Μετά το τριήμερο της λεηλασίας, ο Μωάμεθ ζήτησε από τους εναπομείναντες κληρικούς να εκλέξουν Πατριάρχη,
επιθυμώντας να μετατρέψει την Εκκλησία σε βιλαέτι,
δηλαδή διοικητικό οργανισμό των ορθοδόξων, μέσω του οποίου θα μπορούσε
να ζητά ευθύνες από τον εκάστοτε Πατριάρχη για τα πεπραγμένα των μελών της Εκκλησίας.
Οι κληρικοί πρότειναν τον Γεννάδιο (Γεώργιος, πριν γίνει μοναχός) Σχολάριο,
γνωστό ανθενωτικό,
που όλα τα χρόνια από τη Φεράρα Φλωρεντία και μετά ήταν κλεισμένος
στο κελί του --γέρων γαρ-- στη μονή του Παντοκράτορα και έβγαινε μόνο
για να εκφωνήσει πύρινους λόγους κατά της ένωσης των Εκκλησιών.
Ωστόσο, ο Γεννάδιος δεν βρισκόταν πια εκεί, δεν βρισκόταν καν στην πόλη. Μετά τη λεηλασία, οι στρατιώτες τον είχαν πουλήσει δούλο σε έναν πλούσιο Τούρκο της Αδριανούπολης, ο οποίος, είναι αλήθεια, φέρθηκε με σεβασμό στον ιδιαίτερα μορφωμένο γέροντα που περιήλθε στην κατοχή του.Όταν, τελικά, εντοπίστηκε στην Αδριανούπολη ο γέρων Γεννάδιος, οδηγήθηκε μπροστά στον Μωάμεθ και, έπειτα από ολιγόωρη συνομιλία με τον σουλτάνο, δέχτηκε να γίνει ο νέος Πατριάρχης, ο πρώτος μετά την ΄Αλωση που χειροτονήθηκε από σουλτάνο και όχι από αυτοκράτορα. Ήταν, όμως, και ο μόνος από τους μεγάλους λόγιους των τελευταίων ετών της Αυτοκρατορίας που δέχτηκε να υπηρετήσει το σκλαβωμένο λαό. Από τους δύο μεγάλους λόγιους που έζησαν μετά την ΄Αλωση, ο ένας, ο Γεννάδιος, επέλεξε να παραμείνει στην Πόλη ελπίζοντας στην αναγέννηση της Αυτοκρατορίας και ο άλλος, ο Βησσαρίων, έγινε καρδινάλιος στη Ρώμη, επιλέγοντας τη Δύση.Ο διχασμός αυτός έχει προφανή συμβολική διάσταση -- ο ίδιος διχασμός βιώνεται από τότε ως σήμερα στην ελληνική διανόηση, με τον ίδιο φανατισμό και την ίδια εμμονή. Οι δύο αέναα αγωνιζόμενες πλευρές της ελληνικής παιδείας έχουν τις ρίζες τους στα τελευταία χρόνια του Βυζαντίου και προσωποποιούνται στους δύο αυτούς άντρες, τους δύο «Πατριάρχες» -- ο Πάπας έστεψε τον Βησσαρίωνα Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως λίγα χρόνια μετά την ΄Αλωση.Το νέο Πατριαρχείο φιλοξενήθηκε στη Μονή της Παμμακάριστου και ο Σχολάριος ανέλαβε «μόνο του να παίξει έναν εποικοδομητικό ρόλο στην ταξινόμηση του νέου κόσμου», όπως σημειώνει ο Σ. Ράνσιμαν. «Ο Γεννάδιος κλήθηκε να ενώσει την Εκκλησία του λαού του και να δώσει μιαν Αυλή στην οποία διατηρείται η παλαιά δραματικότητα της αυτοκρατορικής εθιμοτυπίας μέσα στο σκοτάδι, ώσπου να έρθει πάλι η αυγή και το Βυζάντιο να αναγεννηθεί σαν τον Φοίνικα. Αυτή η αυγή δεν ήρθε ποτέ». Και όπως καταγράφει ο ίδιος ιστορικός, «οι όροι που ο Πατριάρχης Γεννάδιος πέτυχε, συνένωσαν την ελληνική Εκκλησία και την πλειονότητα του ελληνικού λαού κάτω από μια αυτόνομη διοίκηση... Παρά τα σφάλματα και τις αδυναμίες της, η Εκκλησία επέζησε και όσο επιζούσε η Εκκλησία ο ελληνισμός δεν μπορούσε να πεθάνει».Στην Ευρώπη οι αντιδράσεις ήταν χλιαρότατες. «Η δυτική Ευρώπη, με προγονικές μνήμες ζηλοτυπίας προς τον βυζαντινό πολιτισμό και με την αίσθηση ενοχής να την κατατρύχει ότι εγκατέλειψε την Πόλη, στο τέλος, προτίμησε να λησμονήσει το Βυζάντιο». Ο καρδινάλιος Ισίδωρος στην αλληλογραφία του ονομάζει τους Τούρκους Τεύκρους --απογόνους των Τρώων-- και ένα γράμμα, που υποτίθεται ότι έχει γραφτεί από τον Μωάμεθ Β΄, φιλοξενεί τα παράπονα του Πορθητή γιατί Ιταλοί και Τούρκοι ήταν από την ίδια ρίζα και άρα δεν θα έπρεπε να δείχνουν οι «απόγονοι του Αινεία» μίσος προς τους λοιπούς Τρώες...Για πολλούς δυτικούς, η λεηλασία της Κωνσταντινούπολης ήταν η τιμωρία για τη λεηλασία της Τροίας από τους Έλληνες. Η δυτική χριστιανοσύνη ήταν αδιάφορη προς το δράμα που συντελούνταν στην Πόλη, με ελάχιστες φωτεινές εξαιρέσεις*. Μετά τον θάνατο του έκπτωτου Πατριάρχη Γρηγορίου Μάμμα το 1459, ο Πάπας, με μια πρωτοφανή στα χρονικά των Εκκλησιών κίνηση, αναγόρευσε τον Ισίδωρο Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως -- με τον θάνατο του Ισίδωρου, το 1463, τον διαδέχτηκε στην παπική «Πατριαρχία» ο πάλαι ποτέ ενωτικός και κατόπιν καρδινάλιος Βησσαρίων.Ο γραμματέας και φίλος του Αυτοκράτορα, ο ιστοριογράφος της ΄Αλωσης Γεώργιος Σφραντζής, αφού εξαγόρασε την ελευθερία της οικογένειάς του, εγκαταστάθηκε αρχικά στην Κέρκυρα και αργότερα στη Λευκάδα, όπου ο ίδιος και η σύζυγός του αποφάσισαν να γίνουν μοναχοί. Πέθανε το 1478, αφήνοντας στο κελί του τα πολύτιμα χειρόγραφά του.Οι δύο αδερφοί του Κωνσταντίνου, οι δεσπότες του Μορέως Δημήτριος και Θωμάς, από τους πρώτους που δήλωσαν φόρου υποτελείς στον Σουλτάνο, έδωσαν στον Μωάμεθ την αφορμή να μπει στα εδάφη τους, όταν τον προσκάλεσαν οι ίδιοι να τους βοηθήσει στην καταστολή εξέγερσης που ακολούθησε την είδηση της ΄Αλωσης. Όταν το 1458 δεν απέστειλαν, όπως όφειλαν, το φόρο υποτέλειας, ο Μωάμεθ εισέβαλλε ο ίδιος στο δεσποτάτο, κατέλαβε τα μισά εδάφη του και τους υποχρέωσε, για να κρατήσουν τα υπόλοιπα, να του πληρώσουν σημαντικότατη αποζημίωση. Μια ακόμα καθυστέρηση στην καταβολή του φόρου, το 1460, τους κόστισε και το υπόλοιπο μισό δεσποτάτο και την τιμή τους -- ο Θωμάς έφυγε στην Κέρκυρα και κατόπιν στη Ρώμη κι έγινε ρωμαιοκαθολικός για να σώσει τη ζωή του, αφήνοντας ανυπεράσπιστο το βασίλειό του. Ο γιος του, ο Ανδρέας, έγινε μουσουλμάνος --Μεχμέτ πασάς-- και έφτασε σε υψηλά αξιώματα στην αυλή του Μωάμεθ. Από την άλλη πλευρά, η κόρη του Δημητρίου κατέληξε στο χαρέμι, όπου παρέμεινε παρθένα, ενώ ο ίδιος ο Δημήτριος, αφού κυβέρνησε για κάποιο διάστημα τη Λήμνο και κάποια ακόμα εδάφη των Γατελούζων που του παραχωρήθηκαν, έπεσε σε δυσμένεια και τελικά κλείστηκε σε μοναστήρι.Ένα αναπάντεχο θύμα της ΄Αλωσης ήταν ο φιλειρηνικός χαλίφης Χαλίλ Τσανταρλί.
Συνελήφθη
και θανατώθηκε τον Αύγουστο του 1453,
με εντολή του σουλτάνου, που ποτέ δεν του συγχώρεσε το γεγονός ότι επέμενε
να μην πολιορκηθεί η Πόλη -- είχε ζητήσει ακόμα και τη λύση της πολιορκίας.
Οι σχέσεις των δύο αντρών δεν ήταν ποτέ καλές -- ο Μωάμεθ είχε «κληρονομήσει»
τον χαλίφη από τον πατέρα του και ποτέ δεν τον εμπιστεύτηκε.
Τον ανέχτηκε ως την ΄Αλωση,
προκειμένου να αποφύγει τυχόν προβλήματα, καθώς ακόμα ο θρόνος του
δεν ήταν βέβαιος, αλλά τον σκότωσε αμέσως μετά, όταν πια ήξερε ότι ήταν ατράνταχτος στο θρόνο του.
Πηγή: Flash gr
Τίτλος, επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου