ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 12ο (2013 - 2025)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Τρίτη 2 Ιανουαρίου 2024

ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ ΜΥΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ ΕΝΑΝΘΡΩΠΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΛΟΓΟΥ

 


«Ο Λόγος σαρξ εγένετο» (Ιωάν.1,14). Αυτό είναι το πλέον ελπιδοφόρο μήνυμα, το παν – ευαγγέλιο, το υπέρτατο και υπέρλογο συμβεβηκός της ανθρώπινης ιστορίας. Ο Θεός έγινε άνθρωπος, για να γίνει ο άνθρωπος Θεός! Μοναδική παραδοξότητα, «μυστήριο ξένο» και ακατανόητο στο ανθρώπινο μυαλό. Η πίστη στο «μέγα της ευσεβείας μυστήριον, (ότι) Θεός εφανερώθη εν σαρκί » (Α΄ Τιμ.3,16) αποτελεί την έσχατη «μωρία» και το πλέον ακραίο «σκάνδαλο» (Α΄Κορ.1,23) όλων των εποχών.


Μια παράδοξη πίστη σε έναν Θεό, ο οποίος αυτοταπεινώνεται, από άμετρη αγάπη για τον άνθρωπο, γίνεται σαν αυτόν και πεθαίνει γι’ αυτόν! Η παραδοξότητα αυτή έχει την εξήγησή της. Ο άνθρωπος, μετά την πτώση του, διέστρεψε την αντίληψή του για το Θεό, ο Οποίος, από στοργικός πατέρας, κατανοήθηκε ως απόκοσμος και «ξένος». Ως μια ξέμακρη υπερβατική οντότητα, ολωσδιόλου απρόσιτη στον σκοτισμένο νου του. Επί πλέον οι προσωπικές του ενοχές δημιούργησαν μια εικόνα ενός σκληρού και ανελέητου τιμωρού Θεού.


Οι Ιουδαίοι πίστευαν σε έναν Θεό απόλυτα υπερβατικό, ο Οποίος υπάρχει για να θεσπίζει νόμους και εντολές, ζητώντας από τους ανθρώπους την πιστή εφαρμογή τους, για να έχουν έτσι την εύνοιά Του. Η πιστή τήρηση των νόμων και ιδιαίτερα της «Διαθήκης» σηματοδοτεί τη μόνη σχέση του «εκλεκτού λαού» με το Θεό. Η παράβαση των νόμων του και η αθέτηση της «διαθήκης» σημαίνει αποστασία και απομάκρυνση από Αυτόν, με τις ανάλογες συνέπειες.


Ο απόλυτα υπερβατικός Θεός είναι αδύνατον να μειχθεί με τους ανθρώπους. Γι’ αυτό και ο «Πάσχων Δούλος» του Ησαΐα δε μπορούσε, κατ’ αυτούς, να είναι ο Θεός, αλλά «κάποιος εκλεκτός» Του, εν τέλει ο Ιουδαϊκός λαός. Δίκαια χαρακτηρίζουν κάποιοι την περί Θεού ιουδαϊκή αντίληψη, ως «Θεού τρομοκράτη». Η αγάπη δε μπορεί να συνυπάρξει με την έννοια του δίκαιου και άτεγκτου νομοθέτη. Η δικαιοσύνη δεν αφήνει περιθώρια για την αγάπη.


Οι εθνικοί, από την πλευρά τους, πίστευαν σε «θεούς» ανελέητους, σκληρούς τιμωρούς, απάνθρωπους και μισάνθρωπους, εικόνες «καθ’ ομοίωση» των δικών τους παθών και αθλιοτήτων. Το αβυσσαλέο χάσμα «θεών» και ανθρώπων, καθιστούσε αδιανόητη την αυτοταπείνωση «θεού», πολλώ δε μάλλον το θάνατό του, για τον άνθρωπο. Οι «θεοί» δεν έτρεφαν τα καλλίτερα αισθήματα για τους ανθρώπους, το αντίθετο μάλιστα, τους έβλεπαν με περιφρόνηση και κακότητα μόνη σχέση με αυτούς ήταν η ικανοποίηση των δικών τους ταπεινών ορμέμφυτων, όπως των άνομων ερώτων, με θνητούς.


Έτσι είναι εύκολο να καταλάβει ο καθένας την αγεφύρωτη άβυσσο, η οποία χώριζε το ανθρώπινο γένος από το Δημιουργό του. Μόνο έτσι κατανοείται η «μωρία» και το «σκάνδαλο» της Ενανθρωπήσεως του Θεού Λόγου. Ο Ενανθρωπήσας Υιός και Λόγος μας αποκάλυψε το αληθινό πρόσωπο του Θεού, του Ουράνιου Πατέρα, ο Οποίος αγαπά παράφορα τον άνθρωπο σαν παιδί Του. Αυτό το κήρυγμα είναι, προφανέστατα, η σπουδαιότερη πνευματική επανάσταση όλων των εποχών. Αυτός είναι ο αληθινός Θεός, διότι είναι Θεός αγάπης, «ο Θεός αγάπη εστί» (Α΄Ιωάν.4,16).


Αν δεν ήταν Θεός αγάπης, διατεθειμένος να πεθάνει για το πλάσμα Του, δεν θα ήταν αληθινός Θεός, αλλά ένα είδωλο, πλάι στους πολυάριθμους «θεούς» της ειδωλολατρίας και της εσφαλμένης περί Θεού ιουδαϊκής αντιλήψεως.


Έτσι, μόνο ως προϊόν της θείας αγάπης, μπορούμε να δούμε την Ενανθρώπηση του Υιού του Θεού, ο Οποίος δέχτηκε να μειχθεί με τον άνθρωπο, για να τον σώσει. Η μοναδική απάντηση στο «σκάνδαλο και τη μωρία» της Ενανθρωπήσεως του Θεού είναι ο μανικός έρωτας Του για το πεσμένο πλάσμα Του.


Σύμφωνα με τη διδασκαλία της Εκκλησίας μας, η ανθρώπινη ιστορία κινείται στον άξονα: πτώση του παλαιού Αδάμ- απολύτρωση δια του Νέου Αδάμ, του Χριστού. Πάνω σε αυτές τις δύο συνισταμένες κινείται, σε οριζόντια πορεία, το ανθρώπινο γένος, υφιστάμενο τις ολέθριες συνέπειες της πτώσεως και απολαμβάνοντας τις σωτήριες δωρεές της Ενανθρωπήσεως του Θεού Λόγου. Μόνο υπό αυτή την άποψη μπορεί να κατανοηθεί η ροή των ιστορικών γεγονότων, να απαντηθεί η ανεξήγητη κακοδαιμονία της ανθρωπότητας και να οριοθετηθεί ο ελπιδοφόρος σκοπός του ανθρώπου και της θείας δημιουργίας. Άλλωστε, χωρίς την πίστη στην Ενανθρώπηση του Θεού, στην εν Χριστώ Ιησού απολύτρωση, ο κόσμος αποτελεί μια φρικτή παραλογία και η ύπαρξη του ανθρώπου μια ανείπωτη τραγωδία.


Αυτό είναι άριστα αποτυπωμένο στα λογίς φιλοσοφικά συστήματα και την ιστορική διαχρονική τραγικότητα, όπου κυριαρχεί το ψυχρό και αδηφάγο μηδέν και η έλλειψη σκοπιμότητας του κόσμου. Όπου ο άνθρωπος, εμφανιζόμενος «τυχαία», σύρεται εν μέσω ωδίνων και θλίψεων, στο μη ον, στην ανυπαρξία!


Την αχλή αυτής της μηδενιστικής απελπισίας διέλυσε η Σάρκωση του Θεού Λόγου. Αυτός νοημοδότησε ξανά την ανθρώπινη ύπαρξη και την σκοπιμότητα της δημιουργίας. Ήρε κάθε ίχνος παραλογίας από τον κτιστό κόσμο και επανέφερε τον άνθρωπο στο δρόμο της σωτηρίας και θεώσεως. «εξαιτίας του Χριστοῦ, τονίζει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, δηλαδή τοῦ μυστηρίου τοῦ σχετικοῦ μὲ τὸν Χριστό, ὅλος ὁ χρόνος καὶ ὅλα ὅσα εἶναι ἐν χρόνῳ βρῆκαν τὴν ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος τῆς ὑπάρξεώς τους ἐν Χριστῷ», (M., P.G.,90, 621, Α-Β).


Εν τω Σαρκωμένω Λόγω έχουμε κατά τον απόστολο Παύλο την ανακεφαλαίωση ολοκλήρου της κτιστής δημιουργίας. Όπως «ἐν αὐτῷ ἐκτίσθη τὰ πάντα, τὰ ἐν τοῖς οὐρανοῖς καὶ τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, τὰ ὁρατὰ καὶ τὰ ἀόρατα, εἴτε θρόνοι εἴτε κυριότητες εἴτε ἀρχαὶ εἴτε ἐξουσίαι» (Κολ.1,16), εν Αυτώ τα πάντα έπρεπε να ανακεφαλαιωθούν «εἰς οἰκονομίαν τοῦ πληρώματος τῶν καιρῶν, ἀνακεφαλαιώσασθαι τὰ πάντα ἐν τῷ Χριστῷ, τὰ ἐπὶ τοῖς οὐρανοῖς καὶ τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, ἐν αὐτῷ» (Εφ.1,10). Ανακεφαλαίωση δε σημαίνει απλά ανακαίνιση, αλλά πλήρη αποκατάσταση για το σκοπό που κτίστηκαν. Μόνο εν τω Χριστώ βρίσκουν τα πάντα το σκοπό και το λόγο της υπάρξεώς τους. Η αμαρτία, η φθορά και ο θάνατος, θα παραμείνει μια θλιβερή παρένθεση στη θεία δημιουργία, διότι η Ενσάρκωση του Λόγου προϋποθέτει τη δημιουργία «καινού ουρανού και καινής γης».


Ο άνθρωπος πλάστηκε ως εικόνα και ομοίωση του Θεού. Να είναι η δόξα και η φανέρωση του Δημιουργού του. Αποδεχόμενος τη χάρη Του, να γίνει κατά χάριν θεός. Αλλά το τραγικό γεγονός της πτώσεως διέφθειρε την θεοδημιούργητη φύση του και διέστρεψε τον σκοπό της δημιουργίας του. Η ανταρσία του να γίνει με τις δικές του δυνάμεις θεός, χωρίς το Θεό, έφερε αντίθετα αποτελέσματα. Η υπακοή του στο διάβολο, τον απομάκρυνε από το Θεό. Η ανυπακοή μας μας κατέστησε «ἀπηλλοτριωμένους καὶ ἐχθροὺς τῇ διανοίᾳ ἐν τοῖς ἔργοις τοῖς πονηροῖς (κατ΄ενώπιον του Θεού)» (Φιλιπ.1,21).


Έχασε τη δυνατότητα της όντως ζωής και της κατά χάριν θεώσεως. Έχασε το δώρο της κληρονομίας και από υιός και κληρονόμος του Θεού, έγινε δούλος της αμαρτίας, υποκείμενος στην φθορά, προορισμένος για το θάνατο. Ο απόστολος Παύλος τόνισε πως «Πάντες ήμαρτον και υστερούνται της δόξης του Θεού» (Ρωμ.5,1), ώστε στο εξής η ανθρώπινη πορεία να είναι πορεία προς το θάνατο και το μηδέν, εν μέσω απερίγραπτων περιπετειών και ωδίνων. Συμπαρέσυρε δε στη φθορά και το θάνατο και την υπόλοιπη δημιουργία, η οποία «συστενάζει και συνωδύνει» (Ρωμ.8,18), εξαιτίας της παρουσίας του κακού σε αυτή. Όλος ο κτιστός ορατός κόσμος μεταβλήθηκε σε βασίλειο του διαβόλου και αποζητούσε μάταια την απολύτρωση.


Αντιστροφή αυτής της τραγικής πραγματικότητας δε μπορούσε να υπάρξει από τον άνθρωπο, διότι ατόνησαν όλες οι δυνάμεις αντιστάσεώς του κατά της αμαρτίας, της οποίας «τα οψώνια (είναι) θάνατος» (Ρωμ.6,23). Ήμασταν «νεκροί τοῖς παραπτώμασι καὶ ταῖς ἁμαρτίαις» (Εφ.2,1) και αποκομμένοι της χάριτος του Θεού. Η απολύτρωση έπρεπε να προέλθει έξω από αυτόν, από τον Δημιουργό του. Ο Θεός, «πατήρ οικτιρμών», αγάπης και ελέους, όταν δημιούργησε τον άνθρωπο και γνωρίζοντας την πτώση του, συνέλαβε και το σχέδιο της σωτηρίας του, με την ενανθώπιση του Υιού Του.


Σύμφωνα με τον απόστολο Παύλο, «Ο δὲ Θεὸς πλούσιος ὢν ἐν ἐλέει, διὰ τὴν πολλὴν ἀγάπην αὐτοῦ ἣν ἠγάπησεν ἡμᾶς, καὶ ὄντας ἡμᾶς νεκροὺς τοῖς παραπτώμασι συνεζωοποίησε τῷ Χριστῷ» (Εφ.2,4-5). Ήρθε να εκθεμελιώσει το βασίλειο της αμαρτίας και του θανάτου και να φέρει τη δική Του βασιλεία της χάριτος, ώστε, «ώσπερ εβασίλευσεν η αμαρτία εν τω θανάτω, ούτω και η χάρις βασιλεύση δια δικαιοσύνης εις ζωήν αιώνιον δια Ιησού Χριστού του Κυρίου ημών» (Ρωμ.5,21). «Ο Θεός, τονίζει ο Μ. Αθανάσιος, δεν εγκατέλειψε το δημιούργημά Του, το γένος των ανθρώπων, όταν αυτό βάδιζε στη φθορά. Αλλά με την προσφορά του δικού του σώματος εξαφάνισε τον επερχόμενο θάνατο. Διόρθωσε με την διδασκαλία του την αμέλεια των ανθρώπων και κατάφερε με τη δύναμή Του να επιτελέσει όλα τα ανθρώπινα» (Περί Ενανθρωπήσεως).


Ο νεοφανής άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς έγραψε πως «Ἡ ἁμαρτία καὶ τὸ κακὸν ἀποτελοῦν τὴν τραγικὴν καὶ παράλογον ἀπόπειραν τοῦ ἀνθρώπου νὰ ἀπομακρύνῃ τὸν Θεὸν Λόγον ἐκ τῶν θεμελίων τοῦ σύμπαντος. Ὁ Θεὸς Λόγος ἐσαρκώθη διὰ νὰ ἐπαναφέρῃ τὴν κτίσιν πρὸς τὸν Δημιουργόν, διότι Αὐτὸς εἶναι τὸ πρῶτον θεμέλιόν της καὶ ἡ βάσις της» (Άνθρωπος και Θεάνθρωπος). Το ακατανίκητο βασίλειο του διαβόλου μπορούσε να νικηθεί μόνο με το βασίλειο του Θεού, με βασιλέα το Χριστό.


Ο Θεός έγινε άνθρωπος, ανατρέποντας τους φυσικούς νόμους και καταρρίπτοντας όλα τα στεγανά, τα οποία εμπόδιζαν την εκδήλωση της αγάπης Του για το ανθρώπινο πλάσμα. Όπως τονίζει ο απόστολος Παύλος, ο Χριστός, με την ενανθρώπησή Του, «ποιήσας τα αμφότερα εν και το μεσότοιχον του φραγμού λύσας … αποκτείνας την έχθραν εν αυτώ … ποιών ειρήνην». Ήρθε στον κόσμο να «κτίση εν εαυτώ εις ένα καινόν άνθρωπον».


Να ενώσει τον άνθρωπο με το Θεό, «αμφοτέρους εν ενί σώματι», να ενσωματώσει τους ανθρώπους στο δικό Του σώμα, ώστε να μην είναι πλέον εκείνοι «ξένοι και πάροικοι, αλλά συμπολίται των αγίων και οικείοι του Θεού» (Εφ.2,14-19). Ο Χριστός ήρθε να άρει την αποξένωσή μας από το Θεό και να μας επιστρέψει στο πατρικό μας σπίτι. Να μας απολυτρώσει από τη δουλεία του διαβόλου και την κατάρα της αμαρτίας, «γενόμενος υπέρ ημών (Εκείνος) κατάρα» (Γαλ.3,13), αναλαμβάνοντας ο Ίδιος τις συνέπειες της αμαρτίας στο πρόσωπό Του, ώστε να τις καταργήσει.


Αυτό βεβαίως δεν αποτελεί κάποιο είδος αναγκαιότητας για το Θεό ή κάποιο είδος «θεραπείας» της δήθεν αποτυχημένης δημιουργίας Του. Δεν απέτυχε ο Θεός, αλλά ο άνθρωπος, ο οποίος, ελεύθερα, αρνήθηκε να είναι αυτό που δημιουργήθηκε να είναι, εικόνα του Θεού, γενόμενος, δια της αποστασίας του, εικόνα του πλανευτή του διαβόλου. Εάν ο Θεός δημιουργούσε τον άνθρωπο αναγκαστικά αναμάρτητο, τότε θα έλειπε από αυτόν το ειδοποιό στοιχείο, το οποίο τον ορίζει ως άνθρωπο, ήτοι: η ελευθερία της βουλήσεώς του. Αυτό τον κάνει να μοιάζει με το Θεό, διότι ο Θεός υπάρχει ως ελεύθερο Όν, υπέρκεινα κάθε αναγκαιότητας.


Εάν ο άνθρωπος δεν είχε το στοιχείο της ελευθερίας, δεν θα μπορούσε να αναχθεί στη σφαίρα της κατά χάριν θεώσεως, αλλά θα παρέμεινε ένα απλό έμβιο ον, στατικό στην φύση του. Μόνο ο άνθρωπος προικίστηκε να μπορεί να υπερβεί την βιολογική του ύπαρξη και να φτάσει στην υπέρ φύσιν θέωση. Αυτό συνιστά και το μεγαλείο του, το οποίο τον διαφοροποιεί από όλα τα όντα, ακόμα και τις αγγελικές δυνάμεις.


Ο Σαρκωμένος Λόγος ήρθε να άρει την ανθρώπινη αστοχία, να διορθώσει την τραγική αποτυχία του και να δώσει ξανά τη δυνατότητα στον άνθρωπο της αξιολογικής του ανόδου, του σκοπού της κτίσεώς του. Ο Δημιουργός προέγνωσε ότι θα υπέκυπτε στην αδυναμία τα φύσεώς του και γι’ αυτό, συνέλαβε το σχέδιο της απολυτρώσεώς του. Ο απόστολος Παύλος το χαρακτηρίζει ως «μυστήριον τὸ ἀποκεκρυμμένον ἀπὸ τῶν αἰώνων καὶ ἀπὸ τῶν γενεῶν», το οποίο «νυνὶ ἐφανερώθη τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ» (Κολ.1,26) και ως «οἰκονομία τοῦ μυστηρίου τοῦ ἀποκεκρυμμένου ἀπὸ τῶν αἰώνων ἐν τῷ Θεῷ» (Εφ.3,9), ως «οἰκονομίαν τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ» (Εφ.3,2), διότι περί υπέρτατης χάριτος πρόκειται.


Ο άνθρωπος, λένε οι Πατέρες, δημιουργήθηκε για να λυτρωθεί από το Χριστό, να πραγματοποιηθεί η θέωσή του δια της ενώσεώς του με το Χριστό! Ο παλαιός Αδάμ πλάστηκε κατ’ εικόνα του μελλοντικού Νέου Αδάμ, του Χριστού. «Αὐτὸς, τονίζει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, μᾶς ἔδειξε γιὰ ποιό σκοπὸ δημιουργηθήκαμε» (M., P.G.90, 1097C). Ο προαιώνιος Λόγος του Θεού, δέχτηκε, εν τη αφάτω αυτού ευσπλαχνία, να υπηρετήσει το «τὸ μυστήριον τοῦ θελήματος (του Θεού) κατὰ τὴν εὐδοκίαν αὐτοῦ, ἣν προέθετο ἐν αὐτῷ εἰς οἰκονομίαν τοῦ πληρώματος τῶν καιρῶν» (Εφ.1,9-10). Ως δε πλήρωμα των καιρών νοείται η ωρίμανση των συνθηκών της Εναθρωπήσεως. «Ότε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου» (Γαλ.4,4), όπως αλλού αναφέρει ο απόστολος των Εθνών. Όταν το αποστατημένο ανθρώπινο γένος ήταν ώριμο να γίνει ο αποδέκτης της εν τω Σαρκωμένω Λόγω σωτηρίας του.


Άλλος τρόπος απολυτρώσεως δεν υπήρχε από το να ενδυθεί ο Ίδιος ο Θεός τον άνθρωπο, να γίνει σύμφυτος του ανθρώπου, για να σώσει πραγματικά τον άνθρωπο. Να διοχετεύσει τη θεότητά Του στην ανθρωπότητα. Να προσλάβει τον όλο ψυχοσωματικό άνθρωπο στο πρόσωπό Του και με την ένωση αυτή να πραγματοποιήσει τη σωτηρία του. Γι’ αυτό, «εαυτόν εκένωσε μορφήν δούλου λαβών, εν ομοιώματι ανθρώπων γενόμενος, και σχήματι ευρεθείς ως άνθρωπος εταπείνωσεν εαυτόν, γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού» (Φιλπ.2,5-8). «ὁ Χριστὸς ἠγάπησεν ἡμᾶς καὶ παρέδωκεν ἑαυτὸν ὑπὲρ ἡμῶν προσφορὰν καὶ θυσίαν τῷ Θεῷ εἰς ὀσμὴν εὐωδίας» (Εφ.5,2), τονίζει ο απόστολος Παύλος.


Απεκδύθηκε τη θεία δόξα Του και ενδύθηκε την ταπεινότητα και μηδαμινότητα της ανθρωπίνης φύσεως. Βασικό στοιχείο αυτής της κένωσης έως «θανάτου σταυρού», είναι η ελευθερία. Καμιά αναγκαιότητα δεν υποχρέωσε το Θεό Λόγο να σαρκωθεί, παρά η αγάπη, η οποία βρίσκεται πέρα από κάθε αναγκαιότητα. «Ούτω γαρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, τονίζει ο μαθητής της αγάπης Ιωάννης, ώστε τον υιόν αυτού τον μονογενή έδωκεν, ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται, άλλ' έχει ζωήν αιώνιον» (Ιωάν.3,15). Και «εν τούτω εφανερώθη η αγάπη του Θεού εν ημίν, ότι τον υιόν αυτού τον μονογενή απέσταλκεν ο Θεός εις τον κόσμον, ίνα ζήσωμεν δι' αυτού» (Α΄Ιωάν.4,9).


Όποιος αγαπά, αγαπά ελεύθερα, η αγάπη είναι αποκλειστικά προϊόν ελευθερίας. Ο Θεός έσωσε τον άνθρωπο εν ελευθερία, η οποία απορρέει από την αγάπη. «Γινώσκετε, επισημαίνει ο απόστολος Παύλος, τὴν χάριν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅτι δι’ ὑμᾶς ἐπτώχευσε πλούσιος ὧν, ἵνα ὑμεῖς τὴ ἐκείνου πτωχεία πλουτήσητε» (Β' Κορ.2, 9). Και «Του ιδίου υιού ουκ εφείσατο, αλλ’ υπέρ ημών πάντων παρέδωκεν αυτόν» (Ρωμ.8,32). Ήλθε «σῶσαι καί εὑρεῖν τό ἀπολωλός» (Λουκ.19,10). Ο Μ. Αθανάσιος τόνισε πως με την σάρκωσή Του, πλέον «είναι Θεός σαρκοφόρος και εμείς άνθρωποι πνευματοφόροι...΄ Αυτός ο αληθινός και φύσει Υιός του Θεού φόρεσε όλο το ανθρώπινο γένος, για να μπορούμε εμείς όλοι να φορούμε το Θεό» (ΒΕΠΕΣ 33,226). Αυτή ακριβώς η ένδυση του Θεού, εν Χριστώ, συνιστά τη σωτηρία μας.


Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης επεσήμανε πως «Τώρα, με τη σάρκωσή Του ο επουράνιος έκαμε και εμάς επουράνιους» (P.G.46,681D). Προκειμένου να μας αποκαταστήσει στην προοπτική της κατά χάριν θεώσεώς μας, δε λογάριασε τη δική Του μείωση. «Ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ ἐνανθρώπησε γιά νά χαρίσει ξανά στόν ἄνθρωπο ἐκεῖνο γιά τό ὁποῖο δημιουργώντας τον τόν προόρισε», τονίζει ο ιερός Δαμασκηνός, και συνεχίζει: «Ἐπειδή, τώρα, ὁ Θεός μᾶς πρόσφερε τό ὕψιστο καί δέν τό διαφυλάξαμε, χρειάστηκε νά κατέβει αὐτός στό χείριστο, δηλαδή στή δική μας ξεπεσμένη φύση, ὥστε νά μᾶς ξαναδώσει, προσφέροντας καί ἐνεργώντας ὁ ἴδιος, τήν ἐξομοιωμένη μ᾿ αὐτόν εἰκόνα καί τόν ἀρχαῖο προορισμό».


Ο Χριστός είναι ο Νέος Αδάμ, ο υπερτέλειος άνθρωπος, «Θεός σαρκοφόρος», στου Οποίου το θεανδρικό πρόσωπο αναδημιουργήθηκε η φθαρείσα φύση του παλαιού Αδάμ. Ο παλαιός Αδάμ, ως άνθρωπος, αστόχησε και διέφθειρε την θεοδημιούργητη φύση του. Ο Νέος Αδάμ, ως Θεάνθρωπος, πήρε την εφθαρμένη φύση, την καθάρισε, την ανακαίνισε, την αγίασε και τη θέωσε στο πρόσωπό Του. Στο εξής έδωσε τη δυνατότητα σε κάθε ανθρώπινο πρόσωπο, το οποίο θέλει ελεύθερα ενωθεί μαζί Του, εν τη Εκκλησία και δια των Ιερών Μυστηρίων, να γίνει μέτοχος του αγιασμού και της θεώσεως.


Άλλος τρόπος σωτηρίας δεν υπάρχει, όπως μας εξηγεί ο Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος, τονίζοντας: «Επειδὴ ὁ Χριστὸς ἔγινε τέλειος ἄνθρωπος κατὰ τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα, ὅμοιος μέ μᾶς σὲ ὅλα ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, μᾶς μεταδίδει τὴν Θεότητά του λόγῳ τῆς πίστης μας σ᾿ αὐτὸν καὶ μᾶς καθιστᾶ συγγενεῖς του κατὰ τὴν φύση καὶ τὴν οὐσία τῆς Θεότητάς του. Πρόσεξε τὸ νέο καὶ παράδοξο μυστήριο: Ὁ Θεὸς Λόγος ἔλαβε ἀπὸ μᾶς σάρκα, ποὺ δὲν εἶχε ἐκ φύσεως καὶ ἔγινε ἄνθρωπος, ποὺ δὲν ἦταν. Ἀπὸ τότε μεταδίδει στοὺς πιστοὺς τὴν Θεότητά του -τὴν Ὁποία κανεὶς ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους ἢ τοὺς ἀνθρώπους δὲν εἶχε ἀποκτήσει- καὶ μ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο γίνονται θεοὶ κατὰ χάρη καὶ θέση, ποὺ δὲν ἦταν» (Βίβλος τῶν Ἠθικῶν, Λόγος Α´. Έκδοσις Ιεράς Μονής Αγίου Συμεών Ν. Θεολόγου, Κάλαμος Αττικής).


Αυτή είναι η μεγάλη απόδειξη, το αδιάσειστο τεκμήριο, ότι η σωτηρία μας είναι πραγματική και όχι ένα αφηρημένο θεωρητικό σχήμα. Με τη Σάρκωση του Λόγου και τη δική μας ελεύθερη συσσωμάτωση σ’ Αυτόν, σωζόμαστε και όπως τονίζει ο απόστολος Παύλος, «Ὅπως φορέσαμε τὴν εἰκόνα τοῦ γήινου, ἂς φορέσουμε καὶ τὴν εἰκόνα τοῦ ἐπουράνιου» (Α´ Κορ. 15, 49), αν θέλουμε να σωθούμε. «ἐν τῷ σώματι τῆς σαρκὸς αὐτοῦ» μας καθιστά «ἁγίους καὶ ἀμώμους καὶ ἀνεγκλήτους κατενώπιον αὐτοῦ» (Κολ.1,19-22). Ενωμένοι με το άγιο Σώμα του Χριστού, γινόμαστε σύσσωμοι, δια των Ιερών Μυστηρίων, εξαγιαζόμαστε, γινόμαστε κοινωνοί του Θεού και λαμβάνουμε ως δώρο τη σωτηρία μας. Και όχι μόνον αυτό, αλλά μετά την Ανάληψή του «καὶ ἐκάθισεν ἐν δεξιᾷ αὐτοῦ ἐν τοῖς ἐπουρανίοις» (Εφ.1,20), παίρνοντας μαζί Του και το Σώμα Του, ολόκληρη την ανθρωπότητα, «παγγενή τον Αδάμ», ώστε να είμαστε όλοι δυνητικά σεσωσμένοι, αγιασμένοι και θεωμένοι.


Να είναι όλα «τὰ ἔθνη συγκληρονόμα καὶ σύσσωμα καὶ συμμέτοχα τῆς ἐπαγγελίας αὐτοῦ ἐν τῷ Χριστῷ» (Εφ.3,6). «Νὰ ξέρεις, επισημαίνει ο Μ. Βασίλειος, ὅτι γι’ αὐτόν τὸν λόγο ὁ Θεὸς ἔλαβε ἀνθρώπινη σάρκα, ἐπειδὴ ἔπρεπε αὐτή ἡ καταραμένη σάρκα νὰ ἁγιασθεῖ, αὐτή πού ἐξασθένησε νὰ ἐνδυναμωθεῖ, αὐτή πού ἀποξενώθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ συμφιλιωθεῖ μ' αὐτόν, αὐτή πού διώχτηκε ἀπὸ τὸν παράδεισο νὰ ἀνεβεῖ στὸν οὐρανό». Και συμπληρώνει ο Μ. Αθανάσιος: «Διά τοῦτο καί ἐγεννήθη καί ὡς ἄνθρωπος ἔζησε καί ἀπέθανε καί ἀνέστη. Μέ τά ἰδικά του ἔργα ἐξησθένισε καί ἐπεσκίασε τά ἀπ᾿ αἰῶνος ἔργα ὅλων τῶν ἀνθρώπων πού ἔζησαν, ὥστε ὅπου ἔχουν περιπέσει οἱ ἄνθρωποι νά τούς σηκώσει ἀπό ἐκεῖ, καί νά διδάξῃ τόν ἀληθινόν Πατέρα αὐτοῦ, ὅπως καί ὁ ἴδιος λέγει· “Ἦλθον σῶσαι καί εὑρεῖν τό ἀπολωλός” (Λουκ. 19, 10)».


«πειδή ὁ Θεός, λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, μᾶς ἔδωσε νά κοινωνήσουμε τό καλύτερο καί δέν τό φυλάξαμε, γι’ αὐτό μεταλαβαίνει τό χειρότερο, ἐννοῶ τή φύση μας, ὥστε ἀπό τή μιά μεριά νά ἀνακαινίσει τόν ἑαυτό Του καί μέ τόν ἑαυτό Του τό κατ' εἰκόνα καί καθ' ὁμοίωσιν, καί ἀπό τήν ἄλλη νά διδάξει καί σέ μᾶς τήν ἐνάρετη πολιτεία, ἀφοῦ μέ τόν ἑαυτό Του τήν ἔκαμε σέ μᾶς δυνατή. Νά μᾶς ἐλευθερώσει ἀπό τή φθορά μέ τήν κοινωνία τῆς ζωῆς γενόμενος ἀπαρχή τῆς ἀναστάσεώς μας. Νά ἀνακαινίσει τό σκεῦος πού ἀχρειώθηκε καί κομματιάστηκε, νά μᾶς λυτρώσει ἀπό τήν τυραννία τοῦ διαβόλου, μέ τό νά μᾶς καλέσει στή θεογνωσία καί νά τόν νεκρώσει, νά μᾶς μάθει νά παλεύουμε ἀποτελεσματικά μέ τόν τύραννο, ὁπλισμένοι μέ ὑπομονή καί ταπείνωση». Ένας υπέροχος χριστουγεννιάτικος ύμνος αναφέρει: «Εχθροῦ καὶ ἁμαρτίας, ἠλευθέρωσας Χριστέ, ὅλον τὸ καθ ἡμᾶς δὲ πτωχεύσας, καὶ χοϊκόν ἐξ αὐτῆς ἑνώσεως, καὶ κοινωνίας ἐθεούργησας» (Κανών Χριστουγέννων).


Όπως ο Χριστός αποκαλείται Νέος Αδάμ, έτσι και η Θεοτόκος αποκαλείται Νέα Εύα, η οποία έπραξε τα αντίθετα με εκείνη. «Κάποτε, λέει ο ιερός Χρυσόστομος, ὁ διάβολος ἐξαπάτησε τὴν παρθένα Εὕα. Τώρα ὁ ἄγγελος ἔφερε τὸ λυτρωτικὸ μήνυμα στὴν Παρθένο Μαριάμ. Κάποτε ἡ Εὕα ξεστόμισε λόγο, ποὺ ἔγινε αἰτία θανάτου. Τώρα ἡ Μαρία γέννησε τὸ Λόγο, ποὺ ἔγινε αἰτία αἰώνιας ζωῆς. Ὁ λόγος τῆς Εὕας ἔδειξε τὸ δέντρο, ποὺ ἔβγαλε τὸν Ἀδὰμ ἀπὸ τὸν παράδεισο. Ὁ Λόγος τῆς Μαρίας ἔδειξε τὸ Σταυρό, ποὺ ἔβαλε τὸν Ἀδὰμ πάλι στὸν παράδεισο». Ο Χριστός είναι το «Σπέρμα της Γυναίκας», όπως προφητεύτηκε από το Θεό στους πρωτοπλάστους, το οποίο θα συντρίψει την κεφαλή του όφεως (Γεν.3,17). Η συμβολή της Παρθένου Μαρίας στη σάρκωση του Θεού Λόγου υπήρξε καθοριστική.


Το γεγονός της Ενανθρωπήσεως του Θεού τέμνει την ανθρώπινη ιστορία στην προ και μετά Χριστόν εποχή. Για τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή η ανθρώπινη ιστορία, όπως και η ιστορία της Θείας Προνοίας, χωρίζεται σε δύο μεγάλες περιόδους, όπως ανέλυσε ο π. Γ. Φλωρόφσκυ. Η πρώτη εκτείνεται στην προχριστιανική εποχή και κορυφώνεται στη Σάρκωση του Λόγου. Είναι η περίοδος της συγκαταβάσεως του Θεού. Η δεύτερη είναι η ιστορία της αναβάσεως του ανθρώπου στη σφαίρα της δόξης και θεώσεως, εν τω Σαρκωμένω Λόγω, ο θρίαμβος της ζωής και η κατάργηση του θανάτου (P.G.90,320BC).


Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης τονίζει τα σωτήρια αποτελέσματα της Σαρκώσεως του Λόγου ως εξής: «Πραγματικά, ἐπειδή δέν ἦταν δυνατό νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τόσο μεγάλα δεινά τό ἀνθρώπινο γένος, δέχτηκε ὁ βασιλεύς ὅλης τῆς ἀπαθοῦς φύσης ν᾿ ἀνταλλάξει τήν ἴδια του δόξα μέ τή δική μας ζωή. Ἔτσι ἡ καθαρότητα μπαίνει μέσα στό δικό μας ρύπο, ἐνῶ ὁ ρύπος δέν ἀγγίζει τήν καθαρότητα, ὅπως λέει τό Εὐαγγέλιο, ὅτι «τό φῶς ἔλαμψε μέσα στό σκοτάδι καί τό σκοτάδι δέν τό κατανίκησε» (Ἰω. 1, 5). Ὁ ζόφος ἀφανίζεται μέ τήν παρουσία τοῦ φωτός, ὁ ἥλιος δέν μαυρίζει ἀπό τό ζόφο. Τή θνητότητα τήν καταπίνει ἡ ζωή, ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος (Β´ Κορ. 5, 4), δέν ἐξαντλεῖται ἡ ζωή μέ τό θάνατο. Ὅ,τι ἔχει καταφθαρεῖ σώζεται μαζί μέ τό ἄφθαρτο.


φθορά δέν ἐπηρεάζει τήν ἀφθαρσία. Γι᾿ αὐτό γίνεται κοινός ὁ ὕμνος ὅλης τῆς κτίσης, καθώς ἀναπέμπουν ὅλοι σύμφωνη δοξολογία στό Δεσπότη τῆς κτίσης. Κάθε στόμα ἐπουράνιων καί ἐπίγειων καί ὑπόγειων φωνάζει ὅτι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός εἶναι γιά νά δοξάζεται ὁ Θεός Πατέρας καί πρέπει νά εὐλογεῖται στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων». Μάρτυρας η ιστορία. Η μετά Χριστόν εποχή είναι η εποχή της χάριτος. Το κράτος του διαβόλου βαίνει προς κατάργηση.


Ο Σαρκωμένος Λόγος αποκατέστησε την ανθρώπινη φύση «εις το αρχαίον κάλλος» της και ακόμη περισσότερο: την κατέστησε μέτοχο της θεότητας, κάτι που δεν είχε η αδαμιαία φύση. «Τί ἔπρεπε λοιπόν νά κάνῃ ὁ Θεός; ερωτά ο Μ. Αθανάσιος, Ἤ τί ἄλλο ἔπρεπε νά γίνῃ παρά νά ἀνανεωθῇ τό “κατ᾿ εἰκόνα”, ὥστε δι᾿ αὐτοῦ νά δυνηθοῦν οἱ ἄνθρωποι πάλιν νά τόν γνωρίσουν; Καί πῶς ἄλλως θά ἠδύνατο νά γίνῃ αὐτό παρά διά τῆς προσελεύσεως αὐτῆς τῆς ἰδίας τῆς εἰκόνος τοῦ Θεοῦ, δηλαδή τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ; Δι᾿ ἀνθρώπων μέν δέν ἦτο δυνατόν, ἐπειδή αὐτοί εἶχον δημιουργηθῆ “κατ᾿ εἰκόνα”· ἀλλ᾿ οὔτε δι᾿ ἀγγέλων, διότι αὐτοί δέν εἶναι εἰκόνες.


Διά τοῦτο ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ ἐνηνθρώπησε, διά νά ἐπιτύχῃ νά ἀναδημιουργήσῃ τόν “κατ᾿ εἰκόνα” ἄνθρωπον, αὐτός ὁ ὁποῖος ἦτο εἰκών τοῦ Πατρός. Καί δέν ἦτο δυνατόν νά γίνῃ ἀλλιῶς, ἄν δέν ἐξηφανίζετο ὁ θάνατος καί ἡ φθορά. Διά τοῦτο εὐλόγως ἔλαβε θνητόν σῶμα, διά νά εἶναι δυνατόν καί ὁ θάνατος νά ἐξαφανισθῇ εἰς αὐτόν καί οἱ “κατ᾿ εἰκόνα” ἄνθρωποι νά ἀνακαινισθοῦν πάλιν. Δι αὐτήν λοιπόν τήν ἀνάγκην δέν ἐχρειάζετο τίποτε ἄλλο, παρά ἡ εἰκών τοῦ Πατρός» (Περί Ενανθρωπήσεως).


Με την Ενανθρώπηση του Λόγου λάβαμε τη χαμένη υιοθεσία μας από το Θεό, την οποία είχαμε απολέσει με την παρακοή και τη πτώση. Δια της Ενανθρωπήσεως του Χριστού απολαμβάνουμε πλέον τη χαμένη μας υιοθεσία, ώστε να μην είναι πλέον κανένας μας «δούλος, αλλ’ υιός΄ ει δε υιός, και κληρονόμος Θεού δια Χριστού» (Γαλ.4,4-7), «ἔσομαι αὐτῷ Θεὸς καὶ αὐτὸς ἔσται μοι υἱός» (Αποκ.21,7), παρά μόνον όποιος αρνηθεί αυτή την υπέρτατη χάρη, τον οποίο περιμένει ο όλεθρος και η καταστροφή, «ἐν τῇ λίμνῃ τῇ καιομένῃ ἐν πυρὶ καὶ θείῳ, ὅ ἐστιν ὁ θάνατος ὁ δεύτερος» (Αποκ.21,8). Τώρα έχουμε τη δυνατότητα να αποκαλούμε το Θεό πατέρα και να Τον προσεγγίζουμε ως τέκνα Του αγαπητά. «ὅτι δι’ αὐτοῦ ἔχομεν τὴν προσαγωγὴν οἱ ἀμφότεροι ἐν ἑνὶ πνεύματι πρὸς τὸν πατέρα» Εφ.2,18).


Δια του Χριστού λάβαμε το Άγιο Πνεύμα, το Οποίο μας συγκλονίζει μυστικά στις καρδιές μας, από την σωτήρια κραυγή: «Αββά ο Πατήρ», επιβεβαιώνοντας το χάρισμα της υιοθεσίας μας. Δια του Ενσάρκου Λόγου, και μόνον δι’ Αυτού, τονίζει ο απόστολος Παύλος συντελέστηκε η απολύτρωσή μας, επισημαίνοντας πως «ἐν αὐτῷ εὐδόκησε πᾶν τὸ πλήρωμα κατοικῆσαι καὶ δι' αὐτοῦ ἀποκαταλλάξαι τὰ πάντα εἰς αὐτόν, εἰρηνοποιήσας διὰ τοῦ αἵματος τοῦ σταυροῦ αὐτοῦ, δι' αὐτοῦ εἴτε τὰ ἐπὶ τῆς γῆς εἴτε τὰ ἐν τοῖς οὐρανοῖς. καὶ ὑμᾶς ποτε ὄντας ἀπηλλοτριωμένους καὶ ἐχθροὺς τῇ διανοίᾳ ἐν τοῖς ἔργοις τοῖς πονηροῖς, νυνὶ δὲ ἀποκατήλλαξεν ἐν τῷ σώματι τῆς σαρκὸς αὐτοῦ διὰ τοῦ θανάτου, παραστῆσαι ὑμᾶς ἁγίους καὶ ἀμώμους καὶ ἀνεγκλήτους κατενώπιον αὐτοῦ» (Κολ.1,19-22).


Η όντως ζωή πηγάζει από το Θεό, αφού «τον υιόν αυτού τον μονογενή απέσταλκεν ο Θεός εις τον κόσμον, ίνα ζήσωμεν δι' αυτού» (Α΄Ιωάν.4,9), και «η ζωή ημών κέκρυπται σὺν τῷ Χριστῷ ἐν τῷ Θεῶ» (Κολ.3,3-4). Μέχρι τη σάρκωση του Λόγου ζούσαμε ζωή βιολογική, προορισμένη για το θάνατο. Τώρα είμαστε μέτοχοι της αιώνιας ζωής η οποία απορρέει από την πηγή της ζωής, το Χριστό, ο Οποίος μας διαβεβαίωσε πως Αυτός είναι η «ανάστασις και η ζωή. Ο πιστεύων (εις Αυτόν) ου μη αποθάνη εις τον αιώνα» (Ιωάν.11,25-26). Αυτός είναι ο «ἀνεξιχνίαστος πλοῦτος τοῦ Χριστοῦ» (Εφ.3,7). Ως μέτοχοι αυτής της όντως ζωής, μπολιαστήκαμε με την αθανασία, ρέουν μέσα μας τα αντισώματα του θανάτου, είμαστε δυνάμει αθάνατοι. Κι ακόμη περισσότερο: μας περιμένει δόξα, καθ’ ότι «ὅταν ὁ Χριστὸς φανερωθῆ, ἡ ζωὴ ἡμῶν, τότε ημεῖς σὺν αὐτῶ φανερωθησόμεθα ἐν δόξη» (Κολ. 3, 3-4).


«Αὐτὸ εἶναι τὸ εὐλογημένο τέλος, επισημαίνει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, γιὰ χάρη τοῦ ὁποίου τὰ πάντα δημιουργήθηκαν. Αὐτὸς εἶναι ὁ σκοπὸς ποὺ τέθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ πρὶν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς Δημιουργίας καὶ ποὺ τὸν ὀνομάζουμε προμελετημένη πλήρωση [προεπινοούμενον τέλος]. Ολη ἡ δημιουργία ὑπάρχει γιὰ χάρη αὐτῆς τῆς πληρώσεως, ἐνῶ ἡ ἴδια ἡ πλήρωση δὲν ὑπάρχει ἐξαιτίας κανενὸς ἀπὸ ὅσα δημιουργήθηκαν» (P.G.90, 621, Α-Β). Ο ιερός συγγραφέας της Αποκαλύψεως κάνει λόγο για αιώνια και ατελεύτητη συμβασιλεία μας με το Χριστό (Αποκ.22,5).


Το έργο της Θείας Οικονομίας αυτόν ακριβώς το σκοπό είχε, να μας αποκαταστήσει στον αρχικό σκοπό της δημιουργίας μας, που είναι η αιώνια μετοχή μας στη θεία δόξα. Ο Ενανθρωπήσας Λόγος του Θεού δεν εν ήρθε στον κόσμο να ικανοποιήσει καμιά «τρωθείσα θεία δικαιοσύνη», όπως κακόδοξα πιστεύει και δοξάζει η αιρετική δυτική χριστιανική παράδοση. Δεν ήρθε να ιδρύσει μια ακόμη θρησκεία, έστω την καλλίτερη, πλάι στο πλήθος των υπαρχόντων θρησκειών του κόσμου. Δε ήρθε στον κόσμο, για να τον κάνει απλά ηθικότερο, να αλλάξει τις κοινωνικές και οικονομικές δομές του. Ήρθε να γκρεμίσει και να καταργήσει το βασίλειο του διαβόλου, του δόλιου καταληψία της θείας δημιουργίας.


Να απελευθερώσει τον δέσμιο σε αυτό άνθρωπο και να άρει τις συνέπειες της αμαρτίας, τη φθορά και το θάνατο. Να συμπήξει το δικό Του πνευματικό βασίλειο της ειρήνης και της δικαιοσύνης. Να γίνουν τα «πάντα και εν πάσι Χριστός» (Κολ.3,11), ώστε να μην υπάρχει πια χώρος και τρόπος για το κακό. Να απολαμβάνουμε τον «πλοῦτο τῆς δόξης τῆς κληρονομίας αὐτοῦ ἐν τοῖς ἁγίοις» (Εφ.1,19). Να εξαλείψει από εμάς «ὁ Θεὸς πᾶν δάκρυον ἀπὸ τῶν ὀφθαλμῶν ημών, καὶ ὁ θάνατος οὐκ ἔσται ἔτι, οὔτε πένθος οὔτε κραυγὴ οὔτε πόνος οὐκ ἔσται ἔτι, ὅτι τὰ πρῶτα ἀπῆλθον» (Αποκ.21,4) όπως προφητεύει ο ιερός συγγραφέας της Αποκαλύψεως. Τέτοιου δυσθεώρητου μεγέθους ευεργεσία αξιωθήκαμε, χάρις στη Θεία Ενανθρώπηση! Αυτή είναι η τελική προοπτική της Ενανθρωπήσεως!


Είναι ανάγκη να επισημάνουμε και την τραγική πραγματικότητα της πεισματικής αρνήσεως της Ενανθρωπήσεως του Θεού. Αν και πέρασαν είκοσι αιώνες από τότε, μέγα πλήθος ανθρώπων μένουν αμέτοχοι αυτής της υπέρτατης και σωτήριας δωρεάς. Είναι ένα από τα ακραία συμπτώματα της διαφθοράς της ανθρωπίνης φύσεως, η οποία αρνείται τη θεραπεία της! Απορρίπτει το Θεό Πατέρα και προτιμά το δυνάστη του διάβολο. Αρνείται τη ζωή και προτιμά το θάνατο. Κλείνει τα μάτια στο φως και αρέσκεται στο έρεβος του σκότους. Αρνείται τον ουρανό και προτιμά τα καταχθόνια. Αρνείται τη βασιλεία και προτιμά τη δουλεία. Ιδού η αιτία της διαχρονικής ανθρώπινης κακοδαιμονίας, η οποία θα διατηρείται έως ότου ο Χριστός καταλύσει το κράτος του διαβόλου.


Όσοι έχουμε, λοιπόν, τη συναίσθηση των σωτηρίων δωρεών της Θείας Ενανθρωπήσεως, ας «διέλθωμεν εως Βηθλεέμ» (Λουκ.15,2), νοητώς, αυτές τις άγιες ημέρες. Να προσεγγίσουμε το Σπήλαιο της Γεννήσεως του Σωτήρα μας Χριστού. Να κλίνουμε τα γόνατα στον υπέρ ημών νηπιάσαντα Θεό μας και να τον δοξολογήσουμε, σμίγοντας τους ταπεινούς μας αίνους με τους μεγαλοπρεπείς αίνους των αγγελικών δυνάμεων της Γεννήσεως. Ας προσεγγίσουμε και ας ανυμνήσουμε το άρρητο μυστήριο της Σαρκώσεως με το λυρικότατο κοντάκιο των Χριστουγέννων, το θεσπέσιο ποίημα του αγίου Ρωμανού του Μελωδού: «Τὴν Ἐδὲμ Βηθλεὲμ ἤνοιξε, δεῦτε ἴδωμεν, τὴν τρυφὴν ἐν κρυφῇ εὕρομεν, δεῦτε λάβωμεν, τὰ τοῦ Παραδείσου ἔνδον τοῦ Σπηλαίου.


κεῖ ἐφάνη ῥίζα ἀπότιστος, βλαστάνουσα ἄφεσιν, ἐκεῖ εὑρέθη φρέαρ ἀνώρυκτον, οὗ πιεῖν Δαυΐδ πρὶν ἐπεθύμησεν, ἐκεῖ Παρθένος τεκοῦσα βρέφος, τὴν δίψαν ἔπαυσεν εὐθύς, τὴν τοῦ Ἀδὰμ καὶ τοῦ Δαυΐδ, διὰ τοῦτο πρὸς τοῦτο ἐπειχθῶμεν, οὗ ἐτέχθη, Παιδίον νέον, ὁ πρὸ αἰώνων Θεός», που σημαίνει: «Η Ενανθρώπηση του Θεού Λόγου άνοιξε την προαιώνια σφραγισμένη πύλη της παραδείσιας Εδέμ. Ας τρέξουμε λοιπόν να δούμε αυτό το μεγάλο θαύμα, να αισθανθούμε την κρυμμένη τρυφή. Ας σπεύσουμε να απολαύσουμε τα υπέρτατα δώρα του Παραδείσου, μέσα στο Σπήλαιο της Γεννήσεως. Εκεί φάνηκε η απότιστη ρίζα της σωτηρίας μας, η οποία πια βλαστάνει την άφεση των αμαρτημάτων μας. Εκεί βρέθηκε το άσκαφτο πηγάδι, από το οποίο επιθύμησε να σβήσει τη δίψα του ο Δαβίδ.


Εκεί η Παρθένος γέννησε ασπόρως Βρέφος, το Οποίο αμέσως ξεδίψασε τον Αδάμ και το Δαβίδ. Για τούτο ας σπεύσουμε εκεί, όπου γεννήθηκε το νέο Παιδί, ο Οποίος είναι ο προ των αιώνων υπάρχων Θεός»!  Του Λάμπρου Κ. Σκόντζου, Θεολόγου – Καθηγητή. Εκ του ιστολογίου «Ακτίνες» της 27.12.2023. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.


ΓΙΩΡΓΟΥ ΜΠΑΡΛΑ: «ΗΜΕΡΟΔΡΟΜΙΟ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ»




Από το συλλογικό βιβλίο με κείμενα περί των Χριστουγέννων, σε επιμέλεια της Πολυξένης Τσαλίκη - Κιοσόγλου. 


ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΦΟΒΑΣΤΕ ΤΟΥΣ ΔΑΙΜΟΝΕΣ-ΑΠΟ ΤΟΝ ΒΙΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΝΤΩΝΙΟΥ




Οι δαίμονες τίποτε δεν μπορούν να κάνουν εναντίον των πιστών. Γι’ αυτό πρέπει να τους καταφρονούμε και να μη δειλιάζουμε, ούτε να τους δίνουμε καθόλου σημασία, ό,τι και αν κάνουν. Πώς μπορεί κανείς να διακρίνει την οπτασία, αν είναι από τα πονηρά πνεύματα ή από τα αγαθά – γιατί πολλές φορές οι δαίμονες δείχνουν και φαντασίες για να πλανήσουν τους απλοϊκούς και παρηγορούν την ψυχή. Ποιά είναι η θεϊκή παρηγοριά και ποιά η δαιμονική.


Από τον βίο του αγίου Αντωνίου. Ο άγιος Αντώνιος έλεγε στους μαθητές του: Δεν πρέπει να φοβάστε τους δαίμονες, ακόμη και αν φαίνονται ότι επιτίθενται, ακόμη και αν απειλούν με θάνατο. Γιατί είναι αδύναμοι και δεν μπορούν να κάνουν τίποτε, παρά μόνο να απειλούν. Από τότε που ήρθε ο Κύριος στη γη, έπεσε ο εχθρός και κόπηκαν οι δυνάμεις του. Γι’ αυτό έγινε ανίσχυρος και δεν μπορεί να κάνει τίποτε˙ωστόσο, επειδή είναι τύραννος, δεν ησυχάζει, παρά το ότι έπεσε αλλά απειλεί έστω και με λόγια.


Ο καθένας από εσάς να σκεφτεί το εξής, και θα μπορεί να καταφρονεί τους δαίμονες. Αν δηλαδή είχαν και αυτοί ίδια σώματα μ’ εμάς, θα μπορούσαν να λένε: «Όταν κρύβονται οι άνθρωποι, δεν τους βρίσκουμε, αν όμως τους βρίσκαμε, θα τους κάναμε κακό». Επίσης και εμείς θα μπορούσαμε να μένουμε απαρατήρητοι από τους δαίμονες με το να κρυβόμαστε και να τους κλείνουμε την πόρτα. Αυτοί όμως δεν είναι όπως εμείς, αλλά και με κλειστές τις πόρτες μπορούν να μπουν, και βρίσκονται σε όλον τον αέρα και αυτοί και ο αρχηγός τους ο διάβολος, και επιπλέον θέλουν το κακό και είναι έτοιμοι να βλάψουν.


Όπως είπε και ο Σωτήρας,1 εξαρχής ήταν ανθρωποκτόνος ο διάβολος, ο πατέρας της κακίας˙ ωστόσο εμείς τώρα ζούμε, και μάλιστα με τη ζωή μας στρεφόμαστε εναντίον του. Είναι λοιπόν φανερό ότι οι δαίμονες δεν έχουν καμία δύναμη. Γιατί ούτε ο τόπος τους εμποδίζει να μας επιβουλεύονται, ούτε μας βλέπουν σαν φίλους, ώστε να μας λυπηθούν, ούτε αγαπούν το καλό, ώστε να διορθωθούν. Αντίθετα, είναι πάρα πολύ κακοί, και για τίποτε άλλο δεν φροντίζουν, παρά για να κάνουν κακό σε όσους αγαπούν την αρετή και σέβονται τον Θεό. Επειδή όμως δεν μπορούν να κάνουν κάτι, γι’ αυτό δεν κάνουν τίποτε πέρα από το να απειλούν.


Γιατί αν μπορούσαν, δεν θα αργοπορούσαν, αλλά αμέσως θα έκαναν το κακό, αφού η προαίρεσή τους είναι έτοιμη γι’ αυτό, και μάλιστα εναντίον μας. Να, και εμείς τώρα συγκεντρωθήκαμε και μιλάμε εναντίον τους, και γνωρίζουν ότι όσο εμείς προοδεύουμε, αυτοί εξασθενούν. Αν λοιπόν είχαν εξουσία, δεν θα άφηναν ζωντανό κανέναν από εμάς τους χριστιανούς, αφού ο αμαρτωλός απεχθάνεται τη θεοσέβεια.2 Επειδή όμως δεν μπορούν, γι’ αυτό μάλλον αυτοί υποφέρουν, που τίποτε δεν μπορούν να κάνουν από όσα απειλούν.


Επίσης, για να μην τους φοβόμαστε, πρέπει να σκεφτούμε και το εξής: Αν είχαν δύναμη, δεν θα παρουσιάζονταν μαζί με πλήθος σε ανθρώπους που ζουν στην ησυχία, ούτε θα δημιουργούσαν φαντασία, ούτε θα μηχανεύονταν να αλλάζουν μορφές, αλλά θα αρκούσε ένας μόνο να έρθει και να κάνει αυτό που μπορεί και θέλει. Καθένας μάλιστα που έχει εξουσία, δεν σκοτώνει με τη φαντασία ούτε φοβίζει με το πλήθος, αλλά αμέσως χρησιμοποιεί την εξουσία του όπως θέλει. Οι δαίμονες όμως, καθώς δεν μπορούν να κάνουν τίποτε, παίζουν σαν σε θέατρο αλλάζοντας μορφές και τρομάζοντας τα παιδιά με τη φαντασία του πλήθους και τις μεταμορφώσεις. Από αυτό αποδεικνύονται μάλλον αδύναμοι και άξιοι καταφρόνησης.


Ο αληθινός άγγελος, που είχε αποσταλεί από τον Κύριο εναντίον των Ασσυρίων, δεν είχε ανάγκη από όπλα, ούτε από εξωτερική φαντασία, ούτε από πλήθος, ούτε από χτυπήματα, ούτε από κρότους, αλλά χρησιμοποίησε ήσυχα την εξουσία του και θανάτωσε αμέσως εκατόν ογδόντα πέντε χιλιάδες.3 Όσοι όμως δεν μπορούν να κάνουν τίποτε – και τέτοιοι είναι οι δαίμονες -, αυτοί προσπαθούν να τρομάξουν έστω και με τις φαντασίες. Ακόμη και στην περίπτωση του Ιώβ4 δεν ήταν ο διάβολος αυτός που είχε τη δύναμη, αλλά ο Θεός, ο οποίος του παρέδωσε για δοκιμασία τον Ιώβ.


Άλλωστε ο διάβολος, επειδή δεν μπορούσε να κάνει τίποτε, ζήτησε την άδεια, και αφού την πήρε έκανε ό,τι έκανε. Αν δηλαδή δεν έπαιρνε άδεια, δεν θα μπορούσε, αφού ούτε και στα ζώα του Ιώβ θα είχε μπορέσει να κάνει κακό, αν δεν του είχε επιτρέψει ο Θεός. Αλλά ούτε εναντίον των χοίρων δεν έχει εξουσία –πολύ περισσότερο εναντίον των ανθρώπων που έχουν γίνει κατ’ εικόνα Θεού. Γιατί, όπως έχει γραφεί στο Ευαγγέλιο, οι δαίμονες παρακαλούσαν τον Κύριο να τους επιτρέψει να πάνε τουλάχιστο στους χοίρους.5 Αφού λοιπόν δεν έχουν εξουσία εναντίον των χοίρων, πολύ περισσότερο δεν έχουν εναντίον των ανθρώπων που έχουν γίνει κατ’ εικόνα Θεού.


Επομένως τον Θεό πρέπει να φοβόμαστε και τους δαίμονες να τους καταφρονούμε˙ αλλά και όσο εκείνοι κάνουν αυτά, τόσο να επιτείνουμε την άσκησή μας. Γιατί είναι μεγάλο όπλο εναντίον τους ο ορθός τρόπος ζωής και η πίστη στον Θεό. Αυτοί δηλαδή φοβούνται των ασκητών τη νηστεία, την αγρυπνία, την προσευχή, την πραότητα, την ησυχία, την απουσία της φιλαργυρίας και της κενοδοξίας, την ταπεινοφροσύνη, την αγάπη προς τους φτωχούς, τις ελεημοσύνες, την έλλειψη οργής, και πρώτα απ’ όλα την ευσέβεια προς τον Χριστό. Γι’ αυτό και κάνουν τα πάντα, για να μην υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι να τους πατούν. Γιατί οι δαίμονες γνωρίζουν την χάρη που έδωσε ο Σωτήρας στους πιστούς εναντίον τους λέγοντας: «Σας έδωσα εξουσία να πατάτε επάνω σε φίδια και σκορπιούς και σε όλη τη δύναμη του εχθρού».6


Αν λοιπόν καμιά φορά σας επιτεθούν τη νύχτα, να κάνετε το σημείο του σταυρού στον εαυτό σας και στην κατοικία σας και να προσεύχεστε, και θα τους δείτε να γίνονται άφαντοι. Γιατί είναι δειλοί και φοβούνται πάρα πολύ το σημείο του σταυρού του Κυρίου, επειδή επάνω σε αυτόν ο Σωτήρας αφαίρεσε από αυτούς τη δύναμη που είχαν και τους διαπόμπευσε.7 Και αν με πολλή αναίδεια παραμένουν χορεύοντας και αλλάζοντας φανταστικές μορφές, μη δειλιάσετε και μη φοβηθείτε˙ δεν είναι τίποτε, αλλά γρήγορα εξαφανίζονται.


Πολλές φορές μάλιστα προσποιούνται ότι ψάλλουν ύμνους χωρίς να φαίνονται, και αναφέρουν φράσεις από τις Γραφές, και ενώ κοιμόμαστε μας σηκώνουν για προσευχή, και σχεδόν δεν μας αφήνουν να κοιμηθούμε. Αλλά δεν πρέπει να τους δίνουμε σημασία, ακόμη και αν μας συμβουλεύουν να μην τρώμε καθόλου, ακόμη και αν προσποιούνται πως μας κατηγορούν και μας ελέγχουν για σφάλματα που γνωρίζουν ότι κάποτε κάναμε. Γιατί δεν το κάνουν αυτό για χάρη της ευλάβειας ή της αλήθειας, αλλά για να οδηγήσουν τους άδολους σε απόγνωση και να πουν ότι η άσκηση είναι ανώφελη και να κάνουν τους ανθρώπους να αηδιάσουν τη μοναχική ζωή ως κοπιαστική και αφόρητη και να εμποδίσουν όσους με τη ζωή τους στρέφονται εναντίον τους.


Γι’ αυτόν τον λόγο ο Κύριος, και όταν οι δαίμονες έλεγαν την αλήθεια – γιατί αλήθεια ήταν αυτό που έλεγαν: «Εσύ είσαι ο Υιός του Θεού»,8 τους έκλεινε το στόμα και δεν τους άφηνε να μιλούν, μην τυχόν, μαζί με την αλήθεια, σπείρουν και τη δική τους κακία, και επιπλέον για να συνετίσει και εμάς να μην τους ακούμε ποτέ. Γιατί είναι άπρεπο, εμείς που έχουμε τις Γραφές και που ήρθε σ’ εμάς ο Σωτήρας, να διδασκόμαστε από τον διάβολο, ο οποίος δεν κράτησε τη θέση του, αλλά σκέφτηκε άλλα αντ’ άλλων.9


Γι’ αυτόν τον λόγο και ο Κύριος τους εμποδίζει να αναφέρει τις φράσεις των Γραφών, λέγοντας: «Είπε στον αμαρτωλό ο Θεός: Γιατί εσύ διδάσκεις τις εντολές μου και έχεις στο στόμα σου τη διαθήκη μου;»10 Γιατί στόχος των δαιμόνων, με όλα όσα κάνουν και λένε και θορυβούν και πράττουν και υποκρίνονται, είναι να εξαπατήσουν τους άδολους. Επίσης, προξενούν χτύπους και κρότους και γελούν ανόητα και σφυρίζουν˙ και αν κανείς δεν τους προσέχει, τότε κλαίνε σαν νικημένοι.


Ο Κύριος λοιπόν έκλεινε το στόμα των δαιμόνων, εμείς όμως, έχοντας διδαχτεί από τους αγίους, πρέπει να ενεργούμε όπως εκείνοι και να μιμούμαστε την ανδρεία τους. Οι άγιοι δηλαδή, όταν έβλεπαν τέτοια πράγματα, έλεγαν: «Όσο στεκόταν μπροστά μου ο αμαρτωλός, έκανα τον κουφό και ταπεινώθηκα και ούτε τα καλά δεν έλεγα»,11 και: «Εγώ σαν τον κουφό δεν άκουγα, και σαν τον άλαλο δεν άνοιγα το στόμα μου˙ και ήμουν σαν ένας άνθρωπος που δεν ακούει».12 Και εμείς, επομένως, ούτε να ακούμε τους δαίμονες, αφού είναι ξένοι προς εμάς, ούτε να τους υπακούμε, ακόμη και αν μας σηκώνουν για προσευχή και μας μιλούν για τη νηστεία, αλλά να είμαστε προσηλωμένοι στον σκοπό της άσκησή μας και να μην ξεγελιόμαστε από εκείνους που όλα τα κάνουν με δόλο.


Ούτε πάλι να τους βλέπουμε σαν να είναι καλοί. Γιατί, με τη βοήθεια του Θεού, είναι δυνατό να ξεχωρίσουμε εύκολα την παρουσία των κακών από την παρουσία των καλών. Ο λόγος είναι ότι η οπτασία των αγίων πνευμάτων δεν συνοδεύεται από ταραχή –δεν θα μαλώσει, λέει, ούτε θα κραυγάσει, ούτε θα ακούσει κανείς τη φωνή του13 -, αλλά παρουσιάζεται με ησυχία και πραότητα, έτσι που αμέσως η ψυχή να νιώθει χαρά και αγαλλίαση και θάρρος, επειδή μαζί τους είναι ο Κύριος, ο οποίος είναι η δική μας χαρά και του Θεού Πατέρα η δύναμη.14


Και οι λογισμοί της ψυχής παραμένουν ατάραχοι και γαλήνιοι, έτσι ώστε αυτή να φωτίζεται και να μπορεί να βλέπει αυτούς που εμφανίζονται, και έρχεται μέσα της ο πόθος των θείων και των μελλοντικών αγαθών, και οπωσδήποτε θα θελήσει, αν γινόταν, να ενωνόταν με αυτούς και να έφευγε μαζί τους. Και αν κάποιοι άνθρωποι φοβηθούν κατά την οπτασία των καλών, αυτοί που εμφανίζονται αφαιρούν αμέσως τον φόβο με την αγάπη, όπως έκανε ο Γαβριήλ στον Ζαχαρία,15 και ο άγγελος που εμφανίστηκε στις γυναίκες στον τάφο του Κυρίου,16 και εκείνος που είπε στους βοσκούς: «Μη φοβάστε»,17 όπως αναφέρεται στο Ευαγγέλιο. Γιατί ο φόβος των ανθρώπων αυτών δεν οφείλεται σε δειλία της ψυχής αλλά στην επίγνωση της παρουσίας των αγίων πνευμάτων.


Τέτοια λοιπόν είναι η οπτασία των αγίων πνευμάτων. Αντίθετα, η επιδρομή των κακών συνοδεύεται από χτύπους και ήχους και κραυγές, σαν να πρόκειται για εξέγερση ανάγωγων νεαρών ή ληστών. Από αυτά αμέσως προξενείται δειλία, ψυχική ταραχή και αταξία, σκοτεινοί λογισμοί, μίσος προς τους ασκητές, ακηδία, λύπη, θύμηση των συγγενών, φόβος του θανάτου, επιθυμία των διαφόρων κακών, αδιαφορία για την αρετή και ηθική ακαταστασία.


Όταν λοιπόν δείτε κάποιους και φοβηθείτε, αν ο φόβος αφαιρεθεί αμέσως και στη θέση του έρθει ανείπωτη χαρά και ευθυμία και θάρρος και ανάκτηση δυνάμεων και αταραξία των λογισμών και όλα όσα είπα προηγουμένως, και επίσης ανδρεία και αγάπη προς τον Θεό, να έχετε θάρρος και να προσεύχεστε. Γιατί η χαρά και η γαλήνη της ψυχής αποδεικνύουν την αγιότητα18 αυτών που σας παρουσιάστηκαν.


Έτσι είδε ο Αβραάμ και ένιωσε αγαλλίαση,19 και μόλις ακούστηκε η φωνή της Θεοτόκου Μαρίας σκίρτησε από αγαλλίαση το βρέφος (στην κοιλιά της Ελισάβετ),20 και τα άλλα ου είπα. Αν όμως σε κάποιους η ψυχή εξακολουθεί να δειλιάζει, τότε πρόκειται για παρουσία εχθρών˙ γιατί από τέτοιους ανθρώπους οι δαίμονες δεν αφαιρούν τη δειλία, όπως κάνουν οι άγιοι, αλλά αντίθετα, όταν τους δουν να δειλιάζουν, αυξάνουν τις φαντασίες, για να τους τρομάξουν ακόμη περισσότερο, και στη συνέχεια πηγαίνουν και τους περιπαίζουν λέγοντας: «Πέσετε να μας προσκυνήσετε».


Έτσι εξαπάτησαν τους ειδωλολάτρες και θεωρήθηκαν από αυτούς θεοί˙ εμάς όμως ο Κύριος δεν μας άφησε να εξαπατηθούμε από τον διάβολο, γιατί, όταν αυτός έκανε και σε εκείνον τέτοιου είδους φαντασίες, για να τον τρομάξει, όπως νόμιζε, ο Κύριος τον επιτίμησε λέγοντας: «Φύγε από μπροστά μου, σατανά! Η Γραφή λέει: τον Κύριο, τον Θεό σου, θα προσκυνάς, και αυτόν μόνο θα λατρεύεις».21 Το ότι είπε αυτό ο Κύριος, για χάρη μας το έκανε, για να ακούν δηλαδή από εμάς οι δαίμονες τα λόγια αυτά και να εξουδετερώνονται με τη δύναμη του Κυρίου που με αυτά τους επετίμησε.


Κάποτε χτύπησε κάποιος την πόρτα του κελλιού μου, και όταν βγήκα, είδα έναν που φαινόταν ψηλός και υπερόπτης. Όταν τον ρώτησα ποιος είναι, μου είπε: «Εγώ είμαι ο σατανάς». Του είπα τότε: «Γιατί λοιπόν ήρθες εδώ;» και εκείνος απάντησε: «Γιατί με κατηγορούν άδικα οι μοναχοί και όλοι οι άλλοι χριστιανοί; Γιατί με καταριούνται όλη την ώρα;» «Εσύ γιατί τους ενοχλείς;» τον ρώτησα. «Δεν τους ενοχλώ εγώ», αποκρίθηκε, «μόνοι τους ταράζονται˙ εγώ είμαι πλέον αδύναμος. Δεν διάβασαν ότι ¨τα σπαθιά του εχθρού χάθηκαν τελείως, και τις πόλεις του τις γκρέμισες¨22; Δεν έχω πια τόπο ούτε βέλος ούτε πόλη˙ παντού έγιναν χριστιανοί, και ακόμη και η έρημος γέμισε μοναχούς. Λοιπόν, ας φρουρούν τον εαυτό τους και ας μην καταριούνται εμένα άδικα».


Τότε εγώ θαύμασα τη χάρη του Χριστού και του είπα: «Ενώ πάντοτε είσαι ψεύτης, τώρα και χωρίς να θέλεις είπες την αλήθεια. Γιατί ο Χριστός με τον ερχομό μου σε έκανε αδύναμο, σε έριξε κάτω και σε γύμνωσε». Μόλις εκείνος άκουσε το όνομα του Σωτήρα, μη αντέχοντας το κάψιμο από αυτό, έγινε άφαντος. Αν λοιπόν και ο ίδιος ο διάβολος ομολογεί ότι δεν μπορεί να κάνει τίποτε, οφείλουμε να καταφρονούμε εντελώς και αυτόν και τους δαίμονές του. Ας μη χάνουμε λοιπόν το θάρρος μας˙ ας μην περνούν από την ψυχή μας λογισμοί δειλίας και ας μη δημιουργούμε στον εαυτό μας φόβους λέγοντας: «Μήπως έρθει ο δαίμονας και με ρίξει;


Μήπως με σηκώσει και με πετάξει κάτω ή έρθει ξαφνικά και με καταταράξει;» Καθόλου να μην κάνουμε τέτοιες σκέψεις, ούτε να έχουμε λύπη, σαν να πρόκειται να χαθούμε˙ αντίθετα, να έχουμε θάρρος και χαρά, επειδή ο Κύριος μας σώζει. Ας συλλογιζόμαστε ότι μαζί μας είναι ο Κύριος, ο οποίος τους κατατρόπωσε και τους εξουδετέρωσε, και ας θυμόμαστε πάντοτε ότι, αφού ο Κύριος είναι μαζί μας, οι εχθροί δεν μπορούν να μας κάνουν τίποτε. Όταν λοιπόν έρθουν, αν βρουν την ψυχή να είναι ασφαλισμένη με τέτοιες σκέψεις και να συλλογίζεται τα μελλοντικά αγαθά, φεύγουν ντροπιασμένοι. Αν όμως μας βρουν να έχουμε δειλία και ταραχή και να δημιουργούμε στον εαυτό μας φόβους, τότε και αυτοί μας αυξάνουν τη δειλία με τις φαντασίες και τις απειλές, και αυτό ακριβώς που εμείς σκεφτόμαστε, το κάνουν εκείνοι σ’ εμάς επαυξημένο.


Εμείς λοιπόν, αν θέλουμε να καταφρονούμε τον εχθρό, όπως πολλές φορές είπα, ας συλλογιζόμαστε όσα έχουν σχέση με τον Κύριο και ας χαίρεται πάντοτε η ψυχή μας με την ελπίδα. Και τότε θα δούμε να γίνονται καπνός τα παιχνίδια των δαιμόνων, και αυτούς να φεύγουν μάλλον παρά να μας καταδιώκουν. Γιατί αυτοί, όπως προείπα, είναι πολύ δειλοί και διαρκώς αναμένουν τη φωτιά που έχει ετοιμαστεί γι’ αυτούς.23


Προκειμένου μάλιστα να μη φοβάστε, να έχετε το ακόλουθο σημάδι: Όταν παρουσιαστεί κάποια φαντασία, ας μη χάνει κανείς αμέσως το θάρρος του από δειλία, αλλά όποια και να είναι αυτή, ας ρωτήσει πρώτα με θάρρος: «Ποιός είσαι εσύ και από πού;» Και αν πρόκειται για οπτασία αγίων πνευμάτων, αυτά θα σε πληροφορήσουν και θα μετατρέψουν τον φόβο σου σε χαρά. Αν πάλι η οπτασία είναι διαβολική, χάνει τη δύναμή της βλέποντάς σε με ρωμαλέο πνεύμα. Και μόνο δηλαδή η ερώτηση «Ποιός είσαι εσύ και από πού;» είναι σημάδι αταραξίας. Έτσι ρώτησε και έμαθε ο Ιησούς του Ναυή,24 ενώ ο εχθρός δεν μπόρεσε να κρυφτεί από τον Δανιήλ που τον ρώτησε.




Υποσημειώσεις


1. Ιω. 8, 44
2. Σ. Σειρ. 1, 25
3. Δ’ Βασ’. 19, 35. Ησ’. 37, 36
4. Ιώβ 1, 11-12. 2, 5-6
5. Ματθ. 8, 31
6. Λουκ. 10, 19
7. Πρβ. Κολ. 2, 15
8. Μάρκ. 3, 11-12. Λουκ. 4, 41
9. Αναφέρεται στον σατανά, τον αρχηγό των δαιμόνων, που αρχικά ήταν άγγελος, αλλά έπεσε λόγω υπερηφάνειας (πρβ. Ησ’. 14, 12-15 και Λουκ. 10, 18).
10. Ψαλμ. 49, 16
11. Ψαλμ. 38, 2-3
12. Ψαλμ. 37, 14-15
13. Ματθ. 12, 19. Πρβ. Ησ’. 42, 2
14. Α’ Κορ. 1, 24
15. Λουκ. 1, 11-13
16. Ματθ. 28, 5
17. Λουκ. 2, 9-10
18. Στο κείμενο: ακρότητα. Διόρθωση: αγιότητα (PG 26, 896C).
19. Πρβ. Ιω. 8, 56
20. Λουκ. 1, 44
21. Ματθ. 4, 10. Λουκ. 4, 8
22. Ψαλμ. 9, 7
23. Πρβ. Ματθ. 25, 41
24. Ι. Ναυή 5, 13-15


*Από το βιβλίο: Ευεργετινός: «Ήτοι Συναγωγή των θεοφθόγγων ρημάτων και διδασκαλιών των θεοφόρων και αγίων πατέρων, από πάσης γραφής θεοπνεύστου συναθροισθείσα.» Τόμος 4-ος. μετάφραση (Νεοελληνική απόδοση): Δ. Χρισταφακόπουλος. Εκδόσεις, Το Περιβόλι της Παναγίας, 2001. Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη. *Εκ του ιστολογίου «Ορθόδοξη Πορεία». Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.


ΑΓΙΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ: ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ

 



Κάποτε ο άγιος Αντώνιος, καθώς πλησίαζε η ώρα που έτρωγε, σηκώθηκε για να προσευχηθεί, την ενάτη ώρα περίπου (τρεις το απόγευμα). Ένιωσε τότε τον εαυτό του να αρπάζεται νοερά· και το παράδοξο είναι ότι στεκόταν και έβλεπε τον εαυτό του σαν να ήταν έξω από τον εαυτό του και κάποιοι να τον οδηγούν στον αέρα. Έπειτα είδε κάποιους απαίσιους και φοβερούς να στέκονται στον αέρα και να θέλουν να του εμποδίσουν το πέρασμα.


Οι συνοδοί του τους αντιμάχονταν, εκείνοι όμως απαιτούσαν να λογοδοτήσει σε αυτούς, μήπως τον βρουν χρεώστη τους σε κάτι. Ήθελαν να αρχίσουν την εξέταση από τότε που γεννήθηκε, τους εμπόδισαν όμως οι συνοδοί τού Αντωνίου, λέγοντας ότι όσα έκανε από τότε που γεννήθηκε, τα έσβησε ο Κύριος, και μόνο για όσα έκανε από τότε που έγινε μοναχός και αφιερώθηκε στον Θεό επιτρέπεται να τον εξετάσουν. Καθώς λοιπόν εκείνοι έλεγαν κατηγορίες, τις οποίες δεν μπορούσαν να αποδείξουν, ο δρόμος του έμεινε ελεύθερος και ανεμπόδιστος. Και αμέσως είδε τον εαυτό του σαν να ήρθε και να στάθηκε δίπλα στον εαυτό του, και έγινε πάλι ένας Αντώνιος.


Ξέχασε τότε το φαγητό και έμεινε την υπόλοιπη μέρα και όλη τη νύχτα να προσεύχεται με στεναγμούς. Γιατί θαύμαζε καθώς αναλογιζόταν με πόσους έχουμε να παλέψουμε και με πόσους κόπους πρόκειται να διασχίσει κανείς τον αέρα· και θυμόταν ότι αυτό εννοούσε ο απόστολος Παύλος όταν έλεγε για τον «άρχοντα που εξουσιάζει τον αέρα» (Εφ. 2:2)· γιατί σε αυτόν τον χώρο έχει την εξουσία ο εχθρός να μάχεται και να προσπαθεί να εμποδίσει όσους πάνε να περάσουν.


Γι’ αυτόν κυρίως τον λόγο ο ίδιος απόστολος συμβούλευε: «Φορέστε την πανοπλία του Θεού, για να μπορέσετε να αποκρούσετε την επίθεση κατά τη φοβερή μέρα, έτσι ώστε ο εχθρός να μην έχει να πει τίποτε κακό για εσάς και να καταντροπιαστεί» (Εφ. 6, 13· Τίτ. 2:8).


Μετά από αυτό, τον επισκέφτηκαν κάποτε μερικοί και συζήτησαν μαζί του για την πορεία της ψυχής και ποιος είναι ο τόπος της μετά την έξοδο. Την ίδια νύχτα άκουσε κάποιον από ψηλά να τον φωνάζει και να του λέει: «Αντώνιε, σήκω, βγες έξω και δες». Βγήκε λοιπόν –γιατί ήξερε σε ποιους έπρεπε να υπακούει– και σηκώνοντας το βλέμμα του είδε να στέκεται ένας πανύψηλος, άσχημος και φοβερός, που έφτανε ως τα σύννεφα.


Κάποιοι ανέβαιναν, σαν να είχαν φτερά, και εκείνος άπλωνε τα χέρια του και άλλους τους έριχνε κάτω, ενώ άλλοι πετούσαν ψηλά, του ξέφευγαν και συνέχιζαν ανενόχλητοι. Σε αυτούς εκείνος ο πανύψηλος έτριζε τα δόντια, ενώ χαιρόταν για εκείνους που έπεφταν. Και αμέσως ακούστηκε στον Αντώνιο μια φωνή: «Εννόησε αυτό που βλέπεις».


Ανοίχτηκε τότε ο νους του και κατάλαβε ότι πρόκειται για το πέρασμα των ψυχών και ότι ο πανύψηλος που στεκόταν ήταν ο διάβολος που φθονεί τους πιστούς. Αυτός πιάνει όσους του είναι χρεώστες και δεν τους αφήνει να περάσουν, ενώ όσους δεν έκαναν τα θελήματά του δεν μπορεί να τους πιάσει, αλλά τον προσπερνούν και ανεβαίνουν.


Όταν είδε αυτό το όραμα, που του θύμισε και το άλλο, περισσότερο αγωνιζόταν κάθε μέρα να προχωρεί και πιο μπροστά. *Εκ του ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟΥ, τόμος Α’, Υπόθεση Ι’ (10), εκδόσεις «Το Περιβόλι της Παναγίας», Θεσσαλονίκη 2001, σελ. 103. *Αναδημοσίευση εκ του ιστοτόπου  «koinoniaorthodoxias.org». Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.


ΑΓΙΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ: ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΒΙΟ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΑΝΤΩΝΙΟΥ



 

Απόσπασμα από τον Βίο του αγίου Αντωνίου του Μεγάλου που συνέγραψε ο Μέγας Αθανάσιος



Κάποτε λοιπόν δύο φιλόσοφοι ήλθαν προς αυτόν, ειδωλολάτρες, που νόμιζαν ότι μπορούν να ελέγξουν τον Αντώνιο. Ήταν στο όρος το έξω. Ο Αντώνιος κατάλαβε ποιοί άνθρωποι είναι όταν τους είδε και εξήλθε προς αυτούς και είπε με διερμηνέα: "Γιατί τόσο πολύ κοπιάσατε να έλθετε, ω φιλόσοφοι, προς ανόητο άνθρωπο;" Όταν είπαν αυτοί ότι δεν είναι ανόητος, αλλά και πολύ φρόνιμος, είπε προς αυτούς: "Αν μεν προς ανόητο ήλθατε, περιττός ο κόπος σας. Αν όμως θεωρείτε ότι είμαι φρόνιμος, να γίνετε όπως είμαι εγώ. Επειδή πρέπει να μιμούμαστε τα καλά. Και αν μεν εγώ ερχόμουν προς εσάς, τότε θα εμιμόμουν εσάς. Αν όμως εσείς (ήλθατε) προς εμένα, να γίνετε όπως εγώ. Επειδή είμαι Χριστιανός. Αυτοί θαυμάζοντας ανεχώρησαν επειδή έβλεπαν και τους δαίμονες να φοβούνται τον Αντώνιο.


Όταν άλλοι από αυτούς τον συνάντησαν προς το όρος το έξω και νόμισαν ότι θα τον χλευάσουν επειδή δεν είχε μάθει γράμματα, είπε προς αυτούς ο Αντώνιος: "Εσείς τι λέτε; Ποιό είναι πρώτο, ο νους ή τα γράμματα; και ποιό είναι αίτιο ποίου, ο νους των γραμμάτων, ή τα γράμματα του νου;" Όταν αυτοί απάντησαν ότι πρώτος είναι ο νους και αυτός είναι ο εφευρέτης των γραμμάτων, τους είπε ο Αντώνιος: "Σε όποιον λοιπόν ο νους υγιαίνει, σε αυτόν δεν είναι αναγκαία τα γράμματα". Με αυτό και τους παρόντες και αυτούς εξέπληξε. Απήλθαν λοιπόν θαυμάζοντας, επειδή τόση πολλή σύνεση έβλεπαν σε αγράματο άνθρωπο. Και επειδή δεν είχε άγριο το ήθος, λόγω του ότι ανατράφηκε στο όρος και εκεί εγέρασε, αλλά ήταν γεμάτος χάρη και κοινωνικός. Και τον λόγο τον είχε νοστιμίσει με το θείο αλάτι, έτσι ώστε κανείς δεν τον φθονούσε, αλλά να χαίρονται με αυτόν, όλοι όσοι έρχονταν προς αυτόν.


Μετά από αυτά έτυχε να έλθουν πάλι μερικοί από αυτούς. Κι ήταν από αυτούς που οι ειδωλολάτρες θεωρούσαν σοφούς. Και απαιτούσαν λόγο από αυτόν λόγο περί της πίστης μας στον Χριστό. Και επεχείρησαν να μιλήσουν για το κήρυγμα του Θείου Σταυρού και ήθελαν να χλευάσουν.


Ο Αντώνιος λυπήθηκε την άγνοιά τους, έλεγε με διερμηνέα, που καλώς διερμήνευε: "Τι είναι καλύτερο; Να ομολογούμε τον Σταυρό ή μοιχείες και δολοφονίες παιδιών να προσάπτετε σε αυτούς που ονομάζετε θεούς; Επειδή το πρώτο που λέμε εμείς είναι απόδειξη ανδρείας και γνώρισμα καταφρονήσεως θανάτου, ενώ τα δικά σας είναι ασέλγειας πάθη.


Έπειτα τι είναι καλύτερο να λέμε, ότι ο Λόγος του Θεού δεν μεταβλήθηκε, αλλά παραμένοντας ο Ίδιος, για την σωτηρία και την ευεργεσία των ανθρώπων, έλαβε σώμα ανθρώπινο, έτσι ώστε να κοινωνήσει την ανθρώπινη φύση και να κάνει τους ανθρώπους να κοινωνήσουν την θεία και νοερή φύση, ή να εξομοιώνετε τον Θεό με άλογα ζώα, και για αυτό να σέβεστε τετράποδα κι ερπετά και ομοιώματα από ανθρώπους; Επειδή αυτά είναι τα σεβάσματα σε εσάς τους σοφούς.


Και πως τολμάτε να μας χλευάζετε εμάς επειδή λέμε ότι ο Χριστός φανερώθηκε σαν άνθρωπος, όταν εσείς λέτε ότι η ψυχή χωρίστηκε από τον ουρανό, και λέτε ότι πλανήθηκε η ψυχή και έπεσε από την αψίδα των ουρανών σε σώμα, και μακάρι σε ανθρώπινο, και όχι και σε τετράποδα και σε ερπετά να έρχεται και να πέφτει. Επειδή η δική μας πίστη λέει την παρουσία του Χριστού λόγω της της σωτηρίας των ανθρώπων.


Εσείς όμως πλανάσθε όταν λέτε για ψυχή αγέννητη (αδημιούργητη). Και εμείς πιστεύουμε στο δυνατό και φιλάνθρωπο της Πρόνοιας, ότι και αυτό δεν ήταν αδύνατο στον Θεό, όμως εσείς, λέτε ότι η ψυχή είναι εικόνα του Νου, και της προσάπτετε πτώσεις και μυθολογείτε ότι είναι μεταβλητή. Και λοιπόν λόγω της ψυχής και τον νουν τον θεωρείτε τρεπτό. Επειδή όποια είναι η εικόνα, έτσι είναι και εκείνο, του οποίου είναι εικόνα Όταν σχετικά με το νου τέτοια νομίζετε, να θυμάστε ότι σε αυτόν ον Πατέρα του νου βλαστημάτε.


Και για τον Σταυρό τι καλύτερο μπορείτε να πείτε; Να υπομένει τον Σταυρό, όταν γίνεται σχέδιο εναντίον Του από πονηρούς ανθρώπους και να μην φοβάται τον θάνατο που οπωσδήποτε συνεπάγεται. Ή τις πλάνες για τον Όσιρι και την Ίσιδα και κακά σχέδια του Τυφώνα και την φυγή του Κρόνου και τα πως έφαγε τα παιδιά του και τις πατροκτονίες να μυθολογεί; Επειδή αυτά είναι το δικά σας σοφά. Πως, αν και χλευάζετε τον Σταυρό, δεν θαυμάζετε την Ανάσταση; Επειδή αυτοί (οι Ευαγγελιστές) που έγραψαν αυτό, έγραψαν και εκείνο.


Ή γιατί ενώ θυμάστε τον Σταυρό, σιωπάτε για τους αναστημένους νεκρούς, και τους τυφλούς που ανέβλεψαν, και τους θεραπευμένους παραλύτους, και τους λεπρούς που καθαρίστηκαν, και την πεζοπορία πάνω στην θάλασσα, και για τα άλλα σημάδια και τεράστια, τα οποία όχι πλέον άνθρωπο, αλλά Θεό αποδεικνύουν τον Χριστό; Μου φαίνεται ότι πολύ αδικείτε τους εαυτούς σας και ότι δεν διαβάζετε γνήσια τις Γραφές μας. Αλλά να διαβάζετε και να βλέπετε ότι αυτά που έκανε ο Χριστός, τον αποδεικνύουν Θεό, που ήλθε για την σωτηρία των ανθρώπων.


Πείτε μας κι εσείς τα δικά σας. Τι μπορείτε να πείτε για τα μη λογικά, παρά για την μη λογική και την αγριότητα; Αν, όπως ακούω, θέλετε να πείτε ότι τα λέτε σαν μύθους και μιλάτε αλληγορικά για την αρπαγή της Κόρης (Περσεφόνης) στην γη, και την αναπηρία του Ηφαίστου στην φωτιά, και την Ήρα στον αέρα, και τον Απόλλωνα στον ήλιο, και την Άρτεμη στην Σελήνη, και τον Ποσειδώνα στην θάλασσα. Όχι κάτι λιγότερο, αυτόν τον Θεό δεν τον σέβεσθε, αλλά την κτίση λατρεύετε, αντί τον Θεό, που έκτισε τα πάντα. Επειδή αν είναι όμορφη η κτίση, αυτά τα ταιριάξατε, αλλά έπρεπε μέχρι μόνο να θαυμάσετε και να μην θεοποιήσετε τα κατασκευασμένα. Για να μην παρέχετε την τιμή του Δημιουργού στα δημιουργήματα. Επειδή είναι ώρα για εσάς και του αρχιτέκτονα την τιμή να μεταφέρετε στο σπίτι που έγινε από αυτόν, ή την (τιμή) του στρατηγού στον στρατιώτη.


Τι λέτε για αυτά, για να ξέρουμε, αν έχει άξιο σε κάτι για χλευασμό ο σταυρός; Επειδή εκείνοι βρέθηκαν σε αμηχανία και στριφογύριζαν από εδώ κι εκεί, αφού χαμογέλασε ο Αντώνιος, είπε πάλι με διερμηνέα: Αυτά και έχουν τον έλεγχο με όσα είπαμε. Επειδή εσείς περισσότερο στηρίζεστε στους αποδεικτικούς λόγους, έχοντας αυτήν την τέχνη, θέλετε κι εμείς να είμαστε θεοσεβείς χωρίς λογικές αποδείξεις. Πείτε μας πρώτα εσείς τα πράγματα και μάλιστα η γνώση για το Θεό πως ακριβώς γίνεται με τις λογικές αποδείξεις ή με την ενέργεια της πίστεως; Και ποιο είναι το πρώτο; η ενέργεια της πίστεως ή οι λογικές αποδείξεις;


Όταν απάντησαν ότι είναι πρώτο η ενέργεια της πίστεως και ότι αυτή είναι η ακριβής γνώση, είπε ο Αντώνιος: Καλώς είπατε, γιατί η πίστη γίνεται από την διάθεση της ψυχής, αλλά διαλεκτική από την τέχνη των συνδυασμών. Λοιπόν, σε όσους υπάρχει η ενέργεια της πίστεως, δεν είναι αναγκαία ή ίσως και περιττή η λογική απόδειξη. Και επειδή αυτό ακριβώς, που εμείς κατανοούμε, αυτό εσείς προσπαθείτε να το κατασκευάσετε με τα λόγια. Και πολλές φορές ούτε να εκφράσετε μπορείτε αυτά που κατανοούμε. Ώστε καλύτερη και ισχυρότερη είναι η ενέργεια της πίστεως από τους σοφιστικούς σας συλλογισμούς. Εμείς οι Χριστιανοί δεν έχουμε (βασίσει) το μυστήριο της σε ελληνικούς φιλοσοφικούς συλλογισμούς, αλλά στην δύναμη της πίστεως, που μας επιχορηγείται από τον Θεό, δια του Ιησού Χριστού.


Και ότι ο λόγος αυτός είναι αληθινός, να τώρα, αν και δεν μάθαμε γράμματα, πιστεύουμε στον Θεό, γνωρίζοντας από τα δημιουργήματα Του την Πρόνοια για τα πάντα. Και ότι είναι ενεργή η πίστη μας, να τώρα, που εμείς στηριζόμαστε στην πίστη προς τον Χριστό, εσείς, όμως (στηρίζεστε) σε σοφιστικές λογομαχίες. Και τα ομοιώματα των ειδώλων, που έχετε, καταργούνται, η δική μας, όμως πίστη επεκτείνεται παντού. Και εσείς, με τους συλλογισμούς και τα σοφίσματά σας, δεν πείθετε (κανένα να επιστρέψει) από τον Χριστιανισμό στον Ελληνισμό. Ενώ, εμείς, διδάσκοντας την πίστη προς τον Χριστό, ξεγυμνώνουμε την δική σας δεισιδαιμονία, επειδή ξέρουμε ότι ο Χριστός είναι Θεός και του Θεού Υιός.


Και εσείς, με τα όμορφα λόγια, δεν εμποδίζετε την διδασκαλία του Χριστού, εμείς, όμως, ονομάζοντας τον εσταυρωμένο Χριστό, διώχνουμε όλους τους δαίμονες, τους οποίους εσείς φοβάστε σαν θεούς. Και όπου γίνεται το σημείο του Σταυρού, αδυνατίζει η μαγεία και δεν ενεργεί η φαρμακεία. Πείτε μας, λοιπόν, που είναι τώρα τα μαντεία; Που τα μαγικά άσματα των Αιγυπτίων; Που οι φαντασίες των μάγων; Πότε αυτά έπαυσαν και αδυνάτησαν, παρά τότε που έγινε ο Σταυρός του Χριστού;


Άρα λοιπόν είναι άξιος χλεύης τούτος (ο Σταυρός) ή μάλλον αυτά που καταργήθηκαν από αυτόν και αποδείχτηκαν αδύναμα; Επειδή και τούτο είναι αξιοθαύμαστο: ότι τα δικά σας ουδέποτε εδιώχθηκαν, αλλά σε κάθε πόλη τιμώνται από τους ανθρώπους, ενώ οι (πιστοί) του Χριστού διώκονται και περισσότερο τα δικά μας από τα δικά σας ανθούν και πληθαίνουν.


Και τα δικά σας, αν και τιμώνται και προφυλάσσονται, καταστρέφονται, αλλά η πίστη και διδασκαλία του Χριστού, αν και χλευάζεται από εσάς και πολλές φορές εδιώχθηκε από τους βασιλείς, έχει γεμίσει την οικουμένη. Επειδή πότε (άλλοτε) εξέλαμψε έτσι η θεογνωσία; Και πότε φανερώθηκε έτσι η σωφροσύνη και η αρετή της παρθενίας; Και πότε περιφρονήθηκε έτσι ο θάνατος παρά τότε που πραγματοποιήθηκε ο Σταυρός του Χριστού; Για τούτο κανείς δεν αμφιβάλλει όταν βλέπει τους μάρτυρες για τον Χριστό να περιφρονούν τον θάνατο και όταν βλέπει τις παρθένες (μοναχές) της Εκκλησίας για τον Χριστό να φυλάνε καθαρά και αμόλυντα τα σώματα.


Και είναι αρκετά αυτά τα τεκμήρια για να δείξουμε ότι η κατά Χριστό πίστη είναι η μόνη αληθινή προς την θεοσέβεια. Να, ακόμα εσείς απιστείτε, γιατί ζητάτε αποδεικτικούς συλλογισμούς. Εμείς δεν αποδεικνύουμε με πειστικούς λόγους Ελληνικής σοφίας, όπως είπε ο δάσκαλός μας (Παύλος - Α’ Κορ. β, 4), αλλά πείθομε ολοφάνερα με την πίστη, η οποία υπερέχει από την κατασκευή των συλλογισμών.


Να, είναι παρόντες δύο πάσχοντες από δαιμόνια. Ήταν μερικοί, που ήλθαν προς αυτόν ενοχλούμενοι από δαιμόνια και τους έφερε στο μέσον, είπε: "Ή εσείς με τους συλλογισμούς σας και με όποια τα τέχνη ή μαγεία θέλετε, επικαλεστείτε τα είδωλά σας και καθαρίστε τους. Ή, αν δεν μπορείτε, σταματήστε την μάχη προς εμάς και θα δείτε την δύναμη του Σταυρού του Χριστού". Και αφού είπε αυτά, επικαλέστηκε τον Χριστό και σφράγισε τους πάσχοντες με το σημείο του Σταυρού δύο και τρεις φορές. Και αμέσως στήθηκαν οι άνθρωποι σώοι, σώφρονες και ευχαριστώντας λοιπόν τον Κύριο.


Και οι λεγόμενοι φιλόσοφοι θαύμαζαν και αληθινά εξεπλάγησαν για την σύνεση του άντρα (Αντωνίου) και για το γινόμενο σημάδι (θαύμα). Ο Αντώνιος είπε: "Τι θαυμάζετε με αυτό; Δεν είμαστε εμείς, που το κάναμε, αλλά ο Χριστός είναι, που τα κάνει, δια μέσου αυτών που πιστεύουν σε Αυτόν. Πιστέψτε, λοιπόν, κι εσείς κα θα δείτε, ότι δεν είναι τέχνη λόγων τα δικά μας, αλλά πίστη δια αγάπης, που ενεργοποιείται στον Χριστό. Την οποία, εάν έχετε κι εσείς, δεν θα ζητάτε λογικές αποδείξεις, αλλά θα θεωρήσετε αυτάρκη την πίστη στον Χριστό".


Αυτά ήταν του Αντωνίου τα λόγια. Εκείνοι θαύμασαν και για αυτά, αναχώρησαν κατασπαζόμενοι αυτόν και ομολογούσαν ότι ωφελήθηκαν από αυτόν. *Εκ του ιστολογίου «oodegr.com». Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.


ΜΕΓΑΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ: Ο ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ




Icon by Daniel Neculae


Στην κορυφή των μεγάλων ασκητών της Εκκλησίας μας βρίσκεται ο Μέγας Αντώνιος και γι’ αυτό δικαίως η Εκκλησία μας του προσέδωσε τον τίτλο του Μεγάλου, διότι απέβη, όπως θα δούμε στη συνέχεια, αποτέλεσε το πρότυπο του ορθοδόξου μοναχισμού. Άλλωστε αποκαλείται και ως ο «καθηγητής της ερήμου», διότι θεμελίωσε τον υγιή χριστιανικό μοναχισμό.


του Λάμπρου Κ. Σκόντζου, Θεολόγου - Καθηγητή


Την βιογραφία του έγραψε ο Μ. Αθανάσιος, ο οποίος υπήρξε μαθητής και πνευματικό του παιδί. Γεννήθηκε στην πόλη Κομά της Κάτω Αιγύπτου, κοντά στη Μέμφιδα, περί το 251 στα χρόνια του παρανοϊκού και θρησκομανή ρωμαίου αυτοκράτορα Δεκίου (349-251), ο οποίος είχε εγείρει τον σκληρότερο, ως τότε, διωγμό εναντίον των Χριστιανών. Οι γονείς του ήταν πλούσιοι πιστοί Χριστιανοί, στους οποίους χρωστούσε την ευσέβεια.


Γράμματα έμαθε λίγα και ίσως να ήταν εντελώς αγράμματος, όμως είχε αποκτήσει πάμπολλες αρετές, οι οποίες απέρρεαν από την βαθιά χριστιανική του πίστη. Από μικρός είχε δείξει δείγματα αυτάρκειας, ασκητικότητας και εσωστρέφειας, ώστε διέφερε από τα άλλα παιδιά της πόλεως. Αγαπημένη του συνήθεια ήταν ακολουθεί τους γονείς του στην Εκκλησία και να παραμένει στο ναό συμμετέχοντας στις ιερές ακολουθίες και ακούγοντας τα ιερά αναγνώσματα με προσοχή.


Στην εφηβική του ηλικία έχασε τους γονείς του και απόμειναν μόνοι με την μικρή αδελφή του, την οποία ανάλαβε την φροντίδα της. Όμως έξι μήνες μετά άκουσε στην Εκκλησία την ευαγγελική περικοπή την προτροπή του Χριστού προς τον πλούσιο νέο: «πώλησόν σου τα υπάρχοντα και δος πτωχοίς και έξεις θησαυρόν εν ουρανώ, και δεύρο ακολούθει μοι» (Ματθ.19,21). Αισθάνθηκε ότι αυτός ο λόγος απευθύνονταν και στον ίδιο. Έτσι, συγκινημένος, πήρε τη μεγάλη απόφαση να ακολουθήσει το Χριστό.


Δώρισε την περιουσία του, η οποία αποτελούνταν από 300 εύφορα κτήματα στους φτωχούς, εμπιστεύτηκε την αδελφή του σε ένα παρθεναγωγείο και ο ίδιος αποσύρθηκε έξω από το χωριό του, σε απομονωμένο κελί, μιμούμενος κάποιον σεβάσμιο ασκητή, τον οποίο θαύμαζε και ήθελε να μιμηθεί.


Ύστερα από καιρό αποφάσισε να αποσυρθεί στην έρημο για μεγαλύτερη άσκηση και ησυχία, μακριά από κοσμικές φροντίδες και τους πειρασμούς του κόσμου. Κατά καιρούς επισκέπτονταν άλλους ερημίτες, για να αποκομίζει πλούσια πνευματική εμπειρία και να διδάσκεται την αληθινή εν Χριστώ ζωή. Ζούσε με αδιάλειπτη προσευχή και αγρυπνία. Έκανε σκληρή νηστεία, τρώγοντας μια φορά την ημέρα μετά τη δύση του ηλίου. Αργότερα έτρωγε κάθε δύο ή και τέσσερις μέρες μόνο άρτο, αλάτι και νερό.


Δεν έμεινε ποτέ άεργος, εργαζόταν ανελλιπώς το εργόχειρό του, χάρις στο οποίο εξοικονομούσε τη λιγοστή τροφή του και τα μέσα να ελεεί τους φτωχούς. Ταυτόχρονα με το εργόχειρό του προσεύχονταν και στοχάζονταν τις θείες δωρεές για τον ίδιο και τον κόσμο. Στα διαλείμματα διάβαζε την Αγία Γραφή και άλλα ψυχωφελή αναγνώσματα. Δεν άργησε να διαφαίνεται σ’ αυτόν η αγιότητα. Οι πλησίον συνασκητές του τον αγαπούσαν και τον σέβονταν για την πίστη, την πραότητά του και την ταπείνωσή του και προσπαθούσαν να τον μιμηθούν.


Αλλά ο πονηρός διάβολος δε μπορούσε να βλέπει μια τέτοια πνευματική προκοπή στον Αντώνιο και γι’ αυτό άρχισε τις λυσσαλέες επιθέσεις του κατ’ αυτού. Του ενέβαλε δόλιους λογισμούς να εγκαταλείψει την έρημο και να γυρίσει στον κόσμο. Του έβαζε στο νου πονηρούς λογισμούς για σαρκικές απολαύσεις και ηδονές. Κάποτε έπαιρνε τη μορφή προκλητικής γυναίκας για να τον παρασύρει στην αμαρτία. Κάποιες φορές του διαμήνυε ψευδώς ότι η αδελφή του είχε πάρει τον κακό δρόμο, ότι δήθεν είχε γίνει πόρνη και έπρεπε να κατέβει στον κόσμο να τη σώσει.


Συχνά του έβαζε σκέψεις υπερηφάνειας και φιλαργυρίας. Όμως ο Αντώνιος αντιπαρέρχονταν με ηρωισμό όλες τις σατανικές προσβολές. Αφού είδε ο διάβολος ότι ήταν αδύνατον να τον αποσπάσει από την άσκηση και να τον παρασύρει στην αμαρτία, άρχισε να του προξενεί σωματικά άλγη και αρρώστιες, στόχο να βαρυγκωμήσει κατά του Θεού . Τις αντιμετώπισε και αυτές με καρτερία και ηρωισμό, χωρίς να βγάλει ποτέ κακό λόγο από τα χείλη του για τις δοκιμασίες του. Στο τέλος του παρουσιάστηκε ως μελαψό παιδί και του ομολόγησε την ήττα του. Κατόπιν έφυγε και δεν πείραξε ξανά τον άγιο.


Σύχναζε σε κάποιο νεκροταφείο, όπου κοιμόταν σε κάποιον τάφο. Εκεί φιλοσοφούσε το μάταιο της εγκόσμιας ζωής και την αξία της αιώνιας ζωής. Κάποια νύχτα δέχτηκε επίθεση από πλήθος δαιμόνων, οι οποίοι τον κτύπησαν και τον άφησαν ημιθανή. Μετά ερχόταν με τη μορφή αγρίων θηρίων και θανατηφόρων ερπετών, τον οποίο απειλούσαν. Εκείνος γνωρίζοντας ότι ήταν δαίμονες, τους λοιδορούσε, με αποτέλεσμα να γίνουν άφαντοι, εκφράζοντας το θυμό τους με θορύβους, γρυλλίσματα και τρίξιμο των δοντιών τους.


Εκείνος συνέχιζε ακάθεκτος τον ασκητικό του αγώνα και την κάθαρση από τα πάθη του. Όμως, ο Αντώνιος έζησε στην εποχή των σκληρότερων διωγμών κατά των Χριστιανών. Επί αυτοκράτορα Μαξιμιανού (285-311) κατέβηκε στον κόσμο να στηρίξει τους αγρίως διωκόμενους Χριστιανούς. Το ίδιο έκαμε και όταν κινδύνευε η Εκκλησία από την φοβερή αίρεση του Αρείου. Κατέβηκε στην Αλεξάνδρεια να στηρίξει τους Ορθοδόξους και να καταπολεμήσει την αίρεση, αν και ήταν εκατό χρονών. Η φήμη του έφτασε ως τη Βασιλεύουσα. Ο Μ. Κωνσταντίνος αλληλογραφούσε μαζί του και τον συμβουλεύονταν. Κοιμήθηκε ειρηνικά το 356 σε ηλικία 105 ετών. Η μνήμη του εορτάζεται στις 17 Ιανουαρίου.


Μα διασώθηκαν μια σειρά διδαχών του, οι οποίες εκφράζουν την γνήσια χριστιανική πνευματικότητα. Ο Μ. Αντώνιος υπήρξε ο πνευματικός καθοδηγητής του Μεγάλου Αθανασίου, ο οποίος χαρακτηρίζεται ως «Στύλος της Ορθοδοξίας». Κάθε φορά που αντιμετώπιζε δυσκολίες ή διωγμούς κατέφευγε στο ερημητήριο του Μ. Αντωνίου να πάρει δύναμη από αυτόν και συμβουλές για τον αγώνα του υπέρ της σώζουσα αλήθειας της Εκκλησίας. Ο Μ. Αντώνιος ενσαρκώνει την γνήσια χριστιανική μοναχική και ασκητική ζωή. *Εκ του ιστολογίου «Ακτίνες» της 16.1.2024. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.


ΚΑΛΑΝΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΧΟΡΩΔΙΑ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ ΚΑΙ ΙΟΥΣΤΙΝΗΣ, ΦΥΛΗ ΑΤΤΙΚΗΣ (1988)




ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ 1988


Δευτέρα 1 Ιανουαρίου 2024

Κ. Γ. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ: Η ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ (ΤΡΙΤΟ ΜΕΡΟΣ)

 




Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του Κ. Γ. Παπαδημητρακοπούλου:
 «Η Κατάθλιψη κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας»,
εκδόσεις  «Φωτοδότες», 4η έκδοση, σελ 24-28.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
 «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»




Πρόλογος


Σύμφωνα με στοιχεία της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας το 5 ο/ο του πληθυσμού στην Ευρώπη υποφέρει από κατάθλιψη, το 10 ο/ο των ανδρών και το 20 ο/ο των γυναικών βιώνουν καταθλιπτικά γεγονότα, ενώ 340 εκατ. άνθρωποι σ' όλο τον κόσμο υποφέρουν από τέτοιες διαταραχές! Δυστυχώς η κατάσταση αυτή συνεχώς επιδεινώνεται και εξελίσσεται σε μάστιγα του αιώνα μας... Και οι ιδικοί ψάχνουν για τις λύσεις! Τα ψυχοφάρμακα δίνουν και παίρνουν. Οι ψυχολόγοι (ακόμη δε και οι παιδοψυχολόγοι) και οι ψυχίατροι έγιναν το καταφύγιο των πολλών... Λύπη, μελαγχολία, κατάθλιψη!
Οι Πατέρες χρησιμοποιούν τον γενικότερο όρο «αθυμία», όταν αναφέρονται σ' αυτή την κατάσταση. Και πόσα δεν έχουν να πουν! Ο Άγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος είχε δύο ανθρώπους του περιβάλλοντός του, τον φίλο του Σταγείριο και την συνεργάτιδά του Οσία Ολυμπιάδα, οι οποίοι, αν και ήταν ενάρετοι όπως ο ίδιος αναφέρει, έπασχαν απ' την αθυμία, τους απηύθυνε δε πλήθος μακροσκελών επιστολών προκειμένου να τους βοηθήσει. Συνεπώς το πρόβλημα αγγίζει κάποτε και τους εναρέτους!
Οι Πατέρες μας εξηγούν με σαφήνεια ποιά είναι τα είδη της λύπης, και πώς μόνο για την αμαρτία, τη δική μας και των άλλων, πρέπει να λυπάται κανείς και για τίποτε άλλο! Πρόκειται για την αποκαλούμενη «κατά Θεόν λύπη» η οποία οδηγεί στη μετάνοια και τη σωτηρία μας. Αυτή είναι και η λύπη των Αγίων, αναφέροντας επ' αυτού πλήθος από παραδείγματα και χωρία της Αγίας Γραφής. Την αθυμία την περιγράφουν με τα μελανότερα χρώματα, την θεωρούν (όπως και είναι!) αφόρητη κατάσταση, τη χειρότερη απ' όλες τις δοκιμασίες, ακόμα δε και τον θάνατο που είναι το κορύφωμα όλων των δοκιμασιών! Την αποκαλούν νέφος πυκνό και ζοφερό, σκοτάδι, βαρύ φορτίο, τυραννίδα, μανιακό πέλαγος, φοβερό βασανιστήριο κ.λπ.
Τονίζουν ακόμα πως ο δαίμονας αυτούς που εξουσιάζει, το κατορθώνει αυτό μέσα απ' την υπερβολική αθυμία! Γι' αυτό και την χαρακτηρίζουν «πονηρό πνεύμα της λύπης»! Μας εξηγούν αναλυτικά τις αιτίες που μας συμβαίνουν αυτά, τις οποίες αξίζει να προσέξουμε πάρα πολύ, γιατί μέσα απ' αυτές μπορούμε μπορούμε να καθρεφτίσουμε τον εαυτό μας και να εντοπίσουμε το πρόβλημά μας. Και απ' τον εντοπισμό του προβλήματος μπορούμε ευκολότερα να οδηγηθούμε στην θεραπεία και την απαλλαγή μας απ' αυτήν. Μας περιγράφουν ποιές είναι οι συνέπειες της αθυμίας στη ζωή μας και γιατί την επιτρέπει ο Θεός.
Επιπλέον στέκονται πολύ στην αντιμετώπισή της. Τονίζουν πως σαφώς η αθυμία θεραπεύεται και προτείνουν τις λύσεις, οι οποίες είναι κυρίως πνευματικές. Ας τις εφαρμόσουμε με ακρίβεια και επιμέλεια στη ζωή μας, για να βρούμε την ίαση που τόσο ποθούμε. Αλλά πόσο υπέροχα εξηγούν και τα δάκρυα του Κυρίου, τόσο για τον φίλο του τον Λάζαρο εκεί λίγο πριν τον αναστήσει, όσο και για την κατάντια της Ιερουσαλήμ που θα γινόταν σύντομα κυριολεκτικά βορά των εχθρών της!
Όλα αυτά τα θαυμάσια τα παραθέτουν με τον δικό τους χαρακτηριστικό τρόπο, με πλήθος παραδειγμάτων και σοφίας, που οικοδομούν οπωσδήποτε καθένα που θέλει να τους ακούσει. Ή έστω που επιθυμεί να ακούσει και μία άλλη άποψη! Αξίζει να αναφερθεί ότι το βιβλίο αυτό προήλθε μετά από μελέτη των συγγραμμάτων τους, την αποκαλουμένη Πατρολογία, απ' την οποία σταχυολογήσαμε κατά το δυνατόν ό,τι βρήκαμε γραμμένο σ' αυτήν, το ταξινομήσαμε σε ενότητες, το χωρίσαμε σε κεφάλαια κι πολλές παραγράφους, προβήκαμε σε πλήθος υπογραμμίσεων και γενικά σε ό,τι κρίναμε πρακτικό και χρήσιμο προκειμένου το κείμενο να είναι απλό, άνετο στη μελέτη και εύληπτο, ακόμη δε και για τον ολιγογράμματο.
Ελπίζουμε ότι ο φίλος αναγνώστης θα βρει πραγματικά χρήσιμη αυτή την προσπάθεια και θα ωφεληθεί πολύ. Κι όπως γράφει ο Άγ. Ισίδωρος Πηλουσιώτης «αν το έργο αυτό είναι καλό, ας το αποδώσει στον Θεό. Αν, όμως, ότι είναι γραμμένο με ελλείψεις, ας συγχωρήσει την ανθρώπινη αδυναμία, που δεν μπορεί να εκφράσει αυτό που θέλει»...


Κ.Γ.Π.






Η ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ




ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ



Γ'. ΕΙΝΑΙ ΧΕΙΡΟΤΕΡΗ ΚΙ ΑΠ' ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟ ΚΟΡΥΦΩΝΑ ΤΩΝ ΔΟΚΙΜΑΣΙΩΝ!



Προχωρώντας ακόμη περισσότερο, αναφέρει ο Άγ. Ιω. Χρυσόστομος:



«Κι όμως, τί είναι χειρότερο απ' τον θάνατο; Δεν φαίνεται να είναι αυτό το κορύφωμα των ανθρώπινων κακών, το φοβερό και αφόρητο κι άξιο μυρίων θρήνων; Δεν είπε ο Παύλος ότι αυτός είναι τιμωρία της χειρότερης παρανομίας; Γιατί αυτή είπε ότι είναι η τιμωρία για εκείνους που προσέρχονται ανάξια στα ιερά μυστήρια και μετέχουν στη φρικτή εκείνη Τράπεζα, λέγοντας: «Γι' αυτό ανάμεσά σας είναι πολλοί ασθενείς και άρρωστοι, και αρκετοί έχουν πεθάνει» (Α' Κορ. 11,30).
Και οι νομοθέτες δεν καταδικάζουν όλοι σ' αυτήν την ποινή εκείνους που διαπράττουν ανεπανόρθωτα πλημμελήματα; Αλλά και ο Θεός δεν επέβαλε αυτόν ως εσχάτη τιμωρία σε όσους διαπράττουν μεγάλα πλημμελήματα κατά τον Μωσαϊκό νόμο; ... Και ο μέγας εκείνος Ηλίας επίσης εξ αιτίας του φόβου του θανάτου, έγινε και δραπέτης και φυγάς και μετανάστης, φοβούμενος μόνο την απειλή μιας πορνευόμενης και κακόφημης γυναίκας... Πράγματι, η φύση του θανάτου είναι τρομακτική.
Γι' αυτό στην περίπτωση του κάθε νεκρού τόσο πολύ μας εκπλήσσει και μας συγχέει και μας συστέλλει, σαν να εμφανίζεται τότε ξαφνικά. Κι η μελέτη του χρόνου και η καθημερινή άσκηση σ' αυτό το θέαμα δεν έχει καμμιά ισχύ για την παρηγοριά μας... Αλλ' όμως αυτό το φοβερό απ' τα ίδια τα πράγματα και η δειλία των Αγίων εκείνων ανδρών, είναι πολύ ελαφρότερο της αθυμίας (=κατάθλιψης). Γι' αυτήν ακριβώς την αθυμία (=κατάθλιψη), έτρεξα τους μικρούς αυτούς διαύλους των λόγων, για να σε διδάξω ότι, όποια τιμωρία υφίστασαι, αντίστοιχή της, ή καλύτερα πολύ μεγαλύτερη αμοιβή περιμένεις. Και για να μάθεις ότι είναι έτσι αυτά τα πράγματα, θα καταφύγω τώρα σ' εκείνους που κυριεύτηκαν απ' αυτήν, στους οποίους επειγόμουν προηγουμένως να έλθω.
Πράγματι, ο λαός των Εβραίων, όταν ήλθε ο Μωυσής κι ευαγγελίστηκε ελευθερία και απαλλαγή απ' τα Αιγυπτιακά κακά, δεν ήθελε ούτε να τον ακούσει, και προβάλλοντας την αιτία ο νομοθέτης, έλεγε: «Λάλησε ο Μωυσής στο λαό κι από ολιγοψυχία ο λαός δεν άκουσε τον Μωυσή» (Έξ. 6,9). Κι όταν ο Θεός απείλησε τους Ιουδαίους με μεγάλες απειλές για την πολλή παρανομία τους μετά την αιχμαλωσία τους και τη διαβίωση στην ξενιτιά, προσθέτει κι αυτή την τιμωρία: «Θα τους δώσω καρδιά άθυμη, οφθαλμούς σβησμένους και ψυχή που να λειώνει» (Δευτ. 28,65). Αλλά τι χρειάζεται να αναφέρω τους Ιουδαίους, λαό άτακτο, αγνώμονα, δουλωμένο στη σάρκα, που δεν γνώριζε να φιλοσοφεί, αν και μπορούσε να πάρει πρότυπα από εκείνους τους μεγάλους και υψηλούς άνδρες;
Πράγματι ο χορός των Αποστόλων, που έζησε τρία χρόνια μαζί με τον Χριστό και διδάχθηκε πολλά για την αθανασία και τα άλλα απόρρητα που ενήργησε θαυμαστά και παράδοξα σημεία που είδαν αυτόν τον Ίδιο να θαυματουργεί τόσο καιρό, που κοινώνησαν μαζί Του της τράπεζας και της ομιλίας και τέτοιων λόγων κι εκπαιδεύτηκαν με κάθε τρόπο, ενώ Τον κρατούσαν συνεχώς και κρέμονταν απ' Αυτόν σαν παιδιά που θηλάζουν ακόμη και συνεχώς τον ρωτούσαν «πού πηγαίνεις;», όταν άκουσαν λόγια που τους προκάλεσαν αθυμία, τόσο πολύ έσβησαν απ' την τυραννία της αθυμίας αυτής και κυριεύτηκαν από τη λύπη, ώστε να μην τον ερωτούν πλέον κάτι τέτοιο.
Και κατηγορώντας τους γι' αυτό ο Χριστός έλεγε: «Ακούσατε ότι πηγαίνω προς Αυτόν που μ' έστειλε, κι ότι θα έλθω προς εσάς, και κανένας δεν με ρωτά, πού πηγαίνεις; Αλλά μόλις σας είπα αυτά τα λόγια, η λύπη πλημμύρισε την καρδιά σας» (Ιω. 14,28). Είδες πως η τυρρανίδα της αθυμίας επισκίασε τον έρωτα και πως τους αιχμαλώτισε και τους έκανε δικούς της; Ο Ηλίας πάλι εκείνος (δεν θα τον αφήσω κατά μέρος ούτε τώρα), μετά την φυγή και την αναχώρησή του από την Παλαιστίνη, μη υπομένοντας την τυραννία της αθυμίας (διότι αθυμούσε πολύ, αυτό ακριβώς δήλωνε ο συγγραφέας της διηγήσεως με τα λόγια «αναχώρησε για την ακακούφισή σου»), άκουσε τι λέγει στην προσευχή του:
«Αρκετά είναι τα τωρινά, Κύριε. Πάρτε μου τη ζωή, γιατί εγώ δεν είμαι ανώτερος απ' τους πατέρες μου» (Α' Βασ. 19,3). Κι εκείνο το φοβερότατο, το κορύφωμα της τιμωρίας, το κεφάλαιο των κακών, την τιμωρία κάθε αμαρτίας, αυτό το ζητεί με την προσευχή του και θέλει να το λάβει σαν χάρη. Τόσο βαρύτερο του θανάτου πράγμα είναι η αθυμία. Για να διαφύγει δηλαδή αυτήν, καταφεύγει σ' εκείνον! Εδώ ακριβώς θέλω να σου λύσω ένα ζήτημα. Πράγματι γνωρίζω πόσο επιθυμείς τη λύση τέτοιων προβλημάτων και αναγνωρίζω καλά πόσο θα σε χαροποιήσω. Ποιο, λοιπόν, είναι το ζήτημα; Αν νόμιζε ότι ο θάνατος είναι κάτι ελαφρύτερο από την αθυμία, τότε γιατί εγκατέλειψε και πατρίδα και έθνος και έφυγε, ώστε να μην περιπέσει στον θάνατο; Για να γνωρίζεις κι από εδώ καλά, πως η αθυμία είναι οδυνηρότερη απ' τον θάνατο.

Όταν, δηλαδή, τον τάρασσε μόνος του εκείνος ο φόβος, εύλογα έκανε τα πάντα, ώστε να ξεφύγει απ' αυτόν. Μόλις, όμως, η αθυμία εγκαταστάθηκε κι επέδειξε τη φύση της, κατατρώγοντας, λειώνοντας, λιανίζοντάς τον με τα δόντια της, έγινε ανυπόφορη. Τότε, λοιπόν, το βαρύτερο απ' όλα είναι ελαφρότερο απ' αυτόν. Έτσι και ο Ιωνάς, ξεφεύγοντας από εκείνη, κατέφυγε προς αυτόν (δηλ. τον θάνατο), ζητεί κι' αυτός τον θάνατο, λέγοντας: «Πάρε τη ψυχή μου από μένα, γιατί προτιμότερο είναι για μένα να πεθάνω, παρά να ζω» (Ιων. 4,3).
Και ο Δαβίδ, πάλι, γράφοντας έναν ψαλμό, είτε για τον εαυτό του είτε για κάποιους άλλους που οδύρονται, επισημαίνει ακριβώς το ίδιο. «Όταν ταράχθηκε ο αμαρτωλός εναντίον μου, λέγει, κουφάθηκα και ταπεινώθηκα και σιώπησα από αγαθά λόγια και ο πόνος μου αυξήθηκε» (Ψαλμ. 38,2).


Από την «10η ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΟΛΥΜΠΙΑΔΑ»

 


Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»
Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του Κ. Γ. Παπαδημητρακοπούλου:
«Η Κατάθλιψη κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας»,
εκδόσεις «Φωτοδότες», 4η έκδοση, σελ 24-28.


Print Friendly and PDF
Εικόνες θέματος από A330Pilot. Από το Blogger.