ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Δευτέρα 28 Ιουνίου 2021

ΦΙΛΟΚΑΛΙΚΕΣ ΣΕΛΙΔΕΣ 2: ''Ο ΝΟΥΣ'' (ΜΕΡΟΣ 1ον)





Συνακόλουθες αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του Αρχιμανδρίτη Ιωαννικίου:
<<Φιλοκαλικές Σελίδες 2 - Ο Νους>>,
έκδοση <<Ιερού Ησυχαστηρίου Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά>>,
Κουφάλια Θεσ/νίκης, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 5-15.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένων
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.




ΠΡΟΛΟΓΟΣ


Ο άνθρωπος, το υπέροχο αυτό θεόπλαστον ον, η κορωνίς της Δημιουργίας, είναι μία σύνθεσις ύλης και πνεύματος, σώματος και ψυχής. Η υπέρβασις και μετάβασίς του από τον υλικό προς τον άϋλο, από τον αισθητό προς τον υπεραισθητό κόσμο γίνεται με την δύναμι της ψυχής, τον νου. Θεμελιώδης πίστις της Εκκλησίας μας είναι ότι ο άνθρωπος αποτελεί εικόνα του Τριαδικού Θεού. Ο Τριαδικός Θεός είναι Νους (Πατήρ), Λόγος (Υιός) και Πνεύμα. Νους ο άναρχος τον Λόγον απορρήτως γεγένηκε, / και το θείον Πνεύμα, το ισοσθενές εκπεπόρευκε' / και διά τούτο Τριάδα ομοούσιον, / τον Δεσπότην των όλων Θεόν καταγγέλλομεν. (Τριαδικός κανών, ήχος δ'). Και ο άνθρωπος είναι τριαδική εικόνα του Θεού. Ο άνθρωπος είναι και αυτός νους, λόγος και πνεύμα. Σε αυτήν την τριαδική, από άπειρη θεία αγάπη κατασκευή του (κατ' εικόνα) και στην κατά χάριν θέωσι (καθ' ομοίωσιν) έγκειται το απεριόριστο μεγαλείο του. Από αυτό το μεγαλείο φαίνεται η ασύγκριτη διαφορά του ανθρώπου από τα ζώα. Η ψυχή εδώ είναι μία, διαιρείται κατά τους αγίους Πατέρες σε τρεις δυνάμεις ή σε τρία μέρη: στο λογιστικό, στο επιθυμητό και στο θυμοειδές. Όργανο με το οποίο ενεργοποιείται το λογιστικό είναι ο νους. Ερώτησε κάποιος έναν ερημίτη: - Γέροντα, τί είναι νους; Με χαρακτηριστική απλότητα ο γέροντας, είπε: - Να, άμα λείψει ο κυβερνήτης από ένα καράβι, τί λες; Θα καταντήση στο λιμάνι; Τα κύματα θα το σπάσουν. Έτσι και ο νους. Είναι κυβερνήτης. Κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά <<νους>> λέγεται και η ενέργεια του νου που συνίσταται σε λογισμούς, κρίσεις, συλλογισμούς και νοήματα. Αλλά όμως δεν είναι ο ίδιος ο νους, αλλά ενέργειες του νου. Νους είναι και η δύναμις που ενεργεί αυτά, η οποία ονομάζεται και  κ α ρ δ ί α  στην Αγία Γραφή. Η οποία καρδία είναι η κυριώτερη από όλες τις άλλες δυνάμεις της ψυχής και από αυτή τη δύναμι χαρακτηρίζεται η ψυχή μας λογική>> (Λόγος περί προσευχής και καθαρότητος καρδίας, Φιλοκαλία, τόμ. Α', σ. 133, κεφ. γ'). Αλλά ο νους είναι και η ικανότης του νου για την ένωσί του και μέθεξι με τον Θεόν. Αλλού ονομάζεται ικανότης προς θέα ή θεωρία ή όρασι του Θεού. Είναι ακριβώς το ίδιο πράγμα. Το να βλέπει κανείς τον Θεό, είναι ένωσις με τον Θεόν. Να γιατί ο νους κατά την πατερική ορολογία ονομάζεται <<οφθαλμός της ψυχής>>, <<νοερός οφθαλμός>>, <<όμμα>> ή <<θεωρητικόν ή λογιστικόν>> μέρος της ψυχής. Είναι εικόνα του Θεού ο άνθρωπος, διότι έχει νου. Ο νους του ανθρώπου είναι ένας δημιουργικός παράγων κάθε λεγομένου έργου πολιτισμού. Αλλά είναι τραγικό όταν στον νου λείπει η γνωστική και διακριτική αίσθησις. Τυφλώνεται τότε, εξέρχεται εντελώς από τον εαυτό του (καθώς θα δούμε) και αποκτά απόλυτες σχέσεις με τα δημιουργήματα, με την κατ' αίσθησι φύσι των όντων, ενώ η ουσία του είναι νοερά. Κολυμπά σ' ένα πέλαγος οιήσεως και κενοδοξίας, παύει να είναι <<ενεργεία νους>> και γίνεται μόνον <<δυνάμει νους>>, δηλαδή, αλογοποιείται. Γίνεται σαν τους άψυχους ηλεκτρονικούς εγκεφάλους που κατασκευάζει, σαν τα πλαστικά λουλούδια χωρίς άρωμα, σαν τις τυφλές μηχανές του. <<Ο νους του ανθρώπου, κατά την έκφρασι συγχρόνου γέροντος ασκητού, ομοιάζει με ένα πετεινόν του ουρανού, άλλοτε υψιπετές και άλλοτε χαμερπές>>. Με τα ύψη της αναβάσεως και αναγωγής του νου αφ' ενός και με τις πτώσεις του στα κατώτερα μέρη της γης αφ' ετέρου, στα οποία κυλιέται ο νους διά της επενεργείας των παθών, ασχολούνται οι Φιλοκαλικοί άγιοι Πατέρες. Η αυτοσυγκέντρωσις ή <<συνέλιξις>> του νου όσων ανθρώπων ασχολούνται με την λεγόμενη <<γιόγκα>> των μη χριστιανικών ανατολικών θρησκειών, μπορεί να πραγματοποιείται, αλλά είναι άπρακτη και άκαρπη. Ο νους εκεί παραμένει στην μέθοδο. Μέχρις εδώ μπορεί να θεωρηθή σαν μια επαινετή, ανθρώπινη όμως και μόνο προσπάθεια, γι' αυτόν τον λόγο και εκ των προτέρων καταδικασμένη. Ο νους εκεί σταματά στη μέση του δρόμου <<από Ιερουσαλήμ εις Ιεριχώ>> και <<λησταίς περιπίπτων, οι και εκδύοντες αυτόν και πληγάς επιτεθέντες αφιέντες αυτόν ημιθανή τυγχάνοντα>>. Αυτό συμβαίνει, διότι εκεί ο νους δεν έχει αντικείμενο, αναζητεί έναν ανύπαρκτο φωτισμό, και πλανάται <<πλάνην οικτράν>>, αφού στην πραγματικότητα ενούται με δαιμονικόν πνεύμα, το οποίο κατορθώνει να παρουσιάζη το ψεύδος ως αλήθεια και την αλήθεια ως ψεύδος <<μετασχηματιζόμενον εις άγγελον φωτός>>. Εθεωρήσαμε λοιπόν αναγκαίο, το δεύτερο τεύχος των Φιλοκαλικών Σελίδων να το αφιερώσουμε στο μέγιστο αυτό θέμα. Θερμή παράκλησις προς τους αγαπητούς αδελφούς αναγνώστας να προσεύχωνται για την ευτέλειά μας, ο Κύριος να καθαρίζη και τον ιδικόν μας νου <<από παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος επιτελούντα αγιωσύνην εν φόβω Θεού>> (Β' Κορινθ. κεφ. ζ' 1).



Η ΠΡΟ ΧΡΙΣΤΟΥ ΚΑΙ Η ΜΕΤΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΠΤΩΣΙΣ ΤΟΥ ΝΟΥ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ


Η ικανότης του νου του ανθρώπου να βλέπη και να θεωρή τον Θεό δεν είναι μόνο η κυριώτερη και η ανώτερη ικανότης του νου, αλλά και ο κεντρικός σκοπός για τον οποίον επλάσθη από τον Θεόν.


Αυτή ακριβώς, λέγουν οι άγιοι Πατέρες, ήταν η μακαριότης των πρωτοπλάστων στον Παράδεισο: να βλέπουν το Πάνσοφο, το Πάντερπνο, το Πονπόθητο Πρόσωπο του Αοράτου και Ορατού, του Απροσίτου και προσιτού και μεθεκτού Δημιουργού τους.


Πρόσωπο Θεού δεν είναι μόνο η αόρατη και απροσπέλαστη Ουσία του Θεού, είναι και οι άκτιστες προσιτές θείες ενέργειες. Είπαμε ότι ο νους αποτελεί τον <<οφθαλμόν της ψυχής>>.


Η λειτουργία του όμως έχει μία διαφορά με τον οφθαλμό του σώματος. Ενώ δηλαδή ο σωματικός οφθαλμός βλέπει όλα τα ορατά αντικείμενα, δεν μπορεί να δη τον ίδιο τον εαυτόν του.


Ο νους όμως λειτουργεί με τρεις κινήσεις, την κατ' ευθείαν, την κυκλική και την ελικοειδή. Και μπορεί να επιστρέψη στον εαυτόν του, να δη και τον ίδιο τον εαυτόν του.


Ας δούμε απλά τί εννοεί ο άγιος Διονύσιος ο Αεροπαγίτης (Περί θείων ονομάτων 4, 9 PG 3, 705 ΑΒ), όταν ομιλεί για τις κινήσεις του νου. Με την κατ' ευθείαν κίνησι ο νους του ανθρώπου


βλέπει τα πράγματα και τα πρόσωπα με τις αισθήσεις ή με τα είδωλα ή τα σύμβολά τους που δημιουργούνται στην φαντασία ή με τις διάφορες έννοιες (νοήματα) που σχηματίζει η διάνοια.


Αυτό το πράγμα, εφ' όσον ο νους μας παραμένει στάσιμος εκεί με την κατ' ευθείαν κίνησί του, τον κάνει νουν αισθητόν ή αισθησιακόν ή φιλήδονον ή φιλάργυρον, ή φιλόδοξον ή σαρκολατρικόν, ή τεχνολογικόν ή παχυλόν ή κτηνώδη ή δαιμονιώδη.


Παράδειγμα: Βλέπει ο νους τα κτίσματα του Θεού, μία γυναίκα, έναν άνδρα, και αιχμαλωτίζεται. Βλέπει τα χρήματα και παραδίδεται. Βλέπει την τεχνική μιας μηχανής και υποδουλώνεται.


Και γίνεται υποχείριος σ' εκείνο το πράγμα που υπετάγη η αίσθησις. Η κατ' ευθείαν κίνησις του νου μας τελικώς αφαιρεί την φυσική ωραιότητά του και τον μεταβάλλει σε γαιώδη και χωματένιο νου, αφού προσκολλάται και αφομοιώνεται με την ασχήμια και την αηδία των παθών.


Τα τροπάρια από την β' ωδή του Μ. Κανόνος το περιγράφουν ποιητικώς: Ημαύρωσα της ψυχής το ωραίον / ταις των παθών ηδοναίς / και όλως όλον τον νουν χουν απετέλεσα.


Μορφώσας μου την των παθών αμορφίαν / ταις φιληδόνοις ορμαίς / ελυμηνάμην του νου την ωραιότητα. Ποία είναι η ωραιότης του νου; Η πρωτόκτιστη ωραιότης με την οποία ελάμπρυνε ο Δημιουργός τον άνθρωπο. 


Αντιφέγγισμα του θείου κάλλους και της δόξης του Προσώπου του Θεού. Μέσα στον Παράδεισο οι πρωτόπλαστοι ήσαν προικισμένοι με νουν, ο οποίος έβλεπε (εθεώρει) τον Θεόν, όχι όμως πάντοτε με την κυκλική κίνησι, αλλά με μια τρίτη κίνησι, που ονομάζεται ελικοειδής.


Η κυκλική κίνησις του νου είναι αυτή: Όταν ο νους επανέρχεται στον εαυτόν του, βρίσκει τον Ουρανό που λέγει ο Κύριος: <<εντός ημών έστιν η βασιλεία των Ουρανών>>.


Η ενέργεια αυτή του νου είναι η ανώτερη και με αυτή  ξεπερνά, υπερβαίνει τον ίδιο τον εαυτόν του ή χρησιμοποιεί πρόσβασι τον ίδιο τον εαυτόν του για να φθάση στην ένωσι και θεωρία και θέα του Θεού (διά των ενεργειών του Θεού).


Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς παραθέτει το χωρίο του Μ. Βασιλείου εδώ: <<νους γαρ μη σκεδανύμενος επί τα έξω επάνεισι προς εαυτόν' δι' εαυτού δε προς τον Θεόν>>.


Ο νους δηλαδή, που δεν διασκορπίζεται προς τα έξω, (τα πράγματα τα εξωτερικά, τις επιφάνειες, τα σύμβολα και τα είδωλα των πραγμάτων), επανέρχεται προς τον εαυτόν του και διά του εαυτού του επανέρχεται προς τον Θεόν.


Αυτή η κυκλική κίνησις του νου είναι απλανής, δεν πίπτει εύκολα σε πλάνη και σε απάτη του διαβόλου. Αντιθέτως, συχνά παγιδεύεται ο νους με την ελικοειδή κίνησί του, (κίνησις μεταξύ ευθείας και κύκλου).


Με την ελικοειδή κίνησι ο νους των πρωτοπλάστων έβλεπε τον Θεό μέσω των δημιουργημάτων και Τον εδοξολογούσε. Αλλά ο Πονηρός έστησε την παγίδα του.


Και μεταθέτει τον νου από τον Κτίστη στο κτίσμα, στον καρπό του δένδρου, και έκανε τους πρωτοπλάστους να αποστραφούν τον Δημιουργό και να λησμονήσουν την εντολή Του.


Έτσι η πτώσις του νου του ανθρώπου προ του Χριστού ήταν μία πτώσις ειδωλολατρική, ξεκινώντας από την <<ελικοειδή>> κίνησι και καταλήγοντας στην <<ευθεία>> κίνησι, φορά και τροπή προς τα κτίσματα.


Με ωραίον ποιητικόν παλμόν ο Υμνογράφος άγιος Ανδρέας Κρήτης γράφει σχετικώς: Προσέβλεψα του φυτού το ωραίον / ταις των παθών ηδοναίς / και ηπατήθην τον νουν / και άρτι κείμαι γυμνός και καταισχύνομαι (ωδή β').


Με τον ερχομό του Κτίστου και Δημιουργού στον κόσμο, με το ιερό μυστήριο του θείου Βαπτίσματος <<όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε Χριστόν ενεδύσασθε>>.


Και όσοι Χριστόν ενεδύσασθε και <<νουν Χριστού>> ενεδύσασθε κατά την λαμπροφόρα εκείνην ημέρα. Αλλά η προαίρεσις και η αμαρτία και τα πάθη και ο διάβολος αμαυρώνει και μολύνει και στρέφει πάλι τον νου του ανθρώπου από τον Άφθαρτο και Αιώνιο Κτίστη προς τα φθαρτά και παροδικά κτίσματα.


Μετά την παράβασι, λέγει ο άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος, οι λογισμοί του ανθρώπου και οι σκέψεις του έγιναν όπως τα πουλιά εκείνα, που δεν μπορούν να πετάξουν, παρά λίγα μέτρα και σε ελάχιστο ύψος από την γη. 


<<Πρόσγεια και χαμερπή γέγονεν αυτώ τα νοήματα>> (Φιλοκαλία τόμ. Γ', σ. 183, κεφ. λζ'). Ερώτησαν αδελφοί κάποτε τον αββά Σιλουανό λέγοντας: - Ποιά ζωή και αγώνα έκανες πάτερ για να λάβης αυτή την φρόνηση;


Και απεκρίθη: - Ουδέποτε άφησα στην καρδιά μου λογισμό που να παροργίζη τον Θεόν. Ο νους που είναι καθαρός και δεν παροργίζει τον Θεόν ομοιάζει με τον οφθαλμό που δεν δέχεται ούτε τα ελάχιστα μόρια σκόνης. 


Από τον νου εξαρτώνται και όλες οι άλλες δυνάμεις της ψυχής. Γι' αυτό ο Κύριός μας λέγει χαρακτηριστικά: <<εάν ο οφθαλμός σου απλούς ή όλον σου το σώμα φωτεινόν έσται, εάν ο οφθαλμός σου πονηρός ή όλον σου το σώμα σκοτεινόν έσται>>.


Επειδή, λοιπόν, και ο νους του συγχρόνου ανθρώπου έπεσε στην ίδια πτώσι που έπεσαν οι πρωτόπλαστοι, έχει στραφεί προς τα κτίσματα με μία ασυγκράτητη ειδωλολατρική και εωσφορική διάθεσι.


Έτσι ο νους του ανθρώπου <<εκστάς (βγαίνοντας έξω) της θεωρίας του Θεού ή δαιμονιώδης γίνεται ή κτηνώδης>>. Αφώτιστος, σκοτεινός ή μυωπικός και άρρωστος είναι ο νους που κυριεύεται από τα πάθη, τον εγωισμό και την κτηνώδη σαρκολατρεία.


Χρησιμοποιώντας ο νους του συγχρόνου ανθρώπου τις δημιουργικές ικανότητές του, στρέφεται ολοέν προς τα έξω από τον εαυτόν του ως εικόνος θεϊκής.


Ασυνειδήτως ζητάει την αυτοθέωσι, να γίνη μία θεότης από το γεγονός ότι είναι όχι <<νους ορών τον Θεόν>>, αλλά <<νους ορών τα κτίσματα>> και τα υλικά αγαθά.


Πρόοδος φαινομενική, στερημένη από την ακτινοβολία και θεωρία του Αιωνίου Φωτός. Τέτοιος <<αδόκιμος νους>>, δαιμονιώδης, τυφλός και ορθολογιστικός, ωδήγησε τον άνθρωπο στην εποχή μας σε μία νέα πτώσι και αυτοεξορία από τον πάντιμον Παράδεισο της αγίας του Χριστού Εκκλησίας.


( Σ υ ν ε χ ί ζ ε τ α ι )


Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένων
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Συνακόλουθες αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του Αρχιμανδρίτη Ιωαννικίου:
<<Φιλοκαλικές Σελίδες 2 - Ο Νους>>,
έκδοση <<Ιερού Ησυχαστηρίου Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά>>,
Κουφάλια Θεσ/νίκης, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 5-15.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF