ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Σάββατο 12 Φεβρουαρίου 2022

Η ΘΗΒΑΪΔΑ ΤΟΥ ΒΟΡΡΑ (3ο ΜΕΡΟΣ)

 






Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου: <<Η Θηβαϊδα του Βορρά>> σε μετάφραση και επιμέλεια του Πέτρου Μπότση,
δ' έκδοση, σελ. 94-99, Αθήνα 1988.
<<Ο μοναχισμός στη Ρωσία ξεκίνησε με τους οσίους Αντώνιο και Θεοδόσιο του Κιέβου. Εκείνοι έθεσαν τα θεμέλια της άσκησης και ήταν οι πρώτοι που έφεραν στην απέραντη αυτή χώρα το μήνυμα της ολοκληρωτικής αφιέρωσης στο Θεό και του αγώνα για εσωτερική τελείωση. Εκείνος όμως που δημιούργησε μια μεγάλη άνθιση, που εξελίχτηκε σ' ένα τεράστιο ξέσπασμα του μοναχισμού και αγκάλιασε ολόκληρη τη βορειοανατολική Ρωσία, που δίκαια αποκλήθηκε "Θηβαΐδα του Βορρά",
ήταν ο μεγάλος άγιος Σέργιος του Ραντονέζ.
Ο άγιος Σέργιος ήταν μια γιγαντιαία μορφή που δημιούργησε τη "χρυσή εποχή" για το μοναχισμό της Ρωσίας, εποχή που κράτησε τρεις αιώνες περίπου και χάρισε στην Ορθόδοξη Εκκλησία χιλιάδες αγίους. Ο ίδιος έφτιαξε πενήντα μοναστήρια και από εκείνα δημιουργήθηκαν άλλα σαράντα. Δίκαια του απονεμήθηκε ο τίτλος του "μεγάλου γέροντα της ρωσικής γης" και του "αββά της Θηβαΐδας του Βορρά". Ο συναρπαστικός βίος του, όπως και οι βίοι άλλων χαρακτηριστικών μορφών της Θηβαΐδας του Βορρά, σκιαγραφούνται στο βιβλίο αυτό που εκδίδεται για πρώτη φορά στην Ελληνική.
Οι βίοι των αγίων αυτών συγκεντρώθηκαν από διάφορες πηγές στη Ρωσική και εκδόθηκαν για πρώτη φορά συλλογικά στην Αγγλική από το μοναστήρι του αγίου Γερμανού της Αλάσκας, που είναι στην Καλιφόρνια των Η.Π.Α. και που είχε την καλοσύνη να μου επιτρέψει τη μετάφραση και έκδοση του βιβλίου αυτού στην Ελληνική. Στην εισαγωγή του καθηγητή Κόντζεβιτς (...) υπάρχει μια ιστορική αναδρομή στη Θηβαΐδα αυτή του Βορρά και στα διάφορα ρεύματα που συνετέλεσαν τόσο στην απαρχή της, κατά το 14ο αιώνα, όσο και στην αρχή της παρακμής της, κατά το 17ο αιώνα.
Στον επίλογο επίσης, που γράφτηκε από τους εκδότες της αγγλικής έκδοσης, αναφέρονται οι δεσμοί και η επίδραση της Θηβαΐδας του Βορρά στη μεγάλη μοναχική κίνηση του 18ου αιώνα, που εκφράστηκε από τον όσιο Παΐσιο Βελιτσκόφσκυ και έδωσε στην Ορθόδοξη Ρωσική Εκκλησία τους μεγάλους στάρετς που τη δόξασαν και την δοξάζουν μέχρι σήμερα με την άφθαστη πνευματικότητά τους>>.
Πέτρος Αθ. Μπότσης
Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.







Όσιος Κύριλλος του Μπελοζέρσκ (Λευκής Λίμνης)



Ο Κύριος δε δόξασε τον Άγιό Του μόνο με το χάρισμα των ιάσεων, αλλά και με άλλα θαύματα. Κάποτε έπρεπε να λειτουργήσουν οπωσδήποτε και δεν υπήρχε αρκετό κρασί για τη Θεία Λειτουργία. Ο ιερέας ήρθε να το αναγγείλει στον Όσιο, ο οποίος ζήτησε απ' το νεωκόρο Νήφωνα να μάθει εάν πράγματι δεν υπήρχε κρασί.


Αφού ο Νήφων τον βεβαίωσε, ο Όσιος, σαν να αμφέβαλε ακόμη, ζήτησε να του φέρουν το δοχείο του κρασιού. Ο Νήφων υπάκουσε και με έκπληξη διαπίστωσε ότι το δοχείο ήταν τόσο υπερχειλισμένο με κρασί, ώστε σχεδόν χυνόταν απ' αυτό. Γι' αρκετό χρονικό διάστημα το κρασί δε λιγόστευε στο δοχείο, όπως κάποτε συνέβη με το λάδι της χήρας, που δε λιγόστευε με το λόγο του προφήτη Ηλία (Γ' Βασιλείου ιζ' 14-16). 


Κάποτε έπεσε πείνα στην περιοχή και παρά το γεγονός ότι το μοναστήρι δεν είχε κτήματα δικά του για να βγάζει το ψωμί του, το μοίραζε φιλεύσπλαχνα σε όλους. Το μόνο εισόδημα του μοναστηριού ήταν η αμοιβή εργασίας των μοναχών, γιατι ό,τι έφερναν στο μοναστήρι σαν ελεημοσύνη μόλις επαρκούσε γι' αυτούς τους ίδιους. Μ' όλα αυτά όμως, όσο περισσότερο μοίραζαν το ψωμί τόσο αυτό αυξανόταν και οι μοναχοί που το μοίραζαν κατάλαβαν το θαύμα και έλεγαν.


-Όπως ο Κύριλλος αύξησε το κρασί για τη Θεία Λειτουργία, έτσι και τώρα, για να κορέσει την πείνα, αύξησε το ψωμί με τη βοήθεια της Θεοτόκου. Και έτσι συνέχισαν να μοιράζουν ψωμί μέχρι τη νέα σοδειά. Κι αν καμμιά φορά αργότερα συνέβαινε να λείψει κάτι, οι αδελφοί, γνωρίζοντας ότι με τις προσευχές τους όλα θα δίνονταν απ΄το Θεό, ούτε καν ενοχλούσαν τον ηγούμενο.


Ο Όσιος είχε αναδείξει πολλές φορές τη σταθερή του πίστη στον Κύριο και στην Υπεραγία Θεοτόκο, όσο και την ανιδιοτέλειά του. Ο άρχοντας Ρωμανός που είχε μεγάλη ευλάβεια στον Όσιο, δώριζε κάθε χρόνο στο μοναστήρι ορισμένη ποσότητα σταριού. Κάποτε σκέφτηκε να σταθεροποιήσει τη δωρεά του παραχωρώντας στο μοναστήρι ένα χωριό και έστειλε στο όνομα του οσίου Κυρίλλου σαν δώρο ένα πιστοποιητικό με τη σχετική μεταβίβαση.


Εκείνος όμως, παίρνοντας το πιστοποιητικό, σκέφτηκε: <<Εάν κατέχουμε χωριά, το μόνο που θα προκύψει για τους αδελφούς θα είναι θόρυβος και μέριμνες, η ησυχία μας θα διασπαστεί και θα πρέπει να διαθέτουμε εργολάβους και οικιστές. Δεν θα ήταν καλύτερα για μας να ζήσουμε χωρίς να κατέχουμε χωριά; Η ψυχή ενός αδελφού είναι πολυτιμότερη απ' όλες τις ιδιοκτησίες>>.


Και επιστρέφοντας το πιστοποιητικό στον άρχοντα, του έγραψε: <<Εάν, άνθρωπε του Θεού, επιθυμείς να δωρήσεις το χωριό στην Υπεραγία Θεοτόκο, για τη συντήρηση των αδελφών, τότε γνώριζε ότι για μας θα ήταν προτιμότερο να διπλασιάσεις, αν μπορείς, την ποσότητα του σταριού που μας χορηγείς. Αυτό θα ήταν αρκετό για μας και τα χωριά κράτησέ τα εσύ, γιατι εμείς δεν τα χρειαζόμαστε και επί πλέον δεν είναι ωφέλιμα για τους αδελφούς>>.


Όσο μεγάλη ήταν η φροντίδα του Οσίου για την ψυχική σωτηρία των αδελφών, άλλη τόση ήταν και για τη σωματική τους ακεραιότητα σε στιγμές κινδύνου. Κάποτε μερικοί απ' τους μαθητές του πήγαν, κατ' εντολή του, να ψαρέψουν στη λίμνη, όταν ξαφνικά μια θύελλα που σηκώθηκε τους βρήκε στη μέση της λίμνης' τα κύματα κάλυπταν τη βάρκα και απειλούσαν να τους πνίξουν.


Ένας άντρας που στεκόταν στην όχθη της λίμνης, βλέποντας την κατάστασή τους, έτρεξε να πληροφορήσει τον όσιο Κύριλλο. Αμέσως τότε, παίρνοντας στα χέρια του ένα σταυρό, έσπευσε στη λίμνη. Με το σημείο του σταυρού γαλήνεψε αμέσως τα κύματα και οι μοναχοί ελευθερώθηκαν και αποβιβάστηκαν στη στεριά ασφαλείς.


Άλλη φορά πάλι ξέσπασε στο μοναστήρι πυρκαγιά και οι αδελφοί δεν μπορούσαν να την σβήσουν, γιατι οι φλόγες είχαν κυκλώσει το κτίριο απ' όλες τις πλευρές. Ο Όσιος, όμως, παίρνοντας με πίστη το σταυρό, έτρεξε αμέσως προς το μέρος όπου καίγονταν τα κελλιά! Ένας κοσμικός που βρισκόταν στο μοναστήρι γέλασε με το μάταιο, όπως φανταζότανε, ζήλο του γέροντα, βλέποντας ότι ήταν αδύνατο να σβήσει τις φλόγες.


Ο Όσιος όμως, στέκοντας με το σταυρό ακριβώς απέναντι απ' την πυρκαγιά, ύψωσε προς τον Θεό τις προσευχές του που ήταν πιο θερμές κι απ΄αυτή τη φωτιά και οι φλόγες σαν να ντράπηκαν και φοβήθηκαν απ' τις προσευχές του, ξαφνικά έσβησαν. Την ίδια στιγμή η οργή του Θεού έπεσε πάνω σ' αυτόν που είχε περιγελάσει τον Όσιο και αμέσως όλα τα μέλη ασθένησαν.


Αντιλήφθηκε όμως την αμαρτία του, ζήτησε το έλεος και ο Όσιος με το ίδιο σημείο του σταυρού, που πριν είχε σβήσει τη φωτιά, αποκατάστησε την υγεία του μετανοιωμένου κοσμικού. Η φήμη του Οσίου για τα θαύματά του, έφτασε μακριά.


Και ο πρίγκηπας του Μπελέβσκ Μιχαήλ, μαζί με τη γυναίκα του Μαρία, υποφέροντας επί οκτώ χρόνια επειδή δεν είχαν αποκτήσει παιδιά, όταν άκουσαν ότι ο Κύριος εισακούει τις προσευχές του Οσίου, έστειλαν δυο άρχοντες προς αυτόν και ζήτησαν τις προσευχές του για να τερματιστεί η στειρότητά τους.


Ο προορατικός Κύριλλος, πριν ακόμη διαβάσει το μήνυμα του πρίγκηπα, υποδέχτηκε τους απεσταλμένους του μ' αυτά τα παρηγορητικά λόγια: -Επειδή, παιδιά μου, κάνατε ένα τόσο δύσκολο ταξίδι, έχω πεποίθηση στον Κύριο και την Υπεραγία Θεοτόκο, ότι ο κόπος σας δε θα πάει χαμένος και ότι ο Θεός θα χαρίσει στον πρίγκηπά σας τη χαρά της τεκνοποιϊας.


Την ίδια νύχτα ο πρίγκηπας Μιχαήλ είδε στο όνειρό του ένα λαμπρό γέροντα με γκρίζα μαλλιά που κρατούσε στα χέρια του τρία δοχεία και του είπε: <<Πάρε από μένα αυτό που μου ζήτησες>>. Το ίδιο όραμα είδε και η πριγκήπισσα Μαρία κι όταν αποκάλυψαν ο ένας στον άλλον το όραμα χάρηκαν και οι δυο πολύ. Μετά από τρεις μέρες ο Όσιος είπε στον αρχοντάρη μοναχό ν' αφήσει τους απεσταλμένους να φύγουν, δίνοντάς τους μόνο ενάμισυ καρβέλι ψωμί για το ταξίδι τους, παρά το γεγονός ότι είχαν μαζί τους οκτώ άτομα.


Ξαφνιασμένοι απ' την τόση τσιγκουνιά, ζήτησαν να τους δοθεί περισσότερο ψωμί και ψάρια, γιατι το ταξίδι τους θα ήταν μακρύ και τα μέρη απ' όπου θα περνούσαν έρημα, αλλά ο Όσιος τους άφησε να φύγουν με ειρήνη, λέγοντάς τους ότι αυτό που τους έδωσε τους ήταν αρκετό.


Πράγματι, απ' την πρώτη νύχτα κατάλαβαν ότι οι προμήθειές τους ήταν ανεξάντλητες και μετά από ταξίδι δέκα ημερών έφεραν τα ψωμιά στον πρίγκηπά τους. Οι απεσταλμένοι του είπαν τα λόγια του Κυρίλλου: <<Μη λυπάστε, γιατι ο Κύριος θα σας χαρίσει αυτό που ζητάτε>> και ο πρίγκηπας με την πριγκήπισσα χάρηκαν πολύ. 


Δέχτηκαν με πίστη για ευλογία το ψωμί που περίσσεψε απ' το ταξίδι, έδωσαν να φάνε όλα τα μέλη του προσωπικού τους και όσοι υπόφεραν από ασθένειες στο σπίτι τους θεραπεύτηκαν αμέσως. Ο πρίγκηπας Μιχαήλ, όπως προείπε ο Όσιος, με τα τρία δοχεία, απόκτησε δυο γιους και μια θυγατέρα κι από τότε του είχε μεγάλη ευλάβεια και προμήθευε πάντα το μοναστήρι του με κάθε είδους αγαθά.


Όλ' αυτά που τους συνέβησαν τα διηγήθηκε η ίδια η πριγκίπισσα Μαρία σ' έναν απ' τους αξιόπιστους μοναχούς του Οσίου, τον αυστηρό Ιγνάτιο, που ασκούσε τη σιωπή, ο οποίος και τα μετέφερε προσωπικά στο συγγραφέα του βίου του. Σαν τον Ιγνάτιο υπήρχαν και πολλοί άλλοι μαθητές του Οσίου, που ήταν φημισμένοι για την αγιότητα του βίου τους.


Ανάμεσα σ' αυτούς ήταν και ο Γερμανός που είχε τέτοια υπακοή, ώστε μ' αυτήν έπιανε ακόμη και τα ψάρια. Όσες φορές πήγε με την ευλογία του Οσίου για ψάρεμα, ποτέ δεν γύρισε με άδεια χέρια. Πάντα έπιανε αρκετά ψάρια για την Τράπεζα της αδελφότητας, ακόμη κι αν ψάρευε μόνο με αγκίστρι. 


Ο όσιος Κύριλλος επέτρεπε το ψάρεμα με δίχτυα μόνο στη γιορτή της Κοιμήσεως, γιατι τότε ερχόταν πολύς κόσμος' τόση ήταν η μετριοπάθεια και αυτάρκειά του στο κάθε τι. Ο Γερμανός που μέχρι την τελευταία μέρα της ζωής του εργαζόταν σκληρά χωρίς να χάνει καμμιά απ' τις εκκλησιαστικές ακολουθίες, μετά την ευλογημένη του κοίμηση εμφανίστηκε μια νύχτα σε όραμα στο φίλο του Δημήτριο, με τον οποίο είχε συνδεθεί με δεσμό πνευματικής αγάπης.


Όπως ο Δημήτριος είχε επισκεφτεί το Γερμανό κατά τη διάρκεια της αρρώστιάς του, έτσι και ο Γερμανός από την άλλη ζωή, επιθύμησε να παρηγορήσει με μια επίσκεψη το φίλο του που είχε αρρωστήσει βαριά. -Μη λυπάσαι, αδελφέ Δημήτριε, του είπε, μια μέρα ακόμη και θα έρθεις μαζί μας.


Ο Δημήτριος, χαρούμενος απ' την επίσκεψη του πνευματικού του αδελφού, ανάγγειλε στους άλλους την προφητευμένη του κοίμηση και την καθορισμένη μέρα αποδήμησε στον Κύριο, αφήνοντας πίσω του την αγαθή ενθύμηση των αρετών του. Ο μαθητής του Οσίου, Χριστόφορος, που αργότερα έγινε ηγούμενος στο μοναστήρι, είχε έναν αδελφό Σωσίπατρο, που αρρώστησε βαριά.


Βλέποντάς τον να χάνει δυνάμεις, ο Χριστόφορος έσπευσε στον Όσιο να του αναγγείλει ότι ο αδελφός του σχεδόν πέθαινε. Εκείνος όμως του απάντησε χαμογελώντας: -Πίστεψέ με, παιδί μου Χρυσόστομε, κανένας σας δε θα πεθάνει πριν από μένα. Μετά την αναχώρησή μου όμως πολλοί από σας θα με ακολουθήσουν. 


Πράγμα το οποίο έγινε αργότερα, όταν γύρω απ' το μοναστήρι έπεσε μεγάλη θνησιμότητα. Κανένας όμως απ' τους αδελφούς δεν αρρώστησε όσο ζούσε ο άγιος γέροντας, ακόμη και ο Σωσίπατρος ανάλαβε απ' την αρρώστιά του.


Τέτοια ήταν τα μεγάλα δώρα που χάρισε ο Θεός στον Όσιο, λόγω της μεγάλης του αγάπης προς Αυτόν, σύμφωνα με το λόγο του Σωτήρα: <<Αινείτε και δοθήσεται>> (Ματθ. ζ' 7).


Γιατι το λόγο αυτό δεν τον είπε μόνο στους μαθητές Του, αλλά σε όλους τους πιστούς. Και ο όσιος Κύριλλος με το όνομα του Χριστού εκτελούσε θαυμαστά έργα.


Λίγο πριν την κοίμησή του, ο όσιος Κύριλλος κάλεσε όλους τους αδελφούς του μοναστηριού του, που τότε ήταν μαζί με τον Άγιο πενήντα τρεις και αγωνίζονταν στο έργο του Κυρίου, ο καθένας ανάλογα με τη δύναμή του, και μπροστά σε όλους εμπιστεύτηκε το μοναστήρι σ' έναν από τους μαθητές του, τον Ιννοκέντιο, ονομάζοντάς τον, έστω και παρά τη θέλησή του, ηγούμενο.


Τους εξόρκισε όλους στο όνομα του Θεού να μην αθετήσουν κανένα απ' τους μοναχικούς κανόνες που έθεσε ο ίδιος, αλλά να τους σεβαστούν και να τους τηρήσουν, όπως τον καιρό που ζούσε. Ο ίδιος επιθύμησε την απόλυτη ησυχία, ώστε πριν την κοίμησή του να δοθεί ολόκληρος, μες στο κελλί του, στη θεωρία του Θεού.


Απ' τους μεγάλους ασκητικούς αγώνες του τα πόδια του αρνούνταν να τον υπακούσουν για να στέκεται στην εκκλησία και εκτελούσε τον κανόνα του καθισμένος. Αλλά η προσοχή ποτέ δεν έλλειψε απ' τα χείλη του.


Δεν ήθελε να εγκαταλείψει ποτέ τον κανόνα της προσευχής, ακόμη και αν η σωματική του δύναμη εξασθενούσε. Σπάνια όμως και με μεγάλη δυσκολία μπορούσε να λειτουργεί κι όταν εξασθένησε πάρα πολύ, οι αδελφοί του τον έφεραν στην εκκλησία στα χέρια τους. 




Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου: <<Η Θηβαϊδα του Βορρά>>
σε μετάφραση και επιμέλεια του Πέτρου Μπότση,
δ' έκδοση, σελ. 94-99, Αθήνα 1988.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF