Αν, μετά τη συγχώρεση,
κάνεις και φίλο τον εχθρό σου,
έτσι θα διάκειται και ο Θεός απέναντί σου.
Αν δεν συγχωρέσουμε, δεν θα συγχωρεθούμε.Ο αείμνηστος γέροντάς μας, Μητροπολίτης κ. Κυπριανός μας έλεγε συχνά την ακόλουθη, πραγματική ιστορία.Στο Αϊβαλί της Μ. Ασίας, λίγο πριν τις διώξεις,ζούσε ένας καλλίφωνος ιερέας, που από την πολλή του έπαρση, παρεχώρησε ο Θεός κι έχασε την φωνή του.Μετά από λίγο καιρόήρθε στην εκκλησία ένας νέος ιερέας, τον οποίο όμως, φθόνησε τόσο πολύ η πρεσβυτέρα του πρώτου,που τον καταράστηκε από μέσα της... την ώρα της Θ.Λειτουργίας.Πέθανε μετά από λίγο ο ιερέας και τον έθαψαν.Πέρασαν αρκετά χρόνια και έπρεπε να τον ξεθάψουν.Έκπληκτοι τότε είδαν,πως το σώμα του ήταν αναλλοίωτο, τυμπανιαίο και βρωμούσε αφόρητα.Κάποιες κοπέλες αποφάσισαν να γυρίσουν όλα τα σπίτια και να ζητήσουν από τον καθένα,να συγχωρέσει τον πεθαμένο ιερέα.Η πρεσβυτέρα-παραδόξως -ζούσε ακόμη- ήταν η μεγαλύτερη σε ηλικία της πόλης, άρρωστη και ψυχορραγούσε.Όταν της είπαν τα νέα οι κοπέλες, σχεδόν λιποθύμισε,θυμήθηκε τις κατάρες της και ζήτησε λίγο νερό.Μέχρι να έρθουν οι κοπέλες... πέθανε... χωρίς να προλάβει, να συγχωρέσει...Οι κοπέλες έφυγαν και φτάνοντας στην πλατείας του Άιβαλιού,όπου είχαν τον τυμπανιαίο ιερέα, έκπληκτες αντίκρυσαν έναν... σωρό κόκκαλα σωριασμένα στο έδαφος...Η πρεσβυτέρα,με το ίδιο τρόπο που τον καταράστηκε,με τον ίδιο τρόπο τον συγχώρεσε...Από μέσα της...! |
Στην Αντιόχεια της Ανατολής, στα χρόνια του αυτοκράτορα Ουαλεριανού, ζούσαν ο ιερέας Σαπρίκιος και ένας φίλος του, ο Νικηφόρος. Ο Νικηφόρος είχε για πνευματικό οδηγό τον ιερέα Σαπρίκιο. Όμως ο διάβολος μίσησε την φιλία των δύο αυτών πνευματικών αδελφών. Κάποια συκοφαντία που έφτασε στα αυτιά του ιερέα Σαπρικίου ήταν ικανή να διαλύσει τον χριστιανικό τους σύνδεσμο. Κύριος φταίχτης της συκοφαντίας θεωρήθηκε ο Νικηφόρος και γι’ αυτό ο Σαπρίκιος τον μίσησε θανάσιμα.Πολλές φορές ο Νικηφόρος προσπάθησε να τον πλησιάσει, αλλά μάταια. Ο Σαπρίκιος δεν άκουγε κουβέντα. Κι όσο περνούσε ο καιρός, τόσο πείσμωνε ο ιερέας.Τότε ξέσπασε στα μέρη της Ανατολής ένας τρομερός διωγμός σε βάρος των Χριστιανών. Ανάμεσα στους Χριστιανούς που έπιασαν ήταν και ο ιερέας Σαπρίκιος. Τον βασάνισαν για ν’ αρνηθεί την πίστη του. Τον έφεραν μπροστά στο χρυσό είδωλο του Δία, μα εκείνος αρνήθηκε να θυσιάσει. Και τον έριξαν στην φυλακή, όπου συνέχισαν να τον βασανίζουν περισσότερο.Ο Νικηφόρος βλέποντας τα μαρτύρια του ιερέα, με αρκετά χρήματα έπεισε τον φύλακα να τον αφήσει να μπει στο κελλί της φυλακής για να ζητήσει συγχώρεση και πάλι από τον Σαπρίκιο. Κλαίγοντας ο Νικηφόρος τον παρακαλούσε, αλλά εκείνος δεν τον συγχωρούσε με τίποτα.Την άλλη μέρα ο δήμιος διάβαζε τη θανατική καταδίκη του ιερέα και ετοίμαζε το ξίφος του για να τον αποκεφαλίσει. Ανάμεσα στο πλήθος που είχε μαζευτεί ήταν κι ο Νικηφόρος, που φώναζε δυνατά στον Σαπρίκιο ζητώντας του συγχώρεση την τελευταία εκείνη στιγμή. Ο Σαπρίκιος και πάλι αρνιόταν. Αλλά ο Θεός, που δεν θέλει τέτοιους μάρτυρες, πήρε τη χάρη Του από τον Σαπρίκιο κι ο ιερέας μπροστά στον δήμιο αρνήθηκε ότι ήταν Χριστιανός και θυσίασε στα είδωλα.Το πλήθος έμεινε στη θέση του παγωμένο. Ο Νικηφόρος σάστισε. Γύρισε το βλέμμα του στον ουρανό και είδε έναν Άγγελο έτοιμο να στεφανώσει τον μάρτυρα. Μα όταν ο Σαπρίκιος αρνήθηκε τον Χριστό, το στεφάνι παρέμεινε εκεί, περιμένοντας κάποιο μάρτυρα καινούριο.Τότε ο Νικηφόρος πετάχτηκε από το πλήθος και φώναξε στο δήμιο:-Ο Χριστός θέλει σήμερα ένα μάρτυρα. Είμαι Χριστιανός! Εμπρός, τι περιμένεις; Αποκεφάλισέ με!Κι έτσι τη θέση του Σαπρικίου πήρε ο Άγιος Νικηφόρος.Ένας άλλος ευσεβής οικογενειάρχης από την Ανατολή, ο Γεώργιος, επισκέφθηκε τον αββά Σιλουανό, για να τον συμβουλευτεί σχετικά με κάτι που τον απασχολούσε. Τον τελευταίο καιρό είχε προβλήματα με έναν γείτονά του, που του έκανε ζημιές στο κτήμα του. Για όλες τις ταλαιπωρίες ο Γεώργιος έκανε υπομονή και τις ξεπερνούσε με την προσευχή του στο Θεό. Όσο περνούσαν όμως οι μέρες ο γείτονας γινόταν όλο και χειρότερος. Η υπομονή του Γεωργίου στο τέλος εξαντλήθηκε και πήρε την απόφαση να πάει το γείτονά του στα δικαστήρια.Θέλησε να ρωτήσει γι’ αυτό τον αββά Σιλουανό. Στην εξομολόγησή του ο Γεώργιος αποκάλυψε στο Γέροντα το πρόβλημά του και την απόφασή του να πάει τον σκληρόκαρδο γείτονα στα δικαστήρια.Ο γέροντας, σιωπηλός και ατάραχος, του λέει:- Κάνε όπως θέλεις, παιδί μου.- Δεν νομίζεις όμως, Γέροντα, ότι αν τιμωρηθεί αυστηρά θα ‘ναι πιο δίκαιο; - Κάνε ό,τι σε αναπαύει, απάντησε ο Γέροντας με αδιαφορία.- Θα ‘ναι καλύτερα και για την ψυχή του, ε Αββά; Ρώτησε ο Γεώργιος, μα ο Γέροντας δεν απάντησε.- Τότε λοιπόν να πηγαίνω σιγά-σιγά, είπε ο Γεώργιος, να μην κουράζω άλλο την αγάπη σου. Θα φύγω για το δικαστή κατευθείαν.- Στάσου λίγο, παιδί μου. Μη βιάζεσαι τόσο, είπε ο Γέροντας. Έλα να προσευχηθούμε πρώτα, να ευλογήσει ο Θεός την πράξη σου.- Σηκώθηκε ο Γέροντας και πήρε τον Γεώργιο και στάθηκαν μπροστά στην εικόνα του Παντοκράτορα.Αφού έκανε τον σταυρό του ο Αββάς, άρχισε να λέει:«Πάτερ ημών, ο εν τοις ουρανοίς, αγιασθήτω το όνομά σου• ελθέτω η βασιλεία σου• γενηθήτω το θέλημά σου ως εν ουρανώ και επί της γης. Τον άρτον ημών τον επιούσιον δός ημίν σήμερον και μη αφίης ημίν τα οφειλήματα ημών, ως ουδέ ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών».Στα τελευταία αυτά λόγια της προσευχής του αββά Σιλουανού ο Γεώργιος φώναξε:-Μα, γέροντα, δε λέει έτσι η Κυριακή Προσευχή. Μήπως κάνετε κάποιο λάθος;-Πραγματικά, παιδί μου, δεν λέει έτσι η Κυριακή Προσευχή, είπε με σταθερή φωνή ο Αββάς. Έτσι όμως είναι η πραγματικότητα. Αφού εσύ αποφάσισες να παραδώσεις τον αδελφό στη δικαιοσύνη, εγώ δεν μπορώ να κάνω άλλη προσευχή για σένα.Ο Γεώργιος έμεινε άφωνος! Πήρε ευχή και επέστρεψε στο σπίτι του. Τα λόγια του Αββά χαράκτηκαν βαθιά στην ψυχή του. Ο Γεώργιος συνέχισε την ενάρετη ζωή του επαναλαμβάνοντας το δίδαγμα του Αββά Σιλουανού: «Άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών...! |
Αν αφαιρέσουμε από το οικοδόμημα της Ορθοδοξίας την έννοια της συγχώρεσης, τότε αυτό αυτόματα καταρρέει.
Ο λόγος είναι προφανής, καθώς, μέσα από την οδό της συγχώρεσης, αντιμετωπίζεται το κεντρικό πρόβλημα της ζωής, η αμαρτία.
Το πέμπτο αίτημα της Κυριακής Προσευχής
ξεκαθαρίζει,ότι η συγχώρεση που διδάσκει ο Χριστός μας αξιολογείται πάνω στη βάση μιας αμφίδρομης σχέσης.
Αυτό σημαίνει,ότι η συγχώρεση έχει νόημα, μόνο όταν ο άνθρωπος, που την ποθεί τόσο πολύ από τον Θεό,
είναι πρόθυμος και ο ίδιος να τη δώσει στους συνανθρώπους του.
Ο Νυμφίος μας,
μας καλεί,να κατανοήσουμε,πως δεν μπορούμε,να λάβουμε συγχώρεση,
αν θεωρούμε,ότι δεν αξίζουν,να συγχωρεθούν από εμάς,αυτοί που μας έχουν πληγώσει,
ακριβώς,γιατί αυτή η σκληρή ακαμψία του πνεύματός μας δεν επιτρέπει
στο Άγιο Πνεύμα να εργαστεί το θαύμα της αναγέννησης στην ίδια την καρδιά μας.
Συνεπώς, η έννοια της συγχώρεσης αναδεικνύεται σε θέμα κεφαλαιώδους σημασίας
για την ακλόνητη σχέση μας με τον ίδιο τον Θεό μας,
για τις θεραπευμένες ανθρώπινες σχέσεις, αλλά και για την προσωπική,
ψυχική και συναισθηματική μας ισορροπία.
Ο Άγιος Διονύσιος,
τί έκανε;
Μια μερα έρχεται στο μοναστήρι ένας ξένος έντρομος.
Πέφτει στα πόδια του Αγίου και τον καθικετεύει:- Λυπήσου με, άνθρωπε του Θεού!
Κρύψε με.
Ψάχνουν να με βρουν!
Και αν με βρουν, θα με σφάξουν σαν αρνί!
Σώσε με!...- Γιατί, παιδί μου, τι κακό έκαμες;
- Σκότωσα άνθρωπο! Λυπήσου με! Κρύψε με!
Από στιγμή σε στιγμή φθάνουν! Με κυνηγούν!....
- Ποιοι, παιδί μου; Ποιοι;- Οι Σιγούροι!
Σκότωσα τον αδελφό τους!...
Τρέμει ο άγιος από τον πόνο. Δάκρυα τρέχουν στα μάπα του. Και με φωνή σβησμένη ψελλίζει:
- Και τι σου έφταιξε ο καλός αυτός άνθρωπος;
Μα δεν προχωρεί. Θυμάται τον λόγο του Χριστού: Αγαπάτε τους εχθρούς σας.
Συγχωρείτε και ευεργετείτε τους εχθρούς σας,
αν θέλετε να είσθε τέκνα του επουρανίου Πατέρα.
Και αγκάλιασε τον φονιά του ίδιου του, του αδελφού...!
Γιώργος Δ. Δημακόπουλος
Δημοσιογράφος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου