Δεκάτη εβδόμη Κυριακή του Ματθαίου σήμερα, αγαπητοί, η Κυριακή της Χαναναίας, και αναφέρεται το Ευαγγέλιο ακριβώς στη θεραπεία της κόρης της Χαναναίας, που έπασχε από δαιμόνιο.
Ο Ιησούς είχε πάει προς τα σύνορα της Τύρου και Σιδώνος, φεύγοντας από τη θάλασσα της Γεννησαρέτ και πηγαίνοντας προς τη βόρεια Γαλιλαία, και για να ανακουφίσει αυτούς που Τον μισούσαν, γιατί δεν θα Τον έβλεπαν, και για να γλυτώσει απ’ το λαό πού ’χε άκαιρο ενθουσιασμό, και περισσότερο για να οδηγήσει και στηρίξει τους Μαθητάς και Αποστόλους για τον σταυρικό Του θάνατο και την τριήμερη Ανάστασή Του.
Και κει, λοιπόν, καθώς τράβαγε προς τα μέρη αυτά, εβγήκε από τη χώρα τη Συροφοινίκη μία γυναίκα ειδωλολάτρισσα με ελληνική λαλιά. Και εφώναζε προς τον Ιησού να την ελεήσει, ονομάζοντας Τον «Υἱὸν Δαυίδ», διότι η κόρη της έπασχε και υπέφερε πολύ από το δαιμόνιο.
Ο Ιησούς, δοκιμάζοντας την πίστη και την ψυχή της, αδιαφόρησε φαινομενικά. Αυτή, όμως, δεν το έβαλε κάτω. Πήγε κοντά στους Αποστόλους και τους έβαλε μεσίτες. Να η πρεσβεία των αγίων μας! Κι αυτοί πήγαν στον Χριστό και Του είπανε: «Απόλυσέ την. Κάμε της το αίτημα, και άφησέ την να φύγει, γιατί κράζει. Μας πήρε από κοντά, και δεν μας αφήνει με τίποτε».
Κι ο Ιησούς, τότε, συνέχισε την «αδιαφορία» Του, μιλώντας όμως, και τους λέει: «Τι σας είπα, βρε παιδιά; Δεν σας είπα ότι έχω αποσταλεί για τα πρόβατα οίκου Ισραήλ, τα απολωλότα, τα χαμένα; Δεν μπορώ, λοιπόν, να πάρω το ψωμί απ’ τα παιδιά, και να το δώσω στα σκυλάκια…».
Η γυναίκα πλησίασε και Τον παρακάλεσε πάλι, γονατίζοντας μπροστά Του, να τη βοηθήσει, να κάμει το έλεός Του. Και Αυτός είπε τα λόγια που είπαμε για τα σκυλάκια. Και κείνη, τότε, παίρνοντας τη λέξη «κυνάριο», που ήταν τα οικιακά σκυλιά, τα πιο αγαπημένα και προσφιλή, Του λέει: «Δίκαιο έχεις, σκυλάκι είμαι και γω κοντά στα πόδια Σου, κάτω από το τραπέζι Σου. Να ξέρεις, όμως, ότι δεν τρώω το ψωμί των παιδιών, αλλά τα ψίχουλα που πέφτουν κάτω από το τραπέζι. Εγώ αυτά θέλω. Κι αν μου δώσεις αυτά, μου φτάνει».
Κι ο Κύριος τότε θαύμασε, και την επαίνεψε μπροστά σε όλους και της είπε: «Ω γυναίκα, μεγάλη σου η πίστις! Ας γίνει όπως θέλεις». Αυτό είναι η πίστη και η υπομονή και η ταπείνωση και η ευγένεια. Αυτά όλα τα είχε η Χαναναία, κι ο Χριστός αδιαφόρησε, για να φανούν και να βγουν στην επιφάνεια και στη ζωή.
Και μεις πολλές φορές Του φωνάζουμε, και φαίνεται τάχα αδιάφορος απέναντί μας, γιατί θέλει να βγάλουμε από την ψυχή μας και να δώσουμε σε Κείνον όλους τους θησαυρούς, όλα τα πλούτια που έχει. Και αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό, γι’ αυτό και ας επιμένομε στην προσευχή μας ταπεινά και εγκάρδια και με εμπιστοσύνη.
Και τι λέει στο τέλος το Ευαγγέλιο; «Και γιατρεύτηκε η θυγατέρα της από εκείνη τη στιγμή». Αυτός είναι ο Κύριος. Εκείνη Τον πίστευε Παντοδύναμο και πανταχού παρόντα, όπως και ο Εκατόνταρχος του ιδίου Ευαγγελίου του Ματθαίου, που εθεράπευσε από μακριά ο Κύριος τον δούλο του.
Ας έχομε και μείς, με την ευχή της Χαναναίας, λίγο από την πίστη και από την ψυχή της, κι ας ακολουθούμε τον Κύριο, να θεραπεύσει τη θυγατέρα μας, την πρωτοθυγατέρα μας, την ψυχή μας και τη ζωή μας και όλους. Αξίζει τον κόπο.
Το κήρυγμα της Κυριακής,
τόμος: Β΄, εκδ. Ακτή,
Λευκωσία 2009, σελ. 174-177.
Πηγή ηλ. κειμένου: https://imkitiou.org.
Επιμέλεια, παρουσίαση ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου