ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Κυριακή 23 Αυγούστου 2015

ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΣ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΣ ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ Ο ΚΡΗΣ





Τον παρελθόντα Σεπτέμβριο,
μετὰ τὴν τέλεσι τῆς Θείας Λειτουργίας στὴν ῾Ιερὰ Μονὴ Αγίας Παρασκευῆς ᾿Αχαρνῶν ᾿Αττικῆς
 καὶ τοῦ Τρισαγίου 
στὸν τάφο τοῦ μακαριστοῦ Κτίτορος καὶ Πνευματικοῦ αὐτῆς Γέροντος ῾Ιερωνύμου ἀπὸ τὸν Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη μας κ. Κυπριανό,
ἔγινε ἡ ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ φημισμένου αὐτοῦ Πνευματικοῦ ῾Αγιορείτου, ὁ ὁποῖος ἀνεπαύετο στὸν περίβολο τῆς Μονῆς,
δίπλα στὸ Καθολικό,ἀπὸ τῆς ὁσιακῆς Κοιμήσεώς του τὴν 15.1.1943.
Παρευρέθησαν μαζὶ μὲ τὴν μικρὴ ᾿Αδελφότητα τῆς Μονῆς ὑπὸ τὴν Γερόντισσα Μακρῖνα καὶ ἀρκετοὶ πιστοί,
στὴν εὐλαβικὴ συνείδησι τῶν ὁποίων ὁ Γέρων ῾Ιερώνυμος εἶναι μία σύγχρονη ἁγία Μορφή.
Μὲ κατάνυξι καὶ δέος ἀπεκαλύφθησαν τὰ ὠχροκίτρινα ἱερὰ ὀστᾶ τοῦ Γέροντος,ἀποπνέοντα ὁσιότητα καὶ παρηγορία...
῞Ομως,
ποιός ἦταν ὁ Γέρων ῾Ιερώνυμος;
Γεννήθηκε στὴν Κρήτη, στὸ χωριὸ Βλάτος τῆς ἐπαρχίας Κισάμου τοῦ νομοῦ Χανίων τὸ 1867 
ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς 
καὶ ἐγαλουχήθη μὲ τὰ νάματα τῆς πίστεως καὶ εὐλαβείας.

Σὲ νεαρὰ ἡλικία ὁ πόθος τῶν θείων,ὁ ὁποῖος κατέφλεγε τὴν ἁγνὴ καὶ φιλόθεη καρδιά του, ὤθησε αὐτὸν νὰ ἐγκαταλείψη τὸν κόσμο καὶ νὰ καταφύγη στὸ ῞Αγιον ῎Ορος, ὅπου ἐκοινοβίασε στὴν ῾Ιερὰ Μονὴ τοῦ ῾Αγίου Παύλου καὶ ἐπιδόθηκε μὲ μεγάλο ζῆλο στοὺς πνευματικοὺς ἀγῶνας τῆς ᾿Αγγελικῆς Πολιτείας. Σύντομα,γιὰ τὴν καλή του ὑπακοὴ καὶ τὴν ὁλοκληρωτική του ἀφοσίωσι στὴν ἐκπλήρωσι τῶν θείων ἐντολῶν,στολίσθηκε μὲ ἀρετὲς καὶ χαρίσματα. Σὲ κατάλληλη ἡλικία ἐχειροτονήθη Διάκονος καὶ Πρεσβύτερος καὶ προεχειρίσθη Πνευματικός. Παραλλήλως αὔξησε τοὺς κόπους τῆς ἐγκρατείας, τῆς νηστείας καὶ προσευχῆς, τῆς ἀγρυπνίας καὶ τῆς κακοπαθείας,ἀλλὰ καὶ τὴν ταπείνωσι καὶ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸν καὶ πρὸς πάντας.῎Ετρωγε ἐλάχιστα καὶ ἐλειτουργοῦσε καθημερινῶς. Ο ῾Ηγούμενος τῆς Μονῆς,βλέποντας τὸν θεῖο του ζῆλο καὶ τὴν πνευματική του πρόοδο,τοῦ ἔδωσε εὐλογία νὰ ἡσυχάση σὲ ἀσκητήριο τῆς Μονῆς ἐπ᾿ ὀνόματι τῆς ῾Αγίας Τριάδος καὶ νὰ κατέρχεται στὸ Μοναστήρι μόνον ὅταν θὰ ὑπῆρχε ἀνάγκη ἐφημερίας. ᾿Εκεῖ,ἡ ἐπίδοσίς του στὴν νηπτικὴ ἐργασία τὸν ἀξίωσε πλουσιωτέρων χαρισμάτων καὶ ἰδίως τῆς διοράσεως καὶ προοράσεως,τὰ ὁποῖα μάλιστα ἐξεδηλώθησαν ἀργότερα, διὰ τῆς ἐμφανείας τῆς Κυρίας Θεοτόκου. Μετὰ ἀπὸ ἀρκετὸ διάστημα χρόνου ἐκοινοβίασε ἐπ᾿ ὀλίγον στὴν ῾Ιερὰ Μονὴ Σίμωνος Πέτρας καὶ κατέληξε στὴν ῾Ιερὰ Σκήτη τοῦ ῾Αγίου Παντελεήμονος τῆς ῾Ιερᾶς Μονῆς Κουτλουμουσίου.

Εκεῖ συνέρρεαν Πατέρες ἀπὸ ὅλο τὸ ῞Αγιον ῎Ορος,γιὰ πνευματικὴ καθοδήγησι καὶ συμβουλὴ ἰδίως περὶ νοερᾶς προσευχῆς καὶ ἀπαθείας. Τὸ 1920 ὁ Γέροντας ἐστάλη ἀπὸ τὴν ῾Ιερὰ ᾿Επιστασία τοῦ ῾Αγίου ῎Ορους στὴν γενέτειρά του νῆσο τῆς Κρήτης μαζὶ μὲ τὰ Τίμια Δῶρα τῶν Μάγων, τὰ ὁποῖα φυλάσσονται στὴν ῾Ιερὰ Μονὴ τοῦ ῾Αγίου Παύλου,γιὰ τὴν ἀντιμετώπισι λοιμικῆς νόσου.Κατὰ τὴν ἐπιστροφή του διῆλθε ἀπὸ τὴν ᾿Αθήνα,ὅπου καὶ ἐξωμολόγησε μέγα πλῆθος πιστῶν. ῎Ηδη ὅμως ἀπὸ ἐτῶν εἶχε σοβαρὸ ὀφθαλμολογικὸ πρόβλημα, τὸ ὁποῖο ἐξανάγκασε αὐτόν,ἀφοῦ ἔχασε μάλιστα καὶ τὸ φῶς του, νὰ κατέλθη καὶ πάλι στὴν ᾿Αθήνα,ὅπου καὶ παρέμεινε ἕως τέλους τῆς ἐπιγείου ζωῆς του,μετὰ ἀπὸ 35 περίπου ἔτη ἀσκητικῆς διαμονῆς στὸ Περιβόλι τῆς Παναγίας. Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι,ἐπειδὴ ἀνέκτησε ἔστω καὶ ἐλλιπῶς τὴν ὅρασί του,μετὰ ἀπὸ θεραπεία,προσπαθοῦσε νὰ ἐπιστρέψη στὸ ῞Αγιον ῎Ορος,ἀλλὰ κάθε φορὰ ποὺ ξεκινοῦσε,ἡ ὅρασίς του σχεδὸν ἐχάνετο καὶ ἔτσι,παρὰ τὴν θέλησί του, ἐπέστρεφε στὴν ᾿Αθήνα! Τοῦτο συνέβη κατὰ τὶς παραμονὲς τῆς ῾Ημερολογιακῆς Καινοτομίας τοῦ 1924 καί,ὅπως φαίνεται,ἡ Θεία Πρόνοια εἶχε τὸ σχέδιό Της... ῞Οταν τελικῶς ἐπεβλήθη ἡ Καινοτομία,ὁ Γέρων ῾Ιερώνυμος ἀντιτάχθηκε σθεναρῶς εἰς αὐτὴν καὶ ἀφιερώθηκε πλέον στὴν πνευματικὴ στήριξι καὶ ἐνθάρρυνσι τοῦ διωκομένου Ποιμνίου τῶν εὐλαβῶν τοῦ Πατρίου,τῶν ἐραστῶν τῆς Πίστεως καὶ Παραδόσεως τῆς ᾿Ορθοδοξίας μας,ὡς θεόπεμπτος προφήτης καὶ παρηγορητής, ἰδίως μέσῳ τῆς ᾿Εξομολογήσεως καὶ τῆς πνευματικῆς καθοδηγήσεως. ᾿Αρχικὰ στοὺς ᾿Αμπελοκήπους καὶ ἐν συνεχείᾳ στὸ Παλαιὸ Φάληρο,ἐδέχετο ἀναρίθμητα πλήθη πιστῶν καὶ τὰ ὡδηγοῦσε εἰς ἐπίγνωσιν Θεοῦ, διὰ τῆς μετανοίας καὶ τῆς ὁμολογίας τῆς ὀρθῆς Πίστεως!


Κατὰ τὸ ἔτος 1930,μαζὶ μὲ τὴν πνευματική του θυγατέρα ᾿Ανδρομάχη ῾Ηλιοπούλου, τὴν μετέπειτα Χριστονύμφη Μοναχὴ καὶ Καθηγουμένη, καὶ ἄλλες ἀφιερωμένες ψυχές, ἄρχισαν νὰ ἀνεγείρουν τὴν ῾Ιερὰ Μονὴ τῆς ῾Αγίας ῾Οσιοπαρθενομάρτυρος Παρασκευῆς στὶς ᾿Αχαρνὲς ᾿Αττικῆς,στοὺς ΝΑ πρόποδες τῆς Πάρνηθος. Στὸν πνευματικὸ αὐτὸν μελισσῶνα τῆς γνησίας ᾿Ορθοδοξίας ὁ Γέροντας διῆλθε πλέον τὰ τελευταῖα ἔτη τῆς ζωῆς του,φωτιζόμενος καὶ φωτίζων. ᾿Αξιώθηκε μάλιστα νὰ ἴδη κάποτε τὴν ῾Αγία Παρασκευὴ ἐντὸς τοῦ δυτικοῦ περιβόλου τῆς Μονῆς,ἐκεῖ ὅπου σήμερα ὑπάρχει Προσκυνητάρι πρὸς τιμήν Της. ῾Η δὲ ῾Ιερὰ Μονὴ ἐδέχετο τακτικά, καὶ ζῶντος τοῦ Γέροντος καὶ μετὰ τὴν Κοίμησί του,τὴν εὐλογία τῆς ἐπισκέψεως τοῦ ῾Ομολογητοῦ ῾Ιεράρχου πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου († 1955), ὁ ὁποῖος πολὺ ἀνεπαύετο εἰς Αὐτήν. ῾Ο Γέρων ῾Ιερώνυμος ἦταν φύσις εὐαίσθητος καὶ ποιητικὴ καὶ κατέλιπε φυλλάδια καὶ χειρόγραφα,στὰ ὁποῖα ἀφήνει μὲ χαριτωμένους στίχους νὰ ἐκφρασθῆ ὁ πόνος καὶ ἡ ἀγάπη ποὺ ξεχειλίζει τὴν ὕπαρξί του γιὰ τὸν λατρευτὸ Κύριό μας,ἀλλὰ καὶ ἡ ἀγωνία του γιὰ τὴν καθοδήγησι τῶν ψυχῶν,οἱ ὁποῖες ζητοῦσαν τὴν πνευματικὴ βοήθειά του. 'Ομως, ὅπως ὅλοι οἱ δίκαιοι,ἐπρόκειτο νὰ δοκιμασθῆ μὲ θλίψεις,στενοχωρίες, συκοφαντίες καὶ διωγμούς.᾿Ιδίως μάλιστα ὅταν οἱ Καινοτόμοι προσπαθοῦσαν νὰ τὸν συλλάβουν γιὰ νὰ τὸν ἀπελάσουν στὸ ῞Αγιον ῎Ορος,ὥστε νὰ παύση τὸ ὁμολογιακὸ καὶ θεάρεστο ἔργο του,ἡ θεία σκέπη καὶ ἀντίληψις πάντοτε διεφύλασσε καὶ διέσωζε αὐτὸν θαυμαστῶς,αὐτὸς δὲ ὡς παράδειγμα ὑπομονῆς καὶ ἀνεξικακίας ηὔχετο ὑπὲρ τῶν διωκτῶν του,πλήρης εὐαγγελικῆς ἀγάπης. ᾿Αρχὰς τοῦ 1943,προαισθανόμενος τὴν ἔξοδό του ἀπὸ τὸν μάταιο τοῦτο κόσμο,ἐκάλεσε τὸν ᾿Αρχιμανδρίτη π. Χρυσόστομο Νασλίμη γιὰ νὰ λειτουργήση στὴν Μονὴ καὶ νὰ τὸν κοινωνήση τῶν ᾿Αχράντων Μυστηρίων. ῎Ετσι, προετοιμασμένος γιὰ τὸ μεγάλο ταξίδι,παρέδωσε τὴν ὁσία ψυχή του στὸν Πλάστη του,ποὺ τόσο θερμὰ καὶ πιστὰ ἀγάπησε καὶ ὑπηρέτησε... Εἴθε οἱ εὐχές του νὰ μᾶς στερεώνουν καὶ ἐνισχύουν!

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΓΟΝΕΙΣ ΤΟΥ ΕΤΕΙ 1894

ΣΕΒΑΣΤΟΙ ΜΟΥ ΓΟΝΕΙΣ

γιαίνω ἄχρι τῆς παρούσης,δόξα τῷ Φιλανθρώπῳ καί Παναγάθῳ Κυρίῳ ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστῷ,τῷ δοτῆρι καί χορηγῷ παντός ἀγαθοῦ,Οὗ καί δεόμενος ὅπως διά τῶν εὐπροσδέκτων ἱκεσιῶν τῆς Παναγίας καί Παναμωμήτου Αὐτοῦ Μητρός, Κυρίας ἡμῶν Δεσποίνης Θεοτόκου,διαφυλάττῃ καί περισκέπῃ ὑμᾶς ἐν ἀκυμάντῳ καί εἰρηναῖᾳ καταστάσει,μέχρι τοῦ τῆς ζωῆς σας τέλους,χαρισάμενος ὑμῖν σύν τοῖς αὐταδέλφοις μου καί λοιποῖς συγγενέσιν,ὑγείαν καί σωτηρίαν ψυχῆς τε καί σώματος.Πολυσέβαστοι καί ἀγαπητοί μου γονεῖς, οὐκ ἀρνοῦμαι ὅτι ἔχετε δίκαιον νά ἐκφέρητε μικρά τινά παράπονα κατ’ ἐμοῦ τοῦ ταπεινοῦ τέκνου σας.Ναί ἔχετε δίκαιον,τά τέκνα ὠφείλουσι νά ἀγαπῶσι, νά τιμῶσι, νά βοηθῶσι,σέβωνται καί περιθάλπωσι τούς γονεῖς των,διότι μετά Θεόν,αὐτοί εἶναι αἴτιοι τῆς ὑπάρξεως, ἀνατροφῆς καί παιδείας αὐτῶν.Ἔχετε δίκαιον καί πάλιν καί πολλάκις, ἐπαναλαμβάνω,τά τέκνα ἔχουσι καθῆκον ἱερόν καί ἀπαραίτητον νά βοηθῶσι καί ἀγαπῶσι τούς γεννήτορας αὐτῶν,τοῦτο γάρ καιί ὁ Κύριος διά τῆς πέμπτης ἐντολῆς τοῦ Δεκαλόγου μᾶς προστάζει.Ἔχετε δίκαιον νά ζητῆτε παρ’ ἐμοῦ ὑλικήν βοήθειαν,διότι οὐδέν γνωρίζετε περί μοναχικῆς πολιτείας,οὐδέ ποῖος εἶναι ὁ σκοπός τοῦ μοναχοῦ,οὐδέ ποῖα ἔργα ἐργάζεται,τί ἐπιζητεῖ καί περί τίνων ἀγωνίζεται καί διατί ἐγκαταλείπει γονεῖς,πατρίδα,γένος,κτήματα,χρήματα,δόξας καί τιμάς ματαίας καί τά λοιπά τοῦ ἐφήμερου τούτου καί ματαίου κόσμου.


θεν, δότε μοι παρακαλῶ ὀλίγην προσοχήν καί ἀκρόασιν,ἵνα ἐν συντόμῳ πληροφορήσω ὑμᾶς περί πάντων τούτων καί συγχρόνως ἐξαλείψω ἐκ τοῦ νοός ὑμῶν τήν ἰδέαν ἥν ἔχετε περί ἐμοῦ,τοῦ μηδέν ἔχοντος.Ἀγαπητοί μου γονεῖς,ψυχή και κόσμος εἶναι δύο πράγματα ἐπίσης ἀγαπητά,ὡραῖα και περισπούδαστα εἰς τους ἀνθρώπους. Ἀγαπητή εἶναι ἡ ψυχή, διότι ἐκ κοιλίας μητρός εἶναι συνδεδεμένη μετά τοῦ σώματος, διά δεσμοῦ πάνυ σφιγκτοτάτου.Ἀγαπητός καί ὁ κόσμος,διότι εἰς αὐτόν γεννόμεθα καί ζῶμεν καί κινούμεθα καί διανοούμεθα καί τέχνας καί ἐπιστήμας ἐφευρίσκομεν διαφόρους.Τίς δύναται ἄνευ ψυχῆς νά ἐφεύρῃ ἤ νά κατασκευάσῃ τί;Τίς δύναται νά ζήσῃ ἤ πράξῃ τί ἄνευ ψυχῆς;Τίς δέν βλέπει, ὅτι ἀφοῦ ἡ ψυχή ἐξέλθη τοῦ σώματος, ἀμέσως τό σῶμα καθίσταται ἄχρηστον,ἄπνουν,ἀναίσθητον, ἀνενέργητον,νεκρόν καί τέλος σαπίζει,φθείρεται καί γίνεται χοῦς καί δυσωδία;Ἀγαπητός,ναί,καί ὁ κόσμος, διότι δι’ αὐτοῦ μᾶς προμηθεύει ὁ Θεός τά πρός τό ζῆν ἀναγκαῖα καί διότι εἰς τούς κόλπους αὐτοῦ καί γονεῖς καί ἀδελφούς καί φίλους καί συγγενεῖς ἔχομεν ἀγαπητούς.Ἀγαπητός δέ καί καλός ὁ κόσμος, διότι εἶναι ποίημα Θεοῦ τοῦ Παντοδυνάμου καί ὅσα ἐποίησεν ὁ Θεός εἶναι καλά λίαν καί ὁ λογικός ἄνθρωπος πρέπει νά τά ὁρᾷ μετά προσοχῆς καί διά τῆς καλλονῆς καί θεωρίας καί εὐταξίας καί ποικιλότητος αὐτῶν,νά θαυμάζῃ τήν ἄπειρον τοῦ Θεοῦ σοφίαν,πρόνοιαν,παντοδυναμίαν καί ἀγαθότητα καί ὑμνῆ καί δοξάζῃ καί εὐχαριστῆ ἀεί Αὐτόν,ὅστις οὕτως πανσόφως ἐποίησε καί κυβερνᾶ πᾶσαν τήν κτίσιν.


ληθῶς ἐξίσταται καί θαυμάζει,ὅστις μετά προσοχῆς καί εὐσεβείας ὁρᾶ τήν λαμπρότητα τοῦ ἡλίου,τό φέγγος τῆς σελήνης,τήν πληθύν τῶν ἀστέρων,τάς ἀπεράντους θαλάσσας,τά ὑψηλά ὄρη τῆς γῆς,τά διάφορα εἴδη τῶν ζώων,τῶν ἰχθύων,τῶν πετεινῶν,τῶν δένδρων,τῶν φυτῶν καί τῶν λίθων.Ἀλλά,τί εἶναι ταῦτα,ἀγαπητοί μου,συγκρινόμενα μέ μίαν ψυχήν Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ; Τοσούτον ὑπάρχει ὡραιοτέρα καί τιμιωτέρα ἡ λογική ψυχή τοῦ ἀνθρώπου τῶν τοῦ κόσμου ὡραιοτήτων καί ἀγαθῶν,ὅσον ὡραιότερον καί λαμπρότερον εἶναι τό φῶς τῆς ἡμέρας,ἀπό τῆς νυκτός τό ἀφεγγές σκότος.Καί πρός βεβαίωσιν τοῦ λόγου ἀκούσατε:Ὁ Θεός, ἀγαπητοί μου,εἰς τήν δημιουργίαν τοῦ σύμπαντος,μόνον ψιλόν λόγον εἶπε («γεννηθήτω») καί μέ μόνον τοῦτον τόν λόγον,παρήγαγεν ἐκ τοῦ μη ὄντος εἰς τό εἶναι, πᾶσαν τήν ὁρατήν φύσιν.


Εἰς τήν δημιουργίαν ὅμως τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Παντοδύναμος Θεός ποιεῖ παράδοξον σπουδήν καί δεικνύει ἰδιαιτέραν ἐπιμέλειαν. Φαίνεται, ἵνα οὕτως εἴπω, πῶς σκέπτεται καί συμβουλεύεται πρός Ἑαυτόν ὁ Τρισυπόστατος Θεός («ποιήσωμεν-λέγει-ἄνθρωπον κατ’ εἰκόνα ἡμετέραν καί καθ’ ὁμοίωσιν»). Πλάττει,ἔπειτα, τόν ἄνθρωπον, ἐμφυσᾶ εἰς τό πρόσωπον αὐτοῦ πνοήν ζωῆς καί τό θεῖον τοῦτο ἐμφύσημα ἀποβαίνει εἰς ψυχήν ζῶσαν, λογικήν, ἀθάνατον, αὐτεξούσιον, σκεῦος τίμιον καί ἅγιον, πεπληρωμένον πάσης σοφίας, ἀγαθότητος καί ἁγιασμοῦ. Ὁρᾶτε,ἀγαπητοί μου, τί εἶναι ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου;Τιμιωτέρα οὖν εἶναι παντός τοῦ κόσμου.Ἵνα τήν αλήθειαν εἴπω,οὐδέν ἀξίζουσι πάντα τοῦ κόσμου τ’ ἀγαθά,ἀπέναντι τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου,βεβαιοῖ μου δέ αῶν λεγομένων τήν ἀλήθειαν,αὐτό τό ἀψευδές στόμα τοῦ Σωτῆρος καί Θεοῦ ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ λέγων:«Τί ὠφελήσῃ ἄνθρωπον,ἐάν κερδίσῃ τόν κόσμον ὅλον καί ζημιωθῇ τήν ψυχήν αὐτοῦ;».Πάντα γάρ τά ἀγαθά τοῦ ματαίου τούτου κόσμου,ταχέως φθείρονται καί ἀφανίζονται καί πρό τῆς θύρας τοῦ σκοτεινοῦ τάφου σταματοῦσι καί οὐδέν ἐξ αὐτῶν δύναται νά προχωρήσῃ περισσότερον καί συνοδεύσῃ ἡμᾶς εἰς τήν ἄλλην ζωήν.Μόνον τά εὐσεβῆ καλά ἔργα καί οἱ διά Χριστόν πόνοι καί ἀγῶνες,ὑπερπηδῶσι τά τῆς παρούσης ζωῆς στενά ὅρια καί συνοδεύουσι τόν ἄνθρωπον καί πέραν τοῦ τάφου καί δοξάζουσιν αὐτόν αἰωνίως.


Διά νά ἐπιτύχωμεν ταύτην τήν αληθῆ αἰώνιον δόξαν καί μακαριότητα, ὁ φιλάνθρωπος Κύριος μᾶς ἔδειξε δύο ὁδούς. Μίαν μετριωτέραν, βιωτικήν λεγομένην, φέρουσαν καρπόν ἕν τριάκοντα καί ἑτέραν, Ἀγγελικήν καί ὑπερκόσμιον, φέρουσα τόν τέλειον καρπόν, ἕνα ἑκατόν. Ἀμφότεραι αἱ ζωαί ἔχουσιν βάσιν τό Ἅγιον Βάπτισμα καί ὑπόκεινται εἰς τήν νέκρωσιν τῶν παθῶν καί εἰς τήν τήρησιν τῶν θείων ἐντολῶν.Ὅσοι ἐκ τῶν Χριστιανῶν, διά τό εὐόλισθον τῆς σαρκός, δέν δύνανται νά φυλάξωσιν ἐν τῷ μέσῳ τοῦ κόσμου ἀμόλυντον τήν χάριν τοῦ θείου Βαπτίσματος ἤ ὅσοι ἐμολύνθησαν ἀπό τόν ρύπον τῶν θανασίμων ἁμαρτιῶν (καί ἕνεκα τούτου καί τήν χάριν ἀπώλεσαν τοῦ θείου Βαπτίσματος), ἐπιθυμοῦσιν νά ἀποκτήσωσιν πάλιν αὐτήν, διά τῶν τῆς μετανοίας σωτηρίων ἔργων ἤ καί ἀπό θεῖον ἔρωτα κινούμενοι, προτιμῶντες τήν δευτέραν ὁδόν (τήν Ἀγγελικήν δηλαδή), (οἱ τοιοῦτοι) ἀναχωροῦσιν ἀπό τόν κόσμον καί ἐγκαταλείπουσιν αὐτόν καί πάντα τά ἐν αὐτῷ - γονεῖς (δηλαδή), ἀδελφούς, συγγενεῖς, φίλους, κτήματα, χρήματα, δόξας, τιμάς, τρυφάς καί ἀναπαύσεις ματαίας καί ἐν ἐνί λόγῳ πᾶσαν γήϊνον σχέσιν καί μέριμναν) καί μεταβαίνουν εἰς τά ἱερά καταγώγια, ἔνθα ἐνδύονται τό τῆς μετανοίας πένθιμον ἔνδυμα καί μετά τήν κεκανονισμένην τριετῆ δοκιμασίαν, κείρονται Μοναχοί καί ζῶσι εἰς τό ἑξῆς κατά τούς Κανόνας, οὕς οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἡμῶν ἐθέσπισαν.


Αὐτό, λοιπόν, τό Σχῆμα ὅπερ λαμβάνομεν ὅταν γινώμεθα Μοναχοί, εἶναι - ἀγαπητοί μου - ἕνα Μυστήριον ἀπό τά ἑπτά ἅγια Μυστήρια τῆς Ὀρθοδόξου ἡμῶν Ἐκκλησίας (τοῦτ’ ἔστιν τό Μυστήριον τῆς Μετανοίας) καί ὁ λαμβάνων αὐτό δίδει φρικτάς καί ἐνόρκους ὑποσχέσεις πρός τόν Θεόν καί πρός τόν Πνευματικόν του Πατέρα, ἐνώπιον τοῦ Ἁγίου Θυσιαστηρίου καί πάντων τῶν κατά πνεῦμα αὐτοῦ ἀδελφῶν. Καί πρῶτον μέν λέγει,ἀποτάσσομαι τῷ κόσμῳ καί πᾶσι τοῖς ἐν αὐτῷ καί παραμενῶ τῇ ἀσκήσει,ἕως ἐσχάτης μου ἀναπνοῆς.Δεύτερον ὑπόσχεται,ὅτι θά ὑπομένῃ εὐχαρίστως πεῖναν,δίψαν,γυμνότητα καί πᾶσαν θλίψιν,κακουχίαν τε καί στενοχωρίαν τοῦ Μοναχικοῦ Βίου,διά τήν ἀπόλαυσιν τῆς Οὐρανίου Βασιλείας. Τρίτον ὑπόσχεται,ὅτι θά φυλάττῃ σωφροσύνην καί παρθενίαν,ὑπακοήν καί ἀγάπην πρός τόν Πνευματικόν αὐτοῦ Πατέρα καί πρός πάντας τούς πνευματικούς αὐτοῦ ἀδελφούς.Τέταρτον ὑπόσχεται ἀγῶνας πνευματικούς, νηστείας δηλαδή, προσευχάς,γονυκλισίας,δάκρυα καί ἐργασίαν τό κατά δύναμιν.Πέμπτον ὑπόσχεται,ὅτι δέν θά ἔχει εἰς τό ἑξῆς οὐδέν ἴδιον πράγμα (οὔτε κτήματα, οὔτε χρήματα,οὔτε βιωτικάς μέριμνας,οὐδέ συναναστροφάς μετά λαϊκῶν.Ἐν ἑνί λόγῳ ὑπόσχεται,ὅτι θά ζῇ εἰς τό ἑξῆς ζωήν Ἀγγελικήν καί ὑπερκόσμιον καί θά εἶναι ὡς ὤν καί μή ὤν ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ.


στις, λοιπόν,ταύτας φυλάξει τάς σωτηρίους ὑποσχέσεις,θά λάβῃ μεγάλα πνευματικά χαρίσματα ἐν τῇ παρούσῃ ζωῆ παρά τοῦ δοτήρος τῶν ἀγαθῶν Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ,ἐν δέ τῇ μελλούσῃ θά συνταχθῇ μέ τούς χορούς τῶν ἐκλεκτῶν καί θά συγχαίρῃ καί ἀγάλλεται αἰωνίως μετ’ αὐτῶν καί μέ τά τάγματα τῶν Ἀγγελικῶν Δυνάμεων,ὁρῶν πρόσωπον πρός πρόσωπον αὐτόν τόν ἴδιον αὐτοῦ Ποιητήν καί Θεόν.Ὁ δέ παραβαίνων ταύτας τάς ὑποσχέσεις καί ζῶν ἀμελῶς, θεωρεῖται ἀρνητής τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ,θύτης τοῖς δαίμοσι καί ὑπόδικος τῆς αἰωνίου φρικτῆς κολάσεως.Διά νά μή ἐμποδίζηται, λοιπόν,ἡ ἐλευθερία τοῦ Μοναχοῦ καί διά νά ἐνεργῇ ἀπερισπάστως καί ὡς δεῖ τά ἱερά καθήκοντα τοῦ ὑψηλοῦ πολιτεύματός του,ἀπομακρύνεται εἰς τάς ἐρήμους, ὄρη καί σπήλαια τῆς γῆς.Διά τοῦτον δέ τόν σκοπόν ἔγιναν καί τά ἱερά καταγώγια εἰς ἀπόκεντρα καί ἀκατοίκητα μέρη.Ἵνα μακράν πάσης ἀνθρωπίνης κοινωνίας καί μερίμνης ὤν ὁ Μοναχός καί ἐν ἄκρᾳ ἡσυχίᾳ καί εὐλαβείᾳ καί ἀμεριμνίᾳ εὑρισκόμενος πάντοτε, νά μή παύῃ ἀπό τό πρωΐ ἕως ἑσπέρας καί ἀπό ἑσπέρας ἕως πρωΐας, ὡς ἀηδών εὔλαλος ἐν ἀκορέστῳ πόθῳ, νά ἀλαλάζῃ καί βοᾷ, ἀεί εὐλογῶν, ὑμνῶν, δοξάζων, προσκυνῶν, εὐχαριστῶν καί παρακαλῶν τόν Θεόν.  Καί ἐνῶ τό πᾶν σιγᾷ καί ὑπνώττει,αὐτός οὐ σιγᾶ,οὐδέ ὑπνώττει,ἀλλά ἐν τῇ βαθυτάτῃ ἐκείνη σιγῆ καί ἐν τῷ ψηλαφητῶ ἐκείνῳ σκότει,γονυπετής ὤν ἐνώπιον τῆς εἰκόνος τοῦ ἐνανθρωπήσαντος ὑπέρ ἡμῶν (ἧς ἐνώπιον καί κανδήλα μέ ἀμυδρόν φῶς ἀνάπτει), μετά ἀλαλήτων θερμῶν δεήσεων, δακρύων τε καί στεναγμῶν καί ταπεινώσεως πνεύματος, δέεται ὑπέρ τῆς αὐτοῦ σωτηρίας καί ὑπέρ ὑγείας, σωτηρίας καί διαφυλάξεως τοῦ σύμπαντος κόσμου καί ἐπιστροφῆς εἰς τό ἀληθινόν φῶς, τῶν ἐν τῷ σκότει τῆς ἁμαρτίας καί ἀπιστίας ὄντων.


Αὐτή εἶναι, ἀγαπητοί μου,ἡ διηνεκής ἐργασία τοῦ γνησίου Μοναχοῦ,οὗτος εἶναι ὁ πλούτος του καί ὁ σκοπός του,καθώς ἠκούσατε.Ὅθεν κἀγώ ὁ ἐλάχιστος καί ἁμαρτωλός,ἐπειδή θείᾳ χάριτι ἠξιώθην νά συναριθμηθῶ εἰς τό ἐκλεκτόν τοῦτο τάγμα τῶν Μεγαλοσχήμων Μοναχῶν καί νά γίνω στρατιώτης τοῦ ἐπουρανίου Βασιλέως Ἰησοῦ Χριστοῦ,δέν πρέπει νά ἐμπλέκωμαι εἰς τάς τοῦ κόσμου ματαίας πραγματείας,οὐδέ νά ζητῶ ἀργύριον καί χρυσίον νά ἀπολαύσω,ἅτινα εἶναι πράγματα μάταια καί φθαρτά,ἀλλά πρέπει νά ἀγωνισθῶ γενναίως καί μέ αὐταπάρνησιν ὑπέρ τῆς βασιλείας καί δόξης τοῦ Βασιλέως μου καί ὑπέρ τῆς ἐμῆς σωτηρίας.Πρέπει νά ὑπομείνω μικράν κακουχίαν,ἵνα ἀπολαύσω αἰώνιον χαράν καί εὐφροσύνην.Πρέπει νά φανῶ τολμηρός,ἀνδρεῖος,πιστός, μεγαλόψυχός τε καί ὑπομονετικός εἰς τήν μάχην ταύτην,διότι ὁ πόλεμος οὗτος δέν ἀποβλέπει εἰς πράγματα φθειρόμενά τε καί πρόσκαιρα,οὐδέ ὑπέρ βασιλέως θνητοῦ ὁ ἀγών οὗτος εἶναι.Λοιπόν,μάθετε σεβαστοί μου γονεῖς καί πάντες οἱ οἰκεῖοι μου,ὅτι οἱ πόθοι μου,αἱ ἐπιθυμίαι μου, οἱ κόποι μου,αἱ μέριμναι καί οἱ διαλογισμοί μου,οὐκ ἀποβλέπουσιν,οὐδέ περιορίζονται εἰς τό ἑξῆς ἐπί τοῦ κόσμου τούτου τοῦ φθαρτοῦ,ἐν ὧ οὐδέν σταθερόν,οὐδέν βέβαιον ἤ ἀξιαγάπητον καί προσοχῆς ἄξιον εὑρίσκω.Τά πλούτη, αἱ δόξαι,αἱ τιμαί,αἱ τρυφαί καί ἀναπαύσεις καί ὅλαι ἐκεῖναι οἱ πολυώνυμοι καί πολυποίκιλλαι φροντίδες,οἵτινες ἀδιακόπως ἀνησυχοῦσι καί ταράττουσι τόν ἐν τῷ κόσμῳ δυστυχῆ ἄνθρωπον,ἐν μιᾷ ριπῇ ὀφθαλμοῦ πάντα ἀφανίζονται,ἐκλείπουσιν, διαλύονται καί εἰς τό μηδέν λήγουσι.Περί τῶν ἐν οὐρανῷ,λοιπόν,ἀγαθῶν πρέπει νά φροντίσωμεν,ἅτινα οὔτε φθείρονται,οὔτε ἀφανίζονται,οὐδέ κλέπτονται,ἀλλά διαμένουσιν εἰς ἅπαντας τούς αἰῶνας.


ρνήθην,λοιπόν,ἀρνοῦμαι καί ἔτι ἀρνηθήσομαι,τῇ τοῦ Θεοῦ μου χάριτι καί βοηθείᾳ, τόν ψευδῆ τοῦτον καί μάταιον κόσμον καί πᾶσι τοῖς ἐν αὐτῷ. Ἐγνώρισα γάρ καλῶς,ὅτι τά ἐν αὐτῷ καλά οὐδέν εἶναι,εἰ μή μία παρεπηδιμίᾳ ἐν ξένῃ πατρίδι,εἰς ἥν μέ ἔστειλε ὁ πλάσας με,ἵνα ἐμπορευθῶ καί προετοιμασθῶ διά τήν ἀληθῆ καί αἰώνιον,εἰς ἥν ἄργά ἤ καί ταχέως διά θανάτου μεταβήσομαι.Λοιπόν,τό μόνον μου ἔργον,ἡ μόνη μου φροντίς εἰς τό ἑξῆς θά εἶναι ἡ τοῦ Πλάστου μου δοξολογία. Ἡ μόνη μου ἡδονή θά εἶναι ἡ μελέτη τῶν Θείων Γραφῶν καί οἱ ἐν κρυπτῷ ἱεροί ἀγῶνες.Ἡ μόνη μου τροφή θά εἶναι ἡ ἀδιάκοπος προσευχή,ἡ κοινωνία τῶν Θείων Μυστηρίων,ἡ νηστεία καί ἡ πνευματική πρός πάντας ἀγάπη.Τό μόνον μου εὐφρόσυνον ποτόν,θά εἶναι τά δάκρυα.Ἡ μόνη μου στολή θά εἶναι ἡ σωφροσύνη,ἡ σεμνότης,ἡ σπιωπή,ἡ ἀκτημοσύνη, ἡ ἁπλότης, ἡ ἀνεξικακία καί ἡ κακουχία. Ὁ πατήρ μου θά εἶναι ὁ Χριστός,μήτηρ μου ἡ Παναγία καί ἀδελφοί,φίλοι καί συγγενεῖς μου οἱ Ἅγιοι Πάντες.Ἰδού, ἀγαπητοί μου,ἐφανέρωσα εἰς ὑμᾶς τί ἐπιδιώκω,τί ἐκζητῶ,τί ἐπιθυμῶ,τί ἐργάζομαι,ὑπέρ τίνος ἀγωνίζομαι καί διατί μακράν ὑμῶν εὑρίσκομαι. Χαίρετε,λοιπόν,ἀγαπητοί μου γονεῖς,πάλιν καί πολλάκις ἐρῶ χαίρετε.Χαίρετε ἀδελφοί μου,συγγενεῖς,φίλοι,γνωστοί καί μαθηταί μου καί δότε μοι πάντες,μικροί τε καί μεγάλοι,παρακαλῶ τήν εὐχή σας,ἀπό τά βάθη τῶν καρδιῶν σας, ἵνα τῇ τοῦ Θεοῦ χάριτι καί τῇ αὐτῶν ἰσχύι,δυνηθῶ νά τελειώσω καλῶς καί θεαρέστως τόν ἀγῶνα τοῦ μοναδικοῦ ἐπαγγέλματος καί τῶν ἐλπιζομένων ἀγαθῶν ἀξιωθῶ.Ὑμεῖς δέ ἀγαπητοί μου,μή λυπεῖσθε,μηδέ ἀγανακτεῖτε κατά τοῦ Κυρίου,ἐάν ποτέ,εἴτε ἀπό καιρικάς ἀνωμαλίας καί περιστάσεις,εἴτε ἀπό ἄλλην τινά αἰτίαν,ὑστερεῖσθε τῶν πρός τό ζῆν ἀναγκαίων,μᾶλλον δέ τότε εὐλογεῖτε τό ὄνομα Αὐτοῦ καί ὁλοψύχως Αὐτόν εὐχαριστεῖτε.


Αὐτός γάρ οἶδε μόνον, ὁποῖα εἶναι ὠφέλιμα,ἅτινα ἐν καιρῷ τῷ δέοντι τοῖς δούλοις Του ὠφελείας χάριν ἐξαποστελεῖ. Ἡ γάρ πτωχεία,αἱ ἀσθένειαι, θλίψεις καί πειρασμοί,εἶναι δῶρα πολύτιμα,ἅτινα μόνον εἰς ἐκεῖνους ὅπου ἀγαπᾶ ὁ Κύριος δίδει...Τῷ ὄντι μακάριοι εἶσθε ἀγαπητοί μου,διότι διά μικράν πρόσκαιρον θλίψιν,τήν πέραν τοῦ τάφου κληρονομίαν αἰώνιον τῶν δικαίων κληρονομήσετε. Μακάριοι ἐστέ δ’ οὕς ὑποφέρετε ὀνειδισμούς καί διωγμούς καί λοιπάς κακοποιήσεις παρά τῶν ἀπίστων Ἀγαρηνῶν,διότι μέγαν μισθόν ὁ Κύριος δι’ Ὅν πάσχετε, θά σᾶς δώσῃ εἰς τήν βασιλείαν Του, εἰς ἥν, ὡς νομίζω,ταχέως θά σᾶς προσκαλέσῃ.Λοιπόν,ἑτοιμασθῆτε διά τῆς ἐξομολογήσεως, προσευχῆς καί τῆς μεταλήψεως τοῦ Παναγίου Δεσποτικοῦ Σώματος καί Αἵματος. Χαίρετε, λοιπόν, ὅτι ταχέως ἐλευθερώσῃ σας ὁ Κύριος, ἀπό τά τῆς ἐφημέρου ζωῆς βάσανα καί ἐν κόλποις Δικαίων ἀναπαύσῃ ὑμᾶς. Χαίρετε, ὅτι τό κέρας τῶν ἀσεβῶν ταχέως συντριβήσεται καί ὁ λαός ὑψωθήσετε τοῦ Θεοῦ καί ὑπό τούς πόδας ἡμῶν ὁ τύραννος πεσεῖται.


Χαίρετε, ὅτι ὁ ζυγός τῆς δουλείας ταχέως ἀρθήσεται ἀφ’ ἡμῶν τῶν πιστῶν καί τό φῶς τῆς ἐλευθερίας καί ἡ μετά τῆς Μητρός ἡμῶν ἕνωσις,
ταχέως φωτίσει καί χαροποιήσει ἡμᾶς,τούς ἐπί τόσα ἔτη-διά τάς ἁμαρτίας ἡμῶν-ὄντας ὑπό τόν ζυγόν τῶν φαύλων καί ἀπίστων τέκνων τῆς Ἄγαρ.
 Χαίρετε, ὅτι αἰωνίως χαρά καί εὐφροσύνη, δόξα καί τιμή καί διηνεκής ἀνάπαυσις σᾶς περιμένει πέραν τοῦ τάφου,
δι’ ἅ ὑπέρ ἀγάπης Θεοῦ ὑπέστητε δεινά,ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ τῷ ματαίῳ.
Ἐκεῖθεν δέ ἐλπίζω, 
τῆ τοῦ Θεοῦ χάριτι,νά συναντηθῶμεν καί εἰς τό διηνεκές νά εἴμεθα ἀχώριστοι,συγχαίροντες ἀεί καί συνδοξολογοῦντες 
τόν Ὑπερύμνητον Κύριόν μας καί Θεόν Ἰησοῦν Χριστόν,
ἐν ἀγαλλιάσει ψυχῆς ἀρρήτου καί ἀκορέστῳ καί ζέοντι πόθῳ, μέ πάντας τούς χορούς τῶν Δικαίων καί Ἁγίων Πατέρων ἡμῶν.
Ἐκεῖθεν καί ἐλπίζω οἱ γονεῖς θά ἴδωσιν ὅν ἠγάπησαν υἱόν καί ὁ υἱός οὕς ἀγαπᾶ καί σέβεται καί τιμᾶ γονεῖς 
θά ἴδῃ,
ὡς εὔχεται καί ἐπιθυμεῖ ἀεί ἐν νυκτί καί ἡμέρᾳ.
Ἀμήν, ἀμήν, γένοιτο.
Ὁ μετά βαθυτάτου σεβασμοῦ ἀσπαζόμενος τάς δεξιάς σας καί τάς εὐχάς ὑμῶν ἐν ταπεινώσει αἰτῶν ταπεινός υἱός σας,

  

Μαΐου 8η 1894

Ἅγιον Ὄρος Ἄθω

Εκ του περιοδικού ''ΑΓΙΟΣ ΚΥΠΡΙΑΝΟΣ''


Πνευματικός Ιερομόναχος Ιερώνυμος ο Κρης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF