ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Τετάρτη 23 Νοεμβρίου 2022

ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΗ - ΚΥΡΙΑΚΗ Η' ΛΟΥΚΑ: «ΤΟ ΠΑΝΔΟΧΕΙΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ»



Η παραβολή, ἀγαπητοί μου, ἡ ὡραία παραβολὴ τοῦ καλοῦ Σαμαρείτου ποὺ ἀκούσαμε σήμερα, διηγεῖται, ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτός, τὸν ὁποῖον ὁ Χριστὸς προβάλλει μπροστά μας ὡς παράδειγμα, ὑποβλήθηκε σὲ ἐξαιρετικοὺς κόπους γιὰ νὰ σώσῃ τὸν ταλαίπωρο τραυματία, ποὺ οἱ λῃσταὶ τὸν ἄφησαν στὴ μέση τοῦ δρόμου σὲ ἐλεεινὴ κατάστασι.


Τὸν περιποιήθηκε ὅσο μποροῦσε' ἔπλυνε τὶς πληγές του μὲ οἶνον (κρασὶ ποὺ περιέχει οἰνόπνευμα καὶ ἀπολυμαίνει τὶς πληγές), τὶς ἄλειψε μὲ ἔλαιον (λάδι ποὺ καταπραΰνει καὶ ἐπουλώνει τὰ τραύματα), τὶς ἔδεσε πρόχειρα μὲ αὐτοσχέδιους ἐπιδέσμους, καὶ ἔπειτα, ἀφοῦ τὸν βοήθησε νὰ ἀνεβῇ στὸ ζῷο του,


τὸν ὡδήγησε ὁ ἴδιος σὲ ἕνα πανδοχεῖον (μικρὸ ξενοδοχεῖο ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ ὑπῆρχαν τὴν παλιὰ ἐποχὴ σὲ διάφορα σημεῖα τῶν δρόμων, νὰ σταθμεύουν οἱ κουρασμένοι ταξιδιῶτες γιὰ διανυκτέρευσι καὶ ἀνεφοδιασμό), ὥστε ἐκεῖ ὁ τραυματίας ν᾽ ἀναπαυθῇ, νὰ λάβῃ τροφή, νὰ θεραπευθῇ, ν᾽ ἀνακτήσῃ πάλι τὶς δυνάμεις του καὶ νὰ συνεχίσῃ τὴν πορεία του.


λλ᾿ ἀφοῦ γνωρίζουμε ὅτι ὁ Κύριος κάτω ἀπὸ τὰ πρόσωπα καὶ πράγματα τῶν παραβολῶν του ἔκρυβε μεγάλες ἀλήθειες καὶ σπουδαῖα διδάγματα, ἂς ρωτήσουμε·


Ποιό εἶνε τὸ νόημα τῆς παραβολῆς αὐτῆς; τί εἰκονίζει τὸ πανδοχεῖον ποὺ ἀναφέρει ἡ παραβολή; Πανδοχεῖον, ἀγαπητοί μου, κατὰ τὴν ἑρμηνεία τῶν ἁγίων πατέρων καὶ διδασκάλων μας, εἶνε ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.


Αὐτὴ εἶνε ὁ οὐράνιος σταθμός, τὸν ὁποῖον ἵδρυσε καὶ στερέωσε μέσα στὴν ἔρημο τῆς παρούσης ζωῆςἡ ἀγαθότης τοῦ Θεοῦ. Ἡ θύρα της εἶνε ἀνοιχτὴ γιὰ κάθε ἄνθρωπο, ἀρκεῖ αὐτὸς νὰ συναισθανθῇ ὅτι εἶνε ψυχικὰ τραυματισμένος καὶ ἔχει ἀνάγκη τῆς θεραπείας, καὶ νὰ ζητήσῃ μόνος του, ἐλεύθερα, νὰ καταφύγῃ στὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ.


Ἐκκλησία δὲν ἐξετάζει ἐὰν ἐκεῖνος ποὺ καταφεύγει σ᾽ αὐτὴν εἶνε Ἰουδαῖος ἢ Ἕλληνας, μαῦρος ἢ λευκός, ἄντρας ἢ γυναίκα, ἐπιστήμονας ἢ ἀγράμματος, πλούσιος ἢ φτωχός, βασιλιᾶς ἢ στρατιώτης.


νῷ οἱ διάφορες φιλοσοφικὲς σχολὲς τῆς ἀρχαιότητος, ποὺ ὑπόσχονταν τὴν ἠθικὴ ἀνάπλασι τῆς κοινωνίας, δέχονταν ὡρισμένο μόνο ἀριθμὸ μαθητῶν καὶ ὀπαδῶν καὶ τοὺς ὑπόλοιπους τοὺς ἀπέκλειαν, ἡ Ἐκκλησία ἀνοίγει τὴν ἀγκάλη της κ᾽ εἶνε ἕτοιμη νὰ συμπεριλάβῃ στοὺς κόλπους της καθένα ποὺ θὰ πῇ εἰλικρινὰ στὸ Χριστό·


«Κύριε, εἶμαι πληγωμένος, ζητῶ τὴ βοήθειά σου, ἔχω ἀνάγκη ἀπὸ τὴ δική σου θεραπεία· Κύριε, σῶσε με». Ἀπὸ τὴ στιγμή, τώρα, ποὺ ὁ ἁμαρτωλὸς θὰ γίνῃ δεκτὸς καὶ θὰ εἰσέλθῃ στὴν Ἐκκλησία, στὸ πανδοχεῖον αὐτὸ τῆς θείας ἀγαθότητος,θὰ ὑποβληθῇ σὲ εἰδικὴ θεραπεία καὶ καθωρισμένη δίαιτα.


Δὲν θὰ κάνῃ πλέον ὅ,τι θέλει. Ὅπως ἕνας ἀσθενὴς ποὺ ἔκανε εἰσαγωγὴ σὲ κάποιο νοσοκομεῖο καὶ ἄρχισε ἐκεῖ τὴ θεραπεία εἶνε ὑποχρεωμένος ν᾿ ἀκούῃ καὶ ν᾿ ἐκτελῇ τὶς ἐντολὲς τῶν γιατρῶν, καὶ παίρνει καὶ τὰ πιὸ ἀηδιαστικὰ φάρμακα καὶ ὑποβάλλεται ἀκόμη καὶ σὲ ὀδυνηρὲς ἐγχειρήσεις, ἔτσι καὶ ὁ ἁμαρτωλός.


Νοσηλεύεται καὶ αὐτὸς στὸ πανδοχεῖον, στὸ ἰατρεῖο τοῦ Χριστοῦ. Ἐκεῖ ἔμπειροι γιατροί, οἱ πνευματικοὶ πατέρες, θὰ τὸν ἐξετάζουν τακτικά, θὰ «ἀκτινοσκοποῦν» τὴν ψυχή του, θὰ κάνουν διάγνωσι τῶν παθῶν καὶ τῶν ἐλαττωμάτων ἀπὸ τὰ ὁποῖα πάσχει.


τσι θὰ ὁρίζουν τὴν δίαιτά του, τί πρέπει δηλαδὴ νὰ λαμβάνῃ ἡ ψυχή του ὡς πνευματικὴ τροφή, καὶ ποιές ἀκατάλληλες τροφὲς πρέπει ν᾽ ἀποφεύγῃ ποὺ μπορεῖ νὰ δημιουργήσουν ἐπιπλοκὲς καὶ νὰ προκαλέσουν τὸν ψυχικὸ θάνατο.


Οἱ γιατροὶ ἐπίσης θὰ χύνουν ἐπάνω στὶς πληγὲς ἔλαιον· μὲ τὴν γλυκυτάτη δηλαδὴ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ θὰ προσπαθοῦν νὰ παρηγορήσουν τὴν καρδιά του, ποὺ τραυματισμένη ἀπὸ τὰ πλήγματα τῶν παθῶν θὰ ὑποφέρῃ μὲ τὴν ἀνάμνησι τοῦ προηγουμένου ἁμαρτωλοῦ βίου.


Θὰ χύνουν ἀκόμη οἶνον ἐπάνω στὶςπληγές· θὰ χρησιμοποιήσουν δηλαδὴ τὸν ἔλεγχο καὶ τὴν ἐπιτίμησι, ἂν διακρίνουν ὅτι ἡψυχὴ ἀρχίζει νὰ κωφεύῃ στὴν παιδεία τοῦ Κυρίου, νὰ ἀναισθητῇ καὶ νὰ πωρώνεται.


Τέλος θὰ κάνουν καὶ ἐγχειρήσεις· ὅ ἐστι μεθερμηνευόμενον, δὲν θὰ διστάσουν νὰ ὑποδείξουν στὸν ἁμαρτωλὸ ὅτι πρέπει νὰ θυσιάσῃ ἐμπαθεῖς ἀπολαύσεις, νὰ ἀλλάξῃ παγιωμένες συνήθειες, νὰ σπάσῃ μακροχρόνιους δεσμούς, νὰ διακόψῃ φιλίες καὶ σχέσεις μὲ περιβάλλοντα καὶ ἀνθρώπους φαύλους καὶ ἀμετανόητους, ἐὰν δὲν θέλῃ νὰ σαπίσῃ κι αὐτὸς μαζίτους καὶ νὰ πεθάνῃ πνευματικά.


Πανδοχεῖον, ἰατρεῖο καὶ θεραπευτήριο τοῦ Χριστοῦ εἶνε ἡ Ἐκκλησία. Ὅποιος ἐπισκέπτεται τὰ μεγάλα νοσοκομεῖα, θαυμάζει τὴν διοργάνωσί τους, τὴ λειτουργία τῶν τμημάτων τους καὶ τὴ συνεργασία τῶν ὑπηρεσιῶν τους.


Διοικητικὰ στελέχη μεριμνοῦν καὶ κατευθύνουν ὅλο τὸν ὀργανισμό. Γιατροὶ ὅλων τῶν εἰδικοτήτων βρίσκονται ἐκεῖ ἕτοιμοι νὰ ἐξετάσουν καὶ ν᾽ ἀντιμετωπίσουν κάθε περίπτωσι ἀσθενείας.


κπαιδευμένο νοσηλευτικὸ προσωπικὸ ὑπηρετεῖ ὅλο τὸ εἰκοσιτετράωρο τοὺς ἀσθενεῖς ἀγρυπνώντας κοντά τους, καὶ μάλιστα στοὺς νοσηλευομένους σὲ εἰδικὲς μονάδες ἐντατικῆς θεραπείας.


Ποικίλο ἄλλο βοηθητικὸ καὶ τεχνικὸ προσωπικὸ καλύπτει τὶς συναφεῖς ἀνάγκες σὲ φάρμακα, ὑλικὸ νοσηλείας, ἐργαστήρια, σίτισι, καθαριότητα, ἠλεκτρικὴ ἐνέργεια, καύσιμα κ.τ.λ.. Θάλαμοι, κλῖνες, λουτρά, ὅλα εἶνε ἐν τάξει. Καταβάλλεται κάθε προσπάθεια ὥστε ὅλοι οἱ ἀσθενεῖς νὰ θεραπευθοῦν καί, εἰ δυνατόν, κανείς νὰ μὴ βγῇ νεκρὸς ἀπὸ ἐκεῖ.


Στὰ νοσοκομεῖα αὐτὰ διεξάγεται πράγματι ἕνας ἔντονος καὶ συστηματικὸς ἀγώνας κατὰ τῶν διαφόρων νόσω ντοῦ ἀνθρωπίνου ὀργανισμοῦ. Ἀλλ᾿ ἐὰν εἶνε ἀξιοθαύμαστη ἡ διοργάνωσι τῶν νοσοκομείων αὐτῶν, πολὺ πιὸ θαυμαστὴ εἶνε ἡ διοργάνωσι τῆς Ἐκκλησίας, τοῦ ψυχικοῦ αὐτοῦ θεραπευτηρίου τοῦ κόσμου.


Εἶνε ἀνώτερη ἡ διοργάνωσι τῆς Ἐκκλησίας διότι τὰ μὲν νοσοκομεῖα καὶ τὰ ἄσυλα τῶν νοσούντων τὰ διοργανώνει ἡ ἀτελὴς καὶ πεπερασμένη διάνοια τῶν ἀνθρώπων, τὴν Ἐκκλησία ὅμως τὴν ἵδρυσε, τὴν διοργανώνει καὶ τὴν συντονίζει καθημερινῶς ὄχι κάποιος ἄνθρωπος, ἀλλ᾽ αὐτὸ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο, ἡ ἴδια ἡ ἁγία Τριάς.


Μέσα στὸ οὐράνιο αὐτὸ νοσοκομεῖο ἡ Θεία Πρόνοια γιὰ τὴν θεραπεία τῶν ψυχικῶν νοσημάτων χρησιμοποιεῖ τέτοια καὶ τόσο μεγάλα μέσα, ὥστε μένουν ἔκθαμβα τὰ μάτια ὄχι πλέον τῶν πιστῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ τὰ μάτια καὶ αὐτῶν ἀκόμη τῶν ἀγγέλων καθὼς παρακολουθοῦν τὴν μεγαλειώδη καὶ «πολυποίκιλη» ἐργασία τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὴν σωτηρία ψυχῶν.


νας ἀπὸ τοὺς ἀσθενεῖς, ποὺ ὄχι μόνο θεραπεύθηκε στὸ θεραπευτήριο τῆς Ἐκκλησίας ἀλλ᾽ ἐν συνεχείᾳ ἔγινε καὶ θεραπευτὴς ἄλλων μέσα σ᾽ αὐτό, εἶνε ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Αὐτὸς γράφει γιὰ τὴν Ἐκκλησία, ὅτι κάνει καὶ τοὺς ἀγγέλους στὰ ἐπουράνια νὰ θαυμάζουν γιὰ τὴν ἀποτελεσματικότητα τῆς ἐν Χριστῷ θεραπείας μὲ τὴν πολυποίκιλη σοφία τοῦ Θεοῦ·


«…να γνωρισθῇ», λέει, «νῦν ταῖς ἀρχαῖς καὶ ταῖς ἐξουσίαις ἐν τοῖς ἐπουρανίοις διὰ τῆς ἐκκλησίας ἡ πολυποίκιλος σοφία τοῦ Θεοῦ» (Ἐφ. 3,10). Ὅταν, ἀγαπητέ μου, ἀσθενήσῃς ἀπὸ κάποια σοβαρὴ ἀσθένεια, φροντίζεις νὰ εἰσαχθῇς σὲ νοσοκομεῖο ποὺ ἔχει καλὴ φήμη ὅτι περιποιεῖται τοὺς ἀσθενεῖς, ἔχει καλοὺς ἐπιστήμονες, διαθέτει τὰ καλύτερα μηχανήματα, κάνει ἐπιτυχημένες ἐγχειρήσεις καὶ προσφέρει ἀποτελεσματικὴ θεραπεία.


λλὰ μὴ λησμονεῖς, ὅτι καὶ ἡ ψυχή σου ἀσθενεῖ. Ἐπαναλαμβάνω ἐκεῖνο ποὺ καὶ ἄλλοτε εἴπαμε ὅτι ἡ ἁμαρτία εἶνε ἡ χειρότερη ἀσθένεια, ποὺ γεμίζει μὲ τραύματα, μὲ ἕλκη καὶ κακοήθεις ὄγκους τὴν ταλαίπωρη ψυχή μας.


Πληγωμένη, ἡλκωμένη, ἐλεεινὴ καὶ ἀξιοθρήνητη ἡ ψυχή μας ζητάει θεραπεία, ζητάει θεραπευτήριο. Ποῦ θὰ τὴν ὁδηγήσουμε; Ἡ Ἐκκλησία, νά τὸ αἰώνιο θεραπευτήριο τῶν ψυχῶν μας.


Εἴθε στὸ θεραπευτήριο αὐτό, ὅσο τὸ δυνατὸν συντομώτερα, ἐκεῖ νὰ ὁδηγήσουμε τὶς ψυχές μας, ὅπως ὁ καλὸς Σαμαρείτης ὡδήγησε τὸν τραυματία του στὸ πανδοχεῖον, ὅπου ὁ τραυματίας ἀναπαύθηκε, ἀνέλαβε δυνάμεις καὶ σώθηκε.



(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος


Ἄρθρο ποὺ δημοσιεύθηκε στὸ περιοδικὸ τῆς ἱ. μητροπόλεως Αἰτωλίας & Ἀκαρνανίας «Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός» (Μεσολόγγι, φ. 224-225/12-11-1939, σ. 118). Μεταγλώττισις στὴν ὁμιλουμένη σήμερα καὶ μικρὴ ἐπέκτασις 30-9-2016. *Εκ του ιστολογίου <<π. Αυγουστίνος Καντιώτης>>. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.


2

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF