Ο αοίδιμος Αγιορείτης Γέροντας π. Αββακούμ (1894-1978) υπήρξε ένα σκεύος εκλογής της Θείας Χάριτος, που λάμπρυνε την Ορθοδοξία στο <<Περιβόλι της Παναγίας μας>>, χάριν της επίμονης και αδιάλειπτης ασκήσεώς του, αλλά και της ορθοτομημένης πνευματικής του στάσης έναντι των Καινοτόμων του εορτολογικού <<πραξικοπήματος>>. Πράος, πρόσχαρης, ταπεινός, προσευχητικός, ασκητικότατος, με μία γνήσια και ανόθευτη κατά Θεόν ευγένεια προς όλους, πέρασε τα περισσότερα χρόνια της ζωής του σε ένα μικρό αυτοσχέδιο κελλάκι του Αγίου Φανουρίου στη Βίγλα. Εκεί με άλλους ζηλωτές της εποχής του επιδίδετο σε μεγάλες προσευχητικές ασκήσεις, ώστε το αγαπημένο του, χοντρό και μάλλινο κομποσκοίνι του να βρίσκεται συνεχώς επάνω του. Ο π. Αββακούμ είχε αποστηθίσει εντός του εξ' ολοκλήρου την Αγία Γραφή με ένα θαυμαστό και υπερκόσμιο τρόπο, ώστε ν' αναγκάσει κάποτε και αυτόν τον Νικόλαο Λούβαρη (γνωστό Οικουμενιστή θεολόγο) να υποκλιθεί στην ακατάληπτη πνευματική του κατάσταση. Ο π. Αββακούμ είχε εξορισθεί (τρις) από την Μονή της Μεγίστης Λαύρας λόγω του ιερού ζήλου του προς τις ιερές Παραδόσεις, μέχρι να κατασκευάσει το ταπεινό ησυχαστήριό του στη Βίγλα, αλλά και κάποιες φορές είχε παρεξηγηθεί από πολλούς συνασκητές του, επειδή από ευγένεια ανταπέδιδε τους ασπασμούς που του έκαναν Μοναχοί της Καινοτομίας. Ο π. Αββακούμ ανήκε σε αυτήν την κάστα των διακριτικών Μοναχών, που δεν ταύτιζε επ' ουδενί την Αποτείχιση με την Απομόνωση, την αγάπη προς τα Παραδεδομένα με τον Φανατισμό και την Οίηση. Με τα χρόνια έγινε γνωστή η εξαϋλωμένη και αποστεωμένη εμφάνισή του, η άνευ ορίων ταπεινότητά του και η γνήσια αγαπητική του προσέγγιση προς τους πάσχοντες αδελφούς του -λαϊκούς και κληρικούς- τους οποίους θεωρούσε Όλους αμέτρως ανωτέρους απ' αυτόν! Στο θαυμάσιο βιβλίο του αειμνήστου Ιερομονάχου π. Θεοδωρήτου Μαύρου (+2007) που αναφερόμαστε, υπό τον τίτλο <<ΑΒΒΑΚΟΥΜ Ο ΑΝΥΠΟΔΥΤΟΣ 1894 - 1978>>, καταγράφουμε ενδεικτικά την κατάθεση ψυχής ενός ανωτέρου δικαστικού, που τον γνώρισε από κοντά, και γεύθηκε σιμά του τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος! Σημειώνει: <<Ήτο, (ο π. Αββακούμ) όσα ερχότανε τότε με τόση χάρι, αφέλεια και βαθυτάτη ταπείνωση να μου εμπιστευθή, ανεπιτήδευτα, φυσικά, με τα γλυκά φωτεινά του μάτια, τα εξαϋλωμένα από τη νηστεία, αγρυπνία, αδιάλειπτη ευχή, για να με στηρίξη και μένα, εικοσάχρονο παιδόπουλο τότε, και αφού πάντα μού' βαζε <<μετάνοια>>, μ' αγκάλιαζε με άψογη οικειότητα, μ' αποκαλούσε <<πατέρα του>>. Πράγματι με καθήλωνε! [...] Άκακος, αμόλυντος, παιδικός, αρνησίκοσμος, ακτήμων με συναίσθηση μελλοθανάτου, με δίαιτα συνήθως <<κουκίων βρεγμένων και αγρίου μέλιτος>> μαγνήτευε κόσμο παρά το ψυχρό, πενιχρό ξυλοκρέββατό του, με σανίδια κι ένα σκαμνί κι ένα φτωχό πάγκο για διάβασμα - γράψιμο, γιατί ήτανε σοφός κι είχε μάθει, ότι καταχώνεται σε βάραθρο ή βόθρο η ψυχή που ποθάει υλικά, γήινα, φθαρτά. Ιδού το απαστράπτον ιδανικόν του, η παραδεισιακή του τέρψη, τρυφή, μακαριότητα>>! Μέσα σε λίγα λόγια, μια ενδεικτικά αδρή <<προσωπογραφία>> του αειμνήστου Γέροντος, που μέσα από τις σελίδες του εν λόγω βιβλίου θα οσμιστούμε το αυθεντικό άρωμα της Ορθοπραξίας και θα γευθούμε τα κεχαριτωμένα εκχυλίσματα της Αγιοπνευματικής Χάριτος. Δόξω τω Θεώ πάντων ένεκεν!
Γιώργος Δ. Δημακόπουλος
Δημοσιογράφος
( Ε κ τ ο υ π ρ ο η γ ο ύ μ ε ν ο υ )
ΙΔ'. Το μακάριον τέλος του
Από τον χειμώνα του 1975 ο ακούραστος και σιδερένιος π. Αββακούμ βάρυνε πολύ. Μόνο μέσα στο κελλάκι της Μονής του κυκλοφορούσε, διότι και το φως του είχε αδυνατήσει πάρα πολύ, μετά από μα πορεία που έκανε πάνω στα χιόνια ανυπόδητος, όπως πάντα, με αποτέλεσμα να πειραχθή το οπτικό του νεύρο.
Τώρα πια μόνον από την φωνήν ανεγνώριζε τους τυχόν γνωστούς συνομιλητάς του. Τρία χρόνια πέρασαν σ' αυτή την κατάστασι. Εννοείται ότι ουδέπε έπαυσε να δέχεται τους προσκυνητάς που ήθελαν να τον δουν, μόνο που τώρα ήταν λιγομίλητος, αποφεύγων τις πολλές συζητησεις.
Σ΄αυτή την κατάστασι του εγκλεσμού, τον βρήκε ο Ιούνιος του 1978. Με τις πρώτες ζέστες άρχισε και πάλι να κηνήται ζωηρά και να επιθυμή το ησυχαστικό του κελλάκι στην έρημο!
Τον Αύγουστο εώρταζε ο πεφιλημένος του Άγιος και αυτό δεν ήταν κάτι μικρό για τον ασκητή της Βίγλας. Αι απαντήσεις των ωραίων ημερών που πέρασε εν πλήρει πενία και τελεία ασκήσει στην ακροτάτη αυτή έρημο του Όρους,
όπου ηγίασαν με τους ασκητικούς των αγώνας ο άγιος Αθανάσιος και κτήτωρ της Λαύρας και ο πολύς Μάξιμος ο Καυσοκαλυβίτης, του μεγάλωναν ακόμη περισσότερον τον πόθον να επισκεφθή και πάλιν το ποθεινότατον Κελλίον του, που με τόσους ιδρώτες και στερήσεις είχε εκ βάθρων ανεγείρει.
Και το θαύμα έγινε! Ενώ τρία χρόνια δεν είχε εξέλθει της πύλης της Μονής, τέλει Ιουλίου ανεχώρησε πεζή και γυμνόπους για να ετοιμάση τα της πανηγύρεως του Αγίου Φανουρίου.
Ήταν κάτι το απίστευτο για όσους τον είδαν να τους χαιρετά κατά την αναχώρισίν του. Μετά από τετράωρον πορείαν αντίκρυζε και πάλιν διά τελευταίαν φοράν όλο το πνευματικώτατον και ασκητικώτατον περιβάλλον, όπου ευρίσκετο το ασκητήριόν του.
Κατευθυνόμενος προς αυτό διήλθε προηγουμένως από το Κελλίον των <<Εισοδίων>>, του αγαπητού του μοναχού π. Παύλου, εις το ναύδριον του οποίου εγένετο μεγαλόσχημος, και τον παρεκάλεσε να ειδοποιήση τους ζηλωτάς πατέρας διά την αγρυπνίαν της 26ης Αυγούστου.
Εν συνεχεία έφθασε στο ημιτελές Κελλίον του και ξάπλωσε για λίγο στο σκληρότατον κρεββάτι του για ν' αναλάβη από τον κόπον της πορείας. Το βλέμμα του αγκάλιασε τα πάντα με ανείπωτη στοργή και αγάπη'
του ήσαν όλα τόσο οικεία, τόσο ηγαπημένα' από το πολύμοχθο πεζούλι της αυλής του μέχρι την τελευταία συκιά που μόνος του στα σκληρά χώματα της Βίγλας, είχε φυτέψει κατά την περίοδο 1935 - 1975.
Τα κλήματά του είχαν πια ξεραθή. Τρία χρόνια χωρίς πότισμα και περιποίησι ήσαν αρκετά να τα οδηγήσουν στον μαρασμό... Ένας πόνος μόνο τον κατείχε, διότι δεν πρόλαβε να τελειώση όπως ήθελε το Κελλί του, τον μόχθο μιας ολόκληρης ζωής.
Σε λίγες μέρες θα τον επισκεφθούν δύο προσφιλέστατοι εις αυτόν προσκυνηταί και θα τους εξομολογηθή τον πόνο του αυτόν. Θα προσθέση όμως χαριτολογών: <<Ας είναι' ας έχουν να κάνουν και κάτι αυτοί που θα το πάρουν' εγώ αρκετά τους ετοίμασα>>.
Δεκαοκτώ πατέρες από τα πλέον ερημικά σημεία του Όρους έλαβαν μέρος στην αγρυπνίαν εκείνην, με ιερέα τον παπα-Χρυσόστομον από την Κερασιά. Ικανόν μέρος της αγρυπνίας έγινε υπό τον
κατάστερο ουρανόν της Βίγλας, μέσα στην απόλυτη ησυχία της νύχτας, ενώ οι μυροβόλες ριπές του Άθωνα συνώδευαν την βυζαντινήν ψαλμωδία προς τιμήν του νεοφανούς μάρτυρος. Μοναδικές στιγμές για όποιον τις έζησε!
Ο π. Αββακούμ αεικίνητος, όπως πάντα. Πρώτη του φροντίδα η περιποίησις των προσκυνητών' η μεταφορά του ύδατος για τα κεράσματα και τους καφέδες' η ετοιμασία του φαγητού διά την τράπεζαν της πρωίας' η συνεχής φροντίς μη τυχόν και λείψει κάτι από την Εκκλησία...
Θεέ μου σ' ευχαριστούμε που ομόρφηνες το ιερό περιβόλι της Μητέρας Σου με τον π. Αββακούμ, το ευώδες αυτό αγριολούλουδο της Βίγλας, που τόσα εδίδαξε εμάς τους νεωτέρους με την σιωπή και τον λόγο του, προπάντων όμως με την πράξι του.
Αυτή ήταν η τελευταία του αγρυπνία. Η τελευταία του δημοσία δοξολογία του Θεού και του Αγίου του. Αμέσως μετά την εορτήν άρχισε να μη θέλη φαγητόν' έτρωγε πολύ ολίγον και ανόρεχτα.
Τέλος Σεπτεμβρίου σταμάτησε τελείως να τρώη, πλην του αντιδώρου και του αγιασμού. Ο π. Παύλος από τα <<Εισόδια>> παρέμενε πλησίον του μέρα και νύχτα, υπηρετώντας τον σε ό,τι είχε ανάγκη.
Τρεις εβδομάδες επέρασε αρκούμενος εις το αντίδωρον, τον αγιασμόν και την Θ. Μετάληψιν. Η ευχή ήτο στα χείλη του ακαταπαύστως. Τότε είπε στους πατέρες να σκάψουν και τον τάφον του, διότι έβλεπε πια ότι αναχωρεί...
Οι γείτονες μοναχοί, οι οποίοι προσπάθησαν να τον ανοίξουν δεν το κατώρθωναν, διότι εύρισκαν συνεχώς βράχο. Τότε τους υπέδειξε σε ποιό σημείο να σκάψουν για να βρουν χώμα.
Πράγματι, κοντά σε μια συκιά λίγα μέτρα πιο πέρα από την νοτιοανατολική πόρτα του Κελλιού του, ανάμεσα σε συκιές και δενδρολίβανα κατάφεραν ν' ανοίξουν το μνήμα που θα εδέχετο το κουρασμένο από την άσκησι σώμα του μεγάλου τέκνου της Σύμης.
Δύο ημέρες ενωρίτερον τον επεσκέφθησαν Λαυριώται πατέρες διά να τον πάρουν στην Μονή, να τον θάψουν κοντά τους, σαν κάτι το πολύτιμον, τίμιον και σεμνύνον την όλην αδελφότητα του Αγίου Αθανασίου.
Τους ηρνήθη ευγενικώς. Όλα τα είχε. Αν τον μετακινούσαν πάνω σε φορείο, ίσως να μην έφθανε ζωντανός στην Μονήν. Με χάρι μόνον και απλότητα άρχισε να απαγγέλη ενώπιόν των την διαθήκην του, λέγοντας πού αφήνει τα ελάχιστα και ευτελέστατα αντικείμενα του κελλιού του.
Τα βιβλία του στην βιβλιοθήκη της Μονής' τον σταυρόν σ' ένα μοναχό που τον περιποιήθηκε (π. Παύλον), τον καφέ, τον χαλβά, την ζάχαρη και τα φασόλια σε κάποιον άλλον. Στο τέλος είπε:
<<Είμαι ειρηνικός' δεν χρωστάω σε κανένα. Τώρα έχω ειρήνη. Δεν αφήκα ποτέ τίποτα από τις μετάνοιες και τα κομποσχοίνια του κανόνα του. Να μην αμελάτε. Δεν αμέλησα εγώ. Τώρα έχω χαρά, ειρήνη...>>.
Παρά την πλήρη σωματική του κατάπτωσι, η θαυμασία του μνήμη συνέχιζε να λειτουργή άριστα. Ο υπηρετήσας αυτόν πιστώς άχρι τελευταίας του πνοής μοναχός, αναφέρει τα εξής χαρακτηριστικά για το τέλος του:
<<Χωρίς να χάση το λογικό του έλεγε την ευχή <<Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με>> καθαρά και χωρίς να έχη ουδένα ρόγχον. Τα δε τελευταία του λόγια ήσαν: <<Χριστέ μου, το μέγα Σου έλεος>> και εκοιμήθη εν ειρήνη. Ο εωρακώς Παύλος Μοναχός>>.
Ήταν τότε μεσημβρία της 19 Οκτωβρίου του 1978 (π. ημερ). Την επομένην, μετά την ανάγνωσιν της νεκρωσίμου ακολουθίας, ετάφη απλά και απέριττα ανάμεσα στα αγαπημένα του δένδρα, τα οποία όταν επότιζε και περιποιείτο τους μιλούσε σαν νά' ταν ζωντανά.
Το Άγιον Όρος <<επτώχυνε>> κυριολεκτικά με την εκδημία του, αλλά <<η εξόδιος χαρά του Γερο - Αββακούμ αποτελούν γι' αυτό και τον κόσμο ολόκληρο την πιο ανεκτίμητη κληρονομιά>>!
Εισαγωγή στο διαδίκτυο στο μονοτονικό σύστημα, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Σειρά αναρτήσεων εκ του βιβλίου
του αειμνήστου Ιερομονάχου π. Θεοδωρήτου Μαύρου (+ 2007),
<<ΑΒΒΑΚΟΥΜ Ο ΑΝΥΠΟΔΥΤΟΣ 1894 - 1978>>,
εκτύπωση - βιβλιοδεσία ΑΘΗΝΑ Α.Ε., έκδοσις δ', σελ. 58-62,
Αθήναι 2002.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου