ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Κυριακή 14 Φεβρουαρίου 2021

Ο ΘΕΟΣ ΔΟΚΙΜΑΖΕΙ ΤΗΝ ΠIΣΤΗ ΜΑΣ

 


''Ἡ ἐπιμονή δείχνει ταπείνωσι, ὑπακοή· 

ἂν ὁ Κύριος ἀργῇ νά μοῦ ἀπαντήσῃ, ἐκεῖνος

 ξέρει τό γιατί, ἐγώ ἂς μάθω νά τόν περιμένω·

 κι ἂν ἐκεῖνος κρίνῃ ὅτι δέν πρέπει νά μοῦ 

ἱκανοποι­ήσῃ τό αἴτημα, ὑποτάσσομαι στό

 θέλημά του· ἐγώ «καί ἐν τῷ μή λαβεῖν ἔλαβον».

  Ἐπιμονή λοιπόν στίς δεήσεις μας. «Κύριε, 

ἐλέησον» ὄχι μιά φορά ἀλλά πολλές. Εἶνε 

μερικοί Χριστιανοί πού λένε· Προσευχήθηκα, 

πα­ρακάλεσα τό Θεό, μά δέν βλέπω τίποτε… 

Αὐ­τοί εἶνε οἱ ὀλιγόπιστοι καί ἀνυπόμονοι''.


(Ομιλία την Κυριακή της Χαναναίας)




«Ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις! 
γενηθήτω σοι ὡς θέλεις. 
καὶ ἰάθη ἡ θυγάτηρ αὐ­τῆς ἀπὸ τῆς ὥρας ἐκείνης» 
(Ματθ. 15,28)


Δυστυχισμένη, ἀγαπητοί μου, πολὺ δυσ­τυχισμένη ἦταν ἡ μητέ­ρα ποὺ περιγράφει τὸ σημερινὸ εὐ­αγγέλιο (βλ. Ματθ. 15,21-28). Ἀλλ᾽ ἂς δοῦ­με ποιά ἦταν ἡ δυστυχία της, γιὰ νὰ θαυμάσουμε τὴν ὑπομονή της καὶ τὴν πίστι της.


Στὰ μέρη Τύρου καὶ Σιδῶνος, ποὺ συνώρευ­­αν μὲ τὴ χώρα τοῦ Ἰσραήλ, κατοι­κοῦ­σαν ἀλ­λόφυλοι καὶ ἀλλόθρησκοι – εἰδωλο­λάτρες. Ἐ­κεῖ ζοῦσε καὶ ἡ γυναίκα τοῦ σημερινοῦ εὐ­αγ­γελίου. Ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος ἀκοῦμε νὰ τὴ λέει Χαναναία, λέξι ποὺ δείχνει τὸ θρήσκευ­­μά της, ἀπὸ τὴν παλαιὰ θρησκεία τῶν ἐθνῶν τῆς γῆς Χαναάν, προτοῦ νὰ ἐγκαταστα­θῇ στὴν Παλαιστίνη ὁ Ἰσραηλικὸς λαός.


ἄλ­λος εὐ­αγγελιστὴς ποὺ περιγράφει τὸ ἴδιο περι­στατι­κὸ λέει, ὅτι αὐτὴ ἦταν «ἑλληνίς, Συροφοινί­κισσα τῷ γένει» (Μᾶρκ. 7,26), δηλαδὴ εἰδωλο­λά­τρισσα καταγομένη ἀπὸ τὴ Φοινίκη, παραλιακὴ πόλι τῆς Συρίας ἀπέναντι ἀπὸ τὴν Κύπρο. Ἡ ξένη αὐ­τὴ γυναίκα ἔμαθε, ὅτι στὰ μέρη ἐκεῖνα βρίσκεται ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος. Δείχνει λοιπὸν μεγάλο ἐνδιαφέρον νὰ τὸν συν­αντήσῃ.


Βρισκόταν σὲ μεγάλη ἀνάγκη. Εἶχε μία κόρη, ἡ ὁποία εἶχε προσβληθῆ ἀπὸ φοβε­ρὴ ἀσθένεια· τὴν εἶχε καταλάβει δαιμόνιο, ποὺ πολὺ τὴν ταλαιπωροῦσε, τὴν τά­ραζε καὶ τὴν ἔ­κανε νὰ φαίνεται σὰν νεκρή. Ποιός ξέρει καὶ τί δὲν θὰ εἶχε μεταχειριστῆ αὐτὴ ἡ μάνα γιὰ νὰ θεραπευθῇ τὸ κορίτσι της· καὶ φάρμακα θ᾽ ἀγόρασε, καὶ γιατροὺς θὰ συμβουλεύτηκε, καὶ σὲ μάγους ἀκόμη θὰ εἶχε προστρέξει (ἡ θρησκεία της δὲν τὸ ἀπηγόρευε).


λλὰ οὔτε τὰ φάρμακα, οὔτε οἱ γιατροί, οὔτε οἱ μάγοι, οὔτε τίποτε ἄλ­λο δὲν στάθηκε ἱκανὸ νὰ θεραπεύ­σῃ τὴ θυγατέρα. Τὸ δαιμόνιο εἶ­χε φωλιάσει μέ­σα της, στὸ σῶμα καὶ στὴν καρδιὰ τῆς κόρης, καὶ δὲν ἐννοοῦσε νὰ βγῇ. Πάνω σ᾽ αὐτὴ τὴ θλιβερὴ κατάστασι ἡ δυσ­τυχισμέ­νη μάνα ἀκούει, ὅτι στὴ γειτονικὴ χώρα, κοντὰ στὰ μέρη τους, βρίσκεται τώρα ὁ Χριστός. Ἀπὸ τὴ φήμη του, ὅσα διαδίδονταν γύρω ἀπ᾽ τὸ ὄνομά του, πιστεύει μὲ βεβαιότητα ὅτι αὐτὸς ἔ­χει τὴ δύναμι νὰ θεραπεύσῃ τὸ κο­ρίτσι της. Ἀμέσως λοιπὸν ξεκι­νᾷ.


Βγαίνει ἀπὸ τὴ χώρα της, πεζοπορεῖ, ρωτάει παν­τοῦ κι ἀναζητεῖ τὸ Χριστό. Ἐ­πὶ τέλους τὸν βρίσκει. Κι ὅταν τὸν ἀντικρύζει πλησιάζει καὶ μὲ φωνὴ δυνατὴ –εἶνε ἡ φωνὴ τῆς πονεμένης μάνας– τοῦ λέει ἀμέσως τὸν πόνο της· «Ἐλέησόν με, Κύριε, υἱὲ Δαυΐδ· ἡ θυγάτηρ μου κακῶς δαιμονί­ζεται» (Λουκ. 15,22). Προσέξατε; Αὐτὴ ἡ εἰδωλολάτρισσα μιλάει σὰν πιστὴ Ἰσραηλίτισσα, τὸν ὀνομάζει «υἱὸν Δαυΐδ». Αὐτὸ τί σημαίνει· ἀρνεῖται τὴν ψευδῆ θρησκεία της, δηλώνει πίστι σ᾽ αὐτόν, προσ­φεύγει μὲ πλήρη βεβαιότητα στὸν μόνο Σω­τῆ­­ρα τοῦ κόσμου.


Τί διαφορά! Τὴ στιγμὴ ποὺ ἄν­θρωποι τοῦ Ἰσραήλ (οἱ γραμματεῖς, φαρισαῖ­οι, πρεσβύτεροι, ἀρχιερεῖς) τὸν ἀμφισβητοῦσαν καὶ τὸν ὑπονόμευαν, μία ἐθνικὴ γυναίκα τὸν ἀναγνωρίζει καὶ τὸν προσκυνᾷ. Κλαίει, φωνάζει καὶ παρακαλεῖ νὰ τὴν ἐλεήσῃ ὁ Ἰησοῦς, γιατὶ ἡ κόρη της πάσχει καὶ ταλαιπωρεῖται πολὺ ἀπὸ τὸ δαιμόνιο. Παραδόξως ὅμως ὁ Χριστὸς δὲν ἀνοίγει τὸ στόμα του, δὲν τῆς λέει οὔτε μιὰ λέξι. Περίεργο πρᾶγμα! Ἐκεῖνος ποὺ τόσο συμπόνεσε τοὺς δυστυχισμένους, ἐκεῖ­νος ποὺ «ἔκλαιε μετὰ κλαιόν­των» ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος (῾Ρωμ. 12,15), ἐ­κεῖνος ποὺ ἄλλοτε καὶ χωρὶς νὰ τὸν παρακα­λέσουν ἔ­κανε τόσα καλά, πῶς τώρα σιωπᾷ;


σιωπή του ξενίζει ἀκόμη καὶ τοὺς μαθητάς του, οἱ ὁποῖοι τολμοῦν καὶ παρεμβαίνουν. Ἑνώνουν καὶ αὐτοὶ τὴν παράκλησί τους μὲ τὴν πα­ράκλησι τῆς μητέρας καὶ λένε· –Σὲ παρα­καλοῦμε, κάν᾽ της αὐτὸ ποὺ ζητάει καὶ ἄσ᾽ την νὰ πάῃ στὸ καλό, γιατὶ μᾶς ἀκολουθεῖ καὶ κράζει ἐνοχλητικά. Καὶ ὁ Χριστὸς ἀνοίγει μὲν τὸ στόμα του, ἀλλὰ γιὰ νὰ τοὺς λυπήσῃ πιὸ πολὺ καί, ἐνῷ καὶ ἡ γυναίκα ἀκούει, τοὺς ἀ­παντᾷ· –Ἐγὼ ἦρθα γιὰ τοὺς Ἰσραηλῖ­τες, γιὰ νὰ βροῦν αὐτοὶ τὸ δρόμο τῆς σωτηρίας (καὶ ἄφηνε νὰ νοηθῇ, ὅτι γιὰ τοὺς ἐθνικοὺς δὲν ἐνδιαφέρεται). Ἡ γυ­ναίκα ἀκούει τὴν ἀπάντησι, μὰ δὲν ἀ­πογοητεύεται· ἔχει μεγάλη βεβαιότητα ὅτι στὸ τέλος θὰ πάρῃ αὐτὸ ποὺ ζητάει.


ρχεται λοιπὸν μπροστά του, πέφτει προσκυνᾷ καὶ λέει· –Κύριε, βοήθα με. Ὁ Χριστὸς πά­λι ἀρνεῖται· –Δὲν εἶνε καλὸ νὰ πάρω τὸ ψωμὶ ποὺ ἔχω γιὰ τὰ παιδιά μου καὶ νὰ τὸ ῥίξω στὰ σκυλάκια (παιδιά μου, ἐννοεῖ, εἶνε μόνο οἱ Ἰσ­ραηλῖ­τες· ἐσεῖς οἱ εἰ­δωλολάτρες, ποὺ ἡ ζωή σας εἶ­νε ἀκάθαρτη, εἶ­στε σὰν τὰ σκυλιά). Νέα προσβολή· σκυλὶ τὴ λέει τὴ Χαναναία ὁ Χριστός. Μὰ αὐτὴ οὔτε τώρα ἀγανακτεῖ· δὲν φεύ­γει. Ἀλλὰ τί ἀπαντᾷ· –Ναί, Κύριε· ἀναγνωρίζω πὼς δὲν εἶμαι σὰν τὰ παιδιά σου τοὺς Ἰσρα­ηλῖ­τες. Ζῶ σὰν τὸ σκυλί. Ἀλ­λὰ μὴ λησμονεῖς, διδάσκαλε, ὅτι τὰ σκυλιὰ κά­τι τρῶνε κι αὐτὰ ἀ­πὸ τὸ τραπέζι τοῦ ἀφέντη τους· ὅ,τι ψίχουλα περισσέψουν, εἶνε δικά τους.


Κἐ­γὼ δὲν ζητῶ τίποτε ἄλλο παρὰ ἕνα ψίχουλο ἀπὸ τὴν ἀγάπη καὶ τὸ ἔλεός σου. Τότε πλέον ὁ Χριστὸς ἀ­φήνει αὐτὴ τὴ στάσι (ποὺ τηροῦσε σκοπίμως, γιὰ νὰ διδάξῃ τοὺς ἀκούοντας) καὶ τῆς ἀπαν­τᾷ· –«Ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις! γενηθήτω σοι ὡς θέλεις» (Ματθ. 15,28). Καί, τὴ στι­γμὴ ποὺ ἔλεγε τὰ λόγια αὐτὰ ὁ Χριστός, τὴν ἴδια στιγμὴ ἡ κόρη τῆς Χαναναίας ἔγινε καλά. Αὐτὸ εἶνε τὸ θαῦμα, ἀγαπητοί μου· καὶ πολ­λὰ ἐπ᾽ αὐτοῦ θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε. Ἕνα ὅμως θὰ τονίσω σήμερα· ὅτι πρέπει νὰ ἐπιμένουμε πολὺ στὶς προσευχές μας. 


Χωρὶς τὴν ἐπιμονή της ἡ Χαναναία δὲν θὰ ἔπαιρνε τὴ θεραπεία τῆς κόρης της. Παρακάλεσε μία καὶ δύο καὶ τρεῖς φορές, χωρὶς ν᾽ ἀπογοητευ­θῇ· ἐπέμενε, καὶ στὸ τέλος νίκησε. Ἂν ἦταν καμμιὰ ἄλλη ψυχή, δὲν θ᾽ ἀνεχόταν τὴν προσβολή· στὴν ἄρνησι τοῦ Χριστοῦ θὰ σηκωνόταν καὶ θά ᾽φευγε θυμωμένη. Ἀ­κοῦς ἐκεῖ, θά ᾽λεγε· πῆγα σ᾽ αὐτὸν καὶ μὲ εἶπε σκυλί· ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ εἶν᾽ αὐτός;… Ἄχ πόσοι καὶ πόσοι τὸ κάνουν αὐτὸ σήμερα! Πηγαίνουν στὸν ἐξομολόγο.


Καὶ μόλις ἐκεῖ­νος τοὺς δώσῃ ἕνα κανόνα, τοὺς βά­λῃ ἐπιτίμιο καὶ δὲν τοὺς ἐπιτρέψῃ νὰ κοινωνήσουν, ἀντὶ νὰ κατηγορήσουν τὸν ἑαυτό τους ποὺ ἔγινε ἄξιος τοῦ ἐπιτιμίου, αὐτοὶ κατηγοροῦν τὸν πνευματικὸ ὡς ἀνεπαρκῆ, ὡς ἀδέξιο, ὡς βάρ­βαρο, ὡς ἀγράμματο… Πηγαίνουν οἱ ἄλλοι νὰ ἐκκλησιαστοῦν καὶ μόλις ἀκούσουν τὸν ἱεροκήρυκα νὰ ἐλέγξῃ τὴν κακία, ἀμέσως ὀργίζονται, φεύγουν, καὶ βρίζουν τὸν ἱεροκήρυκα. Δὲν βλέπουν τὰ πάθη ποὺ τοὺς ἔχουν περισφίξει, δὲν καταλαβαί­νουν ὅτι πρέπει νὰ τὰ πολεμήσουν. Ἐνῷ ἡ Χαναναία τί; Τὴν ὠνόμασε σκυλί, καὶ δὲν θύμωσε! Γιατί; Διότι ἡ προσευχή της εἶχε ἕνα μεγάλο προσόν. Ποιό προσόν;


Εἶχε ἐπιμονή. Εἶχε ἀπόφασι ὁπωσδήποτε νὰ ἑλκύσῃ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὅπως ὁ ζητιᾶνος δὲν ξεκολλάει ἀπὸ τὴν πόρτα ἕως ὅ­του τοῦ δώσουν ἕνα ξεροκόμματο, ἔτσι καὶ ἡ Χαναναία δὲν ἐννοοῦσε νὰ φύγῃ ἀπὸ τὸ Χριστό, ἕως ὅτου Ἐκεῖνος ὄχι ἕνα ἁπλὸ ψίχουλο τῆς ἔδωσε, ἀλλὰ ἔκανε τὸ μεγάλο θαῦμα. Ἡ ἐπιμονὴ δείχνει πίστι – ἐμπιστοσύνη· ὁ Κύ­ριος ὑπάρχει, μ᾽ ἀκούει, θὰ μοῦ ἀπαντήσῃ, θὰ μοῦ δώσῃ αὐτὸ ποὺ ἔχω ἀνάγκη! Ἡ ἐπιμονὴ δείχνει ὑπομονή, ἀντοχή, μακρο­θυμία· δὲν εἶμαι ἀνυπόμονος, δὲν βιάζομαι, μπορῶ νὰ περιμένω, δὲν ἐξαντλοῦνται οἱ δυνάμεις μου, ἔχω ἀπόθεμα δυνάμεως.


ἐπιμονὴ δείχνει ταπείνωσι, ὑπακοή· ἂν ὁ Κύριος ἀργῇ νὰ μοῦ ἀπαντήσῃ, ἐκεῖνος ξέρει τὸ γιατί, ἐγὼ ἂς μάθω νὰ τὸν περιμένω· κι ἂν ἐκεῖνος κρίνῃ ὅτι δὲν πρέπει νὰ μοῦ ἱκανοποι­ήσῃ τὸ αἴτημα, ὑποτάσσομαι στὸ θέλημά του· ἐγὼ «καὶ ἐν τῷ μὴ λαβεῖν ἔλαβον» (P.G. 63,579). Ἐπιμονὴ λοιπὸν στὶς δεήσεις μας. «Κύριε, ἐλέησον» ὄχι μιὰ φορὰ ἀλλὰ πολλές. Εἶνε μερικοὶ Χριστιανοὶ ποὺ λένε· Προσευχήθηκα, πα­ρακάλεσα τὸ Θεό, μὰ δὲν βλέπω τίποτε… Αὐ­τοὶ εἶνε οἱ ὀλιγόπιστοι καὶ ἀνυπόμονοι.


λλὰ ὁ Χριστὸς θέλει νὰ δοκιμάσῃ τὴν πίστι μας. Νὰ εἴμαστε βέβαιοι ὅτι ὁ Κύριος, ὅταν δῇ ὅ­τι ἡ πίστι εἶνε ῥιζωμένη βαθειὰ στὴν καρδιά μας, ὅτι ζητοῦμε θεάρεστα πράγματα κι ὅτι ἐπιμένουμε στὶς παρακλήσεις μας, θὰ μᾶς ἀ­κού­σῃ καὶ θὰ μᾶς δώσῃ ὅ,τι εἶνε τὸ συμφέρον τῆς ψυχῆς μας. Χρειάζεται μόνο ὑπομονὴ καὶ ἐπιμονὴ μεγάλη. Ἐ­κεῖ­νος ποὺ εἰσάκουσε τὴν προσευχὴ τῆς Χαναναί­ας, ἐκεῖνος ποὺ εἰσάκουσε τὶς προσ­ευχὲς τῶν ἁγίων, θ᾽ ἀκούσῃ καὶ τὶς δικές μας προσ­ευχές. Ἂς ζητοῦμε λοιπὸν ἀπὸ τὸ Θεὸ πνευματι­κὰ ἀγαθά· πίστι, ἐλπίδα, ἀγάπη· ἂς ζητοῦμε εἰρήνη. Ἂς τὸν παρακαλοῦμε γιὰ τὰ παιδιά μας καὶ τοὺς φίλους μας.


Κ᾽ ἐκεῖνος σὲ καιρὸ κατάλληλο θὰ στεί­λῃ τὴ βοήθειά του, γιατὶ αὐτὸς εἶπε· «Αἰτεῖτε, καὶ δοθήσεται ὑμῖν, ζητεῖτε, καὶ εὑρήσετε· κρούετε, καὶ ἀ­νοιγήσεται ὑμῖν· πᾶς γὰρ ὁ αἰτῶν λαμβάνει καὶ ὁ ζητῶν εὑ­ρί­σκει καὶ τῷ κρούοντι ἀνοιγήσεται» (Ματθ. 7,7-8).


(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπό τό χειρόγραφο ὁμιλίας, ἡ ὁποία ἔγινε σέ ἄγνωστο
 ἱ. ναό τῆς ἱ. μητροπόλεως Αἰτωλίας & Ἀκαρνανίας 
καί πιθανῶς τήν 6-2-1938
Ἀνάγνωσις, μεταφορά σέ ἁπλῆ γλῶσσα, στοιχειοθεσία καί ἀναπλήρωσις
 31-12-2020. Εκ του ιστολογίου: augoustinos-kantiotis.gr
Επιμέλεια, παρουσίαση 
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF