ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 12ο (2013 - 2025)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Κυριακή 12 Μαΐου 2019

ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ: ΣΤΗ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ




ἀνάστασις τοῦ Κυρίου εἶναι ἀνανέωσις τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, εἶναι ἀναζώωσις καί ἀνάπλασις καί ἐπάνοδος πρός τήν ἀθάνατη ζωή τοῦ πρώτου ᾿Αδάμ πού καταβροχθίσθηκε ἀπό τόν θάνατο λόγω τῆς ἁμαρτίας καί διά τοῦ θανάτου ἐπαλινδρόμησε πρός τήν γῆ ἀπό τήν ὁποία ἐπλάσθηκε. 


πως λοιπόν ἐκεῖνον στήν ἀρχή δέν τόν εἶδε κανείς ἄνθρωπος νά πλάττεται καί παίρνη ζωή, ἀφοῦ δέν ὑπῆρχε κανείς ἄνθρωπος ἐκείνη τήν ὥρα, μετά δέ τήν λῆψι τῆς πνοῆς ζωῆς μέ θεῖο ἐμφύσημα πρώτη ἀπό ὅλους τόν εἶδε μιά γυναῖκα, διότι μετά ἀπό αὐτόν πρῶτος ἄνθρωπος ἦταν ἡ Εὔα· 


Έτσι τόν δεύτερο ᾿Αδάμ, δηλαδή τόν Κύριο, ὅταν ἀνίστατο ἀπό τούς νεκρούς, κανείς ἄνθρωπος δέν τόν εἶδε, ἀφοῦ δέν παρευρισκόταν κανείς δικός του καί οἱ στρατιῶτες πού ἐφύλασσαν τό μνῆμα ταραγμένοι ἀπό τόν φόβο εἶχαν γίνει σάν νεκροί, μετά δέ τήν ἀνάστασι πρώτη ἀπό ὅλους τόν εἶδε μιά γυναῖκα, ὅπως ἀκούσαμε νά εὐαγγελίζεται σήμερα ὁ Μάρκος.διότι, λέγει, “ὅταν ὁ ᾿Ιησοῦς ἀναστήθηκε τό πρωί τῆς πρώτης ἡμέρας τῆς ἑβδομάδος, παρουσιάσθηκε πρῶτα στή Μαρία τή Μαγδαληνή”.


Φαίνεται βέβαια σαφῶς ὅτι ὁ εὐαγγελιστής εἶπε καί τήν ὥρα κατά τήν ὁποία ἀναστήθηκε ὁ Κύριος, δηλαδή πρωί, καί ὅτι παρουσιάσθηκε πρῶτα στή Μαρία τή Μαγδαληνή καί ὅτι ἐφάνηκε ἀκριβῶς τήν ὥρα τῆς ἀναστάσεως. Δέν λέγει ὅμως ἔτσι, ὅπως θά φανῆ ἄν ἐξετάσωμε προσεκτικώτερα τά πράγματα. διότι λίγο παραπάνω καί αὐτός σέ συμφωνία μέ τούς ἄλλους εὐαγγελιστάς λέγει ὅτι αὐτή ἡ Μαρία ἦλθε καί προηγουμένως μαζί μέ τίς ἄλλες Μυροφόρες στόν τάφο, καί ἀφοῦ τόν εἶδε ἀδειανό ἀπῆλθε.


῞Ωστε ὁ Κύριος ἀναστήθηκε πολύ ἐνωρίτερα ἀπό τό πρωί πού τόν εἶδε. ᾿Επισημαίνοντας δέ καί τήν ὥρα ἐκείνη, δέν εἶπε ἁπλῶς πρωί, ὅπως ἐδῶ, ἀλλά πολύ πρωί.ἑπομένως ὡς ἀνατολή ἡλίου ἐκεῖ ἐννοεῖ τό ἀμυδρό φῶς πού προτρέχει στόν ὁρίζοντα, τό ὁποῖο δηλώνοντας καί ὁ ᾿Ιωάννης λέγει ὅτι ἦλθε τό πρωί, ὅταν ἀκόμη ἦταν σκοτεινά ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνή στό μνημεῖο καί εἶδε τήν πέτρα σηκωμένη ἀπό τό μνημεῖο.


Δέν ἦλθε δέ μόνο πρός τό μνῆμα τότε αὐτή, κατά τόν ᾿Ιωάννη, ἀλλά καί ἀπομακρύνθηκε ἀπό τό μνῆμα, χωρίς νά ἰδῆ τόν Κύριο ἀκόμη. Τρέχει κι᾿ ἔρχεται πρός τόν Πέτρο καί τόν ᾿Ιωάννη, καί ἀναγγέλει ὄχι ὅτι ἀναστήθηκε ὁ Κύριος, ἀλλ᾿ ὅτι μεταφέρθηκε ἀπό τόν τάφο, ὥστε δέν ἐγνώριζε ἀκόμη τήν ἀνάστασι. ῾Επομένως ὁ Κύριος ἐμφανίσθηκε στή Μαρία ὄχι ἐντελῶς πρώτη, ἀλλά μετά τήν πλήρη ἔλευσι τῆς ἡμέρας.


῾Υπάρχει λοιπόν κάτι πού ἀναφέρεται συνεσκιασμένως ἀπό τούς εὐαγγελιστάς, τό ὁποῖο θ᾿ ἀποκαλύψω πρός τήν ἀγάπη σας. Πραγματικά τό εὐαγγέλιο τῆς ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου πρώτη ἀπό ὅλους τούς ἀνθρώπους, ὅπως ἦταν σωστό καί δίκαιο, ἐδέχθηκε ἀπό τόν Κύριο ἡ Θεοτόκος καί αὐτή εἶδε πρίν ἀπό ὅλους τόν ἀναστάντα καί ἀπήλαυσε τή θεία ὁμιλία του, καί ὄχι μόνο τόν εἶδε μέ τούς ὀφθαλμούς της καί ἔγινε αὐτήκοος αὐτοῦ, ἀλλά καί πρώτη καί μόνη ἄγγιξε τά ἄχραντα πόδια του, ἔστω καί ἄν οἱ εὐαγγελισταί δέν τά λέγουν φανερά ὅλα αὐτά, μή θέλοντας νά προσαγάγουν ὡς μάρτυρα τήν μητέρα, γιά νά μήν δώσουν ἀφορμή ὑποψίας στούς ἀπίστους. 


᾿Επειδή δέ τώρα ἐμεῖς μέ τή χάρη τοῦ ἀναστάντος ὁμιλοῦμε πρός πιστούς καί ἡ ὑπόθεσις τῆς ἑορτῆς ἀπαιτεῖ ἐπείγουσα διευκρίνησι τῶν σχετικῶν μέ τίς Μυροφόρες, μέ τήν ἄδεια αὐτοῦ πού εἶπε “δέν ὑπάρχει κρυφό πού δέν θά γίνη φανερό”, θά τό φανερώσωμε καί τοῦτο. Λοιπόν Μυροφόρες εἶναι οἱ γυναῖκες πού ἀκολουθοῦσαν τόν Κύριο μαζί μέ τήν Μητέρα του, ἔμειναν μαζί της κατά τήν ὥρα τοῦ σωτηριώδους πάθους καί ἐφρόντισαν νά ἀλείψουν μέ μῦρα τό σῶμα τοῦ Κυρίου.


῞Οταν δηλαδή ὁ ᾿Ιωσήφ καί ὁ Νικόδημος ἐζήτησαν καί ἔλαβαν ἀπό τόν Πιλᾶτο τό δεσποτικό σῶμα, τό κατέβασαν ἀπό τόν σταυρό, τό περιέβαλαν σέ σινδόνια μαζί μέ ἐκλεκτά ἀρώματα, τό ἐτοποθέτησαν σέ λαξευτό μνημεῖο, καί ἔβαλαν μεγάλη πέτρα ἐπάνω στή θύρα τοῦ μνημείου, παρευρίσκονταν θεωρώντας κατά τόν εὐαγγελιστή Μάρκο ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνή καί ἡ ἄλλη Μαρία πού ἐκαθόταν ἀπέναντι τοῦ τάφου. 


Μέ τήν φράσι καί ἡ ἄλλη Μαρία ἐννοοῦσε ὁπωσδήποτε τήν Θεομήτορα.διότι αὐτή ἐλεγόταν μητέρα καί τοῦ ᾿Ιακώβου καί τοῦ ᾿Ιωσῆ, πού ἦσαν ἀπό τόν ᾿Ιωσήφ τόν Μνήστορα. Δέν παρευρίσκονταν μόνο αὐτές παρατηρώντας, ὅταν ἐνταφιαζόταν ὁ Κύριος, ἀλλά καί ἄλλες γυναῖκες, ὅπως ἱστόρησε ὁ Λουκᾶς γράφοντας.“παρακολουθώντας κάποιες γυναῖκες πού εἶχαν ἔλθει μαζί του ἀπό τήν Γαλιλαία, εἶδαν τό μνημεῖο καί τήν σ᾿ αὐτό τοποθέτησι τοῦ σώματός του. ἦσαν ἡ Μαγδαληνή Μαρία καί ἡ ᾿Ιωάννα καί ἡ Μαρία τοῦ ᾿Ιακώβου καί οἱ ἄλλες μαζί τους”.


᾿Αφοῦ δέ ἐπέστρεψαν, λέγει, ἀγόρασαν ἀρώματα καί μῦρα.διότι δέν εἶχαν καταλάβει ἀκριβῶς ὅτι αὐτός εἶναι ἀληθινά ἡ ὀσμή τῆς ζωῆς γιά ἐκείνους πού τόν πλησιάζουν μέ πίστι, ὅπως ὀσμή θανάτου καταλαμβάνει τούς ἕως τό τέλος ἀπειθεῖς, καί ἡ ὀσμή τῶν ἐνδυμάτων του, δηλαδή τοῦ ἰδίου τοῦ σώματος, εἶναι ἀνωτέρα ἀπό ὅλα τά ἀρώματα καί τό ὄνομά του εἶναι μῦρο χυμένο, μέ τό ὀποῖο ἐγέμισε θεία εὐωδία τήν οἰκουμένη.


῾Ετοιμάζουν λοιπόν μῦρα καί ἀρώματα, ἀφ᾿ ἑνός μέν πρός τιμήν τοῦ νεκροῦ, ἀφ᾿ ἑτέρου δέ γιά παρηγοριά ἀπό τή δυσωδία τοῦ σώματος, ὅταν θά ἔλειωνε, βοηθώντας μέ τήν ἀλοιφή των τούς ἐπιθυμοῦντας νά παραμένουν δίπλα.


᾿Αφοῦ λοιπόν ἑτοίμασαν τά μῦρα καί τά ἀρώματα, κατά τήν ἐντολή τό Σάββατο ἡσύχασαν.διότι δέν εἶχαν καταλάβει ἀκόμη τά ἀληθινά σάββατα, οὔτε εἶχαν γνωρίσει καλά τό εὐλογημένο ἐκεῖνο σάββατο πού μεταφέρει τή φύσι τους ἀπό τά βάραθρα τοῦ ἅδη στό ὁλόφωτο καί θεῖο καί οὐράνιο ὕψος. “Τήν πρώτη τῆς ἑβδομάδος, ὄρθρο βαθύ”, ὅπως λέγει ὁ Λουκᾶς, “ἦλθαν στό μνῆμα, φέροντας τά ἀρώματα πού ἑτοίμασαν”.


δέ Ματθαῖος λέγει, “ἀργά τό Σάββατο, ξημερώνοντας τήν πρώτη τῆς ἑβδομάδος” καί ὅτι οἱ προσελθοῦσες εἶναι δύο.ὁ ᾿Ιωάννης “τό πρωί, ἐνῶ ἦταν ἀκόμη σκοτεινά”, καί ὅτι μιά εἶναι ἡ προσελθοῦσα, Μαρία ἡ Μαγδαληνή.ὁ δέ Μάρκος “πολύ πρωί τῆς πρώτης τῆς ἑβδομάδος” καί ὅτι τρεῖς εἶναι οἱ προσελθοῦσες.


Πρώτη λοιπόν τῆς ἑβδομάδος λέγουν ὅλοι οἱ εὐαγγελισταί τήν Κυριακή.ἀργά τό Σάββατο, ὄρθρο βαθύ, πολύ πρωί καί πρωί σκοτεινά ἀκόμη, ὀνομάζουν τόν χρόνο γύρω ἀπό τόν ὄρθρο, ἀνάμικτο ἀπό φῶς καί σκότος.αὐτός ὁ χρόνος εἶναι, ἀφοῦ ἀρχίζει νά αὐγάζει τό ἀνατολικό μέρος τοῦ ὁρίζοντος πού προκαταγγέλλει τήν ἡμέρα. Μπορεῖ δέ κανείς παρατηρώντας ἀπό μακριά, πρός αὐτό, νά τό ἰδῆ νά ἀρχίζη νά χρωματίζεται ἀπό φῶς γύρω ἀπό τήν ἐνάτη ὥρα τῆς νυκτός, ὥστε ἕως τήν πλήρη ἡμέρα νά ὑπολείπωνται τρεῖς ὥρες.


Φαίνονται βέβαια νά διαφωνοῦν κάπως οἱ εὐαγγελισταί μεταξύ τους τόσο γιά τήν ὥρα, ὅσο καί γιά τόν ἀριθμό τῶν γυναικῶν, ἐπειδή, ὅπως εἶπα, οἱ Μυροφόρες ἦσαν πολλές, καί ἦλθαν στόν τάφο ὄχι μιά φορά, ἀλλά καί δύο καί τρεῖς φορές, συντροφιά μέν, ἀλλ᾿ ὄχι οἱ ἴδιες, καί κατά τόν ὄρθρο μέν ὅλες, ἀλλ᾿ ὄχι τόν ἴδιο χρόνο ἀκριβῶς, ἡ δέ Μαγδαληνή ἦλθε πάλι μόνη της καί ἔμεινε περισσότερο.


Κάθε εὐαγγελιστής λοιπόν ἀναφέρει μιά προέλευσι μερικῶν καί παραλείπει τίς ἄλλες. ῞Οπως δέ ἐγώ ὑπολογίζω καί συνάγω ἀπό ὅλους τούς εὐαγγελιστάς, σύμφωνα μέ ὅσα εἶπα προηγουμένως, πρώτη ἀπό ὅλες ἦλθε στόν τάφο τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ἡ Θεοτόκος, ἔχοντας μαζί τήν Μαγδαληνή Μαρία. 


Τοῦτο κυρίως τό συμπεραίνω ἀπό τόν εὐαγγελιστή Ματθαῖο. Διότι, λέγει, “ἦλθε ἡ Μαγδαληνή Μαρία καί ἡ ἄλλη Μαρία”, πού ἦταν ὁπωσδήποτε ἡ Θεομήτωρ, γιά νά ἰδοῦν τόν τάφο. Καί ἰδού ἔγινε μέγας σεισμός.διότι ἄγγελος Κυρίου, ἀφοῦ κατέβηκε ἀπό τόν οὐρανό, προσῆλθε, ἀπεκύλισε τήν πέτρα ἀπό τήν θύρα τοῦ μνημείου κι᾿ ἐκαθόταν ἐπάνω σ᾿ αὐτήν.ἦταν δέ ἡ μορφή του σάν ἀστραπή καί τό ἔνδυμά του λευκό σάν τό χιόνι, ἀπό τόν φόβο δέ ἐμπρός του ἐταράχθηκαν οἱ φύλακες κι᾿ ἔγιναν σάν νεκροί”.


῞Ολες λοιπόν οἱ ἄλλες γυναῖκες ἦλθαν μετά τό σεισμό καί τήν φυγή τῶν φυλάκων, κι᾿ εὑρῆκαν τόν τάφο ἀνοιγμένο καί τήν πέτρα ἀποκυλισμένη.ἡ δέ Παρθενομήτωρ ἔφθανε τή στιγμή πού ἐγινόταν ὁ σεισμός, ἀποκυλίσθηκε ἡ πέτρα καί ἀνοιγόταν ὁ τάφος καί οἱ φύλακες ἦσαν παρόντες, ἄν καί συγκλονισμένοι ἀπό τόν φόβο. 


Γι᾿ αὐτό μετά τόν σεισμό αὐτοί ἀνασηκώθηκαν καί ἐκύτταξαν ἀμέσως νά φύγουν, ἐνῶ ἡ Θεομήτωρ ἐντρυφοῦσε στή θέα. ᾿Εγώ πάντως νομίζω ὅτι γι᾿ αὐτήν πρώτη ἀνοίχθηκε ὁ ζωηφόρος ἐκεῖνος τάφος (διότι γι᾿ αὐτήν πρώτη καί δι᾿ αὐτῆς ἔχουν ἀνοιχθῆ σ᾿ ἐμᾶς ὅλα, ὅσα εἶναι ἐπάνω στόν οὐρανό καί κάτω στή γῆ) καί ὅτι γι᾿ αὐτήν ἄστραπτε ἔτσι ὁ ἄγγελος, ὥστε, ἄν καί ἡ ὥρα ἦταν ἀκόμη σκοτεινή, αὐτή μέ τό πλούσιο φῶς τοῦ ἀγγέλου ὄχι μόνο νά ἰδῆ τόν τάφο κενό, ἀλλά καί τά ἐντάφια νά εἶναι τακτοποιημένα καί πολυτρόπως νά μαρτυροῦν τήν ἔγερσι τοῦ ἐνταφιασθέντος.


῏Ηταν δέ προφανῶς ὁ εὐαγγελιστής ἄγγελος ὁ ἴδιος ὁ Γαβριήλ. Διότι μόλις τήν εἶδε αὐτός νά σπεύδη πρός τόν τάφο, αὐτός πού παλαιότερα τῆς εἶχε εἰπεῖ, “μή φοβῆσαι, Μαρία, διότι εὑρῆκες χάρι ἀπό τόν Θεό”, σπεύδει καί τώρα καί κατεβαίνει νά εἰπῆ τό ἴδιο πάλι στήν ἀειπάρθενο καί νά ἀναγγείλη τήν ἀπό τούς νεκρούς ἀνάστασι τοῦ γεννηθέντος ἀπό αὐτήν ἀσπόρως, νά σηκώση τήν πέτρα, νά ὑποδείξη τόν κενό τάφο καί τά ἐντάφια, κι᾿ ἔτσι νά ἐπιβεβαιώση τήν καλή ἀγγελία.


Διότι, λέγει, “ἀποκρινόμενος ὁ ἄγγελος, εἶπε στίς γυναῖκες.μή φοβῆσθε ἐσεῖς, ζητεῖτε τόν ᾿Ιησοῦ, τόν ἐσταυρωμένο; ἀναστήθηκε.ἰδού ὁ τόπος ὅπου ἐκοιτόταν ὁ Κύριος”. 


᾿Εάν, λέγει, βλέπετε τούς φύλακες συγκλονισμένους ἀπό τόν φόβο, ἀλλά ἐσεῖς νά μήν φοβῆσθε. διότι γνωρίζω ὅτι ζητεῖτε ᾿Ιησοῦν τόν ἐσταυρωμένο.ἐσηκώθηκε, δέν εἶναι ἐδῶ. Διότι αὐτός, ὄχι μόνο εἶναι ἀκράτητος ἀπό τοῦ ἅδη καί τοῦ θανάτου καί τοῦ τάφου τά κλεῖστρα καί τούς μοχλούς καί τίς σφραγίδες,


λλ᾿ εἶναι καί κύριος τῶν ἀθανάτων καί οὐρανίων ἀγγέλων μας καί μόνος αὐτός εἶναι Κύριος τοῦ σύμπαντος.“ἰδέτε”, λέγει, “τόν τόπον ὅπου ἐκοιτόταν ὁ Κύριος καί πηγαίνετε γρήγορα νά εἰπῆτε στούς μαθητάς του ὅτι ἀναστήθηκε ἀπό τούς νεκρούς”. “᾿Αφοῦ δέ ἐξῆλθαν”, λέγει, “μέ φόβο καί χαρά μεγάλη”. 


᾿Εγώ νομίζω πάλι ὅτι τόν μέν φόβο ἔχει ἀκόμη ἡ Μαγδαληνή Μαρία καί οἱ ἄλλες γυναῖκες πού εἶχαν ἔλθει ἕως τότε μαζί (διότι αὐτές δέν κατενόησαν τήν σημασία τῶν λόγων τοῦ ἀγγέλου οὔτε μπόρεσαν νά συλλάβουν τελείως τό φῶς, ὥστε νά ἰδοῦν καί μάθουν ἀκριβῶς),


νῶ ἡ Θεομήτωρ ἀπέκτησε τή μεγάλη χαρά, διότι κατενόησε τά λόγια τοῦ ἀγγέλου καί παραδόθηκε ὁλόκληρη στό φῶς, ὡς τελείως καθαρά καί θείως χαριτωμένη, ἐγνώρισε μέ ὅλα αὐτά τήν ἀλήθεια κι᾿ ἐπίστευσε στόν ἀρχάγγελο, ἐπειδή αὐτός ἀπό πολύν καιρό τῆς ἐφάνηκε διά τῶν ἔργων ἀξιόπιστος. 


Πῶς ἄλλωστε, ἀφοῦ ἦταν παροῦσα στά γεγονότα ἡ θεόσοφος Παρθένος, δέν θά κατανοοῦσε τό συμβάν, ἀφοῦ δηλαδή εἶδε σεισμό, καί μάλιστα μεγάλο, ἄγγελο νά κατέρχεται ἀπό τόν οὐρανό, καί μάλιστα ἀστραποβόλο, τή νέκρωσι τῶν φυλάκων καί τοῦ λίθου τήν μετάθεσι, τήν κένωσι τοῦ τάφου καί τό μέγα θαῦμα τῶν ἐνταφίων, πού ἦσαν ἄλυτα καί συγκρατημένα μέ σμύρνα καί ἀλόη καί συγχρόνως ἐφαίνονταν ἀδειανά ἀπό τό σῶμα, καί ἐπί πλέον ἀφοῦ ἔλαβε τήν χαρμόσυνη πρός αὐτήν θέα καί ἀγγελία τοῦ ἀγγέλου;


῞Οταν δέ ἐξῆλθαν μετά τόν εὐαγγελισμό τοῦτον, ἡ μέν Μαγδαληνή Μαρία, σάν νά μήν ἄκουσε κἄν τόν ἄγγελο, ἀφοῦ ἄλλωστε οὔτε ἐκεῖνος ὡμίλησε γι’ αὐτήν, διαπιστώνει μόνο τήν κένωσι τοῦ τάφου, χωρίς νά ἀναφέρει καθόλου τά ἐντάφια.καί τρέχει πρός τόν Σίμωνα Πέτρο καί τόν ἄλλο μαθητή, ὅπως λέγει ὁ ᾿Ιωάννης.


῾Η δέ Θεομήτωρ Παρθένος, συνοδευομένη ἀπό ἄλλες γυναῖκες, ἐπανερχόταν πάλι ἐκεῖ ἀπό ὅπου ἦλθε. Καί ἰδού, ὅπως λέγει ὁ Ματθαῖος “ὁ ᾿Ιησοῦς τίς συνάντησε λέγοντας, χαίρεται”. Βλέπετε ὅτι καί πρίν ἀπό τήν Μαγδαληνή Μαρία ἡ Θεομήτωρ εἶδε αὐτόν πού γιά τήν σωτηρία μας ἔπαθε σαρκικά καί ἐτάφηκε καί ἀναστήθηκε; “Αὐτές δέ”, λέγει, “προσῆλθαν, ἔπιασαν τά πόδια του καί τόν προσκύνησαν”.


῞Οπως δέ, ὅταν ἡ Θεοτόκος ἄκουσε τό εὐαγγέλιο τῆς ἀναστάσεως μαζί μέ τήν Μαγδαληνή Μαρία ἀπό τόν ἄγγελο, μόνο αὐτή κατάλαβε τή σημασία τῶν λόγων, ἔτσι καί μαζί μέ τίς ἄλλες γυναῖκες, ὅταν συνάντησε τόν Υἱό καί Θεό, πρώτη ἀπό ὅλες τίς ἄλλες εἶδε καί ἀναγνώρισε τόν ἀναστάντα καί προσπίπτοντας ἔπιασε τά πόδια του κι᾿ ἔγινε ἀπόστολός του πρός τούς ᾿Αποστόλους.


῞Οτι δέ ἡ Μαγδαληνή Μαρία δέν ἦταν μαζί μέ τήν Μητέρα τοῦ Θεοῦ, ὅταν ἐπιστρέφοντας ἀπό τόν τάφο τήν συνάντησε καί τῆς παρουσιάσθηκε καί τῆς ὡμίλησε ὁ Κύριος, διδασκόμαστε ἀπό τόν ᾿Ιωάννη. διότι, λέγει, “τρέχει αὐτή πρός τόν Σίμωνα Πέτρο καί πρός τόν ἄλλο μαθητή, τόν ὁποῖο ἀγαποῦσε ὁ ᾿Ιησοῦς, καί λέγει σ᾿ αὐτούς, ἐσήκωσαν τόν Κύριο ἀπό τό μνῆμα καί δέν γνωρίζομε πού τόν ἐτοποθέτησαν”.


Πῶς τάχα, ἄν τόν εἶδε καί τόν ἄγγισε μέ τά χέρια της καί τόν ἄκουσε νά ὁμιλῆ, θά ἔλεγε τέτοια πράγματα, ὅτι τόν ἐσήκωσαν καί τόν μετέθεσαν, ποῦ ὅμως, δέν γνωρίζομε; ᾿Αλλά μετά τό δρόμο τοῦ Πέτρου καί τοῦ ᾿Ιωάννη πρός τόν τάφο καί τήν ἐκεῖ θέα τῶν σινδονιῶν καί τήν ἐπιστροφή, λέγει, “ἡ δέ Μαρία ἐστεκόταν κόντα στό μνημεῖο ἔξω κλαίοντας”.


Βλέπετε ὅτι ὄχι μόνο δέν τόν εἶχε ἰδεῖ ἀκόμη, ἀλλ᾿ οὔτε κἄν εἶχε πληροφορηθῆ σχετικά; Καί ὅταν δέ τήν ἐρώτησαν οἱ παρουσιασθέντες ἄγγελοι, γυναῖκα, “γιατί κλαίεις”, ἐκείνη πάλι ἀποκρίνεται σάν γιά νεκρό. Καθώς δέ ἐστράφηκε καί εἶδε τόν ᾿Ιησοῦ, οὔτε τότε δέν ἐκατάλαβε, ἀλλά ἐρωτωμένη ἀπό αὐτόν, τί κλαίει, ἀπαντᾶ παρόμοια, ἕως ὅτου ἐκεῖνος, καλώντας την ὀνομαστικά, παρουσίασε τόν ἑαυτό του ζωντανό.


Τότε λοιπόν προσπίπτοντας καί αὐτή καί ζητώντας νά προσφέρη τόν ἀσπασμό στά πόδια ἐκείνου, ἄκουσε ἀπό αὐτόν τίς λέξεις, “μή μ᾿ ἐγγίζης”. ᾿Από αὐτό μαθαίνομε ὅτι, ὅταν προηγουμένως ἐφάνηκε στή μητέρα καί στίς γυναῖκες πού ἦσαν μαζί, μόνο σ᾿ αὐτήν ἐπέτρεψε νά πιάση τά πόδια του, ἄν καί ὁ Ματθαῖος ἀποδίδει τοῦτο καί στίς ἄλλες γυναῖκες, μή θέλοντας γιά τήν αἰτία πού εἴπαμε στήν ἀρχή νά προβάλη φανερά τήν μητέρα στό θέμα αὐτό.


᾿Αφοῦ δέ πρώτη ἦλθε στόν τάφο ἡ ἀειπάρθενος Μαρία καί πρώτη ἐδέχθηκε τό μήνυμα τῆς ἀναστάσεως, ἔπειτα ἦλθαν πολλές μαζί, εἶδαν καί ἐκεῖνες τήν πέτρα ἀποκυλισμένη καί ἄκουσαν τούς ἀγγέλους, πού ἐπιστρέφοντας μέ τό ἄκουσμα αὐτό καί τήν θέα ἐχωρίσθηκαν. ῎Αλλες, ὅπως λέγει ὁ Μάρκος, “ἔφυγαν ἀπό τό μνῆμα, κυριαρχημένες ἀπό φόβο καί ἔκστασι καί δέν εἶπαν σέ κανένα τίποτε, διότι ἐφοβοῦνταν“.ἄλλες ἀκολούθησαν τήν Μητέρα τοῦ Κυρίου, καί αὐτές ἦσαν πού ἐπέτυχαν τήν θέα καί συνομιλία τοῦ Δεσπότη.


῾Η δέ Μαγδαληνή ἐπῆγε στόν Πέτρο καί τόν ᾿Ιωάννη, μαζί μέ τούς ὁποίους ἔρχεται πάλι μόνη στόν τάφο.ὅταν δέ ἐκεῖνοι ἀναχώρησαν, αὐτή παραμένοντας ἀξιώνεται τῆς δεσποτικῆς θέας, στέλλεται καί αὐτή πρός τούς ᾿Αποστόλους καί ἔρχεται πάλι πρός αὐτούς, γιά ν᾿ ἀπαγγείλη σέ ὅλους, ὅπως λέγει ὁ ᾿Ιωάννης, “ὅτι εἶδε τόν Κύριο, πού εἶπε σ᾿ αὐτήν αὐτά”. Αὐτή λοιπόν ἡ θέα λέγει καί ὁ Μάρκος ὅτι ἔγινε πρωί, δηλαδή κατά τήν πλήρη ἀρχή τῆς ἡμέρας, ἀφοῦ ἐπέρασε ὅλος ὁ ὄρθρος, ἀλλά δέν ἰσχυρίζεται ὅτι τότε ἔγινε ἡ ἀνάστασις τοῦ Κυρίου ἤ ἡ πρώτη ἐμφάνισίς του.


῎Εχομε λοιπόν τά συμβάντα ἐξακριβωμένα καί τήν ἀπό τήν ἀρχή ζητουμένη συμφωνία τῶν τεσσάρων εὐαγγελιστῶν ὡς πρός αὐτά. Οἱ δέ μαθηταί κατά τήν ἡμέρα τῆς ἀναστάσεως τήν ἴδια, ἐνῶ ἄκουσαν ἀπό τίς Μυροφόρες καί τόν Πέτρο, καθώς καί ἀπό τόν Λουκᾶ καί τόν Κλεόπα, ὅτι ὁ Κύριος ζῆ καί ἐθεάθηκε ἀπό αὐτές, ἀπίστησαν.γι᾿ αὐτό ὀνειδίζονται ἀπό αὐτόν, ὅταν τούς ἐμφανίσθηκε ὕστερα, καθώς ἦσαν συναθροισμένοι μαζί. 


῞Οταν ὅμως παρέστησε τόν ἑαυτό του ζωντανό κατά πολλούς τρόπους καί πολλές φορές, ὄχι μόνο ἐπίστευσαν ὅλοι, ἀλλά καί ἐκήρυξαν παντοῦ.“ὁ λόγος τους ἐξῆλθε σέ ὅλη τή γῆ καί τά ρήματά τους ἔφθασαν στά πέρατα τῆς οἰκουμένης”, “ἐνῶ ὁ Κύριος συνεργοῦσε καί ἐβεβαίωνε τόν λόγο μέ τά συνοδευτικά θαύματα”. 


Διότι τά θαύματα ἦσαν ἀναγκαιότατα, μέχρις ὅτου κηρυχθῆ ὁ λόγος σέ ὅλη τή γῆ. ᾿Αλλά χρειάζονται μέν σημεῖα καί τεράστια θαύματα πρός παράστασι καί βεβαίωσι τῆς ἀληθείας τοῦ κηρύγματος.χρειάζονται ὅμως σημεῖα, ἀλλ᾿ ὄχι τεράστια πρός παράστασι αὐτῶν πού ὑποδέχθηκαν τόν λόγο, ἄν βεβαίως ἐπίστευσαν.


Ποιά δηλαδή σημεῖα; Τά ἀπό τά ἔργα. “Δεῖξε μου”, λέγει, “τήν πίστη σου ἀπό τά ἔργα σου”, καί “ποιός εἶναι πιστός, ἄς δείξη τά ἔργα του ἀπό τήν καλή διαγωγή”. Ποιός θά πιστεύση πραγματικά ὅτι ἔχει διάνοια θεία καί ὑψηλή, καί θά ἐλέγαμε οὐράνια, ὅπως εἶναι ἡ εὐσέβεια, αὐτός πού ἐπιδίδεται σέ φαῦλα ἔργα καί εἶναι προσηλωμένος στή γῆ καί στά γήινα;


Δέν ὠφελεῖ τίποτε λοιπόν, ἀδελφοί, ἐάν λέγη κανείς ὅτι ἔχει θεία πίστι, δέν ἔχει ὅμως ἔργα κατάλληλα στήν πίστι. Τί ὠφέλησαν οἱ λαμπάδες τίς μωρές παρθένους, ἀφοῦ δέν εἶχαν ἔλαιο, δηλαδή τά ἔργα τῆς ἀγάπης καί τῆς συμπαθείας; Τί ὠφέλησε ἡ ἐπίκλησις τοῦ ᾿Αβραάμ σάν πατρός τόν πλούσιο ἐκεῖνον πού τηγανιζόταν στήν ἄσβεστη φλόγα ἐξ αἰτίας τῆς ἀσυμπαθείας πρός τόν Λάζαρο; Τί ὠφέλησε ἡ δῆθεν εὐπείθεια πρός τήν πρόσκλησι ἐκεῖνον τόν ἄνθρωπον πού δέν εἶχε ἀποκτήσει διά τῶν ἀγαθῶν ἔργων ἔνδυμα κατάλληλο γιά τό θεῖο γάμο καί γιά τόν ἄφθαρτο ἐκεῖνο νυμφῶνα; 


Προσκλήθηκε μέν καί προσῆλθε, διότι ἐπίστευσε ὁπωσδήποτε, καί παρακάθησε μέ τούς ἁγίους ἐκείνους συνδαιτυμόνες, ἀλλ᾿ ὅταν ἐξεσκεπάσθηκε καί καταισχύνθηκε, ὡς ἐνδεδυμένος τήν φαυλότητα ἀπό τά ἤθη καί τίς πράξεις ἐδέθηκε ἀνηλεῶς χειροπόδαρα κι᾿ ἐρρίφθηκε στή γέεννα τοῦ πυρός, ὅπου ἐπικρατεῖ ὁ κλαυθμός καί ὁ τρυγμός τῶν ὀδόντων.


Αὐτήν εἴθε νά μή τήν δοκιμάση κανείς Χριστιανός, ἀλλ᾿ ἐπιδεικνύοντας ὅλοι διαγωγή πρέπουσα στήν πίστι, νά εἰσέλθωμε στόν νυμφώνα τῆς ἄφθαρτης εὐφροσύνης καί νά ζήσωμε αἰωνίως μαζί μέ τούς ἁγίους ἐκεῖ, ὅπου εἶναι ἡ κατοικία ὅλων τῶν εὐφραινομένων. Γένοιτο.





Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς


Σάββατο 11 Μαΐου 2019

ΤΑ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΙΝΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ





Ομιλία του μακαριστού πνευματικού μας πατρός, Μητροπολίτη Ωρωπού και Φυλής κ. Κυπριανού  στο καθολικό της Ιεράς Μονής Αγίων Κυπριανού και Ιουστίνης Φυλής Αττικής, το 1999, με θέμα: ''Τα Θαύματα της Αληθινής Μετανοίας''.


ΑΓΙΟΠΑΤΕΡΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΙΕ' ΚΑΝΟΝΟΣ ΤΗΣ ΠΡΩΤΟΔΕΥΤΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ (861-2 μ. Χ.)





Πηγή άρθρου: https://synaksiorthodoxon.blogspot.com


Επεξεργασία κειμένου, Uploading on Scribd ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ

Τρίτη 7 Μαΐου 2019

ΣΥΛΛΑΒΕΤΕ ΤΟΥΣ ''ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΑΣ'' ΑΘΟΡΥΒΩΣ!




Ένας απηνής διώκτης των Ορθοδόξων του πατρίου ημερολογίου, ο Αρχιεπίσκοπος των Καινοτόμων, Σπυρίδωνας Βλάχος



Η ΕΠΕΛΑΣΗ ΤΟΥ ΑΝΤΙΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΙΣΜΟΥ ΑΠΌ ΤΟΝ ΣΠΥΡΙΔΩΝΑ ΒΛΑΧΟ



Μέρος 7ον


Ο Αρχιεπίσκοπος της καινοτόμου Εκκλησίας, Σπυρίδων Βλάχος (1873-1956) έμεινε στην ιστορία -πλην των πολλών, μα πολλών άλλων- ως ο σκληρότερος και απηνής διώκτης των Γνησίων Ορθοδόξων, φτάνοντας σε απάνθρωπα μέτρα αναλγησίας και μισανθρωπίας και τον πρώτο, δυστυχή διώκτη των Ορθοδόξων, Χρυσόστομο Παπαδόπουλο! 


Η σκληρότητα του χαρακτήρα του, οι καθεστωτικές ραδιουργίες του και οι μηχανορραφικές σχέσεις του με τις μετακατοχικές κυβερνήσεις της χώρας, τον είχαν συγκρίνει ανεπιφύλακτα με τον γνωστό πληροφοριοδότη, βασανιστή και δολοπλόκο Υπουργό Ασφαλείας του Μεταξά, Κωνσταντίνο Μανιαδάκη! 


Ουσιαστικά με τον Σπυρίδωνα Βλάχο αρχίζει η δεύτερη, αντιπαλαιοημερολογίτικη επέλαση Κράτους - Εκκλησίας, με κατορθώματα ''απείρως θαυμαστά'', που θα τα ζήλευαν ακόμη και ο Γιόζεφ Γκαίμπελς, ο Ράιχ Χίμλερ και οι λοιποί συνδαιτυμόνες του... ''ευαγούς εντευκτηρίου'' της Γκεστάπο! Είναι ο ''Χριστιανός'' και ''Ορθόδοξος'' άνθρωπος, που από τον Ιανουάριο του 1951: 


Κλείνει και σφραγίζει εκκλησίες, συλλαμβάνει και φυλακίζει ιερείς, αποσχηματίζει, ξυρίζει και διαπομπεύει δημοσίως κληρικούς ''παλαιοημερολογίτες'', διαλύει εορτές και τελετές σε Ναούς και Μονές, συλλαμβάνει και επιβάλλει κατ' οίκον περιορισμό σε τέσσερεις Επισκόπους των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών και εξορίζει τον ηγέτη τους, πρώην Μητροπολίτη Φλωρίνης, άγιο Χρυσόστομο (Καβουρίδη) στη Μονή Υψηλού Μυτιλήνης... 


Ένα μικρό -μόνο- δείγμα του απίστευτου μένους, της ανεκμυστήρευτης εμπάθειας, αλαζονείας και αποστροφής του ανδρός αυτού, που κηδεύτηκε μάλιστα με τιμές εν ενεργεία Πρωθυπουργού, αποτελεί και το μικρό, ακόλουθο περιστατικό: 


Τον Μάρτιο του 1951, ο γηραιός Επίσκοπος Κυκλάδων Γερμανός Βαρυκόπουλος μεταφέρεται άρον - άρον από το ''κρησφύγετό'' του, σε κλινική της Αθήνας. Εκεί ο Αρχιεπίσκοπος Σπυρίδων Βλάχος αποστέλει χωροφύλακες να τον φρουρούν ως κακούργο και με εντολή του... απαγορεύει ρητώς στους οικίους του να τον... μεταλάβουν... 


Ο μακαριστός Επίσκοπος αποθνήσκει και ο Σπυρίδωνας απαγορεύει να του διαβαστεί η νεκρώσιμος ακολουθία  και τον ρίχνουν στον τάφο αδιάβαστο...! Κάποιος όμως αστυνομικός, συγκλονισμένος από την πρωτοφανή αυτή προσβολή νεκρού και την ανομολόγητη ασέβεια επιτρέπει σε κάποιον ιερέα να τον διαβάσει στα κρυφά... 


Η κηδεία του υπήρξε συγκλονιστική! Ο κεκοιμημένος αρχιερέας με αρχιερατική στολή, καθήμενος πάνω σε δεσποτικό θρόνο μεταφέρεται από τους πιστούς στα χέρια χωρίς ιερέα και άμα τη λήξη της... κηδείας, τα αστυνομικά όργανα με εντολή του Σπυρίδωνα Βλάχου συλλαμβάνουν και φυλακίζουν όλους τους παρευρισκομένους, συγγενείς και πιστούς! Έτσι, η σεμνή αυτή τελετή έλαβε και το ανάλογο... προδιαγεγραμμένο τέλος, που της επιφύλασσαν τα ''ορθόδοξα, χριστιανικά αισθήματα'' του Αρχιεπισκόπου της Καινοτομίας.


Ακολουθεί επιστολή του Σπυρίδωνα Βλάχου, προς τον τότε Πρωθυπουργό της χώρας Νικόλαο Πλαστήρα (1863-1953), όπου ζητείται: η διάλυση της θρησκευτικής κοινότητας των Γνησίων Ορθοδόξων, το οριστικό κλείσιμο των Εκκλησιών και Μονών του πατρίου ημερολογίου, η σύλληψη και ο εγκλεισμός όλων των κληρικών, η απαγόρευση των πολιτικών να πηγαίνουν σε τελετές των ''παλαιοημερολογιτών'', η αξίωση να κυκλοφορούν οι κληρικοί με ειδικές ταυτότητες της Αρχιεπισκοπής Αθηνών και ο ''επαναπατρισμός'' στον Άγιον Όρος, όλων των ερχομένων μοναχών εις τας Αθήνας...


Κατάπληξη ανεκλάλητη προκαλούν οι απάνθρωπες και μισερές μηχανορραφίες, οι απεργαζόμενες δολοπλοκίες, οι δαιμονικές κινδυνολογίες και η Υπερβολή που αγγίζει ιδεατά την Φαντασία, ως Αλήθεια και ως Ψέμα!  Θεωρείται μάλιστα ο... ''παλαιοημερολογιτισμός'', ως ''περισσότερον επικίνδυνος πάσης προπαγάνδας και αυτής της κομμουνιστικής''... Ο αναγνώστης κατά την ανάγνωση της ακόλουθης επιστολής συχνά θα αναρωτηθεί, αν ο συγγραφέας του κειμένου είναι πληροφοριοδότης των αρχών ασφαλείας ή καταδότης της Γερμανικής Κατοχής! Σε καμία πάντως περίπτωση δεν θα αντιληφθεί, πως πρόκειται για... Ορθόδοξο Αρχιερέα! Εύχεσθε!



Γιώργος  Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος




Προς τον Εξοχώτατον Πρόεδρον της Κυβερνήσεως

Κύριον Κύριον Νικ. Πλαστήραν 




Εξοχώτατε,


Η Αγία και Ιερά Σύνοδος, μετά μακράν μελέτην του παλαιοημερολογιτισμού, έχουσα υπ' όψει μεταξύ άλλων και τα εξής:



1). ότι ούτος είναι περισσότερον επικίνδυνος πάσης προπαγάνδας και αυτής της κομμουνιστικής, διότι ευκόλως ευρίσκων οπαδούς, ως εκ της γνωστής νοοτροπίας του λαού μας, δημιουργεί καθ' εκάστην νέα θρησκευτικά κόμματα, άτινα αλληλομαχόμενα προς άλληλα, αποτελούσιν αυτοτελείς ορθοδόξους Εκκλησίας, αίτινες, ως εκ της φύσεως του ζητήματος, πολλαπλασιαζόμενοι επ' αόριστον, θα διαιρέσωσι την Μίαν Ορθόδοξον Εκκλησίαν της Ελλάδος εις πλήθος τοιούτων, αλληλομισουμένων και αλληλοσπαρασσομένων και θα συντελέσωσιν εις την θρησκευτικήν, κοινωνικήν και εθνικήν αποσύνθεσιν και διάλυσιν του Ελληνισμού. Εάν τις ενθυμηθεί, ότι μόνη η θρησκευτική εμπάθεια του μονοφυσιτισμού διηυκόλυνε την κατάκτησιν της βυζαντινής Ανατολής υπό των Μουσουλμάνων, δύναται να κρίνει πόσο χείρονα δύναται να διαπράξει, η μανία του παλαιοημερολογιτισμού.



2). ότι συνεπώς, καθώς ο κομμουνισμός υπήρξε προγεφύρωμα του Σλαυισμού διά την υποδούλωσιν της Ελλάδος, τοιουτοτρόπως ο παλαιοημερολογιτισμός δύναται κάλλιστα να χρησιμοποιηθεί ως γέφυρα αυτού, ίνα εισδύσει εις αυτήν την καρδίαν του Έθνους.



3). ότι δεν πρόκειται απλώς περί λόγων και θεωριών, αλλά περί συνταρακτικών γεγονότων. Αρκεί να ρίψει τις εν βλέμμα εις την πραγματικότητα και θα βεβαιωθεί, ότι εκ της πρώτης παλαιοημερολογιτικής Εκκλησίας, ης προίσταται νυν, ο τέως Φλωρίνης, προήλθε δευτέρα, η του Ματθαίου, ήτις ανέδειξε πλήθος Επισκόπων και Επισκοπών, αίτινες συν τω χρόνω θα αποτελέσωσιν αλληλοσπαρασσομένας ορθοδόξους Εκκλησίας, ως ήδη είναι τοιαύται αι ανωτέρω δύο παλ/γιτικαί Εκκλησίαι. Ως να μη ήρκουν δε ταύτα, καθώς μαρτυρεί το υπ. αριθ. πρωτ. 11249/86/12 και από 17ης Απριλίου ενεστώτος έτους της Δ/νσεως Αστυνομίας Αθηνών, εκτός των από μακρού δρώντων και γνωστών παλ/γιτών ρασοφόρων, από τίνος χρόνου ήρχισε να εμφανίζηται στρατιά ολόκληρος νέων τοιούτων, παντελώς αγνώστου προελεύσεως, οίτινες έχοντες ως πρόφασιν και προστασίαν το παλαιόν ημερολόγιον, περιέρχονται ανενόχλητοι εκ μέρους του Κράτους άπασαν την Ελλάδαν, άνευ δικαιολογητικών της αρχής και της συντηρήσεώς των ασκούντες προσηλυτισμόν, εκμεταλλευόμενοι τους αφελείς, διενεργούντες παιδομάζωμα, πολλάκις ακολασταίνοντες, ιδρύοντες νέες Εκκλησίας και Μονάς ή ενοικιάζοντες ιδιωτικάς και κοινοτικάς τοιαύτας και πολλάκις, έγγαμοι όντες, εμφανιζόμενοι ως άγαμοι και μοναχοί, προς επιτυχίαν των σκοτίων σκοπών αυτών και σχεδίων.



4). ότι ο παλ/γιτισμός τυγχάνει απολύτως αντικανονικός, αντισυνταγματικός και παράνομος.



5). ότι εκ της υπάρξεως αυτού κινδυνεύει η πειθαρχία του κανονικού Κλήρου της Εκκλησίας της Ελλάδος, διότι πας ορθόδοξος κληρικός, τιμωρούμενος, δύναται να καταφεύγει εις το παλ/γιτικόν στρατόπεδον, ως έπραξαν πλείστοι άχρι τούδε τοιούτοι κληρικοί.



6). ότι η ατιμωρησία εκ μέρους του Κράτους των παλαιοημερολογιτών δημιουργεί μειονεκτικήν θέσιν διά την Εκκλησίαν της Ελλάδος και



7). ότι το κακόν έφθασεν εις το μη περαιτέρω, ως δεικνύει η συνημμένη υπ. αριθ. 13 και από 26/9 Μαίου 1950 εγκύκλιος της Συνόδου των παλ/γιτών, δημοσιευθείσα εν τη ''Φωνή της Ορθοδοξίας'', επισήμω οργάνω της Εκκλησίας των παλ/γιτών.



Ταύτα πάντα και πλείονα έτερα σχετικά έχουσα υπ' όψιν η Ιερά Σύνοδος και πεποιθυοία, ότι πάσα περεταίρω ανοχή του παλ/γιτισμού τυγχάνει αδικαιολόγητος, απεφάσισε την δι' όλων των δυνάμεων της Εκκλησίας δραστηρίαν και συστηματικήν αντιμετώπισιν αυτού και προς τούτο συνέστησε Μόνιμον Συνοδικήν Επιτροπήν, ήτις εν συνεργασία μετά των Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών ήρξατο ήδη του έργου τούτου διά παντός νομίμου μέσου.



Επειδή όμως ο παλ/γιτισμός εξίσου ενδιαφέρει και την Πολιτείαν, έχουσαν, όχι μόνον την υποχρέωσιν, αλλά και την δύναμιν, ίνα εξουδετερώσει αυτόν, διά τούτο η Αγία και Ιερά Σύνοδος εθεώρησε σκόπιμον, όπως επικαλεσθεί και την συνεργασίαν Υμών και προς τον σκοπόν τούτον, το γε νυν προτείνει Υμίν, τα εξής ληπτέα μέτρα:



1). την διάλυσιν του Σωματείου ή των Σωματείων των παλ/γιτών, την ακύρωσιν των Καταστατικών αυτών και την παρεμπόδισιν εν τω μέλλοντι πάσης συστάσεως τοιούτων, διότι τοιαύτα αποτελούσι νομιμοποίησιν της εναντίον του Κράτους και της Εκκλησίας ανταρσίας και φαινομενικών μεν  είναι Σωματεία, εν τη πραγματικότητι όμως Ελληνικαί αυτοκέφαλοι Ορθόδοξοι Εκκλησίαι. 



2). την επίτευξιν διακομματικής συμφωνίας, καθ' ην άπαντα τα κόμματα θα απόσχωσιν εν τω μέλλοντι πάσης κομματικής εκμεταλλεύσεως και υποστηρίξεως του παλ/γιτισμού.



3). την διάλυσιν των Ναών αυτών, ως ιδρυθέντων και λειτουργούντων παρανόμως, την υπαγωγή αυτών εις τους γειτονικούς ενοριακούς Ναούς και την αυστηράν εφαρμογήν του άρθρου 24, του περί Ιερών Ναών και εφημερίου Νόμου, δι' ου απαγορεύεται η άνευ της αδείας του οικείου Μητροπολίτου και του Υπουργείου Θρησκευμάτων και Παιδείας ανεγέρσεως Ναού, οιουδήποτε δόγματος των παραβατών τιμωρουμένων διά φυλακίσεως.



4). την συστηματικήν δίωξιν των καταχρήσεων του μοναχικού βίου. Προς τον σκοπόν αυτόν δύναται να ορισθεί διά Νόμου, ότι διαλύονται πάσαι αι Μοναί, αίτινες δεν ελειτούργησαν νομίμως από της 1ης Ιανουαρίου 1920 και εντεύθεν, των εν αυταίς διαιτωμένων αποστελλομένων, επιμελεία των κατά τόπους Αστυνομικών Αρχών, διατασσομένων να εφαρμόσωσιν αμέσως και αυστηρώς τον Νόμον, εις τας εστίας των, της δε περιουσίας αυτών προερχομένης εις τον Ο. Δ. Ε . Π και ότι εφεξής Μοναί δύνανται να ιδρύονται μόνον υπό της Εκκλησίας της Ελλάδος και δι' αποφάσεως της Ιεράς Συνόδου. Ειδικότερον, τον άμεσον αποκλεισμόν της Μονής Κερατέας, τον έλεγχον και την διάλυσιν αυτής, διότι πολλά εγκλήματα διαπράττονται εν αυτή και την άμεσον εν αυτή εγκατάστασιν Ορφανοτροφείου.



5). την αυστηράν εφαρμογήν των άρθρων 228 και 229 του ποινικού Νόμου. Κατά το άρθρον 228, ο φέρων δημοσία στολήν ή άλλο διακριτικόν σημείον δημοσίου υπαλλήλου, τιμωρείται δια φυλακίσεως, κατά δε το άρθρον 229, τιμωρείται δι' ειρκτής ο εταχειριζόμενος στολήν, την οποίαν δεν έχει την άδειαν να φέρει, επί σκοπώ του να βλάψει ή απατήσει το Κράτος ή ιδιώτην τινά ή να επιτύχει αθέμιτον κέρδος. Προς επιτυχίαν του σκοπού τούτου, δέον ν' ασκηθεί συστηματική δίωξις των παραβατών, μετά προγουμένην σύστασιν προς τα αστυνομικά όργανα, όπως υποβάλλωσιν αμέσως τας σχετικάς μηνύσεις και προς τους Εισαγγελείς να εισάγονται αι παραβάται δι' απευθείας κλήσεως και να εκδικάζονται ταχέως αι παραβάσεις. Η Εκκλησία της Ελλάδος θα εφοδιάσει τους κληρικούς και μοναχούς αυτής δι' ειδικής ταυτότητος, της οποίας τον τύπον θέλει ανακοινώσει υμίν εν καιρώ.



6). την υπό των κατά τόπους αστυνομικών αρχών άσκησιν εποπτείας επί των ρασοφόρων και ειδικότερον, τον αναγκαστικόν επαναπατρισμόν των εξ Αγίου Όρους άνευ αδείας της Εκκλησίας της Ελλάδος, εκτός αυτού περιφερομένων ρασοφόρων και την λήψιν, εν συνεννοήσει μετά της εν Καρυαίς Πρωτεπιστασίας, αστυνομικών μέτρων διά την εφεξής εξ Αγίου Όρους αποδημίαν ρασοφόρων, δι' αδειών, καθοριζουσών τον τόπον της μεταβάσεως, τον σκοπόν και τον χρόνον της μετακινήσεως αυτών. Δι' αναλόγων αδειών δέον να εφοδιάζονται και οι εντός του Κράτους από μιας μητροπολιτικής περιφερείας εις άλλην ταξιδεύοντες κληρικοί και μοναχοί. Αι Αστυνομικαί Αρχαί δέον να λαμβάνωσιν συνεχώς διαταγάς, όπως εφαρμόζωσιν ατέγκτως τα μέτρα ταύτα.



7). τον ορισμόν ειδικού αδικήματος διά τους κληρικούς της Εκκλησίας της Ελλάδος, οίτινες τιμωρούμενοι ή διωκόμενοι πειθαρχικώς, προσχωρούσιν εις οιανδήποτε θρησκευτικήν οργάνωσιν των παλ/γιτών και ασκούσι παρ' αυτή τελετουργικά και άλλα εκκλησιαστικά καθήκοντα, ως και διά τους δεχομένους αυτούς θρησκευτικούς ή λαικούς προισταμένους της οικείας Θρησκευτικής Κοινότητος.



8). την συστηματικήν δίωξιν του δι' αθεμίτων μέσων προσηλυτισμού, επί τη βάσει της κειμένης νομοθεσίας ως και πάσης παραβάσεως διατάξεων του κοινού ποινικού Νόμου εκ μέρους των ρασοφόρων δι' αναλόγου εφαρμογής των εν τέλει της παραγράφου 5 του παρόντος αναφερομένων, και


9). την έκδοσιν εγκυκλίων και διαταγών προς τας αρμοδίους Αρχάς και Υπηρεσίας του Κράτους, όπως υποστηρίζωσι τον αγώνα της Εκκλησίας, συνεργαζόμενοι μετά των Μητροπολιτών και δη: α). όπως εφαρμόζωσιν αυστηρώς τους σχετικούς νόμους, β). όπως απελαύνωσι τους άνευ κανονικής αδείας ρασοφόρους, γ). όπως παρεμποδίζωσι την ανέγερσιν παλαιοημερολογιτικών Ναών και Μονών και όπως τα Ληξιαρχεία αποκλείωσι τας παλ/γιτικάς ληξιαρχικάς πράξεις.



Τα ανωτέρω μέτρα εθεωρήσαμεν σκόπιμον όπως προτείνομεν Υμίν επί του παρόντος.


Υπάρχουσι βεβαίως και έτερα, άτινα θα υποδείξει ιδίως η πορεία του αγώνος και επί των οποίων θα πληροφορήσομεν Υμάς εν καιρώ.



ο Αθηνών Σπυρίδων Πρόεδρος






ΟΜΙΛΙΑ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΓΑΡΔΙΚΙΟΥ κ. ΚΛΗΜΕΝΤΟΣ ΣΤΟΝ ΚΑΘΑΓΙΑΣΜΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΥΡΟΥ




Ομιλία του θεοφιλεστάτου Επισκόπου Γαρδικίου κ. Κλήμεντος κατά τον καθαγιασμό του αγίου Μύρου, την Μεγάλη Πέμπτη, στον καθεδρικό ναό του Αγίου Αθανασίου Ν. Φιλαδέλφειας. 


Πραγματοποιήθηκε πολυαρχιερατικό Συλλείτουργο, προεξάρχοντος τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἐλλάδος κ. Καλλινίκου μέ τήν συμμετοχή τῶν Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτῶν Πειραιῶς καί Σαλαμῖνος κ. Γεροντίου, Ἀττικῆς καί Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου, Θεσσαλονίκης κ. Γρηγορίου, Δημητριάδος κ. Φωτίου, Τορόντο κ. Μωϋσέως, Ἀμερικῆς κ. Δημητρίου, Φιλίππων καί Μαρωνείας κ. Ἀμβροσίου, Ὠρωποῦ καί Φυλῆς κ. Κυπριανοῦ καί τῶν Θεοφιλεστάτων Ἐπισκόπων Μεθώνης κ. Ἀμβροσίου καί Γαρδικίου κ. Κλήμεντος, καθώς καί εἰκοσιπέντε Ἱερέων καί ἑπτά Διακόνων.


Μετά την ἀνάγνωση τῶν Ὠρῶν, ὁ Μακαριώτατος καί οἱ λοιποί Ἀρχιερεῖς ἐνδύθηκαν τά ἱερά ἄμφια ψάλλοντος τοῦ Χοροῦ ὑπό τήν διεύθυνση τοῦ Πρωτοψάλτου τοῦ Ναοῦ κ. Νεκταρίου Κατσίρη τό «Ἄνωθεν οἱ Προφῆται…» στόν εἰδικά διαμορφωμένο χῶρο τοῦ Ναοῦ, ὅπου ἔγινε ἡ ἕψησις (βρασμός) τοῦ Ἁγίου Μύρου. 


ν συνεχείᾳ, σχηματίστηκε λιτανευτική πομπή γιά τήν μεταφορά καί τήν εἴσοδο τῶν δέκα μικρῶν ἀργυρῶν Μυροδοχείων ἐντός τοῦ Ἱεροῦ Βήματος ὑπό τῶν Ἀρχιερέων, καθώς καί τῶν δώδεκα μεγάλων ἀργυρῶν Μυροδοχείων ἔμπροσθεν τοῦ ἱεροῦ Τέμπλου ὑπό τῶν Ἱερέων, καί κατόπιν ἄρχισε ὁ Ἑσπερινός μέ τήν Θεία Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου.

Κατά τήν Μεγάλη Εἴσοδο οἱ Ἱερεῖς εἰσόδευσαν καί τά δώδεκα μεγάλα ἀργυρά μυροδοχεῖα, τά ὁποῖα ἀφοῦ ὁ Μακαριώτατος σφράγιζε τρεῖς φορές στό στόμιο εἰς τό Ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος, τά παρελάμβαναν οἱ Ἀρχιερεῖς καί ἐν συνεχείᾳ τά τοποθετοῦσαν ὄπισθεν τῆς Ἁγίας Τραπέζης.


Μετά τόν Καθαγιασμό τῶν Τιμίων Δώρων, ὁ Μακαριώτατος ἀφοῦ σφράγισε σταυροειδῶς εἰς τό Ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος ὅλα τά ἀργυρᾶ Μυροδοχεῖα, τά δέκα μικρά βασταζόμενα ἀπό τούς Ἀρχιερεῖς καί τά δώδεκα μεγάλα, ψαλλομένου τοῦ Ἀπολυτικίου καί Κοντακίου τῆς Πεντηκοστῆς ὅπως καί τοῦ «Πάντα χορηγεῖ τό Πνεῦμα τό Ἅγιον...», ἀνέγνωσε γονυπετής τήν Καθαγιαστική Εὐχή τοῦ Ἁγίου Μύρου.


Τέλος δέ, σύμφωνα μέ τήν τυπική διάταξη, ἔκχυσε ὀλίγο παλαιό καθαγιασμένο Ἅγιο Μῦρο σέ ὅλα τά ἀργυρᾶ Μυροδοχεῖα μέ τό νέο καθαγιασμένο πλέον Ἅγιο Μῦρο.


Τήν διακονία τοῦ λόγου κατά τήν διάρκεια τοῦ Κοινωνικοῦ ἀνέλαβε ὁ Θεοφ. Ἐπίσκοπος Γαρδικίου κ. Κλήμης, ὁ ὁποῖος ἀναφέρθηκε στό μεγάλο καί ἱστορικό γεγονός τοῦ Καθαγιασμοῦ τοῦ Ἁγίου Μύρου γιά τήν Ἐκκλησία μας, ἀναφερθείς στήν ἱστορική ἐξέλιξη τῆς Τελετῆς καί στό πνευματικό νόημα τοῦ Χρίσματος μέ τό Ἅγιο Μῦρο γιά τόν κάθε πιστό. Κατά τήν Θεία Κοινωνία μετέλαβαν τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων σχεδόν ἅπαντες οἱ πολυπληθεῖς πιστοί, οἱ ὁποῖοι εἶχαν κατακλύσει τόν Ναό, ἀπό πέντε εὐμεγέθη Ἅγια Ποτήρια.


Πρίν ἀπό τήν Ἀπόλυση, πραγματοποιήθηκε μικρή λιτανεία τῶν ἀργυρῶν Μυροδοχείων μέ τό Καθαγιασμένο Ἅγιο Μῦρο πέριξ τοῦ Ναοῦ, ἐλήφθησαν ἀναμνηστικές φωτογραφίες στά πλευρικά σκαλοπάτια αὐτοῦ, καί τέλος ἔγινε ἡ Ἀπόλυση στόν χῶρο ἔξωθεν τοῦ Μυροφυλακείου, ὅπου ὁ Μακαριώτατος μετά τῶν λοιπῶν Ἀρχιερέων τοποθέτησαν τούς ἀργυρούς ἀμφορεῖς μέ τό Ἅγιο Μῦρο.


ς ἀναμνηστική εὐλογία ἐδόθη σέ ὅλους τούς πιστούς μικρό κυτίο μέ βαμβάκι-φυλακτό ἐμβαπτισμένο στίς ἐναπομείνασες ἀρωματικές καί λοιπές ὕλες, πού χρησιμοποιήθηκαν στήν παρασκευή καί ἕψηση τοῦ Ἁγίου Μύρου.


ὅλη αὐτή τελετή ἦταν μεγαλοπρεπής καί συγκινητική, καί θύμισε σέ ὅσους ἦταν καί τότε παρόντες τόν Καθαγιασμό Ἁγίου Μύρου τοῦ ἔτους 2001 ἐπί ἀρχιεπισκοπίας τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου τῆς Ἐκκλησίας μας τῶν Γ.Ο.Χ. Ἑλλάδος Χρυσοστόμου (+2010). Ἅπαντες δέ οἱ παρόντες, Κληρικοί καί λαϊκοί, αἰσθάνθηκαν τήν μεγάλη θεία εὐλογία τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ γιά τήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας καί τῶν μελῶν αὐτῆς, ἐν ὄψει τῆς Ἑορτῆς τῆς Ἁγίας Ἀναστάσεως.


Γιά τούς Ἀρχιερεῖς καί Κληρικούς, ὅπως καί γιά πιστούς, παρατέθηκε κέρασμα στήν αἴθουσα τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ στόν ἰσόγειο χῶρο αὐτοῦ.




Βίντεο εκ του Ραδιοφωνικού Σταθμού του Πατρίου Ημερολογίου, ''Η Λύρα του Πνεύματος''
http://www.xaramou.com


Κυριακή 5 Μαΐου 2019

ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ: ΣΤΗΝ ΚΑΙΝΗ ΚΥΡΙΑΚΗ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΑΠΟΣΤΟΛΟ ΘΩΜΑ




ρχομαι νά καταβάλλω χωρίς ἄλλο τήν ὀφειλή μου. Γιατί κι ἄν εἶμαι φτωχός ὅμως θέλω νά ἀποσπάσω βίαια τήν εὐγνωμοσύνη σας. ῎Εδωσα τήν ὑπόσχεση νά σᾶς φανερώσω τήν ἀπιστία τοῦ Θωμᾶ καί τώρα ἔρχομαι νά τήν ἐκπληρώσω. Τίς πρῶτες ὀφειλές πρῶτα βιάζομαι νά ἐξοφλῶ, γιά νά μή μέ πνίξουν οἱ τόκοι πού μαζεύονται.


Συνεργαστῆτε καί σεῖς στήν καταβολή τοῦ χρέους μου καί ἱκετέψετε τό Θωμᾶ, νά βάλη στά χείλη μου τό ἅγιο χέρι του, πού ἄγγιξε τήν πλευρά τοῦ Κυρίου, νά νευρώση τή γλῶσσα μου, γιά νά σᾶς ἐξηγήση ὅσα ποθῆτε. Κι ἐγώ παίρνοντας θάρρος ἀπό τίς πρεσβεῖες τοῦ ἀποστόλου καί μάρτυρα Θωμᾶ διαλαλῶ τήν πρώτη του ἀπιστία καί τήν ὕστερη ὁμολογία, πού εἶναι τῆς ᾿Εκκλησίας κρηπῖδα καί θεμέλιο.


῞Οταν μπῆκε ὁ Χριστός στούς μαθητάς του, ἐνῶ οἱ πόρτες ἦσαν κλεισμένες καί βγῆκε πάλι μέ τόν ἴδιο τρόπο, ὁ Θωμᾶς ἔλειπε μονάχα. ῏Ηταν κι αὐτό ἔργο τῆς θείας οἰκονομίας.ἡ ἀπομάκρυνση τοῦ μαθητοῦ νά προξενήση περισσότερη ἀσφάλεια καί βεβαιότητα. Γιατί ἄν ἦταν μαζί ὁ Θωμᾶς, δέ θά εἶχε βέβαια ἀμφιβολία. κι ἄν δέν εἶχε ἀμφιβολία, δέν θά ζητοῦσε μ᾿ ἐπιμονή.καί ἄν δέν ζητοῦσε,


δέ θά ψηλαφοῦσε.ἄν ὅμως δέν ψηλαφοῦσε, δέ θά ὡμολογοῦσε τόν Κύριο καί Θεό κι ἄν δέν ὡμολογοῦσε Κύριο καί Θεό, τό Χριστό, δέ θά εἴχαμε ἐμεῖς διδαχθῆ νά τόν δοξολογοῦμε μ᾿ αὐτόν τόν τρόπο. ῞Ωστε μέ τήν ἀπιστία του ὁ Θωμᾶς μᾶς ποδηγέτησε πρός τήν ἀλήθεια καί ὅταν ἦρθε ὕστερα σταθεροποίησε τήν πίστη μας. ῎Ελεγαν λοιπόν οἱ μαθηταί στό Θωμᾶ ὅταν ἦρθε.


῎Εχουμε δεῖ τόν Κύριο, ἔχομε δεῖ αὐτόν πού εἶπε.ἐγώ εἶμαι τό φῶς τοῦ κόσμου.ἔχομε δεῖ αὐτόν πού εἶπε ἐγώ εἶμαι ἡ ἀνάσταση καί ἡ ζωή καί ἡ ἀλήθεια.καί βρήκαμε τήν ἀλήθεια τῶν λόγων νά λάμπη μέσα στά πράγματα.


χομε δεῖ αὐτόν πού εἶπε.σέ τρεῖς ἡμέρες σηκώνομαι, κι ἀφοῦ εἴδαμε μέ τά μάτια μας τήν ἀνάσταση προσκυνήσαμε αὐτόν πού ἀναστήθηκε. Τόν ἀκούσαμε νά μᾶς λέη “εἰρήνη σ᾿ ἐσᾶς”, κι ἀλλάξαμε τό σκοτισμό τῆς λύπης σέ γαλήνια χαρά.


Εἴδαμε τά χέρια του πού δέχτηκαν τίς αἰχμές τῶν καρφιῶν, εἴδαμε τά χέρια πού κατηγοροῦν τή λύσσα τῶν θεομάχων σκυλιῶν, εἴδαμε τά χέρια πού ὕφαναν τήν ἀφθαρσία μας. Εἴδαμε καί τήν πλευρά πού κραυγάζει καθαρώτερα ἀπό κάθε κήρυκα τήν καλωσύνη τοῦ πληγωμένου. Εἴδαμε τήν ἴδια τήν πλευρά, πού οἱ ἄγγελοι ὑμνοῦν καί οἱ πιστοί σέβονται καί οἱ δαίμονες τρέμουν.


Δεχτήκαμε καί τή θεϊκή πνοή ἀπό τό θεϊκό στόμα του, φύσημα πνευματικό, φύσημα πού σκορπίζει κάθε χάρη. ῾Ο ἐξουσιαστής ἔδωσε καί σ᾿ ἐμᾶς ἐξουσία νά συγχωροῦμε τά σφάλματα. ᾿Αποκτήσαμε τό δικαίωμα νά κρίνωμε τούς ἁμαρτωλούς, ἀφοῦ μᾶς ἔδωσε τέτοια ἐντολή. ῎Αν ἀφήσετε τίς ἁμαρτίες μερικῶν, ἀφήνονται.ἄν μερικῶν τίς κρατήσετε, κρατοῦνται. Τέτοια βαθειά χαρά πήραμε ἀπ᾿ τό Σωτῆρα, τέτοια δῶρα ἀπολαύσαμε.


᾿Αδύνατο νά μήν πλουτίσωμε, ἀφοῦ μᾶς ἔτυχε τέτοιος Κύριος. ῎Εμεινε φτωχός μόνο αὐτός πού δέ βρέθηκε μαζί μας. Κι ὁ Θωμᾶς τί τούς εἶπε.“῎Εχετε δεῖ τόν Κύριο; Καλά. Αὐτόν πού εἴδατε λοιπόν νά τόν σέβεστε πιό πολύ. Αὐτόν πού παρατηρήσατε, νά τόν κηρύττετε ἀδιάκοπα. ᾿Εγώ ὅμως, ἄν δέ δῶ μέσα στίς παλάμες του τά ἴχνη τῶν καρφιῶν καί δέ βάλω τό δάχτυλό μου στό σημάδι ἀπ᾿ τά καρφιά καί δέ βάλω τό χέρι μου στήν πλευρά του, δέ θά πιστέψω.


Κι ἐσεῖς δέ θά πιστεύατε, ἄν δέν βλέπατε πρῶτα.ἔτσι κι ἐγώ ἄν δέν ἰδῶ δέ θά πιστέψω”. Μεῖνε, Θωμᾶ, σταθερός στόν πόθο σου αὐτόν, μεῖνε σταθερός μέ ἐπιμονή, γιά νά δῆς ἐσύ καί νά βεβαιωθῆ ἡ ψυχή μου. Μεῖνε σταθερός, ζητώντας αὐτόν πού εἶπε, “Ζητᾶτε καί θά βρῆτε”. Μήν προσπεράσης ἁπλῶς, ἐρευνῶντας, ἄν δέν εὕρης τό θησαυρό πού ζητᾶς, χτύπα μ᾿ ἐπιμονή τήν πόρτα τῆς ἀναντίρρητης γνώσης, ὥσπου νά σοῦ τήν ἀνοίξη αὐτός πού εἶπε “χτυπᾶτε καί θά σᾶς ἀνοίξω”.


᾿Αγαπῶ τό διχασμό τῶν λογισμῶν σου, γιατί κόβει κάθε διχασμό. ᾿Αγαπῶ τή φιλομάθειά σου, γιατί κόβει σύρριζα κάθε φιλονεικία. Μέ χαρά ἀκούω πολλές φορές τά λόγια σου: “ἄν δέ δῶ στά χέρια του τό σημάδι ἀπ᾿ τά καρφιά, δέ θά πιστέψω”. Γιατί σύ ἀπιστεῖς κι ἐγώ μαθαίνω νά πιστεύω. ᾿Εσύ σκάβεις μέ τό δικέλλι τῆς γλώσσας τό θεῖο σῶμα, κι ἐγώ θερίζω ἄκοπα τόν καρπό καί τόν μαζεύω γιά μένα.


῎Αν δέν ἰδῶ μ᾿ αὐτά μου τά μάτια μέσα στ᾿ ἅγια του χέρια, τ᾿ αὐλάκια πού σάν μέ ἀλέτρι χάραξαν οἱ ἀσεβεῖς, μέ κανένα τρόπο δέ θά συμφωνήσω μέ τά λόγια σας. ῎Αν δέ βάλω αὐτό μου τό δάχτυλο στίς λακοῦβες τῶν καρφιῶν, δέ θά δεχτῶ τό καλό μήνυμά σας. ῎Αν δέν κρατήσω μ᾿ αὐτό μου τό χέρι τήν πλευρά ἐκείνη, πού ἀνύποπτη μαρτυρεῖ τήν ἀνάσταση, δέν μπορῶ νά πιστέψω τή γνώμη σας.


Γιατί κάθε λόγος εἶναι ἰσχυρός καί βέβαιος, ἄν δεχτῆ τή συνηγορία ὅλων τῶν πραγμάτων. Καί κάθε λόγος πού δέν ἔχει τή μαρτυρία τῶν ἔργων εἶναι χωρίς σημασία καί ἀπό τό στόμα στόν ἀέρα χάνεται. Θά κηρύξω στούς ἀνθρώπους τά θαύματα τοῦ Δασκάλου. 


Πῶς λοιπόν μέ τά λόγια νά πῶ αὐτά πού δέν ἀντιλήφθηκα μέ τά μάτια μου; Πῶς θά κάνω τούς ἄπιστους νά πιστέψουν, αὐτά πού μήτε ἐγώ δέν τἄχω παρακολουθήσει; Νά πῶ στούς ᾿Ιουδαίους καί στούς ῞Ελληνες ὅτι ἔχω δεῖ τόν Κύριό μου νά τόν σταυρώνουν. Δέν τόν εἶδα ὅμως νά ἔχει ἀναστηθῆ ἀλλά μόνο ἄκουσα.


Καί ποιός δέν θά περιπαίξη τά λόγια μου; Ποιός δέ θά δείξη περιφρόνηση στό κήρυγμά μου; ῎Αλλο πρᾶγμα εἶναι ν᾿ ἀκούσης κάτι καί ἄλλο νά τό δῆς, ἄλλο πρᾶγμα εἶναι ἡ ἀφήγηση λόγων κι ἄλλο ἡ θέα καί ἡ ἐμπειρία τῶν πραγμάτων.


῎Ετσι ἐπειδή ὁ Θωμᾶς εἶχε ἀμφίβολη γνώση, σέ ὀχτώ μέρες ὁ Δεσπότης ξαναῆρθε πάλι στούς μαθητάς του πού ἦταν συγκεντρωμένοι ὅλοι μαζί. ῎Αφησε πρῶτα νά κατηχηθῆ ὁ Θωμᾶς ἀπό τούς συμμαθητάς του στίς ἐνδιάμεσες μέρες. Παραχώρησε νά φλογιστῆ ἀπό τή δίψα νά τόν ἀντικρύση. Κι ὅταν ἡ ψυχή του ἄναψε ἀπό τόν σφοδρό πόθο τῆς θέας του, τότε στήν ὥρα πάνω ὁ ποθητός βρῆκε αὐτόν, πού τόν ποθοῦσε.


῞Ομοια, ὅπως καί πρῶτα, μέ κλεισμένες τίς πόρτες τό ἔκανε αὐτό καί ξανά, ὅπως καί πρῶτα, τούς εἶπε.“εἰρήνη σ᾿ ἐσᾶς”, γιά νά ταυτιστῆ τό πρᾶγμα μέ τό θαῦμα καί γιά νά βεβαιώση τό λόγο τῶν ἀποστόλων καί γιά νά παραστήση τήν ἀκρίβεια τοῦ δεύτερου ἐρχομοῦ του. ῎Επειτα εἶπε στό Θωμᾶ. Βάλε τό δάχτυλό σου ἐδῶ καί ἰδές τά χέρια μου.


Τί ὕψος ἀπέραντης φιλανθρωπίας! Τί πέλαγος ἀμέτρητης συγκαταβάσεως! Δέν περίμενε τήν προσέλευση τοῦ μαθητοῦ, δέν περίμενε νά πλησιάση αὐτός πού εἶχε ἀνάγκη, νά παρακαλέση καί νά ἐπιτύχη ὅ,τι ἤθελε. Μήτε γιά λίγο δέν τόν στέρησε ἀπό τήν ἐπιθυμία,


λλά ὁ ἴδιος ὁ ἀγαπημένος αὐτόν πού τόν ἀγαποῦσε μέ τή βία τραβοῦσε κοντά του, ὁ ἴδιος ἔσυρε στήν πληγή τό δάχτυλο ἐκείνου πού εἶχε τόν πόθο, ὁ ἴδιος μέ τή δεσποτική γλῶσσα του, τράβηξε τό δουλικό χέρι λέγοντας σ᾿ αὐτόν. Βάλε τό δάχτυλό σου ἐδῶ καί ἰδές τά χέρια μου. ῎Ακουσα, Θωμᾶ, ἀπών σάν ἄνθρωπος ἀλλά παρών σάν Θεός, ὅ,τι εἶπες στούς ἀδελφούς σου.


῎Ημουν κοντά σας μέ τή θεϊκότητά μου καί χώρια σας μέ τήν ἀνθρωπίνη φύση μου. Θέλεις νά σοῦ ὑπενθυμίσω τά λόγια πού εἶπες προηγούμενα; Δέν εἶπες, ἄν δέ δῶ μέσα στά χέρια του τά σημάδια τῶν καρφιῶν καί δέ βάλω τό δάχτυλό μου στά σημάδια τῶν καρφιῶν καί δέ βάλω τό χέρι μου στήν πλευρά του, δέ θά πιστέψω;


Δέ βγῆκαν ἀπό τά χείλη σου τά λόγια αὐτά; Τά λόγια αὐτά δέ ἀνταποκρίνονται στούς λογισμούς σου; Γι᾿ αὐτό ξαναῆλθα.γιά νά μήν ἀμφιβάλλης. Γι᾿ αὐτό εἶμαι κοντά σας δεύτερη φορά, γι᾿ αὐτά πού ἐπιθυμεῖς ἔχω φτάσει καί τώρα ἦρθα γιά σένα, τόν ἕνα, ἐγώ πού γιά τό χαμένο πρόβατο κατέβηκα ἀπό τούς οὐρανούς χωρίς ἐν τούτοις νά τούς ἀφήσω.


Μή διστάσης λοιπόν νά μάθης ὅ,τι ποθεῖς, μήν ντρέπεσαι νά κοιτάξης καλά ὅ,τι θέλεις. Μήν ἀποφύγης νά βάλης τό δάχτυλό σου στά ἴδια τά χέρια μου. ᾿Ανέχομαι καί τά περίεργα δάχτυλα, ὅπως ἀνέχτηκα τά καρφιά. ῾Υπομένω τήν περιέργεια τοῦ φίλου, ὅπως ὑπόμεινα τήν κακία τῶν ἐχθρῶν. 


Μέ σταύρωσαν οἱ ἐχθροί μου καί δέν ἀγανάκτησα καί δέ θά ὑποφέρω τήν δική σου ἐξέταση; Βάλε τό δάχτυλό σου ἐδῶ καί ἰδές τά χέρια μου, πού τραυματίστηκαν γιά σᾶς, γιά νά θεραπεύουν τά χτυπήματα τῶν δικῶν σας ψυχῶν. 


᾿Ιδές τά χέρια μου καί συλλογίσου ἄν εἶμαι ἐκεῖνος πού θεληματικά σταυρώθηκε ἤ κάποιος ἄλλος. ᾿Ιδές τά χέρια μου, πού ἄφησα νά διατηροῦν τά σύμβολα τῆς ῾Εβραϊκῆς μανίας κι ὅταν μέ τή συνηθισμένη ἀναίδειά τους μοῦ ποῦν οἱ ῾Εβραῖοι κατά τήν ἡμέρα τῆς κρίσεως ὅτι ἐμεῖς Κύριε,


δέ σέ σταυρώσαμε, τότε θά δείξω σ᾿ αὐτούς πού μέ πολέμησαν, τά χέρια μου μ᾿ αὐτή τή μορφή καί θά ντροπιάσω τούς ῾Εβραίους μόλις τ᾿ ἀντικρύσουν. ᾿Ιδές τά χέρια μου, καί τό ἀληθινό γεγονός τῆς ἀναστάσεως μου μή νομίσης πώς εἶναι μιά φαντασία.


Κράτησε αὐτά τά χέρια, σάν ὁμήρους γιά τόν ξαναγεννημό σας. Κράτησε αὐτά τά χέρια, σάν ἐνέχυρα γιά τήν ἀνάστασή σας μέσα ἀπό τόν τάφο. Κράτησε αὐτά τά χέρια, σάν ἄγκυρα πού ἔπεσε στό βυθό τοῦ ῞Αδη. Καμμιά χειμωνιά τῆς ζωῆς μή φοβηθῆς, καμμιά ζάλη τοῦ κόσμου ἄς μή σέ ζαλίση. 


Μή φοβηθῆς τό φύσημα τῶν ἀντιθέτων ἀνέμων, ἄς μή σέ ἀνησυχήσουν οἱ καταιγίδες κι οἱ σκόπελοι τῆς θάλασσας τῶν ἐχθρῶν. Πέρνα μέ θάρρος τό πέλαγος τῆς ζωῆς, ταξίδευε κρατῶντας τήν ἄγκυρα τοῦ πνεύματος, ταξίδευε ἔχοντας μπροστά σου σάν λιμάνι τόν οὐρανό.


Ταξίδευε καί νά φοβᾶσαι μόνο τῆς ἀρνήσεώς μου τό ναυάγιο. Περιγέλα τό θάνατο σά νεκρό, περίπαιζε τή φθορά σάν ἀνίσχυρη. ᾿Αποδέχου γιά χάρη μου τό τέλος τῆς ζωῆς σάν ἀρχή μιᾶς πιό ἐσωτερικῆς ζωῆς καί φέρε τό χέρι σου καί βάλτο στήν πλευρά μου. ῎Αντλησε μέ τό χέρι σου ἀπό τή βρύση αὐτή τῆς ζωῆς τό νᾶμα πού ποθεῖς, τή δίψα σου ἀνακούφισε.


Φέρε τό χέρι σου καί βάλτο στήν πλευρά μου. Βάλε τό χέρι στό ἰατρεῖο τῆς πλάσης καί βγάλε τό φάρμακο τῆς ἐπιθυμίας σου. Δέχομαι ἄγγιγμα χεριοῦ πού μ᾿ ἀγαπᾶ. ‘Εγώ πού δέχτηκα τήν πληγή τῆς λόγχης. Φέρε τό χέρι σου καί βάλτο στήν πλευρά μου, γιά νά μπορεῖς ν᾿ ἀγωνίζεσαι γι᾿ αὐτήν, γιά νά μπορεῖς ν᾿ ἀποκριθῆς σ᾿ αὐτούς πού πολεμοῦν τήν ἀλήθεια, ὅτι μέ εἶδες μετά τήν ᾿Ανάσταση καί μ᾿ ἀναγνώρισες καί μέ ψηλάφησες προσεκτικά. Φέρε τό χέρι σου καί βάλτο στήν πλευρά μου.


Γιά σένα τήν ἄφησα ἔτσι ἐγώ πού θεράπευσα τά σώματα καί τίς ψυχές τῶν ἄλλων. Πρόβλεψα σάν Θεός ὅτι θά θελήσης νά τή δῆς ἔτσι καί βλέποντας τ᾿ ἀχνάρια τοῦ πάθους στήν σάρκα μου θέλησα νά θεραπεύσης τό πάθος τῆς ψυχῆς σου. Φέρε τό χέρι σου, καί βάλτο στήν πλευρά μου πού τή φύλαξα ἔτσι μέ κάποιο σκοπό.


῞Οταν γυρίσω πάλι ἀπό τούς οὐρανούς καί καθίσω σέ θρόνο κριτής ζωντανῶν καί νεκρῶν νά ἰδοῦν οἱ ῾Εβραῖοι κατάματα τά ἔργα τῆς κακίας τους καί μόνοι τους ν᾿ αὐτοδικαστοῦν – καί μή φανῆς ἄπιστος ἀλλά πιστός. Κακό ἡ ἀπιστία, κάνει τόν νοῦ νά βουλιάξη. ῾Η πίστη τόν ἀναρπάζει στόν οὐρανό. ῾Η ἀπιστία τυφλώνει τήν ψυχή.ἡ πίστη σκορπᾶ τό φῶς της στούς λογισμούς. Ἡ πίστη καί τά ἀόρατα κατακάθαρα βλέπει, ὁ ἄπιστος εἶναι σ᾿ ἄγνοια ὁλοκληρωτική. Μή γίνης ἄπιστος ἀλλά πιστός.


Παραμέρισε τό νέφος τῆς ἀπιστίας καί κοίταξε τίς καθαρές ἀκτῖνες τῆς πίστης. Γίνου μέσα σέ ὅλους ἄξιος ἀπόστολος τῆς θεότητάς μου. Γίνου τέτοιος ὅπως πρέπει νά εἶναι αὐτός πού μέ συνάντησε καί εἶδε τέτοια ὅπως ἐσύ. ῞Ομοια μέ τούς ἄλλους ἀποστόλους σέ κάλεσα, ὅμοια μ᾿ αὐτούς σέ τίμησα, ὅμοια μ᾿ αὐτούς ὁπλίσου.


῞Ομοια μ᾿ αὐτούς εἶδες ὅ,τι εἶδαν, ὅμοια μ᾿ αὐτούς σοῦ ἐμπιστεύθηκα σά φίλο, ὅλο μου τό μυστήριο, ὅμοια μ᾿ αὐτούς κήρυξε τή δύναμή μου. Μήν πῆς πάλι, ἀφοῦ μέ εἶδες μιά φορά.῎Αν δέ δῶ πάλι στά χέρια του τά σημάδια τῶν καρφιῶν δέ θά πιστέψω. ῞Οσο εἶμαι μαζί σας ἄφησε ἐλεύθερη , ὅπως θέλεις, τήν περιέργειά σου. ῞Οσο ἔχεις δίπλα σου τό οὐράνιο κλῆμα ὅλα τά κλαδιά καί τά σταφύλια του ἐρεύνησε. Θ᾿ ἀνεβῶ στούς οὐρανούς, ἀπ᾿ ὅπου ἦρθα στή γῆ, θ᾿ ἀνεβῶ, ὅπου εἶμαι.


Θ᾿ ἀνεβῶ μέ τήν ἀνθρωπίνη φύση μου ἐκεῖ ἀπ᾿ ὅπου γιά χάρη σας κατέβηκα μέ τή θεία μου φύση. Θ᾿ ἀνεβῶ μ᾿ αὐτό μου τό σῶμα, ἄν καί χωρίς αὐτό ἦρθα ἀπό κεῖ κι ἔμεινα ἐκεῖ πέρα. Θ᾿ ἀνεβῶ στούς κόλπους τούς πατρικούς μέ τή δική σας φύση, ἄν καί εἶμαι στούς κόλπους τοῦ πατέρα. Τελείωσα τό ἔργο μου γιά χάρη του ἔκανα αὐτή τήν πορεία.


᾿Αφοῦ ἄγγιξε λοιπόν ὁ Θωμᾶς τά χέρια τοῦ Κυρίου καί τή θεία πλευρά γέμισε ἀπό δειλία καί ἀπό χαρά μαζί βλέποντας αὐτά πού ἐπιθύμησε καί ἀμέσως ξεσπᾶ σέ ὕμνο τοῦ Κυρίου κραυγάζοντας. Κύριέ μου καί Θεέ μου. Σύ εἶσαι ὁ Κύριος καί ὁ Θεός. Σύ εἶσαι ὁ ἄνθρωπος καί ὁ φιλάνθρωπος. Σύ εἶσαι ξενόφερτος καί παράξενος γιατρός τῆς πλάσης.


Δέν κόβεις μέ τό νυστέρι τ᾿ ἄρρωστα μέλη, δέν καῖς μέ τή φωτά τίς πληγές, δέν μαζεύεις ἀπ᾿ τά βοτάνια τήν δύναμη τῶν φαρμάκων σου, δέ δένεις μέ ὁρατούς ἐπιδέσμους τίς πληγές πού μᾶς ἀφανίζουν. Διαθέτεις ἀόρατους ἐπιδέσμους ἀγάπης, πού ἀόρατα τονώνουν τά καταπονημένα μέλη. ῎Εχεις λόγο πού εἶναι πιό κοφτερός ἀπό τό μαχαίρι. 


χεις λόγο πιό δυνατό ἀπ᾿ τή φωτιά. Ἔχεις βλέμμα ἀπ᾿ τό φάρμακο πιό ἁπαλό. Σάν δημιουργός ἁγιάζεις χωρίς κόπο τό δημιούργημά σου, σάν πλάστης χωρίς νά κουραστῆς μεταπλάθεις τά πλάσματά σου. Σύ κατά τό θέλημά σου τούς λεπρούς καθάρισες, τούς κουτσούς τούς ἔκανες νά τρέχουν, τούς παράλυτους νά σηκώνουν τά κρεβάτια τους, τούς γεννημένους τυφλούς τούς προστάζεις νά πετάξουν μέ νίψιμο τό σκοτάδι. 


᾿Εξώρισες τούς δαίμονες ἀπ᾿ τά δημιουργήματά σου, μέ θέλημά σου πιάστηκες ἀπ᾿ τούς ἐχθρούς καί ἀπ᾿ τούς ῾Εβραίους, τά πάντα δέχτηκες γιά μένα στό σῶμα σου.


῏Ω Κύριε καί Θεέ μου. ᾿Αναγνώρισα τόν Κύριό μου, ἀναγνώρισα τόν ἁλιέα καί φύλακά μου, ἀναγνώρισα τό βασιλιά καί Κύριό μου. ῏Ω Κύριέ μου καί Θεέ μου. Πιστεύω Κύριε στήν οἰκονομία σου, πιστεύω στήν συγκατάβασή σου, πιστεύω στήν ἀνάληψη ἀπό μέρους σου τῆς φροντίδας μου, πιστεύω στόν προσκυνητό σου σταυρό, πιστεύω στά παθήματα τῆς σάρκας σου, πιστεύω στόν τριήμερο θάνατό σου, πιστεύω στήν ἀνάστασή σου.


Λοιπόν δέν ἔχω πιά περιέργεια. Πιστεύω, δέν κάνω πιά ἔλεγχο.πιστεύω, δέν στήνω πιά τή ζυγαριά τοῦ νοῦ. Πιστεύω, δέν ἔχω πιά περιέργεια. Πιστεύω στά μάτια μου καί στά χέρια μου. Μέ δίδαξαν αὐτά πού εἶδα νά μήν κάνω ἔλεγχο. Ψηλάφησα κι ἔμαθα νά προσκυνῶ ὄχι νά φιλονικῶ. ῞Ενα Κύριο καί Θεό γνωρίζω, τόν Κύριό μου Χριστό. ῎Ας εἶναι δεδοξασμένος καί δυνατός στούς αἰῶνες. ᾿Αμήν.





Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος


ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ: ΟΜΙΛΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ




Θαντιληφθής καλύτερα την υπεροχή της Κυριακής απέναντι στις άλλες εορτάσιμες ημέρες και από το εξής. Κάθε άλλη εορτάσιμη ημέρα το έτος φέρει μόνο μια φορά, ενώ την Κυριακή μας την επαναφέρει και ο κάθε μήνας μόνος του τέσσερις φορές· έτσι αυτή με την τόσο συχνή επάνοδο μας καθιστά όλο το έτος της αληθινής αφέσεως, έτος ευπρόσδεκτο από τον Κύριο. 


Γι’ αυτό και ο Κύριος διδάσκοντάς μας να την εορτάζωμε εμπράκτως με το πέρασμα κάθε εβδομάδος ημερών, εμφανίσθηκε πρώτα στους μαθητάς σε οικία, ενώ απουσίαζε ο Θωμάς, και παρουσίασε τον εαυτό του ζωντανόν, τους πρόσφερε την ειρήνη και με το εμφύσημα εχάρισε τη χάρι του θείου Πνεύματος·


ενέβαλε σ’ αυτούς θεία δύναμι να δένουν και να λύουν τις αμαρτίες και τους κατέστησε συμμετόχους της ουράνιας κυριαρχίας, λέγοντάς τους, «λάβετε άγιο Πνεύμα, αν συγχωρήσετε τις αμαρτίες κάποιων, τους συγχωρούνται, αν τις κρατήτε, κρατούνται».


Αυτήν λοιπόν τη δύναμι και χάρι παρέσχε ο Κύριος, εμφανισθείς κατά την ιδία την ημέρα της αναστάσεώς του, που πάντως ήταν Κυριακή· έπειτα παραλείποντας τις ενδιάμεσες ημέρες της εβδομάδος, κατά την ογδόη, δηλαδή την Κυριακή που έχομε σήμερα, έρχεται πάλι στην ίδια οικία, για να εγκαινιάση την πανήγυρί του και οδηγήση τον διστακτικό Θωμά προς την πίστι·


διότι κατά τον αγαπημένο ευαγγελιστή και μαθητή του Σωτήρος, «έπειτα από οκτώ ημέρες οι μαθηταί ήσαν πάλι μέσα και ανάμεσά τους ο Θωμάς· έρχεται ο Ιησούς, ενώ οι θύρες ήσαν κλειστές, εστάθηκε στη μέση τους και λέγει σ’ αυτούς, ειρήνη σ’ εσάς».


Βλέπετε ότι Κυριακή συνέβηκαν και η συνάθροισις των μαθητών του Χριστού και ο ερχομός του Κυρίου προς αυτούς; Διότι Κυριακή ήταν, όταν για πρώτη φορά ήλθε σε συνάθροισί τους, και μετά οκτώ ημέρες πάλι Κυριακή έρχεται σε σύναξί τους.


Εκείνες τις συνάξεις εικονίζει διαρκώς η Εκκλησία του Χριστού με το να επιτελή κυρίως κατά Κυριακή τις συνάξεις, όπου κι’ εμείς ευρισκόμαστε ανάμεσά σας και κηρύττομε δημοσία τα χρήσιμα για την σωτηρία και οδηγούμε προς την ευσέβεια και τον ευσεβή βίο.


Κανένας λοιπόν να μη απουσιάζη από αυτές τις ιερές και θεοπαράδοτες συνάξεις είτε από ραθυμία είτε από την συνεχή ασχολία με τα γήινα, ώστε να μη εγκαταλειφθή δικαίως από τον Θεό και πάθη κάτι παρόμοιο με τον Θωμά που δεν ήλθε στην ώρα του·


κι’ αν πνιγμένος από τις φροντίδες απουσιάση μια φορά, να ανταποδώση την επομένη, φέροντας τον εαυτό του στην Εκκλησία του Χριστού, για να μη μείνη αμείωτος, αφού, ενώ ασθένησε κατά την ψυχή στην απιστία με έργα και λόγια, δεν προσήλθε στο ιατρείο του Χριστού και δεν εδέχθηκε την ιερά ιατρεία, όπως ο θείος Θωμάς.


Υπάρχουν πραγματικά, υπάρχουν όχι μόνο λογισμοί και λόγοι, αλλά και έργα και πράξεις πίστεως (διότι, λέγει, «δείξε μου την πίστι σου από τα έργα σου»), από τα οποία αν εκπέση κανείς τελείως απομακρυνόμενος από την Εκκλησία του Χριστού και επιδιδόμενος αποκλειστικώς στα μάταια, έχει την πίστι νεκρά, δηλαδή ανύπαρκτη, γινόμενος κι’ αυτός νεκρός διά της αμαρτίας.


Αλλ’ απορούν μερικοί, πώς με κλειστές θύρες εισήλθε ο Χριστός έχοντας σώμα; Διότι, όπως φαίνεται, δεν γνωρίζουν να συγκρίνουν τα πνευματικά με τα πνευματικά και να τα κατανοούν δι’ αλλήλων, όπως λέγει ο θείος απόστολος.


Διότι, αν δεν έφθειρε τη μήτρα της Παρθένου που τον εγέννησε κατά σάρκα, αφού δεν την έθιξε κατά την γέννησί του αλλά διετήρησε σώα τα σημεία της παρθενίας, μ’ όλο που τότε έφερε παθητό και θνητό σώμα, τι το παράδοξο, αν τώρα, που απαθανάτισε το ανθρώπινο πρόσλημμα και έχει αθάνατο σώμα, εισήλθε από κλειστές θύρες;


Αλλά επειδή πάντως είχε αθάνατο και απαθές σώμα, πώς λοιπόν είχε τις ουλές και τα τρυπήματα στα χέρια και την πλευρά; 


Διότι λέγει ο ευαγγελιστής ότι ο Κύριος είπε προς τον Θωμά· «φέρε εδώ τον δάκτυλό σου και ιδέ τα χέρια μου και φέρε το χέρι σου και βάλε το στην πλευρά μου· και να μη είσαι άπιστος, αλλά πιστός».


Πώς είχε λοιπόν τις ουλές; Βέβαια θνητό και παθητό σώμα δεν θα μπορούσε να επιδείξη ουλές και τρυπήματα και παρ’ όλα αυτά να μένη σώο και υγιές· το δε απαθές και αθάνατο μπορεί και ουλές να δείξη και τρυπήματα, που έπαθε πρωτύτερα, σε όσους θέλει, και παρ’ όλα αυτά να μένη απαθές και αθάνατο.


Εμένα δε τούτο μου επιτρέπει ν’ αντιληφθώ και αυτό, ότι δηλαδή τις ουλές φέρουν ως αιώνιο στολίδι όσοι έπαθαν για τον Χριστό. Όπως δηλαδή οι φωταγωγοί των παραθύρων χωρίς να μειώνουν κατά τίποτε την ασφάλεια της οικοδομής, δεν αποτελούν ασχήμια αλλά στολίδι αναγκαιότατο στις οικίες, αφού στέλλουν μέσα το φως και προσφέρουν την προς τα έξω


θέα των ενοίκων, κατά τον ίδιο τρόπο τα πάθη επί του σώματος γιά τον Χριστό και τα τρυπήματα από αυτά είναι γι’ αυτούς, που τα έχουν φωταγωγοί του ανεσπέρου φωτός και κατά τον καιρό της εκφάνσεως του φωτός εκείνου αυτοί αναγνωρίζονται μάλλον από το θείο κάλλος και την λαμπρότητα, αλλ’ όχι μόνο δεν φθείρονται από την απάθεια, αλλά μάλλον είναι πρόξενοι της αθανασίας.


Το δε σώμα του Χριστού που έχει μέσα του την πηγή του φωτός, εκλάμποντας από εκεί εφώτισε νοερώς τον διστάζοντα, ώστε ο Θωμάς να φωνάξη αμέσως με τελεία θεολόγησι, «ο Κύριός μου και ο Θεός». Ο δε Κύριος είπε προς αυτόν, «επειδή με είδες επίστευσες; μακάριοι αυτοί που επίστευσαν χωρίς να ιδούν», δεικνύοντας ότι οι αυτόπτες δεν έχουν περισσότερα δικαιώματα στη δόξα από εκείνους που οδηγούνται δι’ αυτών στην προς τον Κύριο πίστι.


Αν δε δεν είπε ‘πιστεύοντες’ αλλά «πιστεύσαντες», το είπε με την θεία και προγνωστική δύναμι του γνωρίζοντος τα πάντα πριν από τη γένεσί τους, ότι τα εσόμενα είναι γεγονότα.


Κάτι που μόλις τώρα μου ήλθε στο νου, θα το ειπώ προς την αγάπη σας. Πραγματικά βλέπω ότι ο Θωμάς, όταν ήταν απών, έγινε άπιστος, όταν δε ήλθε μαζί με τους πιστεύοντας, δεν αστόχησε καθόλου στην πίστι.


Γι’ αυτό έβαλα στο νου μου ότι, και ο αμαρτωλός άνθρωπος, μόνο αν αποφύγη την συναναστροφή με τους φαύλους και συναναστρέφεται τους δικαίους δεν θα αστοχήση ποτέ στη δικαιοσύνη και στη γι’ αυτήν ψυχική σωτηρία. 


Κι’ αυτό νομίζω ότι υπαινίσσεται και ο ψαλμωδός προφήτης, όταν μακαρίζη τους παρεκκλίνοντας από την συμπαράστασι και συνοδοιπορία με τους διεφθαρμένους, και άλλος προφήτης όταν λέγη, να μη είσαι με πολλούς στην κακία, και ο παροιμιαστής, «στη συνάθροισι των αμαρτωλών θα γίνη πυρκαϊά, ενώ αυτός που συμπορεύεται με σοφούς θα είναι σοφός».


Επομένως, αδελφοί, ας συναθροιζώμαστε και ας επισκεπτόμαστε συχνά την Εκκλησία του Θεού· διότι κάθε πραγματικά ευλαβής παρευρίσκεται και παραμένει σ’ αυτήν χωρίς απουσίες. Και όταν ο καθένας σας έλθη σ’ αυτήν, ας παρατηρή τους ευλαβέστερους, που μπορεί να τους διακρίνη και μόνο με τη θέα της παραστάσεως σε σιωπή και προσοχή.


Ας παρατηρή λοιπόν τους ευλαβέστερους και σεβόμενους τον Κύριο περισσότερο από τους άλλους, και πλησιάζοντας ας προσκολλάται σ’ αυτούς και ας συμπαραστέκεται στον Θεό μαζί με αυτούς. 


Κι αν εξέλθη από εδώ μετά την απόλαυσι, σε ημέρα Κυριακή, σχολάζοντας από τα επίγεια έργα για τον Κύριο, του οποίου επώνυμος είναι αυτή, ας αναζητή με επιμέλεια, μήπως κάποιος μιμούμενος τους Αποστόλους εκείνους μένη τον περισσότερο χρόνο κατάκλειστος, ποθώντας να επικοινωνήση προς τον Κύριο διά της προσευχής και της ψαλμωδίας σε ησυχία, καθώς και διά της άλλης διαγωγής.


Ας προσέλθη λοιπόν και αυτός σ’ εκείνον, ας εισέλθη στην οικία του με πίστι, σαν σε ουράνιο χώρο που έχει μέσα την αγιαστική δύναμι του Πνεύματος· ας παρακάθεται με τον ένοικο, ας παραμένη μαζί του, όσο μπορεί, και ας συνομιλή μαζί του περί Θεού και θείων πραγμάτων, ερωτώντας, μαθαίνοντας με ταπείνωσι κι επικαλούμενος την βοήθεια δι’ ευχής. 


Πράττοντας έτσι θα έλθη και προς αυτόν αοράτως – το γνωρίζω καλά – ο Χριστός και θα προσφέρη την ειρήνη μέσα στο λογικό της ψυχής, θ’ αυξήση την πίστι, θα δώση μεγαλύτερη δύναμι στον στηριγμό και στον καιρό του θα τον κατατάξη μαζί με τους εκλεκτούς του στη βασιλεία των ουρανών.


Αυτήν είθε να επιτύχωμε όλοι εμείς, στο όνομα αυτού που τώρα απέθανε για μας και αναστήθηκε και ύστερα θα έλθη με δόξα, του βασιλέως των αιώνων Χριστού· διότι σ’ αυτόν πρέπει δόξα στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο.



Απόσπασμα λόγου εις το μυστήριον του Σαββάτου και της Κυριακής



Πηγή: paterikakeimena.blogspot.com και https://alopsis.gr


Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς


Print Friendly and PDF
Εικόνες θέματος από A330Pilot. Από το Blogger.