Ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,
Σίγουρα θὰ ἔχετε ἀκούσει τὴν φράση «μὴν κρίνεις τὸ βιβλίο ἀπὸ τὸ ἐξώφυλλό του». Σημαίνει ὅτι ἡ ἐξωτερικὴ ἐμφάνιση, κατὰ κύριο λόγο, εἶναι παραπλανητικὴ καὶ δὲν ἔχει σχέση μὲ τὸ περιεχόμενο. Ἂν αὐτὸ ἰσχύει μία φορὰ γιὰ τὰ βιβλία, γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ἰσχύει πολὺ περισσότερες. Δυστυχῶς, ὅμως, συχνὰ ὁ ἄνθρωπος ἀγνοεῖ ἤ ἀδιαφορεῖ γιὰ αὐτὴ τὴν ἀλήθεια καὶ συνηθίζει νὰ βάζει ταμπέλες στοὺς συνανθρώπους του μὲ βάση τὸ ἐξωτερικό τους σχῆμα. Δίνει, ἔτσι, βαρύτητα στοὺς τύπους καὶ ὄχι στὴν οὐσία, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μὴν διαφέρει ἀπὸ τοὺς Φαρισαίους.
Ἑμεῖς, ὡς Χριστιανοί, οὕτως ἤ ἄλλως ὀφείλουμε νὰ μὴν κρίνουμε κανένα, οὔτε μὲ βάση τὸ περιεχόμενό του, οὔτε μὲ βάση τὴν ἐμφάνισή του, διότι ὁ Χριστὸς μᾶς βεβαιώνει ὅτι ἄν δὲν κρίνουμε, δὲν θὰ κριθοῦμε.
Πολλοὶ θὰ ἔκριναν τὸν ἑκατόνταρχο τῆς σημερινῆς περικοπῆς, βασισμένοι στὰ ἐξωτερικά του στοιχεῖα. Εἶχε λαμπρὴ στρατιωτικὴ στολή, εἶχε ὑπὸ τὴν ἐξουσία του στρατιῶτες καὶ δούλους. Ἦταν Ρωμαῖος καί, ἑπομένως, εἰδωλολάτρης καὶ ἀξιωματικὸς τοῦ στρατοῦ κατοχῆς τοῦ Ἰσραήλ. Τί πιθανότητες ὑπῆρχαν ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος νὰ ἔχει εὐσέβεια μέσα του; Κατὰ πᾶσα πιθανότητα, θὰ ἐπρόκειτο γιὰ ἕναν μεγάλο ἁμαρτωλό, τυραννικὸ καὶ ὀργίλο ἄνθρωπο. Κι ὅμως, ὁ ἑκατόνταρχος εἶχε πολὺ μεγάλη εὐσέβεια καὶ ἀρετή.
Τὶς τελευταῖες ἡμέρες ὁ ἑκατόνταρχος ὑπέφερε. Ὁ ἴδιος δὲν εἶχε κάποια ἀσθένεια. Οὔτε ἡ οἰκογένειά του. Ἀσθενοῦσε ὁ δοῦλος του καὶ ἦταν στὰ πρόθυρα τοῦ θανάτου. Γιὰ αὐτὸ ὁ ἑκατόνταρχος κίνησε γῆ καὶ οὐρανὸ γιὰ νὰ βοηθηθεῖ ὁ ἀσθενὴς δοῦλος. Ποιός; Ὁ δοῦλος, ὁ ὁποῖος θεωροῦνταν, τὴν ἐποχὴ ἐκείνη, πρᾶγμα. Τόσο μεγάλη ἦταν ἡ καλοσύνη του, ποὺ μέχρι καὶ γιὰ τὸν δοῦλο του θυσιαζόταν.
Εἶχε ἀκούσει γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ θέλησε νὰ Τὸν προσεγγίσει γιὰ νὰ Τοῦ ἀπευθύνει τὸ αἴτημά του. Μετὰ τὴν ἐπὶ τοῦ ὄρους ὁμιλία, ὁ ἑκατόνταρχος πλησίασε τὸν Κύριο μὲ πολὺ σεβασμὸ καὶ ἀνέφερε τὸ πρόβλημά του. Δὲν εἶχε ἴχνος αὐθάδειας ἤ ἀμφισβήτησης στὰ λόγια του. Δὲν εἶχε αὐτὸ ποὺ λέμε «παρρησία», ὥστε νὰ ἐπιχειρήσει νὰ μιλήσει στὸν Χριστὸ σὰν ἴσος πρὸς ἴσο.
Ὁ Θεάνθρωπος ἀναπαύθηκε μὲ τὴν ταπεινοφροσύνη του καὶ ἀμέσως τοῦ ἀπάντησε «Θὰ ἔρθω στὸ σπίτι σου νὰ σοῦ θεραπεύσω τὸν ὑπηρέτη». Χρειαζόταν νὰ πάει στὸ σπίτι; Δὲν μποροῦσε μὲ ἕναν λόγο Του νὰ τὸν θεραπεύσει ἐξ ἀποστάσεως; Ἀσφαλῶς καὶ μποροῦσε. Ἤθελε, ὅμως, νὰ κάνει γνωστὴ στὸν παριστάμενο λαὸ τὴν καλὴ πνευματικὴ κατάσταση τοῦ ἑκατοντάρχου, ὁ ὁποῖος στὸ ἄκουσμα τῆς ἐπισκέψεως τοῦ Χριστοῦ, σάστισε. «Κύριε, εἶμαι ἀνάξιος νὰ ἔρθεις στὸ σπίτι μου», εἶπε.
Ὁ Κύριος τὸν ἐπαίνεσε, τότε, μπροστὰ σὲ ὅλους, προβάλλοντάς τὸν ὡς παράδειγμα πρὸς μίμηση: «Πουθενὰ στὸ Ἰσραὴλ δὲν βρῆκα τόση πίστη». Ὕστερα ἀπὸ τὰ λόγια αὐτά, μὲ τὸν λόγο Του θεράπευσε τὸν πάσχοντα ὑπηρέτη.
Ὅσο πιὸ γρήγορα κατανοήσουμε πόσο ἀναγκαία εἶναι στὴ ζωή μας ἡ ταπεινοφροσύνη καὶ τὴν ἐφαρμόσουμε, τόσο πιὸ γρήγορα θὰ γευτοῦμε τὴν ἀληθινὴ μακαριότητα: «Μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι». Ἡ ταπεινοφροσύνη ἕλκει τὴν Θεία Χάρη, ἀλλὰ καὶ τὸν ἔπαινο ἀπὸ τὸν ἴδιο Θεό. Ἐπαινεὶ ὁ Θεὸς τὸν ταπεινὸ διότι ξέρει ὅτι δὲν θὰ πέσει. Ἄλλωστε, ὁ ταπεινὸς δὲν ἔχει ἀπὸ πού νὰ πέσει, καθὼς ἔχει τὸν ἑαυτό του κάτω ἀπὸ ὅλους.
Μπορεῖ στὴν προσευχή μας νὰ παρακαλοῦμε τὸν Θεό: «Κύριε βοήθησέ με νὰ γίνω ταπεινός». Αὐτὸ αὐτομάτως σημαίνει ὅτι Τὸν παρακαλοῦμε νὰ στείλει στὴ ζωή μας ἀνθρώπους ποὺ θὰ μᾶς ὑποτιμήσουν καὶ θὰ μᾶς προσβάλουν, ὥστε νὰ τσαλακωθεῖ ἡ εἰκόνα, τὸ εἴδωλο ποὺ ἔχουμε πλάσει γιὰ τὸν ἑαυτό μας. Αὐτὴ εἶναι μία ὁδὸς πρὸς τὴν ταπεινοφροσύνη, τὸ νὰ δεχόμαστε τὶς ὕβρεις, τὶς προσβολὲς καὶ τὴν χλεύη ὅπως ὁ Διδάσκαλος τῆς Ταπεινοφροσύνης, ὁ Νυμφίος Χριστός, μὲ σιγὴ ἰχθύος.
Δὲν εἶναι εὔκολο γιὰ τοὺς περισσότερους, ἀλλὰ ὅλοι μποροῦν νὰ τὸ πετύχουν μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ἀρκεῖ νὰ εἶναι πρόθυμοι νὰ πονέσουν γιὰ λίγο τὸν τραυματισμὸ τῆς εἰκόνας τους. Ὑπάρχουν τρία στάδια τοῦ ἀνθρώπου ποὺ δέχεται προσβολές. Τὸ πρῶτο, τῶν ἀρχαρίων, νὰ δέχεσαι τὴν προσβολή, νὰ βρίσκεσαι σὲ ἐσωτερικὴ ταραχή, ἀλλὰ νὰ σιωπᾶς. Τὸ δεύτερο, νὰ δέχεσαι τὴν προσβολὴ μὲ εἰρήνη ψυχῆς καὶ τὸ τρίτο, νὰ ἀναζητᾶς τὴν προσβολὴ ὡς πηγὴ χαρᾶς, θεωρώντας ὅτι ἡ προσβολὴ τοῦ πλησίον εἶναι φάρμακο γιὰ τὶς ἁμαρτίες. Μαθαίνοντας στὸ πρῶτο, ὁδηγούμαστε στὸ δεύτερο καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὸ τρίτο.
Ἄλλη ὁδὸς εἶναι ἡ αὐτομεμψία, τὸ νὰ κατηγοροῦμε οἱ ἴδιοι τὸν ἑαυτό μας. Γιὰ νὰ φτάσουμε ὡς ἐκεῖ, πρέπει πρῶτα νὰ ἔχουμε γνωρίσει πραγματικὰ τὸν ἑαυτό μας, νὰ πετύχουμε δηλαδή, τὸ «γνῶθι σαυτόν». Ἄν γνωρίζουμε τὰ θετικά μας, θὰ τὰ ἐπιστρατεύσουμε στὸν ἀγώνα κατὰ τῶν ἀρνητικῶν στοιχεῖων τῆς προσωπικότητάς μας καὶ ὅλη μας ἡ μέριμνα θὰ εἶναι αὐτὰ τὰ ἀρνητικὰ νὰ τὰ μετατρέψουμε σὲ θετικά. Ἂν μποῦμε σὲ αὐτὴ τὴν διαδικασία, δὲν θὰ ἔχουμε χρόνο καὶ διάθεση οὔτε κὰν νὰ δοῦμε τὰ σφάλματα τῶν ἄλλων, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ σκηνώσει μέσα μας ἡ ἁγία ταπεινοφροσύνη, ἡ μεγάλη αὐτὴ ἀρετὴ ποὺ εἶχε ὁ εὐλογημένος ἑκατόνταρχος γιὰ νὰ φτάσει στὸ σημεῖο νὰ πεῖ ὅτι δὲν ἀξίζει τῆς θεϊκῆς παρουσίας στὸ σπίτι του.
Ἐν κατακλείδι, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, σήμερα, Δ’ Κυριακὴ τοῦ Ματθαίου, συμπεραίνουμε πρῶτον ὅτι δὲν πρέπει νὰ ἀφήνουμε τὰ ἐξωτερικὰ στοιχεῖα τῶν συνανθρώπων μας νὰ μᾶς ἐξαπατοῦν. Ἄνθρωποι φαινομενικὰ ἄσχετοι ἤ ἁμαρτωλοί, κρύβουν μέσα τους πλοῦτο ἀρετῆς. Δεύτερον, ἡ ταπεινοφροσύνη εὐφραίνει τὸν Θεό, δέχεται τὴν ἔπαινό Του καὶ τὴν εὐλογία Του. Καὶ τρίτον, γιὰ νὰ φτάσουμε στὴν ταπεινοφροσύνη πρέπει νὰ ἔχουμε συναίσθηση τῆς πνευματικῆς μας κατάστασης, ἐνῶ γιὰ νὰ φτάσουμε στὴ συναίσθηση, πρέπει πρῶτα νὰ γκρεμίσουμε τὴν εἰκόνα ποὺ ἔχουμε χτίσει γιὰ τὸ ἐγώ μας. Ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ νὰ μᾶς ἐνισχύει ὅλους!
Ὁ Ἐπίσκοπός σας,
† ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος
Ιερά Μητρόπολη Αττικής και Βοιωτίας
της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου