ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Σάββατο 26 Φεβρουαρίου 2022

ΟΣΙΟΣ ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ ΤΗΣ ΟΠΤΙΝΑ (5ο ΜΕΡΟΣ)

 





Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου της Ι. Μ. Παρακλήτου: <<Όσιος Αμβρόσιος της Όπτινα>>, έκδοση ογδόη, σελ. 85-90, Ωρωπός Αττικής 2004.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένων
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Η λέξις "στάρετς", που ερμηνεύεται "γέροντας", αναφέρεται σε χαρισματούχους άνδρες του ρώσικου μοναχισμού. Πρόκειται για τους ιερομονάχους εκείνους, οι οποίοι με αυστηρή μοναχική άσκησι ανέβηκαν σε ύψη αρετής και κατέκτησαν πλούσια την χάρι, την σοφία και την δύναμι του Αγίου Πνεύματος,
για να αναλάβουν εν συνεχεία το έργο του πνευματικού πατρός και καθοδηγητού.
Τον περασμένο αιώνα η Ρωσική Εκκλησία παρουσίασε εκλεκτούς και δυναμικούς στάρετς. Ήταν για να ενισχυθή η φλόγα της πίστεως και να αντέξη στην επερχόμενη δοκιμασία. Ανάμεσά τους σπουδαία θέσι κατέχει ο περίφημος στάρετς Αμβρόσιος της Όπτινα, ο "μέγας φωστήρ της Ρωσίας", όπως χαρακτηρίσθηκε, ο οποίος ανακηρύχθηκε επίσημα άγιος τον Ιούνιο του 1988 από την Ιερά Τοπική Σύνοδο της Εκκλησίας της Ρωσίας.
Η παρουσίασις στο ελληνικό κοινό της μεγάλης αυτής οσιακής μορφής αποτελεί μια συμβολή στην προσπάθεια ν' αποκαλυφθούν τα περίλαμπρα αστέρια που κρύβει ο ουράνιος θόλος της Ορθοδοξίας. Έτσι θα μπορή ο αναγνώστης να θαυμάση το φως, την λάμψι, την δόξα και την ωραιότητα που περιέχει η Εκκλησία του.
Μαζί με την μορφή του βιογραφούμένου οσίου προβάλλονται στο παρόν βιβλίο και άλλες ιερές μορφές -εκλεκτά άνθη από τον οσιακό κήπο της Όπτινα- όπως του στάρετς Λέοντος, του στάρετς Μακαρίου, του ηγουμένου Μωϋσή, του ερημίτου Ελισσαίου κ.ά. Όλοι τους -σύγχρονοι του οσίου Αμβροσίου- ήσαν θεοφόροι Πατέρες,
"άνδρες πλούσιοι, κεχορηγημένοι ισχύϊ" (Σ. Σειράχ μδ' 6). [...]
(Από τον πρόλογο της έκδοσης)








Το κελλί του στάρετς Μακαρίου το επισκέπτονταν πολλοί, μοναχοί και μοναχές, <<Αιγύπτιοι και Ιεροσολυμίται>> όπως θα έλεγε ο Μ. Αντώνιος. Το επισκεπτόταν και μια γυναίκα που ανήκε στους Αιγυπτίους, δηλαδή στα πρόσωπα που δεν είχαν πνευματικά ενδιαφέροντα, παρά μόνο περιέργεια ή και διάθεσι να πειράξουν και να ενοχλήσουν τον στάρετς.


Μόλις έβλεπε την γυναίκα αυτή ο π. Μακάριος την έδιωχνε. Ήξερε πως ήταν γη σκληρή, πέτρινη η ψυχή της, και ο σπόρος της πνευματικής διδασκαλίας δεν επρόκειτο να βλαστήση στο ελάχιστο.


Κάποια φορά που ερχόταν πάλι προς το κελλί του στάρετς αυτή η κυρία, βρέθηκε μπροστά στον π. Αμβρόσιο. Εκείνος μιμούμενος τον διδάσκαλό του, την ανάγκασε να απομακρυνθή' την έδιωξε. Το μαθαίνει αυτό ο π. Μακάριος, καλεί τον υποτακτικό του και του βάζει φωνές που άλλη φορά δεν είχε ακούσει.


Στο τέλος τον έδιωξε, και για αρκετό χρονικό διάστημα δεν τον δεχόταν στο κελλί του. Καθένας μπορεί να το καταλάβη: Ο στάρετς αφορμή ζητούσε για να σμιλεύση με την αυστηρότητά του τον χαρακτήρα του π. Αμβροσίου. Όχι ότι ενήργησε κακώς ο π. Αμβρόσιος. Απλώς ευκαιρία δόθηκε για να τον επιτιμήση.


Άλλωστε τι γράφει ο Απόστολος; -<<Επίστηθι ευκαίρως ακαίρως, έλεγξον, επιτίμησον>> (Β' Τιμ. δ' 2). Κάποια περίοδο ταλαιπωρημένος με τις αρρώστιες του ο π. Αμβρόσιος δεν μπορούσε να ασχοληθή με καμμιά εργασία. Τον βλέπει λοιπόν μία ημέρα έτσι άπρακτο ο στάρετς και με αυστηρές φωνές τον παρατηρεί: -Αμβρόσιε! Αμβρόσιε! Γιατί δεν εργάζεσαι; Γιατί δεν εργάζεσαι;


Σε λίγο πλησιάζει στον στάρετς ο Παύλος και λυπημένος του λέει: -Μπάτουσκα, τί δουλειές να κάνη; Αφού ο άνθρωπος είναι άρρωστος. Και εκείνος του αποκρίνεται: -Μήπως εγώ δεν το ξέρω ότι είναι άρρωστος; Οι επιπλήξεις όμως για τον μοναχό είναι βούρτσες που καθαρίζουν την ψυχή του από την σκόνη και την σκουριά των παθών. Ο στάρετς που εγνώριζε το Αποστολικό, <<έλεγξον, επιτίμησον>>, εγνώριζε και την επόμενη προτροπή, <<παρακάλεσον>> δηλαδή <<παρηγόρησε>>.


Και ήταν απαράμιλλος στην τέχνη της παρηγορίας. Μια φορά αντελήφθη πως ο υποτακτικός του πάνω στον πνευματικό αγώνα είχε ταλαιπωρηθή πολύ από τις άγριες επιθέσεις του εχθρού. Βαδίζοντας σ' ένα δρόμο της Σκήτης τον βλέπει να έρχεται από την απέναντι κατεύθυνσι.


Μόλις συναντήθηκαν βγάζει από την τσέπη του ένα μικρό μπουκαλάκι με γλυκό, του το προσφέρει και με τρόπο χαριτωμένο του λέει: -Πάρτο. Πάρτο. Για να γλυκάνης το στόμα σου από τις τόσες πίκρες που σε πότισε ο εχθρός.


Είκοσι ολόκληρα χρόνια πέρασε ο π. Αμβρόσιος κάτω από το ευσκιόφυλλο αυτό δένδρο. Ήρθε όμως και η αναπόφευκτη ώρα που το δέντρο θα μεταφυτευόταν στον ουρανό. Βαρειά αρρώστεια έρριξε τον ηλικιωμένο στάρετς στο κρεββάτι. Για να σηκώση το βάρος της και τους πόνους χρειαζόταν πολύ υπομονή.


Οι γιατροί που συχνά τον επισκέπτονταν εθαύμαζαν πράγματι την μεγάλη του καρτερία. Η προσευχή και η συχνή Θεία Κοινωνία τον ώπλιζαν με δύναμι, ώστε να σηκώση και τον τελευταίο αυτόν σταυρό. Αλησμόνητες έμειναν στον π. Αμβρόσιο, οι τελευταίες μέρες του στάρετς. Σ' όλο το διάστημα της επιθανατίου ασθενείας του έκανε χρέη Κυρηναίου. Όσο μπορούσε τον ανεκούφιζε.


Σκηνή συγκινητική: Ο ετοιμοθάνατος π. Μακάριος στο κρεββάτι, περιμένοντας την κατάλυσι της γήϊνης σκηνής. Ο π. Αμβρόσιος πλάϊ του με ένα πατερικό βιβλίο στα χέρια. -Διάβασέ μου κάτι, παιδί μου, από τους βίους των Οσίων. Αργά και καθαρά έβγαιναν από το στόμα του υποτακτικού οι οσιακές περιγραφές. -Ω αδελφέ μου! του έλεγε ο στάρετς. Πώς ζούσαν, πώς αγωνίζονταν εκείνοι οι άνθρωποι; Εμείς πώς ζούμε; 


Εγώ και συ τί κάνουμε; Μέχρι την τελευταία στιγμή οι ενέργειές του απέπνεαν το άρωμα της σοφίας. Γιατί ζητούσε από τον υποτακτικό του να του διαβάζη αυτά τα κείμενα; Για να του προσφέρη η ανάγνωσις την χάρι της ταπεινοφροσύνης.


Για να εμπνέη ακόμη και στον μαθητή του το ταπεινό φρόνημα. Εκεί που ο εχθρός θα του ψιθύριζε, <<Μπράβο, Μακάριε! Η ζωή σου ήταν γεμάτη πνευματικές καταστάσεις. Στεφάνια χρυσά σε περιμένουν. Άγιος θα ανακηρυχθής!>>, για να τον ρίξη στην υψηλοφροσύνη, προλάβαινε αυτός και φορούσε τον θώρακα της ταπεινώσεως.


Έτσι τα βέλη του πονηρού αχρηστεύονται. Το επικείμενο τέλος του στάρετς έκανε να περικυκλώσουν το κρεββάτι του πλήθους πνευματικά τέκνα. -Τί θα κάνουμε χωρίς εσένα, μπάτουσκα; ερωτούσαν περίλυπα. Εκείνος αντί για άλλη απάντησι τους παρέπεμπε στο Γεροντικό. στο σημείο που αναφέρονταν τα τελευταία λόγια του αββά Ισαάκ του Νιτριώτου.


-Όταν ο αββάς Ισαάκ, έγραφε το κείμενο, πλησίαζε στην ώρα της αναχωρήσεώς του, μαζεύθηκαν γύρω του οι Γέροντες κι ερωτούσαν: <<Τί θα γίνουμε χωρίς εσένα, αββά>>; Κι εκείνος αποκρίθηκε: <<Εσείς παρατηρούσατε πως ζούσα. Αν μιμηθήτε το παράδειγμά μου και και φυλάξετε τις θείες εντολές, ο Θεός θα στείλη την χάρι Του και θα προστατεύση το μέρος τούτο.


Εάν αντιθέτως δεν τηρήσετε τις εντολές, δεν θα ευδοκιμήσετε και δεν θα παραμείνετε στο μέρος αυτό. Κι εμείς πονούσαμε όταν αποχωριζόμαστε τους Πατέρες μας' ζούσαμε όμως σαν να βρίσκονταν κι εκείνοι ανάμεσά μας. Το ίδιο να πράττετε και σεις, και θα σωθήτε>>.


Στις 7 Σεπτεμβρίου του 1860, ο στάρετς Μακάριος εγκατέλειψε τον τόπο της παροικίας του.


Η επουράνιος πατρίδα, η αχειροποίητος σκηνή περίμεναν να αναπαύσουν το κουρασμένο πνεύμα του. Η τελευταία οδυνηρή αρρώστια και ο θάνατός του εταλαιπώρησαν υπερβολικά τον π. Αμβρόσιο.


Την ημέρα που θα γινόταν η πανηγυρική κηδεία -στις 10 Σεπτεμβρίου- από την αδυναμία δεν μπορούσε ούτε τα άμφιά του να φορέση.


Κάθε χρόνο στην επέτειο της μνήμης του ο σκητιώτικος Ναός πλημμύριζε κυριολεκτικά από τα πλήθη των προσκυνητών. Πολυάριθμοι ευλαβείς Χριστιανοί όλων των τάξεων, από κοντά και από μακρυά, μικροί και μεγάλοι, άνδρες και γυναίκες, συναθροίζονταν εκεί να προσευχηθούν και να τιμήσουν τον αλησμόνητο πατέρα τους.


Ήταν μάλιστα η μόνη ημέρα που επιτρεπόταν στις γυναίκες να διαβούν την μάνδρα της Σκήτης. Ο μακαρίτης ο στάρετς είχε συμπαρασταθή πολύ στις ανάγκες τους και στα προβλήματά τους -διετέλεσε και πνευματικός οδηγός σε πολυάριθμα γυναικεία Μοναστήρια- και για τον λόγο αυτό γινόταν η μοναδική αυτή εξαίρεσις.


Ο θάνατος ενός στάρετς βυθίζει τις ψυχές σε βαθειά θλίψι. Είναι σαν να χάνουν τα πρόβατα τον βοσκό και οι ναύτες τον κυβερνήτη. Πόση είναι η αξία ενός στάρετς; Απροσμέτρητη. Γι' αυτό απροσμέτρητη είναι και η θλίψις. Πόσο σημαντικά, αλήθεια, είναι τα λόγια που επρόφερε ο μεγάλος στοχαστής που γνωρίσαμε, ο Κιρεέφσκι: 


<<Εκείνο που έχει περισσότερη σημασία απ' όλα τα βιβλία και απ' όλες τις ιδέες είναι να βρης έναν ορθόδοξο στάρετς>>. Την διακήρυξι αυτή την κάνει άνθρωπος που γεύθηκε πλούσια τις σοφίες των βιβλίων και των φιλοσόφων' γι' αυτό και έχει μεγάλη βαρύτητα. Αμέσως μετά την κοίμησι του π. Μακαρίου τα πνευματικά του τέκνα εξέδωσαν το ογκώδες βιβλίο: <<Συλλογή επιστολών του στάρετς Μακαρίου>>.


Οι συμβουλές του οι τόσο πολύτιμες για ποικίλα ζητήματα, από τα πρακτικώτερα μέχρι τα θεωριτηκώτερα, άρχιζαν να διαβάζωνται με απληστία. Στην σελίδα 240 δίνει σοφές οδηγίες σε κάποιον που επιδιδόταν στην νοερά προσευχή: <<Πρόσεχε μη πέσης σε πλάνη. Όπως το διεπίστωσα σε πρόσφατες περιπτώσεις, είναι δύσκολο να προφυλαχθή καποιος απ' αυτήν...


Βλέπει στο δέντρο ένα ανθισμένο μπουμπούκι, το νομίζει για καρπό και το κόβει.  Μ' αυτό τον τρόπο ποτέ δεν θ' απολαύση τον καρπό>>. Πιο κάτω στην σελίδα 287 γράφει για το ίδιο θέμα: <<Μην ενθουσιάζεσαι πολύ για την νοερά προσευχή. Η προσευχή είναι ξίφος δίστομο. Μαζί με την ταπείνωσι συντρίβει τους εχθρούς μας.


Μαζί όμως με ένα λεπτό εγωϊσμό και με την αυτοϋπόληψι βλάπτει. Περισσότερο μας απομακρύνει από τον Θεόν παρά μας πλησιάζει>>. Αυτός υπήρξε ο π. Μακάριος, ο μεγάλος στάρετς της Όπτινα, ο λύχνος που σκόρπιζε πολύ μακρυά το φως του Θεού, ως τα πέρατα της ρωσικής γης.


Αυτός υπήρξε που ανέδειξε το ερημητήριό του κυματοθραύστη κατά του πνευματικού εκτροχιασμού που απειλούσε επικίνδυνα στις ημέρες του την Ρωσία. (Τότε παρετηρείτο ο μεγαλύτερος ενθουσιασμός στις τάξεις των διανοουμένων προς τον υλισμό, τον γερμανικό ιδεαλισμό και τον αγγλικό θετικισμό.


Αυτός υπήρξε, τέλος, ο κύριος δημιουργός και κατασκευαστής του λαμπρού πνευματικού φάρου που λέγεται στάρετς Αμβρόσιος.



Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου της Ι. Μ. Παρακλήτου:
<<Όσιος Αμβρόσιος της Όπτινα>>,
έκδοση ογδόη, σελ. 85-90, Ωρωπός Αττικής 2004.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF