Εκεί βρισκόταν και μια γυναίκα δεκαοχτώ χρόνια άρρωστη από δαιμονικό πνεύμα» (Λουκ. ιγ’ 11). Δες την ένταση του κακού, σκέψου το μέγεθος της ασθένειας, για πόσα πολλά χρόνια η άθλια έσκυβε στη γη, όπως τα κτήνη, μη μπορώντας να ατενίσει τα κάλλη τού ουρανού ούτε να παρατηρήσει τα πρόσωπα όσων συναντούσε, αλλά σε σχήμα ημισελήνου, κυρτωμένη σαν στοά,
καθώς ο δαίμονας τη φόρτωσε σαν με κάποιο βάρος από μολύβι και την έκαμνε να γέρνει τα νώτα της. Πηγαίνει, λοιπόν, ο Σωτήρας από μόνος Του για τη θεραπεία, από την έμφυτη που υπάρχει σ’ Αυτόν για τον άνθρωπο κατάσταση ηρεμίας, ελεώντας τη φύση που έτσι πιεζόταν από τον δαίμονα, και αφήνει έναν λόγο που διώχνει τη νόσο:
«Γυναίκα, απαλλάσσεσαι από την αρρώστια σου» (Λουκ. ιγ’ 12). Και στον λόγο προσθέτει και το άγγιγμα: «Έβαλε επάνω της τα χέρια και αμέσως εκείνη ανορθώθηκε» (Λουκ. ιγ’ 13). Πρόσεχε, λοιπόν, το κατάλληλο φάρμακο της ψυχής και του σώματος.
Επειδή αμάρτησε η ψυχή, δόθηκε το σώμα στον Σατανά για τιμωρία, και με τον λόγο ελευθερώνει την ψυχή από την ενοχή των αμαρτιών, και με το θείο άγγιγμα ανορθώνει το σώμα από το κύρτωμα προς τη γη. Ο αρχισυνάγωγος, όμως, αγανακτισμένος που ο Ιησούς έκανε τη θεραπεία το Σάββατο, γύρισε στο πλήθος και είπε: «Υπάρχουν έξι ημέρες που επιτρέπεται να εργάζεται κανείς. Μέσα σ’ αυτές, λοιπόν, να έρχεσθε και να θεραπεύεσθε, και όχι το Σάββατο» (Λουκ. ιγ’ 14).
Πολύ φοβερό πάθος είναι ο φθόνος, λειώνοντας την ψυχή εκείνου που τον τρέφει, και μη μπορώντας να κρυφτεί, και αν ακόμη για λίγο καλύπτεται με υποκριτικό προσωπείο, σαν τη φωτιά που κρύβεται στα άχυρα, στην αρχή αναδίδει πυκνό καπνό, εάν όμως τύχει να φυσήξει κάποιος άνεμος, τότε φουντώνει τη φλόγα και εμφανίζεται.
Κάτι τέτοιο συνέβη και σ’ αυτόν τον ανάπηρο αρχισυνάγωγο, ο οποίος όταν ο Κύριος δίδασκε, κυοφορούσε μέσα του στα κρυφά τον φθόνο, και μόλις συγκρατιόταν, μη βρίσκοντας κανένα σημείο κατηγορίας. Όμως, όταν είδε το παράδοξο θαύμα, κομματιάζει την εσωτερική του κακία και φέρνει στην επιφάνεια το έκτρωμα του φθόνου. Διότι παραμερίζοντας τον θαυμασμό, παρουσιάζει την υποτιθέμενη παράβαση του νόμου, όχι τιμώντας περισσότερο το Σάββατο, από το να φθονεί τους θεραπευμένους.
Όμως, πάντοτε το ψέμα είναι αβοήθητο από τον εαυτό του, ελεγχόμενο εύκολα από τους σώφρονες. Διότι αυτός, δυσφορώντας, δείχνει ολοφάνερα αδιαντροπιά και αντιτίθεται στο θαύμα με τη φανέρωση του φθόνου του, και έκανε λάθος και κίνησε εναντίον του τον έλεγχο. Και τι του είπε ο Σωτήρας;
«Υποκριτή! Ο καθένας σας δεν λύνει το βόδι του ή το γαϊδούρι του από το παχνί το Σάββατο και πάει να το ποτίσει;» (Λουκ. ιγ’ 15). Δείχνει, λοιπόν, αυτόν πόσο έχει λυσσάξει από τον φθόνο, και φανερώνει διευκρινίζοντας το πνεύμα τού νόμου, και πείθει πώς από το γράμμα οδηγούμαστε στο πνεύμα. Διότι ο νόμος απαγόρευε κατά το Σάββατο τις χειρονακτικές εργασίες, καθόλου όμως, δεν εμπόδιζε την ευεργεσία, αλλά, βέβαια, και αυτή η αργία, ήταν φύλαξη αυτών που νοούνται.
Και ότι αυτό είναι αληθινό, θα το δείξει χωρίς κόπο ο λόγος. Διατάζει ο νόμος κατά το Σάββατο να μη σηκώνει κανείς κάποιο φορτίο (Ιερ. ιζ’ 11-12) και να μην ανάβει φωτιά (Εξ. λε’ 3) και από την κατοικία του να μη βγαίνει (Έξ. ιστ’ 29). Αυτός, λοιπόν, που αυτά τα εκλαμβάνει σωματικά, γίνεται υπόδικος στην κατάρα τού νόμου (Γαλ. γ’ 10).
Διότι το να μη μετακινείται κάποιος από τον τόπο του, αυτό είναι αδύνατον και καθετί το οποίο σηκώνει κανείς είναι φορτίο, κι αν είναι ψωμί, κι αν είναι ρούχο. Αλλά ο νόμος, με την αργία, νομοθετεί την απραξία προς το κακό. Και ούτε με το βάρος της αμαρτίας να παραφορτώνεται, διότι αυτό είναι το να μην σηκώνει το φορτίο, ούτε να απομακρύνεται από το να παραμένει στον Θεό, που είναι το να μην βγαίνει από το σπίτι του, ούτε να ανάβει τη φωτιά του θυμού και της κακής επιθυμίας.
Αλλά και το να λιθοβοληθεί αυτός που μαζεύει φρύγανα κατά το Σάββατο (Αρ. ιε’ 32), έτσι πρέπει να εννοείται, πως με τους λογισμούς που διώχνουν την κακία πρέπει να λιθοβολείται αυτός που συλλέγει τα φρύγανα της αμαρτίας, τα οποία, βέβαια, ο Απόστολος ονόμασε ξύλα και χόρτο και καλάμι (Α’ Κορ. γ’ 13).
Οι Ιουδαίοι, όμως, όχι ορθά ούτε με επιμέλεια, αλλά εφαρμόζοντας την αργία σωματικά, και τιμώντας το Σάββατο με την απραξία, λατρεύουν την κτίση, γιατί όσους τιμούν το Σάββατο σωματικά, τους ταλανίζει ο λόγος τού Προφήτη που λέει: «Αλλοίμονο σ’ αύτούς που ασχολούνται με ψεύτικα Σάββατα!» (Αμ. στ’ 3).
Διότι ο νόμος διδάσκει κατά τα Σάββατα, ούτε το βόδι ή το γαϊδούρι να παραβλέψεις απεριποίητο (Δευτ. κβ’ 3), αλλά να λυπάσαι τη ζωή των κτηνών, όπως λέει η παροιμία (Παρ. ιβ’ 10). Όμως, επειδή για τα βόδια δεν ενδιαφέρει στον Θεό, όπως θεωρεί ο Παύλος, ο ακριβής εξηγητής τού νόμου (Α’ Κορ. θ’ 9), βόδι και γαϊδούρι που το λύνουμε, πρέπει να εννοούμε αυτούς που δουλεύουν ως δούλοι, από τους Εβραίους και από τα έθνη, τους οποίους κατά κάποια εβδομάδα χρόνων διέταξε ο νόμος να ελευθερώνονται, όπως περιγράφει το βιβλίο τού Δευτερονομίου (ιε’ 1-3).
Τον Εβραίο, λοιπόν, τον ονομάζει βόδι ως καθαρό, και παρομοιάζει με γαϊδούρι τον εθνικό, ως ακάθαρτο, οι οποίοι κατά τις ορισμένες αναπαύσεις αρμόζει να λύνονται από τα δεσμά της δουλικής φάτνης και να τους χαρίζεται το ποτό τής ελευθερίας.
Και αιτία τής αρρώστιας τής γυναίκας, λέει ο Χριστός, πως είναι ο Σατανάς: «Αυτή που είναι απόγονος του Αβραάμ, και ο Σατανάς την είχε δεμένη δεκαοχτώ χρόνια, δεν έπρεπε να λυθεί από αυτά τα δεσμά το Σάββατο;» (Λουκ. ιγ’ 16).
Με το να πει αυτό και δείχνοντας με το δάχτυλο, δείχνει κατά κάποιον τρόπο τον δαίμονα που τη δέσμευε, όπως έδειχνε στους μαθητές το δαιμόνιο εκείνο του σεληνιασμού λέγοντας: «Θα λέτε σ’ αυτό το βουνό, σήκω και πέσε στη θάλασσα» (Ματθ. ιζ’ 20, ια’ 23). Και το «κατά την ημέρα τού Σαββάτου» λέει, κατά την ημέρα τής ενανθρωπήσεώς μου, κατά την οποία φτάνω και πραγματοποιώ ανάπαυση από τα πάθη.«Με τα λόγια Του αυτά ντροπιάζονταν όλοι οι αντίπαλοί Του» (Λουκ. ιγ’ 17).
Φανερά ντροπιάζονταν οι Φαρισαίοι και Γραμματείς από τον έλεγχό Του, ντροπιάζονταν, όμως, περισσότερο οι αντίπαλοι δαίμονες, φοβούμενοι την μετά από λίγο ερχομένη απώλειά τους. Αλλά αυτή είναι η πιο σωματική διήγηση της ιστορίας. Και πρέπει, οπωσδήποτε, να γνωρίσουμε καλά και την ωφέλεια από την πνευματική θεώρησή της.
Η Συναγωγή, λοιπόν, ήταν τύπος αληθινός όλης της συνάξεως, στην οποία ήρθε σαρκωμένος ο Χριστός. Το Σάββατο, πάλι, είναι η παύση τής κακίας, την οποία εργάσθηκε ο Χριστός που έγινε άνθρωπος. Ο αρχισυνάγωγος είναι τύπος των ιερέων και Γραμματέων και Φαρισαίων, αυτών που ήταν κατά του Χριστού και λυσσούσαν εναντίον των θαυμάτων Του, και Τον κατηγορούσαν ότι βεβηλώνει το Σάββατο και καταργεί τον νόμο.
Η θεραπεία τής συγκύπτουσας που έγινε στον δρόμο εικόνιζε τη σωτηρία τής εξ εθνών Εκκλησίας που ανορθώθηκε από την κατάπτωσή της στα είδωλα. Αλλά και ο χρόνος τής ασθενείας ολοφάνερα δείχνει για όσα ασθενούσαν τα έθνη πριν από την παρουσία τού Χριστού.
Πηγή: https://alopsis.gr
Απόσπασμα εκ του βιβλίου ''Δεκατρείς Πατερικές Ομιλίες. Από την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού στα Εισόδια της Θεοτόκου'',
Μετάφραση: Γεώργιος Μαυρομάτης,
Καλύβη Κοιμήσεως Θεοτόκου Ιεράς Σκήτης Κουτλουμουσίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου