ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Τρίτη 30 Απριλίου 2024

ΟΡΘΡΟΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΤΡΙΤΗΣ: Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΛΕΓΧΟ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥΣ





[Υπομνηματισμός των εδαφίων Ματθ.23,1-39]


«Τότε ὁ Ἰησοῦς ἐλάλησε τοῖς ὄχλοις καὶ τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ λέγων· ἐπὶ τῆς Μωσέως καθέδρας ἐκάθισαν οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι· πάντα οὖν ὅσα ἐὰν εἴπωσιν ὑμῖν τηρεῖν, τηρεῖτε καὶ ποιεῖτε, κατὰ δὲ τὰ ἔργα αὐτῶν μὴ ποιεῖτε· λέγουσι γάρ, καὶ οὐ ποιοῦσι (:Τότε ο Ιησούς μίλησε προς τα πλήθη του λαού και τους μαθητές Του και είπε: ‘’Πάνω στη διδασκαλική έδρα του Μωυσή κάθισαν οι νομοδιδάσκαλοι και οι Φαρισαίοι. Όλα λοιπόν όσα με βάση τον νόμο θα σας πουν αυτοί να τα τηρείτε, να τα τηρείτε και να τα κάνετε. Μην κάνετε όμως σύμφωνα με τα έργα τους και το παράδειγμά τους. Διότι λένε βέβαια και διδάσκουν την αλήθεια του νόμου, δεν πράττουν όμως σύμφωνα με αυτήν’’)»[Ματθ.23,1-3].


«Τότε»· πότε δηλαδή; Όταν είπε αυτά· όταν τους αποστόμωσε· όταν τους σταμάτησε και δεν μπορούσαν πλέον να Τον πειράξουν· όταν απέδειξε ότι έπασχαν αθεράπευτα. Και επειδή μίλησε περί Κυρίου και Κυρίου[βλ.Ματθ.22,41-46:«Συνηγμένων δὲ τῶν Φαρισαίων ἐπηρώτησεν αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς λέγων· τί ὑμῖν δοκεῖ περὶ τοῦ Χριστοῦ; τίνος υἱός ἐστι; λέγουσιν αὐτῷ· τοῦ Δαυΐδ. λέγει αὐτοῖς· πῶς οὖν Δαυΐδ ἐν Πνεύματι Κύριον αὐτὸν καλεῖ λέγων· εἶπεν ὁ Κύριος τῷ Κυρίῳ μου, κάθου ἐκ δεξιῶν μου ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου; εἰ οὖν Δαυΐδ καλεῖ αὐτὸν Κύριον, πῶς υἱός αὐτοῦ ἐστι; καὶ οὐδεὶς ἐδύνατο αὐτῷ ἀποκριθῆναι λόγον, οὐδὲ ἐτόλμησέ τις ἀπ᾿ ἐκείνης τῆς ἡμέρας ἐπερωτῆσαι αὐτὸν οὐκέτι(:και ενώ ήταν συναγμένοι οι Φαρισαίοι, τους ρώτησε ο Ιησούς: ‘’Ποια γνώμη έχετε σχετικά με τον Μεσσία, που θα αναδειχθεί και θα χρισθεί Μεσσίας από τον ίδιο τον Θεό;


Τίνος απόγονος είναι;’’ Του απαντούν: ‘’Του Δαβίδ’’. Τους λέει: ‘’Πώς λοιπόν ο Δαβίδ, εμπνεόμενος από το Άγιο Πνεύμα, Τον ονομάζει Κύριο, όταν λέει: «είπε ο Κύριος και Θεός στον Κύριό μου Χριστό: ‘’Κάθισε στον θρόνο μου στα δεξιά μου, ωσότου θέσω τους εχθρούς Σου σαν υποστήριγμα που θα ακουμπούν και θα πατούν επάνω τα πόδια Σου»; Όμως οι παππούδες δεν ονομάζουν ποτέ κυρίους τους τα εγγόνια τους και τα δισέγγονά τους. Ούτε ευσταθεί ποτέ να προσφωνούν οι πρόγονοι τους απογόνους τους «κυρίους». Εάν λοιπόν ο Δαβίδ τον ονομάζει «Κύριο», πώς είναι υιός και απόγονός Του; Αυτό σημαίνει ότι ο Μεσσίας δεν είναι μόνο υιός του Δαβίδ αλλά και υιός του Θεού, και γι’ αυτό είναι και κύριος του Δαβίδ’’.Και κανείς δεν μπόρεσε να Του αποκριθεί ούτε λέξη, ούτε τόλμησε κανείς από την ημέρα εκείνη να του υποβάλλει πλέον άλλα ερωτήματα)»], ανατρέχει και πάλι στον νόμο.


Και μολονότι ο νόμος δεν λέγει βέβαια τίποτε παρόμοιο, λέγει:«Κύριος ὁ Θεὸς ἡμῶν Κύριος εἷς ἐστι (:’’Κύριος ο Θεός σου, Κύριος Ένας είναι’’)»[Δευτ. 6,4]. Όμως η Γραφή «νόμο» ονομάζει ολόκληρη την Παλαιά διαθήκη. Αυτά λοιπόν τα λέγει ο Κύριος για να δείξει από όλα αυτά την συμφωνία Του με τον Πατέρα Του· διότι εάν ήταν αντίθετος, θα μιλούσε αντίθετα προς τον νόμο, ενώ τώρα τόσο σεβασμό δίδει εντολή να επιδεικνύουμε προς τον νόμο, ώστε αν και είναι διεφθαρμένοι αυτοί που τον διδάσκουν, Αυτός δίδει την εντολή να είμαστε προσηλωμένοι σε αυτόν. Εδώ επίσης ομιλεί και για τον βίο και για τον τρόπο συμπεριφοράς των Γραμματέων και των Φαρισαίων, επειδή αυτό κατεξοχήν ήταν το αίτιο της απιστίας τους, ο διεφθαρμένος βίος και ο έρωτας για τη δόξα. Για να διορθώσει λοιπόν τους ακροατές, αυτό που κατεξοχήν συντελεί στην σωτηρία, το να μην περιφρονούμε δηλαδή τους διδάσκαλους, ούτε να εξοργιζόμαστε κατά των ιερέων, αυτό διδάσκει με όλη την δύναμη Του. Δεν δίδει μάλιστα μόνο εντολή, αλλά και ο Ίδιος την εκτελεί· καθόσον, παρά το ότι είναι διεφθαρμένοι οι δάσκαλοι, δεν τους αφαιρεί την τιμή. Σε εκείνους μεν προβάλλει μεγαλύτερη την κατάκριση, ενώ στους διδασκομένους δεν αφήνει καμία πρόφαση.


Έτσι λοιπόν εδραίωσε την εξουσία τους, μολονότι ήταν πονηροί, ώστε και μετά από τόση κατηγορία να πει: «Ὃσα ἐὰν εἴπωσιν ὑμῖν τηρεῖν, τηρεῖτε καὶ ποιεῖτε (:Όλα λοιπόν όσα με βάση τον νόμο θα σας πουν αυτοί να τα τηρείτε, να τα τηρείτε και να τα κάνετε)». Διότι δεν είναι δικά τους τα λόγια, αλλά είναι λόγια του Θεού, τα οποία νομοθέτησε μέσω του Μωυσή. Και πρόσεξε πόση τιμή αποδίδει στον Μωυσή, δείχνει και πάλι την συμφωνία Του με την Παλαιά Διαθήκη, και με τον τρόπο μάλιστα αυτόν καθιστά αυτούς σεβαστούς. Διότι λέγει: «ἐπὶ τῆς Μωσέως καθέδρας ἐκάθισαν(:πάνω στη διδασκαλική έδρα του Μωυσή κάθισαν)»[Ματθ.23,2]. Επειδή δηλαδή δεν ήταν δυνατόν να τους παρουσιάσει αξιόπιστους για τον βίο τους, το κάνει αυτό από αυτά που παρέχουν αυτή την δυνατότητα, δηλαδή από την καθέδρα του Μωυσή και από το ότι είναι διάδοχοί του.


Όταν όμως ακούσεις τη λέξη «πάντα» μην σκεφτείς όλη τη νομοθεσία, όπως τα σχετικά με τις τροφές και τις θυσίες και όλα τα παρόμοια, διότι πώς είναι δυνατό να λέγει αυτά που προηγουμένως αναίρεσε; Αλλά «πάντα» εννοεί εκείνα που διορθώνουν το ήθος και κάνουν καλύτερη την συμπεριφορά και είναι σύμφωνα με τις εντολές της Καινής Διαθήκης, και δεν αφήνουν στο εξής να βρισκόμαστε κάτω από τον ζυγό του μωσαϊκού νόμου.


Γιατί όμως δεν θεσπίζει από τον νόμο της χάριτος, αλλά από τον νόμο του Μωυσή; Διότι δεν ήταν ακόμα ο κατάλληλος καιρός πριν από την Σταύρωση Του να διδάσκει αυτά με απόλυτη σαφήνεια. Κατά την γνώμη μου, τα είπε αυτά ο Χριστός παράλληλα προς τον ανώτερο σκοπό, και για κάποιον άλλο σκοπό. Επειδή δηλαδή πρόκειται να τους κατηγορήσει, για να μην θεωρηθεί από αυτούς τους ανόητους ότι τα κάνει από ζήλεια προς το αξίωμά τους ή από μίσος προς αυτούς, κατά πρώτον αναιρεί οποιεσδήποτε τέτοιες υποψίες και αφού πρώτα απέδειξε ότι δεν έχει δόλια κίνητρα, τότε αρχίζει να τους κατηγορεί.


Και με ποιο σκοπό τούς ελέγχει και τους απευθύνει στο εξής μεγάλες κατηγορίες; Για να προφυλάξει τα πλήθη του λαού, ώστε να μην πέσουν στα ίδια παραπτώματα. Διότι δεν είναι το ίδιο πράγμα να θέτεις απαγορεύσεις και να δείχνεις τους παραβάτες, όπως ακριβώς δεν είναι το ίδιο να παραγγέλλεις τα πρέποντα και να παρουσιάζεις εκείνους που πέτυχαν αυτά. Για τον λόγο αυτόν, προλαμβάνοντάς το αυτό, λέγει: «Κατὰ δὲ τὰ ἔργα αὐτῶν μὴ ποιεῖτε(:μην ενεργείτε όμως σύμφωνα με τα έργα τους και το δικό τους το παράδειγμα)»[Ματθ.23,5]. Διότι για να μην νομίζουν τα πλήθη του λαού ότι πρέπει και να τους μιμηθούν επειδή ήταν διδάσκαλοί τους, χρησιμοποιεί αυτή την επιδιόρθωση και αυτό που το θεωρούσαν τιμή, το παρουσιάζει ως κατηγορία. Διότι τι θα μπορούσε να υπάρξει αθλιότερο από ένα διδάσκαλο, όταν δεν εξασφαλίζει στους μαθητές του να προσέχουν τον τρόπο ζωής του;


Επομένως, αυτό που θεωρούνταν ως τιμή τους, είναι μέγιστη κατηγορία εναντίον τους όταν φαίνεται να κάνουν τέτοια ζωή, από την οποία αυτοί που τους μιμούνται, καταστρέφονται. Για τον λόγο αυτόν και προβάλλει τις εναντίον τους κατηγορίες. Και όχι μόνο για τον λόγο αυτόν, αλλά και για να δείξει ότι η προηγούμενη απιστία την οποία έδειξαν, και η σταύρωση την οποία μετά από λίγο επιχείρησαν, δεν έγιναν εξαιτίας κάποιου εγκλήματος του Χριστού, αλλά ήταν κατηγορία που οφείλονταν στην αχαριστία εκείνων. Πρόσεχε επίσης από πού αρχίζει και από πού αυξάνει την κατηγορία. Διότι λέγει ότι «διδάσκουν μόνο και δεν πράττουν». Διότι καθένας είναι άξιος κατηγορίας όταν παραβαίνει τον νόμο, προπάντων όμως εκείνος που έχει την αυθεντία να διδάσκει. Είναι δίκαιο διπλά και τριπλά να κατακρίνεται. Πρώτον μεν διότι παραβαίνει τον νόμο, δεύτερον δε διότι, ενώ οφείλει να διορθώνει τους άλλους, αυτός παραστρατεί, και για την τιμή που του γίνεται αξίζει μεγαλύτερη τιμωρία, τρίτον δε διότι γίνεται αίτιος μεγαλύτερης διαφθοράς, καθόσον, αν και κατέχει θέση διδάσκαλου, παρά ταύτα παρανομεί.


Μαζί μάλιστα με αυτά, στη συνέχεια άλλη κατηγορία διατυπώνει εναντίον τους, ότι φέρονται σκληρά σε αυτούς που διδάσκουν να τηρούν τον νόμο. Διότι «δεσμεύουσι γὰρ φορτία βαρέα καὶ δυσβάστακτα καὶ ἐπιτιθέασιν ἐπὶ τοὺς ὤμους τῶν ἀνθρώπων, τῷ δὲ δακτύλῳ αὐτῶν οὐ θέλουσι κινῆσαι αὐτά(:με άλλα λόγια σφιχτοδένουν φορτία βαριά, που δύσκολα σηκώνονται, και τα φορτώνουν στους ώμους των ανθρώπων, αυτοί όμως δεν θέλουν ούτε με το δάχτυλό τους να τα κινήσουν. Με τις δικές τους δηλαδή γνώμες και παραδόσεις μετέβαλαν τον νόμο σε βαρύ φορτίο, το οποίο φορτώνουν στους άλλους, ενώ αυτοί ούτε καν το αγγίζουν, διότι βρίσκουν τρόπους να ξεφεύγουν απ’ τις υποχρεώσεις αυτές που επιβάλλουν στους άλλους)»[Ματθ.23,4]. Εδώ αναφέρει διπλή τους κακία, το ότι απαιτούν, χωρίς καμιά συγνώμη, πολλή και μεγάλη ακρίβεια ενάρετου βίου από αυτούς τους οποίους διδάσκουν, ενώ στους εαυτούς τους επιτρέπουν πολλή ελαστικότητα. Ενώ πρέπει ο άριστος άρχοντας να διακρίνεται από το αντίθετο γνώρισμα, δηλαδή τα μεν δικά του σφάλματα να μην τα συγχωρεί και να είναι αυστηρός δικαστής, προς τα σφάλματα όμως του λαού να είναι συγχωρητικός και ήρεμος, ενώ αυτοί έκαναν το αντίθετο από αυτό.


Τέτοιοι βέβαια είναι όλοι όσοι φιλοσοφούν με λόγια, απόλυτοι και άκαμπτοι στο να συγχωρέσουν, επειδή δεν γνωρίζουν τις δυσκολίες της έμπρακτης εφαρμογής των λόγων τους. Δεν είναι επίσης μικρή και αυτή η κακία και δεν επαυξάνει ο Κύριος τυχαία την προηγούμενη κατηγορία. Εσύ όμως, σκέψου σε παρακαλώ, πως και οι λόγοι Του αυτοί αυξάνουν την κατηγορία. Διότι δεν είπε «δεν μπορούν», αλλά « δεν θέλουν» και δεν είπε «να τα σηκώσουν τα φορτία αυτά που ορίζουν στον λαό να σηκώνει», αλλά ότι δεν θέλουν «ούτε να τα κινήσουν με το δάχτυλό τους», δηλαδή ούτε τα πλησιάζουν, ούτε τα αγγίζουν.


Αλλά πού αναδεικνύονται σπουδαίοι και δυνατοί; Στις απαγορεύσεις. Διότι λέγει «πάντα δὲ τὰ ἔργα αὐτῶν ποιοῦσι πρὸς τὸ θεαθῆναι τοῖς ἀνθρώποις(:και όλα τα έργα τους τα κάνουν για να τους βλέπουν οι άνθρωποι και να τους επαινούν)»[Ματθ.23,5]. Αυτά τα λέγει κατηγορώντας τους για την κενοδοξία τους, η οποία και τους κατέστρεψε. Διότι τα όσα προηγουμένως ειπώθηκαν ήταν δείγματα σκληρότητας και αδιαφορίας, ενώ αυτά είναι δείγματα της δοξομανίας. Αυτό τους απομάκρυνε από τον Θεό, αυτό τους έκανε να αγωνίζονται σε άλλο πεδίο δράσεως και τους διέφθειρε. Διότι ανάλογα προς τους θεατές που έχει κάποιος, προς αυτούς φροντίζει και να αρέσει, και ανάλογοι είναι και οι αγώνες του. Και αυτός μεν που αγωνίζεται παρουσία γενναίων, γενναία είναι και τα αγωνίσματά του, ενώ εκείνος που αγωνίζεται μπροστά στους θεατές χωρίς ζήλο, και με πεσμένο το φρόνημά τους, και ο ίδιος γίνεται περισσότερο ράθυμος. Επί παραδείγματι, έχει κάποιος θεατές που ευχαριστιούνται με τα γέλια, γίνεται και ο ίδιος γελωτοποιός, για να ευχαριστήσει τον θεατή του, κάποιος άλλος έχει σπουδαίο και ανώτερο πνευματικά θεατή, φροντίζει και ο ίδιος να είναι τέτοιος, επειδή παρόμοια είναι και η γνώμη αυτού που τον επαινεί.


Πρόσεχε επίσης πάλι και εδώ πόσο μεγάλο είναι το παράπτωμά τους· διότι δεν κάμνουν τα μεν έτσι, και τα άλλα αλλιώς, αλλά όλα με τον ίδιο τρόπο. Έπειτα αφού τους κατηγόρησε για κενοδοξία, τους αποδεικνύει ότι κενοδοξούν όχι για μεγάλα και σπουδαία πράγματα (διότι δεν είχαν να επιδείξουν κανένα σπουδαίο έργο, αλλά ήταν γυμνοί από κατορθώματα), αλλά ελεεινά και τιποτένια πράγματα, και τα οποία ήταν δείγματα της κακίας τους, όπως τα φυλακτήρια και τα κράσπεδα. Διότι λέγει «πλατύνουσι γὰρ τὰ φυλακτήρια αὐτῶν καὶ μεγαλύνουσι τὰ κράσπεδα τῶν ἱματίων αὐτῶν(:διότι κατασκευάζουν πλατιά τα φυλαχτά που κρεμούν στα χέρια τους ή δένουν στα μέτωπά τους, και μεγαλώνουν τις άκρες των ρούχων τους, ώστε να γίνονται περίβλεπτοι ως άνθρωποι ευσεβείς, καθώς τα φυλαχτά τους και τα κράσπεδά τους υπενθυμίζουν διαρκώς τον νόμο του Θεού)»[Ματθ.23,5].


Και ποια είναι αυτά τα φυλακτά και τα άκρα των ενδυμάτων; Επειδή συνεχώς λησμονούν τις ευεργεσίες του Θεού, έδωσε εντολή να γραφούν τα θαύματά Του σε μικρά βιβλία και να κρέμονται δεμένα κάτω από τα χέρια τους. Για τον λόγο αυτόν έλεγε: «καὶ ἀφάψεις αὐτὰ εἰς σημεῖον ἐπὶ τῆς χειρός σου, καὶ ἔσται ἀσάλευτον πρὸ ὀφθαλμῶν σου(:θα τα κολλήσεις και θα τα δέσεις επάνω στο χέρι σου, για να βρίσκονται πάντοτε σταθερώς μπροστά στα μάτια σου)»[Δευτ.6,8] και τα οποία ονομάζει «φυλακτήρια», όπως τώρα πολλές γυναίκες έχουν κρεμασμένα στον λαιμό τους ευαγγέλια. Και για να θυμούνται πάλι και με άλλον τρόπο αυτά, αυτό που πολλές φορές κάνουν πολλοί που επειδή ξεχνούν, δένουν το δάχτυλό τους με σχοινί ή με κλωστή, αυτό και ο Θεός τούς έδωσε εντολή,σαν να ήταν παιδιά, να κάνουν: «Καὶ εἶπε Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·λάλησον τοῖς υἱοῖς Ἰσραὴλ καὶ ἐρεῖς πρὸς αὐτοὺς καὶ ποιησάτωσαν ἑαυτοῖς κράσπεδα ἐπὶ τὰ πτερύγια τῶν ἱματίων αὐτῶν εἰς τὰς γενεὰς αὐτῶν καὶ ἐπιθήσετε ἐπὶ τὰ κράσπεδα τῶν πτερυγίων κλῶσμα ὑακίνθινον. καὶ ἔσται ὑμῖν ἐν τοῖς κρασπέδοις καὶ ὄψεσθε αὐτὰ καὶ μνησθήσεσθε πασῶν τῶν ἐντολῶν Κυρίου καὶ ποιήσετε αὐτάς, καὶ οὐ διαστραφήσεσθε ὀπίσω τῶν διανοιῶν ὑμῶν καὶ τῶν ὀφθαλμῶν ὑμῶν, ἐν οἷς ὑμεῖς ἐκπορνεύετε ὀπίσω αὐτῶν, ὅπως ἂν μνησθῆτε καὶ ποιήσητε πάσας τὰς ἐντολάς μου καὶ ἔσεσθε ἅγιοι τῷ Θεῷ ὑμῶν. ἐγὼ Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν ὁ ἐξαγωγὼν ὑμᾶς ἐκ γῆς Αἰγύπτου εἶναι ὑμῶν Θεός, ἐγὼ Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν (:και είπε ο Κύριος στον Μωυσή, λέγοντάς του τα εξής:


Μίλησε στους Ισραηλίτες και πες τους να ράψουν ταινία στα κάτω άκρα των ενδυμάτων τους , να θέσουν στα άκρα των ιματίων τους κλωστή κυανού χρώματος. Αυτό θα γίνεται σε όλες τους τις γενεές. Θα υπάρχουν αυτά στα άκρα των ενδυμάτων σας, θα τα βλέπετε και θα θυμάστε όλες τις εντολές του Κυρίου, για να τις εφαρμόζετε· και δε θα διαφθαρείτε παρασυρόμενοι από τις αμαρτωλές επιθυμίες της καρδιάς σας και τα αμαρτωλά θεάματα των οφθαλμών σας, μέσω των οποίων απομακρύνεστε από τον Θεό σε παραστρατημένη ζωή. Με αυτά θα θυμάστε τις εντολές Εμένα του Κυρίου, θα τις τηρείτε και θα γίνεστε άγιοι ενώπιον του Θεού σας. Εγώ είμαι Κύριος ο Θεός σας, ο οποίος σας έβγαλα ελεύθερους από την Αίγυπτο, για να είμαι Θεός σας. Εγώ, Κύριος ο Θεός σας, δίνω αυτές τις εντολές’’)» [Αριθμ.15,38]. Τους είχε δώσει δηλαδή εντολή ο Θεός να ράπτουν κλωστή υακίνθου στις άκρες των ενδυμάτων τους που είναι γύρω από τα πόδια, ώστε προσέχοντας αυτό να θυμούνται τις εντολές, και αυτά ονομάζονταν «κράσπεδα» Σε αυτά λοιπόν οι Φαρισαίοι ήταν σπουδαίοι, το να μεγαλώνουν τα λουριά που είχαν κρεμασμένα τα ευαγγέλια, και να μεγαλώνουν τα κράσπεδά τους, πράγμα που ήταν δείγμα της πιο φοβερής κενοδοξίας. Διότι για ποιο λόγο φιλοδοξείς και μεγαλώνεις αυτά; Μήπως αυτό είναι κατόρθωμά σου; Μήπως αυτό σε ωφελεί σε τίποτε, εάν δεν κερδίζεις αυτό που συμβολίζουν; Διότι ο Θεός δεν ζητάει να μεγαλώνεις αυτά και να τα πλαταίνεις, αλλά να θυμάσαι τις θαυμαστές επεμβάσεις Του. Τη στιγμή λοιπόν που δεν πρέπει να υπερηφανευόμαστε όταν κάνουμε ελεημοσύνη και νηστεύουμε, αν και αυτά είναι επίπονα και δικά μας κατορθώματα, πώς εσύ, Ιουδαίε, καυχιέσαι για αυτά, τα οποία κατεξοχήν σου καταλογίζουν ραθυμία και αδιαφορία;


Οι Φαρισαίοι όμως όχι μόνο ως προς αυτά, αλλά και ως προς άλλα πιο ασήμαντα υπέφεραν από την ίδια ασθένεια της κενοδοξίας. Διότι λέγει «φιλοῦσι δὲ τὴν πρωτοκλισίαν ἐν τοῖς δείπνοις καὶ τὰς πρωτοκαθεδρίας ἐν ταῖς συναγωγαῖς καὶ τοὺς ἀσπασμοὺς ἐν ταῖς ἀγοραῖς καὶ καλεῖσθαι ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων ῥαββὶ ῥαββί (:αγαπούν επιπλέον την πρώτη θέση στα δείπνα και τα πρώτα καθίσματα στις συναγωγές και τους ευλαβείς χαιρετισμούς στις αγορές και θέλουν να τους φωνάζουν οι άνθρωποι: ‘’διδάσκαλε, διδάσκαλε’’)»[Ματθ.23,6-7]. Διότι αυτά αν και τα θεωρεί κανείς μικρά, γίνονται ωστόσο αιτία μεγάλων κακών. Αυτά και πόλεις και εκκλησίες κατέστρεψαν. Πράγματι μου έρχεται να δακρύσω όταν τυχαίνει να ακούσω για πρωτοκαθεδρίες και για ασπασμούς και να αναλογιστώ πόσα κακά συνέβησαν εξαιτίας αυτών στην εκκλησία του Θεού, τα οποία δεν είναι αναγκαίο τώρα να αναφέρω ή καλύτερα όσοι είναι ηλικιωμένοι δεν έχουν ανάγκη να μάθουν από εμάς.


Εσύ όμως σε παρακαλώ πρόσεχε πού επικρατεί η κενοδοξία, επικρατεί εκεί όπου διδάσκεται να μην κενοδοξούν, δηλαδή στις συναγωγές, όπου εισέρχονται εκείνοι που διδάσκουν τους άλλους. Διότι το να συμβεί αυτό στα δείπνα με οποιοδήποτε τρόπο, δεν φαίνεται να είναι και τόσο μεγάλο κακό, μολονότι βέβαια και εκεί ο διδάσκαλος θα έπρεπε να θαυμάζεται, όχι μόνο στην εκκλησία, αλλά παντού. Και όπως ακριβώς ο άνθρωπος, όπου κι αν φανεί, διαφέρει από τα άλλα ζώα λόγω της ορθής στάσεώς του, έτσι και ο διδάσκαλος, πρέπει να διακρίνεται και όταν ομιλεί και όταν σιωπά και όταν τρώει και όταν κάνει οτιδήποτε άλλο, και από το βάδισμά του και από το βλέμμα του, και από το παράστημά του, και από όλα γενικώς.


Εκείνοι όμως από κάθε άποψη ήταν καταγέλαστοι, και παντού καταντροπιάζονταν, φροντίζοντας πώς να επιτύχουν εκείνα που έπρεπε να αποφύγουν. Διότι λέγει «φιλοῦσι(:επιθυμούν σφοδρά)»· εάν όμως η επιθυμία είναι έγκλημα, πόσο μεγάλο έγκλημα είναι το να γίνεται και πράξη; Και το να κυνηγούν αυτά τα πράγματα και να φροντίζουν πώς να τα επιτύχουν, πόσο μεγάλο κακό είναι; Ως προς μεν τα άλλα λοιπόν αρκέστηκε ο Κύριος μόνο σε αυτές τις κατηγορίες εναντίον εκείνων, διότι ήταν μικρά και ασήμαντα, και δεν ήταν ανάγκη να διορθωθούν οι μαθητές του ως προς αυτά, αυτό όμως που ήταν αιτία όλων των κακών, δηλαδή η φιλαρχία, και η αρπαγή του διδασκαλικού θρόνου, αυτό προβάλλει ο Κύριος στο μέσο και σε αυτό εστιάζει και διορθώνει με πολλή προσοχή, δίνοντας πολύ αυστηρά παραγγέλματα ως προς αυτά προς τους μαθητές Του. Τι λέγει λοιπόν; «ὑμεῖς δὲ μὴ κληθῆτε ῥαββί· Εσείς όμως μη δεχτείτε να σας ονομάσουν οι άνθρωποι ‘’ραββί’’, δηλαδή ‘’διδάσκαλε’’)»· έπειτα αναφέρει και την αιτία: «εἷς γὰρ ὑμῶν ἐστιν ὁ διδάσκαλος, ὁ Χριστός· πάντες δὲ ὑμεῖς ἀδελφοί ἐστε(:διότι Ένας είναι ο Διδάσκαλός σας, ο Χριστός˙ όλοι εσείς είστε αδελφοί)»[Ματθ.23,8], και κανείς δεν έχει κάτι επιπλέον από τον άλλο, καθόσον τίποτε δεν γνωρίζει από τον εαυτό του.


Για τον λόγο αυτόν και ο Παύλος λέγει: «Τίς οὖν ἐστι Παῦλος, τίς δὲ Ἀπολλὼς ἀλλ᾿ ἢ διάκονοι δι᾿ ὧν ἐπιστεύσατε, καὶ ἑκάστῳ ὡς ὁ Κύριος ἔδωκεν;(:τι λοιπόν είνιαι ο Παύλος και τι άλλο είναι ο Απολλώς παρά υπηρέτες και όργανα του Θεού, μέσω των οποίων οδηγηθήκατε στην πίστη και ο καθένας υπηρετεί ανάλογα με τα χαρίσματα που του έδωσε ο Κύριος;)»[Α΄Κορ.3,5]· δεν είπε «διδάσκαλοι», αλλά «διάκονοι», δηλαδή υπηρέτες του Θεού. Και στη συνέχεια διδάσκει ο Κύριος: «Καὶ πατέρα μὴ καλέσητε ὑμῶν ἐπὶ τῆς γῆς· εἷς γάρ ἐστιν ὁ πατήρ ὑμῶν, ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς(:και κανέναν επάνω στη γη να μην τον ονομάσετε πατέρα σας με κύρος και εξουσία απεριόριστη και απόλυτη· διότι ένας είναι ο Πατέρας σας, Εκείνος που είναι στους ουρανούς)»[Ματθ.23,9], όχι για να μην αποκαλέσουν «πατέρα» τον πατέρα τους, αλλά για να γνωρίζουν ποιον πρέπει κυρίως να ονομάζουν Πατέρα. Διότι όπως ακριβώς ο διδάσκαλος, δεν είναι διδάσκαλος από την αρχή, έτσι ούτε και ο πατέρας. Διότι ο Θεός είναι αίτιος και δημιουργός όλων, και των διδασκάλων και των πατέρων. Και στη συνέχεια προσθέτει: «μηδὲ κληθῆτε καθηγηταί· εἷς γὰρ ὑμῶν ἐστιν ὁ καθηγητής, ὁ Χριστός(:ούτε να ονομαστείτε καθηγητές, διότι ένας είναι ο καθηγητής σας, που με τη διδασκαλία Του σας οδηγεί στη σωτηρία, ο Χριστός)»[Ματθ.23,10]. Και δεν είπε «Εγώ». Όπως ακριβώς προηγουμένως είπε «τί ὑμῖν δοκεῖ περὶ τοῦ Χριστοῦ;(:ποια γνώμη έχετε περί του Χριστού;)», και δεν είπε «περί ἐμοῦ», έτσι και εδώ.


Αλλά ευχαρίστως θα μπορούσα να πω εδώ τι θα μπορούσαν να ισχυριστούν εκείνοι που το «Ένας και «Ένας» το αποδίδουν στον Πατέρα μόνο, απορρίπτοντας τον Μονογενή Υιό· είναι ο καθηγητής ο Πατήρ; Όλοι θα μπορούσαν να το παραδεχθούν και να μην φέρει κανείς αντίρρηση. Και όμως λέγει: «εἷς γὰρ ὑμῶν ἐστιν ὁ διδάσκαλος ὁ Χριστός(:ούτε να ονομαστείτε καθηγητές, διότι ένας είναι ο καθηγητής σας, που με τη διδασκαλία Του σας οδηγεί στη σωτηρία, ο Χριστός)»[Ματθ.23,10]. Όπως ακριβώς λοιπόν ο Χριστός, ονομαζόμενος ως «ο Ένας καθηγητής», δεν αφαιρεί από τον Πατέρα την ιδιότητα να είναι καθηγητής, έτσι και ο Πατήρ ονομαζόμενος «ένας διδάσκαλος», δεν αφαιρεί από τον Υιό την ιδιότητα του Διδασκάλου· διότι το «εἷς» και «εἷς» ειπώθηκε προς διάκριση από τους ανθρώπους και τα λοιπά δημιουργήματα. Αφού απαγόρευσε λοιπόν σε αυτούς την φοβερή αυτή ασθένεια της φιλαρχίας και διόρθωσε την αντίληψη περί αυτής, τους διδάσκει τώρα και πώς μπορούν να το αποφύγουν αυτό, με ταπεινοφροσύνη δηλαδή. Για τον λόγο λοιπόν αυτόν και προσθέτει: «ὁ δὲ μείζων ὑμῶν ἔσται ὑμῶν διάκονος· ὅστις δὲ ὑψώσει ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, καὶ ὅστις ταπεινώσει ἑαυτὸν ὑψωθήσεται(:και εκείνος που ανάμεσά σας είναι μεγαλύτερος στη γνώση και στο αξίωμα πρέπει να υπηρετεί τους άλλους, κι έτσι να γίνεται με κάθε τρόπο χρήσιμος και ωφέλιμος σε αυτούς. Εκείνος όμως που θα υψώσει τον εαυτό του και θα μεταχειριστεί τους άλλους ως κατωτέρους του, θα ταπεινωθεί και θα εξευτελιστεί. Ενώ εκείνος που θα ταπεινώσει τον εαυτό του με το να γίνει με τη χριστιανική αγάπη δούλος και υπηρέτης των άλλων, θα ανυψωθεί από τον Θεό και θα δοξαστεί)»[Ματθ.23,12].


Πράγματι τίποτε δεν είναι ίσο με την ταπεινοφροσύνη. Για τον λόγο αυτόν και συνεχώς τους υπενθυμίζει αυτή την αρετή, και όταν οδηγούσε μπροστά τους τα παιδιά και τώρα, αλλά και όταν άρχιζε τους μακαρισμούς Του στο όρος από το σημείο αυτό άρχιζε. Και εδώ από την ρίζα του ξερίζωνε αυτό το πάθος, λέγοντας: «ὅστις ταπεινώσει ἑαυτὸν ὑψωθήσεται(:εκείνος που θα ταπεινώσει τον εαυτό του με το να γίνει με τη χριστιανική αγάπη δούλος και υπηρέτης των άλλων, θα ανυψωθεί από τον Θεό και θα δοξαστεί)». Είδες πώς οδηγεί τον ακροατή στο να υιοθετήσει τη διαμετρικά αντίθετη συμπεριφορά; Διότι δεν εμποδίζει μόνο να επιθυμεί κανείς σφοδρά τα πρωτεία, αλλά προτρέπει να επιδιώκει τα ταπεινά. «Διότι έτσι», λέγει, «θα πετύχεις αυτό που επιθυμείς». Για τον λόγο αυτόν πρέπει αυτός που επιθυμεί να επιτύχει τα πρωτεία, να επιδιώκει την τελευταία θέση: «Διότι αυτός που θα ταπεινωθεί, αυτός θα υψωθεί».


Και πού θα βρούμε αυτή την ταπεινοφροσύνη; Θέλετε πάλι να μεταβούμε στην πόλη της αρετής, στις σκηνές των αγίων, εννοώ τα όρη και τα δάση; Καθόσον εκεί θα συναντήσουμε αυτό το ύψος της ταπεινοφροσύνης. Διότι από αυτούς τους ασκητές, άλλοι μεν ήταν άνθρωποι που ήταν λαμπροί λόγω των κοσμικών αξιωμάτων, άλλοι ήταν λαμπροί λόγω χρημάτων, και τώρα από παντού στερούν τους εαυτούς τους, από την κατοικία, από τα ενδύματα, από τους υπηρέτες και με όλες τις ενέργειές τους αυτές σαν με γράμματα διαζωγραφίζουν την ταπεινοφροσύνη. Και αυτά που είναι προσανάμματα της αλαζονείας, το να φορούν ωραία ενδύματα, το να χτίζουν λαμπρές οικοδομές, και να έχουν πολλούς υπηρέτες, τα οποία πολλές φορές χωρίς την θέληση μας οδηγούν στην αλαζονεία, όλα αυτά εκεί έχουν καταργηθεί. Και οι ίδιοι ανάβουν φωτιά, οι ίδιοι κόβουν ξύλα στην φωτιά, οι ίδιοι μαγειρεύουν, οι ίδιοι εξυπηρετούν τους επισκέπτες. Δεν είναι δυνατόν να ακούσει κανείς εκεί κάποιον να βρίζει, ούτε κάποιον να τον διατάσσουν, ούτε άλλον που διατάσσει, αλλά όλοι ανήκουν στην θέση εκείνων που τους πάντες υπηρετούν, και ο καθένας νίπτει τα πόδια των ξένων, μιμούμενος τον Κύριο και υπάρχει πολύ ανταγωνισμός για την υπηρεσία αυτή. Και το κάνει αυτό χωρίς να εξετάζει ποιος είναι, ούτε αν είναι δούλος, ούτε αν είναι ελεύθερος, αλλά εξυπηρετεί την υπηρεσία αυτή προς όλους.


Κανείς δεν είναι στους τόπους εκείνους της άσκησης δεν είναι ούτε μεγάλος ούτε μικρός. Τι λοιπόν; Επικρατεί εκεί σύγχυση; Μη γένοιτο, αλλά επικρατεί η καλύτερη τάξη. Διότι και αν είναι κανείς μικρός, ο μεγάλος δεν το βλέπει αυτό, αλλά θεωρεί τον εαυτό του υποδεέστερο από ό,τι εκείνον, και με αυτό τον τρόπο γίνεται πιο μεγάλος. Μία τράπεζα υπάρχει για όλους, και για αυτούς που υπηρετούνται και για αυτούς που υπηρετούν, τα ίδια εδέσματα, τα ίδια ενδύματα, η ίδια κατοικία, το ίδιο φαγητό. Εκεί μεγάλος είναι αυτός που προλαμβάνει και κάνει την πιο ταπεινή εργασία. Δεν υπάρχει εκεί το δικό μου και το δικό σου, αλλά έχουν εξορισθεί οι λέξεις αυτές που είναι αιτίες άπειρων πολέμων. «Οὐαὶ δὲ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι κατεσθίετε τὰς οἰκίας τῶν χηρῶν καὶ προφάσει μακρὰ προσευχόμενοι· διὰ τοῦτο λήψεσθε περισσότερον κρῖμα(:αλίμονο σας, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριτές, διότι κατατρώτε τα σπίτια και την περιουσία των χηρών, εσείς που με πρόσχημα και ευλάβεια για σκοπούς συμφεροντολογικούς κάνετε μεγάλες προσευχές τάχα υπέρ των χηρών αυτών˙ γι’ αυτό θα έχετε μεγαλύτερη καταδίκη απ΄ τους άλλους αδίκους και κλέφτες)»[Ματθ.23,13].


Με τους λόγους λοιπόν αυτούς ο Κύριος ελέγχει έντονα τους Γραμματείς και τους Φαρισαίους για την γαστριμαργία τους και το φοβερό είναι ότι γέμιζαν τα στομάχια τους κατατρώγοντας την περιουσία όχι των πλουσίων, αλλά των χήρων γυναικών, και έτσι οδηγούσαν στο έπακρο την δυστυχία των γυναικών αυτών, την οποία δυστυχία οι ίδιοι θα έπρεπε να περιόριζαν. Διότι λέγει μάλιστα ο Κύριος ότι δεν έτρωγαν απλώς, αλλά κατέτρωγαν. Επιπροσθέτως και ο τρόπος της εκμετάλλευσης ήταν φοβερός: «καὶ προφάσει μακρὰ προσευχόμενοι(:εσείς που με πρόσχημα και ευλάβεια για σκοπούς συμφεροντολογικούς κάνετε μεγάλες προσευχές τάχα υπέρ των χηρών αυτών)»· διότι ο καθένας που κάνει κάποιο κακό είναι άξιος τιμωρίας, όμως αυτός που και την αφορμή λαμβάνει από την ευλάβεια και χρησιμοποιεί αυτό το πρόσχημα της πονηρίας είναι υπεύθυνος για πολύ πιο φοβερή τιμωρία. Και για ποιο λόγο δεν καθαίρεσε αυτούς από το αξίωμά τους; Διότι δεν το επέτρεπε ακόμα ο καιρός. Γι΄ αυτό μεν τους αφήνει στην αρχή, με όσα όμως λέγει, προφυλάσσει τον λαό από την εξαπάτηση, ώστε να μην παρασύρεται στο να τους μιμείται λόγου του αξιώματός τους. Επειδή λοιπόν είπε: «Όλα όσα σας λέγουν να τηρείτε, να τα τηρείτε», δείχνει και όσα αυτοί παραποιούν, ώστε να μην νομιστεί εκ μέρους των απερίσκεπτων, εξ αιτίας αυτού, ότι επιτρέπονται τα πάντα σε αυτούς.


«Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι κλείετε τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων· ὑμεῖς γὰρ οὐκ εἰσέρχεσθε, οὐδὲ τοὺς εἰσερχομένους ἀφίετε εἰσελθεῖν(:αλίμονό σας, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριτές, διότι με τη διεστραμμένη διδασκαλία σας, που επισκοτίζει και νοθεύει το περιεχόμενο του νόμου, κλείνετε τη θύρα της βασιλείας των ουρανών μπροστά στους ανθρώπους. Αλίμονό σας, διότι και εσείς δεν μπαίνετε, αλλά ούτε κι εκείνους που έχουν τη διάθεση να μπουν τους αφήνετε να μπουν)»[Ματθ.23,14]. Εάν λοιπόν το να μην ωφελεί κανείς κανένα είναι άξιο κατηγορίας, όταν ο ίδιος αυτός βλάπτει και εμποδίζει το όφελος και για τους άλλους, ποια συγνώμη θα έχει; Αλλά τι σημαίνει «τοὺς εἰσερχομένους»; Εννοεί τους άξιους. Διότι όταν επρόκειτο να δώσουν εντολές στους άλλους, έκαναν αβάστακτα τα φορτία, όταν όμως έπρεπε οι ίδιοι να κάνουν κάτι από τα πρέποντα, τότε, αντιθέτως, όχι μόνο δεν έκαναν τίποτε οι ίδιοι, αλλά έκαναν αυτό που αποτελεί μεγαλύτερη κακία, οδηγούσαν δηλαδή στην διαφθορά και άλλους. Αυτοί είναι οι λεγόμενοι διαφθορείς, που έθεσαν ως έργο τους την καταστροφή των άλλων, ιστάμενοι στην εκ διαμέτρου αντίθετη θέση προς τους διδασκάλους. Διότι, εάν έργο του διδασκάλου είναι το να διασώζει αυτόν που οδηγείται στην απώλεια, το να οδηγείται στην απώλεια αυτός που έχει ελπίδα να σωθεί, είναι έργο του διαφθορέα.


Στη συνέχεια ο Χριστός αναφέρει και άλλο έγκλημά τους: «Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι περιάγετε τὴν θάλασσαν καὶ τὴν ξηρὰν ποιῆσαι ἕνα προσήλυτον, καὶ ὅταν γένηται, ποιεῖτε αὐτὸν υἱὸν γεέννης διπλότερον ὑμῶν(:αλίμονό σας, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριτές, διότι περιέρχεστε τη θάλασσα και τη γη για να προσελκύσετε έστω και έναν μόνο προσήλυτο, και από ειδωλολάτρη να τον κάνετε Ιουδαίο. Κι όταν γίνει, τον κάνετε παιδί της κολάσεως άξιο να ριχτεί σε αυτήν πολύ περισσότερο από ό,τι εσείς)»[Ματθ.23,15]. Δηλαδή «δεν δείχνετε κανένα ενδιαφέρον πλέον για αυτόν αμέσως μετά τον προσηλυτισμό του, που επιτεύχθηκε μετά από τόσους κόπους, αν και βέβαια δείχνουμε μεγαλύτερη φροντίδα για όσα πρόσφατα έχουν αποκτηθεί, εσάς όμως ούτε αυτό σας κάνει περισσότερο επιεικείς». Εδώ ο Κύριος για δύο πράγματα τους κατηγορεί. Πρώτον ότι είναι άχρηστοι ως προς σωτηρία των πολλών ανθρώπων, και ότι χρειάζονται πολύ ιδρώτα, ώστε να προσηλυτίσουν έστω και ένα. Δεύτερον επίσης, ότι δεν ενδιαφέρονται να διαφυλάξουν αυτόν που προσηλύτισαν, ή καλύτερα όχι μόνο είναι αδιάφοροι, αλλά και προδότες, διότι διαφθείρουν αυτόν εξαιτίας της πονηρής διαγωγής τους και τον κάνουν χειρότερο. Διότι όταν ο μαθητής δει τους διδασκάλους του να είναι τέτοιοι, γίνεται χειρότερος. Και δεν σταματά βέβαια στο μέγεθος της κακίας του διδασκάλου του, αλλά όταν μεν είναι ενάρετος, τον μιμείται, όταν όμως είναι φαύλος και τον ξεπερνά εξαιτίας της ευκολίας που υπάρχει προς το χειρότερο. Τον ονομάζει μάλιστα «υἱὸν γεέννης (:παιδί της κολάσεως)», δηλαδή καταστρέφεται κυριολεκτικά. Είπε μάλιστα «διπλότερον ὑμῶν (:κατά το διπλάσιο χειρότερο από εσάς)», ώστε και εκείνους να φοβίσει και αυτούς να ψέξει περισσότερο, διότι είναι διδάσκαλοι της πονηρίας. Και όχι μόνο αυτό, αλλά και διότι φροντίζουν να εναποθέσουν στους μαθητές τους περισσότερη κακία, παρασύροντάς τους σε πολύ μεγαλύτερη φαυλότητα από αυτή που έχουν αυτοί, πράγμα που κατεξοχήν είναι δείγμα ψυχής διεφθαρμένης.


Ακολούθως τους χλευάζει και για ανοησία, διότι δίδασκαν να περιφρονούν τις μεγαλύτερες εντολές. Και όμως προηγουμένως έλεγε το αντίθετο, ότι «τους επιβάλλουν φορτία βαρέα και δυσβάστακτα». Αλλά και όλα αυτά τα έκαναν, και όλα γενικώς τα έπρατταν για να διαφθείρουν τους διδασκομένους τους, ζητώντας να τηρούν με ακρίβεια τα ασήμαντα και να περιφρονούν τα μεγάλα. Διότι λέγει «Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι ἀποδεκατοῦτε τὸ ἡδύοσμον καὶ τὸ ἄνηθον καὶ τὸ κύμινον, καὶ ἀφήκατε τὰ βαρύτερα τοῦ νόμου, τὴν κρίσιν καὶ τὸν ἔλεον καὶ τὴν πίστιν· ταῦτα δὲ ἔδει ποιῆσαι κἀκεῖνα μὴ ἀφιέναι(:αλίμονό σας, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριτές, διότι δίνετε το ένα δέκατο και απ΄ το δυόσμο ακόμη και απ’ το άνηθο κι απ’ το κύμινο, και αφήσατε τα σπουδαιότερα του νόμου, δηλαδή τη δίκαιη κρίση και την ευσπλαχνία και την τιμιότητα που κάνει τον άνθρωπο αξιόπιστο· ενώ έπρεπε πρωτίστως τις τελευταίες αυτές αρετές να ασκείτε, χωρίς όμως να παραμελείτε κι εκείνα)»[Ματθ.23,23].


Εδώ λοιπόν πολύ εύλογα συνδέει αυτά με τα προηγούμενα, όπου γίνεται λόγος για το δέκατο της περιουσίας και για την ελεημοσύνη. Διότι τι βλάπτει το να δίδει κανείς ελεημοσύνη; Αλλά αυτό το έκαναν όχι για να τηρήσουν τους νόμους, διότι ούτε και αυτός λέγει αυτό το πράγμα. Για τον λόγο λοιπόν αυτόν λέγει μεν εδώ τις φράσεις: «ταῦτα δὲ ἔδει ποιῆσαι(:αυτά έπρεπε να κάνετε)», εκεί όμως που ομιλεί περί καθαρών και ακαθάρτων, δεν το κάνει ακόμα αυτό, αλλά κάνει διάκριση, και δείχνει ότι η εξωτερική καθαρότητα κατ΄ ανάγκη ακολουθεί την εσωτερική, ενώ το αντίθετο δεν συμβαίνει. Διότι όπου ομιλεί περί φιλανθρωπίας, παρατρέχει αυτήν με αδιαφορία, και για τον παραπάνω λόγο, και επειδή δεν είχε έρθει ακόμα καιρός να καταργήσει σαφώς και απερίφραστα τις διατάξεις του νόμου· όπου όμως εξετάζει τους σωματικούς καθαρμούς, με μεγαλύτερη σαφήνεια ανατρέπει τις διατάξεις. Για τον λόγο αυτόν λοιπόν σχετικά μεν με την ελεημοσύνη λέγει «ταῦτα δὲ ἔδει ποιῆσαι κἀκεῖνα μὴ ἀφιέναι(:έπρεπε πρωτίστως τις τελευταίες αυτές αρετές να ασκείτε, χωρίς όμως να παραμελείτε κι εκείνα)», σχετικά με τους καθαρισμούς όμως δε λέγει το ίδιο. Αλλά τι; «Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι καθαρίζετε(:Αλίμονό σας, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριτές, διότι καθαρίζετε)» λέγει, «τὸ ἔξωθεν τοῦ ποτηρίου καὶ τῆς παροψίδος, ἔσωθεν δὲ γέμουσιν ἐξ ἁρπαγῆς καὶ ἀδικίας(:την εξωτερική επιφάνεια του ποτηριού και της πιατέλας, μέσα όμως αυτά είναι γεμάτα από τροφές που προέρχονται από αρπαγή και αδικία) Φαρισαῖε τυφλέ, καθάρισον πρῶτον τὸ ἐντὸς τοῦ ποτηρίου καὶ τῆς παροψίδος, ἵνα γένηται καὶ τὸ ἐκτὸς αὐτῶν καθαρόν(:Φαρισαίε τυφλέ, καθάρισε πρώτα εκείνο που είναι μέσα στο ποτήρι και στην πιατέλα, φροντίζοντας να μην προέρχεται αυτό από αδικία και αρπαγή, για να γίνει και το απέξω του ποτηριού και της πιατέλας καθαρό. Διαφορετικά, όσο κι αν καθαρίζεις τα σκεύη αυτά, μένουν ακάθαρτα και μολυσμένα)»[Ματθ.23,25-26].Και έλαβε αυτό το παράδειγμα από την αδιάψευστη και φανερή πραγματικότητα, από το ποτήρι και το πιάτο.


Έπειτα αφού απέδειξε ότι καμία βλάβη δεν προέρχεται από το να περιφρονεί κανείς τους σωματικούς καθαρμούς, ενώ είναι μεγάλη η τιμωρία για εκείνους που δεν φροντίζουν για τον καθαρμό της ψυχής, πράγμα που συνιστά την αρετή, ονόμασε «κώνωπα» μεν αυτά, διότι είναι μικρά και ασήμαντα, «κάμηλον» δε εκείνα, διότι είναι αφόρητα. Για τον λόγο αυτόν και λέγει: «ὁδηγοὶ τυφλοί, οἱ διυλίζοντες τὸν κώνωπα, τὴν δὲ κάμηλον καταπίνοντες!(:Οδηγοί τυφλοί, που στραγγίζετε από το κρασί το κουνούπι ως ακάθαρτο σύμφωνα με τον νόμο, καταπίνετε όμως την καμήλα, που κι αυτή σύμφωνα με τον νόμο είναι ακάθαρτη. Δίνετε ολόκληρη την προσοχή σας μόνο στα μικρά, τη στιγμή που ταυτόχρονα και χωρίς τύψη κάνετε μεγάλα και πολλά αμαρτήματα)»[Ματθ.23,24]. Καθόσον και εκείνα έχουν νομοθετηθεί για αυτά, για την αγάπη και την δικαιοσύνη, και επομένως ούτε και τότε ωφελούσαν εάν κάποιος απλά και μόνο τα έπραττε. Διότι, όταν θεσπίστηκαν τα μικρά για τα μεγάλα και στη συνέχεια μεν τα μεγάλα περιφρονούνταν, ενώ μόνο τα μικρά εκτελούνταν, δεν προέκυπτε τότε κανένα επιπλέον όφελος από τα μικρά. Διότι τα μεν μεγάλα δεν ακολουθούσαν τα μικρά, ενώ τα μικρά οπωσδήποτε ακολουθούσαν τα μεγάλα, αυτά όμως τα λέγει για να δείξει ότι και προηγουμένως, πριν από τον ερχομό της χάριτος, αυτά δεν ήταν τα κύρια, ούτε και τα πάρα πολύ αξιόλογα, αλλά ήταν απλώς αναγκαία. Εάν δε πριν από την χάρη ίσχυαν τα παραγγέλματα αυτά, πολύ περισσότερο αυτά κατέστησαν ανώφελα όταν δόθηκαν τα υψηλά παραγγέλματα, και δεν χρειάζονταν καθόλου να επιζητούνται και να τηρούνται.


Πάντοτε λοιπόν η κακία είναι φοβερό πράγμα, προπάντων όμως όταν κανείς δεν παραδέχεται ότι έχει ανάγκη από διόρθωση. Και το ακόμα φοβερότερο είναι, όταν πιστεύει ότι μπορεί και να διορθώνει. Θέλοντας αυτό να δηλώσει ο Χριστός, τους ονομάζει τυφλούς οδηγούς, διότι εάν το να πιστεύει ο τυφλός ότι δεν έχει ανάγκη οδηγού, είναι η πιο φοβερή συμφορά και αθλιότητα, το να θέλει όμως και ο ίδιος ο τυφλός να οδηγήσει άλλους, αναλογίσου σε πόσο μεγαλύτερο βάραθρο οδηγεί αυτούς. Αυτά δεν τα λέγει υπαινισσόμενος με όλα αυτά την δοξομανία των Φαρισαίων και την πάρα πολύ μεγάλη λύσσα τους που πηγάζει από το πάθος τους αυτό· διότι αυτό έγινε σε αυτούς αίτιο όλων των κακών, το ότι τα έκαναν όλα για να επιδειχθούν. Αυτό τους απομάκρυνε και από την πίστη τους, και τους έκανε να παραμελούν την πραγματική αρετή, και τους έπειθε να ασχολούνται μόνο με σωματικούς καθαρμούς και να αδιαφορούν για την καθαριότητα της ψυχής τους. Για τον λόγο αυτόν τούς οδηγεί στην πραγματική αρετή, τους υπενθυμίζει τα καθάρσια της ψυχής, την αγάπη δηλαδή, την δικαιοσύνη και την πίστη. Διότι αυτά συγκρατούν την ζωή μας, αυτά καθαρίζουν την ψυχή μας, η δικαιοσύνη, η φιλανθρωπία και η αλήθεια. Και η μεν δικαιοσύνη μάς οδηγεί στη συγνώμη και δεν επιτρέπει να είμαστε υπερβολικά σκληροί και να μην συγχωρούμε αυτούς που αμαρτάνουν (έτσι λοιπόν έχουμε διπλό κέρδος, και φιλάνθρωποι γινόμαστε, και εξαιτίας αυτού και εμείς οι ίδιοι λαμβάνουμε πολλή φιλανθρωπία εκ μέρους του Θεού των όλων), και μας εξασκεί στο να συμπονούμε τους αδικημένους και να τους βοηθάμε. Η φιλανθρωπία πάλι δεν μας αφήνει να είμαστε απατεώνες και ύπουλοι.


Αλλά ούτε όταν λέγει: «ταῦτα δὲ ἔδει ποιῆσαι κἀκεῖνα μὴ ἀφιέναι(:ενώ έπρεπε πρωτίστως τις αρετές αυτές να ασκείτε χωρίς όμως να παραμελείτε κι εκείνα)», τα λέγει ως να εισάγει νομική παρατήρηση, μη γένοιτο, διότι αυτό το αποδείξαμε προηγουμένως. Ούτε όταν μίλησε περί του πιάτου και του ποτηριού, «καθάρισον πρῶτον τὸ ἐντὸς τοῦ ποτηρίου καὶ τῆς παροψίδος, ἵνα γένηται καὶ τὸ ἐκτὸς αὐτῶν καθαρόν(:καθάρισε πρώτα εκείνο που είναι μέσα στο ποτήρι και στην πιατέλα, φροντίζοντας να μην προέρχεται αυτό από αδικία και αρπαγή, για να γίνει και το απέξω του ποτηριού και της πιατέλας καθαρό)»[Ματθ.23,26], μας οδηγεί στην παλιά μικρολογία, αλλά αντιθέτως όλα τα κάνει για να αποδείξει ότι είναι περιττή. Διότι δεν είπε «και το εξωτερικό καθαρίστε» αλλά το «εσωτερικό», και οπωσδήποτε εκείνο θα το ακολουθήσει αυτό. Εκτός αυτού άλλωστε δεν ομιλεί περί πιάτου και ποτηριού, αλλά αναπτύσσει την περί ψυχής και σώματος διδασκαλία, ονομάζει ‘’εξωτερικό’’ μεν το σώμα, ‘’εσωτερικό’’ δε την ψυχή. Εάν δεν πρέπει να φροντίζεις για την καθαριότητα του εσωτερικού μέρους του πιάτου, πολύ περισσότερο πρέπει να το κάνεις αυτό για τον ίδιο σου τον εαυτό. «Εσείς όμως», λέγει, «κάνετε το αντίθετο, φυλάσσετε δηλαδή τα μικρά και εξωτερικά, παραμελείτε τα μεγάλα και εσωτερικά, και έτσι γίνεται πολύ μεγάλη η βλάβη, διότι νομίζοντας ότι διορθώσατε το παν, περιφρονείτε τα υπόλοιπα, περιφρονώντας δε αυτά, δεν φροντίζετε ούτε καταβάλετε καμία προσπάθεια να τα πράξετε αυτά».


Στη συνέχεια πάλι ψέγει αυτούς για την κενοδοξία, τους αποκαλεί ως «τάφους ασβεστωμένους», και στο τέλος τους ονομάζει «υποκριτές», πράγμα που είναι αιτία όλων των κακών και αιτία απώλειας σε αυτούς[Ματθ.23,27-28: «Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι παρομοιάζετε τάφοις κεκονιαμένοις, οἵτινες ἔξωθεν μὲν φαίνονται ὡραῖοι, ἔσωθεν δὲ γέμουσιν ὀστέων νεκρῶν καὶ πάσης ἀκαθαρσίας(:αλίμονό σας, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριτές, διότι μοιάζετε με τάφους ασβεστωμένους, οι οποίοι απ’ έξω βέβαια φαίνονται ωραίοι και κατάλευκοι, από μέσα όμως είναι γεμάτοι από κόκκαλα νεκρών και από κάθε λογής ακαθαρσία)»]. Δεν τους ονομάζει απλώς τάφους ασβεστωμένους, αλλά είπε ότι είναι γεμάτοι υποκρισία και παρανομία. Και αυτά φυσικά δεν τα λέγει μόνο ο Χριστός, αλλά και οι προφήτες συνεχώς για το ίδιο τους κατηγορούν, ότι δηλαδή αρπάζουν, ότι οι άρχοντες τους δεν δικάζουν σύμφωνα με τους νόμους του δικαίου και σε κάθε περίπτωση είναι δυνατόν να βρεις τις μεν θυσίας να περιφρονούνται, αυτά δε να επιδιώκονται. Ώστε τίποτε δεν είναι παράξενο, ούτε καινούργιο, ούτε η νομοθεσία, ούτε η κατηγορία, αλλά ούτε και αυτή η εικόνα του τάφου. Διότι μνημονεύει αυτή και ο προφήτης, ο οποίος δεν ονόμασε αυτούς απλά «τάφους», αλλά «τάφο ολάνοικτο τον λάρυγγά τους»[Ψαλμ.5,10: «ὅτι οὐκ ἔστιν ἐν τῷ στόματι αὐτῶν ἀλήθεια, ἡ καρδία αὐτῶν ματαία· τάφος ἀνεῳγμένος ὁ λάρυγξ αὐτῶν, ταῖς γλώσσαις αὐτῶν ἐδολιοῦσαν(:διότι στο στόμα των εχθρών μου δεν υπάρχει ποτέ η αλήθεια. Η καρδιά τους σκέπτεται και επιθυμεί πάντοτε μάταια και επιβλαβή. Ο λάρυγγάς τους είναι τάφος ανοικτός, από τον οποίο εξέρχονται δυσωδίες· και με τις ψευδολόγους γλώσσες τους, εκχύνουν φαρμακερές δολιότητες)»].


Τέτοιοι είναι και σήμερα πολλοί άνθρωποι, που στηρίζονται μεν εξωτερικά, εσωτερικά όμως είναι γεμάτοι παρανομία. Καθόσον και τώρα για μεν τους εξωτερικούς καθαρισμούς υπάρχει πολλή διάθεση και καταβάλλεται μεγάλη φροντίδα, για την ψυχή όμως, τίποτε από αυτά. Αλλά αν κάποιος ήθελε να ανοίξει την συνείδηση του καθενός, θα βρει πολλούς σκώληκες και πύο και απερίγραπτη δυσωδία, εννοώ επιθυμίες παράλογες και πονηρές, που είναι πιο ακάθαρτες από τους σκώληκες. «Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι οἰκοδομεῖτε τοὺς τάφους τῶν προφητῶν καὶ κοσμεῖτε τὰ μνημεῖα τῶν δικαίων(:αλίμονό σας, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριτές, διότι κτίζετε τους τάφους των προφητών και στολίζετε τα μνήματα των δικαίων) καὶ λέγετε· εἰ ἦμεν ἐν ταῖς ἡμέραις τῶν πατέρων ἡμῶν, οὐκ ἂν ἦμεν κοινωνοὶ αὐτῶν ἐν τῷ αἵματι τῶν προφητῶν(:και λέτε: ‘’εάν ζούσαμε εμείς στις ημέρες των πατέρων μας, δεν θα γινόμασταν συνεργοί και συνένοχοί τους στο φόνο των προφητών’’)ὥστε μαρτυρεῖτε ἑαυτοῖς ὅτι υἱοί ἐστε τῶν φονευσάντων τοὺς προφήτας(:Άρα λοιπόν εσείς οι ίδιοι ομολογείτε για τον εαυτό σας ότι είστε απόγονοι εκείνων που σκότωσαν τους προφήτες και έχετε κακή κληρονομικότητα, από την οποία όμως δεν φροντίσατε να απαλλαγείτε) καὶ ὑμεῖς πληρώσατε τὸ μέτρον τῶν πατέρων ὑμῶν(:συμπληρώστε λοιπόν κι εσείς εκείνα που λείπουν ακόμη απ’ όσα άρχισαν να κάνουν οι πρόγονοί σας, ώστε να φθάσετε στο ακρότατο όριο της κακίας)».


Δεν λέει ο Χριστός το «αλίμονο» εναντίον τους, διότι χτίζουν τους τάφους, ούτε επειδή κατηγορούν τους προγόνους τους που φόνευσαν τους προφήτες, αλλά διότι και με τον τρόπο αυτό και με όλα όσα λέγουν, προσποιούμενοι ότι κατηγορούν τους πατέρες τους, πράττουν χειρότερα. Το ότι λοιπόν ήταν προσποιητή η κατηγορία ενάντια στους πατέρες τους το λέγει ο ευαγγελιστής Λουκάς με τις λέξεις «καὶ συνευδοκεῖτε(:και επιδοκιμάζετε)» και «κοσμεῖτε(:και διακοσμείτε)», διότι λέγει: «οὐαὶ ὑμῖν, ὅτι οἰκοδομεῖτε τὰ μνημεῖα τῶν προφητῶν, οἱ δὲ πατέρες ὑμῶν ἀπέκτειναν αὐτούς. ἄρα μαρτυρεῖτε καὶ συνευδοκεῖτε τοῖς ἔργοις τῶν πατέρων ὑμῶν, ὅτι αὐτοὶ μὲν ἀπέκτειναν αὐτούς, ὑμεῖς δὲ οἰκοδομεῖτε αὐτῶν τὰ μνημεῖα(:Αλίμονό σας, διότι κτίζετε τα μνημεία των προφητών και φαίνεστε έτσι ότι το κάνετε αυτό από σεβασμό προς τους προφήτες. Έχετε όμως κι εσείς τις ίδιες διαθέσεις με τους προγόνους σας· διότι οι πατέρες σας και οι πρόγονοί σας όχι μόνο δεν έδειξαν κανένα σεβασμό σε αυτούς, αλλά και τους σκότωσαν. Άρα λοιπόν, αφού δεν αποκηρύττετε τους πατέρες σας και δεν συμμορφώνετε τη ζωή σας με τη διδασκαλία των προφητών, γίνεστε μάρτυρες κατηγορίας εναντίον των απεσταλμένων του Θεού και επιδοκιμάζετε και εγκρίνετε τα έργα των πατέρων σας. Διότι εκείνοι τους σκότωσαν, κι εσείς θάβετε τους σκοτωμένους και τους κτίζετε τα μνημεία, συμπληρώνοντας έτσι το έργο των πατέρων σας)»[Λουκά 11, 47-48].


Εδώ λοιπόν κατηγορεί την διάθεσή τους, με την οποία έχτιζαν, διότι δεν έχτιζαν αυτούς τους τάφους προς τιμήν των προφητών που σφαγιάστηκαν από τους πατέρες τους, αλλά με σκοπό να διαπομπεύσουν τις σφαγές, και φοβούμενοι μήπως με το πέρασμα του χρόνου εξαφανιστούν οι τάφοι, και μειωθεί ο έλεγχος και η ανάμνηση της τόσο μεγάλης τόλμης τους, έτσι έχτιζαν τους τάφους, χτίζοντας λαμπρές οικοδομές ως κάποιο τρόπαιο, και έτσι καυχιόντουσαν με τα τολμήματα εκείνων και επιδεικνύονταν. «Διότι αυτά που τολμάτε τώρα δείχνουν ότι και αυτά τα κάνατε με τον ίδιο σκοπό». «Διότι και αν ακόμα», λέγει ο Κύριος, «ισχυρίζεστε το αντίθετο, ότι τάχα τους κατηγορείτε, όπως ότι ‘’δεν θα συμμετείχαμε στα έργα εκείνων εάν ζούσαμε στις ημέρες εκείνες’’, αλλά όμως είναι ολοφάνερη η διάθεση με την οποία τα λέτε αυτά». Γι΄ αυτό και αποκαλύπτει αυτήν με αινιγματικό μεν τρόπο, οπωσδήποτε όμως την λέγει. Διότι αφού είπε «ὥστε μαρτυρεῖτε ἑαυτοῖς ὅτι υἱοί ἐστε τῶν φονευσάντων τοὺς προφήτας(:άρα λοιπόν εσείς οι ίδιοι ομολογείτε για τον εαυτό σας ότι είστε απόγονοι εκείνων που σκότωσαν τους προφήτες και έχετε κακή κληρονομικότητα, από την οποία όμως δεν φροντίσατε να απαλλαγείτε)», πρόσθεσε:«καὶ ὑμεῖς πληρώσατε τὸ μέτρον τῶν πατέρων ὑμῶν(:συμπληρώστε λοιπόν και εσείς εκείνα που λείπουν ακόμη απ’ όσα άρχισαν να κάνουν οι πρόγονοί σας, ώστε να φτάσετε στο ακρότατο όριο της κακίας)»[Ματθ.23,32].


Και ποια κατηγορία υπάρχει για τον υιό ενός φονιά, εάν δεν συμμετέχει στην διάθεση του πατέρα του; Καμία. Επομένως είναι φανερό ότι για αυτό τους κατηγορεί, υπαινισσόμενος την συγγένειά τους με αυτούς ως προς την κακία. Και αυτό το φανερώνει και το εξής καθότι πρόσθεσε: «ὄφεις, γεννήματα ἐχιδνῶν!(:φίδια,παιδιά γεννημένα από οχιές, γεμάτα κακία και θανατηφόρο δηλητήριο, το οποίο κληρονομήσατε κι απ’ τους προγόνους σας)». Διότι «όπως τα φίδια μοιάζουν με τους γονείς τους ως προς την πικρότητα του δηλητηρίου τους, έτσι και εσείς μοιάζετε προς τους πατέρες σας ως προς την φονική διάθεση». Στη συνέχεια επειδή εξετάζει την διάθεση που δεν είναι φανερή σε πολλούς, διατυπώνει τους λόγους Του από τα έργα τους που πρόκειται να τολμήσουν και που θα γίνουν γνωστά σε όλους. Διότι επειδή είπε «Ώστε εσείς οι ίδιοι επιβεβαιώνετε ότι είστε υιοί εκείνων που φόνευσαν τους προφήτες», δηλώνοντας ότι εννοεί και την συγγένειά τους ως προς την πονηριά και ότι ήταν πλασματικοί και υποκριτικοί οι λόγοι τους «εἰ ἦμεν ἐν ταῖς ἡμέραις τῶν πατέρων ἡμῶν, οὐκ ἂν ἦμεν κοινωνοὶ αὐτῶν ἐν τῷ αἵματι τῶν προφητῶν», πρόσθεσε «καὶ ὑμεῖς πληρώσατε τὸ μέτρον τῶν πατέρων ὑμῶν», δεν προστάζει, αλλά προλέγει αυτό που θα γίνει, δηλαδή την σφαγή του εαυτού Του επάνω στον Σταυρό. Γι΄ αυτό λοιπόν, αφού συνέχισε τον έλεγχο και απέδειξε πως ήταν πρόφαση αυτά που έλεγαν δικαιολογώντας τους εαυτούς τους, όπως ότι «δεν θα συμμετέχουμε στα έργα αυτών» (διότι αυτοί που δεν απέχουν από τον φόνο του ίδιου του Κυρίου, πώς θα απέχουν από το φόνο των δούλων Του;) κάνει αυστηρότερο τον λόγο Του στη συνέχεια, τους ονομάζει «φίδια και γεννήματα εχιδνών» και συμπληρώνει: «πῶς φύγητε ἀπὸ τῆς κρίσεως τῆς γεέννης;(:πώς είναι δυνατόν να ξεφύγετε απ΄ την καταδίκη που θα σας ρίξει στην κόλαση;)».


Στη συνέχεια και με άλλο τρόπο τους ελέγχει, αυξάνοντας την κατηγορία Του και λέγει: «διὰ τοῦτο ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω πρὸς ὑμᾶς προφήτας καὶ σοφοὺς καὶ γραμματεῖς, καὶ ἐξ αὐτῶν ἀποκτενεῖτε καὶ σταυρώσετε, καὶ ἐξ αὐτῶν μαστιγώσετε ἐν ταῖς συναγωγαῖς ὑμῶν καὶ διώξετε ἀπὸ πόλεως εἰς πόλιν(:γι’ αυτό, να, εγώ κάνω την τελευταία προσπάθεια να σας σώσω και σας αποστέλλω προφήτες και σοφούς και γραμματείς, τους αποστόλους μου δηλαδή και τους διαδόχους τους, που θα είναι φωτισμένοι και σοφισμένοι από το Άγιο Πνεύμα και τη διδασκαλία μου. Και άλλους απ’ αυτούς θα σκοτώσετε και θα σταυρώσετε˙ και άλλους θα μαστιγώσετε στις συναγωγές σας και θα τους διώξετε απ’ τη μία πόλη στην άλλη)»[Ματθ.23,34]. Για να μην λέγουν λοιπόν ότι «μολονότι σταυρώσαμε τον Κύριο, όμως δεν θα συμμετείχαμε και στο φόνο των δούλων Του, εάν ζούσαμε τότε, ιδού», λέγει, «και δούλους θα σας αποστείλω, προφήτες και αυτούς, και ούτε αυτούς θα λυπηθείτε». Και αυτά τα λέει για να δείξει ότι δεν είναι καθόλου παράξενο το να σφαγεί από τους υιούς εκείνων που είναι φονικοί και ύπουλοι και έχουν πολύ δόλο και ξεπερνούν τους πατέρες τους σε αυτά τα τολμήματα. Εκτός λοιπόν και από αυτά που ειπώθηκαν, αποδεικνύει ότι είναι και πολύ κενόδοξοι. Καθόσον όταν λέγουν «Εάν ζούσαμε κατά τις ημέρες των πατέρων μας, δεν θα συμμετείχαμε στα έργα αυτών», τα λέγουν από κενοδοξία, δείχνοντας την ευσέβειά τους μόνο με λόγια, ενώ με τα έργα τους πράττουν τα αντίθετα.


«Φίδια και γεννήματα εχιδνών», δηλαδή, «πονηρά παιδιά πονηρών και πονηρότεροι από αυτούς που σας γέννησαν»· διότι τους αποδεικνύει ότι διαπράττουν μεγαλύτερα εγκλήματα και ότι επιχείρησαν τα ίδια με εκείνους, αλλά και πολύ χειρότερα από εκείνους και αυτά τα ελέγχουν με αυστηρότητα σαν να μην περιέπεσαν ποτέ στα ίδια. Διότι αυτοί προσθέτουν και στα εγκλήματά τους και το τελευταίο από όλα, το αποκορύφωμα των κακών: καθόσον εκείνοι μεν φόνευσαν τους δούλους που ήλθαν στον αμπελώνα, ενώ αυτοί φόνευσαν και τον ίδιο τον Υιό και αυτούς που τους προσκάλεσαν στο γάμο. Αυτά επίσης τα λέγει, αποχωρίζοντας αυτούς από την συγγένεια του Αβραάμ και αποδεικνύει ότι δεν ωφελούνται σε τίποτε από την συγγένειά τους αυτή, εάν δεν μιμηθούν τα έργα εκείνου. Για τον λόγο αυτόν και προσθέτει: «πῶς φύγητε ἀπὸ τῆς κρίσεως τῆς γεέννης;(:πώς είναι δυνατόν να ξεφύγετε απ΄ την καταδίκη που θα σας ρίξει στην κόλαση;)».Εδώ επίσης τους υπενθυμίζει και την κατηγορία του Ιωάννη του Βαπτιστή εναντίον τους, καθόσον και εκείνος έτσι τους ονόμασε, καθώς επίσης τους υπενθύμισε και τη μέλλουσα κρίση.


Έπειτα, επειδή δεν τους φόβιζε καθόλου η μέλλουσα κρίση και η γέενα εξαιτίας του ότι δεν πίστευαν και δεν έδιναν σημασία στο πράγμα, τους συγκρατεί από γεγονότα του παρόντος και λέγει: «Διὰ τοῦτο ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω πρὸς ὑμᾶς προφήτας καὶ σοφοὺς καὶ γραμματεῖς, καὶ ἐξ αὐτῶν ἀποκτενεῖτε καὶ σταυρώσετε, καὶ ἐξ αὐτῶν μαστιγώσετε ἐν ταῖς συναγωγαῖς ὑμῶν καὶ διώξετε ἀπὸ πόλεως εἰς πόλιν(:γι’ αυτό, να, εγώ κάνω την τελευταία προσπάθεια να σας σώσω και σας αποστέλλω προφήτες και σοφούς και γραμματείς, τους αποστόλους μου δηλαδή και τους διαδόχους τους, που θα είναι φωτισμένοι και σοφισμένοι από το Άγιο Πνεύμα και τη διδασκαλία μου. Και άλλους απ’ αυτούς θα σκοτώσετε και θα σταυρώσετε˙ και άλλους θα μαστιγώσετε στις συναγωγές σας και θα τους διώξετε απ’ τη μία πόλη στην άλλη) ὅπως ἔλθῃ ἐφ᾿ ὑμᾶς πᾶν αἷμα δίκαιον ἐκχυνόμενον ἐπὶ τῆς γῆς ἀπὸ τοῦ αἵματος Ἄβελ τοῦ δικαίου ἕως τοῦ αἵματος Ζαχαρίου υἱοῦ Βαραχίου, ὃν ἐφονεύσατε μεταξὺ τοῦ ναοῦ καὶ τοῦ θυσιαστηρίου(:για να πέσει επάνω σας η ευθύνη και η καταδίκη για κάθε δίκαιο αίμα που χύθηκε άδικα στη γη, από το αίμα του δικαίου Άβελ έως το αίμα του Ζαχαρία του γιου του Βαραχία, που τον σκοτώσατε ανάμεσα στον ναό και το θυσιαστήριο, κι έτσι γίνατε ένοχοι όχι μόνο του εγκλήματος του φόνου, αλλά και της ασεβούς βεβηλώσεως του ναού, τον οποίο βάψατε με αίμα ανθρώπου δικαίου)»[Ματθ.23,35].


Βλέπεις με πόσους τρόπους τους προφύλαξε; Είπε ότι «κατηγορείτε τους πατέρες σας με όσα λέγετε ότι δεν θα συμμετείχατε στα έργα τους», και αυτό δεν ήταν μικρό για να τους αποτρέψει. Είπε ότι «μολονότι κατηγορείτε εκείνους, εσείς όμως πράττετε χειρότερα»· και αυτό ήταν ικανό να τους κάνει να ντραπούν. Είπε ότι «δεν θα μείνουν αυτά ατιμώρητα», και με τους λόγους Του αυτούς εμβάλλει σε αυτούς φόβο απερίγραπτο, τους υπενθύμισε δηλαδή το πυρ της γεένης. Στη συνέχεια επειδή εκείνη θα συνέβαινε στο μέλλον, τους παρουσίασε τα δεινά που θα συμβούν στην παρούσα ζωή, διότι λέει: «ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἥξει ταῦτα πάντα ἐπὶ τὴν γενεὰν ταύτην(:αλήθεια σας λέω ότι όλα αυτά τα δεινά θα πέσουν πάνω στη γενιά αυτή)». Πρόσθεσε επίσης υπερβολική σφοδρότητα στην τιμωρία, λέγοντας ότι θα πάθουν χειρότερα από όλους και όμως με κανένα από αυτά δεν έγιναν καλύτεροι. Εάν πάλι ρωτούσε ίσως κάποιος: «και γιατί τέλος πάντων υποφέρουν χειρότερα από όλους;», θα μπορούσαμε να του απαντήσουμε ότι υποφέρουν περισσότερο από όλους επειδή διέπραξαν χειρότερα από όλους και δεν σωφρονίστηκαν με κανένα από όσα έγιναν. Ή δεν άκουσες τον Λάμεχ που λέγει «ὅτι ἑπτάκις ἐκδεδίκηται ἐκ Κάϊν, ἐκ δὲ Λάμεχ ἑβδομηκοντάκις ἑπτά(:εφτά φορές έχει τιμωρηθεί ο Κάιν για τον φόνο του αδελφού του, ενώ εγώ ο Λάμεχ εβδομήντα εφτά φορές)»[Γέν.4,24], δηλαδή «εγώ είμαι άξιος περισσότερων τιμωριών παρά ο Κάιν». Γιατί τέλος πάντων; Όχι βέβαια επειδή φόνευσε και αυτός τον αδελφό του, αλλά γιατί δεν σωφρονίστηκε με το παράδειγμα εκείνου και διέπραξε και αυτός φόνο κάποιου άλλου ανθρώπου.


Αυτό σημαίνουν τα λόγια του Θεού που λέγει στην άλλη περίπτωση: «ἐγὼ γάρ εἰμι Κύριος ὁ Θεός σου, Θεὸς ζηλωτής, ἀποδιδοὺς ἁμαρτίας πατέρων ἐπὶ τέκνα, ἕως τρίτης καὶ τετάρτης γενεᾶς τοῖς μισοῦσί με(:Εγώ είμαι Κύριος ο Θεός σου, Θεός ζηλωτής, ο οποίος επιβάλλει τιμωρίες στα τέκνα εξαιτίας των αμαρτημάτων που διέπραξαν οι πατέρες τους, μέχρι την τρίτη και τέταρτη γενιά εκείνων που με μισούν)»[Έξ.20,5]. Δεν σημαίνει αυτό ότι τιμωρούνται άλλοι για τα εγκλήματα που έπραξαν άλλοι, αλλά ότι μολονότι υπάρχουν τόσα πολλά παραδείγματα άλλων που αμάρτησαν και τιμωρήθηκαν, παρά ταύτα δεν έγιναν καλύτεροι, αλλά διέπραξαν τα ίδια πλημμελήματα και ήταν δίκαιο να υποστούν τις ίδιες τιμωρίες με εκείνους. Σκέψου επίσης και πως στην κατάλληλη στιγμή υπενθύμισε και τον Άβελ, δείχνοντας ότι και αυτός ο φόνος ήταν αποτέλεσμα φθόνου. «Τι θα μπορούσατε λοιπόν να πείτε; Μήπως δεν γνωρίζετε τι έπαθε ο Κάιν; Μήπως ο Θεός έδειξε αδιαφορία σε όσα συνέβησαν; Μήπως δεν επέβαλε την πιο τρομερή τιμωρία; Μήπως δεν ακούσατε όσα έπαθαν οι πατέρες σας, που φόνευσαν τους προφήτες; Δεν παρεδόθησαν σε άπειρες κολάσεις και τιμωρίες; Πώς λοιπόν δεν γίνατε καλύτεροι; Και γιατί αναφέρω τις τιμωρίες των πατέρων σας και όλα όσα έπαθαν; Εσύ ο ίδιος που καταδικάζεις τους πατέρες σου γιατί πράττεις χειρότερα; Καθόσον και εσείς οι ίδιοι εκφράσατε την γνώμη ότι ο Θεός «θα τιμωρήσει πολύ αυστηρά τους κακούς»[Ματθ.21,41: «λέγουσιν αὐτῷ· κακοὺς κακῶς ἀπολέσει αὐτούς(:Του απαντούν: ‘’Θα εξολοθρεύσει με τον χειρότερο θάνατο αυτούς που είναι τόσο κακοί’’)»]. Ποια λοιπόν συγχώρεση θα λάβετε, αφού διαπράττετε τέτοια έργα μετά από τέτοια γνώμη σας;»


Αλλά ποιος είναι αυτός ο Ζαχαρίας που αναφέρει εδώ ο Κύριος; Άλλοι μεν λένε ότι είναι ο πατέρας του Ιωάννη(δηλαδή του Προδρόμου), άλλοι πάλι ότι είναι ο προφήτης, και άλλοι ότι είναι κάποιος άλλος με το ίδιο όνομα ιερέας, τον οποίο η Γραφή ονομάζει και Ιωδάε. Εσύ όμως να σκέφτεσαι εκείνο, ότι ήταν διπλό το διαπραχθέν έγκλημα· διότι δεν φόνευαν μόνο αγίους, αλλά και σε άγιο τόπο. Και λέγοντας αυτό δεν φοβίζει μόνο εκείνους, αλλά παρηγορεί και τους μαθητές Του, δείχνοντας ότι και οι πριν από αυτούς δίκαιοι τα ίδια έπαθαν. Τους Φαρισαίους επίσης τους φοβίζει προλέγοντας, ότι, όπως ακριβώς και εκείνοι τιμωρήθηκαν, έτσι και αυτοί θα υποστούν τις πιο φοβερές τιμωρίες. Γι΄ αυτό ονομάζει τους μαθητές Του και προφήτες και σοφούς και γραμματείς και αφαιρεί από τους Φαρισαίους κάθε δικαιολογία. «Διότι», λέγει, «δεν μπορείτε να πείτε ότι ‘’μας απέστειλες ειδωλολάτρες ως διδασκάλους και γι΄ αυτό σκανδαλισθήκαμε’’, αλλά αυτό συνέβη επειδή ήταν φονιάδες και διψούσαν για αίμα, ακόμα και των ίδιων των Αποστόλων που ήταν Ιουδαίοι και όχι εθνικοί».


Και γι’ αυτό και προείπε ότι «γι’ αυτό θα αποστείλω προφήτες και γραμματείς». Για αυτό και όλοι οι προφήτες τούς κατηγορούν λέγοντας «αἵματα ἀφ᾿ αἵμασι μίσγουσι(:αναμιγνύουν συνεχώς αίματα με αίματα)»[Ωσ. 4,2] και ότι είναι άνδρες που τους αρέσουν τα αίματα. Γι΄ αυτό και ο Θεός διέταξε το αίμα να προσφέρεται σε Αυτόν, δείχνοντας ότι, εάν αυτό αξίζει να γίνεται για τα άλογα ζώα, πολύ περισσότερο από τον άνθρωπο, πράγμα που λέγει και στον Νώε: «ὁ ἐκχέων αἷμα ἀνθρώπου, ἀντὶ τοῦ αἵματος αὐτοῦ ἐκχυθήσεται, ὅτι ἐν εἰκόνι Θεοῦ ἐποίησα τὸν ἄνθρωπον(:Εκείνος δηλαδή ο οποίος χύνει αίμα ανθρώπου, για τιμωρία του για το αίμα που χύθηκε από τον ίδιο, θα φονευτεί και θα χυθεί έτσι και το δικό του αίμα, διότι εγώ ο Θεός δημιούργησα κατ' εικόνα δική μου τον άνθρωπο και κανείς δεν έχει το δικαίωμα να του αφαιρέσει την ζωή)»[Γέν. 9,6] και άλλα παρόμοια άπειρα στον αριθμό είναι δυνατό να βρούμε, που παραγγέλλουν σε αυτούς να μην φονεύουν, και γι΄ αυτό και τους διέταξε ούτε και κρέας πνιγμένου ζώου να μην τρώνε.


Ω της φιλανθρωπίας του Θεού, διότι παρά το ότι προγνώριζε ότι δεν θα είχε κανένα κέρδος ο οποιοσδήποτε κακοπροαίρετος άνθρωπος από τις προσπάθειες του Θεού να βοηθήσει εγκαίρως και να τον σώσει, όμως έκανε ό,τι εξαρτιόταν από Αυτόν. Διότι, λέγει: «αποστέλλω τους προφήτες, τους σοφούς και τους διδασκάλους, αν και γνωρίζω ότι θα σφαγούν». Ώστε και αυτό γίνεται φανερό ότι ασυλλόγιστα έλεγαν: «Δεν θα συμμετάσχουμε στα έργα των πατέρων μας»· καθόσον και αυτοί φόνευσαν προφήτες στις συναγωγές και ούτε τον ιερό χώρο δεν σεβάστηκαν, ούτε το αξίωμα των προσώπων. Διότι δεν φόνευσαν τυχαίους ανθρώπους, αλλά προφήτες και σοφούς ώστε να μην μπορούν να κατηγορούν αυτούς. Και «προφήτες» ονομάζει τους αποστόλους και τους μετέπειτα μαθητές, καθόσον πολλοί από αυτούς προφήτευαν. Έπειτα, επειδή ήθελε να αυξήσει τον φόβο τους, λέγει: «Αλήθεια σας λέγω όλα αυτά θα συμβούν στην γενεά αυτή», δηλαδή «θα τα ρίξω όλα στα κεφάλια σας και θα είναι πολύ μεγάλη η τιμωρία που θα επιβάλλω». Διότι αυτός που γνώρισε πολλούς που αμάρτησαν και δεν σωφρονίστηκαν, αλλά και ο ίδιος πάλι έπεσε στα ίδια αμαρτήματα, και όχι σε αυτά μόνο, αλλά σε πολύ φοβερότερα, δίκαιο θα ήταν να υποστεί πολύ πιο φοβερή τιμωρία. Διότι όπως εάν ήθελε θα είχε μεγάλα κέρδη, εάν θα γινόταν καλύτερος με τα παραδείγματα των άλλων, έτσι επειδή ο άνθρωπος αυτός έμεινε αδιόρθωτος, είναι υπεύθυνος μεγαλύτερης τιμωρίας, διότι αν και απήλαυσε περισσότερες νουθεσίες σε εκείνους που παλαιότερα αμάρτησαν και τιμωρήθηκαν, αυτός δεν ωφελήθηκε σε τίποτε.


Ακολούθως στρέφει τον λόγο στην πόλη, θέλοντας με αυτό να διδάξει τους ακροατές Του και λέγει «Ιερουσαλήμ, Ιερουσαλήμ». Τι χρειάζεται η διπλή εκφώνηση; Αυτός είναι ο τρόπος έκφρασης Αυτού που ελεεί και ταλανίζει την πόλη και αγαπά υπερβολικά αυτήν. διότι σαν ακριβώς μια ερωμένη, που αγαπήθηκε μεν σε μεγάλο βαθμό από τον εραστή της, αλλά όμως καταφρόνησε αυτόν και γι’ αυτό πρόκειται να τιμωρηθεί, απολογείται πλέον διότι πρόκειται να την τιμωρήσει, πράγμα που το κάνει και δια των προφητών λέγοντας: «καὶ εἶπα μετὰ τὸ πορνεῦσαι αὐτὴν ταῦτα πάντα· πρός με ἀνάστρεψον, καὶ οὐκ ἀνέστρεψε(:παρ' όλα αυτά Εγώ, έπειτα από την ειδωλολατρία τους και την εκτροπή τους στην πορνεία, είπα προς αυτούς: ‘’Επιστρέψτε εν μετανοία προς Εμένα’’· και δεν επέστρεψαν)»[Ιερ.3,7]. Έπειτα αφού ανέφερε το όνομα της πόλης, ανέφερε και τους μιαρούς φόνους που οι κάτοικοί της είχαν διαπράξει: «Ἱερουσαλὴμ Ἱερουσαλήμ, ἡ ἀποκτέννουσα τοὺς προφήτας καὶ λιθοβολοῦσα τοὺς ἀπεσταλμένους πρὸς αὐτήν! ποσάκις ἠθέλησα ἐπισυναγαγεῖν τὰ τέκνα σου ὃν τρόπον ἐπισυνάγει ὄρνις τὰ νοσσία ἑαυτῆς ὑπὸ τὰς πτέρυγας, καὶ οὐκ ἠθελήσατε(:Ιερουσαλήμ, Ιερουσαλήμ, δυστυχισμένη και ταλαίπωρη πόλη, εσύ που σκοτώνεις τους προφήτες και λιθοβολείς εκείνους που σου απέστειλε ο Θεός!


Πόσες φορές θέλησα να μαζέψω τα παιδιά σου με μια στοργή σαν εκείνη που έχει η όρνιθα όταν περιμαζεύει τα πουλιά της κάτω από τα φτερά της˙ και δεν θελήσατε)»[Ματθ.23,37] και με τον τρόπο αυτό απολογείται για τους δικούς Του, ότι δηλαδή «ούτε με αυτές τις ενέργειες σου με έκανες να φύγω από κοντά σου, ούτε στερήθηκες την πολλή εύνοια μου προς εσένα, αλλά θέλησα και έτσι, και όχι μια και δύο, αλλά πολλές φορές, να σε οδηγήσω κοντά μου». Διότι λέγει «Πόσες φόρες θέλησα να συγκεντρώσω τα παιδιά σου, όπως ακριβώς η όρνιθα τα πουλάκια της και δεν το θελήσατε;». Και αυτό το λέγει για να δείξει ότι πάντοτε απομάκρυναν τους εαυτούς τους από κοντά Του με τα αμαρτήματά τους. Και την φιλοστοργία Του με την εικόνα αυτή τη δείχνει, καθόσον αυτό το πτηνό δείχνει πολλή στοργή προς τα παιδιά του. Και παντού και στους προφήτες συναντάται αυτή η εικόνα των πτερύγων, και στην ωδή του Μωυσή και στους Ψαλμούς, η οποία εικόνα δείχνει την μεγάλη προστασία και πρόνοια του Θεού. Αλλά, λέγει, «δεν θελήσατε». «Ἰδοὺ ἀφίεται ὑμῖν ὁ οἶκος ὑμῶν ἔρημος(:ιδού, εγκαταλείπεται η πόλη σας και ο ναός σας έρημος και απροστάτευτος από τον Θεό. Αυτή θα είναι η τιμωρία σας και η καταστροφή σας)», γυμνή από την βοήθειά Μου. Άρα, Αυτός ήταν που βάδιζε μπροστά από αυτούς και τους συγκρατούσε και τους προστάτευε, άρα Αυτός είναι που τιμωρεί αυτούς πάντοτε.


Και προβάλλει τιμωρία την οποία πάντοτε φοβούνται υπερβολικά, διότι αυτή η τιμωρία φανερώνει ολόκληρη την ανατροπή της όλης ζωής τους. «Λέγω γὰρ ὑμῖν, οὐ μή με ἴδητε ἀπ᾿ ἄρτι ἕως ἂν εἴπητε, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου(:διότι σας λέω ότι δεν θα με δείτε πια από τώρα, μέχρι να συνέλθετε και να πιστέψετε. Και τότε, αφού συγκαταριθμείτε στα μέλη της Εκκλησίας μου, θα πείτε για μένα: ‘’Ευλογημένος είναι Αυτός που έρχεται στο όνομα του Κυρίου, ως αντιπρόσωπός Του και απεσταλμένος Του’’)»[Ματθ.23,39]. Και αυτός είναι λόγος εραστή που τους αγαπά υπερβολικά, και τους αποσπά σε υπερβολικό βαθμό και από τις μελλοντικές τιμωρίες, και δεν τους κάνει να νιώσουν ντροπή μόνο για όσα συνέβησαν στο παρελθόν, αλλά και για όσα πρόκειται να βιώσουν στο μέλλον, διότι εδώ εννοεί την μέλλουσα ημέρα της δευτέρας παρουσίας Του. Τι λοιπόν; Δεν Τον είδατε Αυτόν από τότε; Αλλά λέγων «ἀπ᾿ ἄρτι», δεν εννοεί την ώρα εκείνη, αλλά την ώρα που μεσολάβησε μέχρι τον σταυρικό θάνατο Του. Διότι επειδή αυτοί πάντοτε την κατηγορία αυτή προέβαλαν, το ότι είναι κάποιος αντίθετος και εχθρός του Θεού, και τώρα από αυτό τους προτρέπει να Τον αγαπούν, από το ότι είναι σύμφωνος με τον Πατέρα, και δείχνει ότι Αυτός ομιλεί δια των προφητών. Γι΄ αυτό χρησιμοποιεί τα ίδια λόγια που χρησιμοποιεί και ο προφήτης[Ψαλμ.117,26: «εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου»]. Με αυτά τα λόγια δε υπαινίχθηκε και την Ανάσταση και την Δευτέρα παρουσία και δήλωσε σε πάρα πολλούς άπιστους ότι τότε οπωσδήποτε θα Τον προσκυνήσουν.


Και πώς το δήλωσε αυτό; Με το ότι προείπε πολλά που θα συμβούν: ότι δηλαδή θα αποστείλει προφήτες, ότι θα τους φονεύσουν, και ότι θα τους φονεύσουν μέσα στις συναγωγές, ότι θα πάθουν τα πιο φοβερά πράγματα, ότι θα ερημωθεί ο οίκος τους, ότι θα υποστούν τα χειρότερα από όλους και τέτοια που ουδέποτε έπαθαν. Όλα αυτά λοιπόν ήταν ικανά να αποδείξουν και στους πάρα πολύ ανόητους και φιλόνικους και εκείνα που θα συμβούν κατά την δευτέρα παρουσία Του. Θα τους ρωτήσουμε λοιπόν: Απέστειλε προφήτες και σοφούς; Τους φόνευσαν μέσα στις συναγωγές. Ερημώθηκε ο οίκος τους; Συνέβησαν όλες εκείνες οι τιμωρίες κατά την γενεά εκείνη; Είναι φανερό ότι συνέβησαν και ότι κανείς δεν θα φέρει αντίρρηση[:το 70μ.Χ. η Ιερουσαλήμ καταστράφηκε ολοσχερώς από τους Ρωμαίους]. Όπως λοιπόν συνέβησαν όλα αυτά, έτσι θα συμβούν και εκείνα και οπωσδήποτε θα υποκύψουν τότε και αυτοί. Αλλά όμως από την υποταγή τους αυτή δεν θα έχουν κανένα όφελος προς απολογία, όπως ακριβώς βέβαια δεν θα υπάρξει όφελος ούτε για αυτούς που θα μετανοούν τότε για την ζωή τους.


Για τον λόγο αυτόν, όσο είναι καιρός, ας πράττουμε καλά έργα. Διότι όπως ακριβώς εκείνοι δεν ωφελούνται σε τίποτα πλέον από το να Τον γνωρίσουν τότε, έτσι ούτε και εμείς οι ίδιοι, εάν μετανοήσουμε τότε, δηλαδή μετά τον θάνατό μας, για την πονηριά μας. Διότι ούτε στον κυβερνήτη του πλοίου δεν μένει τίποτα πλέον, όταν η θάλασσα καταβυθίσει το πλοίο του εξαιτίας της οκνηρίας του, ούτε στον γιατρό, όταν πεθάνει ο ασθενής, αλλά καθένας από αυτούς θα πρέπει πριν από το τέλος να σκέφτεται τα πάντα και να ενεργεί καταλλήλως, ώστε να μην περιπέσει σε κανένα κίνδυνο και σε καμία ντροπή· μετά την καταστροφή όλα αυτά θα είναι ανώφελα. Και εμείς λοιπόν, όσο χρόνο είμαστε ασθενείς, τότε και γιατρούς προσκαλούμε και χρήματα ξοδεύουμε και φροντίδα διαρκή καταβάλλουμε, ώστε αφού θεραπευτούμε από την ασθένειά μας να φύγουμε υγιείς από εδώ. Και όση φροντίδα καταβάλλουμε για τους δούλους μας, όταν αρρωσταίνουν τα σώματά τους, τόση φροντίδα ας δείξουμε και για τους ίδιους τους εαυτούς μας, όταν ασθενεί η ψυχή μας. Και μολονότι βέβαια εμείς βρισκόμαστε πλησιέστερα στους εαυτούς μας, πάρα από τους υπηρέτες μας, και οι ψυχές μας είναι αναγκαιότερες από τα σώματα εκείνων, αλλά ευχάριστο θα είναι να δείξουμε έστω και ίση τουλάχιστον φροντίδα. Διότι αν δεν κάνουμε τώρα αυτό, όταν φύγουμε πλέον από αυτή την ζωή, δεν είναι δυνατόν να βρούμε κανένα λόγο για να δικαιολογηθούμε.


«Και ποιος είναι τόσο άθλιος», θα πει κάποιος, «ώστε να μην δείχνει ούτε τόση τουλάχιστον φροντίδα;». Πράγματι αυτό είναι το αξιοθαύμαστο, ότι δείχνουμε τόση περιφρόνηση στον εαυτό μας, ώστε να περιφρονούμε τους εαυτούς μας περισσότερο και από τους υπηρέτες μας. Διότι όταν οι υπηρέτες μας πάσχουν από πυρετό, και γιατρούς καλούμε και το σπίτι κλείνουμε και και είμαστε υποχρεωμένοι να υπακούμε στους νόμους της ιατρικής τέχνης, και όταν εκείνοι δεν φροντίζουν και γινόμαστε αυστηροί προς αυτούς και τοποθετούμε κοντά τους φύλακες, που δεν τους επιτρέπουν να κάνουν αυτό που θέλουν αυτοί. Και αν πουν αυτοί που τους φροντίζουν, ότι χρειάζεται να κατασκευασθούν φάρμακα μεγάλης αξίας, το κάνουμε και οποιαδήποτε εντολή δώσουν, την εκτελούμε και πληρώνουμε σε αυτούς μισθούς για τις εντολές τους αυτές. Όταν όμως ασθενούμε εμείς, μάλλον δε δεν υπάρχει στιγμή που να μην είμαστε ασθενείς, ούτε γιατρό φέρνουμε, ούτε χρήματα ξοδεύουμε, αλλά σαν να είναι άρρωστος κάποιος δήμιος και εχθρός και αντίπαλος μας, τέτοια αδιαφορία δείχνουμε για την ψυχή μας. Και αυτά τα λέγω όχι για να κατηγορήσω την φροντίδα που καταβάλλεται για την θεραπεία των υπηρετών, αλλά για να ζητήσω να δείξετε έστω και τόση φροντίδα και για την ψυχή σας.



ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος











ΠΗΓΕΣ:


http://khazarzar.skeptik.net/pgm/PG_Migne/John%20Chrysostom_PG%2047-64/In%20Matthaeum.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλία ΟΒ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμος 11Α, σελίδες 484-553.
Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 68, σελ. 142-181.Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm *Εκ του ιστολογίου <<Ακτίνες>> της 10.4.2023. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF