ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Σάββατο 23 Δεκεμβρίου 2023

ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΔΑΝΙΗΛ ΤΟΥ ΣΤΥΛΙΤΟΥ (11 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ)

 





«ΟΙ ΒΙΟΙ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ»



ΜΙΧΑΗΛ Ι. ΓΑΛΑΝΟΥ (1868-1948)



Τί είναι οι βίοι των αγίων, ή καλύτερα, τί μας προσφέρουν; Κατά τον άγιο Ιουστίνο Πόποβιτς αποτελούν «το εφαρμοσμένο Ευαγγέλιο», την ορθροπρακτική θεώρηση της αγάπης προς τον γλυκύτατον Ιησού μας, το βιωματικό απαύγασμα του Ορθόδοξου λόγου και της Χριστολογικής, βιωματικής πρακτικής. Στα χρόνια που διανύουμε, -για τους πολλούς- αποτελεί σημείο αναφοράς θρησκοληψίας, μεσαιωνισμού και γραφικότητας. Για τους ολίγους εμάς σηματοδοτούν αληθινά μαρτυρολόγια επίγειων αγγέλων, βιογραφήματα χριστιανικής ζωής ανυπόκριτης και πνεύματος ομολογίας και μαρτυρίας του πανσέπτου Ευαγγελίου του Τριαδικού Θεού μας! Δεν αποτελούν ευφάνταστες, παραμυθικές ιστορίες ή βερμπαλιστικά αναγνώσματα για αγράμματους, προβληματικούς ή λαϊκούς ανοήτους, όπως μας προσάπτουν. Το κυρίαρχο κοσμικό πνεύμα του εγωκεντρισμού, του αυτοπροσδιορισμού και της εκφυλιστικής εγωπάθειας που λειτουργούν, ως τοξικές εξαρτήσεις και διαχρονική αναπαραγωγή των ειδεχθών ιδιοτήτων του έκπτωτου ανθρώπου αδυνατούν, να συλλάβουν την ευαγγελική ζωή, την οδό του επίγειου, εκούσιου μαρτυρίου και της βιοτικής μετάθεσης προς την αληθινή ζωή, την μετακοσμική και μεταγήϊνη ζωή του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος! Αντιθέτως, είναι οι ίδιοι έκπτωτοι άνθρωποι όμως, που πιστεύουν στη μεταφυσική, την ουφολογία, τις μαντικές δαιμονοληψίες, την αστρολογία, τη γιόγκα και άλλες όντως μικρόψυχες, αρχαίες δοξασίες και πρακτικές. Τα συναξάρια έρχονται για να λειτουργήσουν πραγματικά ως σωτηριολογικά επιθέματα, ως έξαψη και σεισμός της συνείδησης, ως το Φως, που χρόνια αγωνιζόμασταν να βρούμε μέσα στο Σκοτάδι! Κάθε συναξάρι μάρτυρος έχει να προσδώσει στον καλοπροαίρετο αναγνώστη, τον έχοντα ''γην αγαθήν'', το κάτοπτρο του αναγεννημένου ανθρώπου, την εικόνα του ολοκληρωμένου -πνευματικά και ψυχικά- αγωνιστή, την προσδοκία, την ελπίδα και το όνειρο του κουρασμένου -από την κολασμένη κοσμικοποίηση- ασώτου. Με την μερική ηλεκτρονική μεταφορά των βίων των αγίων προσδοκούμε κι εμείς, ως άλλοτε έτεροι, πεπλανημένοι άσωτοι να συμπράξουμε μαζί με τους αναγνώστες μας στην ψηλάφιση, την επιδαψίλευση και την πνευματική τέρψη, που προσφέρουν τα μαρτυρολόγια των αληθινών αγωνιστών της Ζωής και του Φωτός. Η καθαρεύουσα δε που χρησιμοποιείται, βοηθά έτι περισσότερο στην ευχάριστη ανάγνωση και στη διαμόρφωση ενός κατανυκτικού, όσο και ανατρεπτικού κλίματος ευφροσύνης και ψυχικής ανάτασης! «Οι Βίοι των Αγίων» του Μιχαήλ Γαλανού (1868-1948) εκδόθηκαν για πρώτη φορά το 1906 στην προπολεμική Αθήνα και εμείς μεταφέρουμε αυτούσια τα κείμενα (ορθογραφικά και συντακτικά) από την γ' έκδοση του 1988. Ευχόμαστε στο αναγνωστικό μας κοινό, στους ορθοδόξους πατέρες και μητέρες, στους αδελφούς και τις αδελφές την «Καλή Ανάγνωση» του μαρτυρολόγιου και της ομολογίας, από πνευματικούς αθλητές που θεώρησαν τη ζωή αυτή ως μια πνευματική παλαίστρα έναντι του αντιδίκου, προκειμένου να νικήσει και να θριαμβεύσει το Καλό, στο πρόσωπο του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Εύχεσθε!




Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος





ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΔΑΝΙΗΛ ΤΟΥ ΣΤΥΛΙΤΟΥ



(11 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ)


Κατήγετο εκ του χωρίου Μαρουθά της περιφερείας Σαμοσάτων, εγεννήθη δε τω 410 μετά Χριστόν. Ο πατήρ του ονομάζετο Ηλίας, η δε μήτηρ του Μάρθα, αμφότεροι με ζώσαν ευσέβειαν και εγκάρδιον αφοσίωσιν εις τον Χριστόν. Ο Δανιήλ εγεννήθη μετά μακράν στείρωσιν της μητρός του, και οι γονείς του υπεσχέσθησαν ότι θα τον αφιερώσουν εις την υπηρεσίαν του Θεού. Με την βλέψιν ταύτην, τον ανέθρεψαν μετά πολλής επιμελείας και επιστασίας, διά να τον παρασκευάσουν άξιον θείας ευνοίας και αποστολής.


Και οι κόποι των, ευλογηθέντες υπό της θείας χάριτος, δεν απέβησαν άκαρποι. Ο μικρός Δανιήλ επρόκοψε θαυμασίως και εις τα ιερά γράμματα, και εις την γνησίαν ευσέβειαν, και εις την σωφροσύνην και την άλλην αρετήν. Φθάσας εις την νεανικήν ηλικίαν, ήτο ήδη εξηγητής και υπερασπιστής της πίστεως. Περιτρέχων δε εις διαφόρους πόλεις, εδίδασκε τας αληθείας του Ευαγγελίου και εστήριζεν τους χριστιανούς εις τα ορθόδοξα δόγματα. 


Ακολούθως κατετάχθη εις Μονήν τινα τη θελήσει των γονέων του. Αυτόθι εχρησιμοποίησε τας ημέρας και τας νύκτας του εις ευσεβείς ασκήσεις και θεολογικάς μελέτας, φροντίζων συγχρόνως να καλλιεργή την μεγάλην αρετήν της ταπεινοφροσύνης. Ότε δε ποτε ο ηγούμενός του εδέησε να μεταβή εις Αντιόχειαν ένεκα εκκλησιαστικών ζητημάτων, παρέλαβον εις την συνοδίαν του και τον Δανιήλ.


Κατά την πορείαν των διήλθον εκ του τόπου, ένθα ησκήτευεν ο περιβόητος Συμεών ο Στυλίτης. Πλησιάσαντες, τον εχαιρέτισαν ευλαβώς' εκείνος δε, αφού δε, αφού τους ερώτησε περί του σκοπού της οδοιπορίας των, απηύθυνεν από του ύψους του κατοικητηρίου του προς αυτούς λόγους εκ της σοφίας εκείνης, της οποίας τον κατέστησαν ανεξάντλητον ταμείον η προσευχή, η μελέτη, ή πριν μακρά κοινωνική πείρα και η υπό της μονώσεως ενισχυομένη βαθύτης της σκέψεως. Ο Δανιήλ εθαύμασε' λαβών δε την άδειαν, ανέβη επί του στύλου και έλαβε την ευλογίαν του Συμεών.


Εμβλέψας δε ούτος εις αυτόν, του είπε λόγους συμπαθείας και ενθαρρύνσεως προς τους αγώνας τους πνευματικούς. Παρήλθεν αρκετός καιρός μετά την επιστροφήν εις την Μονήν, και ο ηγούμενος αυτής απέθανεν. Οι μοναχοί, εκτιμώντας την εις όλα πνευματικήν και ηθικήν υπεροχήν του Δανιήλ, ηθέλησαν να τον κρατήσουν προεστώτα των' εκείνος όμως, μετριοφρονών και εμπνεόμενος υπό άλλων πόθων, δεν εδέχθη.


Αναχωρήσας δε, μετέβη πρώτον προς συνάντησιν του στυλίτου Συνεών. Μείνας δε, πλησίον του ολίγας ημέρας, του ανεκοίνωσεν ότι εσκόπευε να μεταβή εις Ιεροσόλυμα, οπόθεν μετά την προσκύνησιν των αγίων Τόπων, θα εισήρχετο εις την ενδοτέραν της Ιουδαίας έρημον. Ο Συμεών τον ημπόδισεν ένεκα των εκεί βαρβαρικών επιδρομών και αναστατώσεων, τον συνεβούλευσε δε να μεταβή εις Κωνσταντινούπολιν, όπου θα ηδύνατο να χρησιμοποιήση καλύτερον την ευσέβειαν και την ενεργητικότητά του.


Μετά τίνας δισταγμούς ο Δανιήλ υπάκουσεν, εγκατεστάθη δε εις τον περίβολον του ναού του αρχιστρατήγου Μιχαήλ, προς τα μέρη της Προποντίδος. Πολύς δε παρήλθε χρόνος, και η φήμη της πνευματικής συνέσεως και της αρετής του οσίου εγέμισε τα πέριξ, και αυτήν την Κωνσταντινούπολιν. Προσέτρεχαν λοιπόν πάμπολοι προς αυτόν, των οποίων μόνον υφίστατο τους κόπους, χωρίς να δέχεται τίποτε. Διότι και αυτόν τον άρτον εκέρδιζε καλλιεργών εκεί μικρόν κήπον.


Αλλ' οι φθονεροί και οι επίβουλοι δεν λείπουν' δε ευρέθησαν και διά τον Δανιήλ. Μερικοί ιερείς κερδοσκοπήσαντες τον διέβαλον προς τον τότε αρχιεπίσκοπον Κωνσταντινουπόλεως. Αλλ' ο Ανατόλιος (449-458) -αυτός επατριάρχει τότε- ήτο ανήρ ευσεβής και συνετός' προσεκάλεσε λοιπόν τον Δανιήλ να τον εξετάση. Ομιλήσας δε και ιδών την παιδείαν και την ειλικρινή του ευσέβειαν, του εξέφρασε την ευαρέσκειάν του και εστάθη πρόθυμος να τον διορίση ηγούμενον εις μονάς επισημοτάτας.


Αλλ' ο όσιος εζήτησε ως μόνην χάριν να τον αφήση εις το υσηχαστήριόν του παρά τω ναώ του Αρχαγγέλου. Ούτω δε και έγεινεν. Εννεατία συνεπληρώθη από της εκεί διαμονής του, ότε ημέραν τινά, προσευχόμενος, περιήλθεν εις έκστασιν. Και είδε στύλον υψηλότατον με τον Συμεών επί της κορυφής και δύο λάμποντας νεανίσκους. Του είπε δε ο σεβάσμιος Στυλίτης <<ανάβα, Δανιήλ, προς με>>. Εκείνος εδίσταζε και διηπόρει διά το τόσον ύψος' αλλ' οι λαμπροφόροι νεανίσκοι, ελθόντες ως πτερωτοί προς αυτόν, τον παρέλαβαν και τον ανεβίβασαν.


Ο Δανιήλ, ελθών εις εαυτόν, ήρισε να διαλογίζηται τί άρα γε να εσήμαινεν εκείνη η όρασις. Μην δε παρήλθε, και, μεταβαίνων εις Κωνσταντινούπολιν, κατέλυσεν εις την Μονήν των Ακοιμήτων ο μαθητής του Συμεών Σέργιος. Ακούσας δε περί του Δανιήλ και επισκεφθείς αυτόν, τον επληροφόρησεν ότι ο Συμεών απέθανεν. Ο όσιος εθλίβη, εφ' ικανάς δε ημέρας και εσπέρας, αναστρεφόμενος μετά του Σεργίου, επληροφορείτο λεπτομερώς τας συνηθείας, τα διδάγματα και τα της όλης συμπεριφοράς και αγίας πολιτείας του περιφανούς Στυλίτου. Αι διηγήσεις εκείναι εξέκαυσαν εις την ψυχήν του τον πόθον παρομοίας ζωής. [...]


Ο όσιος επροικίσθη υπό του Θεού και με προορατικόν χάρισμα. Ότε δε Γιζήριχος, ο βασιλεύς των Βανδάλων, ηθέλησε να επιχειρήση εκστρατείαν εις τας βυζαντινάς χώρας' ο Δανιήλ, ερωτηθείς είπεν ότι ο Γιζήριχος θα επιστρέψη εις τα ίδια κατησχυμμένος και άπρακτος. Η πόρρησις επαλήθευσεν' ο δε αυτοκράτωρ Βυζαντίου ηρώτησε τον όσιον τί επεθύμει να του ζητήσει. Την εδώ ανακομιδήν του λειψάνου του Συμεών του Στυλίτου, απεκρίθη εκείνος. Και η επιθυμία του εξετελέσθη.


Απεσταλμένοι βασιλικοί ανεκόμισαν το λείψανον, το οποίον προς ανέκφραστον χαράν του Δανιήλ, κατετέθη εντός ναϊσκου, ον ο βασιλεύς ανήγειρε προς το βόρειον μέρος του στύλου. Εκτίσθησαν δε εκεί και κελλία προς ανάπαυσιν των προσερχομένων ξένων.


Λέων ο Μακέλλης απέθανεν Ιανουάριον του 474, μετ' ολίγον δε τον ηκολούθει εις τον τάφον και ο ανήλικος εγγονός και διάδοχός του Λέων ο Β'. Η βασιλική αρχή περιήλθεν ούτω εις τον πατέρα του Λέοντος Β' Ζήνωνα τον Ίσαυρον, σύζυγον της Αριάδνης, νεοτέρας θυγατρός Λέοντος Α'. Αλλ' η πενθερά του Βηρίνα, παρασκευάσασα συνωμοσίαν εναντίον του και υπέρ του μαγίστρου Πατρικίου, επέτυχε προς καιρόν να τον εξώση εκ Κωνσταντινουπόλεως.


Και τούτο μεν επετεύχθη' αλλ' αντί του Πατρικίου ηδυνήθη να αρπάση την βασιλείαν ο αδελφός της Βηρίνης Βασιλίσκος. Ούτος ηθέλησε να υποστηρίξη την μονοφυσιτικήν αίρεσιν του Ευτυχούς. Εξέδωκε δε εγκύκλιον γράμμα, διά του οποίου απεκηρύσσετο η τετάρτη εν Χαλκηδόνι Οικουμενική Σύνοδος' το δε φοβερώτερον ήτο ότι αρκετοί επίσκοποι των ανατολικών επαρχιών της αυτοκρατορίας, ιδίως δε της Μικράς Ασίας εδήλωσαν ότι παρεδέχοντο το περιεχόμενον της εγκυκλίου εκείνης βασιλικής επιστολής.


Αλλ' ο τότε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ακάκιος, μη κύπτων προ αθεμίτων επιβολών, έστω και αν προήρχοντο αύται εκ του αυτοκράτορος, διεμαρτυρήθη εντόνως κατά της πράξεως του Βασιλίσκου. Και επειδή η ορθοδοξία τότε έπρεπε να επιστρατεύση τας πολυτιμοτέρας δυνάμεις της, ο όσιος Δανιήλ, καταβάς από του στύλου του, ήλθεν εις Κωνσταντινούπολιν, συνήγορος και πρόμαχος της εν Χαλκηδόνι Συνόδου. Η εμφάνισίς του διήγειρε μεγάλην συγκίνησιν και διεθέρμανε την τόλμην των ορθοδόξων.


Ο λόγος του στυλίτου εδείχθη ισχυρότερος από τας βασιλικάς επιταγάς' ο δε Βασιλίσκος, βλέπων την ογκουμένην ακατάσχετον θύελλαν, ανεκάλεσε την πράξιν του, συντάξας αντεγκύκλιον, την οποίαν μετά της αυτής ευκολίας υπέγραψαν οι ανδραποδώδεις επίσκοποι, οι υπογράψαντες προηγουμένως και την υποστηρίζουσαν την αίρεσιν εγκύκλιον. Έφθασεν ούτω Δανιήλ ο Στυλίτης εις ηλικίαν ετών ογδοήκοντα. Και τότε συνεπληρώθησαν αι εν τω προσκαίρω τούτω βίω ημέραι του:


Καλέσας λοιπόν τους μαθητάς του, τους επροσφώνησε και εσυμβούλευσε συγκινητικότατα. Έπειτα εκοινώνησε των αχράντων μυστηρίων εκ των χειρών αυτού του τότε Πατριάρχου Ευφημίου, του επικληθέντος προστάτου των ορθοδόξων, και ούτω παρέδωκε το πνεύμα του προς τον Κύριον. Η κηδεία του ετελέσθη πάνδημος με αναρίθμητον συρροήν λαού και επισήμων πρωτοστατούντος του Πατριάρχου. Ετάφη δε το λείψανόν του εις τον τόπον, όστις είδε τας ασκήσεις του, κατατεθέν κατά την επιθυμίαν του εντός μολυβδίνης θήκης.


Εκ του Τετρατόμου του νομικού, πολιτικού και ιεροκήρυκα
Μιχαήλ. Ι. Γαλανού (1868-1948)
«Οι Βίοι των Αγίων»,
εκδόσεις «Αποστολικής Διακονίας», έκδοση γ' 1988, τόμος 4ος, μήνας Δεκέμβριος, σελ. 60-64.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF