ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Κυριακή 16 Ιουνίου 2019

ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΕΡΑ ΑΝΑΛΗΨΗ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ




Ας συναθροισθούμε καὶ πάλι οἱ δῆμοι τῶν φιλοθέων καὶ φιλοχρίστων καὶ φιλοπαρακλήτων!... ῾Η θεοποιὸς Χάρις τῆς ῾Αγίας Τριάδος μᾶς προσκαλεῖ σήμερα, στὸ ὑπερῶον τῆς Πεντηκοστῆς, σὲ μία ἱερὰ πανδαισία!... Καὶ φωτίζει τοὺς ῾Αγίους Πατέρας νὰ μᾶς ὑπενθυμίσουν, ὅτι ὑπάρχει μία ἱερὰ τάξις: «νὰ ἀνάγεται ὁ νοῦς ἀπὸ τὸ Πνεῦμα εἰς τὸν Υἱόν, καὶ διὰ τοῦ Υἱοῦ νὰ ἀνάγεται εἰς τὸν Πατέρα» 1 ·


τι ὑπάρχει μία μυστικὴ κλῖμαξ: «Πᾶσα ἡ τῶν ἀγαθῶν χορηγία ἡ εἰς ἡμᾶς γινομένη, ἐκ Πατρὸς πρόεισι δι᾿ Υἱοῦ ἐν Πνεύματι» 1. Τώρα, μετὰ τὴν ἔνδοξη καὶ θεοπρεπῆ ᾿Ανάληψι, βλέπουμε τὸν Σωτῆρα μας Χριστό, «πορευθέντα εἰς Οὐρανόν», νὰ εὑρίσκεται «ἐν δεξιᾷ τοῦ Θεοῦ, ὑποταγέντων Αὐτῷ ᾿Αγγέλων καὶ ᾿Εξουσιῶν καὶ Δυνάμεων» 2 καὶ πάντων τῶν ῾Αγίων ᾿Ασωμάτων... 


Πῶς ἆρά γε θὰ ἀνέλθη ὁ νοῦς μας στὸ ὕψος αὐτό; Καὶ πῶς θὰ κατέλθη στὴν καρδιά μας «ἡ τῶν ἀγαθῶν χορηγία»; ῍Ας ἀκούσωμε τὸν ἱερομύστη ῞Αγιο ᾿Απόστολο ᾿Ιάκωβο: «ἁγνίσατε καρδίας δίψυχοι» 3 !... Θὰ πρέπει ἡ μυστικὴ κλίμαξ νὰ ἔχη ὡς ἀδιάσειστη βάσι τὴν ἐξαγνισμένη καρδιά μας· 


αὐτὴ εἶναι ἡ ἀρχὴ καὶ ἡ ρίζα ὅλων τῶν ἐξωτερικῶν πράξεων, οἱ ὁποῖες ἐνεργοῦνται μὲ τὸ σῶμα· ἀπὸ αὐτήν, ὅπως μᾶς διαβεβαίωσε ὁ Κύριός μας, ἐκπηγάζουν ὅσα καθιστοῦν τὸν ἄνθρωπο ὄντως ἀκάθαρτο: «ἐκ τῆς καρδίας ἐξέρχονται διαλογισμοὶ πονηροί, φόνοι, μοιχεῖαι, κλοπαί, ψευδομαρτυρίαι, βλασφημίαι· ταῦτά ἐστι τὰ κοινοῦντα τὸν ἄνθρωπον» 4 .


Καὶ πῶς, ἱερώτατε ᾿Αδελφὲ τοῦ Κυρίου μας, θὰ ἐξαγνισθοῦμε ἐμεῖς οἱ ὀλιγόψυχοι καὶ «δίψυχοι» Χριστιανοί;... «Ταλαιπωρήσατε καὶ πενθήσατε καὶ κλαύσατε» 5


«Ταλαιπωρήσατε, ὦ Χριστιανοί!», ἑρμηνεύει ὁ νεόφωτος ῾Ησυχαστὴς τοῦ ῎Αθωνος· «ἤγουν μὲ τὴν θέλησίν σας κακοπαθήσατε, καὶ διαλέξετε καὶ περιπατῆτε τὴν στενὴν καὶ τεθλιμμένην στράταν τῆς ἀρετῆς»· «῾῾πενθήσατε καὶ κλαύσατε᾿᾿, ἐπειδὴ τὸ πένθος καὶ ἡ κατὰ Θεὸν λύπη, καὶ μάλιστα τὸ κλαύσιμον καὶ τὰ δάκρυα, αὐτὰ πολλὰ βοηθοῦν εἰς τὸ νὰ καθαρίσῃ ὁ ἄνθρωπος τὸν μολυσμὸν τῆς καρδίας του, καὶ νὰ λάβῃ συγχώρησιν τῶν ἁμαρτιῶν του» 6.


῞Αγιοι Πατέρες, τί ἄλλο ἂρά γε εἶναι ἀναγκαῖο νὰ συνταιριασθῆ μὲ τὴν εὐλογημένη ταλαιπωρία καὶ τὸ μακάριο πένθος;... «Καθαρίζει δὲ τὴν καρδίαν», συνεχίζει ὁ ἱερὸς Νικόδημος, «ἀκόμη καὶ ἡ ἐν καρδίᾳ συνεχῶς μελετωμένη προσευχὴ τοῦ ῾῾Κύριε ᾿Ιησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με᾿᾿, μὲ τὸ σύμμετρον κράτημα τῆς ἀναπνοῆς· διότι ἡ θέρμη ἐκείνη ὁποῦ γεννᾶται ἀπὸ τὴν ἐνέργειαν τῆς ἁγίας Προσευχῆς, κατατρώγει καὶ χωνεύει τὰς ἀκαθαρσίας τῆς καρδίας» 6


Ναί! τὸ ζητούμενον εἶναι αὐτὴ ἡ ἱερὰ «θέρμη», τὴν ὁποία ἀνάπτει ὁ Παράκλητος στὴν καρδιά μας, ὅταν μὲ ζῆλο ἀναζητοῦμε διὰ μέσου τῆς Εὐχῆς τοῦ ᾿Ιησοῦ «τὴν ἐντὸς ἡμῶν οὖσαν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ». «Θέρμη γάρ τις ἐγγίνεται τῇ καρδίᾳ διὰ τῆς μελέτης ταύτης», μᾶς διαβεβαιώνει ἡ κορυφὴ τῶν ῾Ησυχαστῶν, ὁ ῞Αγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς, «ὡς μυΐας τοὺς πονηροὺς ἀποσοβοῦσα λογισμοὺς καὶ πνευματικὴν εἰρήνην καὶ παράκλησιν ἐμποιοῦσα τῇ ψυχῇ καὶ τὸν ἁγιασμὸν τῷ σώματι παρέχουσα, κατὰ τὸν εἰπόντα· ῾῾ἐθερμάνθη ἡ καρδία μου ἐντός μου, καὶ ἐν τῇ μελέτῃ μου ἐκκαυθήσεται πῦρ᾿᾿» 7.


᾿Αλλὰ καὶ ὁ θεόφθογγος Προφήτης ῾Ησαΐας μᾶς ἐνθαρρύνει στὸ σωτήριο ἔργο τῆς καθάρσεως τῆς καρδιᾶς: «Κύριον δὲ τὸν Θεὸν ἁγιάσατε ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν» 8! ῾Αγιάζεται καὶ δοξάζεται καὶ προσκυνεῖται ὁ Θεὸς κυρίως καὶ ἀληθῶς μέσα στὴν καθαρὴ καὶ ἐξαγνισμένη καρδιά μας, ἀπὸ τὴν ὁποίαν ἐν τῷ ὀνόματι Αὐτοῦ διώκονται οἱ ὑπερήφανοι καὶ βλάσφημοι, οἱ πονηροὶ καὶ μισάδελφοι, οἱ αἰσχροὶ καὶ ἀκάθαρτοι λογισμοί. β. «Αἰχμαλωτίζοντες πᾶν νόημα...» 


Ανήλθε ὁ Κύριός μας, «πορευθεὶς εἰς Οὐρανὸν» 9 καὶ ὑπετάγησαν εἰς Αὐτὸν πᾶσαι αἱ Οὐράνιαι Δυνάμεις. Καὶ ἡ καρδιά μας, προκειμένου νὰ ὑψωθῆ, νὰ γίνη μετέωρος καὶ οὐράνιος, νὰ συμπολιτεύεται μὲ τοὺς φωτοειδεῖς ᾿Αγγέλους, θὰ πρέπη πρωτίστως νὰ αἰχμαλωτίση «πᾶν νόημα εἰς τὴν ὑπακοὴν τοῦ Θεοῦ» 10.


Θεῖε ᾿Απόστολε ᾿Ιάκωβε, πῶς θὰ κατορθώσουμε τὸ ἀκατόρθωτο ἐμεῖς οἱ ὀλιγόψυχοι καὶ «δίψυχοι»;... «῾Υποτάγητε οὖν τῷ Θεῷ, ἀντίστητε τῷ διαβόλῳ, καὶ φεύξεται ἀφ᾿ ὑμῶν» 11!... Καὶ Σύ, οὐρανοδρόμε Παῦλε, ἆρά γε συμφωνεῖς;... «Μηδὲ δίδοτε τόπον τῷ διαβόλῳ» 12!... Ναί! ῾Ο Κύριος παρέχει τὴν χάριν καὶ τὴν δύναμίν Του στοὺς ταπεινούς, οἱ ὁποῖοι ὑπατάσσονται ἀπερίεργα στὸ θέλημά Του·


μὲ Αὐτὴν ὁ ἡγεμονικὸς καὶ αὐτοκρατορικὸς Νοῦς ἀνθίσταται καὶ πολεμεῖ ἀνδρείως τὸν διάβολο, ὅταν μᾶς προσβάλλη καὶ προσπαθῆ τυραννικὰ νὰ εἰσέλθη στὴν καρδιά μας μὲ ὄχημα τοὺς βλασφήμους καὶ πονηροὺς καὶ ἀκαθάρτους λογισμούς. ᾿Απαιτεῖται νῆψις καὶ προσευχή, ὥστε νὰ μὴ δίδουμε τόπον, δηλαδὴ νὰ μὴν ἀνοίγουμε τὴν καρδιά μας στὸν διάβολο καὶ νὰ μὴ παραχωροῦμε ἔδαφος γιὰ συνδυασμούς, συνομιλίες καὶ συγκαταθέσεις. 


῾Ο διάβολος, ὁ πονηρὸς ὄφις, ὅταν εὕρη κάποιο κενό, κάποια εἴσοδο, εἰσάγει πρῶτα τὸ κεφάλι του καὶ κατόπιν σύρει μέσα ὅλο τὸ σῶμα του, δηλαδὴ ὅλη τὴν ἀκάθαρτη ἐνέργειά του καὶ μᾶς κυριεύει πλήρως· τότε, οἱ κακοὶ λογισμοὶ γίνονται ὀχυρώματα καὶ ὑψώματα καὶ πλάνες, τὰ ὁποῖα μᾶς στεροῦν τὴν ἀπλανῆ γνῶσιν τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ.


῾Ο ἱερὸς ᾿Εκκλησιαστὴς μᾶς καθιστᾶ προσεκτικούς: «᾿Εὰν πνεῦμα τοῦ ἐξουσιάζοντος ἀναβῇ ἐπὶ σέ, τόπον σου μὴ ἀφῇς» 13!... ᾿Αλλά, μὴ δειλιάζετε!..., μᾶς ἐνισχύει ὁ πνευματέμφορος Παῦλος· ὁ ἀγὼν εἶναι βεβαίως μεγάλος καὶ ἄνισος, ἀλλὰ «τὰ ὅπλα τῆς στρατείας ἡμῶν οὐ σαρκικά, ἀλλὰ δυνατὰ τῷ Θεῷ, πρὸς καθαίρεσιν ὀχυρωμάτων· λογισμοὺς καθαιροῦντες καὶ πᾶν ὕψωμα ἐπαιρόμενον κατὰ τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ, καὶ αἰχμαλωτίζοντες πᾶν νόημα εἰς τὴν ὑπακοὴν τοῦ Θεοῦ» 14


Καὶ τί ἄλλο θὰ πρέπει, ῞Αγιοι τοῦ Θεοῦ, νὰ προσθέσουμε στὴν γενναία αὐτὴν ἀντίστασι, ὥστε νὰ φύγη ὁ διάβολος, νὰ καθαιρεθοῦν τὰ ὀχυρώματα καὶ τὰ ὑψώματά του, νὰ αἰχμαλωτίσουμε δὲ καὶ νὰ ὑποτάξουμε «τὰς δαιμονικὰς νοήσεις εἰς τὴν ὑπακοὴν καὶ τὴν ἀπλανῆ γνῶσιν τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ»; «᾿Εὰν συνειθίζῃς», λέγει ὁ θεοφόρος Νικόδημος, «νὰ μελετᾶς εἰς τὴν καρδίαν σου ταύτην τὴν σύντομον προσευχήν:


Κύριε ᾿Ιησοῦ Χριστέ, Υἱὲ Θεοῦ, ἐλέησόν με᾿᾿, καθὼς διδάσκουσιν οἱ θεῖοι Πατέρες, οἱ καλούμενοι Νηπτικοί· τὸ γὰρ ἅγιον καὶ φοβερὸν ὄνομα τοῦ ᾿Ιησοῦ μελετώμενον, γίνεται ὡσὰν μία μάχαιρα καὶ μάστιξ, καὶ μαστίζει τὸν διάβολον, καὶ διώκει αὐτὸν καὶ τοὺς μετ᾿ αὐτοῦ δαίμονας ἀπὸ τὴν καρδίαν» 15. γ. «῝Ος ἂν ὁμολογήσῃ...» Ηγαπημένε ᾿Απόστολε τοῦ Κυρίου μας, πῶς ἆρά γε θὰ γνωρίσουμε, ὅτι ἡ τῶν «ἀγαθῶν χορηγία» ἔχει κατέλθει ἐκ τοῦ Πατρὸς διὰ τοῦ Υἱοῦ ἐν ῾Αγίῳ Πνεύματι στὴν καρδιά μας; «᾿Εν τούτῳ γινώσκομεν ὅτι ἐν Αὐτῷ [τῷ Θεῷ] μένομεν καὶ Αὐτὸς ἐν ἡμῖν, ὅτι ἐκ τοῦ Πνεύματος Αὐτοῦ δέδωκεν ἡμῖν» 16.


᾿Απὸ τὴν μυστικὴ κλίματα, κατέρχεται καὶ ἐνοικεῖ στὴν ἐξαγνισμένη καρδιὰ τὸ ῞Αγιον Πνεῦμα· μὲ Αὐτὸ συνοικεῖ καὶ συσκηνώνει καὶ ὁ Πατὴρ καὶ ὁ Υἱός. «῞Οπου ἂν ἡ μία τῆς Τριάδος ῾Υπόστασις παρῇ», λέγει ὁ ἱεροφάντης Χρυσόστομος, «πᾶσα πάρεστιν ἡ Τριάς» 17·


« ῾Αγία καὶ Μακαρία Τριάς, ἀδιαίρετος καὶ ἡνωμένη πρὸς ἑαυτήν ἐστι», συνεχίζει ὁ φωστὴρ τῆς ᾿Αλεξανδρείας ᾿Αθανάσιος, «καὶ λεγομένου τοῦ Πατρός, πρόσεστι καὶ ὁ τούτου Λόγος, καὶ τὸ ἐν τῷ Υἱῷ Πνεῦμα»· «μία γάρ ἐστιν ἐκ τοῦ Πατρὸς χάρις δι᾿ Υἱοῦ, ἐν Πνεύματι ῾Αγίῳ πληρουμένη» 18. ῞Οταν ἐλάβαμε τὸ ῞Αγιον Βάπτισμα, «ἐκ Θεοῦ ἐγεννήθημεν» 19, τὸ δὲ σπέρμα τῆς χάριτος τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος ἐγκατοίκησε βαθειὰ μέσα στὴν γῆ τῆς καρδιᾶς μας, ὅπου συνεχῶς αὐξανόμενο μᾶς ὁδηγεῖ «εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ» 20.


Αὐτὸ τὸ σπέρμα τῆς Χάριτος, ἔστω καὶ ἂν καταχωθῆ ἀπὸ τὶς προαιρετικὲς ἁμαρτίες μας, ὅμως δὲν σβήνει καὶ δὲν ἀφανίζεται ποτὲ τελείως, ἀλλὰ — ὅπως μᾶς διδάσκει ὁ θεόσοφος Νικόδημος, «εἶναι ὡσὰν ὁ σπινθὴρ τοῦ πυρὸς κεχωσμένος μέσα εἰς τὴν θερμὴν στάκτην· οὔτε μᾶς ἀφῆκε τελείως, ἀλλὰ εὑρίσκεται εἰς ἡμᾶς προσμένουσα τὴν μετάνοιάν μας,


να δηλαδὴ ἡμεῖς καθαρίσωμεν πρῶτον τὴν καρδίαν μας ἀπὸ τὰ πάθη, τὰ ὁποῖα εἶναι ἡ στάκτη ὁποῦ σκεπάζει αὐτὸν τὸν σπινθῆρα τῆς χάριτος τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος· καὶ ἀφοῦ καθαρίσωμεν αὐτὴν καὶ εὕρωμεν τὸν κεκρυμμένον σπινθῆρα τῆς Χάριτος, ἐπιθέσωμεν εἰς αὐτὸν ὡσὰν ξύλα, τὰς ἀρετάς, καὶ φυσήσαντες μὲ μίαν ἀνδρείαν προθυμίαν,


νάψωμεν πῦρ: ἤγουν γνωρίσωμεν καθαρότερα καὶ αἰσθητικώτερα τὴν ἐνέργειαν καὶ δύναμιν τῆς ἐν ἡμῖν οἰκούσης θείας Χάριτος, διὰ τῆς ἐν καρδίᾳ γινομένης ζωοβλύτου θέρμης· καὶ φωτισθῶμεν δι᾿ αὐτῆς, καὶ ἁρπαγῶμεν εἰς ᾿Αποκαλύψεις Μυστηρίων ἀλαλήτων τοῦ Πνεύματος· καὶ τελειωθῶμεν κατὰ τὴν δυνατὴν ἀνθρώπῳ τελειότητα» 21


Κορυφέε τῶν Θεολόγων, ᾿Ιωάννη Μαθητὰ τοῦ Κυρίου, δίδαξέ μας τὸν τρόπον, διὰ τοῦ ὁποίου ὁ μὲν Χριστός μας θὰ εἶναι διαρκῶς στὴν καρδιά μας, ἐμεῖς δὲ θὰ εἴμεθα διαρκῶς στὸν Θεό!... «῝Ος ἐὰν ὁμολογήσῃ ὅτι ᾿Ιησοῦς ἐστιν ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεὸς ἐν αὐτῷ μένει, καὶ αὐτὸς ἐν τῷ Θεῷ» 22.


Ο Θεὸς μένει καὶ σκηνώνει σὲ ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος ὁμολογεῖ τὸν ᾿Ιησοῦν ὡς Υἱὸν τοῦ Θεοῦ· καὶ ἀντιστρόφως, ὁ ὁμολογῶν τὴν σωτήριον αὐτὴν ὁμολογίαν, μένει στὸν Θεόν. Αὐτὴ ἡ νοερὰ ἕνωσις καὶ συνάφεια καὶ ἀγαπητικὴ ἀνάκρασις, ἡ ὁποία εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς καλῆς ὁμολογίας μας, ἀποδεικνύει γιὰ μία ἀκόμη φορά, μὲ ἕναν πράγματι ἀποκαλυπτικὸ τρόπο, τὴν μεγίστη ἀξία τῆς ἀδιαλείπτου Εὐχῆς τοῦ ᾿Ιησοῦ:


διαλείπτως προσευχόμενοι, ὁμολογοῦμε ἀδιαλείπτως τὴν θεότητα τοῦ Χριστοῦ μας· ἑπομένως, ἔχουμε ἀδιαλείπτως τὸν Θεὸ στὴν καρδιά μας καὶ ταυτοχρόνως μένουμε ἀδιαλείπτως ἐν τῷ Θεῷ Πατρί, διὰ τοῦ Υἱοῦ ἐν ῾Αγίῳ Πνεύματι!... 


«Διὰ τοῦτο καὶ οἱ καλούμενοι Νηπτικοὶ Πατέρες», συμπεραίνει τὸ ἱερὸ πτηνὸ τοῦ ῎Αθωνος, «πειθόμενοι εἰς τὸν λόγον τοῦτον τοῦ Θεολόγου, διδάσκουσιν, ὅτι ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ πρέπει νὰ μελετοῦν πάντοτε, καὶ νὰ προσεύχωνται ἀδιαλείπτως ταύτην τὴν σύντομον καὶ μονολόγιστον καλουμένην εὐχήν, τὴν λέγουσαν ῾῾Κύριε ᾿Ιησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με᾿᾿·


γὰρ ταύτην τὴν εὐχὴν μελετῶν συνεχῶς εἰς τὴν καρδίαν του, αὐτὸς ὁμολογεῖ, ὅτι ὁ ᾿Ιησοῦς εἶναι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ · ὁ δὲ τοῦτο ὁμολογῶν, ἔχει τὸν Θεὸν μένοντα εἰς τὸν ἑαυτόν του, καὶ αὐτὸς μένει εἰς τὸν Θεόν, καὶ χαριτώνεται καὶ ἁγιάζεται ἡ καρδία του · καὶ ναὸς Θεοῦ γίνεται, καὶ ἀξιώνεται πολλῶν καὶ μεγάλων χαρισμάτων· καὶ σωρείαν ἀγαθῶν ἀπολαμβάνει παρὰ Θεοῦ, καθὼς οἱ αὐτοὶ Νηπτικοὶ Πατέρες τὰ ἀριθμοῦσι» 23.


Εἶναι ἀναγκαία λοιπὸν ἡ συνεχὴς ὁμολογία τοῦ Σωτῆρος μας ὡς Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, ὥστε ὁ Παράκλητος νὰ εἶναι συνεχῶς παρὼν μέσα μας, διαρκῶς ἐπιτιμῶν τὰ ἀπειλητικὰ κύματα καὶ τοὺς σφοδροὺς ἀνέμους τῶν παθῶν, τὰ ὁποῖα διεγείρουν τὰ ἀκάθαρτα πνεύματα, καὶ διαρκῶς εἰρηνεύων τὴν καρδιά μας. 


«Καὶ ἐπειδὴ τὰ πάθη καταπραΰνονται μὲ τὴν προσευχή», μᾶς χειραγωγεῖ ὁ ῞Αγιος ᾿Ιγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ, «ἔτσι καὶ πρέπει, ὅταν αὐτὰ ξεσηκωθοῦν (μέσα μας), νὰ κάνουμε νοερά, χωρὶς βιασύνη καὶ πολὺ ἢσυχα, τὴν προσευχὴ τοῦ ᾿Ιησοῦ (δηλαδὴ τό:


''Κύριε ᾿Ιησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με᾿᾿), ἡ ὁποία σιγὰ-σιγὰ θὰ καταπραΰνει καὶ θὰ πάψει τὰ πάθη ποὺ ξεσηκώθηκαν. Μερικὲς φορὲς τὸ ξεσήκωμα τῶν παθῶν καὶ ἡ ἔφοδος ἐχθρικῶν λογισμῶν γίνονται μὲ τόση δύναμη, ὥστε νὰ ἀνεβάζουν τὸν ἄνθρωπο σὲ μιὰ μεγάλη ψυχικὴ ἄθληση. Τότε εἶναι ἡ ὥρα ἑνὸς ἀόρατου μαρτυρίου. Εἶναι ἀνάγκη νὰ ὁμολογοῦμε τὸν Κύριο ἐνώπιον τῶν παθῶν (μας), κι ἐνώπιον τῶν δαιμόνων μὲ παρατεταμένη προσευχή, ἡ ὁποία ὁπωσδήποτε θὰ φέρει τὴ νίκη» 24.


«῾Ο Κύριος ἀνελήφθη εἰς Οὐρανούς, ἵνα πέμψῃ τὸν Παράκλητον τῷ κόσμῳ» 25. ῞Ολοι οἱ προσκεκλημένοι στὴν ἱερὰ πανδαισία τῆς Πεντηκοστῆς· ὅλοι οἱ φιλόθεοι καὶ φιλόχριστοι καὶ φιλοπαράκλητοι· ὅσοι μυηθήκαμε στὴν ἱερὰν τάξιν τῆς ἀναβάσεως ἀπὸ τοῦ Πνεύματος διὰ τοῦ Υἱοῦ στὸν Πατέρα, ἀλλὰ καὶ τῆς καταβάσεως ἀπὸ τοῦ Πατρὸς διὰ τοῦ Υἱοῦ στὸ Πνεῦμα· ὅσοι δεχθήκαμε τὴν πνεύσασαν θεήῤῥυτον Χάριν, ἂς εἴμεθα ὅλοι λαμπροί, ὅλοι ἀστραπόμορφοι, ὅλοι ἀλλοιωμένοι ἀλλοίωσιν ὡραιοτάτην καὶ παράδοξον!... 


᾿Εμεῖς ἀξιωθήκαμε, μὲ τὴν βοήθεια τῆς Θεομήτορος καὶ τῶν πνευματοφόρων Πατέρων, νὰ γνωρίσουμε ὅτι ἡ τριφεγγὴς οὐσία τῆς Θεότητος εἶναι ἰσοσθενής, ἀδιαίρετος καὶ σοφή!... Θεολογοῦντες λοιπὸν καὶ ὁμολογοῦντες ὀρθοδόξως, δοξάζομεν καὶ μεγαλύνομεν Πατέρα δι᾿ Υἱοῦ ἐν ῾Αγίῳ Πνεύματι εἰς τοὺς αἰῶνας!...


«῞Οσοις ἔπνευσεν ἡ θεήῤῥυτος χάρις, λάμποντες, ἀστράπτοντες, ἠλλοιωμένοι, ὀθνείαν ἀλλοίωσιν εὐπρεπεστάτην, ἰσοσθενοῦσαν τὴν ἄτμητον, εἰδότες, σοφὴν τρίφεγγον οὐσίαν, δοξάζομεν» 26



6η καὶ 7η ᾿Ιουνίου 2005 ἐκ. ἡμ. 

+ Πεντηκοστῆς-῾Αγίου Πνεύματος 



1. ῾Οσίου Νικοδήμου ῾Αγιορείτου, ῾Ερμηνεία εἰς τὸν ᾿Ιαμβικὸν Κανόνα τῆς Πεντηκοστῆς, ᾿Ωδὴ Αʹ, Εἱρμός, ῾Εορτοδρόμιον, σελ. 555, ᾿Εν Βενετίᾳ 1836. ῾Ο ῞Οσιος Νικόδημος παραπέμπει στὸν Μέγα Βασίλειο: «῾Ημεῖς ὑποδεχόμενοι τὰ δῶρα, πρῶτον ἐντυγχάνομεν τῷ διανέμοντι (ἤτοι τῷ Πνεύματι)· εἶτα ἐννοοῦμεν τὸν ἀποστείλαντα (ἤτοι τὸν Υἱόν)· εἶτα ἀνάγομεν τὴν ἐνθύμησιν ἐπὶ τὴν πηγὴν καὶ αἰτίαν τῶν ἀγαθῶν (ἤτοι τὸν Πατέρα)». (Μ. Βασιλέιου, PG τ. 32, στλ. 133C/Περὶ τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος, Κεφάλ. ΙϚʹ, § 37 ). Βλ. τοῦ Αὐτοῦ ἐπίσης: «῾Η τοίνυν ὁδὸς τῆς θεογνωσίας ἐστὶν ἀπὸ τοῦ ἑνὸς Πνεύματος, διὰ τοῦ ἑνὸς Υἱοῦ, ἐπὶ τὸν ἕνα Πατέρα. Καὶ ἀνάπαλιν, ἡ φυσικὴ ἀγαθότης, καὶ ὁ κατὰ φύσιν ἁγιασμός, καὶ τὸ βασιλικὸν ἀξίωμα, ἐκ Πατρός, διὰ τοῦ Μονογενοῦς, ἐπὶ τὸ Πνεῦμα διήκει». (Αὐτόθι, στλ. 153CD/Κεφάλ. ΙΗʹ, § 47 ). 
2. Αʹ Πέτρ. γʹ 22. 
3. ᾿Ιακ. δʹ 8. 
4. Ματθ. ιεʹ 19-20. 
5. ᾿Ιακ. δʹ 9. 
6. ῾Οσίου Νικοδήμου, εἰς τὸ ᾿Ιακ. δʹ 9, ῾Ερμηνεία εἰς τὰς ῾Επτὰ Καθολικὰς ᾿Επιστολάς, σελ. 52, ῾Ενετίησιν 1806. 
7. ῾Αγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ, PG τ. 151, στλ. 129A/῾Ομιλία ΙΑʹ, Εἰς τὸν Τίμιον καὶ Ζωοποιὸν Σταυρόν. Ψαλμ. ληʹ 4. 
8. Αʹ Πέτρ. γʹ 15· ῾Ησ. ηʹ 13. 
9. Αʹ Πέτρ. γʹ 22. 
10. Βʹ Κορινθ. ιʹ 5. 
11. ᾿Ιακ. δʹ 7. 
12. ᾿Εφεσ. δʹ 27. 
13. ᾿Εκκλ. ιʹ 4. 
14. Βʹ Κορινθ. ιʹ 4-5. 
15. ῾Οσίου Νικοδήμου, εἰς τὸ ᾿Ιακ. δʹ 7, ἔνθ᾿ ἀνωτ., σελ. 49. 
16. Αʹ ᾿Ιωάν. δʹ 13. 
17. ῾Ι. Χρυσοστόμου, PG τ. 60, στλ. 519/Εἰς τὴν πρὸς Ρωμαίους, ῾Ομιλία ΙΓʹ, § ηʹ. 
18. Μεγάλου ᾿Αθανασίου, PG τ. 26, στλ. 565AB/᾿᾿Επιστολὴ Αʹ πρὸς Σεραπίωνα Θμούεως, § 14. 
19. ᾿Ιωάν. αʹ 13. 
20. ᾿Εφεσ. δʹ 13. 
21. ῾Οσίου Νικοδήμου, εἰς τὸ Αʹ ᾿Ιωάν. γʹ 24, ἔνθ᾿ ἀνωτ., σελ. 259. 
22. Αʹ ᾿Ιωάν. δʹ 15. 
23. ῾Οσίου Νικοδήμου, εἰς τὸ Αʹ ᾿Ιωάν. δʹ 15, ἔνθ᾿ ἀνωτ., σελ. 273. 
24. ῾Αγίου ᾿Ιγνατίου Μπριαντσιανίνωφ, «῾Η ἐπίδραση τῆς νοερᾶς προσευχῆς», περιοδ. «᾿Ορθόδοξη Μαρτυρία» Κύπρου, ἀριθ. 72/Χειμώνας 2004, σελ. 39. 
25. ῾Εσπερινοῦ ᾿Αναλήψεως, Στιχηρὸν ᾿Ιδιόμελον αʹ. 
26. Κανόνος ᾿Ιαμβικοῦ Πεντηκοστῆς, ᾿Ωδὴ Θʹ, τροπ. βʹ




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF