ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2022

Ι. Μ. ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ: ΟΣΙΟΣ ΣΕΡΓΙΟΣ ΤΟΥ ΡΑΝΤΟΝΕΖ (ΜΕΡΟΣ 3ον)

 



Σπάνια εκκλησιαστική μορφή επηρέασε τόσο βαθιά την ζωή του έθνους στο οποίο ανήκε, όσο ο όσιος Σέργιος την ιστορική πορεία της απέραντης Ρωσίας.
Θεμελιωτής του ρωσικού μοναχισμού υπήρξε ο όσιος Αντώνιος (983 - 1073), εσφιγμενίτης μοναχός, που μετέφερε την φλόγα του αγιορειτικού ασκητισμού σε ερημικές περιοχές του Κιέβου και ίδρυσε γύρω στο 1050 μαζί με τους μαθητές του οσίους Νίκωνα και Θεοδόσιο την περίφημη λαύρα των σπηλαίων (Κιεβοπετσέρσκαγια Λαύρα)
Η πρώτη αυτή μεγάλη άνθησις της μοναχικής ζωής στην Ρωσία δοκιμάσθηκε σκληρά από την λαίλαπα των ταταρικών επιδρομών. Οι Τάταροι, όπου περνούσαν, επέφεραν τρομακτική ερήμωσι του πληθυσμού. Στόχος τους δεν ήταν μόνον η στρατιωτική συντριβή και η πολιτική υποδούλωσις του αντιπάλου, αλλά η ολοκληρωτική καταστροφή του. [...]
(Από τον πρόλογο της έκδοσης)
Συνεχείς αναρτήσεις εκ του βιβλίου της Ι. Μ. Παρακλήτου, Μήλεσι Αττικής: <<Όσιος Σέργιος του Ραντονέζ>>, Δεκέμβριος 2006.
Εκ του ιστοτόπου <<nektarios.gr>>. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.






Γ. Ἡ συγκρότησις τῆς ἀδελφότητος


φήμη του ἄρχισε νὰ ἁπλώνεται παντοῦ. Ἄλλοι μιλοῦσαν γιὰ τὴν αὐστηρὴ νηστεία καὶ ἐγκράτειά του. Ἄλλοι θαύμαζαν τὴν ἁπλότητα καὶ τὴν ἀπάθειά του. Ἄλλοι ἔμειναν κατάπληκτοι μὲ τὴν ἐξουσία του στὰ πονηρὰ πνεύματα, μὲ τὴν βαθιά του ταπείνωσι, μὲ τὴν ἠθική του καθαρότητα.


Πολλοί, ἀπὸ τὶς γειτονικὲς πόλεις καὶ τὰ χωριά, ἄρχισαν νὰ ἔρχωνται γιὰ νὰ τὸν συναντήσουν. Ὁ ἕνας ἤθελε νὰ τὸν συμβουλευθῆ. Ὅ ἄλλος νὰ συζητήσῃ ἕνα πρόβλημά του. Ὁ τρίτος νὰ τονωθῆ μὲ δύο λόγια του. Καὶ ὁ καθένας ἔφευγε ἀποζημιωμένος γιὰ τὸν κόπο τοῦ ἐρχομοῦ του.


φευγε παρηγορημένος καὶ εἰρηνικός. Τὰ ἁπλὰ καὶ εὐλογημένα λόγια τοῦ Ὁσίου ἐπιδροῦσαν εὐεργετικὰ στὴν ψυχὴ τοῦ κάθε ἐπισκέπτη. Μὲ πολλὴ ἀγάπη τοὺς δεχόταν ὅλους. Μερικοὶ μάλιστα τοῦ ζητοῦσαν νὰ ζήσουν κοντά του.


Ὅσιος συνήθως τοὺς ἀπέτρεπε προβάλλοντας τὶς δυσκολίες καὶ τοὺς κινδύνους. Ὅταν ὅμως διαπίστωνε θερμὸ ζῆλο, ἀνδρεῖο φρόνημα καὶ σταθερὴ ἀπόφασι γιὰ μία ἀφιερωμένη ζωή, ὑποχωροῦσε στὶς παρακλήσεις.


τσι πολὺ σύντομα συγκεντρώθηκαν κάτω ἀπὸ τὴν ἐμπνευσμένη καθοδήγησί του δώδεκα ψυχές. Γιὰ ἕνα μεγάλο διάστημα ὁ ἀριθμὸς αὐτὸς δὲν ἄλλαξε. Ὅταν ὁ θάνατος ἐπισκεπτόνταν κανένα ἀπὸ τοὺς ἀδελφούς, κάποιος ἄλλος ἐρχόταν καὶ τὸν ἀναπλήρωνε καὶ ἔτσι ὁ ἀριθμὸς ἦταν πάντα ὁ ἴδιος μὲ τὸν ἀριθμὸ τῶν μαθητῶν τοῦ Κυρίου ἢ τῶν φυλῶν τοῦ Ἰσραήλ.


ζωή τους κυλοῦσε ἥσυχα καὶ εἰρηνικά. Καθημερινά, πύρινες προσευχές, ὑψώνονταν πρὸς τὸν Κύριο. Ἑπτα φορὲς τὴν ἡμέρα δεχόταν ἡ μικρὴ ἐκκλησία τοὺς μοναχούς: Μεσονυκτικό, ὄρθρο, α´, γ´, στ´ καὶ θ´ ὥρες, ἑσπερινὸ καὶ ἀπόδειπνο.


Γιὰ τὶς θείες Λειτουργίες καλοῦσαν ἱερεῖς ἀπὸ τὰ γειτονικὰ χωριά. Ἕνα χρόνο μετὰ τὸν ἐρχομὸ τῶν ἀδελφῶν ἐγκαταβίωσε στὴν νεοσύστατη Μονή, καὶ ὁ ἱερομόναχος Μητροφάνης, ποὺ ἔκειρε μοναχὸ τὸν Ὅσιο.


Οἱ ἀδελφοὶ τὸν ὑποδέχθηκαν μὲ χαρά, καὶ ὁμόφωνα τὸν ἐξέλεξαν ἡγούμενο. Τώρα μποροῦσαν συχνότερα νὰ τελοῦν τὴν θεία Λειτουργία. Ἡ χαρά τους ὅμως δὲν κράτησε πολύ, γιατὶ ὁ ἱερομόναχος σύντομα πέθανε.


Τότε ἄρχισαν νὰ παρακαλοῦν τὸν Ὅσιο νὰ δεχθῆ τὴν ἱερωσύνη καὶ νὰ ἀναλάβῃ τὴν ἡγουμενία. Ἐκεῖνος ἀρνήθηκε. Ἤθελε νὰ μιμῆται τὸν Κύριο καὶ νὰ ὑπηρετῆ σὰν δοῦλος ὅλους τοὺς ἄλλους.


Μόνος του ἔστηνε κελλιά, ἄνοιγε πηγάδια, κουβαλοῦσε νερὸ σὲ κάθε ἀδελφό, ἔκοβε ξύλα, ἔψηνε ψωμιά, ἔρραβε ροῦχα, μαγείρευε γιὰ ὅλους καὶ ἐκτελοῦσε ταπεινά, ὅλα τὰ διακονήματα.


Τὸν ἐλεύθερο χρόνο του τὸν ἀφιέρωνε στὴν προσευχή, καὶ στὴν νηστεία. Τρεφόταν μόνο μὲ ψωμὶ καὶ νερό, καὶ αὐτὰ σὲ περιωρισμένη ποσότητα. Κάθε νύχτα ἀγρυπνοῦσε στὴν προσευχή, καὶ ξεγελοῦσε τὸν ἑαυτό του μὲ ἕνα σύντομο ὕπνο.


σκληρὴ ζωή του ὄχι μόνο δὲν κλόνιζε τὴν ὑγεία του, ἀλλά, σὰν νὰ ἐνίσχυε τὸ σῶμά του, τοῦ ἔδινε δυνάμεις γιὰ μεγαλύτερες ἀσκήσεις. Αὐτὸ δημιουργοῦσε κατάπληξι σὲ ὅσους τὸν γνώριζαν.


ἐγκράτεια, ἡ ταπείνωσις, ἡ εὐλαβική του ζωή, ἀποτελοῦσε παράδειγμα γιὰ ὅλους τοὺς ἀδελφούς. Ἀπέραντο θαυμασμὸ ἔτρεφαν γιὰ τὸν ἐπίγειο αὐτὸν ἄγγελο καὶ μὲ ὅλες τους τὶς δυνάμεις προσπαθοῦσαν νὰ τὸν μιμηθοῦν στὴν νηστεία, στὴν προσευχή, στοὺς συνεχεῖς κόπους.


λλοτε ἔρραβαν, ἄλλοτε ἀντέγραφαν βιβλία, ἄλλοτε καλλιεργοῦσαν τοὺς κήπους. Ἐνῶ ἐπικρατοῦσε ἀπόλυτη ἰσότητα, ὁ Ὅσιος ἔλαμπε σὰν τὴν σελήνη ἀνάμεσα στὰ ἄστρα.


φήμη γιὰ τὴν ἀσκητικὴ ζωή του ὅλο καὶ μεγάλωνε. Ὁ ἀδελφός του Στέφανος τοῦ ἔφερε τὸν δωδεκαετῆ γυιό του Ἰωάννη. Ὁ νέος βλέποντας τὴν ἁγία ζωὴ τοῦ Ὁσίου καὶ ἀκούγοντας γιὰ τὰ κατορθώματά του πόθησε νὰ τὸν ἀκολουθήση.


γινε μοναχός, καὶ ὠνομάσθηκε Θεόδωρος. Ἔζησε στὴν μονὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος εἰκοσιδύο χρόνια καὶ ἀσχολήθηκε μὲ τὴν ἁγιογραφία. Ἡ ἔλλειψις ἱερέως καὶ ἡγουμένου γινόταν ὁλοένα καὶ πιὸ αἰσθητή, καθὼς περνοῦσε ὁ καιρός.


Δὲν ἦταν εὔκολο νὰ προσκαλοῦν πάντοτε ἱερεῖς ἀπὸ τὰ χωριά, καὶ ὑπῆρχε ἀνάγκη κάποιου χειραγωγοῦ μὲ τὴν ὑπεύθυνη ἐξουσία τοῦ ἡγουμένου.


Βέβαια καὶ γιὰ τὰ δύο δὲν ὑπῆρχε καταλληλότερο πρόσωπο ἀπὸ τὸν ἅγιο θεμελιωτὴ τῆς μονῆς. Ἐκεῖνος ὅμως συστηματικά, ἀπέφευγε νὰ ἀναλάβῃ τὴν ἡγουμενία. Ἤθελε νὰ εἶναι ὁ τελευταῖος μοναχός, δοῦλος καὶ ὑπηρέτης ὅλων.


ἐκκρεμότητα αὐτὴ κράτησε περισσότερο ἀπὸ δέκα χρόνια. Στὸ τέλος συγκεντρώθηκαν ὅλοι οἱ ἀδελφοὶ καὶ τοῦ εἶπαν: -Πάτερ, δὲν μποροῦμε πλέον νὰ ζοῦμε χωρὶς ἡγούμενο. Ζητοῦμε νὰ γίνης διδάσκαλος καὶ χειραγωγός μας.


Θέλουμε νὰ ἀποκαλύπτουμε καθημερινά, σὲ σένα, ὅλους μας τοὺς λογισμούς, ὅλους τοὺς πειρασμοὺς ποὺ ἀντιμετωπίζουμε, ὅλες τὶς ἁμαρτίες ποὺ κάνουμε. Θέλουμε καθημερινά, νὰ παίρνουμε ἀπὸ σένα συγχώρησι γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας. Θέλουμε νὰ μᾶς λειτουργῆς καὶ νὰ μᾶς κοινωνῆς συχνά.


Ὅσιος ἐπιχείρησε πάλι νὰ ἀρνηθῆ: -Ἀδελφοί μου, οὔτε ἁπλὸ λογισμὸ δὲν εἶχα ποτὲ νὰ γίνω ἡγούμενος. Ἕνα πρᾶγμα ποθῶ: νὰ τελειώσω τὶς ἡμέρες μου ὡς ἁπλὸς μοναχός. Σᾶς παρακαλῶ, μὴ μὲ πιέζετε.


ς ἀναθέσουμε τὸ θέμα αὐτὸ στὸν Θεό. Αὐτὸς θὰ μᾶς ἀποκαλύψῃ τὸ θέλημά Του καὶ τότε θὰ δοῦμε τὶ θὰ κάνουμε. Οἱ μοναχοί, δὲν ὑποχώρησαν στὸ αἴτημά τους. Ἀδιάκοπα τὸν ἀπασχολοῦσαν μὲ αὐτό. Τὸν ἀπείλησαν ἀκόμη:


-ὰν δὲν θελήσης νὰ ἀναλάβης τὶς ψυχές μας καὶ νὰ γίνης ποιμένας μας, θὰ ἀναγκασθοῦμε νὰ φύγουμε ὅλοι. Θὰ ἐγκαταλείψουμε τὸ μέρος αὐτὸ ποὺ τόσο κοπιάσαμε, θὰ καταπατήσουμε τὶς μοναχικές μας ὑποσχέσεις καὶ θὰ σκορπισθοῦμε σὰν περιπλανώμενα πρόβατα ἐδῶ καὶ ἐκεῖ.


Ὅσιος στὸ τέλος κάμφθηκε. Συγκινημένος καὶ νικημένος ἀπὸ τὶς ἱκεσίες καὶ τὶς ἀπειλές, ξεκίνησε μαζὶ μὲ δύο ἡλικιωμένους μοναχούς, γιὰ τὴν πόλι Περεγιασλάβλ Ζαλένσκυ πρὸς τὸν ἐπίσκοπο Βολίνσκυ Ἀθανάσιο, ἀναπληρωτὴ τοῦ μητροπολίτου Μόσχας Ἀλεξίου, ὁ ὁποῖος ἔλειπε στὴν Κωνσταντινούπολι.


ἱεράρχης δέχθηκε μὲ χαρὰ τὸν ἀσκητὴ γιὰ τὸν ὁποῖο εἶχε ἀκούσει πολλά. Τὸν ἀσπάσθηκε καὶ ἄρχισαν μία πολύωρη πνευματικὴ συζήτησι. Στὸ τέλος τῆς συζητήσεως ὁ Ὅσιος ἔβαλε μετάνοια στὸν ἐπίσκοπο καὶ τὸν παρακάλεσε νὰ διορίσῃ ἕναν ἡγούμενο.


κεῖνος ἀπάντησε: -Ἐσὺ πρέπει νὰ γίνης πατέρας καὶ ἡγούμενος στοὺς ἀδελφούς. Ἐσὺ ποὺ τοὺς συγκέντρωσες στὴν μονὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ὁ Ὅσιος ἀρνήθηκε λέγοντας ὅτι εἶναι ἀνάξιος. Ὁ ἐπίσκοπος ὅμως τοῦ εἶπε χαριτολογώντας:


-Βλέπω ὅτι ἔχεις ἀποκτήσει ὅλες τὶς ἀρετὲς ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ὑπακοή. Τότε ὁ μακάριος Σέργιος ὑποκλίθηκε καὶ ἀπάντησε: -Ἂς γίνῃ τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου. εὐλογημένο τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ στοὺς αἰῶνες.


λοι συγκινημένοι ἀπάντησαν· Ἀμήν. Ὁ ἐπίσκοπος χειροτόνησε τὸν Ὅσιο διάκονο καὶ ἀκολούθως πρεσβύτερο. Μετὰ τὴν ἀνάδειξί του σὲ ἡγούμενο τὸν συμβούλευσε: -Τώρα ποὺ ἔλαβες τὸ ἀξίωμα τῆς ἱερωσύνης, νὰ θυμᾶσαι τὶς ἐντολὲς τοῦ μεγάλου Ἀποστόλου Παύλου: 


Τὰ ἀσθενήματα τῶν ἀδυνάτων βαστάζειν, καὶ μὴ ἑαυτοῖς ἀρέσκειν. (Ῥωμαίους ιε´, 1). Ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζετε καὶ οὕτως ἀναπληρώσατε τὸν νόμον τοῦ Χριστοῦ. (Γαλάτας στ´, 2)


Μὲ ἀσυγκράτητο ἐνθουσιασμὸ προϋπάντησαν οἱ ἐρημῖτες ἀδελφοί, τὸν ἡγούμενό τους. Ἡ θερμὴ ἀγάπη καὶ ὁ ἀπέραντος σεβασμός τους δὲν μποροῦσε νὰ ἐκφρασθῆ. Ὁ Κύριος τοὺς εἶχε χαρίσει αὐτὸ ποὺ χρόνια ποθοῦσαν καὶ γιὰ αὐτὸ γέμιζαν πνευματικὴ εὐφροσύνη.


Ὅσιος μπαίνοντας στὴν ἐκκλησία τῆς μονῆς, ἀπευθύνθηκε στὸν Θεό, καὶ Τὸν παρακάλεσε νὰ τὸν εὐλογήσῃ στὴν δύσκολη διακονία ποὺ ἀνέλαβε. Μετὰ ἀπευθύνθηκε στοὺς ἀδελφοὺς ἐνθαρρύνοντάς τους καὶ προτρέποντας νὰ μὴν χαλαρώσουν τὸν ζῆλό τους γιὰ τὴν ἀσκητικὴ ζωή. Τοὺς παρακάλεσε νὰ συμπαρασταθοῦν στὸ ἔργο τους καὶ τοὺς ἔδωσε τὴν πρώτη ἡγουμενικὴ εὐλογία.


Συνήθως οἱ νουθεσίες του ἦταν ἁπλὲς καὶ σύντομες. Πάντοτε ὅμως τὶς διέκρινε ἡ σαφήνεια καὶ ἡ πειθώ. Ῥίζωναν βαθιὰ στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων καὶ καρποφοροῦσαν πλούσια στὴν ζωή τους. Δίδασκε καὶ ἐπηρέαζε τοὺς ἄλλους περισσότερο μὲ τὴν ἴδια τὴν ζωή του, μὲ τὸ παράδειγμά του.


Σὰν ἡγούμενος δὲν ἄλλαξε τὸν αὐστηρὸ τρόπο ζωῆς καὶ προσπαθοῦσε ἀκριβέστερα νὰ ἐφαρμόζῃ τοὺς μοναχικοὺς κανόνες. Διαρκῶς, ἔφερνε στὴν καρδιά του τὰ λόγια τοῦ Κυρίου: Ὃς ἐὰν θέλῃ ὑμῶν γενέσθαι πρῶτος, ἔσται πάντων δοῦλος. (Μάρκος, ι´, 44)


Τελοῦσε καθημερινὰ τὴν Θεία Λειτουργία καὶ ἑτοίμαζε τὰ πρόσφορα πάντοτε μόνος του. Ἄλεθε μὲ τὰ ἴδια του τὰ χέρια τὸ σιτάρι καὶ ἔκανε ὅλες τὶς ἄλλες ἀναγκαῖες ἐργασίες. Ἰδιαίτερα τοῦ ἄρεσε τὸ ψήσιμό τους. Σὲ αὐτὸ τὸ διακόνημα δὲν ἄφηνε κανένα ἄλλο, ἂν καὶ πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἀδελφοὺς ἤθελαν νὰ βοηθήσουν.


Πρῶτος ἐρχόταν στὶς ἀκολουθίες καὶ ἔφευγε τελευταῖος. Στεκόταν μέσα στὸν ναὸ εὐθυτενής, χωρὶς νὰ ἐπιτρέπῃ στὸν ἑαυτό του νὰ ακουμπήσῃ στὸν τοῖχο οὔτε νὰ καθίσῃ στὸ στασίδι. Ἐμψύχωνε στὸν ἀγώνα τοὺς ἀδελφοὺς καὶ θέρμαινε τὸν ζῆλό τους μὲ διηγήσεις ἀπὸ τοὺς βίους τῶν μεγάλων ἀσκητῶν.


δηγοῦσε μὲ σύνεσι τὸ λογικό του ποίμνιο καὶ μὲ τὶς πύρινες προσευχές του ἔδιωχνε τοὺς νοητοὺς λύκους μακρυὰ ἀπὸ τὴν μάνδρα τῆς μονῆς. Τὸν ἴδιο οὔτε κἂν τολμοῦσαν νὰ τὸν πλησιάσουν ἀπὸ τότε ποὺ μεταμορφωμένοι σὲ φίδια γέμισαν τὸ πάτωμα τοῦ κελλιοῦ του καὶ τοὺς ἐξαφάνισε σὰν καπνό, μὲ τὴν ἐγκάρδια προσευχή του.


πως ἀναφέραμε προηγουμένως, γιὰ ἕνα μεγάλο χρονικὸ διάστημα ὁ ἀριθμὸς τῶν ἀδελφῶν παρέμεινε δώδεκα. Κάποτε ἦλθε στὸ μοναστήρι ὁ ἀρχιμανδίτης Συμεών, ἀπὸ τὸ Σμόλενσκ. Ἀπαρνήθηκε τὶς ἀνέσεις ἑνὸς ἐξαιρετικὰ εὐκατάστατου βίου καὶ μὲ βαθιὰ ταπείνωσι παρακάλεσε τὸν Ὅσιο Σέργιο νὰ τὸν δεχθῆ σὰν ἁπλὸ μοναχό.


Μαζί του ἔφερε ἕνα σημαντικὸ ποσὸ χρημάτων καὶ τὸ παρέδωσε γιὰ νὰ κτισθῇ ἕνας εὐρύχωρος ναός. Ἡ νέα ἐκκλησία χτίσθηκε γρήγορα καὶ ἀπὸ τότε πολλοὶ ἄρχισαν νὰ συγκεντρώνωνται κάτω ἀπὸ τὴν φωτισμένη χειραγώγησι τοῦ ἁγίου ἡγουμένου.


Ὄσιος γνωρίζοντας ἀπὸ τὴν προσωπική του πεῖρα τὶς δυσκολίες τῆς μοναχικῆς ζωῆς δὲν βιαζόταν νὰ τοὺς κείρη μοναχούς. Συνήθως ἔδινε ἐντολὴ νὰ τοὺς ντύνουν μὲ ἕνα λινὸ μακρὺ μαῦρο ἔνδυμα, νὰ τοὺς ἀναθέτουν ὁποιοδήποτε διακόνημα καὶ μόνον ἀφοῦ μάθαιναν τὸ τυπικό, καὶ δὲν παρουσίαζαν δυσκολίες στὴν μακρόχρονη δοκιμασία, τότε τοὺς ἔκειρε μοναχούς, δίνοντάς τους μανδύα καὶ σκοῦφο.


Μὲ σχολαστικὴ ἀκρίβεια ἐξέταζε τὴν ζωὴ τῶν μοναχῶν. Ἀπαγόρευε πολὺ αὐστηρὰ νὰ βγαίνουν ἀπὸ τὰ κελλιά τους ἢ νὰ συζητοῦν μετὰ τὸ ἀπόδειπνο. Γιὰ αὐτὸ ἀργὰ τὸ βράδυ ὁ ἀκούραστος καὶ ζηλωτὴς ἡγούμενος μετὰ τὴν ἀτομική του προσευχή, περιώδευε τὰ κελλιά, καὶ ἀπὸ τὸ παραθυράκι ἔβλεπε τὶ ἔκανε ὁ καθένας.


ὰν ἔβλεπε τὸν ἀδελφὸ νὰ προσεύχεται ἢ νὰ ἐργάζεται ἢ νὰ μελετᾶ ψυχωφελῆ βιβλία, μὲ πολλὴ χαρὰ προσευχόταν γιὰ αὐτὸν στὸν Θεό. Ἐὰν ὅμως ἄκουγε ἄσκοπες συζητήσεις ἢ διαπίστωνε μάταιες ἀσχολίες κτυποῦσε τὴν πόρτα ἢ τὸ παράθυρο καὶ ἔφευγε λυπημένος. Τὴν ἑπόμενη ἡμέρα καλοῦσε τὸν ἀδελφὸ καὶ τὸν συμβούλευε.


ὑπάκουος συναισθανόταν ἀμέσως τὸ σφάλμα του, ζητοῦσε συγγνώμη καὶ ὁ Ὅσιος μὲ πατρικὴ ἀγάπη τὸν συγχωροῦσε. Ὁ ἀνυπάκουος δεχόταν τὴν τιμωρία τῆς ἀνυπακοῆς του.


Ὅσιος συνδύαζε στὴν παιδαγωγική του τὴν ἁπλότητα μὲ τὴν αὐστηρότητα. Ἦταν ὁ πραγματικὸς ποιμένας τῶν μοναχῶν καὶ ὄχι ἕνας ἀδιάφορος μισθωτός.



Συνεχείς αναρτήσεις εκ του βιβλίου της Ι. Μ. Παρακλήτου, Μήλεσι Αττικής:
<<Όσιος Σέργιος του Ραντονέζ>>, Δεκέμβριος 2006.
Εκ του ιστοτόπου <<nektarios.gr>>. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF