ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Δευτέρα 19 Δεκεμβρίου 2022

ΟΣΙΟΣ ΣΤΑΡΕΤΣ ΑΝΑΤΟΛΙΟΣ Ο ΝΕΟΤΕΡΟΣ

 




Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίο του Πέτρου Μπότση
«Πατερικό της Όπτινα»,
β' έκδοση, Αθήνα 2006, σελ. 152-157.
<<Στο βιβλίο αυτό, το <<Πατερικό της Όπτινα>>, καταχωρήσαμε όσα στοιχεία διασώθηκαν, εκείνα που εμείς μπορέσαμε να βρούμε από τους βίους και τα κατορθώματα των οσίων εκείνων πατέρων. Η ύλη κατανεμήθηκε σε τέσσερα κεφάλαια ως εξής:
Στο Α' κεφάλαιο αναφερόμαστε στην ιστορία της Όπτινα και το θεσμό των γερόντων, όπως εγκαθιδρύθηκε στο μοναστήρι και τη σκήτη. Στο Β' κεφάλαιο παραθέτουμε τις βιογραφίες των δεκατεσσάρων στάρετς που έχουν ήδη ανακηρυχτεί άγιοι. Μολονότι, όπως προαναφέραμε, οι βιογραφίες των έξι από τους οσίους αυτούς έχουν κυκλοφορήσει ήδη στην ελληνική, τους συμπεριλάβαμε κι εκείνους με σύντομες περιλήψεις των βίων τους, γιατί φρονούμε πως χωρίς αυτούς δε θά' ταν ολοκληρωμένο το <<Πατερικό>>.
Η σειρά με την οποία κατατάσσονται στο βιβλίο όλοι οι όσιοι, είναι χρονολογική κι όχι αξιολογική, αναφέρονται δηλαδή με τη σειρά προσέλευσης και διαμονής τους στο μοναστήρι. Θα πρέπει επίσης να σημειώσουμε πως, εκτός από τα βιβλία των έξι στάρετς που ήδη κυκλοφορούν στην ελληνική, για τους περισσότερους υπάρχουν πλήρεις και λεπτομερείς βιογραφίες (στη ρωσική ή στην αγγλική γλώσσα). Οι ανάγκες όμως κι ο σκοπός του βιβλίου αυτού μας περιορίζει στη σύντομη παρουσίασή τους. Στο ίδιο κεφάλαιο, σε παράρτημα, έχουμε παραθέσει τις σύντομες βιογραφίες πέντε άλλων οσίων στάρετς, των οποίων η αγιότητα δεν έχει ακόμα αναγνωριστεί από την Εκκλησία. Στο Γ' κεφάλαιο υπάρχουν οι βιογραφίες 19 οσίων και γερόντων που σχετίζονταν άμεσα με το μοναστήρι και τους γέροντες της Όπτινα.
Οι γέροντες αυτοί είτε προέρχονταν άμεσα από την Όπτινα κι αναγκάστηκαν για διάφορους λόγους ν' απομακρυνθούν απ' αυτήν, είτε ζούσαν σε κοντινά μοναστήρια κάτω από την απόλυτη καθοδήγηση των γερόντων. Αν και μερικές από τις βιογραφίες αυτές είναι πολύ σύντομες, θα συναντήσει κανείς περιστατικά θαυμαστά, γεμάτα δύναμη σημαντική. Στο Δ' Κεφάλαιο τέλος θεωρήσαμε σκόπιμο να παρουσιάσουμε έξι από τους σπουδαιότερους συγγραφείς που επηρεάστηκαν άμεσα από τους γέροντες της Όπτινα (Γκόγκολ, Ντοστογιέφσκυ, Τολστόϊ κλπ.). Αναφερόμαστε με συντομία στα βιογραφικά τους στοιχεία και δώσαμε περισσότερο χώρο και έμφαση στην παρουσίαση των περιστατικών εκείνων που φανερώνουν την καταλυτική σε πολλές περιπτώσεις επίδραση που είχε πάνω τους η συνάντηση κι η συναναστροφή τους με τους γέροντες.
Σε πολλούς από τους βίους των στάρετς ίσως να μη συναντήσει κανείς τη σοφία του κόσμου τούτου. Θα συναντήσει όμως, ακόμα και στην πιο σύντομη βιογραφία, την αύρα του Αγίου Πνεύματος, μια σοφία θεϊκή. Η χάρη του Θεού είναι ολοφάνερη και στους απλοϊκότερους των μοναχών, σ' αυτούς ίσως περισσότερο, γιατί <<τα μωρά του κόσμου εξελέξατο ο Θεός ίνα τους σοφούς καταισχύνη>>. Το μοναστήρι της Όπτινα για έναν αιώνα, από το 1821 που επανιδρύθηκε ως το 1923 που το έκλεισαν οι μπολσεβίκοι, αναδείχτηκε σε ορμητήριο αναβάσεων πνευματικών. Με την επιρροή των μεγάλων μορφών των στάρετς, αυτών των ανυπέρβλητων καθοδηγητών των ψυχών, η Όπτινα έγινε φυτώριο αγίων, τόπος παραμυθίας, προσευχής και αγιότητας. Και όπως λέει ο Γκόγκολ, επίδρασή της δεν περιορίστηκε μόνο στους μοναχούς κι όσους εργάζονταν στο μοναστήρι και τη σκήτη.
Όλη η γύρω περιοχή είχε υποστεί την αγαθή επιρροή του σπουδαίου αυτού μοναστηριού. Είναι ευχάριστο και πολύ παρήγορο το γεγονός ότι στις μέρες μας, μετά από μερικές δεκαετίες σκληρής δοκιμασίας και ερήμωσης, στην Όπτινα άρχισαν πάλι να καλλιεργούνται τα θαυμαστά άνθη της ερήμου. Οι μοναχοί που ζουν σήμερα εκεί και που αγγίζουν ήδη τους εκατό, επιθυμούν κι ελπίζουν, όπως και όλοι μας, ν' αποκτήσει ξανά το άγιο αυτό μοναστήρι την παλιά της πνευματική δόξα και λαμπρότητα. Ν' αναστηθούν ξανά αναστήματα του μεγέθους των οσίων αυτών πατέρων, για να οικοδομήσουν τώρα την πίστη και την ευλάβεια στο δοκιμασμένο και βασανισμένο λαό>>.
Πέτρος Μπότσης - Ιανουάριος 2002.
(Απόσπασμα εκ του προλόγου).
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ».







ΠΕΤΡΟΥ ΜΠΟΤΣΗ: ΠΑΤΕΡΙΚΟ ΤΗΣ ΟΠΤΙΝΑ



(Μέρος 6ον)



ΟΙ ΟΣΙΟΙ ΓΕΡΟΝΤΕΣ ΤΗΣ ΟΠΤΙΝΑ




11. Όσιος Στάρετς Ανατόλιος ο Νεότερος



O Στάρετς Ανατόλιος, που ονομάστηκε <<Νεότερος>>, για να ξεχωρίζει από τον άλλο στάρετς Ανατόλιο, τον Ζερτσάλωφ, ήταν ένας από τους πιο συμπαθείς στάρετς της Όπτινα. Ξεχώριζε για το προορατικό του χάρισμα και την αγάπη του κι ήταν ο πρώτος ίσως από τους γέροντες πού δέχτηκε σχεδόν μαρτυρικό θάνατο.


Στο πρόσωπο του Στάρετς Ανατολίου μπορούσες να διακρίνεις κάτι από τη φρεσκάδα πού' χουν τ' αγριολούλουδα, είχε πάντα μια νεανική διάθεση και μια ήρεμη χαρά. Ο π. Ανατόλιος, κατά κόσμον Αλέξανδρος Ποτάπωφ, ήθελε από πολύ μικρός να γίνει μοναχός.


Η μητέρα του όμως αρνιόταν να τον αφήσει να πάει σε μοναστήρι, αν και δεν ήταν ο μοναδικός γιος στην οικογένεια. Έτσι έφυγε για το μοναστήρι μετά το θάνατό της, όπως ακριβώς έκανε κι ο μεγάλος άγιος της Ρωσίας, ο Σέργιος του Ραντονέζ.


Ο Αλέξανδρος πήγε κατ' ευθεία στην Όπτινα και για πολλά χρόνια ήταν διακονητής του στάρετς Αμβροσίου. Ζώντας κοντά στο μεγάλο στάρετς, προσπαθούσε ν' αφομοιώσει κυριολεκτικά το πνεύμα αυτού του μεγάλου οσίου και φαίνεται ότι το κατόρθωσε σε σημαντικό βαθμό.


Ενώ ήταν ακόμα Ιεροδιάκονος ανέλαβε τα καθήκοντα του πνευματικού, στη Σκήτη πρώτα κι έπειτα στο Μοναστήρι. Ιδιαίτερα οι επισκέπτες του Μοναστηριού κι οι προσκυνητές τον σέβονταν και τον αγαπούσαν πολύ.


Από τις πρώτες μέρες του στην Όπτινα, επιδόθηκε με ζήλο στην αυστηρή ασκητική ζωή. Πρόσεχε μ' επιμέλεια την τήρηση του νου του και προσπαθούσε να μη βγαίνει από το κελλί του, ενώ ταυτόχρονα συμμετείχε


μ' απλότητα και προθυμία σ' όλα τα διακονήματα του Μοναστηριού κι ήταν ιδιαίτερα προσεκτικός στην αγάπη του προς τους αδελφούς, τους επισκέπτες, τη φύση κι όλη τη δημιουργία.


Ο μοναχικός τρόπος ζωής στο μοναστήρι με το ωραίο τυπικό, τις εκκλησιαστικές Ακολουθίες, τους γέροντες και την πλούσια πνευματικότητα, τον διαμόρφωσαν σ' ένα μεγάλο ασκητή.


Τη νύχτα δεν κοιμόταν σχεδόν καθόλου, την περνούσε ολόκληρη με την προσευχή του Ιησού. Και στις ακολουθίες στην εκκλησία, πολλές φορές από την κούραση τον μισοέπαιρνε ο ύπνος, όσο διαβάζονταν τα καθίσματα.


Όποιος δεν ήξερε το νυχτερινό αγώνα του στην προσευχή, μερικές φορές τον κατέκρινε πως ήταν αμελής στα καθήκοντα του. Η εσωτερική αυτή εργασία όμως τον γέμιζε με εσωτερική ειρήνη αδιατάραχτη.


Κι αυτή τον βοήθησε να γίνει μαζί μ' όλους τους προκατόχους του στάρετς, ένας μεγάλος ευεργέτης ολόκληρης της κοινωνίας και να οδηγήσει τις ψυχές χιλιάδων Ρώσων στην ευλάβεια, στην αληθινή Χριστιανική ζωή.


Πολύ αγαπούσε τον άγιο Τύχωνα του Ζαντόνσκ και γι' αυτό πρόσφερε συχνά στους πιστούς ένα αντίτυπο από το βιβλίο του <<Ο πραγματικός Χριστιανισμός>>. Ο στάρετς Ανατόλιος είχε το εκπληκτικό χάρισμα να διαβάζει τις κινήσεις της ψυχής του ανθρώπου, τους λογισμούς του, τις σκέψεις του.


<<Το 1916, γράφει η κα Ελένη Κόντζεβιτς, σύζυγος του συγγραφέα Ιβάν Κόντζεβιτς, άκουσε ότι ο π. Ανατόλιος θα πήγαινε στην Αγία Πετρούπολη και θα έμενε στον κύριο Γιούσωφ. Έτσι πήγε εκεί για να τον συναντήσουμε οι τρεις μας:


Ο αδελφός μου, η αδελφή μου κι εγώ. Στο δρόμο τ΄αδέλφια μου έλεγαν πως το μόνο που ήθελαν ήταν να πάρουν την ευχή του.


Εγώ είπα πως ήθελα πάρα πολύ να μιλήσω μαζί του. Ο στάρετς βγήκε κάποια στιγμή στο δωμάτιο πού τον περίμεναν πολλοί άνθρωποι και μας ευλόγησε όλους, λέγοντας και κάποια λόγια στον καθένα μας ξεχωριστά.


Ο στάρετς Ανατόλιος έμοιαζε πολύ με τον όσιο Σεραφείμ, όπως ιστορείται στις εικόνες του: κυρτός, μ' ένα πολύ στοργικό και ταπεινό πρόσωπο. Αν δεν τον έχεις δει, είναι δύσκολο να σου τον περιγράψει ο άλλος.


Σαν ήρθε η σειρά μας ο στάρετς ευλόγησε τον αδερφό μου και την αδερφή μου και δεν τους είπε τίποτα. Σ' εμένα είπε: <<Εσύ θέλεις να μιλήσεις λίγο μαζί μου, έτσι δεν είναι; Τώρα δεν μπορώ. Έλα το βράδυ>>.


Αν και δεν είχα πει κουβέντα, ο στάρετς διάβασε τη σκέψη μου>>. Τέτοια περιστατικά έχουν αναφερθεί πάρα πολλά. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του ο στάρετς ζούσε κοντά στην εκκλησία.


Η ανασφάλεια κι η ανησυχία των ανθρώπων από τον επαναστατικό αθεϊσμό οδηγούσε τους πιστούς στους στάρετς Ανατόλιο και Νεκτάριο, τους τελευταίους απομείναντες γέροντες της 'Οπτινα.


Εκεί ζητούσαν παρηγοριά και πνευματική ενίσχυση. Ο στάρετς Ανατόλιος, αν κι ήταν νεότερος από τους δύο και τα μαλλιά του δεν είχαν ακόμη λευκανθεί, αποτελούσε το κέντρο της προσοχής. Ο στάρετς Νεκτάριος προτιμούσε να μένει στην αφάνεια.


Με την ταπείνωση και την απλότητα που τον διέκριναν, ο στάρετς Νεκτάριος όταν έβλεπε επισκέπτες να πλησιάζουν το κελλί του πήγαινε να τους συναντήσει και τους ρωτούσε: -Πού πάτε; Ποιόν ζητάτε;


Κι αμέσως τους έπαιρνε και τους οδηγούσε στο στάρετς Ανατόλιο. Εκείνοι ούτε καν υποψιάζονταν ποιός ήταν ο ταπεινός μοναχός που τους υπηρετούσε. Από τα τέλη του 1917 οι Σοβιετικές Αρχές άρχισαν τους διωγμούς των μοναχών σ' όλη τη Ρωσία.


Η Όπτινα κρατικοποιήθηκε. Οι Σοβιετικοί δεν είχαν βέβαια ανάγκη από μοναστήρι. Είχαν σκοπό να του αλλάξουν μορφή. Ευτυχώς αντέδρασαν οι τοπικοί πιστοί, ανάμεσα τους και μερικοί που είχαν κάποια επιρροή, και το μοναστήρι μετατράπηκε σε μουσείο, ενώ άφησαν και μια εκκλησία να λειτουργεί.


Ο στάρετς Ανατόλιος είδε τους εκατοντάδες μοναχούς που ζούσαν ακόμα στην Όπτινα να διασκορπίζονται στους τέσσερις ανέμους. Άλλοι ρίχτηκαν στη φυλακή, άλλοι θανατώθηκαν.


Οι διάδοχοι εκείνων των ευλαβών και αγίων στάρετς, που είχαν διαδραματίσει ένα σπουδαίο ρόλο στην πνευματική Ιστορία της χώρας τους, τώρα διώκονταν ανηλεώς, λες κι ήταν κακούργοι.


Και τότε ακόμα όμως οι πιστοί έτρεχαν στο μοναστήρι, αναζητώντας παρηγοριά στον άγιο αυτόν τόπο. Δυστυχώς έφτασε κι η σειρά του στάρετς Ανατολίου. Οι στρατιώτες του Ερυθρού Στρατού τον συνέλαβαν πολλές φορές, τον ξύρισαν, τον βασάνισαν, τον μυκτήρισαν.


Υπόφερε πολλά. Δεν έπαψε όμως να δέχεται τους πιστούς, οπότε του δίνονταν η ευκαιρία. Το βράδυ της 29ης Ιουλίου του 1922 τον επισκέφτηκε μια επιτροπή από Σοβιετικούς, τον ανέκρινε για πολύ ώρα και μετά του είπαν πως θα τον συλλάβουν.


Ο στάρετς δε διαμαρτυρήθηκε, μόνο τους ζήτησε ταπεινά να καθυστερήσουν τη σύλληψη του 24 ώρες για να ετοιμαστεί. Εκείνοι προειδοποίησαν αυστηρά κι απείλησαν το διακονητή του π. Βαρνάβα, τον καμπούρη, να ετοιμάσει το γέροντα, γιατί την άλλη μέρα θα τον έπαιρναν. 


φτασε η νύχτα κι ο στάρετς άρχισε να ετοιμάζεται για την αναχώρησή του. Την άλλη μέρα το πρωί η επιτροπή γύρισε. Τα μέλη της επιτροπής βγήκαν από τ' αυτοκίνητα τους και ρώτησαν τον π. Βαρνάβα:


- Ετοιμάστηκε; - Μάλιστα, απάντησε εκείνος. Άνοιξε την πόρτα και τους οδήγησε στο κελλί του στάρετς. Εδώ τους περίμενε μια έκπληξη που τους άφησε εμβρόντητους.


Ο στάρετς, μετά την <<προετοιμασία>> του, κείτονταν νεκρός στο φέρετρό του, στη μέση του δωματίου! Ο Κύριος δεν επέτρεψε να μυκτηρίσουν κι άλλο τον πιστό δούλο Του και τον πήρε μαζί του την ίδια εκείνη νύχτα.


Λίγες μέρες νωρίτερα ο στάρετς είχε ειδοποιήσει πολλούς ανθρώπους, άλλους μ' επιστολή, άλλους εμφανιζόμενος στον ύπνο τους κι άλλους ακόμα με διάφορους τρόπους, να τον επισκεφτούν στο κελλί του.


Τους περίμενε για την κηδεία του. Το σκήνωμα του ενταφιάστηκε δίπλα στον τάφο του στάρετς Μακαρίου, του οποίου τα λείψανα βρέθηκαν άφθαρτα.



Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίο του Πέτρου Μπότση:
<<Πατερικό της Όπτινα>>, β' έκδοση,
Αθήνα 2006, σελ. 152-157.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF