ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Παρασκευή 9 Οκτωβρίου 2015

ΑΓΙΟΣ ΝΗΦΩΝ Ο ΔΙΟΝΥΣΙΑΤΗΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΚΩΝ/ΛΕΩΣ ΚΑΙ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΔΑΚΙΑΣ ΚΑΙ ΒΛΑΧΙΑΣ




῾Ο ῞Αγιος Νήφων ὁ Διονυσιάτης,

Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως καὶ ᾿Αρχιεπίσκοπος Δακίας καὶ Βλαχίας

 (1418-1508)


῾Ο ῞Αγιος Νήφων ἦταν μία μεγάλη Πατερικὴ Μορφή, ἡ ὁποία ἔδρασε καὶ διέλαμψε κατὰ τὸν ΙΕ´ αἰῶνα,

τὸν τόσο κρίσιμο καὶ δραματικὸ αὐτὸ αἰῶνα γιὰ τὰ Βαλκάνια καὶ τοὺς ὁμόδοξους Λαοὺς τῆς εὐρύτερης περιοχῆς.

῾Η ψευδένωσις Φερράρας-Φλωρεντίας (1438-1439) μὲ τοὺς Παπικούς, ἡ ῞Αλωσις τῆς Κωνσταντινουπόλεως (29.5.1453) 

καὶ ἡ σταδιακὰ πλήρης ἐπικράτησις τῶν Τούρκων στὴν Χερσόνησο τοῦ Αἴμου,

στὴν Βλαχία καὶ τὴν Μολδαβία,

εἶχαν προξενήσει μεγάλη σύγχυσι καὶ ταραχὴ στοὺς ᾿Ορθοδόξους Λαούς.῾Η Πρόνοια ὅμως τοῦ Θεοῦ οἰκονόμησε,

ὥστε νὰ ἀναδειχθοῦν ἐπιφανεῖς Προσωπικότητες,κατὰ τὸν πολυώδυνο καὶ μεταβαστικὸ αὐτὸν αἰῶνα,

ὥστε νὰ στηρίξουν τὸν χειμαζόμενο Λαὸ τοῦ Θεοῦ στὴν ὀρθὴ Πίστι ἔναντι τοῦ ἐντόνου παπικοῦ προσηλυτισμοῦ

 καὶ τῆς ἐπελάσεως τοῦ Μουσουλμανισμοῦ. Μία τοιαύτη Προσωπικότης ἦταν καὶ ὁ Πελοποννήσιος ῞Αγιος Νήφων,

ὁ ὁποῖος διετέλεσε Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης (1482-1486), κατόπιν Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως 

τρεῖς φορὲς (1486-1488, 1497-1498, 1502)

 καὶ τέλος ᾿Αρχιεπίσκοπος Δακίας καὶ Βλαχίας (1498-1505).

῾Η λαμπρὰ παιδεία του οι ευσεβείς γονεῖς τοῦ ῾Αγίου Νήφωνος, Νικόλαος καὶ Μαρία,

ἦσαν λαμπροί,

εὐγενεῖς καὶ ἔντιμοι κατὰ κόσμον, διατελοῦσαν δὲ ὑπὸ τὴν προστασίαν τοῦ Θωμᾶ Παλαιολόγου (1409-1469),

ὁ ὁποῖος ἦταν ἀπὸ τοῦ 1418 ῾Ηγεμὼν τοῦ Δεσποτάτου τοῦ Μωρέως, μὲ ἕδρα τὴν καστροπολιτεία τοῦ Μυστρᾶ.


῾Ο ῞Αγιος Νήφων, κατὰ κόσμον Νικόλαος, ὁ ὁποῖος εἶχε δύο ἀδέλφια, τὸν Δημήτριο καὶ τὴν Μαρία, ἐγεννήθη πιθανώτατα στὸν περίφημο γιὰ τὴν πολιτιστική του τότε ἄνθησι Μυστρᾶ, γύρω στὸ 1418. ᾿Εκτὸς ἀπὸ τὰ πλούσια πνευματικὰ δῶρα, μὲ τὰ ὁποῖα ἐκόσμησε τὸν Νικόλαο ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ,ὥστε νὰ διαλάμπη μὲ τὴν ἀρετὴ καὶ φρόνησί του, ἀξιώθηκε νὰ λάβη μία πολὺ καλὴ μόρφωσι, ἐκκλησιαστικὴ καὶ θύραθεν. Εἶναι ἐνδεικτικόν, ὅτι «ὅταν ἔφθασεν αὐτὸς εἰς τοὺς δώδεκα χρόνους τῆς ἡλικίας του, ἤξευρε πᾶσαν τὴν ἐκκλησιαστικὴν κατάστασιν, ἀκολουθίας τε καὶ ἀναγνώσεις...»· «θέλοντας δὲ νὰ λεπτύνῃ τὸν νοῦν του εἰς τὴν ἑλληνικὴν μάθησιν, ἡ ὁποία εἶναι φώτισις, ἔδωκε τὸν ἑαυτόν του εἰς ἑλληνικὸν φροντιστήριον καὶ εἰς ὀλίγον καιρὸν ἐπέρασεν ὅλους εἰς τὰ ποιητικὰ καὶ γραμματικά,τόσον ἔλαχε δεξιὸς νοῦς». ᾿Αλλὰ καὶ μετέπειτα, τόσο ἀπὸ τὸν ῾Ιερομόναχο ᾿Ιωσήφ, ὁ ὁποῖος ἦταν «διδάσκαλος ἄκρος καὶ ἐνάρετος πολλά», ἐδιδάχθη τὴν «φιλοσοφίαν», ὅσο καὶ ἀπὸ τὸν ῾Ιερομόναχο Ζαχαρία,  ὁ ὁποῖος ἦταν ἐπίσης «σοφώτατος διδάσκαλος καὶ πολλὰ ἐνάρετος»,ἔδρεψε «καρποὺς σοφίας» καὶ ἐδιδάχθη τὴν «ποθουμένην σπουδήν»· ἀλλὰ καὶ μέχρι τῆς ἀναχωρήσεώς του γιὰ τὸ ῞Αγιον ῎Ορος, μετὰ τὴν ῞Αλωσιν, «ἐπέμενε σπουδάζων τὰ μαθήματα τοῦ διδασκάλου του Ζαχαρία».


Εἶχε δὲ ὁ ῞Αγιος Νήφων τοιοῦτο χάρισμα λόγου καὶ σοφίας, «ὥστε ὅλοι ἐθαύμαζαν τὴν σύνεσιν τῶν λόγων του, ὅτι τόσον γλυκὺς ἦτο εἰς τὸ λέγειν, ὥστε δὲν ἠδύνατό τις νὰ τὸν χωρισθῆ, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν γλυκύτητα τῶν λόγων του ἐλησμόνει καὶ τὴν σωματικὴν τροφήν». Τὸ νηπτικὸ βίωμά του όλες οἱ Πατερικὲς Μορφές, οἱ ὁποῖες διὰ μέσου τῶν αἰώνων ἔλαμψαν στὸ στερέωμα τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας, «ὡς φωστῆρες ἐν κόσμῳ, λόγον ζωῆς ἐπέχοντες», συνεδύαζαν τὴν λαμπρὰ μόρφωσι καὶ παιδεία μὲ τὸ νηπτικὸ βίωμα καὶ τὴν ἀποστολικὴ δρᾶσι. Ο ῞Αγιος Νήφων, ἀπὸ νεαρᾶς ἡλικίας, ἦταν πεφυτευμένος παρὰ τὰς διεξόδους τῶν ὑδάτων τῆς γνησίας ᾿Εκκλησιαστικῆς Ζωῆς, εἶχε δηλαδὴ ἀφοσιωθῆ στὸν ᾿Ορθόδοξο ῾Ησυχασμὸ καὶ εἶχε ἀφομοιώσει αὐτόν. Κύριος σκοπὸς τοῦ ἡσυχαστικοῦ τρόπου ζωῆς εἶναι νὰ καθαρθῆ, νὰ φωτισθῆ καὶ νὰ θεωθῆ ὁ Νοῦς καὶ ἡ Καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου, μέσῳ τῆς Πράξεως καὶ τῆς Θεωρίας, δηλαδὴ μὲ τὴν κατὰ Θεὸν ἄσκησι. Τοιουτοτρόπως, ὁ ἄνθρωπος ὁδηγεῖται στὴν θεωρία τοῦ Θεοῦ, στὴν θεοπτία· ἑπομένως, ἔχει τὴν δυνατότητα νὰ ὁμιλῆ γιὰ τὸν Θεὸ ἐκ πείρας καὶ νὰ θεολογῆ ἀπλανῶς. ῾Ο ῞Αγιος Νήφων, πρὸ τοῦ ἀκόμη νὰ ἐνηλικιωθῆ, ἐγκαταλείπει τὴν χήρα μητέρα του καὶ τὴν διατριβὴ στὸ ἡγεμονικὸ περιβάλλον, μεταβαίνει στὴν περιοχὴ τῆς ᾿Επιδαύρου καὶ ὑποτάσσεται στὸν ᾿Ασκητὴ ᾿Αντώνιο. Στὸ πρῶτο αὐτὸ στάδιο τῶν ἀσκητικῶν του ἐπιδόσεων, ἐξωμολογεῖτο ἔνδακρυς τοὺς λογισμούς του, εἶχε ὡς ἐργόχειρο τὴν καλλιγραφία, διότι ἦταν ἄριστος καλλιγράφος, ἐφύλαττε δὲ τὰ ἑξῆς: «ἀργὸν λόγον δὲν ὡμίλησε ποτέ, οὔτε ἐγέλασεν, οὔτε βιβλίον ἐκκλησιαστικὸν ἀνέγνωσε χωρὶς νὰ χύσῃ δάκρυα, οὔτε λόγον ὡμίλησε ποτὲ χωρὶς τὴν εὐλογίαν τοῦ Γέροντός του».


Αὐτὸ ἀκριβῶς εἶναι τὸ πλαίσιο, ἐντὸς τοῦ ὁποίου δραστηριοποιεῖται ὁ ἐν Χριστῷ ἀσκούμενος: ἀποταγή, ὑπακοή, ἀπαρρησίαστον, μελέτη, σιωπή, προσευχή, δάκρυα. Ο Αγιός μας ἐκινεῖτο ἐξ ἀρχῆς μέσα στὸ κλῖμα αὐτό· καὶ μάλιστα ἐνῶ ἦταν ἐκ νεότητος αὐτοῦ κτῆμά του οἱ ἅγιες αὐτὲς ἀρετές, τὸν διέκρινε μία ἀσυνήθιστος ταπείνωσις, ἡ ὁποία διασφάλιζε ὅλο τὸν ἀνεκτίμητο αὐτὸ πλοῦτο. Βλέπομε τὸν ἱερὸ Νήφωνα νὰ «καταφλέγεται ἀπὸ τὸν θεῖον ἔρωτα» καὶ ὄντας ἀνήλικος, νὰ ὑποτάσσεται στὸν ᾿Ασκητὴ ᾿Αντώνιο τῆς ᾿Επιδαύρου· κατόπιν, ὑποτάσσεται στὸν σοφώτατο ῾Αγιορείτη ῾Ιερομόναχο Ζαχαρία καὶ διαμένουν μαζὶ στὸ Μοναστήρι τῆς Θεοτόκου στὴν ᾿Αχρίδα· καὶ τέλος, νὰ καταφεύγη στὸ ῞Αγιον ῎Ορος, ὅπου διετηρεῖτο ἀκόμη ζῶσα ἡ ῾Ησυχαστικὴ Παράδοσις τοῦ ῾Αγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ (1296-1359). Στὴν ῾Ιερὰ Μονὴ Διονυσίου, «ἠγωνίζετο περισσότερον εἰς τοὺς πνευματικοὺς ἀγῶνας, εἰς ἀγρυπνίας,  εἰς νηστείας, εἰς προσευχάς, καὶ εἰς ἀγάπην πρὸς πάντας ἀνόθευτον». ῾Η «ἄκρα καθαρότης» του καὶ τὸ γνήσιο νηπτικὸ βίωμά του εὐδόκησε ὁ Θεὸς νὰ φανερωθοῦν μέσῳ τοῦ ἐναρέτου συνασκητοῦ του Γέροντος Πετρωνίου, ὁ ὁποῖος «ἔξω ἀπὸ τὴν Μονήν, ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός, ἐσηκώθη νὰ προσευχηθῇ καὶ βλέπει τὸν ῞Αγιον ἱστάμενον ὄρθιον, καὶ ἔχοντα ὑψωμένας τὰς χεῖρας καὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς εἰς τὸν οὐρανόν, γεμᾶτον δὲ ὅλον ἀπὸ φῶς,τὸ ὁποῖον ἀνέβαινεν ἕως εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἔλαμπε πανταχόθεν, ὥστε ἀπὸ τὴν λάμψιν ἐκείνην ἔπεσε κατὰ γῆς, ὡς νεκρός, ὁ Πετρώνιος». ᾿Αλλὰ καὶ ἡ βαθυτάτη ταπείνωσίς του ἀνεδείχθη σὲ ὅλο τὸ μεγαλεῖο της, ὅταν ὁ ῞Αγιος ἐπληροφορήθη, ὅτι ἔχει ψηφισθῆ ὡς Ποιμὴν τῆς Θεσσαλονίκης: «ἔπεσε κατὰ γῆς μέσα εἰς τὸν Ναόν, καὶ βρέχων μὲ δάκρυα τὸ ἔδαφος, ἔλεγε· ποῖος εἶμαι ἐγὼ ὁ ταπεινὸς καὶ ἁμαρτωλὸς διὰ νὰ δεχθῶ εἰς τὸν καταπληγωμένον τράχηλόν μου τοιοῦτον βαρύτατον ζυγόν;».


Πρὸς δὲ τοὺς ᾿Αρχιερεῖς ἔλεγε κλαίων: «᾿Εγώ, ἅγιοι ἀρχιερεῖς, μὲ τὸ νὰ εἶμαι καταπληγωμένος ἀπὸ τὰς πολλάς μου ἁμαρτίας, ἦλθον εἰς τοῦτον τὸν τόπον νὰ ἡσυχάσω καὶ νὰ δώσω τέλος, καὶ πῶς ἠμπορῶ νὰ φύγω τὴν ὁδὸν τῆς μετανοίας, καὶ νὰ ἀναλάβω τόσων ψυχῶν τὴν φροντίδα, ὅταν μόλις δύναμαι νὰ σώσω τὴν ἁμαρτωλήν μου ψυχήν;». ῾Η ἀποστολικὴ δρᾶσις του με τις προποθέσεις αὐτές, λαμπρὰ παιδεία καὶ νηπτικὸ βίωμα, ἰσχυρὲς βάσεις γιὰ τὴν γνήσια ἐκκλησιαστικὴ ποιμαντικὴ δρᾶσι, ὁ ῞Αγιός μας ἀσκεῖ ἀποστολικὸ ἔργο, πρὶν μάλιστα νὰ χειροτονηθῆ ᾿Αρχιερεύς, καὶ καταξιώνεται ὡς μεγάλη Πατερικὴ Μορφή. ῾Η προσφορά του στὸν τομέα αὐτὸ ἦταν ἀνεκτίμητος, τόσο γιὰ τοὺς βαλκάνιους Λαούς, ὅσο καὶ -ἰδιαιτέρως- γιὰ τοὺς Ρουμάνους. Νέος ἀκόμη Μοναχός, ὁ θεῖος Νήφων ἀγωνίζεται ἐναντίον τοῦ ἐκφραγκισμοῦ τῶν ᾿Ορθοδόξων: «᾿Επειδὴ τὸν καιρὸν ἐκεῖνον ἦτο μεγάλη σύγχυσις καὶ ταραχὴ εἰς τὰς ᾿Εκκλησίας, διὰ τὴν ψευδοσύνοδον ποὺ ἔγινε τότε εἰς Φλωρεντίαν ὑπὸ ᾿Ιωάννου τοῦ Παλαιολόγου, καὶ οἱ ᾿Ανατολικοὶ δὲν ἤθελαν νὰ τὴν δεχθοῦν παντελῶς, διὰ τοῦτο, ὁ σοφὸς Ζαχαρίας ὁμοῦ μὲ τὸν ἱερὸν Νήφωνα μετέβησαν» στὶς περιοχὲς τῆς σημερινῆς ᾿Αλβανίας, «διδάσκοντες ἐπ᾿ ᾿Εκκλησίας τοὺς Χριστιανοὺς νὰ ἵστανται στερεοὶ εἰς τὴν ᾿Ορθοδοξίαν καὶ εἰς τοὺς ῞Ορους τῶν ῾Αγίων ᾿Αποστόλων καὶ τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων». ᾿Αλλὰ καὶ ὅταν ἀνεδείχθη Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης (1482), ὥριμος πλέον καὶ ὄντως θεοφόρος, «βλέπων τοὺς Χριστιανοὺς συγχυσμένους ἀπὸ τοὺς Λατινόφρονας καὶ τὴν καινοτομίαν τῆς ἐν Φλωρεντίᾳ ψευδοσυνόδου, ἐδίδασκε καθ᾿ ἑκάστην τὰ θεία Δόγματα τῶν ᾿Αποστόλων καὶ τῶν θείων Συνόδων, ἀποβάλλων τελείως τὰς καινοτομίας καὶ τὰς σοφιστικὰς ἀποδείξεις τῶν Λατίνων, καὶ τοὺς παρήγγελε νὰ φυλάττουν τὴν ᾿Ορθοδοξίαν ἀνόθευτον».


᾿Εν τούτοις, ἡ δρᾶσις τοῦ ῾Αγίου Νήφωνος στὴν Βλαχία, ἐξ ἐπόψεως ἀποστολικῆς, «ἔχει μεγαλυτέραν ἀξίαν». ῾Η Μητρόπολις Οὑγγροβλαχίας, ἡ ὁποία εἶχε ἱδρυθῆ πρὸ ἑνὸς περίπου αἰῶνος (1356, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Κάλλιστος Α´, Αὐτοκράτωρ ᾿Ιωάννης Ε´ Παλαιολόγος), ὑπαγομένη στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, διήρχετο ἤδη περίοδον παρακμῆς. Ο ῾Ηγεμὼν Ράδουλος ἢ Ράντος ὁ Μέγας (1496-1508) μετακαλεῖ στὴν Βλαχικὴ ῾Ηγεμονία τὸν Πατριάρχη Νήφωνα, «διότι πεπαιδευμένος οὗτος καὶ γνώστης τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων ἠδύνατο ν᾿ ἀναδιοργανώσῃ τὴν ᾿Εκκλησίαν Οὑγγροβλαχίας». ῾Η φήμη τοῦ ῾Αγίου ὡς «ἐκκλησιαστικοῦ ἀνδρὸς μεγάλης παιδεύσεως καὶ ἱκανότητος» εἶχε διαδοθῆ παντοῦ στὸ ὑπόδουλο ῎Εθνος τῶν ᾿Ορθοδόξων. «῎Οντως ὁ ῞Αγιος Νήφων εὐηργέτησε τὴν ᾿Εκκλησίαν» τῆς Ρουμανίας, «ἐπιδοθεὶς μετὰ τῶν μαθητῶν του Μακαρίου καὶ ᾿Ιωάσαφ εἰς τὴν ἀναδιοργάνωσιν αὐτῆς καὶ χειροτονήσας δύο ἐπισκόπους εἰς τὰς ὑπ᾿ αὐτοῦ ἱδρυ- θείσας ᾿Επισκοπὰς Ριμνικίου καὶ Μπουζαίου». Εἶναι ἀξιοσημείωτον, ὅτι ἡ χώρα κατὰ τὴν περίοδο αὐτή, ἀπὸ τοῦ δευτέρου ἡμίσεως τοῦ ΙΔ´ αἰ. καὶ ἑξῆς, «εὑρέθη ὑπὸ σφοδρὰς λατινικὰς ἐπιδράσεις ἀπὸ Οὑγγαρίας καὶ Πολωνίας, αἵτινες παρέσυρον καί τινας ἡγεμόνας εἰς τὴν Λατινικὴν ᾿Εκκλησίαν». Στὴν Ρουμανία, ὁ ῞Αγιος Νήφων ἔγινε δεκτὸς «ὡς ἀπὸ Θεοῦ πεμπόμενος» καὶ «ὅλοι ἐδόξαζον τὸν Θεόν, διότι τοὺς ἀπέστειλε τοιοῦτον φωστῆρα, καὶ τοὺς ὡδήγησεν εἰς τὴν ὁδὸν τῆς ἀληθείας καὶ τὸν ὠνόμαζον νέον Χρυσόστομον».


Ως ᾿Αρχιεπίσκοπος Δακίας καὶ Βλαχίας (Μητροπολίτης Οὑγγροβλαχίας), ὁ ῞Αγιος ἐπεδόθη μὲ μεγάλο ζῆλο στὸ ἀποστολικό του ἔργο, «σώζοντας τὴ Ρουμανικὴ ᾿Εκκλησία ἀπὸ τὴν ἔντονη παπικὴ προπαγάνδα, τὴν ἠθοφθορία καὶ ἀμέλεια κλήρου καὶ λαοῦ». ῾Η γνησία ἀποστολικότης τῆς ποιμαντικῆς δράσεώς του περιελάμβανε καὶ τὴν διάστασι τῆς προσελκύσεως ἀλλοθρήσκων στὸ φῶς τῆς ᾿Ορθοδοξίας, ἐνδεικτικὸν καὶ τοῦτο τοῦ ἀποστολικοῦ βιώματος: «καὶ τρόπων μέτοχος καὶ θρόνων διάδοχος, τῶν ᾿Αποστόλων γενόμενος, τὴν Πρᾶξιν εὗρες θεόπνευστε, εἰς Θεωρίας ἐπίβασιν». Κατὰ τὴν πρώτην πατριαρχείαν του στὴν Κωνσταντινούπολι (1486- 1488), πλήρης θείου ζήλου, «ἐκήρυττε μεγαλοφώνως τὰ θεῖα δόγματα, διδάσκων καθ᾿ ἑκάστην ὡς ἄλλος ᾿Απόστολος, νουθετῶν, ἐπιτιμῶν μετρίως, καὶ σπουδάζων διαφόρους τρόπους, διὰ νὰ ἀποδιώξῃ τοὺς λύκους μακρὰν ἀπὸ τὴν ποίμην τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ στερεώσῃ τὴν ᾿Ορθοδοξίαν, καὶ μὲ τὰ θεῖα καὶ πάνσοφα λόγιά του ἐκέρδαινε καὶ πολλοὺς ἀπίστους, οἱ ὁποῖοι ἐλάμβανον μυστικὰ ἀπὸ αὐτὸν τὸ θεῖον βάπτισμα καὶ ἐνδυναμούμενοι μὲ τὰς εὐχάς του ἠρνοῦντο καὶ πατρίδα καὶ γένος καὶ ἔφευγον μακράν,διὰ νὰ μὴ κινδυνεύουν ἀπὸ τοὺς ἀσεβεῖς». ῾Η Κληρονομιά του, όλος ὁ Βίος καὶ ἡ Πολιτεία του ῾Αγίου Νήφωνος τοῦ Διονυσιάτου εἶναι θαυμαστὸς καὶ πλήρης ὠφελείας γιὰ τὸν εὐλαβῆ ἀναγνώστη. ῏Ηταν ὁ δέκατος Πατριάρχης, σὲ διάστημα περίπου τριάκοντα ἐτῶν, μετὰ τὸν περίφημο Γεννάδιον Σχολάριον τὸν ᾿Ανθενωτικὸν (+1472), ἐξ ὅσων δὲ γνωρίζουμε ὁ μόνος μετὰ τὴν ῞Αλωσιν Πατριάρχης ῞Αγιος Θαυματουργός.


Δικαίως ὁ ῞Αγιος Νήφων τιμᾶται καὶ ἑορτάζεται στὴν Ρουμανία, ἀλλὰ καὶ «ἀναγνωρίζεται ὡς σωτὴρ τῆς ᾿Ορθοδοξίας» στὴν χώρα αὐτή, διότι «ἂν μὴ ὁ μακάριος Πατριάρχης ἔσπευδε διὰ τῆς ἁγιωτάτης του ζωῆς, καὶ τῶν θείων διδασκαλιῶν του ἀνέστελλε τὰ ὕπουλα μέσα τῆς παπικῆς λύμης [βλάβης, φθορᾶς], ὁλόκληρος ἡ Βλαχία καὶ ἠ Μολδαυΐα θὰ ὑφίσταντο τὴν φθορὰν τῶν ἄλλων δύο ἀδελφῶν ἐπαρχιῶν, Τρανσυλβανίας καὶ Γαλικίας, ὅπου ἡ Οὐνία ἀριθμεῖ εἰς ἑκατομμύρια τοὺς ὀπαδούς της». Στὸ θεοστόλιστο πρόσωπο τοῦ ῾Αγίου Νήφωνος ἐνσαρκώνεται γιὰ πολλοστὴ φορὰ ἡ ἀδιαμφισβήτητος ἀλήθεια,ὅτι ὁ ᾿Ορθόδοξος ῾Ησυχασμὸς εἶναι ὁ ἀσάλευτος βράχος,ἐπὶ τοῦ ὁποίου στηρίζεται ὄχι μόνον ἡ Μοναχικὴ Ζωή, ἀλλὰ καὶ ἡ Θεολογία καὶ ἡ Ποιμαντικὴ τῆς ᾿Εκκλησίας. Ο γνήσιος Ποιμὴν στὴν ᾿Ορθόδοξο Παράδοσί μας εἶναι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος ἔχει βίωμα νηπτικόν, ἔχει ἦθος φιλοκαλικόν, μὲ κέντρον τὴν Καρδιακὴν Προσευχήν, τὴν νοερὰν ἐν τῇ καρδίᾳ ἀδιάλειπτον Εὐχὴν τοῦ ᾿Ιησοῦ. Μέσῳ τῆς ἀδιαλείπτου Καρδιακῆς Προσευχῆς, «ὁ Νοῦς καθαίρεται, φωτίζεται καὶ τελειοῦται», ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὄντως ῎Ανθρωπος, εὑρίσκεται δηλαδὴ στὴν ὁλοκληρία του, διότι ἔχει ἀξιωθῆ νὰ ἐπιτύχη στὸν σκοπὸ τῆς χριστιανικῆς ζωῆς, δηλαδὴ ἔχει ἀποκτήσει τὸ ῞Αγιον Πνεῦμα. ῾Ο ἀληθινὸς Χριστιανός, λέγει ὁ ῞Αγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, «ἐκ τριῶν ὑφέστηκε [συνίσταται]· χάριτος Πνεύματος ἐπουρανίου, ψυχῆς λογικῆς, καὶ γηΐνου σώματος».


Η πηγὴ τῆς θεοποιοῦ προσευχῆς, διὰ τὴς ὁποίας θὰ ἀποκτήσωμε τὸ ῞Αγιον Πνεῦμα, εἶναι μέσα μας, δυνάμει τοῦ ῾Αγίου Βαπτίσματος καὶ τοῦ Χρίσματός μας· αὐτὴ ἡ πηγὴ πρέπει νὰ ἀνακαλυφθῆ, νὰ ἀποκαλυφθῆ, νὰ ἀνοίξη μέσῳ τῆς Πράξεως καὶ τῆς Θεωρίας. Η ἄσκησις καὶ ἡ προσευχὴ μᾶς μεταφέρουν, ἀπὸ τὸ παρὰ φύσιν τῆς ἁμαρτίας καὶ ἐμπαθείας,στὸ κατὰ φύσιν τῶν ἀρετῶν, περαιτέρω δὲ μᾶς ὁδηγοῦν στὸ ὑπὲρ φύσιν καὶ τὴν ἁγιότητα. Το χάρισμα λοιπὸν τῆς Νοερᾶς Προσευχῆς δὲν εἶναι προνόμιο τῶν Μοναχῶν καὶ ᾿Ασκητῶν, ἀλλὰ δίδεται σὲ ὅλους γενικὰ τοὺς ᾿Ορθοδόξους Χριστιανούς, ὅταν αὐτοὶ κινοῦνται μέσα στὰ ὅρια τῆς ῾Ησυχαστικῆς Παραδόσεώς μας,μὲ τὴν ὁδηγία τοῦ Πνευματικοῦ τους. Μία πολὺ κατανυκτικὴ διήγησις, τὴν ὁποία ἐν συνεχείᾳ θὰ Σᾶς ἀναγνώσω, θὰ βεβαιώση τοῦ λόγου τὸ ἀσφαλές, ἐφ᾿ ὅσον -ἐκτὸς τῶν ἄλλων- ἀναφέρεται σὲ ἕνα γεγονὸς τῶν ἡμερῶν μας. ῞Ενας πολὺ γνωστὸς Πνευματικὸς στὴν ῾Ελλάδα, ὁ ὁποῖος δραστηριοποιεῖται σήμερα στὸ ἐπίνειο τῶν ᾿Αθηνῶν, τὸν Πειραιᾶ, διηγεῖται τὰ ἑξῆς: «Σὲ κάποια πόλι τῆς Πολεποννήσου, συναντήθηκα κάποτε μὲ ἕναν χριστιανό, περίπου 32 ἐτῶν, ποὺ μοσχομύριζε κάτι σὰν δενδρολίβανο. Καὶ ἡ ἔκπληξίς μου μεγάλωσε ἀκόμη περισσότερο, ὅταν ἄρχισε νὰ μοῦ μιλάη γιὰ τὴν Εὐχή, τὸ “Κύριε ᾿Ιησοῦ Χριστέ,ἐλέησόν με”, διαπιστώνοντας ὅτι ἀπὸ τὸ στόμα του ἐξήρχετο ἡ ἄρρητος εὐωδία τοῦ Παναγίου Πνεύματος.


Γιὰ τὸ κομποσχοίνι καὶ τὴν Εὐχὴ εἶχε μάθει πρὶν ἀπὸ χρόνια στὸν ῞Αγιον ῎Ορος καὶ ἀπὸ τότε τὴν ἔλεγε ἀσταμάτητα, μέρα νύκτα, καὶ πολλὲς φορὲς χωρὶς διακοπὴ ἀκόμα καὶ τὶς νύκτες. ῾Η Εὐχὴ ἀναπληροῦσε καὶ τὶς φυσικὲς ἀνάγκες τοῦ ὕπνου του. ῎Ετσι, σιγὰ-σιγὰ ἡ προσευχὴ τοῦ ᾿Ιησοῦ ἔγινε πνευματικὴ καὶ νοερὰ μέσα στὴν καρδιά του καὶ ἀπολάμβανε τὸ μεγαλεῖο της, χωρὶς νὰ μπορῆ νὰ ἑρμηνεύση τὸ πῶς λέγεται μέσα του ἡ Εὐχὴ καὶ μάλιστα ἀπὸ τὸ μέρος τῆς καρδιᾶς του, μὲ πολλὴ γλυκύτητα καὶ χωρὶς αὐτὸς νὰ τὴν λέγη συνειδητὰ εἴτε προφορικὰ εἴτε μὲ τὸν ἐνδιάθετο λόγο. Αὐτὸ εἶναι τὸ μεγαλεῖο τῆς πνευματικῆς προσευχῆς καὶ εἰδικώτερα τῆς Νοερᾶς λεγομένης προσευχῆς. Κάποτε, σὲ μιὰ τέτοια κατάστασι, ἀλλοιώθηκε τόσο πολὺ ἀπὸ τὴν Χάρι τοῦ Θεοῦ, ὥστε... (ὅπως χαρακτηριστικὰ μοῦ εἶπε): “Ξέχασα τὸν ἑαυτό μου, ἦτο σὰν νὰ χάθηκα καὶ ἀπροσδόκητα αἰσθάνθηκα πὼς ἡ ψυχή μου ἦτο μέσα στὰ ἀνοικτὰ χέρια τοῦ Πνευματικοῦ μου, τοῦ Πατρὸς Γ. Κ., ὁ ὁποῖος προσηύχετο μπροστὰ σ᾿ ἕναν οὐράνιο ὁλόλαμπρο θρόνο, ποὺ εἶχε πολὺ Φῶς καὶ Δόξα Θεοῦ. Σὲ λίγο -δὲν ξέρω πότε- αὐτὸ τὸ οὐράνιο Φῶς ἔλουσε καὶ τὸν Πνευματικό μου καὶ τὸν λάμπρυνε τόσο πολύ, ποὺ εἶχα τὴν αἴσθησι ὅτι ἔκλεισα τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μου.


Πῶς ἔβλεπα καὶ πῶς τὰ ἔκλεισα, δὲν ξέρω. Σφιχταγκαλιασμένη καθὼς ἦτο ἡ ψυχή μου μὲ τὸν Πνευματικό μου, τὸν ἄκουσα νὰ προσεύχεται στὸν Κύριον ἡμῶν ᾿Ιησοῦν Χριστὸν γιὰ μένα. Δὲν τολμοῦσα νὰ σηκώσω τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μου, ἐν τούτοις, ἔνοιωθα αὐτὴν τὴν ὑπέρλαμπρη φωτοχυσία νὰ μὲ πλημμυρίζη, νὰ μὲ λούζη κυριολεκτικά, νὰ μὲ γεμίζη ἀπὸ χαρά, εὐτυχία, εἰρήνη, θαυμασμό, ἀγαλλίασι... Κάποτε συνῆλθα. ῎Ενοιωθα νὰ μὴν πατῶ στὴ γῆ καὶ ἡ προσευχὴ τοῦ ᾿Ονόματος τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ νὰ λέγεται ἀπὸ μέσα μου ἄπειρες φορές: ᾿Ιησοῦ μου... ᾿Ιησοῦ μου... ᾿Ιησοῦ μου... ᾿Ιησοῦ μου... Τρεῖς-τέσσερις μέρες, οὔτε ἔφαγα, οὔτε ἤπια σταγόνα νερὸ, οὔτε κοιμήθηκα, μόνο ἀπελάμβανα ἀδιάλειπτα μιὰ οὐράνια εὐτυχία, ποὺ δὲν περιγράφεται. Τὰ δὲ δάκρυά μου ἔτρεχαν σὰν ποτάμι συνεχῶς καὶ ἦσαν γλυκύτατα”». Θα πρέπει λοιπόν, οἱ ἀδελφοί μας ᾿Ορθόδοξοι Ρουμᾶνοι νὰ καυχῶνται ἐν Κυρίῳ καύχησιν μεγάλην, διότι στοὺς κόλπους τους διαφυλάσσεται ἡ Κληρονομιὰ τοῦ ῾Αγίου Νήφωνος τοῦ Διονυσιάτου, ἡ Πατερικὴ Κληρονομιὰ τῆς ᾿Αποστολικότητος, τοῦ ῾Ησυχασμοῦ καὶ τοῦ συνεπακόλουθου ᾿Αντιπαπισμοῦ.



῎Αλλωστε, ἂς μὴ λησμονῆται ποτέ,

ὅτι τὴν Κληρονομιὰ αὐτὴ ἀνενέωσε καὶ συνέχισε μὲ πλήρη συνέπεια καὶ προεκτάσεις ἐκπληκτικὲς 

ὁ ῞Οσιος Παΐσιος Βελιτσκόφκυ (1722-1794),

τὸ ἕτερο μεγάλο καύχημα τῆς Ρουμανίας καὶ συμπάσης τῆς ᾿Ορθοδοξίας.

Τὸ πνευματικὸ κίνημα τῆς παϊσιανῆς ἀναγεννήσεως ἐκκίνησε ἐπίσης ἀπὸ τὸ ῞Αγιον ῎Ορος,

ὅπου ὁ Μέγας Γέρων ἔζησε δεκατρία περίπου ἔτη (1750-1763), συνεχίσθηκε δὲ καὶ ἑδραιώθηκε στὴν Μολδαβία,

μάλιστα στὴν περίφημη Μονὴ τοῦ Νεάμτς, ὅπου διῆλθε τὰ τελευταῖα δέκα πέντε ἔτη τῆς ζωῆς του (1779-1794).

Η Μονὴ αὐτὴ ὠργανώθηκε ἀπὸ τὸν ῞Οσιο Παΐσιο καὶ ἐλειτούργησε μὲ κέντρο καὶ ψυχή της τὸ ῾Ησυχαστικὸ Φιλοκαλικὸ ῏Ηθος,

ἔφθασε δὲ νὰ καταστῆ ἡ μεγαλυτέρα Μονὴ στὸν τότε ὀρθόδοξο κόσμο:

εἶχε χιλίους Μοναχοὺς ἀπὸ δέκα ἐθνότητες!

Τὸ ἐκπλητικὸ αὐτὸ φαινόμενο, μάλιστα γιὰ τὴν τόσο δύσκολη ἐκείνη ἐποχή,

καταδεικνύει τὸν ἀπίστευτο δυναμισμὸ τῆς ῾Ησυχαστικῆς Παραδόσεώς μας.

Τὸ Φῶς λοιπὸν αὐτὸ τῆς Νηπτικῆς καὶ ᾿Αποστολικῆς Κληρονομιᾶς, τοῦ ὁποίου φορέας γνήσιος

 ἦταν ἡ μεγάλη Πατερικὴ Μορφὴ τοῦ ῾Αγίου Νήφωνος τοῦ Διονυσιάτου, εἴθε νὰ καταυγάζη

 τὴν σύγχρονή μας Ρουμανικὴ ᾿Ορθοδοξία καὶ νὰ ἑνώνη ὑπερεθνικὰ ὅλους τοὺς ᾿Ορθοδόξους,

ὥστε νὰ δίδωμε ἅπαντες τὴν καλὴν μαρτυρίαν ἔναντι τῶν μεγάλων προκλήσεων τῆς συγκρητιστικῆς ἐποχῆς μας.

Ταῖς τοῦ ῾Αγίου Νήφωνος,

σωτῆρος τῆς ᾿Ορθοδοξίας ἐν Ρουμανίᾳ,

πρεσβείαις, 

Χριστὲ ὁ Θεός, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς.

᾿Αμήν!


Εκ της Ιστοσελίδας της Ιεράς Μητρόπολης Ωρωπού και Φυλής 
της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών
Επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


῎Εγραφον ἐν τῇ ῾Ιερᾷ Μονῇ ῾Αγίου Κυπριανοῦ παρὰ τὴν Φυλὴν ᾿Αττικῆς,τῇ 1ῃ Αὐγούστου 2008.

† Μνήμη τῶν ῾Αγίων Μακκαβαίων.

Δόξα καὶ Εὐχαριστία τῷ Δωρεοδότῃ Θεῷ!


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF