ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Παρασκευή 27 Μαΐου 2022

ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΗ: «ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΤΑ ΜΑΤΙΑ»



Εορτή σήμερα, ἀγαπητοί μου. Ἑορτὴ ἡ Κυριακή, μὲ τὴν ὁποία τιμοῦμε τὴν ἔνδοξο ἀνάστασι τοῦ Κυρίου. Σήμερα ὅμως ἑορτάζουν καὶ οἱ τυφλοὶ ἀδελφοί μας, διότι παντοῦ διαβάστηκε τὸ εὐαγγέλιο τοῦ Τυφλοῦ.


τυφλὸς τοῦ εὐαγγελίου εἶχε στερηθῆ τὸ φῶς ἐκ γενετῆς. Δὲν ἔβλεπε καθόλου, ζοῦσε μέσα στὸ σκοτάδι. Καὶ ξαφνικὰ ὁ Χριστός, μὲ μία ἁπλῆ κίνησι, τοῦ ἔδωσε μάτια κι ὁ τυφλὸς εἶδε. Τί εἶδε; Ὅλα τὰ ὡραῖα ποὺ ἔπλασε ὁ Δημιουργός·τὸν ἥλιο, τὴ σελήνη, τὰ ἄστρα, τὴ θάλασσα, ποτάμια καὶ λίμνες, δέντρα καὶ δάση, ζῷα καὶ πουλιά.


Εἶδε πρὸ παντὸς τὸ συνάνθρωπό του. Καὶ πάνω ἀπὸ κάθε ἄλλο ἄνθρωπο εἶδε τὸν πατέρα καὶ τὴ μάνα του, ποὺ ὣς τότε τοὺς ἄκουγε μὰ δὲν τοὺς εἶχε δεῖ. Ἀλλ᾽ ἀκόμα,πάνω ἀπὸ κάθε τι ἄλλο, εἶδε τὸ ὡραιότερο ποὺ ὑπάρχει στὸν κόσμο· εἶδε μὲ τὰ μάτια του τὸν πλάστη του, τὸ Χριστό! Κάποιος ἅγιος λέει·Θά ᾿θελα κ᾽ ἐγὼ νὰ ἤμουν τυφλός, γιὰ νὰ δῶ τὸ Χριστὸ ὅπως ὁ τυφλὸς τοῦ εὐαγγελίου.


Μὲ ἀφορμὴ τὸ θαῦμα αὐτὸ ἂς ἀναλογισθοῦμε καὶ τὸ θαῦμα ποὺ κάνει ὁ Χριστὸς σ᾽ ἐμᾶς. Ποιό θαῦμα; Τὰ μάτια ποὺ μᾶς χαρίζει! Μικρὸ θαῦμα εἶνε τὸ μάτι; Σήμερα ὑπάρχουν πολλὲς φωτογραφικὲς μηχανές. Ποιές εἶνε καλύτερες, οἱ γιαπωνέζικες, οἱ ἀμερικάνικες, οἱ ἐγγλέζικες;… Ἡ τέλεια φωτογραφικὴ μηχανὴ εἶνε τὸ μάτι τοῦ ἀνθρώπου. Κάθε φωτογραφικὴ μηχανὴ ἔχει τὸν κατασκευαστή της, καὶ θαυμάζουμε τὶς φωτογραφίες ποὺ βγάζει, ἀσπρόμαυρες καὶ ἔγχρωμες.


Τί εἶνε ὅμως οἱ μηχανὲς αὐτὲς ἐν συγκρίσει μὲ τὰ μάτια, ποὺ παίρνουν συνεχῶς ἄπειρες ἔγχρωμες φωτογραφίες καὶ ταινίες ὁλόκληρες! Μέγα μυστήριο τὸ μάτι· φτάνει, καὶ μόνο αὐτό, ν᾽ ἀποδείξῃ ὅτι ὑπάρχει Θεός. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ τυφλός, ὅταν εἶδε τὸ φῶς του, ἔπεσε καὶ προσκύνησε τὸ Χριστό.


πως ἐκεῖνος, ἀδελφοί μου, εὐχαρίστησε τὸν Κύριο, ἔτσι κ᾽ ἐμεῖς πρέπει νὰ τὸν εὐχαριστοῦμε ἀπὸ τὰ βάθη τῆς ψυχῆς μας, γιατὶ μᾶς ἔδωσε τὸ πολύτιμο αὐτὸ ὄργανο, τὰ μάτια, τὴν ὑπέροχη αὐτὴ αἴσθησι ποὺ λέγεται ὅρασις.


ς τὸν εὐχαριστήσουμε, ἀλλὰ καὶ ἂς προσέξουμε. Διότι τὰ μάτια ἀνεβάζουν τὸν ἄνθρωπο στὸν οὐρανό, ἀλλὰ καὶ τὰ μάτια τὸν κατεβάζουν στὸν ᾅδη καὶ στὴν κόλασι. Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς ἔλεγε· Μᾶς ἔδωσε ὁ Θεὸς τὰ μάτια, γιὰ νὰ βλέπουμε τὰ ὡραῖα ποὺ ἔφτειαξε καὶ νὰ τὸν δοξάζουμε.


Τρέχει ὁ κόσμος καὶ πληρώνει νὰ δῇ θεάματα· ἀνέβα σὺ σὲ μιὰ κορυφὴ καὶ ἀπόλαυσε πανόραμα·πήγαινε σὲ καταρράκτες, σὲ χιονισμένα τοπία· στρέψε τὸ βλέμμα σου τὴ νύχτα στὸν οὐρανὸ καὶ δὲς τὰ ἄστρα…


Δὲν ὑπάρχει ὡραιότερος κινηματογράφος καὶ θέατρο ἀπὸ τὴ δημιουργία. Τὰ μάτια πρέπει νὰ χρησιμοποιοῦνται καλά, νὰ βλέπουν«ὀρθά»(Παρ. 4,25), νὰ μὴ βλέπουν τὰ ἁμαρτωλὰ πράγματα. «Ἀπόστρεψον τοὺς ὀφθαλμούς μου τοῦ μὴ ἰδεῖν ματαιότητα», λέει ὁ ψαλμῳδός(Ψαλμ. 118,37). Γιατὶ ἀπὸ τὰ μάτια, ὅταν δὲν χρησιμοποιοῦνται ὅπως θέλει ὁ Θεός, γεννῶνται μεγάλες συμφορές, ἐγκλήματα καὶ δράματα.


Θέλετε παραδείγματα; Ἀνοῖξτε τὴν Παλαιὰ Διαθήκη. Τί ἦταν ὁ Δαυΐδ; Ὁ πιὸ ἔνδοξος βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ, ποὺ νίκησε ὅλους τοὺς ἀντιπάλους. Καὶ ὅμως ἔπεσε·διέπραξε δύο φοβερὰ ἁμαρτήματα· σκότωσε καὶ μοίχευσε. Πῶς; Ἀπὸ ἕνα βλέμμα. Ἀνέβηκε στὴν ταράτσα τῶν ἀνακτόρων, εἶδε ἀπὸ ᾿κεῖ σὲ κάποιο σπίτι μιὰ γυναῖκα γυμνὴ νὰ κάνῃ λουτρό, νικήθηκε ἀπὸ σφοδρὴ ἐπιθυμία, καὶ γιὰ νὰ τὴν πάρῃγυναῖκα του σχεδίασε τὸν φόνο τοῦ συζύγου της. Μιὰ ματιὰ τὸν κατέστρεψε.


Μετανόησε κατόπιν, ἔγραψε τὸν γνωστὸ πεντηκοστὸ ψαλμὸ«Ἐλέησόν με, ὁ Θεός…», καὶ μούσκευε τὴ νύχτα τὸ προσκέφαλό του μὲ δάκρυα. Θέλετε ἄλλο παράδειγμα; Διαβάστε στὸνπροφήτη Δανιὴλ πῶς δύο δικασταὶ -«ἀρεοπαγῖτες» τοῦ Ἰσραήλ, ποὺ θεωροῦνταν ὑπόδειγμα ἤθους, νικήθηκαν κι αὐτοὶ ἀπὸ τὰ μάτια, ὅταν κρύφτηκαν καὶ εἶδαν μία γυναῖκα ποὺ λουζόταν. Γιὰ νὰ καλύψουν τὴν ἁμαρτία τους ἔφτασαν στὸ σημεῖο νὰ τὴ συκοφαντήσουν, ἀλλ᾽ ἀποκαλύφθηκαν καὶ τιμωρήθηκαν.


Δὲν εἶνε ἕνα καὶ δυὸ τὰ ἁμαρτήματα ποὺ προέρχονται ἀπὸ τὰ μάτια. Καὶ σήμερα ὁ κίνδυνος εἶνε μεγάλος. Ὁ σατανᾶς γέμισε τὸν κόσμο. Δὲν χρειάζεται νὰ ἐπιδιώξῃ κανεὶς νὰ δῇ· τὰ γυμνὰ εἶνε τώρα μπροστά του σὲ κάθε βῆμα. Στοὺς δρόμους οἱ γυναῖκες περπατοῦν ἡμίγυμνες καὶ προκαλοῦν. Κινηματογράφοι καὶ θέατρα προβάλλουν ὅ,τι πρόστυχο καὶ γκαγκστερικό. Ἦρθε τέλος καὶ ἡ τηλεόρασι καὶ τὸ κακὸ ὡλοκληρώθηκε.


ταν ἤμουν ἱεροκήρυκας στὴ Λάρισσα, ἦρθε κάποιος κι ἄνοιξε ἐκεῖ ἕναν ἀπὸ τοὺς πρώτους κινηματογράφους· καὶ μαζεύτηκε ἀπ᾽ ἔξω οὐρά. Τότε ἕνας ἀθῷος χωριάτης, ποὺ εἶχε κατεβῆ μὲ τὴ γκλίτσα του ἀπὸ τὴ ῾Ραψάνη, βλέποντάς τους εἶπε· ―Μὰ τί πάθανε αὐτοί; καρβέλια μοιράζουν αὐτοῦ πέρα καὶ τρέξανε σὰν πεινασμένοι; Τὸν ἄκουσα καὶ τοῦ λέω· ―Πεινασμένοι εἶνε, μὰ ὄχι γιὰ ψωμὶ ἀλλὰ γιὰ σάρκες, ποὺ τὶς τρῶνε μὲ τὰ μάτια… Ἡ ἁμαρτία αὐτή,ὅπως εἶπε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, εἶνε πολὺ σοβαρή, εἶνε μοιχεία(βλ. Ματθ. 5,28).


Καὶ τ᾽ ἀποτελέσματα; Φρικτά. Ἕνα παιδὶ εἶδε σὲ ταινία νὰ σφάζουν, καὶ τὴν ἄλλη μέρα πῆρε ἕνα μαχαίρι κ᾽ ἔσφαξε ἕνα μικρότερο παιδάκι τῆς γειτονιᾶς. Ἕνας ἄλλος μικρὸς εἶδε πῶς κρεμάστηκε κάποιος, καὶ πῆγε κι αὐτὸς καὶ ἀπαγχονίστηκε. Εἶνε τόσα καὶ τόσο τρομερὰ τὰ ἐγκλήματα ποὺ γίνονται, ὥστε στὴν Ἀμερικὴ μαζεύτηκαν ἐπιστήμονες, ἐξέτασαν ἐπὶ ἕνα ἔτος τὸ ζήτημα αὐτό, διαπίστωσαν ὅτι ἡ χώρα κινδυνεύει νὰ καταστραφῇ, καὶ κατέληξαν σὲ ἕνα σύνθημα, ποὺ πρέπει νὰ τὸ ποῦμε κ᾽ ἐμεῖς· προτρέπουν ὅλους νὰ κλείσουν τὴν τηλεόρασι.


ἅγιος Κοσμᾶς εἶπε, ὅτι τὸ τέλος τοῦ κόσμου θὰ ἔρθῃ ὅταν δοῦμε τὴ γυναῖκα νὰ περπατάῃ γυμνὴ στὸ δρόμο καὶ ὅταν ὁ διάβολοςθὰ βγάλῃ ἕνα κουτὶ ποὺ θὰ τρελλάνῃ ὅλους.Αὐτὰ πραγματοποιήθηκαν στὶς ἡμέρες μας. Θά ᾿ρθουν χρόνια, ἔλεγε μιὰ ἄλλη προφητεία, ―καὶ ἦρθαν ἤδη― ποὺ οἱ ἄνθρωποι θὰ συμπεριφέρωνται ἀδιάντροπα, σὰν τὰ σκυλιὰ στοὺς δρόμους. Πρῶτα ἡ γυναίκα ἀρρώσταινε, καὶ προτιμοῦσε νὰ πεθάνῃ παρὰ νὰ καλέσῃ γιατρὸ καὶ νὰ δείξῃ τὸ κορμί της.


Τέτοια ἁγνότητα εἶχε ἡ πατρίδα μας. Τώρα οἱ γυναῖκες δείχνουν τὶς σάρκες τους σὰν κρέατα Ἀργεντινῆς κρεμασμένα στὰ τσιγγέλια τοῦ διαβόλου. Ξευτελίστηκε ἡ γυναίκα. Μιὰ ἐφημερίδα στὸ Παρίσι ἔγραψε πρὸς ἐντροπήν μας· Τὸ πιὸ φτηνὸ κρέας τῆς Εὐρώπης εἶνε στὴν Ἑλλάδα τὸ γυναικεῖο. Ὦ Θεέ μου!


Μιὰ πατρίδα ποὺ ἔχτισε Παρθενῶνες, ποὺ ἔψαλε τὸν Ἀκάθιστο ὕμνο στὴν Παναγία μας, ποὺ περνοῦσαν ἑκατὸ χρόνια καὶ διαζύγιο δὲν ἀκουγόταν – στὸν Πόντο λένε ὅτι πέρασαν πεντακόσα χρόνια καὶ κροῦσμα πορνείας καὶ μοιχείας δὲν ὑπῆρχε. Ποῦ καταντήσαμε τώρα! φθάσαμε ἐκεῖ ποὺ ἔλεγε μιὰ ἄλλη προφητεία, ὅτι θά ᾿ρθουν χρόνια ποὺ θὰ γίνωνται τόσο αἰσχρὰ πράγματα, ὥστε θὰ λένε· Καλότυχοι αὐτοὶ ποὺ δὲν ἔχουν μάτια καὶ αὐτιά. Σήμερα προτιμότερο νὰ μὴ βλέπῃς καὶ νὰ μὴν ἀκοῦς τὰ αἴσχη καὶ τὶς βλασφημίες.


Καὶ αὐτὰ μὲν ὁ κόσμος· ἀλλὰ ὁ Χριστιανός; Δὲν εἶσαι ἐν τάξει ἂν ἔχῃς τὰ μάτια γουρλωμένα στὸ γυαλὶ καὶ ξεχνᾷς τὴ γυναῖκα καὶ τὰ παιδιά σου· ἁμαρτάνεις, κόλασι ἔχεις μέσα σου. Τὰ μάτια αὐτά, τὰ κολασμένα, δὲν εἶνε ἄξιαν᾽ ἀντικρύσουν τὶς εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ τῆς Παναγίας καὶ τῶν ἁγίων, νὰ δοῦν τὴ λειτουργία καὶ τὰ ἅγια καὶ τὰ ἄλλα μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας. Ὅποιος χάσκει στὰ αἴσχη, εἶνε ἀνάξιος νὰ κοινωνήσῃ τὰ ἄχραντα μυστήρια. Ὁ Χριστιανὸς ἀγωνίζεται νὰ ἔχῃ μάτια ἁγνά, παρθενικά, ἀγγελικά. Διαφορετικά, θὰ δώσουμελόγο γιὰ κάθε ἄθεσμο βλέμμα.


Γι᾽ αὐτὸ σᾶς ζητῶ νὰ δώσετε μιὰ ὑπόσχεσι. Τὸ κάνετε; πέφτω καὶ σᾶς προσκυνῶ – δὲν τὸ κάνετε; μένω λυπημένος· κρίμα στὸ χριστιανικό σας ὄνομα καὶ στὶς τόσες θρησκευτικές σας ἐκδηλώσεις. Ποιά εἶνε ἡ ὑπόσχεσι· κλεῖστε τὶς τηλεοράσεις! Ἂν τὸ κάνετε αὐτό, θά ᾽νε ὅ,τι καλύτερο. Ἀλλιῶς, ἡ ἁμαρτία θά ᾽νε μεγάλη. Λιγώτερο ἁμαρτάνει ἕ νας ποὺ τρώει κρέας Τετάρτη καὶ Παρασκευὴ ἀπ᾽ αὐτὸν ποὺ κάθε βράδυ τρώει μὲ τὰ μάτια γυμνὰ κρέατα. Στὴ Νέα Ὑόρκη καὶ στὸ Σικάγο τῆς Ἀμερικῆς, ποὺ εἶνε ἡ πατρίδα τῆς τηλεοράσεως, κλείνουν τὶς τηλεοράσεις· ἐμπρὸς λοιπὸν κ᾿ ἐμεῖς μὲ ἀνδρεῖο φρόνημα νὰ τὶς κλείσουμε.


Εἴμαστε σὲ χρόνια σκληρά, ἂς ἀγωνιστοῦμε. Ὅσοι πιστοί! Πόσο χάρηκα ὅταν σκόρπισα μὲ τὴ«Σπίθα» παντοῦ ἕνα ἄρθρο γύρω ἀπὸ τὸ θέμα αὐτὸ καὶ ἔλαβα γράμματα ποὺ μοῦ ἔλεγαν· Κλείνουμε τὴν τηλεόρασι, δὲν τὴν ξανανοίγουμε!Ὑπάρχουν καὶ εὐγενεῖς ἄνθρωποι· δὲν πέφτει ὁ σπόρος μόνο σὲ βράχια καὶ ἀγκάθια.


ς παρακαλέσουμε, ἀγαπητοί μου, τὸ Θεὸ νὰ μᾶς δώσῃ μάτια καθαρὰ στὴ ζωὴ αὐτή, γιὰ νὰ δοῦμε μιὰ μέρα τὸν οὐρανὸ καὶ τοὺς ἁγίους, καὶ νὰ ὑμνοῦμε διαπαντὸς Πατέρα, Υἱὸν καὶ ἅγιον Πνεῦμα εἰς αἰῶνας αἰώνων.


† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος


* Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ.ναὸ Ἁγ. Ἀχιλλείου νησῖδος Πρεσπῶν τὴν 15-5-1977. Αναδημοσίευση εκ του ιστολογίου <<Κηρύγματα>>. Επιμέλεια ημετέρα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF