ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2024

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΒΟΙΩΤΙΑΣ κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ: ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΣΤ' ΛΟΥΚΑ (2024)





Ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,


Βασικὴ θέση στὴ σημερινὴ εὐαγγελικὴ ἱστορία, τὴν ὁποία ἀκούσαμε καὶ ἀπὸ τὸν Εὐαγγελιστῆ Ματθαῖο τὴν Ε΄ Κυριακὴ μετὰ τὴν Πεντηκοστή, κατέχει ἡ ἔννοια τῆς παρανομίας. Ὅλοι κατανοοῦμε καὶ γνωρίζουμε ὅτι παρανομία εἶναι ἡ ἀπείθεια πρὸς τοὺς νόμους, εἴτε τοὺς θείους, εἴτε τοὺς κοσμικούς, ἡ ὁποία δέχεται -κατὰ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο- «τὴν ἔνδικον μισθαποδοσίαν». Ἀνὰ τοὺς αἰῶνες, πολλὰ συστήματα ἀπονομῆς τῆς δικαιοσύνης θέσπισαν μέτρα κατὰ τῆς παρανομίας γιὰ νὰ ἐπιβάλουν τὴν τάξη. Γιατί, ὅμως, ἡ παρανομία συνεχίζει νὰ ὑφίσταται; Δὲν ἀντιλαμβάνονται οἱ ἄνθρωποι τὰ δυσάρεστα ἀποτελέσματά της;


Μέσα ἀπὸ τὸ παράδειγμα τῶν Γαδαρηνῶν λαμβάνουμε τὶς κατάλληλες ἀπαντήσεις. Μᾶς ἐξιστορεῖ ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς ὅτι ὁ Χριστὸς ἐπισκέφθηκε τὴν χώρα τῶν Γαδαρηνῶν καὶ συνάντησε ἕναν ἄνθρωπο πολὺ ταλαιπωρημένο ἀπὸ τὰ ἀκάθαρτα πνεύματα. Ὁ Κύριός μας τὸν σπλαχνίσθηκε καὶ ἔβγαλε ἀπὸ αὐτὸν τὴν λεγεώνα τῶν δαιμονίων, στὰ ὁποῖα ἐπέτρεψε νὰ εἰσέλθουν στὸ κοπάδι τῶν χοίρων ποὺ ἔβοσκε στὴν περιοχή. Στὴ συνέχεια, μπροστὰ στὰ μάτια τῶν βοσκῶν, οἱ χοῖροι ὅρμησαν στὸν γκρεμὸ καὶ πνίγηκαν στὴν θάλασσα.


Οἱ βοσκοί, τότε, ἔτρεξαν ἀμέσως νὰ κάνουν γνωστὸ τὸ γεγονός. Μαζεύτηκε, ἔπειτα, πλῆθος κόσμου ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ, ὅπου εἶδαν τὸν πρώην δαιμονισμένο ἤρεμο, ντυμένο καὶ κόσμιο. Καὶ τί εἶπαν στὸν Χριστό; «Σὲ εὐχαριστοῦμε πολὺ ποὺ εὐεργέτησες τὸν πάσχοντα συνάνθρωπό μας»; «Εὐχαριστοῦμε ποὺ λύτρωσες τὴν πόλη μας ἀπὸ τὶς ζημιὲς τῶν πονηρῶν πνευμάτων»; «Σὲ παρακαλοῦμε, μεῖνε κοντά μας νὰ μᾶς διδάξεις καὶ νὰ θεραπεύσεις καὶ τοὺς ὑπόλοιπους ἀρρώστους»; Ὄχι. Τίποτα ἀπὸ αὐτὰ δὲν εἶπαν. Καὶ τί εἶπαν; «Φύγε ἀπὸ τὴν πόλη μας», διότι φοβήθηκαν ὅτι ὁ Ἰησοῦς θὰ ἔβλαπτε τὰ συμφέροντά τους, τὰ ὁποῖα βασίζονταν στὴν παρανομία, καθὼς ἦταν παράνομη, σύμφωνα μὲ τὸν μωσαϊκὸ νόμο, ἡ ἐκτροφὴ καὶ ἡ βρώση χοιρινοῦ κρέατος.


ἄνθρωπος ὁδηγεῖται στὴν παρανομία γιὰ διάφορους λόγους. Ὁ εὔκολος πλουτισμὸς εἶναι ἕνας ἀπὸ αὐτούς, ὅπως εἴδαμε ἀπὸ τοὺς Γαδαρηνούς. Βέβαια, γιὰ τὸν εὔκολο πλουτισμὸ κάποιοι προβαίνουν καὶ σὲ ληστεῖες, σκεπτόμενοι: «Γιατί νὰ χρειαστεῖ νὰ καταβάλω τίμια καὶ κοπιαστικὴ ἐργασία προκειμένου νὰ βγάλω τὰ πρὸς τὸ ζῆν, ὅταν μία ληστεία μερικῶν ὡρῶν μπορεῖ νὰ μὲ κάνει πλούσιο;».


λλος λόγος εἶναι οἱ κακὲς ἐπιθυμίες, αὐτὰ τὰ ἀνεξέλεγκτα «θέλω» ποὺ πολλὲς φορὲς κατευθύνουν τὴ ζωή μας, ἐνῶ θὰ ἔπρεπε νὰ τὴν κατευθύνει ὁ στόχος μας νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὸν Θεό. Τέλος, στὴν παρανομία ὁδηγοῦν οἱ κακὲς συνήθειες καὶ ἡ προβληματικὴ ἀγωγή. Ὅταν ἕνας ἄνθρωπος ἔχει μεγαλώσει μὲ τὸ ἐλεύθερο ἀπὸ τοὺς γονεῖς του νὰ κάνει παρανομίες, ἢ ὅταν ἔχει μάθει νὰ ζεῖ κάνοντας παράνομες πράξεις, τότε, καθὼς δὲν ὑπάρχει πιὰ γιὰ ἐκεῖνον οὔτε ὁ ἔλεγχος τῆς συνείδησης, μὲ μεγάλη δυσκολία θὰ κατάφέρει νὰ ζήσει σύμφωνα πρὸς τοὺς νόμους.


ἔννομη ζωὴ εἶναι γιὰ τοὺς παράνομους «ἀνοησία». Σίγουρα, ὅμως, θὰ ἄλλαζαν γνώμη ἂν λάμβαναν σοβαρὰ ὑπ΄ ὄψιν τὶς συνέπειες τῆς παρανομίας, πρωτίστως στὸν ἴδιο τους τὸν ἑαυτό. Τὸ μεγαλύτερο κακὸ ποὺ μπορεῖ νὰ ἐξασφαλίσει ὁ παράνομος δὲν εἶναι ἄλλο ἀπὸ τὴν ἐγκατάλειψη τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸ ἄλλωστε μᾶς δίδαξε καὶ ὁ Χριστὸς σήμερα, φεύγοντας ἀπὸ τοὺς Γαδαρηνοὺς καὶ ἀφήνοντάς τους στὸ πνευματικὸ σκοτάδι καὶ στὸν ψυχικὸ θάνατο. Καὶ ἂν δὲν ὑπάρχει ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή μας, ἂν δὲν εἶναι δίπλα μας ὁ Θεὸς νὰ μᾶς κατευθύνει, τότε ἀναμφίβολα, ὅσο ψηλὰ καὶ νὰ φτάσουμε στὰ μάτια τοῦ κόσμου, στὴν πραγματικότητα ὁδηγούμαστε στὴν καταστροφή.


ν λάβουμε ὑπ’ ὄψιν τὰ λόγια τοῦ Εὐαγγελιστῆ Ἰωάννη ὅτι «ἡ τελεία ἀγάπη ἔξω βάλλει τὸν φόβον», καὶ ὅτι «ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστίν», τότε διαπιστώνουμε ὅτι ἡ ἀπουσία τοῦ Θεοῦ αὐτομάτως φέρνει τὸν φόβο στὴ ζωὴ τοῦ παρανόμου. Πράγματι, ὁ παράνομος, ἀκόμη καὶ ἂν τὸ κρύβει καλά, διακατέχεται ἀπὸ τὸ αἴσθημα τοῦ φόβου, διότι ἀνὰ πάσα ὥρα καὶ στιγμὴ ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ ἢ τοῦ κράτους μποροῦν νὰ ἀνατρέψουν τὴν κατάσταση τῆς ζωῆς του. Ποιός, θὰ ἤθελε μία ζωὴ μέσα στὸν φόβο; Κανείς; Κι ὅμως, οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἐπιλέγουν νὰ κάνουν τὴν παρανομία, ἐπιλέγουν νὰ ζήσουν μὲ φόβο τὸ ὑπόλοιπο τῆς σύντομης ζωῆς τους. Συγγενικὸ αἴσθημα μὲ αὐτὸ τοῦ φόβου εἶναι καὶ ὁ ἔλεγχος τῆς συνείδησης.


ἔλεγχος τῆς συνείδησης γιὰ νὰ τὸ ποῦμε μὲ ἁπλὰ λόγια, εἶναι ἡ καλὴ φωνὴ μέσα μας ποὺ μᾶς ἐμποδίζει νὰ κάνουμε τὸ κακό, ἐνῶ ἂν δὲν τὴν ἀκούσουμε καὶ τὸ κάνουμε, μᾶς ἐλέγχει καὶ τραυματίζει τὴν καλὴ ψυχική μας διάθεση. Ἀπὸ τὸν ἔλεγχο τῆς συνείδησης γλιτώνει αὐτὸς ποὺ ἔχει φόβο Θεοῦ, ἐνῶ τραυματίζει τὸν ἔλεγχο τῆς συνείδησης αὐτὸς ποὺ ἔχει ἀποβάλει τελείως τὸν Θεὸ ἀπὸ τὴ ζωή του καὶ ἔχει καταντήσει «κτηνώδης ἢ δαιμωνιώδης». Ὡστόσο, γιὰ νὰ μὴν μακρυγοροῦμε, ἀρκεῖ νὰ ἀναφέρουμε τὰ λόγια τοῦ προφήτη Δαυίδ: «οἱ […] παράνομοι ἐξολοθρευθήσονται ἐπὶ τὸ αὐτό».


Αὐτὰ ἰσχύουν γιὰ τοὺς παρανόμους. Οἱ συνέπειες, ὅμως, τῆς παρανομίας, ἔχουν ἀντίκτυπο καὶ στὴν κοινωνία. Ἡ διαταραχὴ τῆς τάξης καὶ τῆς ἀσφάλειας εἶναι τὸ πρῶτο καὶ ἂν σκεφτοῦμε ὅτι τὰ δύο αὐτὰ ὁδηγοῦν στὴν πρόοδο καὶ τὴν εἰρηνικὴ ζωή, τότε κατανοοῦμε ὅτι ἡ παρανομία τραυματίζει τὴν ἴδια τὴν πρόοδο καὶ τὴν εἰρήνη τῆς κοινωνίας. Καὶ σὰν νὰ μὴν ἔφτανε αὐτό, ἡ παρανομία ὁδηγεῖ σὲ περισσότερη παρανομία.


Αὐτὸ συμβαίνει πρῶτον διότι ὁ παράνομος γίνεται τὸ κακὸ παράδειγμα, τὸ ὁποῖο, δυστυχῶς κάποιοι ποὺ δὲν ἔχουν ἰσχυρὰ ψυχικὰ ἀποθέματα, σπεύδουν νὰ μιμηθοῦν. Καὶ δεύτερον, διότι ὅταν ὑπάρχουν πολλὰ φαινόμενα παρανομίας σὲ μία κοινωνία, κάποιοι ἄνθρωποι ποὺ ἔχουν τὴν προδιάθεση καὶ τὴν ροπὴ στὴν παρανομία, αἰσθάνονται πιὸ ἄνετα νὰ παρανομήσουν καὶ οἱ ἴδιοι, ὅπως ὅταν σὲ μία μαζικὴ πορεία ὁ ἕνας βλέπει τὸν ἄλλο νὰ βανδαλίζει σπίτια ἢ καταστήματα, καὶ παίρνει θάρρος νὰ κάνει τὸ ἴδιο.


κούοντας ὅλα τὰ ἀνωτέρω, οἱ περισσότεροι σκεφτόμαστε: «γνωστὰ ὅλα αὐτά, ἀλλὰ ἐμεῖς τί σχέση ἔχουμε μὲ τὴν παρανομία, μιᾶς ποὺ εἴμαστε νομοταγεῖς πολίτες καὶ καλοὶ Χριστιανοί;». Κι ὅμως, ἂν κοιτάξουμε καλὰ μέσα μας, ἴσως διαπιστώσουμε ὅτι κι ἐμεῖς συχνὰ παραβαίνουμε τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ. Μᾶς κάνει μία παρατήρηση ὁ ἀδερφὸς καὶ ἀμέσως ἀπαντοῦμε εἰρωνικὰ ἢ σκεφτόμαστε πὼς θὰ τὸν μειώσουμε. Κοιτᾶμε πὼς θὰ ἐκδικηθοῦμε γιὰ κάποια ἀδικία ποὺ μᾶς ἔγινε.


Κρίνουμε τὸν ἕναν ἢ τὸν ἄλλο. Εἶναι ὅλα αὐτὰ καὶ ἄλλα πολλὰ σύμφωνα μὲ τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ; Ὄχι. Ἄρα εἴμαστε παράνομοι ἐνώπιόν Του. Εἴμαστε παράνομοι ἐνώπιον Ἐκείνου ποὺ ἔγινε Ἄνθρωπος γιὰ ἐμᾶς, ἔπαθε γιὰ ἐμᾶς καὶ σταυρώθηκε. Ἄρα, κρύβεται ἴσως καὶ λίγη ἀγνωμοσύνη ἐνώπιόν Του. Ἑπομένως, ἂν θέλουμε καρδιακὰ νὰ πάψουν οἱ παρανομίες ποὺ συμβαίνουν στὴν κοινωνία καὶ διαταράζουν τὴν ἡρεμία μας, ἂν θέλουμε ἀκόμα τὰ παιδιὰ νὰ ὑπακοῦν τοὺς γονεῖς, καὶ γενικότερα νὰ ὑπάρχει ἡ εὐταξία καὶ ἡ πρόοδος, τότε πρέπει πρῶτα ἐμεῖς νὰ φροντίσουμε νὰ εἴμαστε ὑπάκουοι στοὺς νόμους τοῦ Θεοῦ. 


Σημειωτέον ὅτι ὅπως διδάσκει ὁ Ἀποστολο-ἐπίσκοπος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος, «ἂν κάποιος τηρήσει ὅλον τὸν νόμο, ἀλλὰ παραβεῖ μία ἐντολή, θεωρεῖται παραβάτης ὅλου τοῦ νόμου». Θέλουμε νὰ ἀφήσουμε πίσω κάθε παράβαση καὶ νὰ ἀσκήσουμε τὴν ἀρετή; Ἔχουμε τὴν δυνατότητα μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Μᾶς φαίνεται δύσκολο νὰ ἐφαρμόσουμε τέλεια τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ; Τουλάχιστον ἂς ταπεινωθοῦμε ἐνώπιόν Του, καὶ ἂς μὴν κρίνουμε κανένα, διότι ἐκεῖνος ποὺ δὲν κρίνει, δὲν θὰ κριθεῖ. Καὶ ὅταν ἐμεῖς κάνουμε αὐτὴ τὴ μικρὴ θυσία στὸν Θεό, Ἐκεῖνος θὰ μᾶς εὐλογήσει γιὰ νὰ γίνουμε καὶ στὰ ὑπόλοιπα ὅπως πρέπει.



Ὁ Θεὸς μαζί μας!

Μετ’ εὐχῶν,

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

† ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος



Ιερά Μητρόπολη Αττικής και Βοιωτίας

της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF