλμού της ψυχής (του οπτικού μέρους) δηλαδή του νου μας και την ένωσί του με τον μόνο Καθαρό Θεόν. Η μηχανική, δυτική, αλλόδοξη, η εξωτερική <<μίμησις του Χριστού>> και το ομώνυμο βιβλίο έβλαψε και αλλοίωσε τα ορθόδοξα κριτήρια.


Η απόκτησις βέβαια των ευαγγελικών αρετών είναι θεία προσταγή, αλλά δεν μπορούν να νοηθούν οι αρετές ανεξάρτητες, χωρίς την ζωοποιό δύναμι της προσευχής. Δεν μπορούν μόνες τους να οδηγήσουν στην κάθαρσι και στην ένωσι του νου χωρίς την ηλιοστάλακτη ακτίνα της θείας ενεργείας.


Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ως πνευματοκίνητος συλλέκτης των πατερικών βιωμάτων και διδαχών γράφει: <<Επειδή το Θείον είναι αυτόχρημα η Αυτοαγαθότης και το Έλεος και η Άβυσσος της χρηστότητος,


μάλλον δεν αγκαλιάζει και αυτή την Άβυσσο, διότι υπερέχει από κάθε όνομα που ονομάζεται και από κάθε πράγμα που νοείται, μπορεί να τύχη κανείς το έλεος με την ένωσί του προς Αυτό.


Ενώνεται δε κάποιος με Αυτό με την κοινωνία κατά το δυνατόν με τις όμοιες αρετές, που έχει το Θείο και με την κοινωνία της δεήσεως και της ενώσεως, που γίνεται με την προς τον Θεό προσευχή.


<<Αλλά η μεν κοινωνία με τον Θεό με τις αρετές για την ομοιότητα συνήθως ετοιμάζει τον αγωνιστή να γίνη ικανός να υποδεχθή το Θείον, όχι όμως και να ενώνη με το Θείον. Η δύναμις όμως της προσευχής ιερουργεί


και τελεσιουργεί την ανάστασι και την ένωσι του ανθρώπου προς το Θείον, διότι είναι σύνδεσμος η δύναμις της προσευχής των λογικών πλασμάτων προς τον Πλάστη, όταν βέβαια υπεραναβή την κατάστασι της προσευχής με πυρωμένη κατάνυξι πάνω από τα πάθη και τους λογισμούς.


Διότι είναι αδύνατον να ενωθή ο εμπαθής νους με τον Θεόν. <<Ώστε ο νους μέχρις ότου προσεύχεται δεν έτυχε ακόμα του ελέους. Όσον όμως υψώνεται πάνω από τους λογισμούς τόσο και ζη στο (χαροποιόν) πένθος.


Ανάλογα δε με το πένθος μετέχει και από το Θείο Έλεος και από την Θεία παρηγοριά. Και αν πολυχρονίση σε αυτά με ταπείνωσι μετασκευάζει ολόκληρο το παθητικό μέρος της ψυχής>>.


Η στάσις του σώματος βοηθεί πολύ στην συγκέντρωσι και <<συνέλιξι>> του νου στον εαυτόν του. Γι' αυτό και και οι Πατέρες διδάσκουν να στρέφη κανείς το βλέμμα του προς το στήθος, στο μέρος της καρδιάς, λέγοντας την <<ευχή>> με ελαφρό κράτημα της αναπνοής, καθισμένος σε ένα χαμηλό κάθισμα.


Η ψυχοτεχνική αυτή μέθοδος της προσευχής διαφέρει πολύ από τις αντίστοιχες μεθόδους αυτοσυγκεντρώσεως που υπάρχουν στις μη χριστιανικές ανατολικές θρησκείες. Δεινό τέχνασμα του διαβόλου είναι να κατορθώνη να παρουσιάζη το ψεύδος σαν αλήθεια και την αλήθεια σαν ψεύδος.


Γιατι τοποθετεί πολύ κοντά το ψεύδος με την αλήθεια με μια μικρή διαφορά, που ουσιαστικά είναι διαφορά τεραστία, <<καθόσον απέχουσιν ανατολαί από δυσμών>>. <<Στην προκειμένη περίπτωσι


η μικρή αυτή διαφορά που συνιστά όλη την απάτη του διαβόλου είναι ότι στην μεν νοερά προσευχή ο προσευχόμενος επαναλαμβάνει επικαλούμενος συνεχώς το παντοδύναμο όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού,


ενώ στην <<γιόγκα>> ή στο <<ζεν>> ο ασκούμενος επαναλαμβάνει συνεχώς μία ακατανόητη γι' αυτόν λέξι που, αν όμως ερευνήση, θα βρη ότι είναι το όνομα κάποιας ανατολικής θεότητος, δηλαδή κάποιου πονηρού δαίμονος>>.


Μακάριος ο άνθρωπος ο οποίος απέκτησε αυτή την πνευματοκίνητη σοφία της προσευχής, διότι έκαμε πνευματοκίνητον και φωτισμένον με την <<άνωθεν σοφίαν>> τον νου του.


<<Σοφία πνευματοκίνητη είναι, κατά τους θεολόγους Πατέρας, η δύναμις της νοεράς και καθαράς και αγγελικής προσευχής, της οποίας το σημάδι είναι να μη βλέπη τίποτε ο ασχημάτιστος νους όταν προσεύχεται.


Ο άϋλος τότε νους και φωτοειδής γίνεται, διότι προσκολλάται ανέκφραστα προς τον Θεό και γίνεται ένα πνεύμα>>. (Φιλοκαλία Δ' 52 ριστ'). Έτσι ο νους ομοιάζει με νυμφίο, καθώς λέγει ο άγιος Ηλίας ο Πρεσβύτερος (Φιλοκαλία τ. Β' 306 ξζ'), όταν προσεύχεται εντός της διανοίας του.


Με νυμφίο που διαλέγεται με την νύμφη μέσα στον νυμφώνα. Εκείνος δε που δεν του επιτρέπεται να εισέλθη στέκεται απ' έξω και στενάζοντας φωνάζει: <<Τίς απάξει με εις πόλιν περιοχής; ή τις οδηγήσει με>> έως του σημείου να μη βλέπω ματαιότητας και μανίας ψευδείς κατά τον καιρό της προσευχής μου>>;


Ερώτησε ένας αδελφός: -Με ποιά τέχνη καταφεύγει ο λογισμός προς τον Θεόν; Είπε ο γέροντας: Αν σου επιτεθή λογισμός πορνείας αμέσως, αφού αποσπάσης τον νου σου, φέρε τον γήγορα προς τον Θεό και μη πολυχρονίσης.


Διότι το να πολυχρονίσης είναι σαν να συγκατατέθηκες. Λέγει ο αδελφός: -Αν, λοιπόν, έλθη λογισμός κενοδοξίας, δεν οφείλει να αντιλέξη ο λογισμός; Απεκρίθη ο γέροντας: -Οποιαδήποτε ώρα


κάποιος αντιλέγει, εκείνος ο λογισμός αμέσως γίνεται ισχυρότερος και ραγδαιότερος, διότι περισσότερα ευρίσκει εκείνος να αντιλέγη και δεν σε βοηθεί τόσο (στον αντιρρητικό αγώνα) το Πνεύμα το Άγιον.


Είναι σαν να σε ευρίσκη υπερήφανο και να θεωρής τον εαυτό σου αυτάρκη στον πόλεμο εναντίον των παθών. Πρέπει, λοιπόν, μάλλον να καταφεύγης προς τον Θεόν.


Σ υ ν ε χ ί ζ ε τ α ι )



Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένων
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Συνακόλουθες αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του Αρχιμανδρίτη Ιωαννικίου:
<<Φιλοκαλικές Σελίδες 2 - Ο Νους>>,
έκδοση <<Ιερού Ησυχαστηρίου Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά>>,
Κουφάλια Θεσ/νίκης, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 42-48.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF