Η 19η Μαΐου αποτελεί μια άκρως σημαντική επέτειο για ολόκληρο τον ελληνισμό, Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, όπως αυτή καθιερώθηκε το 1994 με ομόφωνη απόφαση της Βουλής των Ελλήνων.
της Στυλιανής Δράκου
Στις 19 Μαΐου 1919, κατά τη διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας, ο Κεμάλ Ατατούρκ αποβιβάστηκε στη Σαμψούντα του Πόντου και δρομολόγησε τη σκληρότερη φάση της γενοκτονίας του ποντιακού ελληνισμού, η οποία έλαβε χώρα στο πλαίσιο του απελευθερωτικού αγώνα των Τούρκων κατά των Δυτικών Συμμάχων (Αγγλογάλλων, Ιταλών και Ελλήνων), που κατείχαν εδάφη της Μικράς Ασίας.Από ένα σύνολο 750.000 περίπου Ελληνοποντίων, υπολογίζονται σε πάνω από 350.000 εκείνοι που εξολοθρεύτηκαν από τους Νεοτούρκους κατά την περίοδο 1916-1923.
Το ιστορικό υπόβαθρο
Ο Ελληνισμός του Πόντου σύμφωνα με τα ιστορικά στοιχεία χρονολογείται από τον 8ο π.Χ. αιώνα. Είχε δε την εξής διαδρομή. Ίωνες Αθηναίοι κατέλαβαν τον 11ο π.Χ. αιώνα την περιοχή που πήρε την ονομασία Ιωνία λόγω της καταγωγής των νέων εποίκων. Οι Ίωνες κατέστησαν την Μίλητο μεγάλη ναυτική και εμπορική δύναμη και τα πλοία της διέσχιζαν αρχικά όλη τη Μεσόγειο. Στη συνέχεια στράφηκαν προς τον Ελλήσποντο και τον Εύξεινο Πόντο εγκαθιστώντας νέες αποικίες.
Τον 8ο π.Χ. αι. Μιλήσιοι ιδρύουν τη Σινώπη η οποία γρήγορα γίνεται μεγάλο εμπορικό λιμάνι και ισχυρή ναυτική δύναμη. Με τη σειρά της η Σινώπη δημιουργεί νέες αποικίες-πόλεις σε όλο το μήκος των βορείων παραλίων της Μικράς Ασίας με σπουδαιότερες την Αμισό, τα Κοτύωρα, την Κερασούντα, την Τραπεζούντα κ.α. Σπουδαιότερη όλων η Τραπεζούντα που πήρε το όνομα λόγω του τραπεζοειδούς σχήματος της τοποθεσίας πάνω στην οποία είχε χτιστεί.
Η ίδρυσή της χρονολογείται από το 756 π.Χ. και είναι κατά τέσσερα χρόνια αρχαιότερη της Ρώμης και πολλά περισσότερα του Βυζαντίου. Την εποχή της κοσμοκρατορίας του Μ. Αλεξάνδρου πλήρως ανεξάρτητες στρέφονται προς τα μεσόγεια όπου ανακαλύπτουν νέες πηγές πλούτου, όπως σίδηρο, χαλκό, άργυρο. Μετά το θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου ιδρύεται το Βασίλειο του Πόντου. Ένα ελληνιστικό κράτος δημιουργός του οποίου ήταν ο Μιθριδάτης ο Α’, Πέρσης σατράπης που εξελληνίστηκε πλήρως. Η διάρκεια αυτού του κράτους ήταν από το 322 έως το 64 π.Χ. οπότε η περιοχή καταλήφθηκε από τους Ρωμαίους και αποτελούσε πλέον επαρχία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Στα βυζαντινά χρόνια που ακολουθούν η περιοχή του Πόντου διάγει υπό ένα καθεστώς αυτονομίας με τοπικούς διοικητές, τους δούκες. Λόγω της μεγάλης απόστασης από την έδρα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, και λόγω ανυπαρξίας στρατιωτικών δυνάμεων, την αντιμετώπιση των διαφόρων εισβολέων ανέλαβαν με επιτυχία οι τοπικοί άρχοντες. Το 1204 οι σταυροφόροι της Δ’ σταυροφορίας, αντί να ελευθερώσουν τους Αγίους Τόπους όπως διακήρυξαν, άρπαξαν το Βυζάντιο.
Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία διαλύθηκε και τρία νέα ελληνικά κρατίδια δημιουργήθηκαν. Η Αυτοκρατορία της Νίκαιας, το Δεσποτάτο της Ηπείρου και ανάμεσα σε αυτά και η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας. Πρώτος Αυτοκράτορας στέφθηκε ο Αλέξιος. Η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας διήρκεσε 257 χρόνια (1204-1461). Δηλαδή συνέχισε να υφίσταται ακόμη και μετά την επανάκτηση της Κωνσταντινούπολης από τον Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγο το 1261, σε αντίθεση με το Δεσποτάτο της Ηπείρου που διαλύθηκε το 1337.
Η Τραπεζούντα κατελήφθη από τον Μωάμεθ Β΄ στις 15 Αυγούστου 1461. Σε όλη τη διάρκεια της Οθωμανικής σκλαβιάς γίνονται προσπάθειες εξισλαμισμού των Ελλήνων. Ορισμένοι, μη αντέχοντας υποκύπτουν, άλλοι εξισλαμίζονται επιφανειακά διατηρώντας στα κρυφά την χριστιανική τους πίστη.
Η Ρωσία που βρισκόταν σε συνεχείς πολέμους με τους Οθωμανούς, κατά τη λήξη των πολέμων συμπεριλάμβανε στις συνθήκες, όρους προστασίας των χριστιανών. Έτσι υπήρχαν και περίοδοι ηρεμίας για τους Έλληνες του Πόντου. Ώσπου ήρθαν οι μαύρες μέρες της γενοκτονίας και του ξεριζωμού. Τα μαύρα σύννεφα στον ουρανό του Πόντου, εμφανίστηκαν το 1916 και αφού είχε συντελεστεί η γενοκτονία των Αρμενίων.
Μετά τη Γενοκτονία των Αρμενίων, το 1915, οι τούρκοι εθνικιστές υπό τον Μουσταφά Κεμάλ είχαν πλέον όλο το πεδίο ανοιχτό μπροστά τους για να εξολοθρεύσουν τους Ελληνοποντίους. Οι Ελληνοπόντιοι, μολονότι αποτελούσαν μειονότητα (περί το 40% του πληθυσμού), είχαν καταφέρει να κυριαρχήσουν στην οικονομική ζωή της περιοχής, ζώντας κυρίως στα αστικά κέντρα. Η οικονομική τους ανάκαμψη συνδυάστηκε με τη δημογραφική και πνευματική τους άνοδο.
Το 1865 οι Έλληνες του Πόντου ανέρχονταν σε 265.000, το 1880 σε 330.000 και στις αρχές του 20ού αιώνα άγγιζαν πλέον τις 700.000 οι οποίοι κατοικούσαν σε 11 πόλεις, 41 κωμοπόλεις και 1013 χωριά. Το 1860 υπήρχαν 100 σχολεία στον Πόντο, ενώ το 1919 υπολογίζονται σε 1.400, ανάμεσά τους 7 ημιγυμνάσια , 3 γυμνάσια, 1 λύκειο και 1047 σχολαρχεία και δημοτικά σχολεία με 75.950 μαθητές και 1236 δασκάλους και καθηγητές ανάμεσα στα παραπάνω και το περίφημο Φροντιστήριο της Τραπεζούντας.
Εκτός από σχολεία, οι Ελληνοπόντιοι διέθεταν τυπογραφεία, περιοδικά, εφημερίδες, λέσχες και θέατρα, που τόνιζαν το υψηλό πνευματικό τους επίπεδο. Την Ορθοδοξία υπηρετούσαν 1459 κληρικοί σε 1131 εκκλησίες. Το 1918 μετά τις οργανωμένες διώξεις σε έκθεση του Πατριαρχείου φαίνεται πως απέμειναν στον Πόντο 440.000 Έλληνες.
Το κίνημα των Νεότουρκων
Το 1908 ήταν μια χρονιά-ορόσημο για τους λαούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τη χρονιά εκείνη εκδηλώθηκε και επικράτησε το κίνημα των Νεότουρκων, που έθεσε στον περιθώριο το σουλτάνο. Πολλές ήταν οι ελπίδες που επενδύθηκαν στους νεαρούς στρατιωτικούς για μεταρρυθμίσεις στο εσωτερικό της καταρρέουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Σύντομα, όμως, οι ελπίδες τους διαψεύστηκαν. Οι Νεότουρκοι έδειξαν το σκληρό εθνικιστικό τους πρόσωπο, εκπονώντας ένα σχέδιο διωγμού των χριστιανικών πληθυσμών και εκτουρκισμού της περιοχής, επωφελούμενοι της εμπλοκής των ευρωπαϊκών κρατών στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Διωγμοί και εκτοπισμοί – Τα «Τάγματα Εργασίας» - Η πρώτη φάση της Γενοκτονίας των Ποντίων.
Το κύμα μαζικών διώξεων ξεκίνησε στον Πόντο με την μορφή εκτοπίσεων το 1915. Η τουρκική ήττα κατά τον ρωσοτουρκικό πόλεμο στην περιοχή, στο Σαρικαμίς στην βόρεια περιοχή της Μικράς Ασίας το 1915, αποδόθηκε στους Έλληνες που υπηρετούσαν στον οθωμανικό στρατό. Ως συνέπεια αυτού, όλοι οι στρατολογημένοι Πόντιοι εξαναγκάστηκαν σε στρατολόγηση στα τάγματα εργασίας.
Οι εκτοπίσεις συνεχίζονταν ακατάπαυστα και κατά την εποχή που τα ρωσικά στρατεύματα εισήλθαν στην Τραπεζούντα στις αρχές του 1916. Ιδιαίτερα με το πρόσχημα ότι οι Πόντιοι υποστήριζαν τις κινήσεις των Ρώσων μεγάλος αριθμός κατοίκων από τις περιοχές της Σινώπης και της Κερασούντας εκτοπίστηκαν στην ενδοχώρα της Μικράς Ασίας. Σημειώθηκαν επίσης και εξαναγκαστικοί εξισλαμισμοί γυναικών.
Οι Τούρκοι, με πρόσχημα την «ασφάλεια του κράτους», προέβησαν στον εκτοπισμό ενός μεγάλου μέρους του ελληνικού πληθυσμού στην αφιλόξενη μικρασιατική ενδοχώρα μέσω των λεγομένων «Ταγμάτων Εργασίας» («Αμελέ Ταμπουρού»). Στα «Τάγματα Εργασίας» αναγκάζονταν να υπηρετούν οι άνδρες που δεν κατατάσσονταν στον τουρκικό στρατό κατά την διάρκεια του Α Παγκοσμίου Πολέμου (1914- 1918). Δούλευαν σε λατομεία, ορυχεία και στη διάνοιξη δρόμων, κάτω από εξοντωτικές συνθήκες.
Οι περισσότεροι πέθαιναν από πείνα, κακουχίες και αρρώστιες. Αντιδρώντας στην καταπίεση των Τούρκων, τις δολοφονίες, τις εξορίες και τις πυρπολήσεις των χωριών τους, οι Ελληνοπόντιοι, όπως και οι Αρμένιοι, ανέβηκαν αντάρτες στα βουνά για να περισώσουν ό,τι ήταν δυνατόν. Εμπνευστής και εγκέφαλος αυτής της επιχείρησης γενοκτονίας ήταν ο Μεχμέτ Ταλαάτ, υπουργός των Εσωτερικών της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Με δικές του εντολές, που καλούσαν τις αρχές να μη δείχνουν κανένα έλεος και για τους χριστιανούς, εξαπολύθηκαν οι διωγμοί κατά των «ανεπιθύμητων» εθνοτήτων.
Οι εντολές αυτές δόθηκαν με τη μορφή απορρήτων τηλεγραφημάτων προς όλους τους πολιτικούς και στρατιωτικούς διοικητές των διαφόρων νομών, έπειτα από μια σύσκεψη που είχε ο Ταλαάτ στις 8 Μαΐου του 1914 με τους συνεργάτες του, Εμβέρ, Τζεμάλ, Νουρεντίν και άλλους ηγέτες των Νεότουρκων.
Ένα απ’ αυτά τα τηλεγραφήματα κατόρθωσε να το αποκτήσει έπειτα από δυο χρόνια η γαλλική εφημερίδα «Le Temps» και το δημοσίευσε στις 29 Ιουλίου 1916. Έλεγε τα εξής: Προς τον διοικητή της Σμύρνης Ραχμή μπέη. Οι Έλληνες Οθωμανοί υπήκοοι της περιφέρειας σας αποτελούν πλειονότητα, η οποία δυνατόν να αποβεί επικίνδυνη. Γενικότερα, όλοι όσοι ζουν στα παράλια της Μικρασίας συμπεριλαμβανομένων και αυτών της Νομαρχίας σας πρέπει να εξαναγκαστούν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους και να μεταφερθούν στους νομούς Ερζερούμ, Ερζιγκιάν και αλλού.
Τούτο επιβάλλουν πολιτικοί και στρατιωτικοί λόγοι. Αν αρνηθούν να εκκενώσουν τις περιοχές τους, δώστε οδηγίες στους Μουσουλμάνους αδελφούς μας να τους εξαναγκάσουν μεταχειριζόμενοι προς τούτο κάθε μέσον και κάθε είδους έκτροπα. Οι Έλληνες πρέπει ακόμα να υποχρεωθούν να υπογράψουν βεβαίωση, στην οποία να δηλώνουν ότι φεύγουν και εγκαταλείπουν τις εστίες τους με δική τους θέληση και πρωτοβουλία. Η βεβαίωση αυτή είναι αναγκαία για να μη δημιουργηθούν αργότερα πολιτικά ζητήματα.
Υπογραφές: Υπουργός Εσωτερικών Ταλαάτ, Διευθυντής υπουργείου Εσωτερικών Χιλμή». Σε εφαρμογή αυτής της πολιτικής, όχλοι ατάκτων καθοδηγούμενοι από τις αρχές και αφιονιζόμενοι από μια συστηματική προπαγάνδα μίσους, ανάγκασαν χιλιάδες Έλληνες των παραλίων της Μικρασίας να εγκαταλείψουν τις προαιώνιες εστίες τους και να μετοικήσουν με πολυήμερες εξοντωτικές πορείες. Αλλά οι Τούρκοι δεν περιορίζονταν στους ομαδικούς εκτοπισμούς και τις απελάσεις.
Σε έκθεση από την Κερασούντα, με ημερομηνία 21 Απριλίου 1917, είναι γραμμένα τα εξής: «Με αφορμή την ανυποταξία 300 φυγόστρατων εκκενώθηκαν και πυρπολήθηκαν 88 ελληνικά χωριά από το Δεκέμβριο του 1916 ως το Φεβρουάριο του 1917. Οι κάτοικοι των χωριών αυτών, ανερχόμενοι σε 30.000 περίπου, κατά το μεγαλύτερο μέρος τους γέροι, γυναίκες και παιδιά εκτοπίστηκαν βίαια στο νομό Αγκύρας, μέσα σε δριμύτατο χειμώνα, χωρίς να τους επιτραπεί να παραλάβουν ούτε τα ενδύματά τους. Το ένα τέταρτο απ’ αυτούς πέθανε κατά τη διαδρομή από τις κακουχίες, την πείνα και το ψύχος».
Σύμφωνα με άλλη έκθεση της Ελληνικής πρεσβείας, τον Ιούνιο του 1915: «Οι εκτοπιζόμενοι από τα χωριά τους δεν είχαν δικαίωμα να πάρουν μαζί τους ούτε τα απολύτως αναγκαία. Γυμνοί και ξυπόλητοι, χωρίς τροφή και νερό, δερόμενοι και υβριζόμενοι, όσοι δεν εφονεύοντο οδηγούντο στα όρη από τους δημίους τους. Οι περισσότεροι απ’ αυτούς πέθαιναν κατά την πορεία από τα βασανιστήρια.
Μισοπεθαμένοι εγκαταλείπονταν στο δρόμο. Και γυναίκες που γεννούσαν κατά τη διαδρομή εγκατέλειπαν τα βρέφη τους βαδίζοντας όπως μπορούσαν, γιατί όσοι βραδυπορούσαν δέρνονταν από τους συνοδούς χωροφύλακες. Το τέρμα του ταξιδιού των δυστυχισμένων αυτών δεν σήμαινε και το τέρμα των δεινών τους, γιατί οι βάρβαροι κάτοικοι των τουρκικών χωριών τους παρελάμβαναν για να τους καταφέρουν το τελειωτικό πλήγμα…».
Στις 19-12-1916 ο Αυστριακός πρεσβευτής στην Κωνσταντινούπολη Pallavicini, σε έκθεση που έστειλε στη Βιέννη, περιέγραψε τα τουρκικά εγκλήματα στη μαρτυρική Αμισό: «11 Δεκεμβρίου 1916. λεηλατήθηκαν 5 ελληνικά χωριά και κατόπιν κάηκαν. Οι κάτοικοι εκτοπίστηκαν. 12 Δεκεμβρίου 1916. Στα περίχωρα της πόλης καίγονται χωριά. 14 Δεκεμβρίου 1916. Ολόκληρα χωριά καίγονται μαζί με τα σχολεία και τις εκκλησίες. 17 Δεκεμβρίου 1916. Στην περιφέρεια Σαμψούντας έκαψαν 11 χωριά. Η λεηλασία συνεχίζεται. Οι χωρικοί κακοποιούνται. 31 Δεκεμβρίου 1916. 18 ελληνικά χωριά κάηκαν εξ ολοκλήρου, 15 εν μέρει, 60 γυναίκες περίπου βιάστηκαν. Ελεηλάτησαν ακόμη και εκκλησίες».
Οι εκθέσεις της ελληνικής πρεσβείας της Κωνσταντινούπολης, που στάλθηκαν στην Αθήνα τον Ιανουάριο και το Φεβρουάριο του 1917 είναι πολύ αποκαλυπτικές: «… Είκοσιν οχτώ έτερα χωρία επυρπολήθησαν εντός μιας εβδομάδος από της Ι5ης Ιανουαρίου, μη συμπεριλαμβανομένων των πυρποληθέντων κατά Δεκέμβριον. Τα γυναικόπαιδα απεστάλησαν πεζή εν μέσω βροχής και χιόνων εις τα βιλαέτια Σεβάστειας και Άγκυρας. Νήπια, κοράσια, λεχώνες, έγκυοι, ασθενείς και γέροντες ωθούνται από τόπου εις τόπον, διανυκτερεύουσι κατά χιλιάδας εις χάνια, όπου διαμένουσιν άνευ άρτου ή άλλης τροφής…
Πολλά παιδία απωλέσαντα τους γονείς των διασκορπίζονται εις τα όρη, ή εις τα τουρκικά χωρία. Οι μετατοπιζόμενοι αποθνήσκουσι καθ’ οδόν εκ της πείνης, του ψύχους και των ταλαιπωριών και θάπτονται εις τα όρη, ή αφήνονται βορά των αγρίων θηρίων… Κατά πρόχειρον υπολογισμόν ο αριθμός τούτων υπερέβη ήδη τας 20.000 καθ’ εκάστην δε αυξάνεται… Εκ Πάφρας απεστάλη εις Βοϊβάτ ολόκληρος ο άρρην πληθυσμός…
Οκτώ χωρία της Πάφρας παράγοντα τον εκλεκτότερον καπνόν της Τουρκίας επυρπολήθησαν και οι κάτοικοι μετεφέρθησαν εις το Βιλαέτιον της Αγκύρας, ετέρων δε οκτώ χωρίων της Αμισού οι κάτοικοι απεστάλησαν εις το εσωτερικόν. Ταύτην την στιγμή φαίνονται εις τα όρη καπνοί και φλόγες… και ο υπαίθριος πληθυσμός της Κερασούντος μετεφέρθη ολόκληρος εις το εσωτερικόν…
Τα αυτά συνέβησαν εις τα επαρχίας Νεοκαισαρείας, Φάτζας και Τσαρσαμπά… Χείρονα τούτων συνέβησαν εις την Πάφραν όπου κατά τας τελευταίας εβδομάδας παρεδόθησαν εις το πυρ έτερα είκοσι χωρία μετά των εκκλησιών των και σχολείων, αφού δε ελεηλατήθη η κινητή αυτών περιουσία και η ακίνητος εγένετο παρανάλωμα του πυρός, ο πληθυσμός ολόκληρος απεστάλη εις το εσωτερικόν… Σκοπός όλων των φρικωδών τούτων γεγονότων είναι η εξόντωσις των εν Τουρκία Ελλήνων, οίτινες οφείλουσι να εκλείψωσι ως οι Αρμένιοι».
Στις 20 Μαΐου 1919, ο αρχιμανδρίτης Πανάρετος, σε έκθεσή του προς τον συνταγματάρχη Κατεχάκη αποκαλύπτει στατιστικά στοιχεία της τραγωδίας των Ποντίων «… Η επαρχία Αμασείας είχε προ του πολέμου 136.768 ελληνικό πληθυσμό. Εκ του ολικού αριθμού, 73.375 του πληθυσμού μετετοπίστησαν ή εξορίσθησαν, εκ των οποίων το 70% απέθανον εν τη εξορία, μόλις δε οι 30% επανήλθον… Εκ των 25.000 εξορισθέντων της επαρχίας Νεοκαισαρείας, εκ μεν των χωρικών εσώθησαν μόλις 6% και ούτοι συντετριμμένοι ως ναυαγοί της σατανικής τουρκικής θηριωδίας, εκ δε των κατοίκων των πόλεων 35% ρακένδυτοι και κατεσυληκότες, ζωντανά μαρτύρια της τουρκικής βαρβαρότητος…
Η επαρχία Κολωνίας εξ ολοκλήρου κατεστράφη, όλα τα χωριά αυτής ηρημώθησαν, ελάχιστοι ομογενείς σώζονται εν Νικοπόλει… Η επαρχία Χαλδείας-Κερασούντος… είχε… ολικόν πληθυσμόν 167.450. Εκ τούτων 45.000 περίπου εξηνηγκάσθησαν κατά τον χρόνον της ανακατοχής να καταφύγωσιν εις Ρωσίαν, άνω δε των 90.000 μετετοπίσθησαν και εξορίσθησαν εις τα βάθη της Μ. Ασίας…Εκ των εξορισθέντων 80% απέθανον εκ πείνης, εκ των διωγμών, των δεινοπαθημάτων και των δαρμών… Εκ των 72 ελληνικών χωρίων του τμήματος Κερασούντος ουδέν σώζεται…».
Το 1919 οι Έλληνες μαζί με τους Αρμένιους και την πρόσκαιρη υποστήριξη της κυβέρνησης Βενιζέλου προσπάθησαν να δημιουργήσουν ένα αυτόνομο ελληνοαρμενικό κράτος. Το σχέδιο αυτό ματαιώθηκε από τους Τούρκους, καθώς ήταν αντίθετο με τα εθνικιστικά σχέδια περί εκκαθάρισης της Ανατολίας, του Πόντου και της ευρύτερης επικράτειας της Τουρκίας από μη μουσουλμανικά στοιχεία, και οι οποίοι εκμεταλλεύθηκαν το γεγονός για να προχωρήσουν στην «τελική λύση».
Η δεύτερη φάση της Ποντιακής Γενοκτονίας
Οι διώξεις προκάλεσαν τη δημιουργία θυλάκων αντίστασης από τους Πόντιους. Τελικά οι διώξεις εντάθηκαν με την έκδοση διατάγματος, τον Δεκέμβριο του 1916, που προέβλεπε την εξορία όλων των ανδρών από 18 ως 40 ετών και τη μεταφορά των γυναικόπαιδων στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας. Η εφαρμογή αυτού του μέτρου ξεκίνησε από την Άνω Αμισό και στην Μπάφρα. Στην επαρχία Αμάσειας 72.375 Έλληνες, από τους συνολικά 136,768, εκτοπίστηκαν, από τους οποίους το 70% περίπου πέθανε από τις κακουχίες. Πολλοί Πόντιοι θέλησαν να αντισταθούν οργανώνοντας, στις ορεινές εκτάσεις του Πόντου, αντάρτικα εναντίον του τακτικού στρατού, όπως στη Σάντα.
Στον Άγιο Γεώργιο Πατλάμ της Κερασούντας είχαν συγκεντρωθεί 3.000 Έλληνες, οι οποίοι έγκλειστοι και σε συνθήκες ασιτίας από τις οθωμανικές αρχές, βρήκαν αργό θάνατο. Κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου εξορίστηκαν συνολικά 235.000 Πόντιοι, ενώ 80.000 μετανάστευσαν στη Ρωσία. Ταυτόχρονα όμως, λιγότερο έντονες ήταν οι διώξεις που υπέστησαν, τότε, οι Έλληνες του ανατολικού Πόντου, στην περιοχή της Τραπεζούντας, κυρίως λόγω της ικανότητας του μητροπολίτη Χρύσανθου να συνδιαλλάσσεται με τις τοπικές αρχές, αλλά και από το γεγονός ότι από τον Απρίλιο του 1916 η περιοχή καταλήφθηκε από τον ρωσικό στρατό.
Ωστόσο, μετά την επικράτηση των μπολσεβίκων και την ανατροπή του τσάρου, υπογράφηκε η συνθήκη Μπρεστ - Λιτόφσκ, βάσει της οποίας οι σοβιετικοί τερμάτιζαν την εμπλοκή τους στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, συνομολογούσαν ειρήνη με τις Κεντρικές Δυνάμεις και αποχωρούσαν από τα προηγουμένως καταληφθέντα εδάφη του Ανατολικού Πόντου.
Η αποχώρηση, που ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 1918 και ολοκληρώθηκε το Φεβρουάριο, οδήγησε σε έξαρση των βιαιοπραγιών από Τούρκους άτακτους (τσέτες) σε βάρος των απροστάτευτων τώρα, χριστιανικών πληθυσμών της περιοχής. Ταυτόχρονα οι σοβιετικοί εγκατέλειψαν τον εξοπλισμό και τα πολεμοφόδιά τους, τα οποία περιήλθαν στα χέρια των ατάκτων Οθωμανών. Από το 1914 έως το 1918, περισσότεροι από 230.000 Πόντιοι έχασαν, έτσι, τη ζωή τους.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις του επισκόπου Τραπεζούντας, ο αριθμός των θυμάτων αυτών των πολιτικών ανήλθε, για εκείνο το διάστημα, σε 100.000 περίπου. Δεν έπαψαν και οι διαμαρτυρίες από Αυστριακούς και Αμερικανούς διπλωμάτες κατά της οθωμανικής κυβέρνησης. Μετά την Ανακωχή του Μούδρου (30 Οκτωβρίου 1918), εκδόθηκε σουλτανικό διάταγμα που χορηγούσε αμνηστία στους Πόντιους αντάρτες, οι οποίοι κλήθηκαν να παραδώσουν τα όπλα τους και να επιστρέψουν στις εστίες τους. Όμως, παρά την εξαγγελία, οι περισσότεροι από αυτούς που αφοπλίστηκαν, είτε δολοφονήθηκαν είτε φυλακίστηκαν.
Η τρίτη φάση της Γενοκτονίας των Ποντίων
Ύστερα από την συνθηκολόγηση της Ρωσίας και την απόσυρση του ρωσικού στρατού από την περιοχή, εντάθηκαν οι διώξεις στην περιοχή. Στις 19 Μαΐου 1919 λίγες μέρες μετά την αποβίβαση του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη, ο Μουσταφά Κεμάλ αποβιβάστηκε στη Σαμψούντα, για να ξεκινήσει την τρίτη και πιο άγρια φάση της Ποντιακής Γενοκτονίας, υπό την καθοδήγηση των γερμανών και σοβιετικών συμβούλων του. Με την άφιξη του Κεμάλ Ατατούρκ, τον Μάιο του 1919, στην περιοχή και την έξαρση του κινήματός του εντάθηκε η δράση ατάκτων ομάδων (τσετών) κατά των χριστιανικών πληθυσμών. Στις ελληνικές περιοχές έφερναν τον όλεθρο και τη συμφορά έκαιγαν και κατάστρεψαν χωριά και κωμοπόλεις, έσφαζαν τους κατοίκους τους, λεηλατούσαν τις περιουσίες τους, βίαζαν τις γυναίκες.
Ο Τοπάλ Οσμάν.
Στις 29 Μαϊου ο Κεμάλ ανέθεσε στον τσέτη Τοπάλ Οσμάν την επιχείρηση για τη διενέργεια μαζικών επιχειρήσεων κατά του τοπικού πληθυσμού. Σε αυτό το πλαίσιο, πραγματοποιήθηκαν οι σφαγές και οι εκτοπίσεις των Ελλήνων στη Σαμψούντα και σε 394 χωριά της περιοχής, κατοικημένα από ελληνικούς πληθυσμούς. Σχετικές αναφορές έχουν καταγραφεί από το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών, καθώς και από τον Αμερικανό πρέσβη Χένρυ Μοργκεντάου.
Μεταξύ Φεβρουαρίου και Αυγούστου 1920 πραγματοποιήθηκε η πυρπόληση της Μπάφρας και η μαζική εξόντωση των 6.000 Ελλήνων που είχαν σπεύσει να βρουν προστασία στις εκκλησίες της περιοχής. Συνολικά από τους 25.000 Έλληνες που ζούσαν στις περιοχές της Μπάφρας και του Ααζάμ, το 90% δολοφονήθηκε, ενώ από τους υπόλοιπους, οι περισσότεροι εκτοπίστηκαν στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας.
Τηλεγράφημα τον Ιούλιο του 1920 από την Επιτροπεία Ποντίων ενημερώνει τον Ελ. Βενιζέλο για την κατάσταση του ποντιακού ελληνισμού με τα εξής λόγια. «Πανταχόθεν του Πόντου αγγέλλονται σφαγαί εις Κερασούντα , εις Τραπεζούντα και αλλού. Εάν η κατάστασις συνεχιστεί , Ελληνισμός Πόντου εξαφανισθήσεται, πριν η διπλωματία προλάβει ασχοληθεί περί αυτού.»
Οι προύχοντες και οι προσωπικότητες του πνεύματος, συνελήφθησαν και καταδικάστηκαν σε θάνατο από τα αποκαλούμενα "Δικαστήρια της Ανεξαρτησίας" στην Αμάσεια, κατά τον Σεπτέμβριο του 1921. Παράλληλα, σημειώνονταν και εξαναγκαστικές αποσπάσεις νεαρών κοριτσιών και αγοριών από τις οικογένειές του, τα οποία δίνονταν για τα χαρέμια των εύπορων Τούρκων.
Μέχρι τη Μικρασιατική Καταστροφή, το 1922, οι Ελληνοπόντιοι που έχασαν τη ζωή τους ξεπέρασαν τις 200.000, ενώ κάποιοι ιστορικοί ανεβάζουν τον αριθμό τους στις 350.000.Όσοι γλίτωσαν από το τουρκικό σπαθί κατέφυγαν ως πρόσφυγες στη Νότια Ρωσία, ενώ γύρω στις 400.000 ήλθαν στην Ελλάδα. Με τις γνώσεις και το έργο τους συνεισέφεραν τα μέγιστα στην ανόρθωση του καθημαγμένου εκείνη την εποχή ελληνικού κράτους και άλλαξαν τις πληθυσμιακές ισορροπίες στη Βόρεια Ελλάδα.
Περισσότεροι από 1.300.000 Έλληνες αναγκάστηκαν να εκπατριστούν βίαια, εγκαταλείποντας τους προσφιλείς νεκρούς, μαζί με τις περιουσίες τους και τον πολιτισμό της μακραίωνης δημιουργικής παρουσίας τους εκεί. Η εξαντλημένη από τον πόλεμο, ηθικά, πολιτικά, κοινωνικά, δημογραφικά και οικονομικά Ελλάδα αναγκάστηκε να δεχτεί στους κόλπους της εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες, χωρίς κάποιο συγκεκριμένο σχέδιο υποδοχής.
Η συντριπτική πλειοψηφία του προσφυγικού πληθυσμού, 638.252 άτομα, δηλαδή ένα ποσοστό 53%, εγκαταστάθηκε στη Μακεδονία, αρχικά στις περιοχές που εγκατέλειψαν οι ανταλλάξιμοι μουσουλμάνοι. Ωστόσο, η οδύσσεια του παρευξείνιου ελληνισμού δε σταματά στη μικρασιατική καταστροφή. Συνεχίστηκε αμέσως μετά τον εμφύλιο πόλεμο της Ρωσίας κατά τον οποίο χάθηκαν άδικα δεκάδες χιλιάδες Έλληνες. Σύμφωνα με τη γενική απογραφή του 1928, κατά τη δεκαετία αυτή εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα 58.500 Έλληνες της Ρωσίας. Ήδη από το 1918, όπως προαναφέραμε, κατοικούσαν περισσότεροι από 750.000 Πόντιοι στις περιοχές του Καυκάσου, του Αντικαυκάσου, της Μεσημβρινής Ρωσίας και της Ουκρανίας.
Κατά την περίοδο των σταλινικών διώξεων (1937-1939) περίπου 20.000 Έλληνες εκδιώχθηκαν από τη Σοβιετική Ένωση προς την Ελλάδα, πέρα από τα δεκάδες χιλιάδες θύματα στους τόπους των εκτοπίσεων, στο Καζακστάν, το Ουσμπεκιστάν, την Κιργισία, τις στέπες και στις άλλες αφιλόξενες περιοχές της Σοβιετικής Ένωσης. Άλλοι 13.500 πήραν επίσης το δρόμο της προσφυγιάς το 1965.
Το προσφυγικό ζήτημα επιδεινώθηκε ξανά τον Μάρτιο του 1988, όταν οι σοβιετικές αρχές άνοιξαν τα σύνορα για τους λαούς των Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών και δημιουργήθηκε αναγκαστικά ένα μεγάλο κύμα νέων προσφύγων Ελλήνων από τη Ρωσία προς την Ελλάδα, που έχει ξεπεράσει σήμερα τις 180.000.
Η Βουλή των Ελλήνων αποφάσισε ομοφώνως στις 24 Φεβρουαρίου 1994 την ανακήρυξη της 19ης Μαΐου ως Ημέρας Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου. Πέρα από το ελληνικό κράτος ο διωγμός των Ποντίων αναγνωρίζεται επισήμως ως γενοκτονία από την Κύπρο, την Αρμενία, την Σουηδία, ορισμένες ομοσπονδιακές δημοκρατίες της Ρωσίας, εννέα πολιτείες των ΗΠΑ (Φλόριντα, Τζώρτζια, Μασαχουσέτη, Νιου Τζέρσεϊ, Νέα Υόρκη, Πενσυλβάνια, Νότια Καρολίνα, Ρόουντ Άιλαντ και από τις 11/9/2019 Καλιφόρνια, ενώ υπάρχει σαφής αναφορά -κατά κάποιο τρόπο αναγνώριση- σε γενοκτονία Ελλήνων και από την πολιτεία της Αλαμπάμα), τη βουλή των αυστραλιανών πολιτειών της Νότιας Αυστραλίας και της Νέας Νότιας Ουαλίας, την Αυστρία (ακολουθούμενη λίγες ημέρες αργότερα από το Δήμο της Βιέννης) και την Ολλανδία.
Στο Καναδά οι πόλεις Οττάβα και Τορόντο έχουν αναγνωρίσει την 19η Μαΐου ως ημέρα μνήμης της Ποντιακής γενοκτονίας. Η Ποντιακή γενοκτονία έχει οριστεί και αναγνωριστεί από τη Διεθνή Ένωση Μελετητών Γενοκτονιών (IAGS), ενώ έχει τύχει αναγνώρισης και από αρκετές διεθνείς οργανώσεις και φορείς, όπως οι Ευρωπαίοι Δημοκράτες Φοιτητές. Τέλος ψηφίσματα της Γερουσίας των ΗΠΑ κάνουν αναφορά σε γενοκτονία κατά Ελλήνων.
Η Ποντιακή Γενοκτονία είναι αναμφισβήτητα μία από τις μαύρες σελίδες για την ελληνική ιστορία, μία σελίδα που οφείλουμε να θυμόμαστε και να προσπαθούμε να διατηρούμε τη μνήμη της άσβεστη για τις επερχόμενες γενιές τόσο ως ένδειξη σεβασμού στα 353.000 θύματα αυτής της γενοκτονίας όσο και σε όλους αυτούς οι οποίοι αν και δεν έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκειά της , έχασαν όμως τις πατρογονικές τους εστίες κατά την ανταλλαγή των πληθυσμών που συμφωνήθηκε με τη Συνθήκη και τη Σύμβαση της Λωζάνης (1923).
Μοναδική μας ελπίδα ο λόγος του Μακρυγιάννη:
«Ότι η τύχη μας έχει τους Έλληνες πάντοτε ολίγους. Ότι αρχή και τέλος, παλαιόθεν και ως τώρα, όλα τα θεριά πολεμούν να μας φάνε και δεν μπορούν. Τρώνε από μας και μένει και μαγιά».
Σε αυτή τη μαγιά αφιερώνεται το παρόν πόνημα.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
https://www.tovima.gr/2020/05/19/politics/101-xronia-apo-tin-genoktonia-ton-pontion-i-sfagi-kai-o-kserizomos-tou-pontiakou-ellinismou/
https://www.sansimera.gr/articles/140
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%93%CE%B5%CE%BD%CE%BF%CE%BA%CF%84%CE%BF%CE%BD%CE%AF%CE%B1_%CF%84%CF%89%CE%BD_%CE%95%CE%BB%CE%BB%CE%AE%CE%BD%CF%89%CE%BD_%CF%84%CE%BF%CF%85_%CE%A0%CF%8C%CE%BD%CF%84%CE%BF%CF%85
https://www.ypsilantio.gr/content/istorika-stoixeia/istoriko-kai-gewgrafiko-periballon/xartes/53-xarths-toy-pontoy-me-tis-mhtropoleis-toy
https://www.pontosnews.gr/357437/pontos/i-genoktonia-ton-pontion-se-charti-ta-cho/
https://www.ekklisiaonline.gr/ekklisiaonline/genoktonia-pontion-istoriki-anadromi-ola-ta-sygklonistika-gegonota-tis-genoktonias/
http://ebooks.edu.gr/ebooks/v/html/8547/5307/Istoria_G-Lykeiou_html-apli/
http://ebooks.edu.gr/ebooks/v/html/8547/5204/Istoria_G-Gymnasiou_html-empl/
http://ebooks.edu.gr/ebooks/v/html/8547/2758/Themata-Neoellinikis-Istorias_G-Lykeiou_html-apli/
http://www.kotsari.com/istoria/genoktonia-genocide-of-pontos/116-pontiako-antartiko-genoktonia-pontion-kemalpasa-neotourkoi-genocide-pontos
https://www.mixanitouxronou.gr/chtipousan-aneleita-ta-pedia-me-ta-mastigia-ke-ta-tripousan-me-ta-xifi-tous-pantou-vlepame-ptomata-ginekon-pedion-ke-geronton-martiries-apo-ti-genoktonia-ton-pontion/
Ιερά Μητρόπολη Θεσσαλονίκης
της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου