Ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,
Ἡ περίοδος ποὺ διανύουμε, αὐτὴ τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς, ἀποτελεῖ περίοδο ἰδιαίτερου πνευματικοῦ ἀγώνα καθαρισμοῦ τῆς ψυχῆς. Λόγος αὐτῆς τῆς ἀνάγκης γιὰ κάθαρση, νὰ ἀξιωθοῦμε, φυσικά, νὰ ζήσουμε μὲ συντριβὴ καρδιᾶς τὰ Ἄχραντα Πάθη τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ καί, ἔπειτα, μὲ δυνατὴ χαρὰ νὰ ἑορτάσουμε τὴν Ἀνάστασή του.
Στὸν ἱερὸ αὐτὸ ἀγῶνα σύμμαχός μας εἶναι τὸ ζεῦγος δύο μεγάλων ἀρετῶν, τῆς προσευχῆς καὶ τῆς νηστείας. Γνωρίζοντας οἱ Ἅγιοι Πατέρες τὴ μεγάλη συμβολὴ αὐτοῦ τοῦ ζεύγους στὴν πρόοδο τῆς πνευματικῆς ζωῆς, θέσπισαν σήμερα, Δ΄ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν, νὰ διαβάζεται τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα τῆς θεραπείας τοῦ δαιμονισμένου νέου, μέσῳ τοῦ ὁποίου ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς τονίζει τὴν ἀξία τῆς προσευχῆς καὶ τῆς νηστείας.
Κάποιο παλικάρι, λοιπόν, βασανιζόταν ἀπὸ ἀκάθαρτο πνεῦμα καὶ ὁ πατέρας του τὸ ὁδήγησε στοὺς Ἁγίους Ἀποστόλους γιὰ νὰ τὸ ἐλευθερώσουν. Ἐκεῖνοι, ὅμως, δὲν κατάφεραν νὰ ἐκβάλουν τὸ πονηρὸ πνεῦμα, μὲ ἀποτέλεσμα ὁ πατέρας νὰ λυπηθεῖ. Ἡ λύπη του δὲν κράτησε πολύ, διότι ἐκείνη τὴν ὥρα ἐπέστρεψε ὁ Χριστὸς ἀπὸ τὸ ὄρος Θαβώρ, ὅπου φανέρωσε τὴ δόξα τῆς θεϊκῆς τοῦ μορφῆς στοὺς Ἀποστόλους Πέτρο, Ἰάκωβο καὶ Ἰωάννη. Ἐλπίζοντας ὅτι ὁ Κύριος θὰ ἐλευθέρωνε τὸ παιδί του, ἔτρεξε κοντά του ζητῶντας τὸ θαῦμα.
Τελικά, ὁ Κύριος ἔδωσε διαταγὴ στὸ πονηρὸ πνεῦμα νὰ βγεῖ ἀπὸ τὸν νεαρό, δίχως ποτὲ νὰ ξαναμπεῖ σὲ αὐτόν. Ἀργότερα, οἱ Μαθητὲς κατ’ ἰδίαν ρώτησαν τὸν Ἰησοῦ γιατὶ δὲν κατάφεραν νὰ βγάλουν τὸ δαιμόνιο, γιὰ νὰ λάβουν τὴν ἀπάντηση: «τοῦτο τὸ γένος δὲν ἐκβάλλεται παρὰ μόνο μὲ προσευχὴ καὶ νηστεία».
Οἱ Ἅγιοι Πατέρες, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ ὁ σήμερα τιμώμενος ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μας Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης, ὁ καὶ συγγραφέας τῆς Κλίμακος, ἔγραψαν πολλὰ γιὰ τὴν προσευχὴ καὶ τὴ νηστεία, τὶς δύο πολὺ σημαντικὲς πρακτικὲς τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. Ἀνέλυσαν τὴ φύση τους, τὶς ἐγκωμίασαν, μᾶς δίδαξαν τὶ προσφέρουν στὴν ψυχὴ καὶ πῶς πρέπει νὰ τὶς ἐκτελοῦμε. Ἐνδεχομένως κάποιοι σήμερα νὰ μὴν καταλαβαίνουν τὸ νόημά τους καὶ νὰ τὶς βλέπουν ὡς μία ὠραία φιλοσοφία.
Δὲν εἶναι, ὅμως, ἔτσι τὰ πράγματα. Ἄν οἱ Ἅγιοι μίλησαν μὲ ἐπιστημονικὸ τρόπο καὶ μὲ τόση σιγουριὰ γιὰ τὶς δύο αὐτὲς ἀρετές, αὐτὸ συνέβη διότι εἶχαν τὴν ἐμπειρία. Ἔκαναν πράξη τὴ νηστεία καὶ τὴν προσευχή, βίωσαν τὰ ὀφέλη τους, φωτίσθηκαν καὶ κατέθεσαν τὴν ἐμπειρία τους ὡς θεωρία. Ἑπομένως, τὰ ὅσα θὰ ἀκούσετε στὴ συνέχεια, δὲν εἶναι κούφια λόγια τοῦ ἀέρα, ἀλλὰ ἀποτύπωση τῆς ἐμπειρίας τῶν Ἁγίων.
Ἡ προσευχὴ εἶναι ἐπικοινωνία. Ἡ ἐπικοινωνία εἶναι μία φυσικὴ ἀνάγκη τῆς κάθε ἀνθρώπινης ὕπαρξης. Ἀκόμη καὶ ἄν τοποθετήσουμε ἀνθρώπους ποὺ μιλοῦν διαφορετικὲς γλώσσες σὲ ἕναν ἀπομονωμένο χῶρο, αὐτοὶ θὰ βροῦν τὸν τρόπο νὰ ἐπικοινωνήσουν μεταξύ τους γιὰ νὰ ἐκφράσουν τὸν ἐσωτερικό τους κόσμο καὶ νὰ συμβιώσουν ἀποτελεσματικά. Ἄν τόσο χρήσιμη καὶ ἀναγκαία εἶναι ἡ ἐπικοινωνία μας μὲ τοὺς συνανθρώπους μας, μπορεῖτε εὔκολα νὰ καταλάβετε πόσο περισσότερο ἀναγκαία καὶ ὠφέλιμη εἶναι προσευχή, ἡ ἐπικοινωνία μας δηλαδή, μὲ τὸν Θεό, ὁ ὁποῖος μᾶς ἔδωσε καὶ μᾶς δίνει ζωή. Τόσο ἀναγκαία εἶναι ἡ προσευχή, ὥστε οἱ Πατέρες τὴν ὀνόμασαν «ἀναπνοὴ τῆς ψυχῆς».
Ὅπως τὸ σῶμα χωρὶς ἀναπνοή, πεθαίνει, ἔτσι καὶ ἡ ψυχή μας, χωρὶς τὴν προσευχὴ δὲν ἔχει ζωή. Κάποιος, μάλιστα, εἶχε πεῖ: «Ἔζησες ὅσα χρόνια προσευχήθηκες. Τὰ ὑπόλοιπα ἦταν χαμένα χρόνια».
Οἱ προσευχὲς χωρίζονται σὲ δύο εἴδη: τὶς ἑφτὰ διατεταγμένες ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία ἀκολουθίες καὶ τὴν προσωπική μας. Εἶναι πολὺ μεγάλη εὐλογία μέσα στὰ σπίτια τῶν ὀρθοδόξων νὰ ἀκούγονται ἱερὲς ἀκολουθίες, ὅπως, παραδείγματος χάριν, ὁ Ἑξάψαλμος, ὁ Ἑσπερινὸς καὶ τὸ Απόδειπνο μὲ τοὺς Χαιρετισμοὺς τῆς Θεοτόκου. Ἔρχεται μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο, ἀργὰ ἤ γρήγορα, πλούσια ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ στὴν οἰκογένεια, ἐκφρασμένη ὡς χαρά, ὡς ἀγάπη καὶ εἰρήνη. Ἀπὸ τὴν ἄλλη, ὅσον ἀφορᾶ τὴν προσωπικὴ προσευχή, αὐτὴ δὲν ἔχει χρονικὸ ὅριο.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς παραγγέλει νὰ προσευχόμαστε ἀδιαλείπτως, χωρὶς κανένα διάλειμμα. Εἴμαστε στὸ σπίτι, στὸν δρόμο, στὴν ἐργασία, στὸ σχολεῖο ἤ ὁπουδήποτε ἀλλοῦ; Πρέπει νὰ καταφέρουμε νὰ λέμε συνεχῶς μέσα μας κάποια λόγια προσευχῆς.
Δὲν χρειάζεται ἡ πολυλογία. Ὁ ληστὴς μὲ ἕνα μόνο λόγο προσευχῆς κέρδισε τὸν Παράδεισο. Ἡ προσευχὴ ποὺ βοηθάει πολὺ νὰ συγκεντρωθοῦμε σὲ αὐτὴν ἐπειδὴ εἶναι συνοπτική, εἶναι τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν με».
Οἱ Πατέρες ἐπιμένουν νὰ ἀφιερώνουμε χρόνο στὴν ἄσκηση αὐτῆς τῆς προσευχῆς, ἀκόμη καὶ παράλληλα μὲ τὶς ἐπίγειες ἐνασχολήσεις. Μᾶς διδάσκουν ὅτι ἀρχικὰ πρέπει νὰ πιέσουμε τὸν ἑαυτό μας λέγοντας τὴν εὐχὴ ἐκφώνως. Ὕστερα, μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ μὲ τὴν ἐπιμονή μας, ἡ εὐχὴ θὰ συμβαίνει ἀβίαστα στὸ νοῦ. Τότε, ὁ ἄνθρωπος θὰ ἀκτινοβολεῖ τὴν χαρὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀποτελῶντας μία φωτεινὴ καὶ ἀληθινὰ χριστιανικὴ ὕπαρξη.
Ὁ λόγος γιὰ τὴ νηστεία τώρα. Μπορεῖ ὁ ἀθλητὴς νὰ στεφανωθεῖ, ἄν πρῶτα δὲν θέσει κάποιους περιορισμοὺς σὲ κάποιες συνήθειές του; Ὄχι! Μὲ τὴν ἴδια ἀκριβῶς λογικὴ δὲν μπορεῖ καὶ ὁ χριστιανὸς νὰ νικήσει στὸν ἀγῶνα κατὰ τῶν παθῶν, ἄν δὲν νηστέψει. Καὶ ὅταν λέμε νηστεία, δὲν ἐννοοῦμε μόνο τὸ νὰ τρῶμε νηστίσιμα, ἤ νὰ φουσκώνουμε τρώγοντας νηστίσιμα. Νηστεία σημαίνει νὰ ἐγκρατεύομαι σὲ κάθε σωματικὴ αἴσθηση καὶ κυρίως νὰ κόβω τὸ θέλημά μου. Νηστεία σημαίνει νὰ ἀφήνω στὴν ἄκρη τὸ «ἐγώ», γιὰ νὰ σκηνώσει μέσα μου ὁ Χριστός.
Αὐτὸς ὁ σωματικὸς περιορισμὸς ὁδηγεῖ στὴν ἐλευθερία καὶ τὴν ὑγεία τοῦ πνεύματος, διότι ἔτσι τὸ πνεῦμα ἐπιβάλλεται στὴν σάρκα, ἀλλὰ καὶ στὴν ἐλευθερία τοῦ σώματος, διότι πολὺ περισσότεροι πέθαναν ἀπὸ πολυφαγία, παρὰ ἀπὸ ὀλιγοφαγία. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ νηστεύει καὶ δὲν φορτώνει τὸ σῶμα μὲ περιττά, εἶναι πάντα ἀνάλαφρος καὶ ἔτοιμος νὰ διακονήσει, ἔτοιμος νὰ προσευχηθεῖ, νὰ μελετήσει, νὰ δημιουργήσει. Ἀντιθέτως, ὁ ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἐγκρατεύεται, μὲ μεγαλύτερη δυσκολία στρέφεται σὲ θεάρεστα ἔργα, καὶ πολὺ περισσότερο κινδυνεύει νὰ πέσει.
Ἔχοντας ἀναφερθεῖ ἐν συντομία στὶς δύο μεγάλες ἀρετές, θὰ ἦταν παράλειψη ἄν δὲν μνημόνευα τὸν Ὅσιο Ἰωάννη. Τὸν τιμᾶ σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας διότι συνέγραψε ἕνα βιβλίο ὅπου ἀναπτύσσει τὰ σκαλοπάτια τῆς πνευματικῆς ζωῆς, γιὰ αὐτὸ καὶ τὴν ὀνόμασε «Κλίμακα», δηλαδὴ σκάλα. Ὑπῆρξε πραγματικὰ ἕνας ἐπιστήμονας τοῦ χριστιανισμοῦ, διότι αὐτὰ ποὺ ἔγραψε, τὰ ἔγραψε ἀφοῦ πρῶτα τὰ βίωσε. Τὰ βίωσε καὶ τὰ μοιράστηκε μὲ ὅλους ἑμᾶς. Γιὰ αὐτό, καλὸ θὰ εἶναι, νὰ διδαχθοῦμε ἀπὸ τὴ σοφία του, δύο ψήγματα ἐκ τῆς ὁποίας εἶναι τὰ ἑξῆς:
Ἀρχὴ τῆς προσευχῆς εἶναι τὸ νὰ διώκωνται οἱ ἐχθρικὲς προσβολὲς στὴν ἀρχή τους, μὲ ἕναν ἀποφασιστικὸ λόγο. Μέσον, τὸ νὰ παραμένη ὁ νοῦς στὰ λόγια καὶ στὰ νοήματα τῆς προσευχῆς. Καὶ τέλος, τὸ νὰ ἁρπαγῆ ὁ νοῦς πρὸς τὸν Κύριον.
Καλὸ τρίδομο καὶ τρίστυλο θεμέλιο εἶναι ἡ ἀκακία, ἡ νηστεία καὶ ἡ σωφροσύνη. Ὅλοι οἱ ἐν Χριστῷ νήπιοι ἀπὸ αὐτὰ ἃς ἀρχίζουν, παίρνοντας ὡς παράδειγμα τὰ νήπια. Μὲ τὶς πρεσβεῖες τοῦ μεγάλου δασκάλου τῆς πνευματικῆς προόδου, Ὁσίου Ἰωάννου, εἴθε νὰ ζήσουμε ὅπως ζητᾶ ὁ Χριστός μας!
ὁ Ἐπίσκοπός σας,
† ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος
Ιερά Μητρόπολη Αττικής και Βοιωτίας κ. Γρηγόριος
της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου