ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Παρασκευή 2 Οκτωβρίου 2015

Η ΛΥΤΡΩΣΙΣ ΑΠΟ ΤΑ ΤΟΞΑ ΚΑΙ ΤΑ ΒΕΛΗ ΤΟΥ ΕΧΘΡΟΥ





Σύντομη Πνευματική Μελέτη γιά τήν ᾿Ορθόδοξη Θεραπευτική



῾Η Λύτρωσις ἀπό τά «Τόξα» καί τά «Βέλη» τοῦ ᾿Εχθροῦ



† ᾿Επισκόπου Γαρδικίου Κλήμεντος



Συχνά ὁ πιστός, στὸν δύσκολο ἀγῶνα του, κτυπημένος ἀπὸ ἀλλεπάλληλα πλήγματα

 δοκιμασιῶν καὶ ἐφαμάρτων ὑποχωρήσεων καὶ πτώσεων καὶ αἰσθανόμενος τὴν θεία ἐγκατάλειψι,

ἐγείρει μέσα του τὴν σπαρακτικὴ κραυγή:

«῾Ο Θεὸς ἀπώσω ἡμᾶς (μᾶς ἔσπρωξες μακρυὰ) καὶ καθεῖλες ἡμᾶς, ὠργίσθης καὶ οἰκτείρησας ἡμᾶς» (Ψαλμ. νθ´ 3).

Δυσβάστακτα φορτία

 φαίνεται κάποτε νὰ συνθλίβουν τοὺς ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ, ἀτομικὰ καὶ συλλογικά,

καὶ οἱ εὐαίσθητες ψυχές τους νὰ καταλήγουν στὸ πικρὸ Δαυϊτικὸ συμπέρασμα:

«ἔδειξας τῷ λαῷ Σου σκληρά, ἐπότισας ἡμᾶς οἶνον κατανύξεως» (αὐτόθι, 5).

῞Ομως,

ὁ Ψαλμωδὸς γνωρίζει ἐν Πνεύματι ῾Αγίῳ καὶ τὴν λύτρωσι ἀπὸ ὅλα τὰ δεινά:

«ἔδωκας τοῖς φοβουμένοις Σε σημείωσιν τοῦ φυγεῖν ἀπὸ προσώπου τόξου» (αὐτόθι, 6).

Μὲ τὸ Πάθος, τὸν Σταυρὸ καὶ τὴν ᾿Ανάστασί Του,

ὁ Θεάνθρωπος Λυτρωτής μας κατενίκησε τὸν Διάβολο:

«τοῦ ἐχθροῦ (πλέον) ἐξέλιπον αἱ ῥομφαῖαι εἰς τέλος, καὶ πόλεις καθεῖλες, ἀπώλετο τὸ μνημόσυνον αὐτοῦ μετ᾿ ἤχου» 

(Ψαλμ. θ´ 7)!...


῎Εκτοτε, ὁ Κύριός μας ᾿Ιησοῦς Χριστὸς δίδει τὸ «Σημεῖον» Του ὄχι εἰς ὅλους, ἀλλὰ μόνον εἰς ὅσους Τὸν φοβοῦνται, ὥστε νὰ δύνανται νὰ ἀποφεύγουν τὴν «βολὴν τοῦ τόξου», δηλαδὴ τὰ τεχνάσματα, τὶς μεθοδεῖες καὶ τὴν πλάνην τοῦ ἡττημένου ἐχθροῦ διαβόλου. ῞Οσοι ἐλπίζουν στὸν Χριστό, φέρουν μέσα τους τὸν ἁγνιστικὸ φόβο Του, χωρὶς νὰ παρασύρωνται στὴν δίνη τῶν καταιγιστικῶν πειρασμῶν. Αὐτοὶ περιφέρουν στὸ σῶμα τους τὸ σημεῖον τῆς σταυρώσεως, ἤτοι τῆς νεκρώσεως τοῦ ᾿Ιησοῦ, δηλαδὴ τὴν ἀπραξία τῆς ἁμαρτίας. Μόνον σταυρικῶς ἀποφεύγει ὁ φοβούμενος τὸν Θεὸν τὴν ἐμφανιζόμενη στὰ ὄντα «ἀπατηλὴν ἐπιφάνειαν», κατὰ τὸν ῞Αγιο Μάξιμο τὸν ῾Ομολογητή. «Πρόσωπον Τόξου», δηλαδὴ κάθε πονηροῦ πάθους καὶ μάλιστα σαρκικοῦ, τὸ ὁποῖο διεγείρει τὸν ἄνθρωπο, «εἶναι ἡ ἐπιφάνεια τῶν σωμάτων, ἡ ὁποία ἐρεθίζει τὴν αἴσθησι, πληγώνοντας σὰν αἰχμὴ βέλους τὴν αἴσθησι καὶ διεγείροντας κατὰ τρόπο ἀπρεπῆ τὴν ψυχὴ πρὸς τὰ πάθη» (῞Αγιος Μάξιμος ῾Ομολογητής).


Τὰ «πεπυρωμένα βέλη» τοῦ Πονηροῦ, ἀπὸ τὰ ὁποῖα ζητοῦμε ἔμπονα στὴν προσευχή μας νὰ ρυσθοῦμε, εἶναι οἱ πονηροὶ καὶ ἀπατηλοὶ λογισμοί, οἱ ὁποῖοι προκαλοῦνται στὸν ἄνθρωπο ὅταν ἀποβάλη τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ, καλυφθῆ ἀπὸ τὸ σκότος τῆς λησμοσύνης, καὶ δίχως προσοχὴ καὶ ἐγρήγορσι δοθῆ πλέον ἀπερίσκεπτα στὴν ἐπιθυμητικὴ καὶ ἐμπαθῆ θεωρία τῆς ἐπιφανείας τῶν προσώπων καὶ τῶν πραγμάτων, τὰ ὁποῖα βέβαια γιὰ τὸν αἰσθησιακὸ-ἀσταύρωτο ἄνθρωπο εἶναι ἰδιαίτερα προκλητικὰ καὶ ἑλκυστικά! Διὰ τοῦ τρόπου τούτου, ἐγείρεται στὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου ὁ πόθος τῆς ἁμαρτίας καὶ διατρυπιέται ἐσωτερικὰ ἀπὸ τὶς αἰχμὲς τῶν βελῶν τοῦ Πονηροῦ, διασχίζεται καὶ διασπᾶται, αἱμάσσει καὶ ὀδυνᾶται· ἐπέρχεται δὲ ἀναβρασμὸς τοῦ αἵματος καὶ ἀνεξέλεγκτη σαρκικὴ πύρωσις!... ῎Αν ὁ ἄνθρωπος δὲν ἀνανήψη ὅσο τὸ δυνατὸν συντομώτερα καὶ δὲν ζητήση τὴν θεία βοήθεια, δὲν δύναται νὰ ἀντισταθῆ, ἀλλὰ πίπτει φοβερὰ καὶ καταντᾶ εἰς πυθμένα ἅδου. ῾Η πιὸ ἀποτελεσματικὴ θεραπεία, εἶναι ἡ ἄμεση, ἐν μετανοίᾳ καὶ ταπεινώσει, ἐπίρριψις τῆς ἀδυναμίας μας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ: «Δὸς ἡμῖν βοήθειαν ἐκ θλίψεως καὶ ματαία σωτηρία ἀνθρώπου· ἐν τῷ Θεῷ ποιήσομεν δύναμιν καὶ Αὐτὸς ἐξουδενώσει τοὺς θλίβοντας ἡμᾶς» (Ψαλμ.νθ´ 13-14). «᾿Ανάθεσε στὸν Κύριο τὴν ἀσθένεια τῆς φύσεώς σου, λέγει ὁ ῞Αγιος Ιωάννης τῆς Κλίμακος, ἀναγνωρίζοντας πλήρως τὴν ἰδική σου ἀδυναμία, καὶ τότε θὰ λάβης τὸ χάρισμα τῆς σωφροσύνης χωρὶς νὰ τὸ καταλάβης».


῾Η ἐποχή μας εἰδικῶς εἶναι ἐποχὴ τοῦ θεάματος. Τὰ προσφερόμενα ὅμως ἄφθονα θεάματα εἶναι κατὰ βάσιν προκλητικὰ καὶ ἀποτελοῦν σαφῶς «τόξα» καὶ «βέλη» τοῦ ᾿Εχθροῦ γιὰ τὴν ἅλωσι τῆς ψυχῆς μας. ῾Η δὲ εὐθύνη μας εἶναι τεράστια, ὅταν μόνοι μας ἐκτιθέμεθα ἀκρίτως, μὲ τὴν θέλησι ἤ μὲ τὴν ἀδράνειά μας, στὸν ὁρμητικὸ καταιγισμὸ τῆς ἐμπαθείας, ὁ ὁποῖος θέλει σὰν πύρινος ποταμὸς νὰ καταπιῆ ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα. ῎Αν δὲν μᾶς μεθοῦσε ἡ ἔντεχνη ἀπάτη τοῦ Πονηροῦ στὶς ὧρες τῆς δοκιμασίας καὶ δὲν ἐτύφλωνε ἡ πλάνη τοῦ ᾿Εχθροῦ τοὺς νοεροὺς ὀφθαλμοὺς τῆς ψυχῆς μας, δὲν θὰ ἐκπίπταμε τόσο εὔκολα τοῦ σταυροῦ, οὔτε θὰ ὑποχωρούσαμε ἡττημένοι, ἀλλὰ θὰ προσπίπταμε ἄμεσα, χωρὶς καθυστέρησι, στὴν Θεία καταφυγὴ καὶ ἡ Χάρις Του θὰ μᾶς ἐλύτρωνε. Πιὸ συγκεκριμένα, θὰ γνωρίζαμε τὶς ἀμυντικές μας δυνατότητες καὶ θὰ τὶς χρησιμοποιούσαμε ἔγκαιρα. Διότι, ἔχει καὶ ὁ Κύριός μας τὰ «ἠκονημένα» (Ψαλμ. μδ´ 7) Βέλη Του! Τὶς ζωντανὲς Εἰκόνες Του, τοὺς ῾Αγίους ᾿Αποστόλους Του, οἱ ῾Οποῖοι μᾶς παραδίδουν τὸν Λόγο Του καὶ τὴν Χάρι Του (῞Αγιος Νικόδημος ῾Αγιορείτης). «῾Ωσεὶ βέλη ἐν χειρὶ δυνατοῦ, οὕτως οἱ υἱοὶ τῶν ἐκτετιναγμένων» (Ψαλμ.ρκστ´ 4). ᾿Εκτινασσόμενα Βέλη κατὰ τοῦ ᾿Εχθροῦ, τὰ ῾Οποῖα τὸν κατανικοῦν, εἶναι οἱ θεῖοι ᾿Απόστολοι καὶ οἱ μετὰ ἀπὸ αὐτοὺς γνήσιοι κατὰ πνεῦμα υἱοί τους, δηλαδὴ οἱ ῞Αγιοι τοῦ Θεοῦ. 


Αὐτοὶ ἐπιπίπτουν ἄφοβα κατὰ τοῦ Διαβόλου καὶ τὸν ἐξολοθρεύουν, Θείᾳ βοηθείᾳ! Γι᾿ αὐτό, «μακάριος ὅς πληρώσει τὴν ἐπιθυμίαν αὐτοῦ ἐξ αὐτῶν· οὐ καταισχυνθήσονται ὅταν λαλῶσι τοῖς ἐχθροῖς αὐτῶν ἐν πύλαις». ᾿Ιδοὺ ἡ ἀποτελεσματικὴ ἄμυνα: ῞Οσοι δέχονται τὴν ᾿Αποστολικὴ καὶ Πατερικὴ διδαχή, ἀλλὰ καὶ τὸ παράδειγμα καὶ τὴν μέθοδο τῶν ῾Αγίων, δηλαδὴ τὴν ἡσυχαστικὴ νῆψι, αὐτοὶ δὲν θὰ ντροπιασθοῦν ὅταν τοὺς ἐπιτίθενται οἱ ἐχθρικοὶ λογισμοὶ γιὰ νὰ τοὺς λαλήσουν ἐξαπατητικῶς στὶς πύλες τῆς καρδιᾶς τους. Θὰ γνωρίζουν νὰ περιφρονοῦν τοὺς ἐχθρούς, ἤ νὰ προβάλλουν ἀντίρρησι, καὶ πάντως θὰ τοὺς ἀποκρούουν καὶ θὰ τοὺς ἀποδιώκουν, χωρὶς νὰ ὑφίστανται ζημία καὶ ὄλεθρο: «Πάντα τὰ ἔθνη ἐκύκλωσάν με καὶ τῷ ὀνόματι Κυρίου ἠμυνάμην αὐτούς· κυκλώσαντες ἐκύκλωσάν με, καὶ τῷ ὀνόματι Κυρίου ἠμυνάμην αὐτούς· ἐκύκλωσάν με ὡσεὶ μέλισσαι κηρίον καὶ ἐξεκαύθησαν ὡς πῦρ ἐν ἀκάνθαις, καὶ τῷ ὀνόματι Κυρίου ἠμυνάμην αὐτοὺς» (Ψαλμ. ριζ´ 10-12). ᾿Ακόμη, ἡ Πάναγνος καὶ Πανάχραντος Θεοτόκος, ἡ Μητέρα καὶ Βασίλισσα τῆς ῾Αγνότητος, Καθαρότητος καὶ Παρθενίας, ἀποτελεῖ ἰσχυρὴ καταφυγή, βοήθεια καὶ σκέπη ὅσων ἐλπίζουν καὶ προσφεύγουν εἰς Αὐτήν.


᾿Επίσης, τὸ ἱερὸ πρόσωπο τοῦ ἐνδεδυμένου μὲ ᾿Αποστολικὴ Χάρι καὶ ᾿Εξουσία πνευματικοῦ Πατρός, ἐπικαλούμενο μὲ πίστι καὶ ἐμπιστοσύνη ὑπὸ τοῦ πολεμουμένου πνευματικοῦ τέκνου,ἐπιφέρει ἀνακούφισι τοῦ πολέμου, ἀπομάκρυνσι δὲ καὶ φυγάδευσι τοῦ ᾿Εχθροῦ. ῞Οταν ὁ ἐμπειροπόλεμος πλέον δοῦλος τοῦ Θεοῦ δυναμώση, θα γνωρίζη ἐπίσης καὶ νὰ ἀντεπιτίθεται κατὰ τοῦ ἐχθροῦ! ῾Ο ῎Ιδιος ὁ Εὐλογητὸς Κύριος καὶ Θεός μας θὰ διδάσκη τὰς χεῖρας του εἰς πόλεμον καὶ θὰ θέτη τόξον χαλκοῦν στοὺς βραχίονάς του (βλ. Ψαλμ. ιζ´ 34). Τὸ περιπόθητο καὶ παμπόθητο Θεῖον ῎Ονομα τοῦ Κυρίου ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ καὶ τὸ καθαρτικὸ Θεῖο Αἷμα Του κατακόπτουν, κατακαίουν, κατασυντρίβουν, κατανικοῦν καὶ ἐξολοθρεύουν τοὺς θρασύτατους νοητοὺς ἐχθρούς.



Η ἐν μετανοίᾳ, ὑπακοῇ, ὑπομονῇ, ἐπιμονῇ καὶ ἀγάπῃ ἐντρύφησις εἰς Αὐτὰ τὰ Θεῖα Δῶρα 
καὶ ῞Οπλα μᾶς καθιστᾶ ἀτρώτους καὶ φοβεροὺς εἰς τοὺς δαίμονας καὶ τοὺς ὑπεναντίους,
ἐφ᾿ ὅσον ἐνδυόμεθα τὴν Χάριν καὶ τὴν Πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ:
«Οὗτοι ἐν ἅρμασι καὶ οὗτοι ἐν ἵπποις, ἡμεῖς δὲ ἐν ὀνόματι Κυρίου Θεοῦ ἡμῶν μεγαλυνθησόμεθα·
αὐτοὶ συνεποδίσθησαν καὶ ἔπεσαν, ἡμεῖς δὲ ἀνέστημεν καὶ ἀνωρθώθημεν» (Ψαλμ. ιθ´ 8-9).
«῾Ητοίμασας ἐνώπιόν μου τράπεζαν ἐξεναντίας τῶν θλιβόντων με· ἐλίπανας ἐν ἐλαίῳ τὴν κεφαλήν μου,
καὶ τὸ ποτήριόν σου μεθύσκον με ὡσεὶ κράτιστον» (Ψάλμ. κβ´ 5).
«Ποτήριον σωτηρίου λήψομαι καὶ τὸ ὄνομα Κυρίου ἐπικαλέσομαι» (Ψαλμ. ριε´ 4).
Τότε, δικαίως, ἡ ψαλμικὴ διακήρυξις θὰ εἶναι καὶ ἰδική μας πραγματικότης:
«᾿Εν τῷ Θεῷ ποιήσομεν δύναμιν,
καὶ Αὐτὸς ἐξουδενώσει τοὺς θλίβοντας ἡμᾶς»!





Εκ του περιοδικού ''ΑΓΙΟΣ ΚΥΠΡΙΑΝΟΣ''
αριθμός 355, Μάρτιος - Απρίλιος 2010
σελίδες 34-36
Επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ 





Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Γαρδικίου κ. Κλήμης

της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF