ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Τρίτη 15 Μαρτίου 2016

ΗΡΩΙΚΟΣ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΣΕΠΤΩΝ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΝ ΑΝΑΣΤΗΛΩΤΗΣ

 


Ενώ ὁ Οἰκουμενισμὸς καλπάζει σὲ ὅλες του τὶς μορφές, 

ἐκφράσεις καὶ ἐκφάνσεις, 

ἀκριβῶς μάλιστα κατὰ τὴν ἔναρξι μιᾶς ἴσως καθοριστικῆς συναντήσεως 

τοῦ ἐνδοτικοῦ Θεολογικοῦ Διαλόγου ὀρθοδόξων Οἰκουμενιστῶν καὶ Παπικῶν στὴν Βιέννη τῆς Αὐστρίας, 

ἑορτάζουμε λειτουργικῶς τρεῖς ᾿Επετείους μιᾶς῾Ηγετικῆς μορφῆς τῆς συγχρόνου ᾿Ορθοδοξίας: 

τὰ 55 ἔτη ἀπὸ τῆς Κοιμήσεως ἐν Κυρίῳ τοῦ Μητροπολίτου πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου(Καβουρίδου),

 τὰ 75 ἔτη ἀπὸ τῆς ἐνάρξεως τοῦ῾Ομολογιακοῦ ἀγῶνος του ὑπὲρ τῶν Πατρώων Παραδόσεων

 καὶ τὰ 140 ἔτη ἀπὸ τῆς γεννήσεώς του στὴν Μάδυτο τῆς ᾿Αν.Θράκης.



῾Ο ἑορτασμός μας δὲν εἶναι ἄκαιρος 

καὶ τὰ πολλαπλᾶ μηνύματά του δὲν εἶναι ἄσχετα μὲτὴν τραγικὴ ἐκκλησιαστικὴ πραγματικότητα. 

Μέσα στὴν ἱστορία, ἀπὸ τὰ ἀποστολικὰ ἀκόμη χρόνια, 

γνωρίζουμε ὅτι δρᾶ καὶ ἐνεργεῖται

 -εἴτε φανερὰ εἴτε συγκεκαλυμμένα- τὸ «μυστήριον τῆς ἀνομίας»1. 

᾿Απώτερος σκοπὸς αὐτοῦεἶναι ἡ παρεμπόδισις καὶ εἰ δυνατὸν ματαίωσις 

τοῦ μυστηρίου τῆς σωτηρίας ἐντὸς τοῦ μυστηρίου τῆς μιᾶς καὶ μοναδικῆς ᾿Εκκλησίας τοῦ Χριστοῦ,

 ἰδίως μέσῳ τῆς νοθεύσεως τῆς ᾿Αληθείας τῆς Πίστεως διὰ τῶν αἱρέσεων.



του Επισκόπου Γαρδικίου κ. Κλήμεντος


Τὸ «μυστήριον τῆς ἀνομίας» ἀποβλέπει στὴν ἐξέλιξι καὶ ἐπικράτησι τῆς «ἀποστασίας» 2, ἡ ὁποία ὅταν κορυφωθῆ θὰ ἐκθρέψη καὶ θὰ ἀναδείξη «τὸν ἄνθρωπον τῆς ἁμαρτίας καὶ υἱὸν τῆς ἀπωλείας» 2, ἤτοι τὸν ᾿Αντίχριστον, γιὰ τὴν τελικὴ δοκιμασία τῆς ᾿Εκκλησίας πρὸ τῆς Δευτέρας καὶ ᾿Ενδόξου Παρουσίας τοῦ Κυρίου μας ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. Η μεγάλη αἵρεσις τοῦ Παπισμοῦ, ἡ ὁποία ἀπεκόπη ἀπὸ τὴν ᾿Εκκλησία τὸν ΙΑ´ αἰ., εἶναι γνωστὸν ὅτι προέβη ἀσυγκράτητα σὲ πλυμμηρίδα καινοτομιῶν καὶ κακοδοξιῶν. Μία ἀπὸ αὐτὲς ἦταν καὶ ἡ ἐπινόησις τοῦ λεγομένου Γρηγοριανοῦ ῾Ημερολογίου τὸν ΙΣΤ´ αἰ., τὸ ὁποῖο καταδικάσθηκε καὶ ἀπὸ τρεῖς Πανορθοδόξους Συνόδους στὴν Κωνσταντινούπολι τοῦ 1583, τοῦ 1587 καὶ τοῦ 1593. ῎Εκτοτε, ἡ ἐπιμονὴ τῶν Λατίνων νὰ ἐπιβάλουν τὴν ἡμερολογιακὴ Καινοτομία τους στὴν ᾿Ορθόδοξη ᾿Εκκλησία, ἐθεωρεῖτο παπικὴ ἐπιβουλὴ καὶ ἀπερρίπτετο κατηγορηματικὰ ἀπὸ τὴν ᾿Ορθοδοξία μέχρι καὶ τὶς ἀρχὲς τοῦ Κ´ αἰ.3 Τὸ 1920, ἡ ᾿Εγκύκλιος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου τῆς Κωνσταντινουπόλεως «Πρὸς τὰς ἁπανταχοῦ ᾿Εκκλησίας τοῦ Χριστοῦ», διεκήρυξε τὴν ἐκκλησιολογικὴ αἵρεσι τοῦ Οἰκουμενισμοῦ στὸν χῶρο τῆς ᾿Ορθοδόξου᾿Εκκλησίας, προτείνουσα ὡς πρῶτο πρακτικὸ μέτρο προσεγγίσεως μὲ τοὺς ἑτεροδόξους κοινὸ ἡμερολόγιο γιὰ τὸν συνεορτασμὸ τῶν χριστιανικῶν ἑορτῶν. Τὸ οἰκουμενιστικὸ Συνέδριο τοῦ 1923 στὴν Κωνσταντινούπολι, ὑπὸ τὸν Μασῶνο πατριάρχη Μελέτιο Μεταξάκη, ἀπεφάσισε τὴν ἡμερολογιακὴ Καινοτομία, μὲ πρόθεσι καὶ τὴν ἀλλαγὴ τοῦ Πασχαλίου, ὡς καὶ σειρὰ μεταρρυθμίσεων στὴν ᾿Εκκλησία, πρὸς ἀθέτησιν καὶ καταπάτησιν τῶν ῾Ιερῶν Κανόνων καὶ τῆς ᾿Εκκλησιαστικῆς Παραδόσεως. 


Τὸ 1924 ἀποφασίσθηκε μονομερῶς ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, κατόπιν καταλλήλου χειρισμοῦ τοῦ ἀρχιεπισκόπου ᾿Αθηνῶν Χρυσοστόμου (Παπαδοπούλου), ἡ ἐφαρμογὴ τῆς ἡμερολογιακῆς Καινοτομίας σὲ ὀλίγες μόνον ἐκ τῶν Τοπικῶν ᾿Ορθοδόξων ᾿Εκκλησιῶν. ῾Η ᾿Εκκλησία διαιρέθηκε καὶ διασπάσθηκε σὲ Καινοτόμους καὶ ᾿Ακαινοτομήτους ὡς πρὸς τὸ ζήτημα τοῦ ῾Ημερολογίου. ῞Ενα «μικρὸν ποίμνιον» στὴν Πατρίδα μας, τὸν ὁποῖον ὁσημέραι αὐξανόταν, ἀρχικὰ ἄνευ ᾿Αρχιποιμένων, ἀντιτάχθηκε θυσιαστικὰ στὴν φιλαιρετικὴ ἐπιβολή, ἡ ὁποία δὲν διέθετε ᾿Εκκλησιαστικό, Κανονικὸ καὶ Ποιμαντικὸ ἔρεισμα, παρὰ μόνον κοσμικὰ καὶ ψευδο-επιστημονικὰ ἐπιχειρήματα. Η Καινοτόμος ᾿Εκκλησία στὴν ῾Ελλάδα, ἡ ὁποία ἐβάπτισε τὸ Νέο ῾Ημερολόγιο ὡς «διωρθωμένο ᾿Ιουλιανό», ἄν καὶ τοῦτο θὰ συμπίπτη μὲ τὸΓρηγοριανὸ ἕως τοῦ ἔτους 2800, δὲν φοβήθηκε τὴν «σοβαρὴ σύγχυση»4 ποὺ ἡ μεταρρύθμισις ἐπέφερε στὴν ζωὴ τῆς ᾿Εκκλησίας, οὔτε τὴν «ἀντίδραση»4 τοῦ θεοφιλοῦς Ποιμνίου. 


῾Η «πολιτικὴ παρέμβαση»4 ἦταν ἀπαραίτητη γιὰ τὴν «καθιέρωσι» τῆς ἑορτολογικῆς Καινοτομίας, ἡ ὁποία καὶ γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ εἶναι ἀξιοθρήνητη καὶ ἀπορριπτέα. Οἱ «δυσμενεῖς ἐπιπτώσεις»4 τῆς Καινοτομίας ἦταν ἁπτές. Σεβαστὴ μερίδα τῶν πιστῶν ἀρνήθηκε νὰ τὴν ἀποδεχθῆ καὶ συνέστησε τὴν «῾Ελληνικὴ Θρησκευτικὴ Κοινότητα τῶν Γνησίων ᾿Ορθοδόξων Χριστιανῶν». ᾿Εντὸς τῆς ῾Ιεραρχίας τῆς Καινοτομίας ὑπῆρξε διάστασις γιὰ τὸ ῾Ημερολογιακὸ θέμα. Πολλοὶ παραδοσιακοὶ ῾Ιεράρχες ἀντιδροῦσαν καὶ ἠγωνίζοντο γιὰ τὴν ἐπαναφορὰ τοῦ Πατρίου ᾿Εκκλησιαστικοῦ ῾Ημερολογίου. Μεταξὺ αὐτῶν, ἕνας ῾Ιεράρχης προέβη σὲ μία πολὺ συνετὴ παρατήρησι, ἡ ὁποία ἤγγιζε τὴν οὐσίαν τοῦ προβλήματος. Συγκεκριμένα, ὁ Μητροπολίτης Φλωρίνης Χρυσόστομος (Καβουρίδης, ὁ ἀπὸ ῎Ιμβρου καὶ Τενέδου καὶ εἶτα Πελαγονίας), εἶπε στὴν Ι´ ῾Ιεραρχία τῆς 27.6.1929: «῾Υποβάλλων σχετικὸν ὑπόμνημα, παρακαλῶ νὰ ληφθῇ ὑπ᾿ ὄψιν, ὅτι τὸ ἡμερολόγιον πρέπει νὰ ἐξετασθῇ κυρίως ἀπὸ ἀπόψεως τῆς διαφορᾶς πρὸς τοὺς καθολικοὺς (παπικούς), πρὸς τοὺς ὁποίους τὸ παλαιὸν ἡμερολόγιον ἀποτελεῖ ἕνα φραγμὸν διὰ τοὺς Χριστιανοὺς (᾿Ορθοδόξους). Τοῦτο ἔχει ἐθνικῶς μεγάλην σημασίαν καὶ θὰ ἔχῃ μεγίστας συνεπείας, τὰς εὐθύνας τοῦ ὁποίου δὲν δύναμαι νὰ βαστάσω»5. 


Πράγματι, τὸ ἐκκλησιαστικὸ ἡμερολόγιο εἶναι «φραγμὸς» ἔναντι τῆς ἐπιβουλῆς τῶν αἱρετικῶν, καὶ ὡς τοιοῦτο ἐθεωρεῖτο ἀνέκαθεν στὸν ᾿Ορθόδοξο χῶρο, ἕως ὅτου οἱ ἴδιοι οἱ Ποιμένες ἀπεφάσισαν νὰ τὸν καταρρίψουν πρὸς διακινδύνευσιν τῆς θείας ᾿Αμπέλου... Αργότερα, ὁ ἴδιος ῾Ομολογητὴς ῾Ιεράρχης ὡς Μητροπολίτης πλέον πρώην Φλωρίνης καὶ ῾Ηγέτης τῶν ᾿Ακαινοτομήτων τοῦ Πατρίου ῾Ημερολογίου, ἔγραφε γλαφυρῶς, ὅτι οἱ ῞Αγιοι Πατέρες γιὰ νὰ διαφυλάξουν τὴν ᾿Ορθόδοξο ᾿Εκκλησία ἀπὸ τὴν κακόδοξο τῆς Δύσεως,«ἤγειραν δίκην προμαχώνων καὶ προπυργίων τοὺς φραγμοὺς τῶν Κανόνων καὶ τῶν Συνοδικῶν διατάξεων... ῞Ενα ἐκ τῶν προμαχώνων τούτων τῆς ᾿Ορθοδοξίας ἀποτελεῖ καὶ τὸ ᾿Εκκλησιαστικὸν ἑορτολόγιον, ὅπερ χωρίζει τὰς ᾿Ορθοδόξους ᾿Εκκλησίας ἀπὸ τὰς αἱρετικὰς τοιαύτας εἰς τὸν ἑορτασμὸν τῶν ἑορτῶν καὶ τὴν τήρησιν τῶν νηστειῶν καὶ παρέχει αἰσθητῶς οὕτως εἰς τοὺς ἁπλουστέρους τῶν πιστῶν τὴν ἔννοιαν τῆς ᾿Εκκλησιαστικῆς διαφορᾶς τοῦ ᾿Ορθοδόξου ἀπὸ τοῦ αἱρετικοῦ καὶ κακοδόξου»6. ῞Ομως, ἐφ᾿ ὅσον ὁ «προμαχὼν» κατερρίφθη, ἦταν πλέον ἀναμενομένη ἡ οἰκουμενιστικὴ πελαγοδρομία τῶν Καινοτόμων, ὅπως τὴν βλέπουμε νὰ ἐκτυλίσσεται σήμερα!... 


῾Η ἡμερολογιακὴ Καινοτομία δὲν ἔγινε χάριν ἀστρονομικῆς καὶ χρονομετρικῆς ἀκριβείας, ὅπως ὑπεστήριζαν καὶ ὑποστηρίζουν οἱ ὑπερασπιστές της, ἄν καὶ γνωρίζουν καλῶς ὅτι ἡ ᾿Εκκλησία ποτὲ δὲν ἔθεσε ἕνα τέτοιο κριτήριο, ἀλλὰ ἔγινε -σύμφωνα μὲ τὴν ὁμολογία τοῦ Μελετίου Μεταξάκη- χάριν τῆς προσεγγίσεως μὲ τοὺς ἑτεροδόξους καὶ τῆς παραγωγῆς «ἐντυπώσεως εἰς τὸν πεπολιτισμένον κόσμον δι᾿ αὐτὴν»7 τὴν προσέγγισιν! Τὰ ἀντορθόδοξα αὐτὰ κίνητρα, κατατείνουν -πάλι κατὰ τὸν μέγα Καινοτόμο πατριάρχη Μελέτιο- και στὴν ἀναπόφευκτη προσαρμογὴ πρὸς τὸ νέο ἡμερολόγιο καὶ τοῦ Πασχαλίου7 . Τὸ θέμα τοῦ κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα σύμφωνα μὲ τὸ Νέο ῾Ημερολόγιο, ὅπως ἤδη γίνεται στὴν ἐκκλησία τῆς Φινλανδίας, ἤ σύμφωνα μὲ κάποια πιθανὴ νεώτερη ἡμερολογιακὴ ἐπινόησι, ἐπανέρχεται συχνὰ στοὺς οἰκουμενιστικοὺς κύκλους. Εἶναι γνωστόν, ὅτι οἱ ἐξ ὀρθοδόξων Οἰκουμενισταὶ τὸ θέλουν καὶ τὸ ἐπιθυμοῦν κατὰ βάθος, ἐφ᾿ ὅσον ἄλλωστε ἐκεῖ καταλήγει νομοτελειακὰ ἡ ἡμερολογιακή τους Καινοτομία. Μόλις πρὸ ὀλίγων ἡμερῶν, ὁ Οἰκουμενιστὴς πατριάρχης Σερβίας Εἰρηναῖος, κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἐπισκέψεώς του στὴν Αὐστρία, δήλωσε (14.9.2010 ν.ἡ.) μεταξὺ ἄλλων -ἐν οἰκουμενιστικῇ συνευωχίᾳ μετὰ τῶν Παπικῶν- ὅτι ὁ κοινὸς ἑορτασμὸς τοῦ Πάσχα μὲ τοὺς Παπικοὺς «εἶναι μεγάλη ἀνάγκη»8. 


῞Οπως ἐξάγεται ἀβίαστα καὶ ἀπὸ τὰ ἐνδεικτικῶς ἐνταῦθα ἀναφερόμενα, δὲν δυνάμεθα᾿Ορθοδόξως νὰ διαχωρίσουμε τὸ ἡμερολογιακὸ θέμα ἀπὸ τὴν παναίρεσι τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ συνακόλουθα ἀπὸ τὴν «ἀποστασίαν», ἡ ὁποία προετοιμάζει τὴν Πανθρησκεία τοῦ ᾿Αντιχρίστου καὶ δοκιμάζει δεινῶς τὰ μέλη τῆς ᾿Εκκλησίας. ῾Ο ἀπὸ τοῦ ἔτους 1932 Μητροπολίτης πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος ἐγνώριζε καλῶς, ὅτι ἐμεῖς οἱ ᾿Ορθόδοξοι «οὐκ ἐσμὲν ὑποστολῆς εἰς ἀπώλειαν (δὲν εἴμεθα ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ὑποχωροῦν καὶ χάνονται), ἀλλὰ πίστεως εἰς περιποίησιν ψυχῆς (ἀλλὰ εἴμεθα ἄνθρωποι πίστεως πρὸς σωτηρίαν τῆς ψυχῆς μας)»9. Γιὰ τὸν λόγο τοῦτο, μὲ μοναδικὰ ἐφόδια τὴν «πίστιν», τὴν «παρρησίαν (θάρρος)»10καὶ τὴν «ὑπομονήν»10, ἐποίησε ἀνυποχώρητα τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ γιὰ νὰ καρπωθῆ τὰ ἀγαθὰ τῆς ἐπαγγελίας (ὑποσχέσεως). ᾿Αλλὰ καὶ ἐπίσης γιὰ νὰ ἀνακόψη τὴν φιλαιρετικὴ εἰσβολὴ στὴν ᾿Εκκλησία καὶ νὰ παράσχη στέρεοἔδαφος ᾿Ορθοδόξου μαρτυρίας καὶ καταφυγῆς στὰ τέκνα τῆς διωκομένης ᾿Εκκλησίας ἐν καιρῷ ἀποστατικῆς ἐπιβολῆς. 


῎Ετσι, τὸν Μάϊο τοῦ 1935, μαζὶ μὲ τοὺς Μητροπολίτας Δημητριάδος Γερμανὸ καὶ Ζακύνθου Χρυσόστομο, προέβησαν στὸ διάβημα τῆς ᾿Αποτειχίσεως ἀπὸ τοὺς Καινοτόμους καὶ ἀνέλαβαν τὴν διαποίμανσι τοῦ ᾿Ακαινοτομήτου Πληρώματος τῆς ᾿Εκκλησίας. Τὸ ὅτι αὐτὴ ἡ ῾Ομολογιακὴ πρᾶξις προϋποθέτει ἡρωϊσμὸν ψυχῆς, μόλις εἶναι ἀνάγκη νὰ τονίσουμε. Στὸ ᾿Αποκηρυκτικὸ ῎Εγγραφό τους πρὸς τὴν Καινοτόμο ῾Ιεραρχία, οἱ τρεῖς ῾Ομολογηταὶ ῾Ιεράρχαι ἐπεκαλοῦντο τοὺς ἑξῆς σοβαροὺς λόγους γιὰ τὸ διάβημά τους: – Μονομερὴς καὶ ἀντικανονικὴ εἰσαγωγὴ στὴν ᾿Εκκλησία τοῦ Γρηγοριανοῦ ῾Ημερολογίου, παρὰ τὰ θέσμια τῶν ἑπτὰ Οἰκουμενικῶν Συνόδων καὶ τὴν αἰωνόβιο πρᾶξι τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας· – Διάσπασις τῆς ἑνότητος τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας καὶ διαίρεσις τῶν Χριστιανῶν μέσῳ τῆς εἰσαγωγῆς τοῦ Γρηγοριανοῦ ῾Ημερολογίου, ἄνευ τῆς συναινέσως ὅλων τῶν ᾿Ορθοδόξων ᾿Εκκλησιῶν· – ᾿Αθέτησις τῶν θείων καὶ ἱερῶν Κανόνων, οἱ ὁποῖοι διέπουν τὰ τῆς Θείας Λατρείας καὶ ἐπίσης ἀθέτησις τῆς νηστείας τῶν ῾Αγίων ᾿Αποστόλων· – Παραβίασις ἐμμέσως τοῦ Πασχαλίου Κανόνος τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου διὰ τῆς ἀλλοιώσεως τοῦ ἑορτολογίου καὶ τοῦ ἐνιαυσίου κύκλου τοῦ Κυριακοδρομίου, μετὰ τῶν ὁποίων συνδέεται ἀναπόσπαστα· – Διάσπασις τῆς ἑνότητος τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας στὸν ἑορτασμὸ τῶν ῾Εορτῶν καὶ διαίρεσις τῶν Χριστιανῶν, ἡ ὁποία ἔθιξε ἐμμέσως τὸ δόγμα τῆς Μιᾶς ῾Αγίας Καθολικῆς καὶ ᾿Αποστολικῆς ᾿Εκκλησίας τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως· – Πρόκλησις σκανδαλισμοῦ, διαιρέσεως καὶ ἀντεγκλήσεως τῶν Χριστιανῶν καὶ ἀποβολὴ τῆς ὁμοφωνίας, ἀγάπης καὶ ἀλληλεγγύης. 


Γιὰ τοὺς λόγους αὐτούς, θεωρήθηκε ὅτι ἡ Διοικοῦσα ῾Ιεραρχία τῆς ῾Ελλάδος ἀπέσχισε ἑαυτὴν κατὰ τὸ πνεῦμα τῶν ῾Ιερῶν Κανόνων τοῦ ὅλου κορμοῦ τῆς ᾿Ορθοδοξίας καὶ ἐκήρυξε κατ᾿ οὐσίαν ἑαυτὴν σχισματικήν, μὲ τὴν διευκρίνισι ὅτι ὁ ἀγῶνας τους ἦταν ὑπὲρ ἐπαναφορᾶς τοῦ Πατρίου ᾿Εκκλησιαστικοῦ ῾Ημερολογίου πρὸς ἀναστήλωσιν τῆς ᾿Ορθοδοξίας καὶ εἰρήνευσιν τῆς ᾿Εκκλησίας καὶ τοῦ ῎Εθνους11. ῾Η ὁμολογιακὴ αὐτὴ ἐπιμονὴ ὑπὸ τοῦ πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμουκαὶ τότε, τὴν κρίσιμη ἐκείνη στιγμή, ἀλλὰ καὶ ἀργότερα μέχρι τῆς τελειώσεώς του, εἶναι χαρακτηριστικὴ καὶ ἀμετακίνητη. Δὲν χάνει εὐκαιρία νὰ διακηρύσση, ὅτι «ἀνεπετάσαμεν εὐθαρσῶς καὶ μεγαλοφρόνως, οὐχὶ τὴν σημαίαν τῆς ἀνταρσίας κατὰ τῆς ᾿Ορθοδοξίας καὶ τῆς διαιρέσεωςτῶν Χριστιανῶν, ὅπως ἐκεῖνοι (οἱ Καινοτόμοι Μελέτιος Μεταξάκης καὶ Χρυσόστομος Παπαδόπουλος), ἀλλὰ τὸ ἔνδοξον καὶ τετιμημένον λάβαρον τῆς ἑνώσεως τῆς διασπασθείσης ᾿Ορθοδοξίας, καὶ τῆς εἰρηνεύσεως τῆς ᾿Εκκλησίας ἐν τῷ ἐδάφει τῶν σεπτῶν Παραδόσεων καὶ τῶν θείων καὶ ῾Ιερῶν Κανόνων»12. Θεωροῦσε, ὅτι ἔχουμε πλῆρες Κανονικὸ δικαίωμα νὰ διακόψουμε προσωρινῶς, πρὸ Συνοδικῆς διαγνώμης, τὴν ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μὲ τὴν Καινοτόμο ῾Ιεραρχία, καὶ νὰ «ἀποτελέσωμεν προσωρινῶς ἰδίαν θρησκευτικὴν Κοινότητα»13, μέχρι τῆς ἐγκύρου καὶ τελεσιδίκου λύσεως τοῦ ἡμερολογιακοῦ ζητήματος ὑπὸ Πανορθοδόξου Συνόδου. 


Τὸ διάβημά του, μακρὰν παντὸς προσωπικοῦ ἐλατηρίου, ἀποσκοποῦσε νὰ ἐπανασυνδέση ὅλες τὶς ᾿Ορθόδοξες ᾿Εκκλησίες, οἱ ὁποῖες ἐχωρίσθησαν διὰ τῆς μονομεροῦς μεταβολῆς τοῦ ἑορτολογίου, στὸν ἑορτασμὸ τῶν χριστιανικῶν ἑορτῶν καὶ τὴν ταυτόχρονη τήρησι τῶν νηστειῶν14. Κατόπιν τῶν ὀλίγων καὶ ἐντελῶς ἐπιγραμματικῶν τούτων στοιχείων, πῶς δύναται νὰ εὐσταθήση ἡ κατηγορία περὶ σχίσματος καὶ ἀπειθαρχίας τοῦ῾Ομολογητοῦ ῾Ιεράρχου ἔναντι τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς ῾Ελλάδος ἤ πῶς δύναται νὰ θεωρηθῆ ἔγκυρος ἡ βάσει τοῦ λανθασμένου τούτου σκεπτικοῦ καθαιρετικὴ κατ᾿ αὐτοῦ ἀπόφασις; Σχίσμα ἔχουμε στὴν περίπτωσι ἀρνήσεως ὑπακοῆς καὶ ἐπιδείξεως ἀπειθαρχίας ἔναντι τῆς νομίμου καὶ κανονικῆς ᾿Εκκλησιαστικῆς ᾿Αρχῆς15 καὶ ὄχι βεβαίως ἔναντι τῆς καινοτομησάσης καὶ ἀποκηρυχθείσης τοιαύτης γιὰ λόγους Πίστεως καὶ Δικαιοσύνης16. Δὲν ἀπεκηρύχθη ἡ ῾Ιεραρχία τῆς Καινοτόμου ᾿Εκκλησίας τῆς ῾Ελλάδος ἕνεκα φιλοπρωτίας καὶ ἰδιοτελείας, ἀλλὰ γιὰ λόγους ᾿Εκκλησιαστικοὺς καὶ Κανονικούς, ποὺ ἀφοροῦσαν ὄχι μόνο τοὺς ῾Ιεροὺς Κανόνας περὶ θείας Λατρείας, ἀλλὰ τὴν ἑνότητα αὐτῆς ταύτης τῆς Μιᾶς ᾿Εκκλησίας17. Δὲν ἔγινε ἐπανάστασις κατὰ τῆς Κανονικῆς ᾿Εκκλησιαστικῆς ᾿Αρχῆς, ἐβεβαίωνε ὁ ῾Ομολογητὴς ῾Ιεράρχης, οὔτε κατὰ τῆς ἐννοίας τῆς ᾿Ορθοδόξου ῾Ελληνικῆς ᾿Εκκλησίας, ἀλλὰ διακοπὴ τῆς ᾿Εκκλησιαστικῆς ἐπικοινωνίας μετὰ τῆς Διοικούσης Συνόδου, διότι αὐτὴ διὰ τῆς ἡμερολογιακῆς μεταρρυθμίσεως παρεξέκλινε κατὰ τὴν αὐστηρὰ ὀρθόδοξο ἀντίληψι ἀπὸ τοὺς Κανόνες καὶτὶς Παραδόσεις καὶ δὲν ἦταν ἀνεκτὴ ἡ συγκοινωνία στὴν εὐθύνη γιὰ τὴν παρέκκλισι τούτη καὶ τὴν διάσπασι τῆς ἑνότητος τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας στὸν ἑορτασμὸ τῶν Χριστιανικῶν ἑορτῶν18. 


Παρὰ ταῦτα, ἡ Καινοτόμος ῾Ιεραρχία προέβη ἐσπευσμένα τὴν 1/14.6.1935 στὴν καταδίκη σὲ «καθαίρεσι» τῶν τριῶν ῾Ιεραρχῶν καὶ μάλιστα καὶ στὸν σωματικό τους περιορισμὸ σὲ Μονή19. ῾Η ψευδὴς καὶ ἄδικος αὐτὴ καθαίρεσις καταπίπτει, ἐφ᾿ ὅσον στηρίχθηκε στὴν δῆθεν ἀπειθαρχία καὶ ἀνταρσία τῶν κατηγορουμένων. ᾿Αλλὰ δὲν εὐσταθεῖ καὶ διότι τὰ Μέλη τοῦ Συνοδικοῦ Δικαστηρίου διατελοῦσαν σὲ κατάστασι ὑποδικίας καὶ ἀντιδικίας ἔναντι τῶν ἀποτετειχισμένων ῾Ιεραρχῶν, διότι οἱ Καινοτόμοι δὲν εἶχαν δικαίωμα νὰ δικάσουν τοὺς ἀποκηρύξαντας αὐτοὺς ᾿Ακαινοτομήτους, διότι ἡ ἀπόφασις περιλαμβάνει καὶ τὴν ἀνύπαρκτη ποινὴ τοῦ σωματικοῦ περιορισμοῦ, ὡς καὶ διότι δὲν τηρήθηκε ἡ τάξις κλητεύσεως δικαζομένου ᾿Αρχιερέως20. ῎Αν καὶ ἡ πλειονότης τουλάχιστον τοῦ Ποιμνίου τῶν ᾿Ακαινοτομήτων δεχόταν τὸν διωχθέντα κατὰ τὸν τρόπο τοῦτο ῾Ομολογητὴ ῾Ιεράρχη ὡς Καλὸν Ποιμένα του, αὐτὸς ἐξωρίσθηκε ἀπὸ τὶς ᾿Αρχές, τῇ ὑποδείξει τῶν Καινοτόμων, δύο φορὲς σὰν κακοῦργος (1935, 1951), σύρθηκε πολλάκις στὰ Δικαστήρια μὲ τὴν κατηγορία τῆς δῆθεν ἀντιποιήσεως ἀρχῆς, ταπεινώθηκε, περιφρονήθηκε, ἀδικήθηκε, συκοφαντήθηκε, χωρὶς ὅμως νὰ χάση οὔτε τὸν προσανατολισμό του, οὔτε τὸ ὅραμα καὶ τὴν ἐλπίδα του, οὔτε τὸ θάρρος καὶ τὴν ῾Ομολογία του. Τινὲς κατὰ βάσιν μὴ καλῆς διαθέσεως, καὶ τότε καὶ τώρα, ἔθεταν καὶ θέτουν τὸ ἐρώτημα γιατί ὁ ῾Ομολογητὴς ῾Ιεράρχης δὲν ἔσπευσε νὰ συνταχθῆ ἐξ ἀρχῆς μὲ τὸ Ποίμνιο τῶν ἀκολούθων τοῦ Πατρίου ῾Ημερολογίου, ἀλλὰ ἀνέμενε ἕνδεκα ὁλόκληρα ἔτη (1924-1935), συγκοινωνῶν μὲ αὐτοὺς τοὺς ὁποίους κατήγγειλε ἐκ τῶν ὑστέρων ὡς Καινοτόμους. ῾Ο ἴδιος διεκήρυξε, ἀπὸ τὸν τόπο τῆς πρώτης ἐξορίας του -τὴν ῾Ιερὰ Μονὴ ῾Αγίου Διονυσίου ᾿Ολύμπου- τὸ 1935, ὅτι καίτοι δὲν ἐνέκρινε μαζὶ μὲ ἄλλους ᾿Αρχιερεῖς τὴν ἡμερολογιακὴ καινοτομία, τὴν ἀνέχθηκε «κατ᾿ ἐκκλησιαστικὴν οἰκονομίαν»21 καὶ ἀπὸ πρόνοια μὴ δημιουργίας σχίσματος, μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι ἡ ῾Ιεραρχία κατόπιν καταλλήλου διαφωτισμοῦ θὰ ἐπανέφερε τὸ ᾿Ορθόδοξο ῾Εορτολόγιο. 


῞Ομως, παρὰ τὶς προσπάθειες καὶ τὰ διαβήματα, ἡ πλειονότης τῆς ῾Ιεραρχίας μὲ τὴν ἔμπνευσι τοῦ Καινοτόμου ἀρχιεπισκόπου, ἐπέμενε πεισμόνως καὶ σκληροτραχήλως στὴν Καινοτομία. ᾿Εφ᾿ ὅσον ἐξαντλήθηκαν τὰ εἰρηνικὰ μέσα, ἀποκηρύχθηκε πλέον ἡ Διοικοῦσα Σύνοδος. ῎Αλλωστε, ἡ ἐπίγνωσις τῆς σοβαρότητος τοῦ ζητήματος σχηματίσθηκε σταδιακά, ἐνῶἀρχικὰ δὲν ὑπῆρχε πλήρης διαφώτισις ἐπὶ τοῦ θέματος, ἀλλὰ ἐπεδείχθη ἐμπιστοσύνη στὶς διαβεβαιώσεις κυρίως τοῦ Καινοτόμου ἀρχιεπισκόπου, ὅτι πρόκειται γιὰ θέμα ἄσχετο μὲ τὴν πίστι καὶ τὴν θεία λατρεία καὶ ὅτι ὅλες οἱ Τοπικὲς ᾿Ορθόδοξες ᾿Εκκλησίες θὰ υἱοθετοῦσαν τὸ Νέο ῾Ημερολόγιο κατὰ τὴν ὑπόδειξι καὶ προτροπὴ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου22. ᾿Εν τῷ μεταξύ, ἡ διαίρεσις τῶν ᾿Ορθοδόξων ὑφίστατο καὶ διευρύνετο. Καὶ ἡ μὲν Καινοτόμος ῾Ιεραρχία ὡσὰν «ἀπάνθρωπος καὶ σκληροκάρδιος Μητρυιὰ» κατεδίωκε τὰ ᾿Ορθόδοξα τέκνα της γιὰ τὴν ἐμμονή τους στὴν ᾿Εκκλησιαστικὴ Παράδοσι, ἡ δὲ Κοινότης τῶν ἀκολούθων τοῦ Πατρίου ῾Ημερολογίου ἐκτρεπόταν σὲ ἀκρότητες ἀπὸ ἔλλειψι ῾Ηγετῶν μὲ ᾿Εκκλησιαστικὸ κῦρος23. ῎Ετσι, ὁ ῾Ομολογητὴς ῾Ιεράρχης πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος ὡδηγήθηκε σταδιακά, μαζὶ μὲ τοὺς ἀρχικοὺς συναγωνιστές του, στὸ νὰ ἀναλάβουν ἐκκλησιαστικὰ τὴν ποιμαντορία τῶν ᾿Ακαινοτομήτων, «ἀγόμενοι πάντοτε ὑπὸ τῆς ἐλπίδος, ὅτι ἡ ῾Ιεραρχία, βιαζομένη ὑπὸ τοῦ ἀδηρίτου σθένους τῆς ἀληθείας καὶ τῆς ὀρθοδοξίας, καὶ ἀποφεύγουσα τὴν δημιουργίαν καὶ ἐπισήμου πλέον Σχίσματος, θὰ εὐδοκήσῃ νὰ ἐπαναφέρῃ τὸ πάτριον ἑορτολόγιον πρὸς ἕνωσιν τοῦ ᾿Ορθοδόξου ῾Ελληνικοῦ λαοῦ»23. 


῾Η σθεναρὴ ἀγωνιστικότητα, ἡ ἐνάρετη βιοτὴ καὶ ἡ ἀκαταπόνητη δραστηριότητα τοῦ ῾Ομολογητοῦ ῾Ιεράρχου πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου, παρὰ τὶς ποικίλες ἀντιξοότητες καὶ δυσκολίες τῶν χρόνων καὶ τῶν καιρῶν ἐκείνων, ὡς καὶ τῶν μεταβολῶν, διωγμῶν καὶ ἐπιβουλῶν, ἐπέβαλαν τὴν Μορφή του στὴν συνείδησι τοῦ ᾿Ορθοδόξου Πληρώματος τῶν ἀκολούθων τοῦ Πατρίου ῾Ημερολογίου, ἀλλὰ καὶ εὐρύτερα, ὡς τὸν ἀδιαφειλονίκητο ῾Ηγέτη. Παρὰ ταῦτα, ἕνα σοβαρὸ καὶ ἀπογοητευτικὸ θέμα, τὸ ὁποῖο τοῦ ἐπέφερε μεγάλη καὶ ἀφόρητη θλῖψι, ἦταν οἱ παλινωδίες τῶν συνεπισκόπων του. Στὴν πορεία τοῦ ᾿Αγῶνος ἔμεινε μόνος ῾Ιεράρχης, ἐνῶ στὴν ἀρχὴ (1935) οἱ τρεῖς Μητροπολῖται ἐχειροτόνησαν ἄλλους τέσσερις ᾿Επισκόπους24. ῎Αλλοι ἀπὸ αὐτοὺς ὑπαναχώρησαν στὴν Καινοτομία ἀπὸ φόβο καὶ ἀστάθεια, καὶ ἄλλοι ἀπεσχίσθησαν καὶ περιθωριοποιήθησαν ἀπὸ ἔλλειψι ὑγιοῦς ἐκκλησιολογίας.῎Ηδη ἀπὸ τοῦ 1937, οἱ ἐπίσκοποι Κυκλάδων Γερμανὸς καὶ Βρεσθένης Ματθαῖος ἀποκήρυξαν Αὐτὸν ὡς μὴ ὀρθοτομοῦντα τὸν λόγον τῆς ᾿Αληθείας, διότι εἶχε ἀρχίσει νὰ προβαίνη σὲ διευκρινίσεις περὶ τοῦ τί ἐσήμαινε ἐκκλησιολογικὰ ὁ χαρακτηρισμὸς τῶν Καινοτόμων ὡς «σχισματικῶν» καὶ μάλιστα «στερουμένων τῆς Χάριτος τοῦ Παναγίου Πνεύματος». Αὐτό, ὑπεστήριζε ὁ πρώην Φλωρίνης, ἦταν προσωπικὴ γνώμη καὶ ἔχει τὴν ἔννοιαν τοῦ «δυνάμει» καὶ ὄχι «ἐνεργείᾳ» ἰσχύοντος. Τοιοῦτοι ἐκηρύχθησαν οἱ Καινοτόμοι, ἀλλὰ τοῦτο γιὰ νὰ ἰσχύη τῇ ἀληθείᾳ καὶ ἐν τοῖς πράγμασι, θὰ πρέπει νὰ δικασθοῦν καὶ καταδικασθοῦν ὑπὸ νομίμου ᾿Εκκλησιαστικῆς ᾿Αρχῆς, ἤτοι ὑπὸ ἀνεγνωρισμένης Αὐτοκεφάλου ᾿Ορθοδόξου᾿Εκκλησίας, ἤ σαφέστερα καὶ πληρέστερα ὑπὸ Πανορθοδόξου Συνόδου τῆς ὅλης ᾿Εκκλησίας25. 


῾Η μερὶς τῶν Κληρικῶν καὶ λαϊκῶν, ἡ ὁποία διέκοψε τὴν ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μετὰ τῆς Διοικούσης ῾Ιεραρχίας, δὲν ἀποτελεῖ ἰδιαίτερη ᾿Εκκλησία, ἀλλὰ «ἀνήκει εἰς τὴν αὐτὴν καὶ Μίαν ἀδιαίρετον ᾿Εκκλησίαν, ὡς μία ταύτης ἀλύμαντος (σῶα, ἀβλαβὴς) καὶ ἀναπόσπαστος πλευρά»26. ῾Ο ῾Ομολογητὴς ῾Ιεράρχης ἐτόνιζε, ὅτι ἐξῆλθαν στὸν ᾿Αγῶνα ὑπὲρ τῆς ἐπαναφορᾶς τοῦ Πατρίου ῾Ημερολογίου στὴν ᾿Εκκλησία, καὶ ὄχι γιὰ τὴν μονιμοποίησι καὶ διαιώνισι τῆς ἐκκλησιαστικῆς διαιρέσεως27. Εἶναι φανερό, ὅτι δὲν εἶχε τὴν αἴσθησι ὅτι ἡ ὑπ᾿ αὐτὸν «Θρησκευτικὴ Κοινότης», ὡς καὶ ἡ προσωρινὴ ῾Ιερὰ Σύνοδος, εἶναι ἡ ᾿Εκκλησία στὴν ῾Ελλάδα καὶ οὐδεὶς ἕτερος. ᾿Ακόμη καὶ ὅταν τὴν 26.5.1950 ὑπέγραφε τὴν ᾿Εγκύκλιο28, ὅτι οἱ Καινοτόμοι στεροῦνται Μυστηριακῆς Χάριτος, ὅτι ἀνακαλεῖ τοὺς ὅρους «δυνάμει» καὶ «ἐνεργείᾳ» καὶ ὅτι οἱ προσερχόμενοι ἐκ τῆς Καινοτομίας πρέπει νὰ ἀναμυρώνωνται, δὲν ἔπεισε εὐρύτερα ὅτι ὄντως μετέβαλε ᾿Εκκλησιολογία καὶ γενικὰ ἐκκλησιολογικὴ θεώρησι καὶ πίστι29. ῾Η ᾿Εγκύκλιος ἐκείνη μὲ τὰ ἀναφερόμενα τρία ἀπάδοντα σημεῖα, ἦταν φανερὰ ἑνωτική, ἀπέβλεπε στὴν ἑνότητα τῶν διεσπασμένων ἀκολούθων τοῦ Πατρίου, ἐπεδείκνυε δὲ οἰκονομία καὶ συγκατάβασι ἐν ὄψει ἐπερχομένων δεινῶν. 


῾Ο ἴδιος δὲν τὴν ἐφήρμοσε καὶ ἐδήλωσε μάλιστα ὅτι τὴν ὑπέγραψε εὑρισκόμενος ἐν ἀμύνῃ30. ῎Αλλωστε, στὴν ᾿Εγκύκλιο αὐτὴ δὲν ἐκφράζει τὴν παραμικρὴ μετάνοια καὶ μεταμέλεια ὡς ὑπαίτιος τοῦ σχίσματος τῶν «Ματθαιϊκῶν», οἱ ὁποῖοι ἀπεσχίσθησαν, διότι ἀκριβῶς ὁ πρώην Φλωρίνης δὲν ἀπεδέχετο τὰ ἐνταῦθα διαλαμβανόμενα! Εἶναι ἐπίσης γνωστόν, ὅτι ὁ πρώην Φλωρίνης ποτὲ δὲν διεκήρυξε ρητῶς γιὰ τοὺς Καινοτόμους ἤ γιὰ τοὺς ἀποσχισθέντας ἀπὸ αὐτὸν κατὰ καιροὺς ᾿Ακαινοτομήτους, ὅτι «ἐξέπεσαν τῆς ᾿Εκκλησίας» (!), οὔτε ποτὲ ἔκρινε κάποιον ἐκκλησιαστικῶς. Καὶ τελικά, ἄν εἶχε τὴν αἴσθησι ὅτι προσωποποιεῖ μόνον αὐτὸς αὐθεντικῶς τὴν ὅλην ᾿Εκκλησίαν, πῶς ἄφησε Αὐτὴν ὀρφανήν; ῎Επρεπε, κατὰ τὸ δὴ λεγόμενον, νὰ κινήση γῆν καὶ οὐρανόν, προκειμένου νὰ ἐξασφαλίση διαδοχήν. ῞Ομως, τὸ τόλμημα τῆς χειροτονίας ἐπισκόπων ἐξ ἑνὸς τὸ διέπραξε ὁ ἰδεολογικός του ἀντίπαλος Βρεσθένης Ματθαῖος, συνεπὴς ὤν στὴν ἀκραία ἐκκλησιολογία του ὡς δῆθεν μόνος ἐναπομείνας ὀρθόδοξος ἀρχιερεύς! Τέτοια πίστι καὶ συνείδησι ὁ πρώην Φλωρίνης δὲν εἶχε ποτέ, ὅπως ἀποδεικνύει καταφανῶς ἡ ἁπλῆ σύγκρισις τῶν δύο ἀνδρῶν ἐπὶ τοῦ ζητήματος τούτου31. ῾Η ὀρθὴ ἐκκλησιολογικὴ συνείδησις τοῦ ῾Ομολογητοῦ ῾Ιεράρχου καὶ ἡ σταθερότητα στὶς ἀρχές του εἶναι ἄξιες θαυμασμοῦ καὶ μιμήσεως. Διεξήγαγε ὄντως θεολογικὸ ἀγῶνα καὶ κατὰ τῆς Καινοτομίας, ἀλλὰ καὶ κατὰ τῆς λανθασμένης ἐκκλησιολογίας τῶν ᾿Ακαινοτομήτων32. 


᾿Αντιμετώπιζε δὲ διαρκῶς τὴν ἀμφισβήτησι, τὴν πολεμικὴ καὶ τὰ πυρὰ καὶ ἀπὸ τὰ δύο μέρη, ὥστε νὰ ἰσχύη καὶ γι᾿ αὐτὸν τὸ ἀποστολικό: «ἔξωθεν μάχαι, ἔσωθεν φόβοι»33. Πιεζόμενος, συγκατέβη πρὸς τὴν ὁρμὴ τῶν ᾿Ακαινοτομήτων γιὰ συμφωνία στὰ βασικώτερα καὶ ὀλιγώτερο ἀντιλεγόμενα34, κάτι τὸ ὁποῖο μποροῦμε νὰ ὑποστηρίξουμε ὅτι ἑδράζεται ἐπὶ Πατερικοῦ θεμελίου35. ῾Η προσφορά του, καθ᾿ ἡμᾶς, εἶναι ἀνυπολόγιστη καὶ τὸ μήνυμα ποὺ μᾶς στέλνει ἀπὸ τὴν αἰωνιότητα, ὅπου ἀναπαύεται ἐκ τῶν κόπων του, εἶναι προφανές: Νὰ μείνουμε ᾿Ορθόδοξοι ἔργῳ καὶ λόγῳ ἐν πᾶσι καὶ νὰ ἀποφύγουμε πάσῃ θυσίᾳ τὴν κοινωνία μὲ τοὺς παρεκκλίνοντας· δὲν ὑπάρχουν μικρὰ στὴν Πίστι· ἡ διακράτησις τῆς Παραδόσεως ὡς θησαυροῦ περικλείει τὸν στέφανον τῆς ἀφθαρσίας· ἡ διακριτικὴ πορεία μεταξὺ τῶν ἄκρων εἶναι σχοινοβασία ἐπίπονη, ἐφ᾿ ὅσον ἐφελκύει ἐπ᾿ αὐτῆς τὰ πυρὰ καὶ τῶν δύο μερῶν· ἀξίζει νὰ ὑποφέρη καὶ νὰ πεθαίνη κανεὶς ἔστω καὶ ἐγκαταλελειμμένος χάριν τῆς ᾿Αληθείας! ῾Η ἀποστολικὴ προτροπή: «στήκετε καὶ κρατεῖτε τὰς παραδόσεις ἅς ἐδιδάχθητε εἴτε διὰ λόγου εἴτε δι᾿ ἐπιστολῆς ἡμῶν»36 δὲν ὁδηγεῖ σὲ μία σκλήρυνσι καὶ ἀποστέωσι στὴν πνευματικὴ ζωὴ καὶ πορεία, ἀλλὰ σὲ μία πνευματικὴ ἀναβάπτισι στὰ νάματα τῆς εὐσεβείας. Μόνον ζῶντες ἐν Πνεύματι ῾Αγίῳ δυνάμεθα νὰ ἀντιταχθοῦμε στὸ «μυστήριον τῆς ἀνομίας»37 καὶ νὰ μὴ ὀλισθήσουμε στὴν «ἀποστασίαν»38 τῆς οἰκουμενιστικῆς αἱρέσεως. 


῞Οσοι ἔψεγαν καὶ ψέγουν τοὺς ᾿Ακαινοτομήτους μὲ λόγους καὶ συγγραφές, ἄς κατανοήσουν ὅτι διακράτησις τῆς ζώσης Παραδόσεως σημαίνει ὑπακοή, ταπείνωσι καὶ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό, τὴν ᾿Εκκλησία καὶ τοὺς ὄντως Πνευματικοὺς Πατέρας καὶ ῾Αγίους. Μόνον ἐντὸς αὐτῆς τῆς εὐλογημένης καταστάσεως ἐφελκύεταιἡ δωρεὰ τοῦ Θεοῦ «ἐν ἁγιασμῷ Πνεύματος καὶ πίστει ἀληθείας»39. Μόνον διὰ τῆς θεαρέστου αὐτῆς στάσεως δεχόμεθα τὴν «ἀγάπην τῆς ἀληθείας»40 καὶ δὲν ἐγκαταλειπόμεθα στὴν ἀποδοχὴ τῆς ἐνέργειας τῆς πλάνης, ὥστε νὰ πιστεύσουμε στὸ ψεῦδος καὶ στὴν ἀδικία τῆς αἱρέσεως καὶ τῆς ἀνομίας.



῎Εστω καὶ ἄν ὁ Οἰκουμενισμός, 

ἰδίως μετὰ τὸ 1965, προχώρησε καὶ ἐξελίχθηκε ἁλματωδῶς, 

οἱ ὁδηγητικὲς ᾿Εκκλησιολογικὲς Θέσεις τοῦ ῾Ομολογητοῦ ῾Ιεράρχου πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου 

θεωροῦμε ὅτι δὲν ἔχασαν τὴν ἰσχύν, 

ἐγκυρότητα καὶ ἀξία τους. 

῾Η διακριτικὴ ἐν γένει στάσις του, τὸ ὅλον πνεῦμα του καὶ τὸ ἑνωτικὸ ὅραμά του, μᾶς ἐκφράζουν καὶ μᾶς συγκινοῦν. 

῾Η ἱερὰ Παρακατηθήκη τοῦ ῾Ομολογητοῦ ῾Αγίου ῾Ιεράρχου πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου,

 ὅπως τὴν γνωρίσαμε στὴν Πίστι, ῾Ομολογία, Δρᾶσι καὶ ᾿Αναστροφὴ 

τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας ᾿Ωρωποῦ καὶ Φυλῆς κ. Κυπριανοῦ,

 Προέδρου τῆς ῾Ιερᾶς Συνόδου τῶν ᾿Ενισταμένων, 

καὶ ὅπως τὴν συναντοῦμε στοὺς ᾿Αδελφούς μας ἁγίους ᾿Αρχιερεῖς, 

μᾶς ἐμπνέει στὴν θυσιαστικὴ διακράτησί της ἕως τέλους, ὥστε νὰ μὴ ἐκπέσουμε τοῦ «ἰδίου στηριγμοῦ»41, 

ἀλλὰ νὰ τὴν διατηρήσουμε ἀλώβητη καὶ νὰ τὴν μεταλαμπαδεύσουμε πρὸς δόξαν Θεοῦ καὶ σωτηρίαν ἐν τῇ ᾿Εκκλησίᾳ.


 ᾿Αμήν!




Φυλὴ ᾿Αττικῆς 7/20 Σεπτεμβρίου 2010


῾Αγίου Μάρτυρος Σώζοντος


Μνήμη τῆς πρὸς Κύριον ἐκδημίας


τοῦ ῾Ομολογητοῦ ῾Ιεράρχου


πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου




Επίσκοπος Γαρδικίου κ. Κλήμης 


της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών





Παραπομπές:


1. Β´ Θεσ. β´ 7.
2. Β´ Θεσ. β´ 3.
3. Εἶναι χαρακτηριστικό, ὅτι ὁ ῾Ομολογητὴς ῾Ιεράρχης πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος
στὸ κείμενό του «Πρὸς τοὺς Διανοουμένους ᾿Ορθοδόξους ῞Ελληνας», τὸ ὁποῖο
συνέγραψε μετὰ τὴν προσχώρησί του στὸ ᾿Ακαινοτόμητο Πλήρωμα τοῦ Πατρίου
῾Ημερολογίου τὸ 1935, συνοψίζων τὴν στάσι τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας ἔναντι
τῆς Παπικῆς ῾Ημερολογιακῆς Καινοτομίας, ἀπευθύνετο ἐν εἴδει ἐρωτημάτων πρὸς
στὸν Καινοτόμο ἀρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο (Παπαδόπουλο) ὡς ἑξῆς:
«Α) Διατί αἱ μετὰ τὴν πρώτην Οἰκουμενικὴν Σύνοδον, τὴν καθορίσασαν τὴν
ἑορτὴν τοῦ Πάσχα τὴν πρώτην Κυριακὴν μετὰ τὴν ἐαρινὴν πανσέληνον, ληφθείσης
ὡς βάσεως τῆς ἰσημερίας τοῦ ᾿Ιουλιανοῦ ἡμερολογίου, αἱ λοιπαὶ ἕξ Οἰκουμενικαὶ
Σύνοδοι δὲν προέβησαν εἰς τὴν διόρθωσιν δῆθεν τοῦ λάθους τοῦ ᾿Ιουλιανοῦ
ἡμερολογίου, μολονότι οἱ Πατέρες ἐγίνωσκον τὴν πλημμέλειαν τούτου;
»Β) Διατί καὶ μετὰ ταῦτα, ὅταν ὁ Πάπας ἐπειράθη νὰ ἐπιβάλῃ τὸ Γρηγοριανὸν
ἡμερολόγιον καὶ εἰς τὴν ᾿Ορθόδοξον ᾿Εκκλησίαν οἱ πατέρες (διὰ τῶν Συνόδων τοῦ
1585 καὶ 1593) ἐπὶ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου ῾Ιερεμίου τοῦ Β´ κατεδίκασαν αὐτό,
χαρακτηρίσασαι ὡς μίαν καινοτομίαν τῆς πρεσβυτέρας Ρώμης, ὡς παγκόσμιον
σκάνδαλον καὶ ὡς αὐθαίρετον καταπάτησιν τῶν θείων καὶ ἱερῶν Κανόνων;
[παρατίθενται παραπομπές] (...)
»Δ) Διατί ἐπὶ Οἰκ. Πατριάρχου ᾿Ιωακεὶμ τοῦ Γ´ ἅπασαι αἱ ὀρθόδοξοι ᾿Εκκλησίαι
ἀπέκρουσαν τὸ Γρηγοριανὸν ἡμερολόγιον ὡς ἀντορθόδοξον καὶ ἀντικανονικὸν
πρωτοστατοῦντος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου;»
(Βλ. Μητροπολίτης πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος Καβουρίδης - ᾿Αγωνιστὴς τῆς
᾿Ορθοδοξίας καὶ τοῦ ῎Εθνους, ᾿Αθῆναι 1981, σελ. 60-61).
4. Νικ. Ζαχαρόπουλου, ῾Ομοτίμου Καθηγητοῦ ΑΠΘ, ῾Η ᾿Ορθόδοξη ᾿Εκκλησία στὴν
῾Ελλάδα κατὰ τὸν 20ὸ αἰῶνα, στὸ ῾Ιστορία τῆς ᾿Ορθοδοξίας, τόμος 7ος, Οἱ
᾿Ορθόδοξες ᾿Εκκλησίες τὸν 20ὸ αἰῶνα, ἐκδ. Road, ἄ.τ.χ. (᾿Αθήνα 2009), σελ. 210.
5. Θεοκλήτου Στράγκα, ᾿Αρχιμανδρίτου, ᾿Εκκλησίας ῾Ελλάδος ῾Ιστορία ἐκ πηγῶν
ἀψευδῶν, Γ´ Τόμος, ᾿Αθῆναι 1971, σελ. 1648.
6. ῾Υπόμνημα τοῦ πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου..., τοῦ ἔτους 1945, στὸ Μητρο-
πολίτης πρ. Φλωρινης Χρυσόστομος Καβουρίδης..., ἔνθ᾿ ἀνωτ., σελ. 157. Στὸ αὐτὸ
κείμενο, ὁ ῾Ομολογητὴς ῾Ιεράρχης τονίζει κατωτέρω τὰ ἑξῆς οὐσιώδη ἐπὶ τοῦ
θέματος:
«Τὸ ζήτημα τοῦ ᾿Εκκλησιαστικοῦ ἡμερολογίου, δὲν εἶναι ζήτημα χρόνου καὶ
ἡμερομηνίας διὰ τὴν ἡμετέραν ᾿Εκκλησίαν, ἀλλὰ ζήτημα ἑνότητος καὶ συμμαχικῆς
παρατάξεως καὶ ἀμύνης τῆς ᾿Ορθοδοξίας κατὰ τῆς αἱρέσεως καὶ τῆς κακοδοξίας,
τῆς ἐκπροσωπουμένης ὑπὸ τῆς Δυτικῆς ᾿Εκκλησίας, ἥτις δι᾿ ὅλων τῶν μέσων καὶ
διὰ πάσης θυσίας ἐπιδιώκει νὰ καταρρίψῃ τὸ ἕν μετὰ τὸ ἄλλο τὰ προπύργια τῆς
᾿Ανατολικῆς ᾿Εκκλησίας, ἵνα ἐν τέλει συλήσῃ καὶ αὐτὸν τὸν τιμαλφῆ μαργαρίτην
τῆς ᾿Ορθοδοξίας» (Αὐτόθι, σελ. 158).
7. Αὐτόθι, σελ. 126. ᾿Επὶ τοῦ θέματος τῆς προσεγγίσεως ᾿Ανατολῆς καὶ Δύσεως γράφει
ἀλλοῦ ὁ ῾Ομολογητὴς ῾Ιεράρχης: «Βεβαίως ἡ προσέγγισις τῶν δύο Χριστιανικῶν κόσμων τῆς ᾿Ανατολῆς καὶ τῆς Δύσεως ἐν τῷ ἑορτασμῷ τῶν Χριστιανικῶν ἑορτῶν, εἶνε ὑπὸ πάντων ἐπιθυμητὴ καὶ μεγίστης ἠθικῆς ἀξίας καὶ σημασίας, ἀλλὰ νὰ ἐπιδιωχθῇ καὶ ἐπιτευχθῇ αὕτη
πρὸς ἐξυπηρέτησιν τῆς χριστιανικῆς ἀληθείας καὶ πρὸς δόξαν τοῦ Θεανθρώπου
᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, ὁπότε ὄντως ἐξυπηρετεῖται καὶ τὸ ἠθικὸν συμφέρον σύμπαντος
τοῦ Χριστιανικοῦ κόσμου ἐν τῇ ὀρθῇ πίστει. ᾿Αλλ᾿ ὅταν ὅμως ἡ προσέγγισις αὕτη
ὁρμᾶται ἐξ ὑλικῶν καὶ κοσμικῶν συμφερόντων καὶ ἐλατηρίων καὶ ἐπιχειρεῖται
πρὸς ζημίαν τῆς ᾿Ορθοδοξίας καὶ πρὸς μείωσιν τῆς δόξης τοῦ Χριστοῦ, τότε
ἐξυπηρετοῦνται προσωπικὰ συμφέροντα καὶ ἰδιαίτερα ᾿Εκκλησιαστικαὶ βλέψεις
καὶ ἐπιθυμίαι ἐπὶ βλάβῃ τῆς ἐννοίας τῆς ᾿Εκκλησίας καὶ τοῦ κύρους τῆς καθόλου
᾿Ορθοδοξίας. Ταύτης δὲ τὴν ψυχὴν ἀποτελοῦσιν αἱ παραδόσεις καὶ τὰ Θεόπνευστα
καὶ ἀλάθητα πυξία τῶν ᾿Αποστολικῶν Διαταγῶν καὶ τῶν ἀποφάσεων τῶν 7 ῾Αγίων
καὶ Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ὧν ἡ παραχάραξις μειοῖ αὐτὸ τὸ θεόκραντον καὶ
ἀπαράθραυστον κῦρος τῆς θείας ὑποστάσεως τῆς ᾿Εκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Οὕτω
πᾶσα βλάβη καὶ μείωσις τῆς ᾿Ορθοδοξίας, καταντᾶ βλάβη καὶ μείωσις τῆς Θεότητος
τοῦ Χριστοῦ, ἐξ Οὗ ἀπαυγάζει ὁ ὑψηλὸς καὶ θεῖος χαρακτὴρ καὶ ἡ βαθυτέρα καὶ
θεία ἔννοια τῆς Χριστιανικῆς Θρησκείας».
(᾿Αναίρεσις τοῦ «᾿Ελέγχου» τοῦ ᾿Αρχιεπισκόπου ᾿Αθηνῶν Χρυσοστόμου Παπα-
δοπούλου, στὸ ῞Απαντα πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου, Τόμος Πρῶτος, ἔκδ. ῾Ιερᾶς
Μονῆς ῾Αγίου Νικοδήμου ῾Ελληνικοῦ Γορτυνίας, 1997, σελ. 260-261).
8. «῾Ο Πατριάρχης Σερβίας Εἰρηναῖος ζήτησε τὴν συμφιλίωση τῶν δύο ᾿Εκκλησιῶν»,
24ωρο ᾿Εκκλησιαστικὸ Πρακτορεῖο Εἰδήσεων ΡΟΜΦΑΙΑ, Τρίτη, 14 Σεπτεμβρίου
2010 (http://www.romfea.gr/index.php?view=article&catid=13&id=583...).
9. ῾Εβρ. ι´ 39.
10. ῾Εβρ. ι´ 35, 36.
11. Βλ. «Τὸ ᾿Εκκλησιαστικὸν ῾Ημερολόγιον ὡς Κριτήριον τῆς ᾿Ορθοδοξίας», στὸ ῞Α-
παντα πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου, ἔνθ᾿ ἀνωτ., σελ. 130-131.
12. Αὐτόθι, σελ. 135.
13. Βλ. στὴν ὑποσημείωσι 30 τοῦ κειμένου: «Οἱ ἐμπνευσταὶ καὶ πρωτεργάται τῆς
Καινοτομίας: «Οἱ δύο οὗτοι Λούθηροι τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας»», στὸ περιοδ.
«᾿Ορθόδοξος ῎Ενστασις καὶ Μαρτυρία», τόμ. Β´, τεῦχος 17/᾿Οκτώβριος-
Δεκέμβριος 1989, σελ. 77.
14. ῾Υπόμνημα τοῦ πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου..., στὸ Μητροπολίτης πρ. Φλωρίνης
Χρυσόστομος Καβουρίδης..., ἔνθ᾿ ἀνωτ., σελ. 155.
15. Βλ. ἐνδεικτικὰ Εὐαγγέλου Μαντζουνέα, Πρωτοπρεσβυτέρου, Δρ Νομικῆς,
᾿Εκκλησιαστικὸν Ποινικὸν Δίκαιον, ᾿Αθῆναι 1979, σελ. 168.
16. Βλ. ΛΑ´ ᾿Αποστολικὸ Κανόνα καὶ ΙΕ´ Κανόνα τῆς ΑΒ´ Συνόδου.
17. ῾Υπόμνημα τοῦ πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου..., στὸ Μητροπολίτης πρ. Φλωρίνης
Χρυσόστομος Καβουρίδης..., ἔνθ᾿ ἀνωτ., σελ. 149.
18. Αὐτόθι, σελ. 151.
19. Θεοκλήτου Στράγκα, ᾿Αρχιμανδρίτου, ἔνθ᾿ ἀνωτ., σελ. 2043. 20. ῾Υπόμνημα τοῦ πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου..., στὸ Μητροπολίτης πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος Καβουρίδης..., ἔνθ᾿ ἀνωτ., σελ. 151-152.
21. Πρὸς Διαφώτισιν τῶν ᾿Ορθοδόξων ῾Ελλήνων Προκήρυξις τοῦ πρώην Φλωρίνης
Χρυσοστόμου, στὸ Μητροπολίτης πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος Καβουρίδης..., ἔνθ᾿
ἀνωτ., σελ. 69.
22. ῾Υπόμνημα τοῦ πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου..., στὸ Μητροπολίτης πρ. Φλωρίνης
Χρυσόστομος Καβουρίδης..., ἔνθ᾿ ἀνωτ., σελ. 146.
23. Αὐτόθι, σελ. 131.
24. ᾿Ενδεικτικὸ γεγονὸς τῆς εὐαισθήτου καὶ λίαν προσεκτικῆς ᾿Εκκλησιολογικῆς καὶ
Κανονικῆς συνειδήσεως τοῦ ῾Ομολογητοῦ ῾Ιεράρχου, εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι ἐχαρα-
κτήρισε δέκα ἔτη ἀργότερα, τὸ 1945, τὶς μὲν ἐπισκοπικὲς χειροτονίες «ἐσπευ-
σμένες» καὶ «παρακεκινδυνευμένες», ὡς «πρωθύστερες», τὴν δὲ ἀρχικὴ ἐκκλη-
σιαστικὴ ὀργάνωσι τῶν ᾿Αρχιερέων, οἱ ὁποῖοι ἀνέλαβαν τὴν διαποίμανσι τῶν
᾿Ακαινοτομήτων ἀπεκάλεσε «᾿Αρχιερατικὸν Συμβούλιον» καὶ ὄχι ῾Ιερὰν Σύνοδον!
(Βλ. ῾Υπόμνημα τοῦ πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου..., στὸ Μητροπολίτης πρ.
Φλωρίνης Χρυσόστομος Καβουρίδης..., ἔνθ᾿ ἀνωτ., σελ. 136).
25. Βλ. Ποιμαντορικὴ ᾿Εγκύκλιος τῆς 1.6.1944, στὸ ῞Απαντα πρώην Φλωρίνης Χρυσο-
στόμου, τόμος Δεύτερος, ἔνθ᾿ ἀνωτ., σελ. 13-28.
26. Ποιμαντορικὴ ᾿Εγκύκλιος τῆς 18.1.1945.
27. ᾿Επιστολὴ πρώην Φλωρίνης [πρὸς ᾿Επίσκοπον Κυκλάδων Γερμανόν], στὸ Μητρο-
πολίτης πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος Καβουρίδης..., ἔνθ᾿ ἀνωτ., σελ. 83. Στὴν
θαυμασία αὐτὴ ἐπιστολὴ ἐκκλησιολογικοῦ περιεχομένου, θίγεται μεταξὺ ἄλλων
καὶ τὸ ζήτημα τοῦ νοήματος τῶν καταδικῶν τῆς ἡμερολογιακῆς μεταρρυθμίσεως
τοῦ ΙΣΤ´ αἰ. Τινές, ἀκόμη καὶ μέχρι σήμερα, ἐμφορούμενοι ἀπὸ μία ἄκρως
ἁπλουστευτική, ἀλλὰ καὶ ἀφελῆ καὶ περιωρισμένη ἀντίληψι, θεωροῦν ὅτι βάσει
ἐκείνων τῶν ἀποφάσεων ἡ σύγχρονη ἡμερολογιακὴ καινοτομία εἶναι προκα-
ταδικασμένη καὶ ἄρα δὲν ἀπαιτεῖται νέα καταδίκη αὐτῆς. ῾Ο ῾Ομολογητὴς ῾Ιεράρ-
χης πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος ἐξηγεῖ ἀνταντιρρήτως:
«᾿Επίσης, ὑποκρίνεται καὶ ψεύδεται ἀσυστόλως ἡ ῾Υμετέρα Θεοφιλία, ὅταν
διατείνηται ὅτι παρέλκει καὶ περιττεύει ἡ συγκρότησις Πανορθοδόξου Συνόδου ἤ
μεγάλης Τοπικῆς Συνόδου διὰ τὴν ἔγκυρον καὶ τελεσίδικον καταδίκην τῆς
ἡμερολογιακῆς καινοτομίας τοῦ ᾿Αρχ/που, ἀφοῦ αἱ Πανορθόδοξοι Σύνοδοι 1583,
1587, 1593 κατεδίκασαν τὸ Γρηγοριανὸν ῾Ημερολόγιον.
» Καὶ τοῦτο, διότι γνωρίζει κάλλιστα, ὅτι αἱ εἰρημέναι Σύνοδοι κατεδίκασαν
μὲν τὸ Γρηγοριανὸν ἡμερολόγιον, ἀλλ᾿ ἡ καταδίκη αὕτη ἀφορᾷ τοὺς Λατίνους,
οἵτινες ἔθηκαν εἰς ἐφαρμογὴν τὸ ὅλον ἡμερολόγιον, ἐνῷ ὁ ᾿Αρχ/πος παρέλαβεν ἐκ
τούτου τὸ ἥμισυ ἐφαρμόσας αὐτὸ εἰς τὰς ἀκινήτους ἑορτὰς καὶ διατηρήσας τὸ
Παλαιὸν διὰ τὸ Πάσχα καὶ τὰς κινητὰς ἑορτάς, ἀκριβῶς ἵνα παρακάμψῃ τὸν
σκόπελον τῆς καταδίκης ταύτης.
» Κατὰ ταῦτα, ἡ Καινοτομία αὕτη τοῦ ᾿Αρχ/που ἐφαρμόσαντος τὸ Γρηγοριανὸν
῾Ημερολόγιον μόνον διὰ τὰς ἀκινήτους ἑορτὰς καὶ οὐχὶ διὰ τὸ Πάσχα, δι᾿ ὅ κυρίως
κατεδικάσθη τὸ Γρηγοριανὸν ἡμερολόγιον, ὡς ἀντιπίπτον πρὸς τὸν ζ´ ᾿Απο-
στολικὸν Κανόνα ἀποτελεῖ ζήτημα, ὅπερ πρώτην φορὰν ἐμφανίζεται εἰς τὴν
ἱστορίαν τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας. » Συνεπῶς, ἡ σύγκλησις Πανορθοδόξου Συνόδου οὐ μόνον δὲν περιττεύει, ὡς ἀπὸ τρίποδος ἀπεφάνθη ὡς ἄλλος Πάπας ἡ ῾Υμετέρα Θεοφιλία, ἀλλὰ καὶ ἐπιβάλλεται διὰ τὴν κανονικὴν καὶ ἔγκυρον καταδίκην τοῦ ζητήματος τούτου».
(Αὐτόθι, σελ. 80-81).
28. Βλ. περιοδ. «Φωνὴ τῆς ᾿Ορθοδοξίας», ἀριθ. 86/12.6.1950.
29. Τὸ αὐτὸ ἰσχύει καὶ γιὰ τὰ κατὰ καιροὺς δημοσιευόμενα ὑπό τινων σχετικὰ ἐγκυ-
κλιώδη σημειώματα, γράμματα, ὁδηγίες κλπ. τοῦ ῾Ομολογητοῦ ῾Ιεράρχου πρώην
Φλωρίνης Χρυσοστόμου κυρίως πρὸς τὸν ὑπ᾿ αὐτὸν ἱερὸν Κλῆρον, ὅπου δύναται
κανεὶς νὰ ἀνεύρη ὄντως παρόμοιες θέσεις καὶ τοποθετήσεις.
30. ᾿Α.Δ. Δελήμπαση, Πάσχα Κυρίου, ᾿Αθῆναι 1985, σελ. 807-808.
31. ῎Ας θυμηθοῦμε τί ἔγραφε ὁ ῾Ομολογητὴς ῾Ιεράρχης πρὸς τὸν Κυκλάδων Γερμανὸ
στὴν προαναφερθεῖσα ᾿Επιστολὴ τοῦ 1937, ἐπὶ τοῦ θέματος τῆς Ματθαιϊκῆς
θεωρήσεως περὶ τῶν μόνων ἐναπομεινάντων ὀρθοδόξων ἀρχιερέων:
«᾿Εν τῇ περιπτώσει ταύτῃ, Θεοφιλέστατε, θέτετε τελείαν καὶ παῦλαν εἰς τὸν
βίον καὶ τὴν μακραίωνα ἱστορίαν τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας, ἀφοῦ ὅλας
συλλήβδην τὰς ᾿Ορθοδόξους ᾿Εκκλησίας κηρύσσεται αἱρετικάς, διαψεύδοντες οὕτω
καὶ τὴν ρήτραν τοῦ Κυρίου εἰπόντος εἰς τοὺς Μαθητάς Του: “᾿Ιδοὺ ἐγὼ μεθ᾿
ἡμῶν εἰμὶ πάσας τὰς ἡμέρας, ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος”.
» Βλέπετε, Θεοφιλέστατε, ἡ τυχοδιωκτικὴ καὶ λαοπλάνος αὕτη πολιτικὴ εἰς
ποῖα ἄτοπα καὶ ἀβυσσώδη βάραθρα ἄγει τὴν ῾Υμετέραν Θεοφιλίαν, ἥτις οὐ μόνον
κατασπιλώνει τὴν ἱερότητα τοῦ ᾿Αγῶνος, πρὸς ἐξυπηρέτησιν τοῦ ὁποίου ἀνυ-
ψώσαμεν Αὐτὴν εἰς τὴν ἐπισκοπικὴν σκοπιὰν καὶ τιμήν, ἀλλὰ καὶ καταργεῖ τὴν
ἔννοιαν καὶ τὴν ὑπόστασιν τῆς καθόλου ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας;».
(᾿Επιστολὴ πρώην Φλωρίνης [πρὸς ᾿Επίσκοπον Κυκλάδων Γερμανόν], στὸ Μη-
τροπολίτης πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος Καβουρίδης..., ἔνθ᾿ ἀνωτ., σελ. 82).
32. ᾿Α.Δ. Δελήμπαση, ἔνθ᾿ ἀνωτ., σελ. 807.
33. Β´ Κορ. ζ´ 5.
34. Βεβαίως, πρέπει νὰ τονισθῆ, ὅτι τελικὰ ἡ συγκατάβασις αὐτὴ ἔμεινε ἄνευ ἀντι-
κρίσματος, ἀπέτυχε στὸν σκοπό της, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν διευκόλυνσι ἐπιστροφῆς μικρᾶς
μόνον ὁμάδος Ματθαιϊκῶν Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν, ἀλλὰ καὶ τρόπον τινὰ
ἀμαύρωσε τὴν φωτεινὴ μαρτυρία τοῦ ῾Ομολογητοῦ ῾Ιεράρχου, παρέσχε δὲ ἕνα
ἰσχυρὸ ἐπιχείρημα γιὰ τὸν ἐπακολουθήσαντα σκληρὸ διωγμὸ ἀπὸ μέρους τοῦ
Καινοτόμου ἀρχιεπισκόπου Σπυρίδωνος Βλάχου.
35. Βλ. ἐνδεικτικὰ τὴν ᾿Επιστολὴ 113: «Τοῖς ἐν Ταρσῷ Πρεσβυτέροις» τοῦ Μεγάλου
Βασιλείου (ΒΕΠΕΣ, τ. 55, ἐκδ. ᾿Αποστολικῆς Διακονίας τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς
῾Ελλάδος, ᾿Αθῆναι 1977, σελ. 142-143).
36. Β´ Θεσ. β´ 15.
37. Β´ Θεσ. β´ 7.
38. Β´ Θεσ. β´ 3.
39. Β´ Θεσ. β´ 13.
40. Β´ Θεσ. β´ 10.
41. Β´ Πέτρ. γ´ 17.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF