ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Παρασκευή 23 Φεβρουαρίου 2024

Κ. Γ. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ: «ΟΙ ΔΟΚΙΜΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΛΙΨΕΙΣ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ» (ΜΕΡΟΣ ΕΒΔΟΜΟΝ)

 



Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του Κ. Γ. Παπαδημητρακόπουλου:
«Οι Δοκιμασίες και οι Θλίψεις στη ζωή μας κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας»,
εκδόσεις «Φωτοδότες», 4η έκδοση, σελ 57-62.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»





Πρόλογος


Οι δοκιμασίες και οι θλίψεις, μας επισκέπτονται όλους! Άλλους λίγο και άλλους πολύ. Άλλους συχνά κι άλλους σε αραιότερα χρονικά διαστήματα. Κάποτε μοιάζουν δυσβάστακτες, ακόμη δε και ανυπόφορες! Πολλές φορές δε αιφνιδιαζόμαστε μ' αυτές, σαστίζουμε, τα χάνουμε, απογοητευόμαστε, απελπιζόμαστε, χανόμαστε! Σε κάθε περίπτωση λυπούμαστε, αλλάζει η ψυχική μας διάθεση, χάνουμε την ηρεμία μας, δεν ξέρουμε τι να κάνουμε, ενώ χίλιες δυο σκέψεις περνούν απ' το μυαλό μας! Να σαν κι αυτές: Γιατι να μου συμβεί αυτό; Καλά δεν ήταν όλα στη ζωή μου μέχρι τώρα; Δεν μ' αγαπάει πια ο Θεός; Γιατι με τιμωρεί; Γιατι μου στερεί αυτό ή εκείνο; Μα εγώ είμαι καλός άνθρωπος. Του το ζητούσα αυτό ή Του έλεγα να μη μου το στερήσει, κι όμως δεν με άκουσε! Και γιατι τόσοι άλλοι τα έχουν όλα, ευτυχούν, ιδιαίτερα δε εκείνοι που δεν είναι ευλαβείς και καλοί άνθρωποι; Κι ακόμη! Χίλιοι είναι οι προβληματισμοί στο «τι κάνω τώρα»; Πως να αντιμετωπίσω την κατάσταση που με βρήκε; Σε ποιους να καταφύγω; Ποια μέσα και τρόπους να χρησιμοποιήσω; Ανθρώπινα όλα τους! Κι ο καθένας θα μας πει το κάθε τι, οι φίλοι μας και πρόσωπα που μας αγαπούν θα μας συμβουλεύσουν για το ένα ή το άλλο, ως και αντικρουόμενα πράγματα ενδέχεται να ακούσουμε, ή θα προσπαθήσουν όπως-όπως να μας παρηγορήσουν, ή και να μας δώσουν πράγματι ένα χέρι βοήθειας. Ωστόσο όλα αυτά, μπορεί σε κάποιο βαθμό να μας ανακουφίζουν, όμως σε ποιο βαθμό πράγματι μας βοηθούν και μας οικοδομούν; Κι έτσι σκεφθήκαμε τους Πατέρες! Αυτούς που οικοδόμησαν και στήριξαν μοναδικά την Εκκλησία. Αυτούς που τόσο πολύ υπέφεραν ο καθένας τους προσωπικά, από ένα πλήθος δοκιμασιών και θλίψεων, όπως και ο Κύριός μας Τον οποίο τόσο πολύ αγάπησαν και υπηρέτησαν, στον οποίο τόσο πολύ αφιερώθηκαν. Λοιπόν, στ' αλήθεια, τι λένε οι Πατέρες επί όλων αυτών; Ποια είναι η θέση τους για το μεγάλο αυτό θέμα, πως οι ίδιοι το αντιμετώπιζαν, πως οικοδομούσαν τους πιστούς της εποχής τους, αλλά κι όλους τους πιστούς έκτοτε; Ενσκήψαμε στα συγγράμματά τους, την αποκαλούμενη Πατρολογία, σταχυολογήσαμε ό,τι βρήκαμε γραμμένο σ' αυτήν κατά το δυνατόν, το ταξινομήσαμε σε ενότητες, το χωρίσαμε σε κεφάλαια και πολλές παραγράφους, προβήκαμε σε πλήθος υπογραμμίσεων και γενικά σε ό,τι κρίναμε πρακτικό και χρήσιμο προκειμένου το κείμενο να είναι απλό, άνετο στη μελέτη και εύληπτο, ώστε καθένας μας -ακόμη δε και ο ολιγογράμματος- να χαρεί τα αναγραφόμενα, να παρηγορηθεί, να οικοδομηθεί και να πάρει τις αποφάσεις που πρέπει, στις δύσκολες εκείνες ώρες των δοκιμασιών και των θλίψεων. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι Πατέρες περισσότερο χρησιμοποιούν τον ευρύτερο όρο «θλίψεις» στον οποίο περιλαμβάνουν τα πάντα. Δηλαδή τις κάθε είδους δοκιμασίες, τις ασθένειες, τις όποιες συμφορές, ακόμη δε και το πένθος! Είναι, πράγματι, εντυπωσιακή η σοφία τους, η έμπνευσή τους, το πλήθος των παραδειγμάτων που χρησιμοποιούν, αλλά και οι αναφορές τους στην Αγία Γραφή απ' όπου αντλούν τα πάντα, προκειμένου να βοηθήσουν τον κάθε πιστό. Στ' αλήθεια η μελέτη των κειμένων τους είναι απολαυστική, δίνει πολύ ενθουσιασμό κι ελπίδα, κατατοπίζει απολύτως, οπωσδήποτε οικοδομεί. Αλλά και αν κάποια σημεία είναι δύσκολα για κάποιον, ας τα μελετήσει πάλι και πάλι, ας μην απογοητευθεί, κι ας συνεχίσει με τα επόμενα. Δεν είναι καλό να αφήσει την τόσο εποικοδομητική μελέτη του βιβλίου, για μια δύσκολη παράγραφο, ας πούμε. Ελπίζουμε ότι ο φίλος αναγνώστης, πράγματι θα βρει χρήσιμη αυτή την προσπάθεια και θα ωφεληθεί πολύ. Όπως ωφεληθήκαμε κι εμείς κι απ' αυτήν ακόμη την συγγραφή του κι ενώ βρισκόμαστε σε καιρό δοκιμασίας...



Κ.Γ.Π.






ΟΙ ΔΟΚΙΜΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΛΙΨΕΙΣ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ





 ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ




Οι σκοποί τους



α. Ο Θεός με τις δοκιμασίες και τις θλίψεις επεμβαίνει στη ζωή μας όπως ο ιατρός!


Αναφέρει υπέροχα ο Μ. Βασίλειος:


«Ακόμη κακό λέμε οτιδήποτε είναι για μας επίπονο κι οδυνηρό στις αισθήσεις. Δηλαδή τη σωματική ασθένεια, τις σωματικές πληγές, τη στέρηση των αναγκαίων, την αισχύνη, την χρηματική ζημιά και την απώλεια των συγγενών. Το καθένα απ' αυτά προκαλείται σ' εμάς από τον φρόνιμο και αγαθό Δεσπότη για το συμφέρον μας.


Γιατί με το να αφαιρεί τον πλούτο απ' αυτούς που τον χρησιμοποιούν κακώς, καταστρέφει έτσι το όργανο της αδικίας τους. Δίνει αρρώστια σ' αυτούς, οι οποίοι είναι ωφελιμότερο να έχουν δεμένα τα μέλη τους, παρά να έχουν τις ορμές τους ανεμπόδιστες προς την αμαρτία. Οι θάνατοι επέρχονται, όταν συμπληρωθούν τα όρια της ζωής, που εξ αρχής για τον καθένα όρισε η δίκαιη κρίση του Θεού, ο οποίος από μακριά προβλέπει το συμφέρον για τον καθένα από μας.


Πείνα, ξηρασίες, πλημμύρες είναι κοινές πληγές που πλήττουν πόλεις και έθνη, για να περιορίζουν την υπερβολή του κακού. Όπως, λοιπόν, ο ιατρός είναι ευεργέτης, είτε πόνους, είτε άλγη επιβάλλει στο σώμα (γιατί μάχεται εναντίον της ασθένειας κι όχι εναντίον του ασθενή, έτσι αγαθός είναι ο Θεός που οικονομεί την σωτηρία στο σύνολο, διά των μερικών κολάσεων.


Εσύ δε τον ιατρό που άλλα μεν κόβει, αλλά δεν καυτηριάζει και άλλα αφαιρεί τελείως από το σώμα, δεν τον κατηγορείς για τίποτα, αλλά και με χρήματα βεβαίως τον πληρώνεις και σωτήρα τον αποκαλείς γιατί σταματά την ασθένεια, πριν αυτή εξαπλωθεί σ' ολόκληρο το σώμα. Όταν, όμως, δεις πόλη να έχει σωριασθεί με σεισμό πάνω στους κατοίκους της ή πλοίο να έχει διαλυθεί στη θάλασσα, δεν διστάζεις να βλασφημείς εναντίον του Αληθινού Ιατρού και Σωτήρα.


Κι όμως, θα έπρεπε να κατανοήσουμε ότι, όταν οι άνθρωποι αρρωσταίνουν από ελαφρές και θεραπεύσιμες ασθένειες, δέχονται τις ωφέλειες των φροντίδων, όταν δε η ασθένεια αποδειχθεί ανώτερη της θεραπείας, καθίσταται αναγκαία η απομάκρυνση του αχρηστευθέντος μέλους, ώστε να μην επεκταθεί και στο υπόλοιπο σώμα. Όπως, λοιπόν, ο ιατρός δεν είναι αίτιος για την εγχείρηση ή για την καυτηρίαση αλλά η ίδια η αρρώστια, έτσι και οι αφανισμοί των πόλεων, οι οποίοι έχουν την αρχή τους στα υπερβολικά αμαρτήματα, απαλλάσσουν τον Θεό από κάθε μομφή ή κατηγορία». [Απ' την Ομιλία του «ΟΤΙ ΟΥΚ ΕΣΤΙΝ ΑΙΤΙΟΣ ΤΩΝ ΚΑΚΩΝ Ο ΘΕΟΣ»]


Κι αλλού, πάλι, αναφέρει ο ίδιος παρομοίως: «Ο Θεός είναι Αγαθός και αίτιος όλων των αγαθών, με κανένα δε τρόπο δεν είναι αίτιος του κακού, έστω κι αν εμείς δοκιμάζουμε -προκειμένου να διορθωθούμε- δριμύτερη τη θεραπεία. Γιατί ο Θεός, που είναι ιατρός των ανθρωπίνων ψυχών, χορηγεί, ανάλογα με τη φύση της αρρώστιας, αρκετή δύναμη στα φάρμακα, για να καθαρίσει, όταν χρειαστεί, ακόμη και την πιο βαθιά κακία.


Αυτό, λοιπόν, αφού το συνειδητοποιήσουμε ας ευχαριστούμε πάντοτε τον Θεό, κι ας απαλλασσόμαστε απ' την αμέλεια, ακόμη κι αισθανόμαστε σκληρότερη τη θεραπεία. Η υπομονή δε της δοκιμασίας μέσα στους πειρασμούς είναι γνώρισμα εξαιρετικά λίγων ανθρώπων, που ακολουθούν το πρότυπο του Αβραάμ». [Απ' το Έργο του «ΑΣΚΗΤΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ»]


β. Οι δοκιμασίες αποβλέπουν στην μετάνοια και την επιστροφή μας


Είναι πολύ σημαντικό αυτά που αναφέρει πάλι ο Μ. Βασίλειος σε ομιλία του η οποία έγινε με αφορμή την φοβερή πείνα που είχε επέλθει στην Καππαδοκία και τον Πόντο, προερχόμενη απ' την ανομβρία. Προς απαλλαγή δε απ' τη μεγάλη αυτή δοκιμασία, κήρυξε πάνδημη μετάνοια φέροντας ως παράδειγμα την μετάνοια της Νινευή.


Λέγει: «Ας αρχίσουμε τον λόγο μας με τα Προφητικά λόγια και ας πάρουμε ως συνεργό μας τον Θεοφόρο Αμώς, ο οποίος θεράπευσε συμφορές, όμοιες με τα κακά που υπερβολικά ενοχλούν εμάς. Γιατί και ο Προφήτης αυτός, όταν ο λαός είχε εγκαταλείψει την πατρική ευσέβεια και είχε καταπατήσει την ακρίβεια των νόμων και είχε ξεγλιστρήσει στη λατρεία των ειδώλων, κήρυξε τη μετάνοια, με το να συμβουλεύει την επιστροφή και με το να εξαγγέλλει την απειλή των τιμωριών...


«Εγώ επίσης, λέγει, κατακράτησα από σας τη βροχή τρεις μήνες προ του θερισμού κι έβρεξα σε μία πόλη και στην άλλη πόλη δεν έβρεξα. Το ένα χωράφι ποτίστηκε και το άλλο, στο οποίο δεν έβρεξα, ξεράθηκε. Και συναθροίζονταν δυο ή τρεις πόλεις σε μία για να πιουν νερό, χωρίς να μπορούν να κατασβέσουν τη δίψα τους. Και αυτά γιατί εσείς δεν επιστρέψατε σ' Εμένα, λέγει, ο Κύριος». (Αμώς 4,7)


Ας μάθουμε, λοιπόν, ότι ο Θεός μας δίνει τα χτυπήματα, γιατί απομακρυνθήκαμε απ' Αυτόν και αμελήσαμε. Δεν επιδιώκει να μας συντρίψει, αλλά φροντίζει να μας διορθώσει, όπως κάνουν οι καλοί απ' τους πατέρες κι αυτοί που φροντίζουν για τα παιδιά, οι οποίοι θυμώνουν εναντίον των νέων και εξοργίζονται, όχι γιατί θέλουν να τους κακοποιήσουν, αλλά για να τους οδηγήσουν απ' τη νηπιώδη αδιαφορία και τα αμαρτήματα της νεότητας στην επιμέλεια.


Κοιτάξτε, λοιπόν, πως η πληθώρα των δικών μας αμαρτημάτων έβγαλε και τις εποχές απ' τη δική τους τη φύση και άλλαξε τα είδη κατά τρόπο αλλόκοτο τις καταστάσεις των καιρών. Ο χειμώνας δεν είχε τη συνήθη υγρασία μαζί με τη ξηρασία, αλλ' όλη την υγρασία την έκανε παγωνιά και την αποξήρανε και πέρασε χωρίς χιόνια και βροχές. Η άνοιξη, πάλι, έδειξε μεν το ένα μέρος από τα χαρακτηριστικά της, εννοώ την θερμότητα, δεν είχε όμως την βροχερή περίοδο.


Ζέστη δε και παγωνιά παραδόξως υπερέβησαν τα φυσικά όρια συμφώνησαν στο να μας βλάψουν και εξαποστέλλουν από τον βίο και τη ζωή στους ανθρώπους. Ποια, λοιπόν, είναι η αιτία της αταξίας και της συγχύσεως; Από που προέρχεται αυτός ο νεωτερισμός των καιρών; Ως άνθρωποι μυαλωμένοι ας ερευνήσουμε. Ως λογικοί ας συλλογιστούμε.


Μήπως Κυβερνήτης του σύμπαντος δεν υπάρχει; Μήπως ο Αριστοτέχνης Θεός ξέχασε την πρόνοιά Του; Μήπως έχασε την εξουσία και την δύναμη; Ή κατέχει μεν την ίδια δύναμη και δεν έχασε την εξουσία, παραφέρθηκε δε σε σκληρότητα και μετέβαλε σε μισανθρωπία την υπερβολική αγαθότητα και την κηδεμονία Του προς εμάς;Σώφρων άνθρωπος δεν θα μπορούσε να το πει. [...] [Απ' την Ομιλία του «ΕΝ ΛΙΜΩ ΚΑΙ ΑΥΧΜΩ»]


Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του Κ. Γ. Παπαδημητρακόπουλου:
«Οι Δοκιμασίες και οι Θλίψεις στη ζωή μας κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας»,
εκδόσεις «Φωτοδότες», 4η έκδοση, σελ 57-62.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF