ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Τετάρτη 30 Ιουνίου 2021

ΘΕΟΔΩΡΗΤΟΥ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ: ΑΒΒΑΚΟΥΜ Ο ΑΝΥΠΟΔΥΤΟΣ (ΜΕΡΟΣ 11ον)

 


Ο αοίδιμος Αγιορείτης Γέροντας π. Αββακούμ (1894-1978) υπήρξε ένα σκεύος εκλογής της Θείας Χάριτος, που λάμπρυνε την Ορθοδοξία στο <<Περιβόλι της Παναγίας μας>>, χάριν της επίμονης και αδιάλειπτης ασκήσεώς του, αλλά και της ορθοτομημένης πνευματικής του στάσης έναντι των Καινοτόμων του εορτολογικού <<πραξικοπήματος>>. Πράος, πρόσχαρης, ταπεινός, προσευχητικός, ασκητικότατος, με μία γνήσια και ανόθευτη κατά Θεόν ευγένεια προς όλους, πέρασε τα περισσότερα χρόνια της ζωής του σε ένα μικρό αυτοσχέδιο κελλάκι του Αγίου Φανουρίου στη Βίγλα. Εκεί με άλλους ζηλωτές της εποχής του επιδίδετο σε μεγάλες προσευχητικές ασκήσεις, ώστε το αγαπημένο του, χοντρό και μάλλινο κομποσκοίνι του να βρίσκεται συνεχώς επάνω του. Ο π. Αββακούμ είχε αποστηθίσει εντός του εξ' ολοκλήρου την Αγία Γραφή με ένα θαυμαστό και υπερκόσμιο τρόπο, ώστε ν' αναγκάσει κάποτε και αυτόν τον Νικόλαο Λούβαρη (γνωστό Οικουμενιστή θεολόγο) να υποκλιθεί στην ακατάληπτη πνευματική του κατάσταση. Ο π. Αββακούμ είχε εξορισθεί (τρις) από την Μονή της Μεγίστης Λαύρας λόγω του ιερού ζήλου του προς τις ιερές Παραδόσεις, μέχρι να κατασκευάσει το ταπεινό ησυχαστήριό του στη Βίγλα, αλλά και κάποιες φορές είχε παρεξηγηθεί από πολλούς συνασκητές του, επειδή από ευγένεια ανταπέδιδε τους ασπασμούς που του έκαναν Μοναχοί της Καινοτομίας. Ο π. Αββακούμ ανήκε σε αυτήν την κάστα των διακριτικών Μοναχών, που δεν ταύτιζε επ' ουδενί την Αποτείχιση με την Απομόνωση, την αγάπη προς τα Παραδεδομένα με τον Φανατισμό και την Οίηση. Με τα χρόνια έγινε γνωστή η εξαϋλωμένη και αποστεωμένη εμφάνισή του, η άνευ ορίων ταπεινότητά του και η γνήσια αγαπητική του προσέγγιση προς τους πάσχοντες αδελφούς του -λαϊκούς και κληρικούς- τους οποίους θεωρούσε Όλους αμέτρως ανωτέρους απ' αυτόν! Στο θαυμάσιο βιβλίο του αειμνήστου Ιερομονάχου π. Θεοδωρήτου Μαύρου (+2007) που αναφερόμαστε, υπό τον τίτλο <<ΑΒΒΑΚΟΥΜ Ο ΑΝΥΠΟΔΥΤΟΣ 1894 - 1978>>, καταγράφουμε ενδεικτικά την κατάθεση ψυχής ενός ανωτέρου δικαστικού, που τον γνώρισε από κοντά, και γεύθηκε σιμά του τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος! Σημειώνει: <<Ήτο, (ο π. Αββακούμ) όσα ερχότανε τότε με τόση χάρι, αφέλεια και βαθυτάτη ταπείνωση να μου εμπιστευθή, ανεπιτήδευτα, φυσικά, με τα γλυκά φωτεινά του μάτια, τα εξαϋλωμένα από τη νηστεία, αγρυπνία, αδιάλειπτη ευχή, για να με στηρίξη και μένα, εικοσάχρονο παιδόπουλο τότε, και αφού πάντα μού' βαζε <<μετάνοια>>, μ' αγκάλιαζε με άψογη οικειότητα, μ' αποκαλούσε <<πατέρα του>>. Πράγματι με καθήλωνε! [...] Άκακος, αμόλυντος, παιδικός, αρνησίκοσμος, ακτήμων με συναίσθηση μελλοθανάτου, με δίαιτα συνήθως <<κουκίων βρεγμένων και αγρίου μέλιτος>> μαγνήτευε κόσμο παρά το ψυχρό, πενιχρό ξυλοκρέββατό του, με σανίδια κι ένα σκαμνί κι ένα φτωχό πάγκο για διάβασμα - γράψιμο, γιατί ήτανε σοφός κι είχε μάθει, ότι καταχώνεται σε βάραθρο ή βόθρο η ψυχή που ποθάει υλικά, γήινα, φθαρτά. Ιδού το απαστράπτον ιδανικόν του, η παραδεισιακή του τέρψη, τρυφή, μακαριότητα>>! Μέσα σε λίγα λόγια, μια ενδεικτικά αδρή <<προσωπογραφία>> του αειμνήστου Γέροντος, που μέσα από τις σελίδες του εν λόγω βιβλίου θα οσμιστούμε το αυθεντικό άρωμα της Ορθοπραξίας και θα γευθούμε τα κεχαριτωμένα εκχυλίσματα της Αγιοπνευματικής Χάριτος. Δόξω τω Θεώ πάντων ένεκεν!



Γιώργος  Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος



Ε κ  τ ο υ  π ρ ο η γ ο ύ μ ε ν ο υ )



Ο γνωστός καθηγητής κ. Κ. Καβαρνός εις το ωραίον βιβλίον του διά το Άγιον Όρος υπό τον τίτλον: Anchored in God (Αγκυροβολημένοι στον Θεόν), μεταξύ των άλλων που αναφέρει διά την γνωριμίαν και συνομιλίαν του με τον μεγάλον ασκητήν της Βίγλας, γράφει και τα εξής ενδιαφέροντα:


<<Ο π. Αββακούμ έχει τελείαν εμπιστοσύνην εις τον Θεόν. Έχει τελείως παραδοθή εις την θείαν Πρόνοιαν. Ο,τιδήποτε επιχειρής να κάνης, μου είπε, πάντοτε επικαλού τον Θεόν και λέγε: Ας γίνη, αν είναι καλόν.


- Πάτερ Αββακούμ, ποία είναι η θέσις σου απέναντι της φιλοσοφίας; - Αληθής φιλοσοφία τέκνον μου, απήντησε, ευρίσκεται εις τα Ευαγγέλια, εις τας επιστολάς του Απ. Παύλου και αλλαχού της Γραφής, ως επίσης εις τα έργα των Πατέρων και τους βίους των Αγίων.


Ό,τι γενικώς καλείται φιλοσοφία είναι, εν συγκρίσει προς τα ανωτέρω, κάτι το ανάξιον. Άκουσε τί λέει ο Παύλος εις την Α' επιστολήν του προς τον Τιμόθεον: <<Ω τέκνον Τιμόθεε, την παρακαταθήκην φύλαξον, εκτρεπόμενος τας βεβήλους κενοφωνίας και αντιθέσεις της ψευδωνύμου  γνώσεως, ην τίνες επαγγελλόμενοι περί την πίστιν ηστόχησαν>> (6, 20-21).


Καίτοι αγράμματος ο π. Αββακούμ, έχει μίαν εκπληκτικήν γνώσιν των Γραφών. Δύναται να απαγγέλη από μνήμης ταχέως και ακριβώς σελίδα κατά σελίδα την Παλαιάν και Καινήν Διαθήκην και να δίνη φωτισμένες ερμηνείες.


- Πώς απέκτησες αυτήν την ικανότητα, ερώτησα τον π. Αββακούμ. - Είναι αποτέλεσμα καθημερινής σπουδής και αγνότητος, και πάνω απ' όλα δώρον του Αγίου Πνεύματος, απήντησε...


- Πάτερ Αββακούμ, πες μου είναι δυνατόν για έναν που ζη στον κόσμο να επιτύχη την αγιότητα; - Είναι πολύ δύσκολον, απεκρίθη, αλλά όχι αδύνατον. Ο Άγιος Χρυσόστομος λέγει ότι: <<δεν είναι ο τόπος, αλλά και ο τρόπος που κάνει αγίους>>.


Εν τούτοις ο Άγιος προέτρεπε τους ανθρώπους, οι οποίοι ζουν στον κόσμον να πηγαίνουν εις τους πατέρας που ζουν εις την έρημον και να εξομολογούνται εις αυτούς. Η εικόνα του π. Αββακούμ, όπως τον είδα εκείνο το βράδυ, θα παραμένη πάντοτε ζωντανή εις την μνήμη μου:


ένας ανυπόδητος με λαμπερούς οφθαλμούς, αγαθός γέρων μοναχός καθισμένος χάμω στην ήσυχη σκοτεινή αυλή, κρατώντας εις το αριστερό του χέρι το μικρό του φανάρι, απαγγέλλων και ερμηνεύων περικοπάς από την Αγίαν Γραφήν.


Λίγες εβδομάδες προτού κοιμηθή, τον επισκέφθησαν δύο πολύ αγαπητοί του λαϊκοί προσκυνηταί, οι οποίοι του υπέβαλαν ωρισμένα ερωτήματα. Ο Γέροντας όπως πάντα, τους υπεδέχθη με το χαμόγελο στα χείλη: - Σας περίμενα, τους είπε.


Μου είπε ο Θεός <<αύριο άνθρωποι θα σου έλθουν' ετοιμάσου π. Αββακούμ. Να μη μιλήσω απερίσκεπτα, αλλά τα καλά και άγια. Και εχθές, προτού έλθη ο π. Ησαϊας με σταφύλια, μου είπε η φωνή: άνθρωπος θα σού' ρθη. Χάρηκα που σας είδα.


Άμα περιμένω ανθρώπους του Θεού χαίρομαι>>. Αφού τους κέρασε, άκουσε με προσοχή τα ερωτήματά τους: - Γέροντα, οι καλοί άνθρωποι που δεν είναι βαπτισμένοι, πώς θα τους κρίνη ο Θεός;


Και όταν κάνει κανείς το καλό, το βρίσκει: - Το βρίσκει! Ο Θεός είναι δικαιοκρίτης. Δεν χάνει κανένας, αφού κάνει το καλό και είναι αβάπτιστος. Το ίδιο με ρώτησαν πριν πέντε χρόνια ο Άγγλος πρόξενος στην Αθήνα με τον γραμματέα του, που ήλθαν να με βρουν εδώ, στην Βίγλα, και εζήτησαν να τους εξηγήσω τους λόγους του Απ. Παύλου:


<<Δόξα δε και τιμή και ειρήνη παντί τω εργαζομένω το αγαθόν. Ιουδαίω τε πρώτον και Έλληνι...>> (Ρωμ. 2, 10). Τους είπα ότι έχει να κριθή και ο πιο βάρβαρος, διότι ο Θεός σε κάθε ανθρώπου καρδιά έχει τον νόμον του γραμμένον.


Ούτε ο βαπτισμένος χάνει που κάνει το καλό, ούτε ο αβάπτιστος. Και τους εξήγησα αυτά που λέει και το Τριώδιον. - Γέροντα, λέτε να επλησίασε ο καιρός για τους Τούρκους; - Αυτά μη τα θεολογείς. Όλά έρχονται σιγά - σιγά.


<<Ουκ ευθέως το τέλος>>, λέει η Γραφή. Διπλά θα πάθουν κακά απ' ό,τι μας έκαναν. Όπου Ορθοδοξία, εκεί ο Διάβολος πολεμά. Όλοι μασώνοι μωρέ οι δικοί μας...>>. Και συνέχισε η συζήτησις μια ακόμη ώρα και πλέον, με απαγγελίες ολοκλήρων κεφαλαίων εκ της Καινής Διαθήκης για τα μεγαλεία της πίστεώς μας, διά την οποίαν ετόνιζε μετά δέους και κατανύξεως:


<<Δεν υπάρχει σαν την πίστι μας άλλη>>. Ένα απόγευμα πάλι, ενώ προσηύχετο στο κελλάκι του της Μονής, τον ειδοποίησαν ότι κάποιος επίσκοπος του Πατριαρχείου θέλει να τον δη στο Συνοδικόν.


Αμέσως ετοιμάστηκε και με απλότητα παιδιού παρουσιάσθηκε ενώπιον του υψηλού ξένου και των Γερόντων ειπών: - Ευλογείτε Πατέρες, ποιός με εζήτησε; - Εγώ π. Αββακούμ, είπε ο επίσκοπος.


Θα ήθελα πολύ να μου εξηγήσης τον μακαρισμόν: <<μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι, ότι αυτών έστιν η βασιλεία των ουρανών>>. - Σεβασμιώτατε υπάρχουν πολλές εξηγήσεις, εγώ τώρα μία κρατώ, του Μ. Βασιλείου,


όπου λέει, ότι τέτοιοι είναι ωσάν τον Απόστολον Παύλον, ο οποίος έλεγε: <<ως περικαθάρματα του κόσμου εγενήθημεν, πάντων περίψημα έως άρτι>>.


Διότι ταπεινώνεται και ο αμαρτωλός, αλλά καμπτόμενος υπό της αμαρτίας. - Βρε, και εμείς τα λέμε ανάποδα, ανεφώνησε ο επίσκοπος και τον αγκάλιασε. Συζητώντας κάποτε με δύο κληρικούς, εκ των οποίων ο ένας ήτο πνευματικός, ετόνιζε την μεγάλην σημασίαν που έχει η ευγένεια και διάκρισις στον πνευματικόν:


- Όσο μπορείς, πνευματικέ, να οικονομής τους νέους με αγάπη. Καλώς το παιδί μου, να λες. Τί κάνεις, πώς πάει ο αγώνας; Για να φεύγη ευχαριστημένος και να δοξάζεται ο Χριστός. Αυτά στα λέω, διότι πληροφορούμαι, ότι είσαι καλός άνθρωπος, πνευματικέ.


- Πώς θα εννοήσωμεν καλώς την Γραφήν Γέροντα, τον ερώτησε εν συνεχεία ο διάκονος. - Μπορείτε να μπήτε στο πνεύμα της Γραφής, όταν παρακαλήτε από την καρδιά σας. Θα σας τα πη ο Χριστός.


Έρχεται το Πνεύμα το Άγιον και κατεβαίνει εις την καρδίαν και σε διδάσκει το τι και τι. Διότι ούτε η πολυμάθεια, ούτε τα γράμματα είναι η σοφία, αλλά όπως λέει η θεία Γραφή: <<Αρχή σοφίας, φόβος Κυρίου. Το δε γνώναι νόμον, διανοίας εστί αγαθής>>.


Να αγαπάτε την αλήθεια. Όλες οι ψυχές θα ζητηθούν από τους αρχιερείς, γιατί δεν μιλούν, από φιλαυτία, από φιλοδοξία, διά τις παρανομίες που βλέπουν. Να προσέξετε την ταπείνωσιν και την σάρκα.


Εγώ όλα τα έχω δοκιμάσει. Τίποτα δεν είναι σαν τον πόλεμον της σαρκός. Πόλεμος μέχρι αποδημίας. Αυτό το βάσανο. Το μαρτυρικόν βάσανο...




Σ υ ν ε χ ί ζ ε τ α ι )


Εισαγωγή στο διαδίκτυο στο μονοτονικό σύστημα, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Σειρά αναρτήσεων εκ του βιβλίου
του αειμνήστου Ιερομονάχου π. Θεοδωρήτου Μαύρου (+ 2007),
<<ΑΒΒΑΚΟΥΜ Ο ΑΝΥΠΟΔΥΤΟΣ 1894 - 1978>>,
εκτύπωση - βιβλιοδεσία ΑΘΗΝΑ Α.Ε., έκδοσις δ', σελ. 54-58, 
Αθήναι 2002.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF