ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Σάββατο 29 Μαΐου 2021

ΘΕΟΔΩΡΗΤΟΥ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ: ΑΒΒΑΚΟΥΜ Ο ΑΝΥΠΟΔΥΤΟΣ (ΜΕΡΟΣ 6ον)

 


<<Εις ερώτησιν του Διοικητού:

- Διατί, πάτερ, απεσκιρτήσατε της αδελφότητος και εφέρατε την αναρχίαν εις την Μονήν και δεν συμπροσεύχεσθε μετά των άλλων πατέρων;

ο π. Αββακούμ με πραότητα και ταπείνωσιν απήντησεν.

Κύριε, Διοικητά, έχετε μελετήσεις τους Ιερούς Κανόνας του Πηδαλίου; - Τί γράφει το Πηδάλιον, πάτερ, απήντησεν ο Διοικητής.

- Αφού αγνοείτε το περιεχόμενόν του, διαβάστε το πρώτα και κατόπιν ελάτε να μας κρίνετε. Η απάντησίς του εκρίθη από της Γεροντίας

ως περιφρόνησις της Αρχής και εξωρίσθη εις την Ι. Μ. Ξηροποτάμου. Έτσι ο πτωχός Αββακούμ απεμακρύνετο διά τρίτην φοράν της μετανοίας του>>!


Ο αοίδιμος Αγιορείτης Γέροντας π. Αββακούμ (1894-1978) υπήρξε ένα σκεύος εκλογής της Θείας Χάριτος, που λάμπρυνε την Ορθοδοξία στο <<Περιβόλι της Παναγίας μας>>, χάριν της επίμονης και αδιάλειπτης ασκήσεώς του, αλλά και της ορθοτομημένης πνευματικής του στάσης έναντι των Καινοτόμων του εορτολογικού <<πραξικοπήματος>>. Πράος, πρόσχαρης, ταπεινός, προσευχητικός, ασκητικότατος, με μία γνήσια και ανόθευτη κατά Θεόν ευγένεια προς όλους, πέρασε τα περισσότερα χρόνια της ζωής του σε ένα μικρό αυτοσχέδιο κελλάκι του Αγίου Φανουρίου στη Βίγλα. Εκεί με άλλους ζηλωτές της εποχής του επιδίδετο σε μεγάλες προσευχητικές ασκήσεις, ώστε το αγαπημένο του, χοντρό και μάλλινο κομποσκοίνι του να βρίσκεται συνεχώς επάνω του. Ο π. Αββακούμ είχε αποστηθίσει εντός του εξ' ολοκλήρου την Αγία Γραφή με ένα θαυμαστό και υπερκόσμιο τρόπο, ώστε ν' αναγκάσει κάποτε και αυτόν τον Νικόλαο Λούβαρη (γνωστό Οικουμενιστή θεολόγο) να υποκλιθεί στην ακατάληπτη πνευματική του κατάσταση. Ο π. Αββακούμ είχε εξορισθεί (τρις) από την Μονή της Μεγίστης Λαύρας λόγω του ιερού ζήλου του προς τις ιερές Παραδόσεις, μέχρι να κατασκευάσει το ταπεινό ησυχαστήριό του στη Βίγλα, αλλά και κάποιες φορές είχε παρεξηγηθεί από πολλούς συνασκητές του, επειδή από ευγένεια ανταπέδιδε τους ασπασμούς που του έκαναν Μοναχοί της Καινοτομίας. Ο π. Αββακούμ ανήκε σε αυτήν την κάστα των διακριτικών Μοναχών, που δεν ταύτιζε επ' ουδενί την Αποτείχιση με την Απομόνωση, την αγάπη προς τα Παραδεδομένα με τον Φανατισμό και την Οίηση. Με τα χρόνια έγινε γνωστή η εξαϋλωμένη και αποστεωμένη εμφάνισή του, η άνευ ορίων ταπεινότητά του και η γνήσια αγαπητική του προσέγγιση προς τους πάσχοντες αδελφούς του -λαϊκούς και κληρικούς- τους οποίους θεωρούσε Όλους αμέτρως ανωτέρους απ' αυτόν! Στο θαυμάσιο βιβλίο του αειμνήστου Ιερομονάχου π. Θεοδωρήτου Μαύρου (+2007) που αναφερόμαστε, υπό τον τίτλο <<ΑΒΒΑΚΟΥΜ Ο ΑΝΥΠΟΔΥΤΟΣ 1894 - 1978>>, καταγράφουμε ενδεικτικά την κατάθεση ψυχής ενός ανωτέρου δικαστικού, που τον γνώρισε από κοντά, και γεύθηκε σιμά του τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος! Σημειώνει: <<Ήτο, (ο π. Αββακούμ) όσα ερχότανε τότε με τόση χάρι, αφέλεια και βαθυτάτη ταπείνωση να μου εμπιστευθή, ανεπιτήδευτα, φυσικά, με τα γλυκά φωτεινά του μάτια, τα εξαϋλωμένα από τη νηστεία, αγρυπνία, αδιάλειπτη ευχή, για να με στηρίξη και μένα, εικοσάχρονο παιδόπουλο τότε, και αφού πάντα μού' βαζε <<μετάνοια>>, μ' αγκάλιαζε με άψογη οικειότητα, μ' αποκαλούσε <<πατέρα του>>. Πράγματι με καθήλωνε! [...] Άκακος, αμόλυντος, παιδικός, αρνησίκοσμος, ακτήμων με συναίσθηση μελλοθανάτου, με δίαιτα συνήθως <<κουκίων βρεγμένων και αγρίου μέλιτος>> μαγνήτευε κόσμο παρά το ψυχρό, πενιχρό ξυλοκρέββατό του, με σανίδια κι ένα σκαμνί κι ένα φτωχό πάγκο για διάβασμα - γράψιμο, γιατί ήτανε σοφός κι είχε μάθει, ότι καταχώνεται σε βάραθρο ή βόθρο η ψυχή που ποθάει υλικά, γήινα, φθαρτά. Ιδού το απαστράπτον ιδανικόν του, η παραδεισιακή του τέρψη, τρυφή, μακαριότητα>>! Μέσα σε λίγα λόγια, μια ενδεικτικά αδρή <<προσωπογραφία>> του αειμνήστου Γέροντος, που μέσα από τις σελίδες του εν λόγω βιβλίου θα οσμιστούμε το αυθεντικό άρωμα της Ορθοπραξίας και θα γευθούμε τα κεχαριτωμένα εκχυλίσματα της Αγιοπνευματικής Χάριτος. Δόξω τω Θεώ πάντων ένεκεν!




Γιώργος  Δ. Δημακόπουλος
Δημοσιογράφος





( Ε κ  τ ο υ  π ρ ο η γ ο ύ μ ε ν ο υ )


Αρχάς του 1927 η Μονή της Λαύρας ηθέλησε να δώση ένα τέλος εις την συνεχιζομένην διάστασιν της αδελφότητος. Προς επιτυχίαν αυτού εκάλεσε της συνεδρίας της Γεροντίας της, εις την οποίαν θα ανακρίνετο διά μίαν ακόμη φοράν το θέμα των ζηλωτών πατέρων.


Προτάσει του ζηλωτού ιατρού π. Αθανασίου (Καμπανάου) εξελέγη ως αντιπρόσωπος των ζηλωτών της Μονής ο π. Αββακούμ, ο οποίος την ωρισμένην ημέραν και ώραν παρουσιάσθη εις το Συνοδικόν της Μονής, όπου παρευρίσκοντο οι Γεροντάδες μετά του Διοικητού.


Εις ερώτησιν του Διοικητού: - Διατί, πάτερ, απεσκιρτήσατε της αδελφότητος και εφέρατε την αναρχίαν εις την Μονήν και δεν συμπροσεύχεσθε μετά των άλλων πατέρων; ο π. Αββακούμ με πραότητα και ταπείνωσιν απήντησεν.


Κύριε, Διοικητά, έχετε μελετήσεις τους Ιερούς Κανόνας του Πηδαλίου; - Τί γράφει το Πηδάλιον, πάτερ, απήντησεν ο Διοικητής. - Αφού αγνοείτε το περιεχόμενόν του, διαβάστε το πρώτα και κατόπιν ελάτε να μας κρίνετε.


Η απάντησίς του εκρίθη από της Γεροντίας ως περιφρόνησις της Αρχής και εξωρίσθη εις την Ι. Μ. Ξηροποτάμου. Έτσι ο πτωχός Αββακούμ απεμακρύνετο διά τρίτην φοράν της μετανοίας του!


Μετά δίμηνον περίπου, επειδή επανηγύριζε η Μονή της εξορίας του (9 Μαρτίου), προσεκλήθη να παραστή εις την αγρυπνίαν και ο Πολιτικός Διοικητής, ο οποίος αμέσως μετά την αγρυπνίαν ανεχώρησε επειγόντως διά ημιόνου προς Καρυάς.


Τότε ο π. Αββακούμ βρήκε την ευκαιρία, πιάνωντας τον χαλινό του ζώου και περιπατών πλησίον αυτού, να του επεξηγή με τον χαρισματούχο τρόπον του, διατί αντέδρασαν οι Πατέρες του Αγίου Όρους εις την ημερολογιακήν καινοτομία και τί λέγουν περί αυτής της δικαίας αντιδράσεώς των τα κείμενα της Εκκλησίας.


Η
απλότης του, η μεγάλη γνώσις του της Αγίας Γραφής και το παιδικόν και ενθουσιώδες εις την ομιλίαν του, έπεισαν αμέσως τον Διοικητήν, ότι πρόκειται περί αγνού ιδεολόγου και εναρέτου ανδρός.


Μόλις έφθασε στις Καρυές εζήτησε αμέσως να γίνη ανάκλησις της εξορίας του. Έτσι μετ' ολίγας ημέρας τον εδέχετο και πάλι στην αγκαλιά της η Μ. Λαύρα. Μετά την επιστροφήν του όμως, επειδή οι συναγωνισταί του ζηλωταί πατέρες της Λαύρας είχαν σχεδόν όλοι φύγει εξ' αυτής,


άλλοι εκουσίως και άλλοι στανικώς, μερικοί δε που απέμειναν ηκολούθησαν το Καθολικόν, δεν ανεπαύθη και ανεχώρησε μετά τινος εναρέτου παραδελφού του ζηλωτού, ονόματι Γελασίου, και εγκαταστάθηκαν προχείρως εις την περιοχήν της ασκητικής Βίγλας.


Εκεί άρχισαν και την οικοδομήν του ναϋδρίου του Αγίου Φανουρίου, ρυθμίζοντες συγχρόνως και την γύρω του Ναού περιοχήν διά την οικοδομήν του μελλοντικού Κελλίου.


Το 1939 όμως ο π. Γελάσιος αφήκε τον π. Αββακούμ διά να γηροκομήση τον εις βαθύ γήρας ευρισκόμενον μόνον του Γέροντα Μοναχόν Γαβριήλ, άνδρα μεγάλης αρετής, ο οποίος είχε ωραίον Κελλίον εις την περιοχήν της Βίγλας επ' ονόματι των <<Εισοδίων>>.


Εις το ναϋδριον του Κελλίου αυτού έγινε μεγαλόσχημος περί το 1942 ο π. Αββακούμ από τον παράδελφόν του Γελάσιον. Τώρα εις το Κελλίον αυτό ασκούνται οι ευλαβέστατοι ζηλωταί πατέρες Γαβριήλ και ο π. Παύλος, ο υποτακτικός του.


Έτσι η αγάπη του διά τας παραδόσεις της Εκκλησίας, η ανιδιοτελής και αγνή, η υπεράνω κόπων και ταλαιπωριών προτιμώσα την διακράτησιν του θείου θελήματος, έγινε αιτία να εξέλθη εις την έρημον της Βίγλας, η οποία του εδωροφόρησε με την σειράν της τόσα πνευματικά αγαθά, ομού βεβαίως μετά των πικρίδων αυτής και ιδρώτων...


Όταν δε κάποτε τον ερώτησε ένας πολύ αγαπητός του Λαυριώτης Μοναχός, ο π. Εφραίμ, γιατί έγινε ζηλωτής, η απάντησίς του ήτο συγκλονιστική εις ειλικρίνειαν και ρεαλισμόν:


<<Διότι θα μου ζητήση λόγον ο Θεός>>' θα μου πη: <<Αββακούμ, εσύ που εγνώριζες τον νόμον της Εκκλησίας, πώς τον κατεπάτησες;>>. Σημειωτέον ότι το νέον ημερολόγιον εχαρακτήριζε ως <<θυσία του Κάϊν>>.


Παρ' όλην όμως αυτήν την αυστηρότητα που κρατούσε ο ίδιος, στους άλλους ήτο πολύ επιεικής, ουδέποτε δηκτικός, σεβόμενος την προσωπικήν ελευθερίαν και γνώμην.


Η τήρησις του χρυσού αυτού κανόνος έγινε αιτία να παρεξηγηθή από πολλούς συναδέλφους του ζηλωτάς, οι οποίοι μη δυνάμενοι να προχωρήσουν πέρα του γράμματος και του φαινομένου, επεθύμουν να τυποποιήσουν την συμπεριφοράν και το ήθος εκάστου ζηλωτού, προς αποφυγήν <<παραφωνιών>>...


Δι' αυτούς ήτο παραφωνία όταν μερικές φορές ο γερο - Αββακούμ αντεπέδιδε τον απασμόν σε μερικούς νεοημερολογίτας επισκόπους ή ιερείς, οι οποίοι πρώτοι αυτοί έσπευδον να τον χειροφιλήσουν.


Αγνοούσαν όμως ότι κάτω από το φαινομενικόν τραχύ και αγροίκον της παρουσίας του π. Αββακούμ εκρύπτετο μια ψυχή παιδική, απλή, ευγενής, όλο αγάπη, η οποία διέθετε ιδικά της μέτρα συμπεριφοράς,


τα οποία ενώ δεν πρόδιδαν την ουσίαν, εθυσίαζον μόνον τον τύπον με τελικόν και πάλιν σκοπόν την διακονίαν της ουσίας, επί τη ελπίδι της προσελκύσεως του ασπαζομένου διά της οδού της μετριοπαθείας και οικονομίας.


Κάτι παρόμοιον συνέβη αναφορικώς προς την συμπεριφοράν του απέναντι των συνασκητών και επισκεπτών του. Πολλάκις, μας είπαν, τον είδαν να θυμώνη και να εκφράζεται με κινήσεις ανάρμοστες δι' ασκητήν.


Δεν ηθέλησαν όμως ποτέ να εξετάσουν μήπως αυτά αποτελούσαν ειλικρινείς, ανυπόκριτες φωτογραφίες του χαρακτήρος του π. Αββακούμ, ο οποίος όπως το παιδί, ενώ θα φωνάξη σε μια στιγμή


και ίσως και θα βρίση, την επομένη αγκαλιάζει το ίδιο πρόσωπο και το παρακαλή να συνεχίσουν το παιχνίδι, χωρίς καν να θυμηθή τί είχε συμβή προ στιγμής!


Στον π. Αββακούμ δεν μπόρεσε να βρη τόπον ο φορμαλισμός, η υποκρισία του τύπου και της ετικέττας, τα οποία στην πραγματικότητα αποτελούν ωραία ταφόπλακα γέμουσα κάτωθέν της οστέων και πάσης ακαθαρσίας...


Ο γερο - Αββακούμ ήτο ο αυτός έξω και έσω. Η ασκητική του αγωγή, η πολλάκις μέχρι αίματος εγγίσασα, του είχε αφαιρέσει ή μάλλον δεν είχε αφήσει να δημιουργηθούν όλες αυτές οι μανούβρες των λεπτοτήτων και αβροφροσυνών,


τα εξωτερικά αυτά και περιφερειακά στολίδια της διαγωγής μας, με αποτέλεσμα να αποστρέφεται ακαριαίως, ίσως και ενστικτωδώς, κάθε τι το περισσόν και εσφαλμένον, όπως θα έκανε ένας λοχίας στους στρατιώτες του εν καιρώ μάχης.


Ο ασκητής της Βίγλας ευρίσκετο συνεχώς εν πολεμική εγρηγόρσει, η οποία έκανε άλλους πατέρας του αρχαίου μοναχισμού να ομιλούν μόνοι τους ή και να χειρονομούν, πράγμα για τους πολλούς... αλλόκοτον και σκανδαλώδες.


Γι' αυτό ωμιλούσε και ζωηρά, πολλάκις και απότομα, διακόπτοντας χωρίς οίκτον τον ομιλητήν, όταν ετρέπετο εκείνος σε πράγματα επουσιώδη, άσχετα ή έχοντα σχέση με την κατάκρισιν'


γι' αυτό θύμωνε και εχειρονόμει σε άλλη περίπτωση, χωρίς όμως αυτό να σημαίνη ότι κατέβαινε το <<πάθος>> του θυμού στην καρδιά, ή ότι η απότομος χειρονομία απετέλει έκφραση αναιδείας και υπερηφάνου διαθέσεως.


Απλούστατα ήσαν απαθείς εκδηλώσεις του χαρακτήρος του, όπως αυτός διεμορφώθη κάτω από την σκληρά ασκητική αγωγή δεκαετηρίδων, της οποίας αγωγής διά να είμεθα άγευστοι παρερμηνεύουμε και κατηγορούμε τις εκφράσεις της.


Ο π. Αββακούμ ήτο ο αείποτε κατάκοπος μοναχός των Συναξαρίων, ο συναιχών παλεύων με τα πέντε θηρία των αισθήσεών του, ώστε δαμάζοντας αυτάς να τας <<παραστήση καθαράς τω Χριστώ>>, υπηρετρίας του πνεύματος και μόνον.


Καιρός όμως να επισκεφθούμε τον ωραίον λειμώνα των αρετών του Γέροντος, αφήνοντες εις άλλους να ψαύουν και να κακολογούν τα αγκάθια των ποικίλων ρόδων του...


Σ υ ν ε χ ί ζ ε τ α ι )



Εισαγωγή στο διαδίκτυο στο μονοτονικό σύστημα, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Σειρά αναρτήσεων εκ του βιβλίου
του αειμνήστου Ιερομονάχου π. Θεοδωρήτου Μαύρου (+ 2007),
<<ΑΒΒΑΚΟΥΜ Ο ΑΝΥΠΟΔΥΤΟΣ 1894 - 1978>>,
εκτύπωση - βιβλιοδεσία ΑΘΗΝΑ Α.Ε., έκδοσις δ', σελ. 30-33, Αθήναι 2002.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF