ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 12ο (2013 - 2025)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Κυριακή 11 Σεπτεμβρίου 2016

Ο ΘΡΙΑΜΒΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ




Πῶς ἀποδεικνύεται ὅτι ὁ Χριστός εἶναι Θεός; 

Στό βασικό αὐτό ἐρώτημα, ἂς μήν προσπαθήσουμε ν' ἀπαντήσουμε 

μέ τό ἐπιχείρημα τῆς δημιουργίας τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς, 

γιατί ὁ ἄπιστος δέν θά τό παραδεχθεῖ. 

Ἂν τοῦ ποῦμε ὅτι ἀνέστησε νεκρούς, θεράπευσε τυφλούς, ἔδιωξε δαιμόνια, 

οὔτε τότε θά συμφωνήσει. 

Ἂν τοῦ ποῦμε, ὅτι ὑποσχέθηκε ἀνάσταση νεκρῶν, βασιλεία οὐρανῶν καί ἀνέκφραστα ἀγαθά, 

τότε, ὄχι μόνο δέν θά συμφωνήσει, ἀλλά καί θά γελάσει. 

Πῶς λοιπόν θά τόν ὁδηγήσουμε στήν πίστη, 

καί μάλιστα, ὅταν δέν εἶναι πνευματικά καλλιεργημένος; 

Ἀσφαλῶς μέ τό νά στηριχθοῦμε σέ ἀλήθειες, 

πού καί ἐμεῖς καί αὐτός παραδεχόμαστε χωρίς καμιάν ἀντίρρηση καί ἀμφιβολία. 

Σέ ποιό λοιπόν σημεῖο συμφωνοῦμε μαζί του ἀπόλυτα; 

Στό ὅτι ὁ Χριστός φύτεψε τήν Ἐκκλησία.



π᾿ αὐτὸ θὰ φανερώσουμε τὴ δύναμη καὶ θ᾿ ἀποδείξουμε τὴ θεότητα τοῦ Χριστοῦ. Θὰ δοῦμε ὅτι εἶναι ἀδύνατο ν᾿ ἀποτελεῖ ἀνθρώπινο ἔργο ἡ διάδοση τοῦ Χριστιανισμοῦ σ᾿ ὅλη τὴν οἰκουμένη μέσα σὲ τόσο σύντομο χρονικὸ διάστημα. Καὶ μάλιστα, ὅταν ἡ χριστιανικὴ ἠθικὴ προσκαλεῖ στὴν ἀνώτερη ζωὴ ἀνθρώπους μὲ κακὲς συνήθειες, δούλους τῆς ἁμαρτίας. Καὶ ὅμως, ὁ Κύριος κατόρθωσε νὰ ἐλευθερώσει ἀπ᾿ ὅλα αὐτὰ ὄχι μόνο ἐμᾶς, μὰ ὁλόκληρο τὸ ἀνθρώπινο γένος. Κι αὐτὸ τὸ κατόρθωσε χωρὶς νὰ χρησιμοποιήσει ὅπλα, χωρὶς νὰ ξοδέψει χρήματα, χωρὶς νὰ κινητοποιήσει στρατούς, χωρὶς νὰ προκαλέσει πολέμους. Τὸ κατόρθωσε ξεκινώντας μὲ δώδεκα μόνο μαθητές, ποὺ ἦσαν ἄσημοι, ἀμόρφωτοι, φτωχοί, γυμνοί, ἄοπλοι... Μὲ τέτοιους ἀνθρώπους κατόρθωσε νὰ πείσει τὰ ἔθνη, νὰ σκέφτονται σωστά, ὄχι μόνο γιὰ τὴν παρούσα ζωή, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴ μέλλουσα. Μπόρεσε νὰ καταργήσει προγονικοὺς νόμους, νὰ ξεριζώσει ἀρχαῖες συνήθειες καὶ νὰ φυτέψει νέες. Μπόρεσε ν ἀποσπάσει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν εὔκολο τρόπο ζωῆς καὶ νὰ τὸν ὁδηγήσει στὸ δύσκολο. Καὶ ὅλα αὐτὰ τὰ κατόρθωσε, ἐνῶ ὅλοι Τὸν πολεμοῦσαν, ἐνῶ ὁ ἴδιος εἶχε ὑπομείνει ἐξευτελιστικὴ σταύρωση καὶ ταπεινωτικὸ θάνατο! Ἀσφαλῶς δὲν συμβαίνουν αὐτὰ στοὺς ἀνθρώπους. 


Μᾶλλον τὰ ἀντίθετα συμβαίνουν. Ἐφ᾿ ὅσον δηλαδὴ ζοῦν καὶ εὐδοκιμοῦν οἱ ἴδιοι, τὸ ἔργο τους προοδεύει. Ὅταν ὅμως πεθάνουν, καταστρέφεται μαζί τους ὅ,τι δημιούργησαν. Καὶ αὐτὸ τὸ παθαίνουν ὄχι μόνο οἱ πλούσιοι οὔτε μόνο οἱ ἄρχοντες, ἀλλὰ καὶ οἱ κυβερνῆτες ἀκόμα. Γιατὶ καὶ οἱ νόμοι τους καταλύονται και ἡ μνήμη τους σβήνει και τ᾿ ὄνομά τους ξεχνιέται καὶ οἱ ἔμπιστοι ἄνθρωποί τους παραγκωνίζονται. Αὐτὰ συμβαίνουν σ᾿ ἐκείνους, ποὺ πρῶτα μ ἕνα νεῦμα κυβέρνησαν λαοὺς καὶ ὁδήγησαν στὸν πόλεμο ὁλόκληρες στρατιές. Σ᾿ ἐκείνους ποὺ καταδίκαζαν σὲ θάνατο καὶ ποὺ ἀνακαλοῦσαν ἐξορίστους. Στὸν Κύριο ὅμως ἔγινε ἀκριβῶς τὸ ἀντίθετο. Θλιβερὴ ἦταν ἡ κατάσταση τοῦ ἔργου Του πρὶν ἀπὸ τὴ σταύρωση: Ὁ Ἰούδας Τὸν πρόδωσε, ὁ Πέτρος Τὸν ἀρνήθηκε, οἱ ὑπόλοιποι μαθητὲς ἔφυγαν γιὰ νὰ σωθοῦν καὶ πολλοὶ πιστοὶ Τὸν ἐγκατέλειψαν. Μόνος ἔμεινε ἀνάμεσα στοὺς ἐχθρούς. Ὅμως, μετὰ τὴ σφαγὴ καὶ τὸ θάνατο, γιὰ νὰ μάθεις ὅτι δὲν ἦταν ἁπλὸς ἄνθρωπος ὁ Σταυρωμένος, ἔγιναν ὅλα λαμπρότερα, φαιδρότερα, ἐνδοξότερα. Ὁ Πέτρος, ὁ κορυφαῖος ἀπόστολος, αὐτὸς ποὺ πρὶν ἀπὸ τὴ σταύρωση δὲν ἄντεξε τὴν ἀπειλὴ μιᾶς ὑπηρετριούλας, ἀλλά, μετὰ ἀπὸ τόσες οὐράνιες διδασκαλίες καὶ τὴ συμμετοχή του στὰ θεῖα μυστήρια, εἶπε ὅτι δὲν γνωρίζει τὸν Κύριο, αὐτὸς ὁ ἴδιος, μετὰ τὴ σταύρωση, Τὸν κήρυξε στὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης. 


ναρίθμητα πλήθη μαρτύρων θυσιάστηκαν, γιατὶ προτίμησαν νὰ θανατωθοῦν παρὰ ν᾿ ἀρνηθοῦν τὸ Χριστό, ὅπως τὸν εἶχε ἀρνηθεῖ ὁ κορυφαῖος ἀπόστολος, τρομοκρατημένος ἀπὸ τὴν ἀπειλὴ ἑνὸς κοριτσιοῦ. Ὅλες τώρα οἱ χῶρες, ὅλες οἱ πόλεις, τὰ ἐρημικὰ καὶ τὰ κατοικημένα μέρη, τὸν Σταυρωμένο ὁμολογοῦν. Σ᾿ Αὐτὸν πιστεύουν οἱ βασιλιάδες κι οἱ στρατηγοί, οἱ ἄρχοντες καὶ οἱ ὕπατοι, οἱ δοῦλοι καὶ οἱ ἐλεύθεροι, οἱ ἀγράμματοι καὶ οἱ μορφωμένοι, οἱ βάρβαροι καὶ τὰ διάφορα ἔθνη τῶν ἀνθρώπων. Ἀκόμα κι ὁ μικρὸς καὶ ἀσήμαντος ἐκεῖνος τάφος, ποὺ δέχθηκε τὸ αἱμόφυρτο μαρτυρικὸ σῶμα τοῦ Κυρίου, εἶναι τιμιότερος ἀπὸ χίλια βασιλικὰ παλάτια καὶ σεβαστὸς ἀκόμα καὶ στοὺς βασιλιάδες. Τὸ παράδοξο μάλιστα εἶναι, ὅτι αὐτὸ ποὺ συνέβη στὸν Κύριο, συνέβη καὶ στοὺς μαθητές Του. 


Γιατὶ αὐτοὺς ποὺ περιφρονοῦσαν καὶ φυλάκιζαν, αὐτοὺς ποὺ βασάνιζαν σκληρὰ μὲ ἀναρίθμητα μαρτύρια, αὐτοὺς ἀκριβῶς τοὺς ἴδιους, μετὰ τὸ θάνατό τους, τοὺς τιμοῦσαν περισσότερο κι ἀπὸ τοὺς βασιλιάδες. Καὶ πῶς φαίνεται αὐτὸ; Στὴ Ρώμη, οἱ αὐτοκράτορες καὶ οἱ ὕπατοι καὶ οἱ στρατηγοὶ τὰ πάντα ἐγκαταλείπουν, καὶ τρέχουν νὰ προσκυνήσουν τοὺς τάφους τοῦ ψαρᾶ Πέτρου καὶ τοῦ σκηνοποιοῦ Παύλου. Στὴν Κωνσταντινούπολη, αὐτοὶ ποὺ φοροῦν τὰ στέμματα, θέλουν νὰ ἐνταφιαστοῦν ὄχι κοντὰ στοὺς τάφους τῶν ἀποστόλων ἀλλὰ στὰ πρόθυρα τῶν ναῶν τους. Κι ἔτσι γίνονται οἱ βασιλιάδες θυρωροὶ τῶν ψαράδων! Μάλιστα δὲν ντρέπονται γι᾿ αὐτό, ἀλλὰ καὶ καυχιῶνται. Καυχιῶνται ὄχι μόνο οἱ ἴδιοι, ἀλλὰ καὶ οἱ ἀπόγονοί τους. Ὅταν οἱ μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ ἦσαν μόνο δώδεκα καὶ δὲν ὑπῆρχε στὴ σκέψη κανενὸς ἡ Ἐκκλησία, ὅταν ἀκόμα ἡ ἰουδαϊκὴ συναγωγὴ ἀνθοῦσε καὶ ἡ ἀσεβὴς εἰδωλολατρία κυριαρχοῦσε σ ὁλόκληρη σχεδὸν τὴν οἰκουμένη, ὁ Κύριος εἶχε προφητέψει: Ἐπὶ ταύτη τῇ πέτρᾳ (δηλαδὴ πάνω στὴν ὁμολογία πίστεως τοῦ Πέτρου) οἰκοδομήσω μου τὴν ἐκκλησίαν, καὶ πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (Ματθ. 16,18). 


Διαπιστώνεις τὴν ἀλήθεια αὐτῆς τῆς προφητείας; Βλέπεις τὴν ἐκπλήρωσή της; Σκέψου πόσο σημαντικὸ γεγονὸς εἶναι ἡ ἐξάπλωση τῆς Ἐκκλησίας σχεδὸν σ᾿ ὅλη τὴ γῆ μέσα σὲ σύντομο χρονικὸ διάστημα. Σκέψου πῶς ἄλλαξε τὴ ζωὴ τόσων ἐθνῶν καὶ ὁδήγησε στὴν πίστη τόσους λαούς, πῶς κατάργησε προγονικὰ ἔθιμα, πῶς ἀπελευθέρωσε ἀπὸ μακροχρόνιες συνήθειες, πῶς σκόρπισε σὰν σκόνη τὴν κυριαρχία τῆς ἡδονῆς καὶ τὴ δύναμη τῆς ἁμαρτίας, πὼς ἐξαφάνισε σὰν καπνὸ τὴν ἀκάθαρτη τσίκνα τῶν θυσιῶν, τὶς εἰδωλολατρικὲς τελετές, τὶς βδελυκτὲς ἑορτές, τὰ ξόανα, τοὺς βωμοὺς καὶ τοὺς ναούς, πὼς οἰκοδόμησε παντοῦ ἅγια θυσιαστήρια, στὴν πατρίδα μας καὶ στὶς χῶρες τῶν Περσῶν, τῶν Σκυθῶν, τῶν Μαύρων, τῶν Ἰνδῶν. Τί λέω; Ἀκόμα καὶ στὰ Βρετανικὰ νησιά, ποὺ βρίσκονται μακριὰ ἀπὸ τὴ Μεσόγειο, στὸν ὠκεανό, ἁπλώθηκε ἡ Ἐκκλησία καὶ χτίστηκαν θυσιαστήρια. Τὰ λόγια ποὺ τότε ὁ Κύριος διακήρυξε, φύτρωσαν στὶς καρδιὲς ὅλων. Μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ἡ γεμάτη ἀγκάθια γῆ καθαρίστηκε καὶ δέχτηκε τὸ σπόρο τῆς πίστεως. 


Τὸ ἔργο τῆς ἀπελευθερώσεως τόσων λαῶν ἀπὸ μακροχρόνιες αἰσχρὲς συνήθειες, καθὼς καὶ ἡ μεταβολὴ τοῦ τρόπου τῆς ζωῆς ἀπὸ τὸν εὔκολο στὸν πολὺ δύσκολο, εἶναι πράγματι θαυμαστό, μᾶλλον ὑπερθαύμαστο. Ἀποδεικνύει θεία ἐνέργεια, ἀκόμα κι ἂν κανεὶς δὲν τὸ εἶχε ἐμποδίσει, ἀκόμα κι ἂν ἐπικρατοῦσε εἰρήνη καὶ πολλοὶ τὸ εἶχαν βοηθήσει. Γιατὶ ἡ ἐξάπλωση τῆς Ἐκκλησίας δὲν ἐρχόταν σὲ σύγκρουση μόνο μὲ τὴν ἀρχαία συνήθεια, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν ἡδονή, τὸν εὐχάριστο τρόπο ζωῆς. Εἶχε δηλαδὴ δυὸ ἰσχυροὺς ἀντιπάλους, ποὺ τυραννοῦσαν τοὺς ἀνθρώπους: τὴ συνήθεια καὶ τὴν ἡδονή. Ὅσα εἶχαν πρὶν πολλοὺς αἰῶνες παραλάβει ἀπὸ τοὺς πατέρες, τοὺς παπποῦδες καὶ τοὺς ἀρχαιότερους προγόνους, ἀκόμα κι ὅσα εἶχαν παραλάβει ἀπὸ φιλοσόφους καὶ ρήτορες, ὅλ᾿ αὐτὰ συμφώνησαν νὰ τὰ περιφρονήσουν, πράγμα ἐξαιρετικὰ δύσκολο. Ἔπρεπε ἀκόμα νὰ δεχθοῦν ἕνα νέο τρόπο ζωῆς, καὶ μάλιστα πολὺ δυσκολότερο. Γιατὶ ἀπομάκρυνε ἀπὸ τὴν τρυφὴ καὶ ὁδηγοῦσε στὴ νηστεία. Ἀπομάκρυνε ἀπὸ τὴν φιλαργυρία καὶ ὁδηγοῦσε στὴν ἀκτημοσύνη. Ἀπομάκρυνε ἀπὸ τὴν ἀσέλγεια καὶ ὁδηγοῦσε στὴν ἁγνεία. Ἀπομάκρυνε ἀπὸ τὸ θυμὸ καὶ ὁδηγοῦσε στὴν πραότητα. Ἀπομάκρυνε ἀπὸ τὸν φθόνο καὶ ὁδηγοῦσε στὴ φιλία. 


πομάκρυνε ἀπὸ τὴν ἄνετη κι εὐχάριστη ζωὴ καὶ ὁδηγοῦσε στὴ δύσκολη, στὴν τεθλιμμένη», στὴ σκληρή. Καὶ μάλιστα ὁδηγοῦσε σ αὐτὴν ἐκείνους, ποὺ εἶχαν συνηθίσει στὴ ζωὴ τῶν ἀνέσεων. Γιατὶ δὲν ἔγιναν, βέβαια, χριστιανοί, ἄνθρωποι ποὺ ζοῦσαν σ᾿ ἄλλους κόσμους καὶ δὲν εἶχαν ἁμαρτωλὲς συνήθειες, ἀλλὰ ἔγιναν ἐκεῖνοι ποὺ εἶχαν σαπίσει μέσα σ᾿ αὐτὲς καὶ εἶχαν γίνει πιὸ μαλακοὶ κι ἀπὸ τὸν πηλό. Αὐτοὺς κάλεσε νὰ βαδίσουν τὸ δύσκολο, τὸν «τεθλιμμένο», τὸ σκληρὸ καὶ τραχὺ δρόμο. Καὶ τοὺς ἔπεισε νὰ τὸν βαδίσουν! Πόσους ἔπεισε; Ὄχι μόνο δυὸ ἢ δέκα ἢ εἴκοσι ἢ ἑκατό, ἀλλ᾿ ἀμέτρητους. Καὶ μὲ ποιούς τοὺς ἔπεισε; Μὲ 12 ἀνθρώπους ἀμόρφωτους, ἀκαλλιέργητους, ἄσημους, φτωχούς, χωρὶς περιουσία, χωρὶς σωματικὴ δύναμη, χωρὶς δόξα, χωρὶς λαμπρὴ καταγωγή, χωρὶς εὐφράδεια καὶ ρητορικὴ ἱκανότητα. Μὲ 12 ἀνθρώπους ποὺ ἦσαν ψαράδες, σκηνοποιοί, ἀλλόγλωσσοι. Γιατὶ οὔτε κἂν τὴν ἴδια γλώσσα δὲν εἶχαν μὲ τοὺς εἰδωλολάτρες. Μιλοῦσαν τὴν ἑβραϊκή, ποὺ ἦταν πολὺ διαφορετικὴ ἀπ᾿ ὅλες τὶς ἄλλες γλῶσσες. Μ᾿ αὐτοὺς λοιπὸν τοὺς 12 οἰκοδομήθηκε ἡ Ἐκκλησία καὶ ἁπλώθηκε στὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης. 


Καὶ δὲν εἶναι μόνο τοῦτο τὸ θαυμαστό, ἀλλὰ καὶ τὸ ὅτι αὐτοὶ οἱ λίγοι, οἱ φτωχοί, οἱ ἀμόρφωτοι καὶ περιφρονημένοι, ποὺ βάλθηκαν ν᾿ ἀλλάξουν τὴν ἀνθρωπότητα, δὲν ἔκαναν ἀνενόχλητοι τὸ ἔργο τους. Ἀπὸ παντοῦ ἀντιμετώπιζαν ἀναρίθμητους πολέμους. Τοὺς πολεμοῦσαν σὲ κάθε ἔθνος καὶ σὲ κάθε πόλη. Ἀλλὰ τί λέω γιὰ ἔθνη καὶ πόλεις; Σὲ κάθε σπίτι ξεσηκωνόταν πόλεμος ἐναντίον τους. Ἡ διδασκαλία τους χώριζε πολλὲς φορὲς τὸ παιδὶ ἀπὸ τὸν πατέρα, τὴ νύφη ἀπὸ τὴν πεθερά, τὸν ἕνα ἀδελφὸ ἀπὸ τὸν ἄλλο, τὸ δοῦλο ἀπὸ τὸν ἀφέντη, τὸν ὑπήκοο ἀπὸ τὸν ἄρχοντα, τὸν ἄνδρα ἀπὸ τὴ γυναίκα καὶ τὴ γυναίκα ἀπὸ τὸν ἄνδρα. Στὴν κάθε οἰκογένεια δὲν πίστευαν ὅλοι ταυτόχρονα, κι ἔτσι οἱ χριστιανοὶ ὑπέμειναν καθημερινὲς διαμάχες, ἀκατάπαυστες ἐχθρότητες, μύριους θανάτους. Σὰν κοινοὺς ἀντιπάλους καὶ ἐχθροὺς ὅλοι τους πολεμοῦσαν. Τοὺς καταδίωκαν οἱ βασιλιάδες, οἱ ἄρχοντες, οἱ ὑπήκοοι, οἱ ἐλεύθεροι, οἱ δοῦλοι, οἱ ὄχλοι, οἱ πόλεις. Καὶ δὲν καταδίωκαν μόνο τοὺς ἴδιους, ἀλλὰ - πράγμα φοβερὸ - καταδίωκαν ἀκόμα καὶ τοὺς νεόφυτους κατηχουμένους, ἐκείνους δηλαδὴ ποὺ μόλις εἶχαν πιστέψει. Προξενοῦσε φρίκη καὶ ὀργὴ στοὺς εἰδωλολάτρες ἡ σκέψη νὰ ἐγκαταλείψουν τοὺς βωμούς, νὰ περιφρονήσουν τὶς θυσίες, ποὺ ὅλοι οἱ πατέρες κὰ οἱ πρόγονοί τους τελοῦσαν, καὶ νὰ πιστέψουν στὸν Κύριο. 


Νὰ πιστέψουν σ᾿ Αὐτὸν ποὺ ἔλαβε ἀνθρώπινη σάρκα ἀπὸ τὴν Παρθένο Μαρία, ποὺ δικάστηκε ἀπὸ τὸν Πιλάτο, ποὺ ἔπαθε ἀναρίθμητα δεινὰ καὶ ἐξευτελισμούς, ποὺ ὑπέμεινε τὸν ἀτιμωτικὸ θάνατο, ποὺ ἐνταφιάστηκε καὶ ἀναστήθηκε. Τὸ παράδοξο μάλιστα εἶναι, ὅτι ἐνῶ τὰ πάθη τοῦ Κυρίου ἦσαν ἀναμφισβήτητα - πολλοὶ εἶχαν δεῖ τὶς μαστιγώσεις, τὰ χτυπήματα, τὰ φτυσίματα, τὰ ραπίσματα, τὸ σταυρό, τοὺς χλευασμούς, τὸν τάφο, - δὲν συνέβαινε ὅμως τὸ ἴδιο καὶ μὲ τὴν ἀνάσταση. Ὁ Κύριος, μετὰ ἀπὸ τὴν ἀνάστασή Του, ἐμφανίστηκε μόνο σὲ μαθητές. Παρὰ τὸ γεγονὸς αὐτό, μιλοῦσαν γιὰ τὴν ἀνάσταση καὶ ἔπειθαν τοὺς λαοὺς καὶ οἰκοδομοῦσαν τὴν Ἐκκλησία. Πῶς; Μὲ ποιόν τρόπο; Μὲ τὴ δύναμη τοῦ Κυρίου, ποὺ τοὺς ἔστειλε νὰ κηρύξουν τὸ εὐαγγέλιό Του στὰ ἔθνη. Αὐτὸς ἦταν ποὺ τοὺς ἄνοιξε τὸ δρόμο. Αὐτὸς διευκόλυνε τὸ δύσκολο ἔργο τους. Ἂν δὲν τοὺς βοηθοῦσε ἡ θεία δύναμη, οὔτε κὰν θ᾿ ἄρχιζε ἡ διάδοση τοῦ χριστιανισμοῦ. Γιατὶ ἐνῶ οἱ τύραννοι ὁπλίζονταν ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας, ἐνῶ οἱ στρατιῶτες πρότειναν τὰ ὅπλα τους, ἐνῶ οἱ ὄχλοι μαίνονταν σὰν ἀγριεμένη φωτιά, ἐνῶ ἡ κακὴ συνήθεια ἀντιπαρατασσόταν, ἐνῶ ρήτορες, σοφιστές, πλούσιοι, ἰδιῶτες, ἄρχοντες ξεσηκώνονταν, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, πιὸ ἰσχυρὸς κι ἀπὸ φλόγα, ἔκανε στάχτη τ᾿ ἀγκάθια, καθάρισε τοὺς ἀγροὺς κι ἔσπειρε τὸ λόγο τοῦ κηρύγματος. 


λλοι ἀπὸ τοὺς πιστοὺς ρίχνονταν στὶς φυλακές, ἄλλοι ἐξορίζονταν, ἄλλων οἱ περιουσίες δημεύονταν, ἄλλοι φονεύονταν, ἄλλοι διαμελίζονταν. Καὶ μολονότι οἱ χριστιανοὶ ἀντιμετωπίζονταν σὰν κοινοὶ ἐγκληματίες, ὑπομένοντας κάθε εἶδος τιμωρίας, ἀτιμώσεως καὶ διωγμοῦ, ὅλο καὶ περισσότεροι ἔρχονταν στὴν Ἐκκλησία. Μάλιστα, ὄχι μόνο δὲν ἀποθαρρύνονταν οἱ νέοι πιστοὶ ἀπὸ τὰ βασανιστήρια ποὺ ἔβλεπαν νὰ ὑπομένουν οἱ παλαιότεροι, ἀλλὰ γίνονταν προθυμότεροι! Μόνοι τους ἔτρεχαν, ἀβίαστα, εὐγνωμονώντας τοὺς βασανιστές τους. Γίνονταν θερμότεροι στὴν πίστη, βλέποντας τοὺς χειμάρρους τῶν αἱμάτων τῶν πιστῶν. Εἶδες τὴν ἀσύγκριτη δύναμη Ἐκείνου ποῦ ἔκανε ὅλ᾿ αὐτὰ τὰ θαύματα; Πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ μὴ λυπᾶται κανείς, ὑποφέροντας τέτοια φρικτὰ μαρτύρια; Ὅμως αὐτοὶ χαίρονταν, σκιρτοῦσαν! Αὐτὸ ὁμολογεῖ, σὰν παράδειγμα, ὁ ἅγιος εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς πὼς συνέβαινε καὶ μὲ τοὺς ἀποστόλους - ὑπέστρεφον ἐκ προσώπου τοῦ συνεδρίου χαίροντες, ὅτι κατηξιώθησαν ὑπὲρ τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ ἀτιμασθῆναι (Πραξ. 5, 41). 


Κι ἐνῶ οὔτ᾿ ἕνα τοῖχο δὲν μπορεῖ νὰ χτίσει κανεὶς μὲ πέτρες καὶ ἀσβέστη ὅταν καταδιώκεται, οἱ ἀπόστολοι ἔχτιζαν τὴν Ἐκκλησία σ ὅλη τὴν οἰκουμένη ὑποφέροντας διωγμούς, φυλακίσεις, ἐξορίες καὶ μαρτυρικοὺς θανάτους. Καὶ δὲν τὴν ἔχτιζαν μὲ πέτρες, ἀλλὰ μὲ ψυχές, πράγμα πολὺ δυσκολότερο. Γιατὶ δὲν εἶναι τὸ ἴδιο νὰ χτίζεις ἕνα τοῖχο μὲ τὸ νὰ πείθεις διεφθαρμένες ψυχὲς ν᾿ ἀλλάζουν τρόπο ζωῆς, νὰ ἐγκαταλείπουν τὴ δαιμονικὴ μανία τους καὶ ν᾿ ἀκολουθοῦν τὴ ζωὴ τῆς ἀρετῆς. Τὸ κατόρθωσαν ὅμως αὐτό, γιατὶ εἶχαν μαζί τους τὴν ἀκαταμάχητη δύναμη τοῦ Κυρίου, ποὺ εἶχε προφητέψει: Οἰκοδομήσω μου τὴν ἐκκλησίαν, καὶ πύλαι ἅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (Ματθ. 16, 18). Συλλογίσου πόσοι τύραννοι πολέμησαν τὴν Ἐκκλησία καὶ πόσους φοβεροὺς διωγμοὺς ξεσήκωσαν ἐναντίον της... Ὁ Αὔγουστος, ὁ Τιβέριος, ὁ Γάϊος, ὁ Νέρων, ὁ Βεσπασιανός, ὁ Τίτος καὶ ὅλοι οἱ διάδοχοί τους μέχρι τὸ Μέγα Κωνσταντίνο, ὅλοι ἦσαν εἰδωλολάτρες. Καὶ ὅλοι - ἄλλος ἠπιότερα, ἄλλος σκληρότερα - πολεμοῦσαν τὴν Ἐκκλησία. 


Τὴν πολεμοῦσαν ὅλοι. Κι ἂν μερικοὶ δὲν ξεσήκωναν οἱ ἴδιοι διωγμούς, ὅμως ἡ προσήλωσή τους στὴν εἰδωλολατρία ὑποκινοῦσε στὸν ἀγώνα ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας ὅσους ἤθελαν νὰ τοὺς κολακέψουν. Παρόλα αὐτά, τὰ κακόβουλα σχέδια καὶ οἱ ἐπιθέσεις τῶν εἰδωλολατρῶν διαλύθηκαν σὰν ἱστοὶ ἀράχνης, σκορπίστηκαν σὰν σκόνη, ἐξαφανίστηκαν σὰν καπνός. Ἀλλὰ καὶ ὅσα σχεδίαζαν ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας, ἔγιναν ἀφορμὴ νὰ προκύψει μεγάλη ὠφέλεια στοὺς χριστιανούς. Γιατὶ δημιούργησαν τὶς χορεῖες τῶν μαρτύρων, ποὺ ἀποτελοῦν τὸ θησαυρό, τοὺς στύλους, τοὺς πύργους τῆς Ἐκκλησίας. Βλέπεις λοιπὸν τὴ θαυμαστὴ ἐκπλήρωση τῆς προφητείας; Πραγματικὰ «πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς». Ἀπὸ τὰ παρελθόντα ὅμως, πίστευε καὶ γιὰ τὰ μέλλοντα. Καὶ στὸ μέλλον κανεὶς δὲν θὰ μπορέσει νὰ νικήσει τὴν Ἐκκλησία. 



Γιατί ἂν δέν κατόρθωσαν νά τήν συντρίψουν, 

ὅταν ἀριθμοῦσε λίγα μέλη, ὅταν ἡ διδασκαλία της φαινόταν καινούρια καί παράξενη, 

ὅταν τόσοι φοβεροί πόλεμοι καί τόσοι πολλοί διωγμοί ἀπό παντοῦ 

ξεσηκώνονταν ἐναντίον της, πολύ περισσότερο 

δέν θά μπορέσουν νά τήν βλάψουν τώρα, 

πού κυριάρχησε σ᾿ ὅλη τήν οἰκουμένη, 

πού κυρίεψε ὅλα τά ἔθνη καί πού ἐξαφάνισε τούς βωμούς καί τά εἴδωλα, 

τίς γιορτές καί τίς τελετές, τόν καπνό καί τήν τσίκνα τῶν αἰσχρῶν θυσιῶν. 

Πῶς πέτυχαν οἱ ἀπόστολοι ἕνα τόσο μεγάλο, ἕνα τόσο σπουδαῖο κατόρθωμα, 

ἔπειτα ἀπό τόσα ἐμπόδια; Ἀσφαλῶς μέ την θεϊκή καί ἀκαταμάχητη δύναμη Ἐκείνου, 

πού προφήτεψε τήν δημιουργία καί τόν θρίαμβο τῆς Ἐκκλησίας. 

Αὐτό κανείς δέν μπορεῖ νά τό ἀρνηθεῖ, 

ἐκτός κι ἂν εἶναι ἀνόητος καί ἐντελῶς ἀνίκανος νά σκέφτεται.



Εκ του Ιστότοπου ''www.Nektarios.gr.''
Επιμέλεια, παρουσίαση ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.



Άγιος Ιωάνης ο Χρυσόστομος


Παρασκευή 9 Σεπτεμβρίου 2016

ΤΟ ΠΡΟΦΙΛ ΕΝΟΣ ΧΛΙΑΡΟΥ ΚΑΙ ΑΤΟΝΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥ




«Ούτε γάρ ποτε εν λόγω κολακείας εγενήθημεν, καθώς οίδατε,
ούτε εν προφάσει πλεονεξίας, Θεός μάρτυς, ούτε ζητούντες εξ ανθρώπων δόξαν» (Α΄ Θεσσαλον. β΄, 5). 
«Λέξιν μέν ενδέχεται μέσην δύο δοξών ευρεθήναι, τάς αμφοτέρας σημαίνουσαν ομωνύμως, Δόξα δε μέση εναντίον δοξών περί του αυτού πράγματος, αδύνατον... 
Ου χωρεί συγκατάβασις εις τα της Ορθοδόξου πίστεως». 
(Μάρκος Ευγενικός).


...Επειδή εις τον υποκριτικόν καιρόν μας εκτιμώνται ως γνήσιοι Χριστιανοί, 

κάποιοι άνθρωποι που δεν έχουν μέσα εις την 

καρδίαν των το πύρ της πίστεως 

και μάλιστα της Ορθοδόξου πίστεως, 

ήγουν της αληθινής και διά τούτου είναι χλιαροί, 

άτονοι, συμβιβαστικοί, ευπροσήγοροι, 

όπως είναι πολλοί από εκείνους που καταγίνονται 

συστηματικώς εις την θεολογίαν. 

Ο κόσμος έμαθε να θεωρεί τους τοιούτους, 

ως καλούς και ανεξικάκους Χριστιανούς, 

ενώ εκείνους που είναι ωσάν τον συγγραφέα του παρόντος βιβλίου, 

δηλαδή «τω πνεύματι ζέοντες», 

τους απεχθάνεται ως φανατικούς, 

μισαλλοδόξους, δεισιδαίμονας, και στενοκέφαλους τυπολάτρας. 

Αλλοίμονον! 

Σήμερον κατήντησαν οι θεολόγοι «συζητηταί του αιώνος τούτου»...


Αληθινά, «μέγα εστί το της ευσεβείας μυστήριον» καθώς λέγει ο μακάριος απόστολος Παύλος. Η ευσέβεια και η πίστις, επειδή είναι μυστήρια, δίνουν καρπούς τους οποίους δεν είναι μπορετό να τους δώσει η γνώσις. Ο συγγραφεύς τούτου του βιβλίου δεν είναι θεολόγος σπουδασμένος στα σχολεία που σπουδάζουν ένα πράγμα που δεν σπουδάζεται, την θεολογίαν. Αυτός εσπούδασε την ιατρικήν που σπουδάζεται, γιατί είναι γνώσις κοσμική, ανθρώπινη. Εβύζαξε την Ορθόδοξον πίστιν και την ευσέβειαν από την παράδοσιν, την επήρε, με τον τρόπον που λέγει ο ίδιος ότι μεταδίδεται η πίστις και η ευσέβεια, από διδάσκαλο εις μαθητήν, από γονιόν σε παιδί, από γέροντα εις υποτακτικόν, από Χριστιανόν εις Χριστιανόν. 


Διά τούτο είναι «παθών και ουχί μαθών τα θεία», έχοντας διά οδηγόν την πίστιν και όχι την γνώσιν. «Περιπατεί δια πίστεως, ου δια είδους», όπως λέγει ο απόστολος Παύλος. Και δια τούτο, το βιβλίον του είναι σκληρόν, μη έχοντας τους συμβιβασμούς που φανερώνουν την ολιγοπιστίαν, μήτε την εξοικονόμησιν διά να μη γίνει κανείς δυσάρεστος εις τους αντιφρονούντας, μήτε την ψευτοαδελφωσύνην. Η προσήλωσις εις την αλήθειαν δεν συγχωρεί συμβιβασμούς. Σκληρόν και απότομον είναι το βιβλίον του, αν και ο συγγραφεύς του είναι αληθινά ταπεινός, ειρηνικός, πράος, επιεικής, ανυπερηφάνευτος. Πλην η πίστις του δίδει την μάχαιραν του Πνεύματος, και ο ταπεινός, ο συνετός, ο επιεικής, ο πλήρης αγάπης, φαίνεται σκληρός και απότομος. Μήπως το ίδιον δεν φαίνεται ο άγιος Ιωάννης, ο Θεολόγος Ιωάννης, ο κήρυκας της αγάπης, απότομος και αυστηρός περισσότερον από άλλους αποστόλους και κήρυκας του Ευαγγελίου, όπως φανερώνεται εις την Α΄ επιστολήν του και εις την Αποκάλυψιν; 


Ο συγγραφεύς τούτου του μικρού βιβλίου είναι νέος. Πλήν «μηδείς της νεότητος αυτού καταφρονείτω». Με αυτόν έκαμα την πνευματικήν γνωριμίαν, όταν εσπούδαζε την ιατρικήν εις την Ελβετίαν, τον καιρόν που εξεδίδαμεν το περιοδικόν «Κιβωτός». Τότε μου έγραψε μίαν επιστολήν δια κάποια σατανικά δημοσιεύματα ενός καθολικού εις την εφημερίδα «LE COURRIER», και εζητούσε να φυλάξωμεν την Ορθόδοξον πίστιν μας από τάς παγίδας των αιρετικών. Κατόπιν μου έγραψε πολλά γράμματα, και έως σήμερα μου γράφει επιστολάς που είναι πάντοτε πολύ διδακτικές και ωφέλιμες, και ευωδιάζουν από βαθείαν πίστιν και αγάπην πρός την ιεράν παράδοσίν μας. Διά τούτο τον παρεκίνησα επιμόνως να γράψει εκτενέστερα επάνω εις τα θέματα τα οποία εσχεδίαζε με συντομίαν εις τάς επιστολάς του και του εζήτησα να συγκατατεθεί να τυπωθούν εις βιβλίον, γνωρίζοντας την μετριοφροσύνην του. 


Εδέχθη τέλος, και τούτο το μικρόν βιβλίον είναι το πρώτον που έστειλεν εις τον εκδότην κ. Αλέξανδρον Παπαδημητρίου, ο οποίος μετά χαράς προσεφέρθη να το εκδώσει. Το βιβλίον αυτό, «πολλή συνέσει» γραμμένον, γνωρίζομεν ότι θα κατακριθεί από πολλούς, ως απότομον και οργίλον, επειδή εις τον υποκριτικόν καιρόν μας εκτιμώνται ως γνήσιοι Χριστιανοί κάποιοι άνθρωποι που δεν έχουν μέσα εις την καρδίαν των το πύρ της πίστεως και μάλιστα της Ορθοδόξου πίστεως, ήγουν της αληθινής, και διά τούτου είναι χλιαροί, άτονοι, συμβιβαστικοί, ευπροσήγοροι, όπως είναι πολλοί από εκείνους που καταγίνονται συστηματικώς εις την θεολογίαν. Ο κόσμος έμαθε να θεωρεί τους τοιούτους ως καλούς και ανεξικάκους Χριστιανούς, ενώ εκείνους που είναι ωσάν τον συγγραφέα του παρόντος βιβλίου, δηλαδή «τω πνεύματι ζέοντες», τους απεχθάνεται ως φανατικούς, μισαλλοδόξους, δεισιδαίμονας, και στενοκέφαλους τυπολάτρας. Αλλοίμονον! Σήμερον κατήντησαν οι θεολόγοι «συζητηταί του αιώνος τούτου». 


Οι άνθρωποι που καταγίνονται με την θρησκείαν, γράφουν σωρούς από βιβλία μεγάλα και επίσημα, γεμάτα από την λεγομένην «θεολογικήν επιστήμην», η οποία κατά τον τρόπον που ερευνά τα της θρησκείας δεν είναι άλλη παρά η κοσμική γνώσις την οποίαν λέγει ο απόστολος Παύλος «κενήν απάτην» και «μεθοδείαν της πλάνης». Το Ιερόν Ευαγγέλιον, που είναι η απλότης, ανατέμνεται, ψηλαφείται, διαμελίζεται, κατά τα συστήματα της φιλοσοφίας, της «κενής απάτης». Σύγχυσις, περιπλοκή, θεωρίες που σκοτίζουν τον άνθρωπον, «μωραί ζητήσεις και γενεαλογίαι και μάχαι νομικαί», λάσπες που θολώνουν το διαυγές ύδωρ το αλλόμενον εις ζωήν αιώνιον, όλα αυτά γράφονται εν ονόματι Εκείνου που ήλθεν εις τον κόσμον διά να σώσει το απολωλός πρόβατον, τον άνθρωπον της ματαίας γνώσεως, από το φορτίον της αμαρτωλής διανοίας του, κράζοντας: «Δεύτε πρός με πάντες οι πεφορτισμένοι από την μωράν και άσκοπον σοφίαν». 


Σωροί χάρτου γράφονται εν ονόματι του Χριστού και του Ευαγγελίου του, το οποίον το αισθάνεται η απλουστέρα καρδία, ενώ εκείνοι που γράφουν αυτά τα ακαταμέτρητα βιβλία, επεριπλανήθησαν μέσα εις τον λαβύρινθον και εις το σκότος της ιδικής των σοφίας, μακράν από τον Χριστόν τον οποίον ελησμόνησαν, απορροφημένοι από τάς ματαιότητας της διανοίας των. Η καρδία των δεν αισθάνεται πλέον την πνοήν του Θεού, ενεκρώθη, εξηράνθη από την δοκησισοφίαν, διά την οποίαν τους τιμούν οι άνθρωποι. Αυτούς εννοούσεν ο θεόγλωσσος απόστολος Παύλος, γράφοντας: «Έσται γάρ καιρός ότε της υγιαινούσης διδασκαλίας ουκ ανέξονται, αλλά, κατά τάς επιθυμίας τάς ιδίας, εαυτοίς επισωρεύσουσι διδασκάλους, κνηθόμενοι την ακοήν, και από μέν της αληθείας την ακοήν αποστρέψουσιν, επί δε τους μύθους εκτραπήσονται» (Β΄ Τιμοθ. γ΄ 3). «Επισωρεύσουσι διδασκάλους», θα βγάλουνε σωρούς διδασκάλους, κι ακούοντάς τους θα ευχαριστούνται, επειδή η άδεια σοφία τους θα γαργαρίζει τ’ αυτιά τους, μα για να μήν ακούσουνε την αλήθεια, την απλή αλήθεια της θρησκείας, θα τα φράζουνε, ενώ θα θέλουνε να τους λένε «μύθους», δηλαδή θεωρίες και φαντασίες κούφιες από κάθε νόημα. 


Λοιπόν σήμερα δεν βλέπουμε «σωρούς» τοιούτων διδασκάλων, που με τους λόγους των γαργαλούν τ’ αυτιά των σπουδαστών και των άλλων Χριστιανών; Ως εκ τούτου, το βιβλίον του Καλομοίρου θα ταράξει τα πνεύματα αυτά, τα οποία έβαλαν την θρησκείαν του Χριστού κάτω από το σύστημα της κοσμικής γνώσεως, του ορθολογισμού, και που απεχθάνονται και σαρκάζουν κάθε «υγιαίνουσαν διδασκαλίαν». Η «υγιαίνουσα διδασκαλία» είναι δι’ αυτούς αφελής αντίληψις της θρησκείας, γεμάτη από τάς δεισιδαιμονίας της παραδόσεως. Αληθινά, τι ημπορεί να είναι δι’ αυτούς, εκείνο που γράφει ένας άνθρωπος ο οποίος δεν εσπούδασεν εις μίαν μεγάλην σχολήν, πρό πάντων ξένην, όπως ο Καλόμοιρος; Μα ο καλότυχος Καλόμοιρος, έπιε από την πηγήν του ζώντος ύδατος, από την παράδοσιν, και εμελέτησε τους Πατέρας, ημέρας και νυκτός. Και έχοντας οδηγόν του την πίστιν, έγινε «διδακτός Θεού». 


Ο Χριστός λέγει: «Ο ποιμήν ο καλός, όταν τα ίδια πρόβατα εκβάλη, έμπροσθεν αυτών πορεύεται, και τα πρόβατα αυτώ ακολουθεί, ότι οίδασι την φωνήν αυτού». Ήγουν «οι μαθηταί μου ακούν τα λόγια μου με απλή γνώμη, και τα δέχονται στην καρδιά τους, χωρίς να τα περάσουνε από το περίπλοκο μυαλό τους, κάνοντας θεωρίες, τα δέχονται με την πίστιν, όπως κάνουν τα αθώα πρόβατα που ακούουν την φωνήν του τσομπάνη και τρέχουν κοντά του. Η πίστις κατόπιν ανοίγει το στόμα του πιστού, και το κήρυγμά του ευρίσκει ανοικτάς τάς καρδίας των Χριστιανών, κατά τον λόγον του Χριστού που είπε: «Ο πιστεύων εις εμέ, καθώς είπεν η Γραφή, ποταμοί εκ της κοιλίας αυτού ρεύσουσιν ύδατος ζώντος» (Ιωάν. ζ΄ 38). Τους αληθινούς κήρυκας του Ευαγγελίου δεν τους παραδέχονται οι «εν μωρά σοφία», οι «εν πειθοίς ανθρωπίνης σοφίας λόγοις» διδάσκοντες, και τούτο διότι οι αληθινοί αυτοί κήρυκες «ου συσχηματίζονται τω αιώνι τούτω» αλλά μεταμορφούνται τη ανακαινώσει του νοός αυτών» (Ρωμ. ιβ΄ 2). 


Θα εύρουν λοιπόν εις αυτό το βιβλίο αφορμές διά πολλάς κατηγορίας, θα κατηγορήσουν τον συγγραφέα ότι δεν έχει την υποκριτικήν προσήνειαν, την οποίαν έχουν οι ίδιοι πρός τους αιρετικούς, αλλά έχει την γενναιότητα του καλού στρατιώτου του Χριστού και πορεύεται κατά τους λόγους του αποστόλου Παύλου, ο οποίος λέγει: «ου γάρ έδωκεν ημίν ο Θεός πνεύμα δειλίας, αλλά δυνάμεως και αγάπης και σωφρονισμού» (Β΄ Τιμόθ. α΄ 7). Άλλο ψεγάδι που θα του εύρουν είναι ότι το κήρυγμά του είναι εμποτισμένον με την θλίψιν την εν Χριστώ, με την χαρμολύπην, ενώ αυτοί είναι αισιόδοξοι, αποβλέποντες εις τα του παρόντος αιώνος. Αλλά, ας κοιτάξουν, τι λέγει ο απόστολος Παύλος: «Η κατά Θεόν λύπη μετάνοιαν εις σωτηρίαν αμεταμέλητον κατεργάζεται. Η δε του κόσμου λύπη θάνατον κατεργάζεται». Η λύπη που περνά ο άνθρωπος που πιστεύει εις τον Θεόν, είναι λύπη την οποίαν γλυκαίνει η ελπίδα, και δια τούτο είναι χαρούμενη λύπη, «χαροποιόν πένθος», και τον φέρνει εις την σωτηρίαν της ψυχής του με την μετάνοιαν. Μακαρίζω τον ευλογημένον τούτον νέον που έγραψε ένα τόσον ψυχωφελές βιβλίον, ευωδιάζον από το πνεύμα της αληθινής Ορθοδοξίας. 


Και δοξάζω και υμνώ το πάντιμον Όνομα του Κυρίου, ο Οποίος χαρίζει εις την Ορθόδοξον Εκκλησίαν μας τοιούτους αδάμαντας, που λάμπουν μέσα εις το σκότος της πλάνης και της απωλείας. Άς είναι δοξασμένος και ευλογημένος ο πολυεύσπλαγχνος Κύριος και Θεός μας, που στηρίζει την Ορθόδοξον πίστιν μας με τέτοιους λίθους, τους οποίους «αποδοκιμάζουσιν οι οικοδομούντες».



 Οι άνθρωποι που καταγίνονται με την θρησκείαν, 

γράφουν σωρούς από βιβλία μεγάλα και επίσημα, 

γεμάτα από την λεγομένην «θεολογικήν επιστήμην», 

η οποία κατά τον τρόπον που ερευνά τα της θρησκείας,

δεν είναι άλλη παρά η κοσμική γνώσις την οποίαν λέγει ο απόστολος Παύλος «κενήν απάτην» και «μεθοδείαν της πλάνης». 

Το Ιερόν Ευαγγέλιον, που είναι η απλότης, ανατέμνεται, 

ψηλαφείται, διαμελίζεται, κατά τα συστήματα της φιλοσοφίας, της «κενής απάτης». 

Σύγχυσις, περιπλοκή, θεωρίες που σκοτίζουν τον άνθρωπον, 

«μωραί ζητήσεις και γενεαλογίαι και μάχαι νομικαί», 

λάσπες που θολώνουν το διαυγές ύδωρ το αλλόμενον εις ζωήν αιώνιον, 

όλα αυτά γράφονται εν ονόματι Εκείνου, 

που ήλθεν εις τον κόσμον διά να σώσει το απολωλός πρόβατον, 

τον άνθρωπον της ματαίας γνώσεως, από το φορτίον 

της αμαρτωλής διανοίας του, κράζοντας: 

«Δεύτε πρός με πάντες οι πεφορτισμένοι από την μωράν και άσκοπον σοφίαν».





 Εισαγωγή στο διαδίκτυο στο μονοτονικό σύστημα, 
τίτλος και επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ. 
Πρόλογος του Φώτη Κόντογλου στο βιβλίο του Αλεξάνδρου Καλομοίρου: 
''ΚΑΤΑ ΕΝΩΤΙΚΩΝ''. 
 Εκδόσεις ''Ζέφυρος'', Αθήνα 1964, σελίδες 20 - 23. 




Φώτης Κόντογλου


Η ΘΕΙΑ ΕΠΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΦΑΝΟΥΡΙΟΥ




Σε μια περίοδο της ιστορικής ζωής της, 

η Κρήτη ήταν υποδουλωμένη στους Λατίνους (1204 – 1669 μ.Χ.), 

που είχαν δικό τους Αρ­χιεπίσκοπο και γι’ αυτό προσπαθούσαν με κάθε τρόπο 

να παρασύρουν τους κατοίκους του νησιού στον Καθολικισμό (Παπισμό). 

Έτσι οι Λατίνοι πήρανε σαν καταπιεστι­κό μέτρο ενάντια στην Ορθοδοξία 

να μην επιτρέπουν να χειροτονούνται ιερείς στην Κρήτη, 

οπότε οι Κρητικοί αναγκάζονταν να μεταβαίνουν στο νησί Τσιρίγο (Κύθηρα) 

για να χειροτονηθούν ιερείς από Ορθόδοξο Αρχιερέα, 

που έδρευε εκεί. 


Κάποια εποχή λοιπόν ξεκίνησαν απ’ την Κρήτη τρεις διάκονοι για το Τσιρίγο κι αφού χειροτονήθησαν εκεί ιερείς, επέστρεφαν τρι­σευτυχισμένοι στο πολύπαθο τότε απ’ τη σκλαβιά νησί τους. Κατά κακή τους τύχη Αγαρηνοί πειρατές τους συνέλαβαν στο πέ­λαγος, τους μετέφεραν στη Ρόδο, όπου τους πώλησαν σε τρεις διαφορετικούς Αγαρηνούς αφέντες. Η θέση των τριών ιερέων ήταν αξιοθρή­νητη κι όμως μια γλυκειά προσμονή ήλθε να γλυκάνει το πικρό παράπονό τους. Μάθα­νε πως στη Ρόδο ο Άγιος Φανούριος θαυματουργούσε και σ’ αυτόν στήριξαν τις ελ­πίδες τους κι ολοένα προσεύχονταν και τον επικαλούνταν ο καθένας τους ξεχωριστά, για να τους λυτρώσει απ’ την σκληρή αιχ­μαλωσία στους μιαρούς Αγαρηνούς. 


Ζήτησε, λοιπόν, ο κάθε ιερέας, χωρίς να συνεννοηθούν μεταξύ τους, απ’ τον αφέν­τη του, να του δώσει άδεια να μεταβεί στην εκκλησία για να προσκυνήσει την εικόνα του Αγίου Φανουρίου. Πήρανε κι οι τρεις τους μ’ ευκολία την άδεια, προσκύνησαν μ’ ευ­λάβεια την εικόνα του Αγίου βρέχοντας τη γη με τα δάκρυά τους γονατιστοί σαν προ­σεύχονταν και με όλη τη δύναμη της ψυχής τους παρακαλούσαν τον Άγιο Φανούριο να μεσολαβήσει για να γλυτώσουν πια απ’ τα χέρια των Αγαρηνών. Αφού οι ιερείς αναχώρησαν, ανακουφι­σμένοι απ’ τον πόνο τους, ο Άγιος Φανού­ριος παρουσιάστηκε τη νύχτα και στους τρεις αφέντες τους και τους διέταξε να ελευ­θερώσουν τους σκλάβους ιερείς τους, δια­φορετικά θα τους τιμωρούσε σκληρά. 


Οι Αγαρηνοί όμως άρχοντες θεώρησαν την επέμ­βαση του Αγίου σαν κάποια μαγεία, γι’ αυ­τό αλυσόδεσαν τους σκλάβους τους κι άρ­χισαν να τους βασανίζουν με χειρότερο τρό­πο. Την άλλη όμως νύχτα ο Άγιος Φανούριος επέμβηκε πιο αποτελεσματικά, έλυσε τους τρεις ιερείς απ’ τα δεσμά τους και τους υ­ποσχέθηκε, πως θα τους ελευθέρωνε από τους Αγαρηνούς την άλλη μέρα. Φανερώ­θηκε και πάλι στους Αγαρηνούς και τους απείλησε αυτή τη φορά, πως αν δεν ελευθέρωναν το πρωί τους ιερείς, θα μεταχειρι­ζότανε σκληρά μέτρα γι’ αυτούς. Το άλλο πρωί οι Αγαρηνοί αισθάνθησαν την τιμωρία, γιατί έχασαν όλοι το φως τους και το κορμί τους έμεινε παράλυτο. Έτσι αναγκάσθησαν τότε να συμβουλευτούν τους συγγενείς τους, για να συζητήσουν το κα­κό που τους βρήκε. 


Όλοι δε οι άρχοντες α­ποφάσισαν να καλέσουν τους τρεις ιερείς, μήπως μπορούσαν να τους βοηθήσουν. Οι ιερείς την μόνη απάντηση που έδωσαν ήταν, πως αυτοί θα παρακαλούσαν τον Θεό τους κι Εκείνος θα αποφάσιζε. Την τρίτη νύχτα παρουσιάστηκε πάλι ο Άγιος Φανούριος στους Αγαρηνούς και τους ανακοίνωσε πως αν δεν έστελναν οι τρεις άρχοντες γραπτώς στο ναό του τη συγκατάθεση τους για την απελευθέρωση των ιερέων, δεν θα ξανάβρισκαν πια την υ­γεία τους. Οι Αγαρηνοί τότε θέλοντας και μη έγραψαν το γράμμα που ζήτησε ο Άγιος Φανούριος και δήλωναν απερίφραστα, πως παραχωρούσαν, στους τρεις ιερείς την ελευ­θερία τους. Αυτές οι δηλώσεις τους κατατέ­θηκαν στον ιερό ναό του Αγίου. Πριν ακόμα επιστρέψει η αντιπροσωπεία των Αγαρηνών απ’ το ναό, οι τυφλοί και παράλυτοι άπιστοι έγιναν εντελώς καλά με το θέλημα του Αγίου. 


Οι πλούσιοι Αγαρηνοί έδωσαν στους τρεις ιερείς 

όλα τα έξοδα του ταξιδιού τους κι αυτοί 

πριν αναχωρή­σουν κατέφυγαν στην εκκλησία, 

και αφού ευχαρίστησαν τον Άγιο για την απελευθέ­ρωσή τους, 

αντέγραψαν πιστά την εικόνα του Αγίου Φανουρίου 

και την πήραν στην Κρήτη, 

όπου την τιμούσαν κάθε χρόνο με δοξολογίες και λιτανείες.



Εκ του Ιστολογίου ''Olympia g.r.''
Τίτλος, επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.


Άγιος Φανούριος


Τετάρτη 7 Σεπτεμβρίου 2016

ΔΗΜΟΣΙΑ ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ ΣΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ



Ο συνάδελφος δημοσιογράφος Αλέξανδρος Βέλλιος πέθανε. Αυτοκτόνησε με ''μη υποβοηθούμενη ευθανασία,'' όπως ονόμασε την προσχεδιασμένη, φαρμακευτική αυτοχειρία του. Ο δημοσιογραφικός και πολιτικός κόσμος πανηγυρίζει διθυραμβικά για την ηρωική ''έξοδο'' του ανδρός στον ανεπίστρεπτο, εγωπαθή αυτοεγκλεισμό του, για την λιποτακτική αυτομόληση στον θάνατο, για τον ''αξιοπρεπή'' διαμελισμό της διαβεβλημένης και πάσχουσας ψυχής του. Νιώθω συντετριμμένος... 


Με τον πλήρη και άναρχο ιδεοληπτικό εκφασισμό του Παραλόγου, με τα κατεγνωσμένα, σχιζοφρενικά ''Ζήτω'' υποψηφίων τροφίμων δημόσιου φρενοκομείου, με την ολοκληρωτική επέμβαση ''αλλαγής φύλου'' στο λεξικό της Ελληνικής Γλώσσας. Ο Πρωθυπουργός εξήρε την γενναιοφροσύνη του εκλιπόντος, τα κόμματα απέστειλαν θριαμβευτικούς επαίνους στην οικογένειά του και κάποιοι επαγγελματίες γραφιάδες από το πρωί μιλούν για το ''δικαίωμα στον θάνατο''! Αυτή η χώρα γεννά και αναγεννά παραφροσύνη! Ο πολιτικός αμοραλισμός και η άθλια, άθεη σπέκουλα των προβοκατόρων της ζωής μετέβαλλαν και την αυτοχειρία, ως ανοικό ιδεολόγημα στον δύστηχο και παροχημένο βίο τους. 


Ολημερίς γράφηκαν άρθρα, που ανατριχιάζεις με τον δημόσια απονομή επαίνου στον ίδιο, αυτόν τον θάνατο! Η εν γνώση και προγραμματισμένη λιποταξία απ' την ζωή βαπτίστηκε αξιοπρέπεια κι η βιασμένη αυτοκτονία του νοός, ως πρωτοπορεία στα ελληνικά ειωθότα. Η νεοκαθεστωτική εφημερίδα του Αναστασιάδη έγραψε το -εκπληκτικά- σχιζοφρενικό, πως ''ο Αλέξανδρος Βέλλιος αυτοκτόνησε για τις ιδέες του''... Ποιές ιδέες του; Γνωρίζουμε -αρκετά καλά- πως δουλεύουν τα τεκτονικά συγκροτήματα στον Τύπο και ο εκλιπών ήταν -εγνωσμένης απόδειξης- ''βιολογικό'' παιδί τους. Το να επιχειρείτε να μοστράρετε την ευθανασία, ως ένα ρομαντικό και ατελεύτητο ταξίδι στους γαλαξιακούς πλανήτες της απούσας ενδοχώρας σας, το καταλαβαίνουμε. 


Τα νεοταξικά αφεντικά σας έχουν αναγάγει την προπαγάνδα, σε παρεχόμενη επιστήμη με σύστημα άνευ διδασκάλου. Η αυτοχειρία εν πολλοίς είναι σαν την άμβλωση. Κάνεις έκτρωση και την βαπτίζεις, ως ''διακοπή ανεπιθύμητης κύησης''. Κάνεις ''ευθανασία'' και την βαπτίζεις, ως αξιοπρεπή έξοδο απ' την ζωή... Εισβάλλατε ακόμη και στον θάνατο. Αφού πυρπολήσατε τις ελπίδες των ανθρώπων και σαλαμοποιήσατε με χειρουργική ακρίβεια την απόστατη ζωή τους, είπατε να βάλετε χέρι και σ' αυτό το γήινο, παρηκμασμένο τέλος τους. Αποδεικνύεται με οφθαλμοφανή μεγαλοπρέπεια εκείνο εκ του Γεροντικού, πως η μεγαλύτερη επιτυχία του διαβόλου στον άνθρωπο είναι να τον πείσει, πως δεν υπάρχει διάβολος. 


Τον Δεκέμβριο του 2000 αυτοκτόνησε το αφεντικό της Minoan Flying Dolphins και ιδρυτικό στέλεχος των Μινωικών Γραμμών, ο επιχειρηματίας Παντελής Σφηνιάς. Στήθηκε τότε ένα ανεπανάληπτο και παροιμιώδες παρασκήνιο μεταξύ πολιτικών και εκκλησιαστικών ανδρών, προκειμένου η αυτοχειρία να μην λογισθεί ως εκούσια, αλλά ως ''ακούσιος θάνατος''... Ήταν τότε, που ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος -το αγαπημένο παιδί του επιχειρηματικού κόσμου- δια παραγγελίας έκανε διαχωρισμό στις αυτοκτονίες και την πτώση του Σφηνιά, την βάπτισε ως ''μεθυσμένο θάνατο''... Με αυτόν τον τρόπο πέτυχαν να γίνει ''κανονικώς'' η εξόδιος ακολουθία του και η ταφή του, ως συμβαίνει με κάθε φυσική κατάληξη!... 


Με τον δυστηχή δημοσιογράφο δεν θα χρειασθεί τίποτα από αυτά. Ήταν γνωστό, πως ήταν άθεος. Ο ίδιος -είναι καταπληκτικό- πως φρόντισε με περισσή ενδελέχεια την εγωπαθή υστεροφημία του. Αφού δια τηλεόρασης διαφήμισε -γιατι αυτό έκανε- την επιχειρούμενη αυτοχειρία του, ετοίμασε μέχρι και ηχητικό βίντεο, ώστε να ιδεολογικοποιήσει ιδεατά ακόμη και την αυτοκτονία του! Αν η προγραμματισμένη αυτομόληση στον θάνατο υποθάλπει εγωισμό και έπαρση, τότε η ανάγκη για την καλή και αξιοθαύμαστη υστεροφημία, τι υποκρύπτει; Σε ύστερο, ιδιόχειρο σημείωμά του γράφει: ''Η βασική μου επιθυμία είναι να μην υπάρχει σταυρός στον τάφο μου. Μια απλή στήλη, στην οποία θα αναγράφεται το όνομα και οι χρονολογίες γέννησης και θανάτου μου. 


Πάνω στη μαρμάρινη πλάκα, να χαραχθεί η εξής φράση: Ευ ζην, ευ θνήσκειν''. Ο Λιαντίνης -χρόνια πριν- είχε προστεθεί στο πάνθεον των -ιδεολογικά- ιδεοληπτικών αυτοχείρων, για να επιβεβαιωθεί πλήρως το του Αποστόλου Παύλου για την αποκλειστικότητα αυτής της πρόσκαιρης και μάταιης κοσμικής σοφίας, που την αποκαλεί ''μωρίαν παρά τω Θεώ''! 


Λυπάμαι απερίφραστα για τον ανέξοδο χαμό του ανδρός, θρηνώ για την ''επική'' νίκη των δαιμόνων στην διάτρητη ψυχή του, απεχθάνομαι όμως μετά βδελυγμίας αυτήν την θιασώτικη αβροφροσύνη δημοσίων ημιόνων, που επιχαίρουν για τον θάνατο, πάνω σε μια χώρα που μυρίζει θάνατο!



Γιώργος  Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος


ΠΑΝΤΕΣ ΔΕ ΟΙ ΘΕΛΟΝΤΕΣ ΕΥΣΕΒΩΣ ΖΗΝ ΕΝ ΧΡΙΣΤΩ ΙΗΣΟΥ ΔΙΩΧΘΗΣΟΝΤΑΙ




Συ δε παρηκολούθηκάς μου τῇ διδασκαλίᾳ, 

τῇ ἀγωγῇ, τῇ προθέσει, τῇ πίστει, τῇ μακροθυμίᾳ, 

τῇ ἀγάπῃ, τῇ ὑπομονῇ, 

11 τοῖς διωγμοῖς, τοῖς παθήμασιν, οἷά μοι ἐγένοντο 

ἐν Ἀντιοχείᾳ, ἐν Ἰκονίῳ, ἐν Λύστροις, 

οἵους διωγμούς ὑπήνεγκα! καί ἐκ πάντων με ἐρρύσατο ὁ Κύριος. 

12 καί πάντες δέ οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ διωχθήσονται· 

13 πονηροί δέ ἄνθρωποι καί γόητες προκόψουσιν ἐπί τό χεῖρον, 

πλανῶντες καί πλανώμενοι. 

14 σύ δέ μένε ἐν οἷς ἔμαθες καί ἐπιστώθης, εἰδώς παρά τίνος ἔμαθες, 

15 καί ὅτι ἀπό βρέφους τά ἱερά γράμματα οἶδας, τά δυνάμενά σε σοφίσαι εἰς σωτηρίαν διά πίστεως τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. (Β' Τιμοθέου, γ' 10 - 15)


του π. Ευθυμίου Μπαρδάκα

Διωγμοί και παθήματα από μέρους των απίστων και πονηρών ανθρώπων, οι οποίοι λόγω της κακίας των δεν ήθελαν να δεχθούν το κήρυγμα του Ευαγγελίου, αυτή ήταν όλη η ζωή των Αγίων Αποστόλων και ιδιαίτερα του Αποστόλου Παύλου. Συνεχείς διωγμοί και παθήματα. Πήγαινε από το ένα μέρος στο άλλο, έτρεχε παντού και κήρυττε τον Χριστόν και στην Ανατολή και στην Δύση. Εκήρυττε με δύναμη, με ιερό ζήλο, με φλόγα ψυχής και έδειχνε φανερά σε όλους, πως ο Χριστός είναι ο Υιός του Θεού και Σωτήρ του κόσμου. 


Από αυτούς που τον άκουγαν, άλλοι πίστευαν, άλλοι έμεναν στην απιστία. Εκείνοι που τον πίστευαν τον ακολουθούσαν και τον τιμούσαν. Αυτοί, που δεν τον πίστευαν, τον κατεδίωκαν να τον θανατώσουν. Υπέφερε πολλά παθήματα, υπέστη πολλούς και φοβερούς διωγμούς ο Απόστολος Παύλος ιδίως στα μέρη της Μικράς Ασίας, στην Αντιόχεια, το Ικόνιο, τα Λύστρα. Φοβερούς διωγμούς, όπως είπαμε. Αλλά από όλους αυτούς, όπως λέγει η περικοπή, τον έσωσε ο Κύριος. Προσθέτει όμως και τούτο, που όλοι οι πιστοί και ευσεβείς Χριστιανοί πρέπει να το πρεσέξωμε: ''Και πάντες -λέγει- οι θέλοντες ευσεβώς ζην εν Χριστώ Ιησού διωχθήσονται''. 


Προσέξτε Χριστιανοί, λέει ο Απόστολος του Θεού, δεν διωκόμεθα μόνο εμείς οι Απόστολοι. Να ξέρετε, ότι και όλοι εσείς, που θα θελήσετε να ζήσετε σύμφωνα με το θέλημα του Ιησού Χριστού και σεις θα διωχθείτε. Λοιπόν, διωγμοί και παθήματα η ζωή των Αποστόλων, διωγμοί και παθήματα η ζωή των καλών, των γνησίων, των ευσεβών Χριστιανών. Για ποιο λόγο; Για τον λόγο, ότι πιστεύουν στον Χριστό και γιατι, αφού πιστεύουν στον Χριστόν, θεωρούν αναγκαίο και να συμμορφώνονται προς το Ευαγγέλιο και το θέλημα του Χριστού. Να έχουν συνέπεια στην ζωήν των. Όχι μόνο λόγια και θεωρία, αλλά και έργα και πράξη και βίον καθαρόν, άγιον, θεάρεστον. 


Να μην είναι εγωισταί και συμφεροντολόγοι και εκμεταλλευταί και κλέπται καί άρπαγες, αλλά να είναι δίκαιοι, φιλάνθρωποι και φιλάδελφοι, τίμιοι, ειλικρινείς, ίσιοι άνθρωποι, να θυσιάζουν τα συμφέροντά τους για τα κοινά, να είναι ευσυνείδητοι, έντιμοι, άνθρωποι του καθήκοντος, άνθρωποι της Εκκλησίας, σεμνοί, ηθικοί, καθαροί στον βίο και ακηλίδωτοι. Γι' αυτόν τον λόγο συνήθως διώκονται οι Χριστιανοί. Επειδή είναι τίμιοι και δεν είναι άτιμοι. Επειδή είναι πιστοί και δεν είναι άπιστοι. Γι' αυτούς τους λόγους διώκονται και δοκιμάζουν πολλές φορές μεγάλες δοκιμασίες, υφίστανται μεγάλες αδικίες, πάσχουν παθήματα φοβερά. Και από ποιους πάσχουν και διώκονται; Από τους αντιθέτους. Από εκείνους που φρονούν και παραδέχονται και ακολουθούν τα αντίθετα από τους πιστούς και ευσεβείς. 


Οι ασυνείδητοι πιέζουν τους ευσυνειδήτους. Οι εκμεταλλευταί και άδικοι, αγωνίζονται να κάνουν ομοίους με τους εαυτούς των, τους δικαίους και τιμίους και όταν βλέπουν πως δεν γίνονται, αποφασίζουν και επιδιώκουν την εξόντωσή των. Γίνεσαι κλέφτης μαζί μου; Γίνεσαι ανήθικος, πρόστυχος, διεφθαρμένος προς ικανοποίηση αμαρτωλών και ενόχων επιθυμιών και παθών; Γίνεσαι ψευδομάρτυρας και πλαστογράφος για να μπορέσουμε να κερδίσουμε μια δίκη, να γεμίσουμε τις τσέπες μας λεπτά; Αν γίνεσαι, τότε εντάξει. Είσαι φίλος καλός και μη φοβάσαι. Όχι μοναχά μη φοβάσαι, αλλά πάρε και θέσεις καλές, πάρε και αξιώματα, πάρε και χρήματα. Δεν γίνεσαι όμοιός μας και θέλεις να μας κάνεις τον τίμιο, τον Χριστιανό; Τότε θα πληρώσεις την άρνησή σου. Θα πληρώσεις με το παραπάνω την πίστη και την αρετή σου. Τότε θα διωχθείς. 


Δεν θα σταθείς ήσυχος πουθενά, έως ότου εξοντωθείς. Επειδή είσαι καλός και τίμιος Χριστιανός, γι' αυτό θα διωχθείς. Πόσα τέτοια δεν γίνονται στις ημέρες μας! Πόσοι Χριστιανοί πιστοί, πόσοι άνθρωποι τίμιοι και καλοί δεν διώκονται, δεν παραμερίζονται, δεν χάνουν περιουσίες και θέσεις και αξιώματα και τιμές! Και τι θα κάνομε; Θα τα δεχθούμε και θα τα υπομείνουμε όλα. Όλους τους διωγμούς, όλες τις αδικίες και συκοφαντίες, όλα τα παθήματα. 


Επειδή είμαστε Χριστιανοί με Ορθόδοξη Ομολογία και με έργα κατά Χριστόν, γι' αυτό δεν μας κυνηγούν και μας αδικούν; Αφού γίνονται όλα αυτά για την πίστη μας, είναι τιμή και δόξα μας. Είναι παράσημα για όλους εμάς. Είναι καυχήματά μας. Και μη φοβόμαστε τους κατατρεγμούς των αδίκων και ασεβών. 


Όπως ο Θεός προστάτευε στους διωγμούς

τους Αποστόλους του και τους έσωζε από βεβαίους θανάτους, 

έτσι πάντοτε θα προστατεύει και εμάς 

από τις επιβουλές και κακουργίες των πονηρών ανθρώπων. 

Θα μας προστατεύει και θα μας ευλογεί. 

Ο Απόστολος μας το είπε: 

''Πάντες οι θέλοντες ευσεβώς ζην εν Χριστώ Ιησού διωχθήσονται''. 

Τί ευλογία και χάρις Θεού να διωκόμεθα για την πίστη μας! 

Ας δεχθούμε με υπομονή και χαρά αυτούς τους διωγμούς 

και η ανταμοιβή μας θα είναι μεγάλη 

στη γη και στους ουρανούς. 




Άρθρο του Αρχιμανδρίτη π. Ευθυμίου Μπαρδάκα 
εκ του προσωπικού του Ιστολογίου ''ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ''. 
Εισαγωγή στο μονοτονικό σύστημα και επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.



Αρχιμανδρίτης π. Ευθύμιος Μπαρδάκας

Εφημέριος Ι. Ν. Παναγίας Προυσιωτίσσης Τσακού Αγίας Παρασκευής Αττικής.



Κυριακή 4 Σεπτεμβρίου 2016

ΥΠΟΜΟΝΗ Ω ΜΗΤΕΡ ΑΧΡΙ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΥ ΠΟΤΗΡΙΟΥ




Δύνασθε επίσης να μας πείτε όλοι εσείς, 

οι οπαδοί της οικονομίας και του δήθεν κατ' επίγνωσιν ζήλου 

εις τι εβοηθήσατε την πολεμουμένην Ορθοδοξίαν από το 1923 και εξής, 

από το έτος δηλαδή που δειλά - δειλά ο Οικουμενισμός 

διά της ημερολογιακής καινοτομίας έφθασε μέχρι του σημείου της συμπεριλήψεως 

του ονόματος του πάπα εν τοις διπτύχοις της Κωνσταντινουπόλεως 

και της αναγνωρίσεως αυτού ''ως ομοζήλου και ομοτρόπου των Πρωτοκορφαίων Αποστόλων!, 

της δε ''εκκλησίας'' του, ως ταμειούχου της Θ. Χάριτος, με αποστολικήν διαδοχήν, μυστήρια κ.λπ; (Βλέπε ''Επίσκεψις'' Νο 139, 159, 214. Ορθόδοξον Τύπον 1 Δεκεμβρίου 1969 σελ. 3, ''Μακεδονία'' 9 Ιουλίου 1978). 

Όχι μόνον δεν την εβοηθήσατε, 

αλλά και όσα ηρωικά της τέκνα είπαν το ΟΧΙ στους σύγχρονους Βέκκους του Φαναρίου, 

ηθελήσατε διά ποικίλων τρόπων να τα αποτρέψετε της ομολογιακής των πορείας, 

ελεγχόμενοι ασφαλώς από την στάσιν των, 

ως πάλαι οι λατινόφρονες του Βυζαντίου ησχύνοντο και αποστρέφοντο 

συγχρόνως τους ζηλωτάς Ορθοδόξους. 


Ή μήπως διακρίνει ο Παν/τος διαφοράν τίνα μεταξύ της τότε και της νυν καταστάσεως; Ημείς διαφοράν βλέπομεν μόνον εις την στάσιν των σύγχρονων Ορθοδόξων και δη του Αγίου Όρους, το οποίον, αντί σύσσωμον να είχε διακόψει πάσαν κοινωνίαν μετά της υποπεσούσης εις αίρεσιν Εκκλησίας της Κων/λεως, αυτό, ου μόνον συνεχίζει να κοινωνεί αδιαφόρως μετ' αυτής, αλλά και να διώκει ποικίλως τους Ζηλωτάς Αγιορείτας Πατέρας, ως δήθεν σχισματικούς, εκτός εκκλησίας κ.λπ. Αλήθεια, πόσο ομοιάζετε Πανοσιολογιώτατε.


Όχι μόνον λοιπόν δεν εβοηθήστε την πολεμουμένην Ορθοδοξίαν, αλλά και την εναγώνιον προσπάθειάν της ν' αποφύγει τον θανάσιμον εναγκαλισμόν του παπικού πτώματος, με σαδισμόν θα έλεγεν κανείς, της απαντούσατε κάθε φοράν: Υπομονή, ω Μήτερ, άχρι καιρού, άχρι του κοινού ποτηρίου, και τότε θα ίδεις οποία ηρωικά τέκνα έχεις. Πανοσιολογιώτατε, ουδέποτε να νομίσετε ότι η Ορθοδοξία υμών και των 2 - 3 ''συντηρητικών'' επισκόπων σας και ''αγωνιστικών'' εντύπων, ως του ''Ορθοδόξου Τύπου'', αδυνατεί να συνεχίσει την αιματώδη πλην ένδοξον πορείαν της.


Πάντοτε θα ευρίσκονται οι Πένητες του Χριστού'', ο πιστός λαός με τον ελάχιστον, πλην θεοφοβούμενον κλήρον, αυτοί οι αγαπώντες την αλήθειαν χωρίς σοφιστείες και διαβολές, για ν' ανταγωνίζονται χάριτι Θεού κατά της ποικίλης πλάνης και κακοδοξίας. Αλίμονον όμως εις τους δήθεν κατ' επίγνωσιν ζηλωτάς, και ιδιαιτέρως την Παν/τητά σου, οι οποίοι, όχι μόνον δεν εισέρχονται εις το στάδιον της ομολογίας, αλλά και τους επιθυμούντας να εισέλθουν, εμποδίζουν, με αποτέλεσμα να προχωρά πιο εύκολα η αίρεσις και η παράταξις του Κυρίου να αποδυναμούται.


Ασφαλώς μερικούς ομοίους σας θα είχε υπ' όψιν του ο Μ. Βασίλειος, όταν έγραψε τους παρακάτω αληθεστάτους λόγους του: ''Ημήν σε προς τω φανερώ πολέμω των αιρετικών έτι δε και ο παρά των δ ο κ ο ύ ν τ ω ν ο ρ θ ο δ ο ξ ε ί ν επαναστάς, προς έσχατον ασθενείας τας εκκλησίας κατήγαγε''. Επιστολή 92. (Α' Ιούνιος '79)


ΠΟΙΝΑΙ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΑΚΥΡΑΙ


Ποιναί, επιβαλλόμεναι υπό επισκόπου, κηρύττοντος, ''δημοσία,'' ''γυμνή τη κεφαλή'' και ''επ' εκκλησίας'', αίρεσιν ''παρά των Αγίων Συνόδων ή Πατέρων κατεγνμωσμένην'' (ΙΕ' Κανόνος ΑΒ Συνόδου), ουκ ισχύουσιν. Διο ο άγιος Κελεστίνος Ρώμης γράφει περί του αιρετικού Νεστορίου , ότι ούτος ''ουδένα ή καθελείν, ή αποκινήσαι ηδύνατο, ος, εν τω κηρύττειν τοιαύτα (αιρετικά), ασφαλώς ουχ ειστήκει'' εν τη ορθοδόξω πίστει (Μ 4, 1045). Από τότε δε ουκ ηδύνατο να επιβάλλει ποινήν καθαιρέσεως, αφορισμού κ.α. ο Νεστοριος ''αφ' ου τοιαύτα (αιρετικά) κηρύττειν ήρξατο'' αυτόθι.


Η δε τιμωρητική ''απόφασις'' του αιρεσιάρχου κατά των μη πειθομένων εις αυτόν ουδέ πρόσκαιρον ισχύν έσχεν (αυτόθι). Και ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας ελέγχει τον Νεστόριον, επιστέλλων προς αυτόν: ''Κλήρον άγιον πρεσβυτέρων και διακόνων αποσυναγώγους (κακώς) εποίησας, ελέγχοντά σου την άκαιρον μανίαν, μη τα του Αρείου φρονείν''. (Μ 4, 1256). Ο Νεστόριος έδει να μετανοήσει εκ της κακοδοξίας του, και ουχί οι ελέγξαντες τούτον ως αιρετικόν να καθαιρεθώσι και αφορισθώσι παρ' αυτού, οίτινες ήσαν άξιοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί (ΙΕ Κανόνος ΑΒ Συνόδου). Ιδού, διατί οι τιμωρηθέντες υπό του αιρετικού Νεστορίου, ως μη τιμωρηθέντες ελογίσθησαν παρά των Αγίων και παρέμειναν εν τη Εκκλησία, κοινωνούντες μετά των Ορθοδόξων Ιεραρχών.


Τοις δε γε των κληρικών, ήτοι (ή) λαικών, διά την ορθήν πίστιν κεχωρισμένοις, ή καθαιρεθείσι παρ' αυτού'', γράφει Κύριλος Αλεξανδρείας προς τους εν Κωνσταντινουπόλει, ''κοινωνούμεν ημείς'' (Μ 4, 1096). ''Ούτοι πάντες'', λέγει και Κελεστίνος Ρώμης, ''εν τη ημετέρα κοινωνία και εγένοντο (και προ της τιμωρίας των υπό του Νεστορίου) και άχρι του παρόντος εισίν (παρά την κατ' αυτών καταδικαστικήν απόφασιν του αιρετικού επισκόπου (Μ 4, 1045). ''Αποσυναγώγους ποιήσουσιν ημάς'', είπεν ο Κύριος (Ιω. ιστ' 2). Αλλά ''μη ταρασσέσθω υμών η καρδία, πιστεύετε εις τον Θεόν και εις εμέ πιστεύετε'' (Ιω. ιδ' 1).


Τα φόβητρα των αιρετικών ουδέν έστι. Διότι, εφ' όσον ''κατά άνθρωπον γίνεται ταύτα, ουδέν γίνεται'' κατά Θεόν και Εκκλησίαν (Μ. Βασιλείου, PG. 32, 1029). Τουναντίον, ''οι δια την αλήθειαν και την εις Χριστόν ομολογίαν πάσχοντες τι δεινόν και υβριζόμενοι, ούτοι μάλιστα εισίν οι τιμώμενοι'' (Χρυσοστόμου PG. 59. 321), διά τους μη υποκύπτοντας τη αιρέσει, καν ποιναί παρά αιρετικών καταφέρωνται''. (Κ. Ο. 1/7/'81)


ΜΗ ΚΟΙΝΩΝΕΙΤΕ


Τί θέλει ο Θεός να πράξουν οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, όταν ο επίσκοπος αυτών κηρύσσει , ''δημοσία'' και ''γυμνή τη κεφαλή επ' Εκκλησίας'' (ΙΕ' Κανόνος ΑΒ Συνόδου) αίρεσιν, ''παρά των αγίων Συνόδων ή Πατέρων κατεγνωσμένην; Εκείνο, το οποίο παραγγέλλει ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας προς τους εν Κωνσταντινουπόλει, προκειμένου περί του αιρετικού Νεστορίου: ''ασπίλους'' γράφει, ''και αμώμους εαυτούς τηρήσατε, μήτε κοινωνούντες τω μνημονευθέντι, μήτε μην ως διδασκάλω προσέχοντες, ει μένει λύκος αντί ποιμένος'' (Μ. 4, 1096). (Κ.Ο. 1/9/'81).


ΤΟ ΚΑΤΑΚΡΙΤΟΝ ΤΗΣ ΜΕΤΑ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

Τί ζητεί ο Θεός κι η Εκκλησία του να πράξουν οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί (κληρικοί και λαικοί), όταν ο επίσκοπός των δεν κηρύσσει μεν αίρεσιν, κοινωνεί όμως με κηρύσσοντες έργω και λόγω κακοδοξίαν τινά, έστω και αν τούτοι (οι κηρύσσοντες) δεν έχουν κριθεί υπό Συνόδου; Η απάντησις εις το ανωτέρω σοβαρό ερώτημα δεν δύναται ασφαλώς να είναι ολιγόλογος και απλή. Συνοπτικώς θα ηδυνάμεθα να την κλιμακώσωμεν, ως ακολούθως: Α)

Εάν η αίρεσις κηρύσσεται δι' ολίγον χρόνον (μήνας τινάς), οι πιστοί αναμένουν και παρακολουθούν εναγωνίως να ίδουν, πώς θα αντιδράσει ο επίσκοπός των, ή οι συνεπισκοποί του, ή οι επίσκοποι άλλων Ορθόδοξων Εκκλησιών. (Διότι ως μία είναι η Εκκλησία του Χριστού, παρά τας επί μέρους διοικητικάς διακρίσεις της εις πατριαρχεία και αρχιεπισκόπους, ούτω μία και η αυτή ευθύνη βαρύνει πάντας, κληρικούς και λαικούς, έναντι της κηρυττομένης κακοδοξίας ποικίλουσα μόνον ως προς την γνώσιν και τον βαθμόν εκάστου). Και αν μεν αντιδράσει ο επίσκοποπός των πατερικώς, τότε υποχρεούνται να του συμπαρασταθούν πάση δυνάμει, αναμένοντες την έκβασιν. Β) 

Εάν όμως παρ' ελπίδα δεν αντιδράσει ο επίσκοπός των, αλλά οι συνεπίσκοποί του, ή έστω εις ορθόδοξος επίσκοπος, τότε υποχρεούνται να συμπαρασταθούν εις αυτόν, ελέγχοντες ούτω εμμέσως, το κατ' αρχάς, την σιωπήν του ποιμένος των, μη διακόπτοντες όμως την μετ' αυτού κοινωνίαν. Εάν, όμως οι αντιδράσεις του επισκόπου, που αγωνίζεται κατά της αιρέσεως κλιμακωθούν και καταλήξουν εις τον πρέποντα χρόνον εις την διακοπήν της κοινωνίας μετά του κακοδοξούντος (εφ' όσον εκείνος θα παρέμενε ανένδοτος εις τα κακόδοξα φρονήματά του), τότε οι πιστοί υποχρεούνται να κοινωνούν μ ό ν ο ν μετά του ανωτέρου αγωνιζόμενου επισκόπου, απομακρυνόμενοι των συνάξεων του ιδικού των, όστις δια της σιγής του ή χλιαράς αντιδράσεώς του δεν παύει να κοινωνεί μετά του αιρετικού, συμπράττων ούτω και ε ν ι σ χ ύ ω ν την κακοδοξίαν.

Ο επί του προκειμένου πατερικός λόγος είναι σαφέστατος: ''Οι μεν τέλεον περί την πίστιν εναυάγησαν, οι δε ή και τοις λογισμοίς ου κατεποντίσθησαν, όμως τη κοινωνία της αιρέσεως σ υ ν ό λ λ υ ν τ α ι''. ''Άπαντες οι της Εκκλησίας διδάσκαλοι, πάσαι αι Σύνοδοι, πάσαι αι Θείαι Γραφαί, φεύγειν τους ετερόφρονας παραινούσι και της αυτών κοινωνίας διίστασθαι''. Και συμπληροί ο μέγας Θεόδωρος ο Στουδίτης: ''Εχθρούς γαρ Θεού ο Χρυσόστομος, ου μόνον τους αιρετικούς, αλλά και τους τοιούτοις κοινωνούντας μεγάλη και πολλή τη φωνή απεφήνατο''.

Αι ανωτέρω αντιδράσεις του καλώς αγωνιζομένου επισκόπου δεν θα πρέπει να διακοπούν μέχρι συνοδικής καταδίκης του αιρετικού. Εν εναντία περιπτώσει, η αντίδρασίς του θα πρέπει να συνεχισθεί άχρι θανάτου, δεσμών και φυλακής, εις περίπτωσιν δηλαδή που ο κακοδοξών διαθέτει πολιτικήν ή εκκλησιαστικήν ισχύν υπέρ αυτού, ως πολλάκις τούτο συνέβη εν τη ιστορία της Εκκλησίας. Εννοείται, ότι την θέσιν του ορθοδόξως, αντιδρόντως επισκόπου δύναται να έχει κληρικός τις ή μοναχός, εφ' όσον δεν ήθελε αντιδράσει εγκαίρως ή αποτελεσματικώς ουδείς επίσκοπος. Τα παραδείγματα είναι πολλά. 


Βασικότατον και πρωτεύοντα ρόλον δια πάντα τα ανωτέρω 

θα παίζουν πάντοτε οι παράγοντες χ ρ ό ν ο ς και γ ν ώ σ ι ς, 

ήτοι επί πόσον χρόνον κηρύσσεται η κακοδοξία 

και κατά πόσον εγένετο αύτη γνωστή εις το πλήρωμα της Εκκλησίας. 

Δέον όμως να σημειωθεί, ότι ο παράγων γνώσις εις τας ημέρας μας έχει εκμηδενισθεί, 

λόγω των υπαρχόντων μέσων αναμεταδόσεως ομιλιών και γεγονότων, 

ενώ ο παράγων χρόνος, καίτοι κατά πολύ συντετμημένος εν συγκρίσει προς το παρελθόν, 

εν τούτοις συνεχίζει και θα συνεχίζει να παίζει βασικόν ρόλον 

ένεκα της απαιτουμένης μεθοδεύσεως της αντιδράσεως, άχρι της Συνοδικής Καταδίκης. 

Κλασσική πάντως περίπτωσις εν προκειμένω, προς την οποίαν δύναται να προσβλέπουν πάντες οι καλοί ποιμένες, 

τυγχάνει η καταδίκη του αιρετικού Νεστορίου, πατριάρχου Κων/λεως, 

υπό της Γ' Οικουμενικής Συνόδου, με πρωταγωνιστάς της καθαιρέσεώς του 

ουχί τινάς εκ των συνεπισκόπων του αιρετικού, 

αλλά τους μακράν σφόδρα κειμένους πατριάρχας Αλεξανδρείας και Ρώμης!




Εισαγωγή στο διαδίκτυο στο μονοτονικό σύστημα, 
τίτλος και επιμέλεια κειμένου 
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Απόσπασμα από το βιβλίο ''ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΚΑΙ ΑΙΡΕΣΙΣ'' 
του αειμνήστου πατρός Θεοδωρήτου Μαύρου
Έκδοση του περιοδικού ''Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ''. 
Αθήνα 1982, σελίδες 57 - 63. 
Στην φωτογραφία της ανάρτησης 
ο αείμνηστος ζηλωτής μοναχός π. Πέτρος
συνασκητής του περίφημου Γέροντα π. Ισιδώρου.


Αείμνηστος π. Θεοδώρητος Μαύρος


Η ΚΑΤΑ ΘΕΟΝ ΘΥΣΙΑ ΕΝΟΣ ΦΙΛΑΔΕΛΦΟΥ ΑΒΒΑ




«...ἵνα τις θῇ τήν ψυχήν αὐτοῦ ὑπέρ τῶν φίλων αὐτοῦ» 


Ἐκπληκτικό Παράδειγμα «Μείζονος Ἀγάπης»


Τό ἐθελούσιο μαρτυρικό τέλος τοῦ Ἁγίου Μοναχοῦ Λέοντος Καππαδόκη


῞Οταν βασίλευε ὁ Τιβέριος, 

ὁ Βασιλιάς καί πιστότατος Καίσαρας (578-582), 

ἐπισκεφθήκαμε τήν Ὤαση, 

στήν ὁποία ὅταν φθάσαμε, εἴδαμε ἕνα μεγάλο κατά Θεόν Μοναχό, 

στήν καταγωγή Καππαδόκη. 

Καί τό ὄνομά του Λέων. Γι᾿ αὐτόν πολλοί, 

πολλά καί θαυμαστά μᾶς διηγήθηκαν. 


μεῖς, ἀφοῦ τοῦ κάναμε συντροφιὰ καὶ γνωρίσαμε καλὰ τὸν ὅσιο ἄνδρα, ὠφεληθήκαμε πολὺ καὶ μάλιστα ἀπὸ τὴν ταπείνωση καὶ τὴν ἡσυχία καὶ τὴν ἀκτημοσύνη καὶ τὴν ἀγάπη ποὺ εἶχε πρὸς ὅλους. Μᾶς ἔλεγε λοιπὸν αὐτὸς ὁ ἀοίδιμος Γέροντας: «Πιστέψτε με, παιδιά μου, πρόκειται νὰ γίνω βασιλιάς». Ἐμεῖς τότε τοῦ λέγαμε: «Σὲ βεβαιώνουμε, ἀββᾶ, ὅτι ἀπὸ τὴν Καππαδοκία κανένας δὲν ἔγινε ποτὲ βασιλιάς· ἄδικα λοιπὸν ἔχεις αὐτὸν τὸν λογισμό». Αὐτὸς ὅμως ξαναέλεγε: «Ἀναμφισβήτητα, παιδιά μου, πρόκειται νὰ γίνω βασιλιάς»· καὶ κανένας δὲν μποροῦσε νὰ τὸν πείσει νὰ ἀποχωρισθεῖ ἀπ᾿ αὐτὸν τὸν λογισμό. 


ταν λοιπὸν ἦλθαν οἱ Μάζικες καὶ λεηλάτησαν ὅλη τὴν χώρα ἐκείνη, ἦλθαν στὴν Ὤαση καὶ πολλοὺς μὲν Μοναχοὺς σκότωσαν, πολλοὺς δὲ καὶ αἰχμαλώτισαν. Μέσα σ᾿ αὐτοὺς πῆραν ἀπὸ τὴν Λαύρα καὶ τὸν Ἀββᾶ Ἰωάννη (ἦταν αὐτὸς χειροθετημένος Ἀναγνώστης τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως) καὶ τὸν Ἀββᾶ Εὐστάθιο τὸ Ρωμαῖο καὶ τὸν Ἀββᾶ Θεόδωρο. Ἦσαν ὅμως καὶ οἱ τρεῖς ἀσθενεῖς. Ἀφοῦ λοιπὸν αἰχμαλωτίσθηκαν αὐτοί, λέει ὁ Ἀββᾶς Ἰωάννης στοὺς βαρβάρους: «Πηγαίνετέ με στὴν πόλη καὶ πείθω τὸν Ἐπίσκοπο νὰ σᾶς δώσει εἰκοσιτέσσερα χρυσὰ νομίσματα». Τὸν πῆρε λοιπὸν ἕνας ἀπὸ τοὺς βαρβάρους καὶ τὸν φέρνει κοντὰ στὴ πόλη. 


Καὶ πῆγε ὁ Ἀββᾶς Ἰωάννης στὸν Ἐπίσκοπο. Βρέθηκε τότε κι ὁ Ἀββᾶς Λέων στὴν πόλη καὶ κάποιοι ἄλλοι ἀπὸ τοὺς Πατέρες· γι᾿ αὐτὸ καὶ δὲν τοὺς ἔπιασαν. Ἦλθε λοιπὸν ὁ Ἀββᾶς Ἰωάννης κι ἄρχισε νὰ παρακαλεῖ τὸν Ἐπίσκοπο νὰ δώσει τὰ νομίσματα στὸν βάρβαρο. Ὁ Ἐπίσκοπος ὅμως ἔτυχε νὰ μὴν ἔχει παραπάνω ἀπὸ ὀχτώ χρυσὰ νομίσματα. Θέλησαν λοιπὸν νὰ τὰ δώσουν στὸν βάρβαρο. Καὶ δὲν τὰ πῆρε, ἀλλὰ εἶπε: «Ἢ δῶστε μου εἰκοσιτέσσερα νομίσματα ἢ μοναχό». Ἀναγκάστηκαν λοιπὸν οἱ κάτοικοι τοῦ κάστρου νὰ δώσουν τὸν Ἀββᾶ Ἰωάννη στὸν βάρβαρο κλαίοντα καὶ ὀδυρόμενο. 


Καὶ τὸν πῆραν στὶς σκηνές τους. Μετὰ λοιπὸν τρεῖς μέρες πῆρε ὁ Ἀββᾶς Λέων ὀχτὼ νομίσματα καὶ βγῆκε στὴν ἔρημο, ὅπου ἦσαν οἱ βάρβαροι. Καὶ παρακαλοῦσε λέγοντας: «Πάρτε ἐμένα καὶ τὰ ὀχτώ νομίσματα κι ἀπολύστε αὐτούς, γιατὶ εἶναι ἀσθενεῖς καὶ δὲν μποροῦν νὰ σᾶς ὑπηρετήσουν καὶ πρόκειται νὰ τοὺς σκοτώσετε. Ἐγὼ ὅμως καὶ ὑγιής εἶμαι καὶ σᾶς ὑπηρετῶ». Τότε οἱ βάρβαροι πῆραν αὐτὸν καὶ τὰ ὀχτώ νομίσματα κι ἀπόλυσαν τοὺς τρεῖς. Πῆγε λοιπὸν ὁ Ἀββᾶς Λέων μέχρις ἑνὸς σημείου μαζί τους καὶ, ἐπειδὴ ἐξαντλήθηκε, τὸν ἀποκεφάλισαν.



Καί ἐκπλήρωσε ὁ Ἀββᾶς Λέων τό ρητό τῆς Γραφῆς: 

«Μείζονα ταύτης ἀγάπην οὐδείς ἔχει, 

ἵνα τις θῇ τήν ψυχήν αὐτοῦ ὑπέρ τῶν φίλων αὐτοῦ». 

Τότε κι ἐμεῖς καταλάβαμε, 

ὅτι αὐτό ἦταν πού ἔλεγε, ὅτι πρόκειται νά βασιλεύσει. 

Γιατί πράγματι βασίλευσε δίνοντας τήν ζωή του γιά τούς φίλους του!



Εκ του τριμηνιαίου περιοδικού της Ι. Μ. Αγίων Αγγέλων Αφιδνών Αττικής
αριθμός τεύχους 7, Ιούνιος - Αύγουστος 2015. 
Τίτλος και επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ. 
Η φωτογραφία της ανάρτησης είναι εκ του Ιστολογίου ''Αγιορείτικες Μνήμες''.

Print Friendly and PDF
Εικόνες θέματος από A330Pilot. Από το Blogger.