ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 12ο (2013 - 2025)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Σάββατο 27 Νοεμβρίου 2021

ΦΙΛΟΚΑΛΙΚΕΣ ΣΕΛΙΔΕΣ 2: ''Ο ΝΟΥΣ'' (ΜΕΡΟΣ 10ον)



 



Συνακόλουθες αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του Αρχιμανδρίτη Ιωαννικίου:
<<Φιλοκαλικές Σελίδες 2 - Ο Νους>>,
έκδοση <<Ιερού Ησυχαστηρίου Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά>>,
Κουφάλια Θεσ/νίκης, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 69-72.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένων
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.




ΠΡΟΛΟΓΟΣ


Ο άνθρωπος, το υπέροχο αυτό θεόπλαστον ον, η κορωνίς της Δημιουργίας, είναι μία σύνθεσις ύλης και πνεύματος, σώματος και ψυχής. Η υπέρβασις και μετάβασίς του από τον υλικό προς τον άϋλο, από τον αισθητό προς τον υπεραισθητό κόσμο γίνεται με την δύναμι της ψυχής, τον νου. Θεμελιώδης πίστις της Εκκλησίας μας είναι ότι ο άνθρωπος αποτελεί εικόνα του Τριαδικού Θεού. Ο Τριαδικός Θεός είναι Νους (Πατήρ), Λόγος (Υιός) και Πνεύμα. Νους ο άναρχος τον Λόγον απορρήτως γεγένηκε, / και το θείον Πνεύμα, το ισοσθενές εκπεπόρευκε' / και διά τούτο Τριάδα ομοούσιον, / τον Δεσπότην των όλων Θεόν καταγγέλλομεν. (Τριαδικός κανών, ήχος δ'). Και ο άνθρωπος είναι τριαδική εικόνα του Θεού. Ο άνθρωπος είναι και αυτός νους, λόγος και πνεύμα. Σε αυτήν την τριαδική, από άπειρη θεία αγάπη κατασκευή του (κατ' εικόνα) και στην κατά χάριν θέωσι (καθ' ομοίωσιν) έγκειται το απεριόριστο μεγαλείο του. Από αυτό το μεγαλείο φαίνεται η ασύγκριτη διαφορά του ανθρώπου από τα ζώα. Η ψυχή εδώ είναι μία, διαιρείται κατά τους αγίους Πατέρες σε τρεις δυνάμεις ή σε τρία μέρη: στο λογιστικό, στο επιθυμητό και στο θυμοειδές. Όργανο με το οποίο ενεργοποιείται το λογιστικό είναι ο νους. Ερώτησε κάποιος έναν ερημίτη: - Γέροντα, τί είναι νους; Με χαρακτηριστική απλότητα ο γέροντας, είπε: - Να, άμα λείψει ο κυβερνήτης από ένα καράβι, τί λες; Θα καταντήση στο λιμάνι; Τα κύματα θα το σπάσουν. Έτσι και ο νους. Είναι κυβερνήτης. Κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά <<νους>> λέγεται και η ενέργεια του νου που συνίσταται σε λογισμούς, κρίσεις, συλλογισμούς και νοήματα. Αλλά όμως δεν είναι ο ίδιος ο νους, αλλά ενέργειες του νου. Νους είναι και η δύναμις που ενεργεί αυτά, η οποία ονομάζεται και  κ α ρ δ ί α  στην Αγία Γραφή. Η οποία καρδία είναι η κυριώτερη από όλες τις άλλες δυνάμεις της ψυχής και από αυτή τη δύναμι χαρακτηρίζεται η ψυχή μας λογική>> (Λόγος περί προσευχής και καθαρότητος καρδίας, Φιλοκαλία, τόμ. Α', σ. 133, κεφ. γ'). Αλλά ο νους είναι και η ικανότης του νου για την ένωσί του και μέθεξι με τον Θεόν. Αλλού ονομάζεται ικανότης προς θέα ή θεωρία ή όρασι του Θεού. Είναι ακριβώς το ίδιο πράγμα. Το να βλέπει κανείς τον Θεό, είναι ένωσις με τον Θεόν. Να γιατί ο νους κατά την πατερική ορολογία ονομάζεται <<οφθαλμός της ψυχής>>, <<νοερός οφθαλμός>>, <<όμμα>> ή <<θεωρητικόν ή λογιστικόν>> μέρος της ψυχής. Είναι εικόνα του Θεού ο άνθρωπος, διότι έχει νου. Ο νους του ανθρώπου είναι ένας δημιουργικός παράγων κάθε λεγομένου έργου πολιτισμού. Αλλά είναι τραγικό όταν στον νου λείπει η γνωστική και διακριτική αίσθησις. Τυφλώνεται τότε, εξέρχεται εντελώς από τον εαυτό του (καθώς θα δούμε) και αποκτά απόλυτες σχέσεις με τα δημιουργήματα, με την κατ' αίσθησι φύσι των όντων, ενώ η ουσία του είναι νοερά. Κολυμπά σ' ένα πέλαγος οιήσεως και κενοδοξίας, παύει να είναι <<ενεργεία νους>> και γίνεται μόνον <<δυνάμει νους>>, δηλαδή, αλογοποιείται. Γίνεται σαν τους άψυχους ηλεκτρονικούς εγκεφάλους που κατασκευάζει, σαν τα πλαστικά λουλούδια χωρίς άρωμα, σαν τις τυφλές μηχανές του. <<Ο νους του ανθρώπου, κατά την έκφρασι συγχρόνου γέροντος ασκητού, ομοιάζει με ένα πετεινόν του ουρανού, άλλοτε υψιπετές και άλλοτε χαμερπές>>. Με τα ύψη της αναβάσεως και αναγωγής του νου αφ' ενός και με τις πτώσεις του στα κατώτερα μέρη της γης αφ' ετέρου, στα οποία κυλιέται ο νους διά της επενεργείας των παθών, ασχολούνται οι Φιλοκαλικοί άγιοι Πατέρες. Η αυτοσυγκέντρωσις ή <<συνέλιξις>> του νου όσων ανθρώπων ασχολούνται με την λεγόμενη <<γιόγκα>> των μη χριστιανικών ανατολικών θρησκειών, μπορεί να πραγματοποιείται, αλλά είναι άπρακτη και άκαρπη. Ο νους εκεί παραμένει στην μέθοδο. Μέχρις εδώ μπορεί να θεωρηθή σαν μια επαινετή, ανθρώπινη όμως και μόνο προσπάθεια, γι' αυτόν τον λόγο και εκ των προτέρων καταδικασμένη. Ο νους εκεί σταματά στη μέση του δρόμου <<από Ιερουσαλήμ εις Ιεριχώ>> και <<λησταίς περιπίπτων, οι και εκδύοντες αυτόν και πληγάς επιτεθέντες αφιέντες αυτόν ημιθανή τυγχάνοντα>>. Αυτό συμβαίνει, διότι εκεί ο νους δεν έχει αντικείμενο, αναζητεί έναν ανύπαρκτο φωτισμό, και πλανάται <<πλάνην οικτράν>>, αφού στην πραγματικότητα ενούται με δαιμονικόν πνεύμα, το οποίο κατορθώνει να παρουσιάζη το ψεύδος ως αλήθεια και την αλήθεια ως ψεύδος <<μετασχηματιζόμενον εις άγγελον φωτός>>. Εθεωρήσαμε λοιπόν αναγκαίο, το δεύτερο τεύχος των Φιλοκαλικών Σελίδων να το αφιερώσουμε στο μέγιστο αυτό θέμα. Θερμή παράκλησις προς τους αγαπητούς αδελφούς αναγνώστας να προσεύχωνται για την ευτέλειά μας, ο Κύριος να καθαρίζη και τον ιδικόν μας νου <<από παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος επιτελούντα αγιωσύνην εν φόβω Θεού>> (Β' Κορινθ. κεφ. ζ' 1).



( ε κ  τ ο υ  π ρ ο η γ ο ύ μ ε ν ο υ )


Παρηγόρησον, ω ψυχή μου, αρίστευσον/ως ο μέγας εν πατριάρχαις. ίνα κτήση πράξιν μετά γνώσεως, ίνα χρηματίσης νους ορών τον Θεόν, και φθάσης τον άδυτον γνόφον εν θεωρία και γένης μεγαλέμπορος. (Μ. Κανών - ωδή δ').


Τροπάριο εκφραστικό του νου εκείνου, ο οποίος απέκτησε την πρακτική αρετή με την γνώσι και με την μύησι στα υπέρ κατάληψιν μυστήρια της Αγίας Τριάδος και της Σοφίας του Θεού και γίνεται <<νους ορών τον Θεόν>>, δηλαδή θεός κατά χάριν και φθάνει στον άδυτο γνόφο της θεωρίας και της θέας της Τρισηλίου αυγής και δόξης.


Δεν μπορεί ο αγωνιστής να φθάση στην ευλογημένη κατάσταση της θεωρίας, αν πρώτα δεν περάση το στάδιο της πρακτικής. Ο Ησαϊας χρησιμοποιεί μία θαυμαστή παρομοίωσι. Παρομοιάζει τον νου με τον πατριάρχη Ιακώβ, την γυναίκα του Λεία με τους σωματικούς κόπους (με την πράξι ή την πρακτική αρετή), την γυναίκα του Ραχήλ με την θεωρία. Και λέγει:


<<...Αυτά, λοιπόν, συμβαίνουν στον άνθρωπο, που βρίσκεται ακόμα στην Μεσοποταμία για να κάνη με διάκρισι τους σωματικούς κόπους, διότι αυτοί αντιστέκονται στην έχθρα του διαβόλου με την ταπεινοφροσύνη... Αλλά δεν εγέννησε σ' αυτόν η Ραχήλ, έως ότου εγέννησε η Λεία όλα τα παιδιά της.


Ο λόγος αυτός υποδηλώνει ότι, εάν δεν κάνη ο άνθρωπος όλο το πρακτικό μέρος της αρετής, η αληθινή θεωρία δεν ελευθερώνεται σ' αυτόν. Η έννοια του λόγου αυτού είναι η εξής: Αν οι σωματικοί κόσμοι κυριαρχήσουν στις αισθήσεις και ελευθερωθούν οι αισθήσεις από τα πάθη για να μη δουλεύουν σ' αυτά, τότε η αληθινή θεωρία αποκαλύπτει τις δικές της δόξες στον νου.


<<Και ήσαν οι υιοί Λείας βοήθεια τω Ιακώβ, αλλ' ηγάπα τον Ιωσήφ υπέρ πάντας>>. Δηλαδή: και οι σωματικοί κόποι φυλάττουν τον άνθρωπο από τον εχθρό, αλλ' η αληθινή θεωρία ενώνει τον άνθρωπο με τον Θεό.


<<Αφού είδε ο Ιακώβ τον Ιωσήφ, ηθέλησε να φύγη στους γονείς του, επειδή είδε ότι εγεννήθη ο βασιλεύς των αδελφών του. Απερχόμενος, λοιπόν, εδέχθη την χαρά της ευλογίας του Θεού, ο οποίος του είπε ότι δεν θα ονομάζεται το όνομά σου Ιακώβ, αλλά Ισραήλ. Ιακώβ ωνομάσθηκε γιατι κατενίκησε τον εχθρό διάβολο.


Όταν αξιωθή και ο νους της ευλογίας και σώση τις αισθήσεις του, οι οποίες ήσαν στα χέρια του εχθρού και ελευθερωθούν χάριν αυτού, τότε μετονομάζεται Ισραήλ, δηλαδή <<νους ορών τον Θεόν>>. Διότι εάν φθάση ο νους να δη την δόξα της Θεότητος, τότε τον φοβάται ο εχθρός...>>. Γιατί τον φοβάται ο εχθρός διάβολος; Διότι τότε ο νους είναι ενωμένος με την Θεότητα.


Πράγματι. <<Όταν ο νους απαλλαγή από τις σωματικές και ψυχικές, φυσικές σχέσεις και κινήσεις του και αξιωθή να γίνη από <<νους δυνάμει>> <<νους ενεργεία>> (δηλαδή όταν ο νους προκόψη στο υπερφυσικό και πνευματικό), τότε, λοιπόν, επανέρχεται πάντοτε προς τον εαυτόν του και διά του εαυτού του προς την έννοια του Θεού ανεβαίνει...


Και, όταν περιλάμπεται και λάμπει από εκείνο το κάλλος, λησμονεί και αυτή την ίδια φύσι. Έτσι και το <<κατ' εικόνα>> και το <<καθ' ομοίωσιν>> ο νους αναλαμβάνει και διασώζει, όντας πραγματικός <<νους>>. Και διά του εαυτού του ενώνεται και συζή αμέσως και νοερώς με τον Θείον Νου, δηλαδή τον Θεό.


Αυτή είναι η εργασία και η κίνησις του νου που γίνεται σαν κύκλος (η κυκλική κίνησις)... η οποία και μόνη, τω ώντι, είναι απλανής και άπταιστη, διότι διέκοψε κάθε άλλη ορατή ή νοερά σχέσι. Είναι και άμεση και υπέρ νόησι ένωσις και υπέρ όρασι όρασις... Χρειάζεται όμως μεγάλη διάκρισις να μη ζητά κανείς τα του καιρού προ του καιρού, μήτε να αποβάλλη αυτά που κρατεί στα χέρια του και άλλα να φαντάζεται.


Διά τούτο φόβος υπάρχει όχι μικρός...>> (άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς Φιλοκαλία τόμ. Δ', σελ. 266 ο'). Η θεωρία του Θεού ή η θέα του Θεού είναι και θέωσις του νου. Διότι, κατά τον άγιον Γρηγόριον <<ο γαρ νους εώρακε τούτο και πέπονθεν, ή δη τοιούτος και γέγονε>>. Δηλαδή αυτό που ο νους είδε, αυτό και έπαθε ή μάλιστα τέτοιος και έγινε.


Ο Αριστοτέλης ισχυρίζεται ότι ο νους γίνεται αυτό ακριβώς που νοεί και <<βάφεται>> και γίνεται τέτοιος (κατ' ενέργεια, όχι κατ' ουσίαν), ίδιος με εκείνα που βλέπει. Βλέπει ο νους -κατά τον όσιο Πέτρο τον Δαμασκηνό και τον θείον Κάλλιστο- τις τελειότητες του Θεού. Αλλοιώνεται ο νους και γίνεται τέτοιος <<κατ' ενέργειαν και Χάριν θείαν>> όποιες είναι και οι τελειότητες αυτές.


Δηλαδή από την θεία σοφία γίνεται και αυτός σοφός. Από την αγιότητα γίνεται και ο νους άγιος. Από την αγαθότητα αγαθός. Από την απλότητα απλούς. Από το θείο Φως, φωτεινός... <<Όθεν, πως είναι δυνατόν να μη χαίρη τότε -σημειώνει ο άγιος Νικόδημος- όταν βλέπη τον εαυτόν του ηλλοιωμένον κρείττονα αλλοίωσιν και εν μέσω των θνητών πλουτούντα την ευτυχίαν των αθανάτων;


Πώς είναι δυνατόν να μη αγάλλεται, όταν βλέπη τον εαυτόν του προς την του Θεού ομοίωσιν αναβαίνοντα; Και ή τον εαυτόν του υπό του Θεού αρπαζόμενον ή τον Θεόν αρπαζόμενον υπό του εαυτού του; Επειδή και η αγάπη έχει φυσικό ιδίωμα να κάμνη την καρδιά τέτοια, όπως είναι και το αγαπητό (αντικείμενον).


Πώς είναι δυνατόν τότε να μην ευφραίνεται ο αγαπών άνθρωπος διά τας θείας τελειότητας, όταν βλέπη την καρδιά του μεταμορφουμένη εις εκείνο, όπερ είναι ο αγαπητός του Θεός και να μη λέγη και αυτός ως ο Παύλος:


<<Ζω δε ουκ έτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός>>; Και πιο κάτω συμπληρώνει ο άγιος ότι η θεωρία του θείου εκείνου φωτός και του θεϊκού εκείνου κάλλους είναι η πιο γλυκειά και η πιο ποθητή από όλα τα άλλα προσόντα και τις τελειότητες του Θεού.


Είναι μάλιστα τόσον δυνατή ώστε να αυξάνη την αγάπη και τον παντοκρατορικό έρωτα και να διατρυπά με τόξα και βέλη ουράνια την καρδιά των εραστών. Η ένωσις και η συνάφεια του Θεού με τον εραστή νου, του αρχετύπου με την αγαπημένη εικόνα Του, του Κτίστου με το κτίσμα, γίνεται με μια αμοιβαία κίνησι.


Τόσον συγκαταβαίνει από το ύψος Του ο αγαπώμενος Θεός και ενούται και θεώνει και γεμίζει με Χάρες τον νου, όσον ανεβαίνει ο νους με την θεωρία και την προσευχή και την κάθαρσι και την πρακτική αρετή προς τον Κύριόν του. 



Σ υ ν ε χ ί ζ ε τ α ι )



Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένων
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Συνακόλουθες αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του Αρχιμανδρίτη Ιωαννικίου:
<<Φιλοκαλικές Σελίδες 2 - Ο Νους>>,
έκδοση <<Ιερού Ησυχαστηρίου Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά>>,
Κουφάλια Θεσ/νίκης, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 69-72.


Τετάρτη 24 Νοεμβρίου 2021

ΑΓΙΟΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΙ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΣ, ΑΓΙΟΣ ΚΑΙ Ο ΑΙΡΕΤΙΚΟΣ ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ!



Από το Συνοδικό συλλείτουργο  στην Μητρόπολη Αθηνών




<<Αναγνωρίζουμε, ακόμη, ότι ο Οικουμενικός Θρόνος είναι εκείνος που τιμήθηκε με την παρουσία πολλών Αγίων Πατέρων της Εκκλησίας,
οι οποίοι διαμόρφωσαν την Ορθόδοξη Θεολογία, όπως και εξεχουσών εκκλησιαστικών φυσιογνωμιών που διηκόνησαν το μυστήριο της ενότητος των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών.
Μεταξύ αυτών των εκκλησιαστικών ανδρών, τα τελευταία τριάντα χρόνια, επικεφαλής του Θρόνου ευρίσκεται η Παναγιώτητά σας>>...!


Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος για τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο


21/11/2021 πολιτικό ημερολόγιο


Προσφωνητικός λόγος του Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου κατά το Συνοδικό συλλείτουργο με τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο στην Μητρόπολη Αθηνών, επ' ευκαιρία της εορτής των Εισοδίων της Θεοτόκου με το πολιτικό ημερολόγιο. Όσο και να διατείνεται κανείς, πως η διπλωματική προσλαλιά <<αγιάζει>> τα σκοπούμενα, ωστόσο ουδείς μπορεί να παραβλέψει την αξιοσημείωτη αυτή βλασφημία: του να συγκριθούν δηλαδή αγιασμένοι Ομολογητές και ακραιφνώς Ορθόδοξοι Πατριάρχες με έναν παρά φύσιν <<ορθόδοξο>> προκαθήμενο, ως ο Συγκριτιστής Βαρθολομαίος. Έναν -καθ' ομολογίαν- Αγιομάχο και Εκκλησιομάχο πατριάρχη, που έχει ακυρώσει στην πράξη Αγίους προμάχους της Ορθοδοξίας μας, ως ο Μάρκος ο Ευγενικός, ο Θεόδωρος εκ Στουδίου, ο μέγας Φώτιος ή ο Γρηγόριος ο Παλαμάς. Η δηλωτική αυτή προσφώνηση του Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου όμως -πέραν της οικουμενιστικής <<αβάντας>> που προσφέρει στον αιρετικό Βαρθολομαίο- δίνει μία έτι απάντηση σ' αυτό που διατείνεται χρόνια τώρα η <<αντιοικουμενιστική φάλαγγα>> Μητροπολιτών, Αρχιμανδριτών και διαδικτυακών ''θεολόγων'' της διοικούσης Εκκλησίας, πως η ίδια τάχα δεν συνταυτίζεται με το κλίμα του Οικουμενικού Πατριαρχείου!... Η πνευματική, φρονηματική στάση του δεν είναι πρωτόγνωρη στα εκκλησιαστικά δεδομένα της ιστορίας της Εκκλησίας μας. Και ας διατείνεται ομολογιακά ο Μέγας Βασίλειος στην προν τον Μέγα Αθανάσιο Επιστολή του, πως: <<Ουχ υπό των αιρετικών διατέτμηται μόνον (η Εκκλησία), αλλά και υπό των τα αυτά φρονείν αλλήλοις λεγόντων διασπάται>>. Στην προκειμένη όμως περίπτωση της -μετά πολλών επαίνων- προσλαλιάς του Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου προς τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο <<κουμπώνει>> ταιριαστά ο λόγος του ιερού Χρυσοστόμου: <<Όχι μόνο οι αμαρτάνοντες, αλλά και εκείνοι που επαινούν τους αμαρτάνοντες υφίστανται την ίδια ή και χειρότερη τιμωρία>>. Ι. Χρυσοστόμου, Εκλογαί και Απανθίσματα, Λόγος ΚΔ', 40. Και η συγκεκριμένη αμαρτία είναι η αίρεση, η σύνταξη, η συνταύτιση, η επιδοκιμασία, ο έπαινος και ο ευφημισμός της αίρεσης διά των ακολούθων της, ως ο Οικουμενικός Πατριάρχης. Είναι πολύ γνωστή -εκ του Γεροντικού- η ιστορία με τον αββά Αγάθωνα και η αντίδρασή του σε κάποιους που είπαν, πως λεγόταν για τον ίδιο, ότι ήταν (δήθεν) αιρετικός. Κι αν ο συγκεκριμένος Γέροντας της ερήμου ένιωσε επιτακτική, δεσμευτική και αναπόφευκτη την ανάγκη να ξεσηκωθεί, να υπεραμυνθεί και να αντιδράσει κατά μιας τέτοιας βλασμημίας, ο κ. Βαρθολομαίος φαίνεται πως δεν την είχε ποτέ, πόσο μάλλον τώρα. Όπως και οι ομόφρονες πρόκατοχοί του -από τον Ιωακείμ τον Γ' και μετά- ο Πατριάρχης Κων/λεως δεν βγήκε ποτέ μπροστά με ανδρισμό και παρρησία να υπεραμυνθεί των όποιων <<ορθοδόξων>> φρονημάτων του  και να καταδικάσει a priori την αίρεση και τις αιρετικές εκκλησίες με τις οποίες συναγελάζεται, προσεύχεται και κοινωνεί. Στο παρελθόν, το είχε επιχειρήσει αναιδώς με ένα τυπικό... Δελτίο Τύπου! Τόσο κοστίζει μια ομολογία.... Όσο ένα Δελτίο Τύπου... Τον λόγο του Χριστού μας <<Πας ουν όστις ομολογήσει εν εμοί έμπροσθεν των ανθρώπων, ομολογήσω καγώ εν αυτώ έμπροσθεν του πατρός μου του εν ουρανοίς…>>, τον έχει διαστρέψει πλήρως. Γιατι η ομολογία προϋποθέτει την Αλήθεια της παραδεδομένης Πίστης και όχι τον Προτεσταντισμό της, την διαστροφή και την μετάλλαξή της. Αν συνυπολογίσει όμως κανείς, πως η αίρεση με την πάροδο του χρόνου σατανοποιείται πλήρως, δεν θα του κάνει καθόλου εντύπωση η δημόσια βλασφημία, η θρασύτητα, η αλαζονεία και η αυθάδεια αντιευαγγελικών και αντιεκκλησιαστικών λόγων των Οικουμενιστών, όπως του υποψηφίου <<νυμφίου>> του Οικουμενικού Θρόνου κ. Ελπιδοφόρου, πως <<αιρετικοί είναι οι... καυγατζήδες>>...! Σήμερα, που ο κορονοϊός έχει αναδειχθεί -για πολλούς- σημαντικότερος ακόμα κι απ' την αίρεση, το περιρρέον, ελληνικό τοπίο έχει αποκτήσει οπτική τρελλοκομείου! Λαϊκοί και κληρικοί της καινοτόμου Εκκλησίας που συντάσσονται με τον Οικουμενισμό, μάχονται -υπέρ Πίστεως και Πατρίδος- κατά του εμβολίου, αφήνοντας την αίρεση στην άκρη! Και ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος, μη τηρώντας την προσταγή του Ευαγγελικού Λόγου του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου, να μην λέμε ούτε <<χαίρε>> στους αιρετικούς, τους εγκωμιάζει, τους επαινεί και τους εξάρει! <<Ιωά. Β' 1,9. πας ο παραβαίνων και μη μένων εν τη διδαχή του Χριστού Θεὸν ουκ έχει· ο μένων εν τη διδαχή του Χριστού, ούτος και τον πατέρα και τον υιόν έχει. Ιωά. Β' 1,10 ει τις έρχεται προς υμάς και ταύτην την διδαχήν ου φέρει, μη λαμβάνετε αυτόν εις οικίαν, και χαίρειν αυτώ μη λέγετε· Ιωά. Β' 1,11 ο γαρ λέγων αυτώ χαίρειν κοινωνεί τοις έργοις αυτού τοις πονηροίς>>.




Γιώργος  Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Τρίτη 23 Νοεμβρίου 2021

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΩΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΦΥΛΗΣ κ. ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ Β': ΜΑΚΑΡΙΟΙ ΟΙ ΠΤΩΧΟΙ ΤΩ ΠΝΕΥΜΑΤΙ




Ἀδελφοὶ καὶ Πατέρες, Μητέρες,


ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ Ἀδελφοί,


πικαλοῦμαι τὴν ἐνίσχυσι τῶν προσευχῶν σας, γιὰ νὰ ἀποτολμήσω νὰ ἀναφερθῶ σὲ θέματα, τὰ ὁποῖα ἀφοροῦν τὴν πνευματική μας οἰκοδομὴ καὶ πρωτίστως βεβαίως ἀφοροῦν τὴν ἀναξιότητά μου. Διότι, συνήθως, ὅ,τι λέγεται στὶς Ὁμιλίες εἶναι πρὸς οἰκοδομὴν πρωτίστως τοῦ ὁμιλοῦντος· καὶ εὐχαριστῶ ποὺ μοῦ δίδεται αὐτὴ ἡ εὐκαιρία, ὥστε νὰ ἐνθυμοῦμαι, κάθε φορὰ ποὺ ἐκφωνῶ κάποια πτωχὴ Ὁμιλία, τὴν ἁμαρτωλότητά μου καὶ τὴν πτωχεία μου τὴν πνευματικὴ καὶ νὰ ἔχω αὐτομεμψία.


Θὰ ἤθελα λοιπόν, μὲ τὴν Χάρι τοῦ Κυρίου μας, μὲ τὴν βοήθεια τῆς Παναγίας μας, τῆς Ὁποίας σήμερα ἑορτάζουμε τὴν Σύναξι τῆς ἱερᾶς Εἰκόνος «Ὦ Πανύμνητε Μῆτερ», μὲ τὶς πρεσβεῖες τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς, τοῦ Ἁγίου Ἱερωνύμου, τῶν Ἁγίων μας καὶ τοῦ Ἁγίου Θωμᾶ τοῦ Ἀποστόλου, νὰ ἀναφερθῶ σὲ ἕνα θέμα, τὸ ὁποῖο ἔχει ἄμεση σχέσι μὲ τὴν ἀγομένη ἐπέτειο. Σήμερα ἔχουμε Ἀγρυπνία βεβαίως πρὸς τιμὴν τῆς Παναγίας μας καὶ τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Θωμᾶ, ἀλλὰ ἀκριβῶς τὴν ἡμέρα αὐτή, πρὶν ἀπὸ δεκατέσσερα χρόνια, συγκατέβη ὁ Κύριος καὶ ἡ ἀναξιότης μου ἔλαβε τὴν Ἐπισκοπικὴ Χειροτονία.


Γιὰ νὰ μᾶς δοθῆ αὐτὴ ἡ μεγάλη Διακονία, αὐτὸ τὸ μεγάλο Χάρισμα, θὰ ἔπρεπε νὰ ἀνταποκριθοῦμε, διότι ὅταν μᾶς δίδωνται τὰ Χαρίσματα, μετὰ ὁ Κύριος ἀναμένει νὰ Τοῦ ἀνταποδώσουμε αὐτὰ πολλαπλάσια. Σήμερα, θὰ ἤθελα νὰ ἐνθυμηθῶ τὴν μεγάλη δωρεὰ ποὺ μᾶς ἀξίωσε ὁ Κύριός μας, νὰ ἔχουμε ἕναν πνευματικὸ Πατέρα νὰ ἔχουμε τὴν εὐλογία του καὶ τὶς προσευχές του ἕναν Μητροπολίτη, Γέροντα καὶ Ὁδηγό μας: τὸν Ἀείμνηστο Μητροπολίτη Κυπριανὸ (+17.5.2013).


κεῖνος λοιπὸν πάντοτε μᾶς καλλιεργοῦσε τὸ Ἐκκλησιαστικὸ Φρόνημα. Ἡ μεγαλύτερη Παρακαταθήκη ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ μᾶς ἀφήση, ἡ ὁποία εἶναι ὄντως σωτήριος, εἶναι νὰ καλλιεργοῦμε διαρκῶς τὸ Ἐκκλησιαστικὸ Φρόνημα. Τὸ Ἐκκλησιαστικὸ Φρόνημα βεβαίως δὲν εἶναι ἁπλῶς δύο λέξεις, ἀλλὰ ὁλόκληρη ζωή, ὁλόκληρο βίωμα· εἶναι ἡ παράδοσις διὰ μέσου τῶν αἰώνων τῆς Παρακαταθήκης τοῦ Κυρίου μας καὶ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων.


Χριστός μας παρέδωσε στοὺς Ἀποστόλους καὶ οἱ Ἀπόστολοι στοὺς μετέπειτα Ἀρχιερεῖς, Ἁγίους Πατέρας καὶ πνευματικοὺς Ὁδηγούς. Ὅ,τι μᾶς παρέδωσαν οἱ Ἅγιοι εἶναι αὐτὸ ποὺ ὀνομάζουμε Ἐκκλησιαστικὸ Φρόνημα. Ἐπειδὴ δὲν ἔχουμε ἐμβαθύνει, γιὰ διαφόρους λόγους, ἀλλὰ κυρίως ἐξ αἰτίας ἡμῶν τῶν Ποιμένων, οἱ ὁποῖοι δὲν φροντίζουμε ἀπὸ πρωΐας μέχρι νυκτὸς νὰ καλλιεργοῦμε πρῶτα στὸν ἑαυτό μας καὶ μετὰ στὸ Ποίμνιό μας τὸ Ἐκκλησιαστικὸ Φρόνημα, γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἔχουμε πολλὰ προβλήματα μέσα στὴν Ἐκκλησία.


νέκαθεν δηλαδή, διὰ μέσου τῶν αἰώνων, ὅλα τὰ προβλήματα, ποὺ παρουσιάσθηκαν μέσα στὴν Ἐκκλησία, ὠφείλοντο στὸ ὅτι ἀκριβῶς ἐδημιουργοῦντο διάφορα σκάνδαλα ἀπὸ Κληρικοὺς ἰδίως, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ λαϊκοὺς ὁπωσδήποτε, οἱ ὁποῖοι δὲν ἦσαν φορεῖς τῆς Παραδόσεως, δὲν ἦσαν φορεῖς τοῦ γνησίου Ἐκκλησιαστικοῦ Φρονήματος, τοῦ γνησίου πνεύματος ποὺ πρέπει νὰ διέπη πρωτίστως βεβαίως τοὺς Ποιμένας καὶ κατόπιν καὶ τὸ Ποίμνιο, τὸ ὁποῖο εἶναι λογικὸ καὶ ὄχι ἄλογο, καὶ περιμένει λόγον, περιμένει τροφὴ πνευματική, περιμένει ὕδωρ ζωῆς, γιὰ νὰ ποτισθῆ ἡ ψυχή του καὶ νὰ μπορέση νὰ προχωρήση στὴν ἐν Χριστῷ Ζωὴ καὶ νὰ ἑνωθῆ μὲ τὸν Χριστό μας. 


Διότι βεβαίως, ὅπως ἔχουμε ἐπανειλημμένως διακηρύξει, ἡ ἐν Χριστῷ Ζωὴ ἔχει σκοπὸ νὰ ἑνωθῆ ὁ πιστὸς Χριστιανὸς μὲ τὸν Χριστό μας. Δὲν εἶναι δηλαδή, ὅπως στὶς ἄλλες θρησκεῖες, οἱ ὁποῖες, μέσῳ κάποιων τελετῶν καὶ συνηθειῶν, ἐκφράζουν μία εὐλάβεια, μία εὐσέβεια. Ἡ Ὀρθοδοξία μας, ἡ ἁγία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, δὲν εἶναι μία θρησκεία, ἡ ὁποία ἐξαντλεῖται σὲ τελετουργικὰ πράγματα, σὲ πράξεις ἐξωτερικές, ἀλλὰ εἶναι Ζωή, εἶναι φορέας τοῦ Χριστοῦ μας, εἶναι ὁ Χριστός μας παρατεινόμενος εἰς τοὺς αἰῶνας. Εἶναι Ζῶν ὁ Χριστός μας μέσα στὴν Ἐκκλησία καὶ μετέχεται ἀπὸ τοὺς πιστοὺς διὰ μέσου τῆς ἐν Χριστῷ ἐν γένει Ζωῆς, εἰδικώτερα δὲ μὲ τὴν Προσευχή, μὲ τὰ Ἅγια Μυστήρια καὶ τὴν ἐφαρμογὴ τῶν Ἐντολῶν ποὺ ἄφησε ὁ Χριστός μας.


Οἱ Ἐντολὲς ἔχουν χαρακτῆρα θεραπευτικό, δὲν εἶναι κάτι ποὺ κάνουμε τυπικά. Παραδείγματος χάριν, ὅταν νηστεύουμε, δὲν νηστεύουμε τυπικά. Ἐπειδὴ δηλαδὴ τὴν Τετάρτη καὶ τὴν Παρασκευὴ πρέπει νὰ νηστεύσουμε, θὰ νηστεύσουμε –καὶ ἐνίοτε ἂς ποῦμε ὅτι νηστεύσαμε– καὶ νομίζουμε ὅτι κάναμε ἕνα καθῆκον καὶ ὅτι αὐτὸ μᾶς καθιστᾶ καλοὺς Χριστιανούς. Πρέπει νὰ νηστεύσουμε· βεβαίως. Ἡ νηστεία εἶναι Ἐντολὴ τοῦ ἰδίου τοῦ Χριστοῦ μας· ὁ Ἴδιος μάλιστα ἐνήστευσε στὸ Ὄρος τῶν Πειρασμῶν, σαράντα ἡμέρες μετὰ τὴν Βάπτισί Του, δίδοντάς μας ὑπόδειγμα. Καὶ οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι καὶ ὅλοι οἱ Ἅγιοι βεβαίως ἐνήστευαν. Ἀλλὰ γιατί ἐνήστευαν;


Πρῶτος σκοπὸς τῆς νηστείας εἶναι νὰ καθαρισθῆ ἡ ὕπαρξίς μας, τὰ πάθη νὰ κατασταλοῦν καὶ νὰ μὴν κυριαρχοῦν στὴν ζωὴ καὶ τὴν πορεία μας, οὕτως ὥστε, ἐφ᾿ ὅσον θὰ εἶναι καθαρὸ τὸ ἔδαφος, καθαρὴ ἡ καρδιά μας, νὰ κατοικήση μέσα μας ὁ Χριστός μας καὶ ἔτσι δὲν θὰ ζοῦμε πλέον ἐμεῖς, ἀλλὰ θὰ ζῆ ὁ Χριστός μας μέσα στὴν καρδιά μας. Αὐτὸ εἶναι τὸ ζητούμενο. Ὅταν λοιπὸν κάνουμε αὐτοεξέτασι, γιατὶ τὸ Ἐκκλησιαστικὸ Φρόνημα, ὅπως ἔχουμε πολλάκις ὑπογραμμίσει ἰδίως τὸν τελευταῖο καιρό, ἀπαιτεῖ νὰ κάνουμε συνεχῆ αὐτοκριτική, πρέπει νὰ ἐξετάζουμε ὄχι μόνο τὶ δὲν κάναμε, δηλαδὴ τὶ ἀποφύγαμε ὡς ἁμαρτία, ἀλλὰ πρέπει καὶ νὰ διαπιστώνουμε ἂν μέσα μας ζῆ ὁ Χριστός. Ὅπως ἡ γυναίκα, ὅταν μείνη ἔγκυος – τὸ ἔλεγε καὶ αὐτὸ ὁ Ἀείμνηστος Πατέρας μας– πότε τὸ καταλαβαίνει;


ταν μέσα στὸ εἶναί της, στὴν γαστέρα της, αἰσθάνεται τὴν ζωὴ νὰ κινῆται, ἡ ὁποία ζωὴ σὲ λίγους μῆνες θὰ ἔλθη στὸ φῶς. Ἔτσι ἀκριβῶς εἶναι καὶ ἡ ζωή μας ἡ χριστιανική. Εἴμεθα ἑνωμένοι μὲ τὸν Χριστό μας; Ζῆ ὁ Χριστὸς ἐν ἡμῖν; Σὲ αὐτὴ λοιπὸν τὴν προοπτική, ὡς βάσι τρόπον τινὰ αὐτῆς τῆς αὐτοκριτικῆς, τῆς αὐτοέρευνας, τῆς αὐτοεξετάσεώς μας, ὁ Κύριός μας ἐξεφώνησε τοὺς γνωστοὺς Μακαρισμούς. Στὸ Ε΄ Κεφάλαιο τοῦ κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγελίου, ὅπου περιλαμβάνεται ἡ ἐπὶ τοῦ Ὄρους Ὁμιλία τοῦ Κυρίου μας (μέχρι καὶ τοῦ Ζ΄ Κεφαλαίου), ἐκτὸς τῶν ἄλλων θαυμασίων καὶ πνευματικὰ ὑψηλῶν πραγμάτων, τὰ ὁποῖα ὁ Κύριος ἐξέθεσε, μᾶς παρουσίασε τοὺς Μακαρισμούς, μία μεγάλη πρωτοτυπία.


Κύριός μας δηλαδή, δὲν εἶπε: «Πρέπει νὰ κάνετε ἐκεῖνο, ἐκεῖνο, ἐκεῖνο», ἀλλὰ τὰ ἐξέφρασε ἐν εἴδει Μακαρισμῶν. Μακάριος, δηλαδή, ἐκεῖνος ποὺ θὰ κάνη ἐκεῖνο, ἐκεῖνο κτλ.. Τί σημαίνει μακάριος; Θὰ εἶναι εὐτυχισμένος καὶ σὲ αὐτὴ τὴν ζωὴ καὶ στὴν ἄλλη, ἐὰν θὰ βιώση τοὺς Μακαρισμούς. Ἡ βάσις λοιπὸν τῶν Μακαρισμῶν, τὸ πρῶτο σκαλοπάτι, ἡ πρώτη βαθμίδα θὰ λέγαμε, σὲ αὐτὴ τὴν κλίμακα, εἶναι ὁ περίφημος Μακαρισμός: «Μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν» (Ματθ. ε΄ 3). Εἶναι ἕνας Μακαρισμὸς συγκλονιστικός. Δὲν γνωρίζω πῶς ὁ κάθε ἕνας ἀπὸ τοὺς παρόντας καὶ τοὺς ἀπόντας ἔχει ἐμβαθύνει καὶ ἂν συγκλονίζεται ἀπὸ αὐτὸν τὸν Μακαρισμὸ καὶ ἂν ἡ ζωή του κατευθύνεται ἀπὸ αὐτὸν τὸν Μακαρισμό, διότι ὅλη ἡ κλίμακα στηρίζεται στὸν πρῶτο αὐτὸ Μακαρισμό.


ὰν ἀφαιρέσουμε αὐτὸν τὸν Μακαρισμό, τὸν ἀγνοήσουμε καὶ δὲν τὸν βιώσουμε, τότε ὅλη ἡ κλίμακα σωριάζεται κάτω καὶ δὲν κάνουμε τίποτε· δὲν ὑπάρχει περίπτωσις νὰ κάνουμε ὁ,τιδήποτε. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Ἀείμνηστος Πατέρας μας ἐπέμενε πάρα πολὺ στὸ θέμα τῶν πτωχῶν τῷ πνεύματι, δηλαδὴ τῶν ταπεινῶν. Πτωχὸς τῷ πνεύματι ποιός εἶναι; Εἶναι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος ἔχει ἐπίγνωσι τῆς ἀνεπάρκειάς του, ἔχει ἐπίγνωσι τῆς ἁμαρτωλότητός του, ἔχει ἐπίγνωσι ὅτι εὑρίσκεται μακριὰ ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ θὰ ἤθελε ὁ Κύριος νὰ εἴμεθα ὡς Χριστιανοί. Αὐτὴ ἀκριβῶς ἡ ἐπίγνωσις τῶν ἐλλείψεων καὶ τῆς ἀνεπάρκειάς του τὸν στρέφει πρὸς τὸν Θεὸ καὶ ζητεῖ βοήθεια ἀπὸ τὸν Θεό, διότι εἶναι πτωχὸς πνευματικά, ἔχει αἴσθησι τῆς πνευματικῆς του πτωχείας.


ποιος ἔχει αἴσθησι τῆς πνευματικῆς του πτωχείας, ὄχι μόνο μὲ τὰ χείλη, ἀλλὰ στὴν πρᾶξι, νοιώθει δηλαδὴ βαθειὰ μέσα του πόσο μακριὰ εἶναι ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ πόσο εἶναι ἐλλιπὴς σὲ αὐτὰ ποὺ θὰ ἤθελε ὁ Θεός, αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος αἰσθάνεται τὴν ἀνάγκη νὰ στραφῆ καὶ νὰ ἐξαρτᾶ τὸν ἑαυτό του πλήρως ἀπὸ τὸν Θεό. Ἡ αἴσθησις τῆς πνευματικῆς μας πτωχείας μᾶς ὁδηγεῖ στὴν καταφυγὴ πρὸς τὸν Χριστό μας, ὥστε ἀπὸ πτωχοὶ ποὺ εἴμεθα, πνευματικά, ἐφ᾿ ὅσον Ἐκεῖνος θὰ κατοικήση μέσα μας, νὰ γίνουμε πλούσιοι πνευματικά. Εἶναι μεγάλη ὑπόθεσις αὐτή. Σὲ ἄλλο Μακαρισμὸ λέει ὁ Κύριος: «Μακάριοι οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται» (Ματθ. ε΄ 8).


κεῖνος ποὺ αἰσθάνεται πτωχὸς πνευματικά, ταπεινώνεται, συντρίβεται, συναισθάνεται τὴν ἁμαρτωλότητά του, ἔχει κατάνυξι, δὲν κρίνει, δὲν κατακρίνει, δὲν στρέφεται ἐναντίον τῶν ἄλλων, εἶναι ὑπομονετικὸς στὶς δυσκολίες, στὶς δοκιμασίες λέει: «Δόξα Σοι, Θεέ μου! Σὲ εὐχαριστῶ ποὺ τὰ ἐπιτρέπεις αὐτά, γιὰ νὰ συναισθάνωμαι τὴν πτωχεία μου, τὴν ἀδυναμία μου». Ἔτσι, μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο, ὁ πτωχὸς τῷ πνεύματι γίνεται πτωχούλης τοῦ Θεοῦ, γίνεται ὁ πτωχούλης τοῦ Χριστοῦ μας, ὁ ὁποῖος πάντοτε σὰν ζητιάνος ζητεῖ τὸ Ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Διότι ὁ πραγματικὸς πλοῦτος γιὰ τὸν Χριστιανὸ εἶναι αὐτό: νὰ ἔχη διὰ τῆς ταπεινώσεως καθαρὰν καρδίαν, νὰ βλέπη τὸν Θεόν, νὰ ἔχη μέσα στὴν καρδιά του τὸν Χριστό μας, μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα.


Ἀείμνηστος Πατέρας μας ἐπέμενε πάρα πολὺ στὸ θέμα τῆς ταπεινώσεως καὶ μᾶς ἔλεγε, ὅτι ἐμεῖς οἱ σύγχρονοι Μοναχοὶ εἴμεθα ἐλλιπεῖς. Αὐτὸ βεβαίως ἰσχύει καὶ γιὰ τοὺς λαϊκούς. Ἐμεῖς, ἔλεγε, δὲν μποροῦμε νὰ κάνουμε ἀσκήσεις, ὅπως οἱ παλαιοὶ Ἀσκητές, δὲν μποροῦμε νὰ κάνουμε Ἀγρυπνίες καὶ ἄλλα φοβερὰ πράγματα, ὅπως διαβάζουμε γιὰ τοὺς Στυλίτες καὶ ἄλλους, οἱ ὁποῖοι ζοῦσαν μέσα τὸ κρύο καὶ τὴν ὑπερβολικὴ ζέστη καὶ ὑπέφεραν πολλὰ πράγματα. Ἐμεῖς σήμερα, ὅσο καὶ νὰ προσπαθήσουμε, δὲν μποροῦμε νὰ τὰ κάνουμε αὐτά, διότι πλέον καὶ ἐκ τῆς φύσεώς μας εἴμεθα πολὺ ἀδύνατοι. Ἑπομένως πρέπει νὰ καλυφθῆ αὐτὸ τὸ κενὸ μὲ τὴν ταπείνωσι. Τὸ λένε καὶ οἱ Πατέρες αὐτό.


ταπείνωσίς μας, ἡ πτωχεία τοῦ πνεύματός μας καλύπτει ὅλα τὰ κενά. Ἕνας ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ κάνη μετάνοιες, ἀλλὰ ὅμως ἔχει ταπείνωσι καὶ ζητεῖ τὸ Ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ δακρύζει καὶ λέει: «Θεέ μου, θὰ ἤθελα νὰ κάνω πολλὰ γιὰ Σένα, ἀλλὰ βλέπεις δὲν μπορῶ», αὐτὸ καλύπτει ὅλα τὰ κενά, τὰ ὁποῖα δὲν μπορεῖ ὁ Χριστιανὸς νὰ καλύψη λόγῳ τῆς ἀσθενοῦς προαιρέσεως καὶ φύσεώς του, εἴτε εἶναι Μοναχὸς εἴτε εἶναι λαϊκὸς εἴτε εἶναι Κληρικός. Συνήθιζε μάλιστα ὁ Ἀείμνηστος Πατέρας μας –τὴν εὐχή του νὰ ἔχουμε– νὰ μᾶς φέρνη ὡς παράδειγμα τὸν πατέρα Νικόλαο Πλανᾶ. Θὰ ἐνθυμῆσθε αὐτὸν τὸν ἅγιο Κληρικό, ὁ ὁποῖος ἔζησε στὶς ἀρχὲς τοῦ προηγουμένου αἰῶνος καὶ ἐκοιμήθη στὶς 2 Μαρτίου 1932. Ὁ π. Νικόλαος ἦταν ὑπόδειγμα ταπεινώσεως καὶ ἁπλότητος. Δὲν εἶχε πάει στὸ Πανεπιστήμιο, δὲν εἶχε γνώσεις, δὲν εἶχε εὐφράδεια. 


ταν ἕνα πτωχὸς παπᾶς. Καὶ μάλιστα ἦταν ἀρχικῶς ἔγγαμος καὶ ὅταν ἐκοιμήθη ἡ Πρεσβυτέρα του ἔγινε καὶ Μεγαλόσχημος Μοναχός. Γι᾿ αὐτὸν ἔλεγε ὁ ἀείμνηστος Φώτης Κόντογλου τὰ ἑξῆς –αὐτὰ μᾶς τὰ θύμιζε ὁ Γέροντάς μας ὁ Ἀείμνηστος: «ὅταν τὸν ἀδικοῦσαν (τὸν π. Πλανᾶ), τὸν κατέτρεχαν, τὸν παίδευαν, δὲν ἔλεγε λέξι, ἀλλὰ μονάχα ἔκλαιγε σὰν τὸ μικρὸ παιδί, δοξολογοῦσε τὸν Θεὸ καὶ Τὸν ἱκέτευε νὰ συγχωρήση τοὺς ἀδίκους διῶκτες του». Βαθειὰ ταπείνωσις! Οὔτε χρήματα εἶχε, οὔτε μόρφωσι, οὔτε εὐφράδεια. Εἶχε ὅμως ἄλλα, ποὺ τοῦ ἔδιδαν πλοῦτο ἄμετρο, ἀσύγκριτο καὶ ἄφθιτο, ἄφθορο δηλαδή, ὁ ὁποῖος θὰ διατηρηθῆ εἰς τὸν αἰῶνα. Καὶ ποιὸς ἦταν ὁ πλοῦτός του; 


ταν ὁ Χριστός μας, ὁ Ὁποῖος ἦταν μέσα στὴν καρδιά του. Διότι, διὰ μέσου τῆς ταπεινώσεως, ὁ ἅγιος αὐτὸς Κληρικὸς εἵλκυε τὴν Χάρι τοῦ Θεοῦ, ἔβλεπε τὸν Θεόν. Ἦταν ὅμως ἐθελοντὴς πτωχὸς – θὰ ἐξηγήσω τὶ ἐννοῶ – καὶ συνεχιστὴς τῆς πορείας τοῦ Πρώτου καὶ Μεγάλου Πτωχοῦ, ποὺ ἦταν ὁ Κύριός μας. Ποιός ἐπτώχευσε ἀσυγκρίτως καὶ ἔφθασε μέχρις ἐσχάτης ταπεινώσεως καὶ ἐξευτελισμοῦ; Ὁ Ἴδιος ὁ Θεός, ὁ Χριστός μας. Ἀπὸ ἀγάπη ταπεινώθηκε γιὰ ἐμᾶς καὶ «πλούσιος ὢν ἐν ἐλέει (Ἐφεσ. β΄ 4), δι᾿ ὑμᾶς ἐπτώχευσε πλούσιος ὤν, ἵνα ὑμεῖς τῇ ἐκείνου πτωχείᾳ πλουτήσητε» (Β΄ Κορινθ. η΄ 9), γιὰ νὰ μᾶς πλουτήση, νὰ μᾶς δώση τὴν Οὐράνιο Δόξα, τὸν Οὐράνιο Πλοῦτο.


Πτωχεία ἐδῶ δὲν ἐννοοῦμε τὴν ἐξωτερική, τὸ νὰ μὴν ἔχουμε χρήματα καὶ νὰ ζοῦμε μία πτωχικὴ ζωή, ποὺ καὶ αὐτὴ βεβαίως εἶναι καλὴ καὶ εὐλογημένη, ὅταν τὴν σηκώνουμε μὲ ταπείνωσι καὶ δοξολογία, ἀλλὰ ἐννοοῦμε τὴν ἐθελούσια, τὴν ἑκούσια πτωχεία: ὅταν δηλαδὴ πτωχεύη κανεὶς ἀπὸ τὸν πλοῦτο του τὸν πνευματικὸ καὶ κατεβαίνει, καὶ ταπεινώνεται. Ὅταν ἕνας ἀγριεύη ἐναντίον μου, μὲ κατηγορῆ, μὲ ὑβρίζη ἢ ὁ,τιδήποτε ἄλλο, καὶ ἐγὼ ἐκείνη τὴν στιγμή, μιμούμενος τὸν πτωχεύσαντα δι᾿ ἡμᾶς Κύριο, πέφτω στὰ πόδια του καὶ ζητῶ συγγνώμην, ἤδη ἔχω πτωχεύσει. Καὶ ἔχω πτωχεύσει τόσο πολύ, ποὺ ὅ,τι καὶ νὰ μοῦ κάνη ὁ ἄλλος, ἐγὼ βλέπω στὸ πρόσωπό του τὴν Εἰκόνα τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν εὐλογῶ... Καὶ ἔτσι θὰ συγκινηθῆ καὶ θὰ βάλη ἀρχὴ μετανοίας, διότι θὰ τοῦ ἔχω δώσει ἕνα καλὸ παράδειγμα τοῦ τὶ σημαίνει νὰ εἶμαι ἐθελοντὴς πτωχός, νὰ εἶμαι διὰ Χριστὸν πτωχός, νὰ ἀκολουθῶ τὸν πρῶτο Πτωχό, τὸν Κύριό μας καὶ Θεό μας.


Θὰ μποροῦσε νὰ πῆ κανείς, γιατί δὲν εἶπε ὁ Κύριος, στὸν Μακαρισμὸ αὐτό: «Μακάριοι οἱ ταπεινοί», «Μακάριοι οἱ ταπεινόφρονες», ἀλλὰ εἶπε: «Μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι»; Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας τὸ ἑρμηνεύουν καὶ αὐτὸ γιὰ τὴν οἰκοδομή μας. Ὁ Κύριός μας δὲν λέει ἁπλῶς «πτωχοί», μὲ τὴν γενικώτερη σημασία, ἀλλὰ «πτωχοὶ τῷ πνεύματι», αὐτοὶ δηλαδὴ ποὺ συναισθάνονται τὴν πνευματική τους πτωχεία καὶ γύμνια. Καὶ ποιός ἆρά γε μπορεῖ νὰ πῆ, ὅτι δὲν εἶναι πνευματικὰ γυμνός; Κάνω μία παρένθεσι. Ὅταν σταθοῦμε σὲ προσευχή, καὶ ἡ προσευχὴ εἶναι ὁ πνευματικὸς καθρέπτης τῆς ψυχῆς μας, ὅταν εἴμεθα μπροστὰ στὶς ἅγιες Εἰκόνες, καὶ στὸν Ναὸ καὶ στὸ σπίτι μας, ἐκείνη τὴν στιγμὴ εἴμεθα γυμνοὶ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖνος γνωρίζει τὶ ἔχουμε μέσα μας, τὶ φέρουμε μέσα μας, τὶ μᾶς πολεμεῖ, τὶ μᾶς ὁδηγεῖ σὲ ἧττες καὶ πτώσεις.


Μόνο ὁ Χριστός μας γνωρίζει τὴν γύμνια μας. Ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους μποροῦμε νὰ ξεφύγουμε, νὰ καλύψουμε μὲ τὸν ἕνα ἢ τὸν ἄλλο τρόπο τὴν πνευματική μας γυμνότητα καὶ νὰ νομίζουν οἱ ἄλλοι ὅτι εἴμεθα καὶ ἅγιοι. Ἀλλὰ βέβαια, ὅταν σταθοῦμε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, τότε βλέπουμε τὴν γύμνια μας τὴν πνευματικὴ καὶ αὐτὸ ὄχι ἁπλῶς μᾶς ὁδηγεῖ στὴν ταπείνωσι, ἀλλά, ὅπως λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες, μᾶς πηγαίνει ἀκόμη περαιτέρω. Τί ἐννοῶ; Ἡ ταπείνωσις ἔχει ἕνα ὅριο, θὰ λέγαμε, στὰ μάτια μας καὶ μέσα στὴν περιγραφὴ τὴν ἀνθρώπινη, τὴν διανοητική, τὴν λογικὴ κτλ...


λλὰ ἐκεῖνος ποὺ εἶναι πτωχὸς τῷ πνεύματι, ποὺ αἰσθάνεται τὴν γυμνότητά του, ποὺ αὐτομέμφεται, ποὺ κατηγορεῖ τὸν ἑαυτό του, ποὺ συγχωρεῖ τοὺς ἄλλους, τηρεῖ ἀπὸ ἀγάπη ὅλες τὶς εὐαγγελικὲς Ἐντολές, ὅταν φθάση μὲ τὴν Χάρι τοῦ Θεοῦ σὲ αὐτὸ τὸ σημεῖο, προχωρεῖ ἀκόμη καὶ πέρα ἀπὸ τὴν ταπείνωσι καὶ ξεχύνονται σὲ αὐτὸν ὅλα τὰ Χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος· παραμένει ἤρεμος, ἡσύχιος, ἀντιμετωπίζει τὰ πάντα μὲ πνεῦμα μεγαλοψυχίας, συγχωρητικότητος, δὲν ταράσσεται, δὲν ἀγχώνεται, δὲν δημιουργεῖ προβλήματα στοὺς ἄλλους, ὑποφέρει ὁ ἴδιος τὴν ταπείνωσι ποὺ τοῦ προξενοῦν ἴσως ἄλλοι, ἀλλὰ αὐτὸ τὸ ἐσωτερικὸ αἴσθημα εἶναι γεμᾶτο εἰρήνη, σὰν τὴν θάλασσα ποὺ ρίχνεις μέσα ἕνα βότσαλο. Τί ἔγινε; Τίποτα!... Ἔτσι εἶναι καὶ ἡ καρδιὰ τοῦ πτωχοῦ τῷ πνεύματι. Μπορεῖ νὰ πῆ κανείς:


γὼ δὲν βλέπω τὸν ἑαυτό μου σὲ τόσο χαώδη πνευματικὴ κατάστασι, νὰ ἔχη τόσες ἐλλείψεις, ὥστε δὲν βλέπω καὶ τὸν λόγο νὰ ταπεινωθῶ τόσο πολύ, διότι ἡ ταπείνωσις κατὰ κόσμον θεωρεῖται ἀδυναμία. Καὶ ὅμως δὲν εἶναι ἀδυναμία. Ἡ μεγαλύτερη δύναμις, ὅπως τὸ βεβαιώνει ὁ Κύριός μας, οἱ Ἅγιοι ἀλλὰ καὶ οἱ σύγχρονοι διανοητές, εἶναι ἡ ταπείνωσις. Ἡ ταπείνωσις εἶναι ἐκείνη ποὺ διαλύει τὰ πάντα, γι᾿ αὐτὸ δὲν εὑρίσκει ἐμπόδια πουθενά. Καὶ ἂν εὑρίσκη ἐμπόδια, εἶναι προσωρινὰ καὶ μετὰ ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ ξεχύνεται καὶ διαλύει ὅλα τὰ ἐμπόδια. Γι᾿ αὐτό, λέγουν οἱ Ἅγιοι Πατέρες, τὸ μεγαλεῖο τοῦ Θεοῦ, ἡ δύναμις τοῦ Θεοῦ φαίνεται στὴν ἀσθένειά μας. «Ἡ γὰρ δύναμίς Μου (τοῦ Θεοῦ) ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται (ἀποδεικνύεται)» (Β΄ Κορινθ. ιβ΄ 9), λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὁ ὁποῖος εἶχε μία νόσο καὶ παρακαλοῦσε τὸν Κύριο νὰ τὸν βοηθήση. Ὁ Κύριος ὅμως τοῦ ἔλεγε: Ὄχι!


Σοῦ ἀρκεῖ ποὺ εἶσαι ἔτσι ἀδύνατος, πτωχὸς τῷ πνεύματι, στηρίζεις πλέον τὰ πάντα ἐπάνω Μου καὶ δὲν ἔχεις τὴν ψευδαίσθησι, ὅτι ἐσὺ τὰ κατορθώνεις ὅλα τὰ θαύματα ποὺ ἔβλεπε νὰ γίνωνται ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Αὐτὴ εἶναι ἡ βαθειὰ ταπείνωσις τοῦ πνεύματος. Ἂς κάνουμε ἐμεῖς λοιπὸν τώρα μία κριτική. Ἂς δοῦμε πὼς θὰ ἔπρεπε νὰ εἴμεθα καὶ δὲν εἴμεθα, μέσα ἀπὸ ἕνα πολὺ ὡραῖο αὐτοκριτικὸ κείμενο τοῦ Ὁσίου Ἐφραὶμ τοῦ Σύρου, τὸ ὁποῖο θὰ σᾶς μεταφέρω βέβαια μὲ ἁπλᾶ καὶ συμπληρωματικὰ λόγια, διότι ἡ γραφή του ἦταν σὲ ἄλλο γλωσσικὸ ἐπίπεδο.


Λέει λοιπὸν ὁ Ἅγιος Ἐφραίμ: Σὲ ξέχασαν; Δὲν πειράζει (θὰ πῆς μέσα σου). Σὲ ἀδίκησαν; Ξέχασέ το. Σὲ περιφρόνησαν; Νὰ χαίρεσαι. Σὲ κατηγοροῦν; Μὴν ἀντιλογῆς. Σοῦ ἀφαιροῦν τὸν λόγο; Μὴν λυπᾶσαι. (Ἔχω δεῖ ἀνθρώπους, ποὺ ὅταν τοὺς ἀφαιρῆται ὁ λόγος, τὸ τὶ γίνεται δὲν περιγράφεται.) Σὲ κοροϊδεύουν; Μὴν ἀπαντᾶς. Σὲ ὑβρίζουν; Σιώπα, προσευχόμενος. Θυμώνουν μαζί σου; Μεῖνε ἤρεμος. Σὲ κακολογοῦν; Μὴν ἀντιμάχεσαι. Σὲ συκοφαντοῦν καὶ σὲ εἰρωνεύονται; Νὰ μακροθυμῆς. Τὰ παιδιά σου δὲν ἀκοῦνε τὶς συμβουλές σου; Πέσε στὰ γόνατα. ( Ἐμεῖς εἴμεθα ἕτοιμοι νὰ τὰ βάλουμε μὲ τὰ παιδιά, λέμε ὅτι φταίει τὸ σχολεῖο, φταίει ἡ Πολιτεία, φταῖνε οἱ ἀντίχριστοι τοῦ κόσμου καὶ τὰ παιδιά μας ἔχουν φθαρῆ. Ἐσὺ ἔπεσες στὰ γόνατα, ὅταν τὰ παιδιά σου δὲν ἀκοῦνε τὶς συμβουλές σου;) 


πάρχει ταραχὴ καὶ ἐκνευρισμὸς στὸ ἀνδρόγυνο; Δὲς ποῦ φταῖς ἐσύ, καὶ ὄχι ὁ ἄλλος. (Ἐμεῖς συνήθως προσπαθοῦμε νὰ βροῦμε στὸν ἄλλον τὴν αἰτία τῆς δυσκολίας καὶ ὄχι σὲ ἐμᾶς.) Ἔφταιξες; Ζήτησε συγγνώμην. Ἔχεις ὑγεία; Δόξαζε τὸν Θεό. Ταλαιπωρεῖσαι ἀπὸ ἀρρώστειες; Καὶ πάλι δόξαζε τὸν Θεό. Γκρίνια, ἀνεργεία, φτώχεια καὶ ἀσυνεννοησία μέσα στὸ σπίτι; Μὴ στενοχωριέσαι. Μὴν χάνης τὴν ἡρεμία σου. Νήστευσε, ἀγρύπνησε, κάνε προσευχή, γονάτισε. Ἔπεσες στὴν ἁμαρτία; Σήκω μὲ τὴν μετάνοια καὶ δόξασε τὸν Θεὸ ποὺ δὲν ἐπέτρεψε νὰ πᾶς ἀκόμη παρακάτω. Ξανάπεσες στὴν ἁμαρτία; Πάλι σήκω καὶ πάλι συνέχισε μὲ ὑπομονή. Δόξασε τὸν Θεό. Ξανάπεσες γιὰ ἑκατοστὴ φορά; Ελεεινολόγησε τὸν ἑαυτό σου, φτῦσέ τον, καταπάτησέ τον, ἐφάρμοσε μία σκληρὴ αὐτοκριτικὴ στὸν ἑαυτό σου, ποὺ εἶσαι πλέον ἀδιόρθωτος καὶ ἀκατάστατος. Στέναξε βαθειά, κλαῦσε, κτύπησε τὸ στῆθός σου καὶ βόησε μαζὶ μὲ τὸν Τελώνη: ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ».


Αὐτὴ ἡ Παρακαταθήκη, αὐτὸς ὁ πρῶτος Μακαρισμὸς τοῦ Κυρίου μας εἶναι τόσο θεμελιῶδες θέμα καὶ σωτήριο γιὰ ἐμᾶς, ὥστε ἀπὸ τὴν βίωσί του νὰ ἐξαρτᾶται ἂν θὰ γίνουμε μέτοχοι τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν. «Μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν». Γιατί εἶναι αὐτῶν ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν; Διότι ὅσο πτωχαίνει ὁ ἄνθρωπος, δηλαδὴ ὑποβιβάζει τὸν ἑαυτό του, αὐτομέμφεται κτλ., τόσο ἀδειάζει ἀπὸ τὸν ἑαυτό του, καὶ ὅσο ἀδειάζει ἀπὸ τὸν ἑαυτό του, τόσο γεμίζει ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν Ἀδελφό του καὶ τόσο περισσότερο γεμίζει ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν Χριστό μας. Προϋπόθεσις εἶναι νὰ πτωχεύσουμε πνευματικά, προϋπόθεσις εἶναι νὰ ταπεινωθοῦμε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἀνθρώπων ἢ μᾶλλον ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων, ἐν ἀναφορᾷ μὲ τὸν Θεὸ καὶ μὲ τὴν Χάρι τοῦ Θεοῦ, οὕτως ὥστε μέσα μας νὰ ἀποκτήσουμε τὸν πλοῦτο τῆς Χάριτος, τὴν Χάρι τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἂς πτωχεύουμε τῷ πνεύματι, Ἀδελφοί μου.


ς μὴ θεωρῆται αὐτὸ ὑποτιμητικό. Ἂς μὴ ἀγριεύουμε. Ἂς μὴ μᾶς διακρίνη αὐτὸ ποὺ νοθεύει καὶ ἀναιρεῖ τὸ Ἐκκλησιαστικὸ Φρόνημα, δηλαδὴ ἡ αὐτοδικαίωσις. Ἂς μὴ προτιμοῦμε τὴν αὐτοδικαίωσι. Θὰ προσέξατε ἀπὸ τὰ λεγόμενα, ὅτι ἡ καρδιὰ τοῦ προβλήματός μας εἶναι ἡ αὐτοδικαίωσις, διότι ἐμεῖς πάντα ἔχουμε δίκαιο, ἐμεῖς εἴμεθα πλούσιοι, εἴμεθα ἱκανοὶ γιὰ τὰ πάντα καὶ ὁποιοσδήποτε μᾶς ἀμφισβητήσει ἢ μᾶς ἐκφράσει ἀντίθετη ἄποψι ἢ μᾶς ὑβρίσει ἢ μᾶς κατακρίνει ἢ μᾶς ἀδικήσει, ἢ δὲν ξέρω τὶ ἄλλο, εἴμεθα ἕτοιμοι νὰ τοῦ ἐπιτεθοῦμε, αὐτοδικαιούμενοι ἐμεῖς, ὥστε νὰ ὑποτιμήσουμε ἐκεῖνον. Ἐμεῖς ὅμως, ὡς Χριστιανοί, πρέπει νὰ κάνουμε τὸ ἀντίθετο: νὰ αὐτομεμφώμεθα. Τὸ φάρμακο γιὰ τὴν αὐτοδικαίωσι εἶναι ἡ αὐτομεμψία, ἡ ταπείνωσις, ἡ μετάνοια, ἡ πτωχεία δηλαδὴ ἐν Χριστῷ.


τσι, θὰ ὁμοιάσουμε στὸν πτωχεύσαντα δι᾿ ἡμᾶς Χριστό μας, τὸν Πρῶτο καὶ Μεγάλο Πτωχό, ποὺ εἶναι ὁ Κύριός μας. Πάντοτε πρέπει νὰ ἀκολουθοῦμε καὶ νὰ ἱχνηλατοῦμε τὰ ἵχνη, στὰ ὁποῖα Ἐκεῖνος ἐβάδισε. Ὁ Κύριός μας ἔπαθε ὑπὲρ ἡμῶν, ταπεινώθηκε καὶ ἔφθασε μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ Σταυροῦ, καὶ ἐμεῖς καλούμεθα νὰ ἀκολουθήσουμε τὰ ἵχνη τοῦ Χριστοῦ μας, ὅπως λέει ὁ 11 Ἀπόστολος Πέτρος. Ἀφοῦ δὲν ἀκολουθοῦμε τὰ ἵχνη Του, ἀλλὰ τὸ πνεῦμα τοῦ κόσμου, σημαίνει ὅτι δὲν εἴμεθα Χριστιανοὶ καὶ δὲν υἱοθετοῦμε τοὺς Μακαρισμοὺς τοῦ Χριστοῦ μας, καὶ μάλιστα τὸν πρῶτο, ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ βάσις, ὅπως εἴπαμε, τῆς κλίμακος ποὺ θὰ μᾶς ἀνεβάση σιγά-σιγὰ στὸν Οὐρανό, γιὰ νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὸν Κύριό μας καὶ Θεό μας.


Εἴθε λοιπὸν οἱ εὐχὲς τοῦ Ἀειμνήστου Πατέρα μας, τοῦ ὁποίου σᾶς μεταβιβάζω τὴν Παρακαταθήκη, νὰ καλλιεργήσουμε τὸ Ἐκκλησιαστικὸ Φρόνημα, καὶ μὲ ἄλλους τρόπους, στοὺς ὁποίους ἔχουμε ἀναφερθῆ κατὰ καιρούς, ἀλλὰ καὶ μὲ αὐτό: Βιώνοντας τὸν πρῶτο Μακαρισμὸ τοῦ Κυρίου μας: «Μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι». Ἔτσι, θὰ πλουτήσουμε πλοῦτον, ὁ ὁποῖος θὰ εἶναι ἄφθαρτος καὶ θὰ βιώνουμε ἀπὸ τώρα τὴν Δόξα τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, ὃ γένοιτο, μὲ τὴν Χάρι τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀμήν. Σᾶς εὐχαριστῶ!



† ὁ Ὠ. κ` Φ. Κ.



.  Ιερά Μητρόπολη Ωρωπού και Φυλής

της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών


Δευτέρα 22 Νοεμβρίου 2021

Ο ΑΓΙΟΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ ΚΑΙ Η ΝΗΣΤΕΙΑ (1997)





<< νηστεία, ἡ ἀγρυπνία καί ἡ προσευχή ἀπό μόνες τους δέν φέρνουν τούς ἐπιθυμητούς καρπούς, γιατί αὐτές δέν εἶναι ὁ σκοπός τῆς ζωῆς μας, ἀποτελοῦν τά μέσα γιά νά πετύχουμε τό σκοπό. Στολίστε τίς λαμπάδες σας μέ ἀρετές. Ἀγωνιστεῖτε ν’ ἀποβάλετε τά πάθη τῆς ψυχῆς. Καθαρίστε τήν καρδιά σας ἀπό κάθε ρύπο καί διατηρῆστε την ἁγνή, γιά νά ἔρθει καί νά κατοικήσει μέσα σας ὁ Κύριος, γιά νά σᾶς πλημμυρίσει τό Ἅγιο Πνεῦμα μέ τίς θεῖες δωρεές. Παιδιά μου ἀγαπητά, ὅλη σας ἡ ἀσχολία καί ἡ φροντίδα σ’ αὐτά νά εἶναι. Αὐτά ν’ ἀποτελοῦν σκοπό καί πόθο σας ἀσταμάτητο. Γι’ αὐτά νά προσεύχεστε στό Θεό. Νά ζητᾶτε καθημερινά τόν Κύριο, ἀλλά μέσα στήν καρδιά σας καί ὄχι ἔξω ἀπό αὐτήν. Καί ὅταν Τόν βρεῖτε, σταθεῖτε μέ φόβο καί τρόμο, ὅπως τά Χερουβείμ καί τά Σεραφείμ, γιατί ἡ καρδιά σᾶς ἔγινε θρόνος τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά γιά νά βρεῖτε τόν Κύριο, ταπεινωθεῖτε μέχρι τό χῶμα, γιατί ὁ Κύριος βδελύσσεται τούς ὑπερήφανους, ἐνῶ ἀγαπάει καί ἐπισκέπτεται τούς ταπεινούς στήν καρδιά. Ἄν ἀγωνίζεσαι τόν ἀγῶνα τόν καλό, ὁ Θεός θά σέ ἐνισχύσει. Στόν ἀγῶνα ἐντοπίζουμε τίς ἀδυναμίες, τίς ἐλλείψεις καί τά ἐλαττώματά μας. Εἶναι ὁ καθρέφτης τῆς πνευματικῆς μας καταστάσεως. Ὅποιος δέν ἀγωνίστηκε, δέν γνώρισε τόν ἑαυτό του. Προσέχετε καί τά μικρά ἀκόμα παραπτώματα. Ἄν σᾶς συμβεῖ ἀπό ἀπροσεξία κάποια ἁμαρτία, μήν ἀπελπιστεῖτε, ἀλλά σηκωθεῖτε γρήγορα καί προσπέστε στό Θεό, πού ἔχει τή δύναμη νά σᾶς ἀνορθώσει>>.





 Μακαριστός Μητροπολίτης Ωρωπού και Φυλής κ. Κυπριανός Α' (+2013)


ΕΠΙΚΑΙΡΗ ΠΡΟΦΗΤΙΚΗ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ

 




ς γνωστόν, σὲ περιόδους μεγάλων κρίσεων καὶ ἀναστατώσεων στὸν παλαιὸ Ἰσραήλ, ὁ Θεὸς ἔστελνε τοὺς Προφῆτες Του γιὰ νὰ μεταφέρουν τὸ ἅγιο Θέλημά Του. Γιὰ νὰ ὑποδείξουν τὰ λάθη καὶ τὰ πάθη τῶν ἀνθρώπων, ὅσων ἦταν σὲ ὑπεροχικὴ θέση, ὅπως καὶ ὅλου τοῦ λαοῦ καὶ τοῦ κάθε ἑνὸς προσωπικά, προκειμένου νὰ ἐπέλθει διόρθωση καὶ μετάνοια πρὸς ἀποτροπὴν τῶν κακῶν. Διαφορετικά, ἡ ράβδος παιδεύσεως ἐπέπιπτε ἀναπόφευκτα, ὡς ἔσχατο μέσο συνετίσεως καὶ ἐπιστροφῆς.


λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι διαχρονικὸς καὶ ἔχει καὶ γιὰ μᾶς σήμερα τὴν ἴδια ἀξία, δύναμη, σημασία καὶ βαρύτητα. Ὁ Φιλάνθρωπος Κύριος καλεῖ τοὺς πάντες νὰ ἐπιστρέψουν πρὸς Αὐτόν, ἐγκαταλείποντες τὶς λανθασμένες ὁδοὺς τῆς ἀπιστίας, τῆς ἀνομίας καὶ τῆς κάθε εἴδους ἀποστασίας. Δὲν φθάνει νὰ λάβουμε ἱερὲς ἀποφάσεις καὶ νὰ δώσουμε ἱερὲς ὑποσχέσεις. Χρειάζεται ἔμπρακτη ἀπάρνηση τῶν κακῶν, ἀγώνας γιὰ κάθαρση τῆς καρδιᾶς, ὥστε νὰ δεχθεῖ τὴν σπορὰ τῆς θείας δικαιοσύνης καὶ νὰ ἀποδώσει καρποὺς ἀγαθοὺς μετανοίας.


Οὐσιαστικὰ ἀπαιτεῖται ἀπάρνηση κάθε εἰδώλου, τὸ ὁποῖο ἔλαβε μέσα μας περίοπτη θέση καὶ ζητεῖ τὴν καθημερινὴ «λατρεία» καὶ «θυσία» μας. Τοῦτο εἶναι κάτι ποὺ ὁ καρδιογνώστης Θεὸς ἀποστρέφεται καὶ ἀναμένει τὴν μετάνοιά μας. Γιὰ νὰ μᾶς ὁδηγήσει δὲ σὲ αὐτήν, ὥστε νὰ σωθοῦμε καὶ νὰ μὴν ἀπολεσθοῦμε, παραχωρεῖ τοὺς ποικίλους πειρασμοὺς καὶ τὶς μικρὲς ἤ μεγάλες δοκιμασίες στὴν ζωή μας προσωπικὰ ἤ συλλογικὰ καὶ μάλιστα στὶς ἡμέρες μας παγκόσμια.


γνήσια Μετάνοια συντελεῖ στὴν λύση τῶν δεινῶν καὶ στὴν ἀποτροπὴ τῶν κακῶν. Ἡ πεισματικὴ ἐμμονὴ στὴν ἁμαρτία ἀναφλέγει τὴν «ὀργὴν τοῦ Κυρίου». Ὅσο παραμένουμε ἀμετανόητοι, εἶναι σαφὲς ὅτι συνεργοῦμε στὴν αὔξηση τῆς πικρίας καὶ τῶν δεινῶν τοῦ βίου. Ἡ δὲ συνειδητοποίηση τοῦ κινδύνου ποὺ διατρέχουμε, ἀποτελεῖ τὴν ἀναγκαία παρακίνηση γιὰ ἐπίσπευση τῆς προσπαθείας τοῦ ἁγιασμοῦ μας, ὁ ὁποῖος ἐπιτυγχάνεται μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ διὰ τῶν ἁγίων Ἀρετῶν καὶ τῶν θείων Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας μας.


σα φοβερὰ συμβαίνουν στὸν κόσμο σήμερα καὶ πάντοτε, ἀποτελοῦν ἰσχυρὲς προειδοποιήσεις τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ μας. Παραχωρεῖ τὶς συμφορὲς ὥστε νὰ ἀποτελέσουν ἀφορμὴ γιὰ νὰ ἀκούσουμε τὶς προτροπές Του σὲ Μετάνοια, ὅπως κάνει, γιὰ παράδειγμα, μέσῳ τοῦ Ἁγίου Προφήτου Ἱερεμίου:


«περιζώσασθε σάκκους καὶ κόπτεσθε καὶ ἀλαλάξατε, διότι οὐκ ἀπεστράφη ὁ θυμὸς Κυρίου ἀφ’ ὑμῶν»! (Ἱερεμ. δ΄ 8).Τότε, στὴν περίσταση ἐκείνη, φόβος καὶ πανικὸς κυριαρχοῦσε στοὺς ἄρχοντες, κατάπληξη («ἔκστασις») στοὺς ἱερεῖς, σύγχυση καὶ ἀπορία στοὺς ψευδοπροφῆτες.


Καὶ ἔτσι οἱ ἄρχοντες ἀδυνατοῦσαν νὰ σκεφθοῦν καὶ νὰ πράξουν τὸ ὀρθόν, οἱ ἱερεῖς δὲν εἶχαν τὸ σθένος νὰ ἐνθαρρύνουν καὶ νὰ ἐμψυχώσουν τὸν λαό, οἱ δὲ ψευδοπροφῆτες παραπλανοῦσαν τὸν κόσμο μὲ εἰρηνιστικὰ συνθήματα, ἀντὶ νὰ προειδοποιοῦν γιὰ ἐπερχόμενους σοβαροὺς κινδύνους λόγῳ ἀποστασίας. Καὶ ὅποιος τοὺς ἄκουγε μὲ ἐμπιστοσύνη, περιέπιπτε σὲ αὐταπάτη.


Εἶναι γνωστὸν ὅτι ὁ Θεὸς παραχωρεῖ νὰ κυριαρχήσει «ἐνέργεια πλάνης» (Β΄ Θεσ. β΄ 10-11), ὅταν ὁ λαὸς δὲν δέχεται καὶ δὲν ἀγαπᾶ τὴν ἀλήθεια, προκειμένου νὰ τὴν ἐγκολπωθεῖ γιὰ νὰ σωθεῖ. Τοῦτο δὲ στὰ ἔσχατα χρόνια θὰ κυριαρχήσει σχεδὸν πλήρως. Συνεχίζει ὁ Προφήτης νὰ προτρέπει τὸν λαὸ ἐκ μέρους τοῦ Κυρίου: «Ἀπόπλυνε ἀπὸ κακίας τὴν καρδίαν σου, Ἱερουσαλήμ, ἵνα σωθῇς· ἕως πότε ὑπάρχουσιν ἐν σοὶ διαλογισμοὶ πόνων σου;» (Ἱερεμ. δ΄ 14).


Πρόκειται γιὰ θεραπευτικὴ προτροπὴ μετανοίας, ἡ ὁποία εἶναι ἀνάγκη νὰ ἀρχίσει ἀπὸ τὸ ἐσωτερικὸ τῆς καρδιᾶς, καὶ αὐτὸ συμβαίνει μόνον ὅταν ἀπομακρύνονται οἱ ὀλέθριοι καὶ πονηροὶ λογισμοὶ ποὺ προξενοῦν πόνο.


Εἶναι δὲ μέγα πρόβλημα, ὅταν οἱ ἴδιοι οἱ ἄρχοντες («ἡγούμενοι») ἀποστρέφονται τὸν Θεὸ καὶ παραμένουν ἀσύνετοι καὶ ἄφρονες, ἱκανοὶ μόνον γιὰ τὸ κακὸ καὶ ὄχι γιὰ τὸ καλό: «Οἱ ἡγούμενοι τοῦ λαοῦ μου ἐμὲ οὐκ ἤδεισαν, υἱοὶ ἄφρονές εἰσι καὶ οὐ συνετοί· σοφοὶ τοῦ κακοποιῆσαι, τὸ δὲ καλῶς ποιῆσαι οὐκ ἐπέγνωσαν» (Αὐτόθι, στ. 22).


ταν οἱ ἄρχοντες ἐκτρέπονται καὶ παραφέρονται, χρησιμοποιοῦντες ἀπαράδεκτες μεθόδους ψεύδους καὶ ἀδικίας, γιὰ τὸ καλὸ δῆθεν τοῦ λαοῦ, τότε μεγάλο μέρος τοῦ ἀποπροσανατολισμένου κόσμου ἀδυνατεῖ νὰ διακρίνει μεταξὺ ἀληθείας καὶ ψεύδους, ἀγαθοῦ καὶ πονηροῦ.


τσι, οἱ πάντες σχεδὸν πλανῶνται μὴ γνωρίζοντες τὸ πραγματικὸ συμφέρον τους. Μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μετατρέπονται σὲ «σοφοὺς τοῦ κακοποιῆσαι», ἐνῶ ἀντιθέτως ἡ θεία ἐντολὴ μᾶς θέλει: «σοφοὺς μὲν εἰς τὸ ἀγαθόν, ἀκεραίους δὲ εἰς τὸ κακόν» (Ρωμ. ιστ΄ 19).


ν τούτοις, ὅσο κυριαρχεῖ ἡ ἀδικία καὶ ἡ φιληδονία, τόσο βασιλεύει ἡ ἀνομία: «ἵπποι θηλυμανεῖς ἐγενήθησαν, ἕκαστος ἐπὶ τὴν γυναῖκα τοῦ πλησίον αὐτοῦ ἐχρεμέτιζον» (Ἱερεμ. ε΄ 8). Ὅταν ἡ λαγνεία καὶ ἡ ἀσέλγεια καταστήσει τοὺς ἄνδρες σὰν θηλυμανῆ ἄλογα, ποὺ διεκδικοῦν ἀναιδῶς τὴν γυναῖκα τοῦ πλησίον τους, τότε ἐπέρχεται ὄλεθρος. 


Οἱ μοιχικές, πορνικὲς καὶ διαστροφικὲς ἐπιθυμίες εἶναι ἀδύνατον νὰ μὴν καταλήξουν σὲ πλήρη καταστροφή. Καὶ ἐπίσης, ὅταν κυριαρχεῖ ὁ δόλος, ἡ μανία τοῦ κέρδους καὶ τῆς καλοπέρασης, ὅπως καὶ ἡ καταδυνάστευση τῶν ἀδυνάτων, τότε οἱ τιμωρίες εἶναι ἀναπόφευκτες (Αὐτόθι, στ. 27-29). Ὅταν κυριαρχοῦν ἀκόμη καὶ στὸν θρησκευτικὸ χῶρο οἱ ψευδοπροφῆτες, τοὺς ὁποίους ἐπικροτεῖ τὸ μέγα μέρος κλήρου καὶ λαοῦ, τότε ἐπέρχονται ἀναπόδραστα φοβερὲς συμφορές (στ. 31).


Κύριος, ὡς Πανάγαθος, προτρέπει διὰ τοῦ Προφήτου Αὐτοῦ νὰ γίνει ἐπιμελὴς ἔρευνα στοὺς δρόμους καὶ στὶς πλατεῖες τῆς Ἱερουσαλήμ, μήπως βρεθεῖ ἄνθρωπος νὰ ζεῖ μὲ εὐθύτητα, νὰ ἐφαρμόζει δικαιοσύνη, νὰ ποθεῖ τὴν ἀλήθεια, νὰ εἶναι ἀξιόπιστος καὶ ἔντιμος στὶς σχέσεις καὶ τοὺς λόγους του, νὰ εἶναι ἄνθρωπος πίστεως καὶ ἀρετῆς. Καὶ γιατί τοῦτο; Γιὰ νὰ δείξει τὸ Ἔλεος καὶ τὴν Συμπάθειά Του ἕνεκεν αὐτοῦ ἤ αὐτῶν τῶν ὀλίγων, οἱ ὁποῖοι ὅμως Τὸν ἀναπαύουν πραγματικά: τότε «ἵλεως ἔσομαι αὐτοῖς»! (ε΄ 1).


πως καταλαβαίνουμε, ὁ Κύριός μας σὲ κάθε ἐποχή, ὅπως καὶ σήμερα, ἀναζητεῖ δικαίους καὶ εὐσεβεῖς, ἔστω καὶ ἐλαχίστους, γιὰ νὰ ἐλεήσει τοὺς πολλοὺς καὶ γιὰ νὰ μακροθυμήσει ἔτι περισσότερο. Μόνον ἔτσι θὰ ἑλκυσθεῖ καὶ πάλι ἡ θεία εὐλογία καὶ θὰ παρέλθει ἡ δικαία θεία ὀργή!


παιτεῖται ἀπὸ ὅλους τοὺς Ὀρθοδόξους Χριστιανοὺς στερεὴ πίστη καὶ διατήρηση πάσῃ θυσίᾳ τῆς ὁμολογίας μας, ὥστε νὰ προστρέξουμε «μετὰ παρρησίας» στὸν θρόνο τῆς Χάριτος, γιὰ νὰ λάβουμε ἔλεος καὶ νὰ βροῦμε χάρη τώρα ποὺ ἔχουμε μέγιστη ἀνάγκη γιὰ βοήθεια παρὰ τοῦ Μεγάλου Ἀρχιερέως μας Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ! (Ἑβρ. δ΄ 14-16).


Εἴθε νὰ ἀναδειχθοῦμε ἀληθινὸς λαός Του, νέος Ἰσραήλ, ὅσοι ἐνωτιζόμαστε ὅλα ὅσα συμβαίνουν -μέσα στὴν ὀρθή τους διάσταση καὶ σημασία, προσπαθοῦντες ἐν μετανοίᾳ νὰ τηρήσουμε τὴν πίστη ἀσάλευτη καὶ τὸν βίο ἀκατηγόρητο, ὥστε νὰ ἀποτραπεῖ ἡ περαιτέρω δικαία «ὀργὴ» τοῦ Κυρίου γιὰ τὴν ἀποστασία τῶν ἀνθρώπων, καὶ νὰ βροῦμε ἔλεος καὶ βοήθεια στὰ δεινὰ ποὺ ἐπέπεσαν μὲ σφοδρότητα ἐφ’ ὅλου τοῦ κόσμου!



+Ε.Γ.Κ.


6/19-11-2021


Εκκλησία Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών


ΗΨΑΤΟ ΜΟΥ ΤΙΣ; ΕΓΩ ΓΑΡ ΕΓΝΩΝ ΔΥΝΑΜΙΝ ΕΞΕΛΘΟΥΣΑΝ ΑΠ' ΕΜΟΥ



 

<<Εν δέ τώ υπάγειν αυτόν οι όχλοι συνέπνιγον αυτόν. 43 καί γυνή ούσα εν ρύσει αίματος από ετών δώδεκα, ήτις ιατροίς προσαναλώσασα όλον τόν βίον ουκ ίσχυσεν υπ ουδενός θεραπευθήναι, 44 προσελθούσα όπισθεν ήψατο τού κρασπέδου τού ιματίου αυτού, καί παραχρήμα έστη η ρύσις τού αίματος αυτής. 45 καί είπεν ο Ιησούς Τίς ο αψάμενός μου; αρνουμένων δέ πάντων είπεν ο Πέτρος καί οι σύν αυτώ Επιστάτα, οι όχλοι συνέχουσί σε καί αποθλίβουσι καί λέγεις τίς ο αψάμενός μου; 46 ο δέ Ιησούς είπεν Ήψατό μού τις εγώ γάρ έγνων δύναμιν εξελθούσαν απ εμού. 47 ιδούσα δέ η γυνή ότι ουκ έλαθε, τρέμουσα ήλθε καί προσπεσούσα αυτώ δι ήν αιτίαν ήψατο αυτού απήγγειλεν αυτώ ενώπιον παντός τού λαού, καί ως ιάθη παραχρήμα. 48 ο δέ είπεν αυτή Θάρσει, θύγατερ, η πίστις σου σέσωκέ σε πορεύου εις ειρήνην. 49 Έτι αυτού λαλούντος έρχεταί τις παρά τού αρχισυναγώγου λέγων αυτώ ότι Τέθνηκεν η θυγάτηρ σου μή σκύλλε τόν διδάσκαλον. 50 ο δέ Ιησούς ακούσας απεκρίθη αυτώ λέγων Μή φοβού μόνον πίστευε, καί σωθήσεται. 51 ελθών δέ εις τήν οικίαν ουκ αφήκεν εισελθείν ουδένα ει μή Πέτρον καί Ιωάννην καί Ιάκωβον καί τόν πατέρα τής παιδός καί τήν μητέρα. 52 έκλαιον δέ πάντες καί εκόπτοντο αυτήν. ο δέ είπε Μή κλαίετε ουκ απέθανεν, αλλά καθεύδει. 53 καί κατεγέλων αυτού, ειδότες ότι απέθανεν. 54 αυτός δέ εκβαλών έξω πάντας καί κρατήσας τής χειρός αυτής εφώνησε λέγων Η παίς, εγείρου. 55 καί επέστρεψε τό πνεύμα αυτής, καί ανέστη παραχρήμα, καί διέταξεν αυτή δοθήναι φαγείν. 56 καί εξέστησαν οι γονείς αυτής ο δέ παρήγγειλεν αυτοίς μηδενί ειπείν τό γεγονός>>.






Αρχιμανδρίτης Ευθύμιος Μπαρδάκας
Εφημέριος Ι. Ν. Παναγίας Προυσσιωτίσσης, Τσακός Αγίας Παρασκευής Αττικής


Κυριακή 21 Νοεμβρίου 2021

ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ ΚΛΗΜΕΝΤΟΣ, ΚΥΡΙΑΚΗ Η' ΛΟΥΚΑ: ΤΙΣ ΕΣΤΙ ΜΟΥ ΠΛΗΣΙΟΝ;




Εν δέ τώ υπάγειν αυτόν οι όχλοι συνέπνιγον αυτόν. 43 καί γυνή ούσα εν ρύσει αίματος από ετών δώδεκα, ήτις ιατροίς προσαναλώσασα όλον τόν βίον ουκ ίσχυσεν υπ ουδενός θεραπευθήναι, 44 προσελθούσα όπισθεν ήψατο τού κρασπέδου τού ιματίου αυτού, καί παραχρήμα έστη η ρύσις τού αίματος αυτής. 45 καί είπεν ο Ιησούς Τίς ο αψάμενός μου; αρνουμένων δέ πάντων είπεν ο Πέτρος καί οι σύν αυτώ Επιστάτα, οι όχλοι συνέχουσί σε καί αποθλίβουσι καί λέγεις τίς ο αψάμενός μου; 46 ο δέ Ιησούς είπεν Ήψατό μού τις εγώ γάρ έγνων δύναμιν εξελθούσαν απ εμού. 47 ιδούσα δέ η γυνή ότι ουκ έλαθε, τρέμουσα ήλθε καί προσπεσούσα αυτώ δι ήν αιτίαν ήψατο αυτού απήγγειλεν αυτώ ενώπιον παντός τού λαού, καί ως ιάθη παραχρήμα. 48 ο δέ είπεν αυτή Θάρσει, θύγατερ, η πίστις σου σέσωκέ σε πορεύου εις ειρήνην. 49 Έτι αυτού λαλούντος έρχεταί τις παρά τού αρχισυναγώγου λέγων αυτώ ότι Τέθνηκεν η θυγάτηρ σου μή σκύλλε τόν διδάσκαλον. 50 ο δέ Ιησούς ακούσας απεκρίθη αυτώ λέγων Μή φοβού μόνον πίστευε, καί σωθήσεται. 51 ελθών δέ εις τήν οικίαν ουκ αφήκεν εισελθείν ουδένα ει μή Πέτρον καί Ιωάννην καί Ιάκωβον καί τόν πατέρα τής παιδός καί τήν μητέρα. 52 έκλαιον δέ πάντες καί εκόπτοντο αυτήν. ο δέ είπε Μή κλαίετε ουκ απέθανεν, αλλά καθεύδει. 53 καί κατεγέλων αυτού, ειδότες ότι απέθανεν. 54 αυτός δέ εκβαλών έξω πάντας καί κρατήσας τής χειρός αυτής εφώνησε λέγων Η παίς, εγείρου. 55 καί επέστρεψε τό πνεύμα αυτής, καί ανέστη παραχρήμα, καί διέταξεν αυτή δοθήναι φαγείν. 56 καί εξέστησαν οι γονείς αυτής ο δέ παρήγγειλεν αυτοίς μηδενί ειπείν τό γεγονός.







Κυριακή Η ' Λουκά (2006)


Σάββατο 20 Νοεμβρίου 2021

ΑΓ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ - ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ: ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΙ Ή ΑΝΤΙΘΕΤΟΙ ΟΙ ΔΡΟΜΟΙ ΤΟΥΣ;




Ἐπικαιροποιημένα Εἰσαγωγικὰ


Δὲν χόρτασε κολακεῖες καὶ ἐγκώμια ὁ πατριάρχης Βαρθολομαῖος, τὰ ὁποῖα θὰ ἔπρεπε νὰ ἀπαγορεύσει καὶ ὄχι νὰ τὰ ἐνθαρρύνει ἢ νὰ τὰ προκαλεῖ. Εἶναι καὶ αὐτό, μεταξὺ πολλῶν ἄλλων, μία ἀπόδειξη ὅτι δὲν ἀκολουθεῖ τὸν δρόμο τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Ἁγίων, οἱ ὁποῖοι δὲν ἤθελαν νὰ εἶναι ἀρεστοὶ στοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ στὸν Θεό, ὅπως πολὺ δυνατὰ μᾶς τὸ λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Εἰ γὰρ ἔτι ἀνθρώποις ἤρεσκον, Χριστοῦ δοῦλος οὐκ ἂν ἤμην»(1). Ἐπιδίωξή τους ἦταν νὰ λέγουν καὶ νὰ πράττουν ὄχι τὰ εὐάρεστα ἀλλὰ τὰ θεάρεστα.


σοι διὰ τῆς ἱερωσύνης ἀνέλαβαν νὰ κηρύξουν τὸ Εὐαγγέλιο ὀφείλουν νὰ συμπεριφέρονται «οὐχ ὡς ἀνθρώποις ἀρέσκοντες, ἀλλὰ τῷ Θεῷ τῷ δοκιμάζοντι τὰς καρδίας ἡμῶν», χωρὶς νὰ κολακεύουν ἢ νὰ κολακεύονται, οὔτε νὰ πλουτίζουν καὶ νὰ πλεονεκτοῦν, «οὔτε ἐν λόγῳ κολακείας, οὔτε ἐν προφάσει πλεονεξίας, οὔτε ζητοῦντες ἀπ᾽ ἀνθρώπων δόξαν»(2).


ξεπέραστο παράδειγμα τέτοιας ἀποστολικῆς καὶ πατερικῆς συμπεριφορᾶς εἶναι ὁ Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος, ὁ ὁποῖος συγκρούσθηκε, ὡς πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, μὲ τὸ πολιτικὸ καὶ ἐκκλησιαστικὸ κατεστημένο τῆς ἐποχῆς του, παρέμεινε ἄκαμπτος καὶ ἀνυποχώρητος στὴν ἐφαρμογὴ τῶν ἀρχῶν τοῦ Εὐαγγελίου, μέχρι σημείου νὰ κατηγορεῖται καὶ σήμερα ἀπὸ κοσμικόφρονες ἐρευνητὲς ὅτι ἔπρεπε νὰ εἶναι διπλωματικώτερος καὶ πιὸ προσαρμοστικός, καὶ ὄχι συγκρουσιακὸς καὶ ἀπροσάρμοστος.


Στὰ ὀλίγα χρόνια τῆς πατριαρχίας του (397-404) ἄλλαξε τὰ ἤθη τῶν κατοίκων τῆς Κωνσταντινούπολης, ποὺ ἦσαν ἕτοιμοι καὶ νὰ μαρτυρήσουν γιὰ τὸν ἡρωϊκὸ πατριάρχη τους, καὶ πολλοὶ ἐμαρτύρησαν, ὅταν οἱ τότε δυνατοὶ μὲ συνοδικὲς ἀποφάσεις ἀναξίων ἐπισκόπων τὸν ἐξεθρόνιζαν καὶ τὸν καθαιροῦσαν, στέλνοντάς τον ἐπὶ τρία χρόνια σὲ ἐξοντωτικὴ καὶ ἀπάνθρωπη ἐξορία (404-407), καὶ ἐντὸς αὐτῆς σὲ μαρτυρικὸ θάνατο στὰ Κόμανα τοῦ Πόντου ἀπὸ τὶς κακουχίες βασινιστικῆς πεζοπορίας.


παγκόσμια διεκκλησιαστικὴ ἀποδοχὴ καὶ τὸ κῦρος του, καὶ ἐν ζωῇ καὶ μετὰ θάνατον, ποὺ συνετέλεσαν στὴν ἀνύψωση τοῦ θρόνου τῆς νέας πρωτεύουσας, τῆς Κωνσταντινούπολης, καὶ στὴν τιμητικὴ ἐξίσωσή της μὲ τόν «πρῶτον τῇ τιμῇ» θρόνον τῆς πρεσβυτέρας Ρώμης ἀνάγκασαν ὅσους τὸν θεωροῦσαν σχισματικό, στὴν Κωνσταντινούπολη, στὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ στὴν Ἀντιόχεια νὰ ἐπαναφέρουν τὴν μνημόνευση τοῦ ὀνόματός του στά «Δίπτυχα» καὶ νὰ ἀναγνωρίσουν τὸ μεγαλεῖο καὶ τὴν προσφορά του.


Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ὑπερπεντηκονταετοῦς ἐνασχόλησής μας μὲ τὸν βίο, τὰ συγγράμματα καὶ τὴν διδασκαλία τοῦ μεγάλου καὶ μοναδικοῦ αὐτοῦ Διδασκάλου, Πατρὸς καὶ Ἁγίου τῆς Ἐκκλησίας μας (1969-2021), τοὺς καρποὺς τῆς ὁποίας μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ τὶς πρεσβεῖες τοῦ Ἁγίου συγκεντρώσαμε σὲ πρόσφατα ἐκδοθὲν βιβλίο μας(3), διαπιστώσαμε τὴν ἀσύγκριτη καὶ μοναδικὴ προσφορά του, ἡ ὁποία φαίνεται ὄχι μόνο στὶς ἔριδες ποὺ ξέσπασαν στὴν Κωνσταντινούπολη γιὰ τὸ ποιὸς ἀπὸ τοὺς Τρεῖς Ἱεράρχες (Μ. Βασίλειο, Γρηγόριο Θεολόγο καὶ Ἰωάννη Χρυσόστομο) εἶναι ὑπέρτερος, ἀλλὰ καὶ σὲ ἄλλες διηγήσεις, κατὰ τὶς ὁποῖες τὸν Ἰωάννη στὸν οὐρανὸ δὲν θὰ τὸν βροῦμε μεταξὺ τῶν Ἁγίων, γιατὶ βρίσκεται ἐκεῖ ποὺ εἶναι ὁ Θεός, καὶ ὅτι, ἂν δὲν ὑπῆρχε ὁ Χρυσόστομος νὰ μᾶς ἑρμηνεύσει τὸ Εὐαγγέλιο, ἔπρεπε νὰ κατεβεῖ ξανὰ ὁ Χριστὸς στὴν γῆ, γιὰ νὰ μᾶς τὸ ξαναδιδάξει(4).


ν λοιπὸν τὸ μεγαλεῖο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου σὲ σχέση μὲ ὅλους τοὺς ἄλλους Ἁγίους εἶναι ἀσύγκριτο, συγκρινόμενο μόνο μὲ τὴ μεγαλωσύνη δύο τριῶν μεγάλων, πῶς τολμοῦν κάποιοι νὰ τὸν συγκρίνουν μὲ ζῶντες πατριάρχες, τῶν ὁποίων ἡ διαδρομὴ δὲν ἔχει καμμία σχέση καὶ κανένα παραλληλισμὸ μὲ τὴν διαδρομὴ τοῦ ὄντως μεγαλειώδους αὐτοῦ γενναίου, ἄκαμπτου, ἀσυμβίβαστου, ἀσκητικοῦ καὶ μαρτυρικοῦ Ἁγίου, ἐχθροῦ καὶ ἀντιπάλου τῶν ἰσχυρῶν τῆς ἐποχῆς του;


σμίκρυνε πολὺ τὸ μεγαλεῖο τοῦ Χρυσοστόμου ὁ ἀρχιεπίσκοπος Ἀμερικῆς Ἐλπιδοφόρος συγκρίνοντάς τον μὲ τὸν πατριάρχη Βαρθολομαῖο σὲ ὁμιλία ποὺ ἔκανε πρόσφατα στὸ παρεκκλήσιο τοῦ Ἁγίου ποὺ βρίσκεται στὸ Westfield τοῦ New Jersey κατὰ τὴ διάρκεια πανηγυρικῆς Θείας Λειτουργίας μὲ ἀφορμὴ τὴν μνήμη τοῦ Χρυσοστόμου (13 Νοεμβρίου)(5).


Δὲν θὰ μποῦμε στὸν κόπο νὰ ἀνασκευάσουμε τὴν ἐντελῶς παράλογη καὶ ἀθεμελίωτη αὐτὴ σύγκριση ἑνὸς ἀποδεδειγμένα πνευματικοῦ γίγαντα μὲ ἕνα κοινὸ θνητό, ὁ ὁποῖος ὄχι μόνο δὲν προσπαθεῖ νὰ τοῦ ὁμοιάσει καὶ νὰ τὸν μιμηθεῖ, ἀλλὰ εἶναι πρωτεργάτης σὲ αἱρετίζουσες διδασκαλίες καὶ σχισματικὲς συμπεριφορές, μὲ ἀποκορύφωμα τὴν ψευδοσύνοδο τοῦ Κολυμπαρίου τῆς Κρήτης (2016) καὶ τὸ Οὐκρανικὸ Σχίσμα (2018), φίλος καὶ συνεργάτης τῶν ἰσχυρῶν τῆς γῆς, ποὺ τὸν ἐπευφημοῦν καὶ τὸν βραβεύουν, γιατὶ τοὺς βοηθεῖ στὴν ἀποχριστιάνιση τοῦ κόσμου καὶ στὴν ἀποδυνάμωση τῆς Ὀρθοδοξίας.


πλῶς ὡς ἀντίλογο δίκαιο στόν «Παραλληλισμὸ Βαρθολομαίου-Ἱεροῦ Χρυσοστόμου ἀπὸ τὸν ἀρχιεπίσκοπο Ἀμερικῆς» παραθέτουμε τὴν δική μας ἀξιολόγηση, ποὺ κάναμε πρὶν ἀπὸ δύο χρόνια μὲ τίτλο «Διάδοχος τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου ὁ πατριάρχης Βαρθολομαῖος;», ἡ ὁποία δημοσιεύθηκε στὸ περιοδικό «Θεοδρομία»(6) καὶ στὸ μνημονευθὲν τελευταῖο βιβλίο μας μὲ τὸν τίτλο «Χρυσοστομικά»(7).


1. Ἑορτάζουν τοὺς Ἁγίους ὑποκριτικά


Πολλὲς φορὲς ἔχομε ἐπισημάνει ὅτι ἡ κακὴ τριὰς τῶν πατριαρχῶν Μελετίου Μεταξάκη, Ἀθηναγόρα τοῦ Α´ καὶ Βαρθολομαίου, τοῦ νῦν ἀκλεῶς πατριαρχοῦντος, ἔχουν ἐκτρέψει τὴν πορεία τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως ἀπὸ τὸν ὀρθόδοξο δρόμο τῶν Ἁγίων Πατέρων στὴν σκολιὰ καὶ διεστραμμένη ὁδὸ τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ τῆς συναπτόμενης μὲ αὐτὸν ἐκκοσμίκευσης τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ βίου. Παρὰ ταῦτα γιὰ νὰ μὴ φανερωθεῖ ἡ καταστροφικὴ αὐτὴ πορεία, ἔργο τοῦ Διαβόλου, περίτεχνα μὲ ἐντυπωσιακὴ διγλωσσία καὶ διψυχία, ἐμφανίζονται ὡς ἀκόλουθοι τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ τῶν Ἁγίων Πατέρων, ὡς διάδοχοί των ὄχι μόνον στοὺς θρόνους ἀλλὰ καὶ στοὺς τρόπους.


Γνωρίζουν καλὰ ἀπὸ τὶς θεολογικές τους σπουδὲς ὅτι ἡ ἀποστολικὴ διαδοχὴ διακόπτεται, ὅταν δὲν ὑπάρχει διαδοχὴ στὴν ὀρθόδοξη δογματικὴ διδασκαλία, ὅταν ἀποδέχονται αἱρετικὲς καὶ ἀντιπατερικὲς διδασκαλίες, γι᾽ αὐτὸ καὶ προσπαθοῦν στοὺς ἁπλοϊκοὺς πιστοὺς νὰ ἐμφανίζονται ὡς συνεχιστὲς καὶ διάδοχοι τῶν Ἁγίων Πατέρων, ἰδιαίτερα ὅταν τὸ ἑορτολόγιο ἐπιβάλλει τὴν τιμὴ καὶ τὴν ἐξύμνησή τους.


2. Διωγμένος ἀπὸ ἀνάξιους πατριάρχες καὶ ἐπισκόπους


Αὐτὸ συνέβη καὶ πρὸ ὀλίγων ἡμερῶν στὴν Κωνσταντινούπολη, στὸν πάνσεπτο πατριαρχικὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, ὅπου ἑορτάσθηκε, στὶς 27 Ἰανουαρίου, ἡ ἀνακομιδὴ τῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου ἀπὸ τὰ Κόμανα τοῦ Πόντου στὴν Κωνσταντινούπολη. Ὡς γνωστὸν ὁ μεγάλος αὐτὸς Ἅγιος καὶ Πατὴρ τῆς Ἐκκλησίας, ὁ μέγιστος τῶν Πατέρων ὅλων τῶν ἐποχῶν, θεόθεν κληθεὶς στὸν πατριαρχικὸ θρόνο τὸ 397, ἐνῶ ἦταν πρεσβύτερος στὴν Ἀντιόχεια, καὶ ἐνθρονισθεὶς τὸν Φεβρουάριο τοῦ 398, ἐξορίσθηκε δύο φορὲς καὶ καθαιρέθηκε ἀπὸ φαύλους καὶ ἀναξίους ἐπισκόπους μετὰ ἀπὸ ἐλάχιστα ἔτη πατριαρχίας.


Τὴν πρώτη φορὰ ἀπὸ τὴν διαβόητη «Ἐπὶ δρῦν» σύνοδο τὸ 403· ἐπανῆλθε ὅμως, πρὶν φθάσει στὸν τόπο τῆς ἐξορίας, λόγῳ τῆς ἐξεγέρσεως τοῦ λαοῦ καὶ σημειωθέντος σεισμοῦ. Τὴν δεύτερη ὅμως ἐξορίσθηκε ὁριστικῶς τὸ ἑπόμενο ἔτος 404, κατόπιν συμμαχίας ἐναντίον του καὶ τοῦ πολιτικοῦ καὶ τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ κατεστημένου. Ἐπὶ τρία ἔτη ἐξόριστος σὲ ἀπαράκλητους καὶ ἀπόμακρους τόπους, στὴν Κουκουσὸ καὶ Ἀραβισσὸ τῆς Ἀρμενίας ὑπὸ ἀπάνθρωπες συνθῆκες, ποὺ ἀπέβλεπαν στὸ νὰ φιμώσουν τὸν ἀφυπνιστικὸ λόγο του καὶ νὰ τὸν ὁδηγήσουν στὸν θάνατο, ὅπως καὶ ἔγινε.


Τελικῶς ἀπὸ τὸν Ἰούνιο τοῦ 407 ὁδοιπορῶν ἐπὶ τρεῖς μῆνες γιὰ νὰ φθάσει στὸν νέο τόπο τῆς ἐξορίας του, στὴν Πιτυοῦντα τοῦ Καυκάσου, στὸ βορειοανατολικὸ ἄκρο τοῦ Εὐξείνου Πόντου, καὶ ἐνῶ ἐπὶ τρεῖς μῆνες εἶχαν διανύσει μόνο τὸ ἕνα τρίτο τῆς ἀποστάσεως μέχρι τὴν Πιτυοῦντα, δὲν ἄντεξε στὴν πολυχρόνια καὶ τώρα πολύμηνη ταλαιπωρία καὶ παρέδωσε τὸ ἀνύστακτο, ἄκαμπτο καὶ ἀνυποχώρητο πνεῦμα του στὸν Κύριο στὶς 14 Σεπτεμβρίου τοῦ 407, ἐνταφιασθεὶς σὲ ναΰδριο τοῦ μάρτυρος Βασιλίσκου κοντὰ στὰ Κόμανα τοῦ Πόντου.


Οἱ ἐναντίον του διωγμοί, ἀλλὰ στὴν συνέχεια καὶ τῶν ὀπαδῶν του, ἀπὸ τὴν κρατοῦσα καὶ διοικοῦσα Ἐκκλησία προκάλεσαν σχίσματα στὴν Ἐκκλησία. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρώμης, ὑποστηρίζουσα τὸν μεγαλομάρτυρα καὶ χρυσορρήμονα Ἅγιο, διέκοψε τὴν κοινωνία μὲ τὶς Ἐκκλησίες Κωνσταντινουπόλεως, Ἀλεξανδρείας καὶ Ἀντιοχείας ποὺ τὸν ἐδίωξαν, μεγάλος δὲ ἀριθμὸς ἐπισκόπων, κληρικῶν, μοναχῶν καὶ λαϊκῶν τῆς Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως διέκοψαν τὴν κοινωνία μὲ τὸν πατριάρχη καὶ τοὺς ἐπισκόπους. Τὸ διορθόδοξο σχίσμα ἔληξε σταδιακά, ὅταν τὸ 413 ἡ Ἐκκλησία Ἀντιοχείας ἐπανέγραψε τὸ ὄνομα τοῦ Χρυσοστόμου στὰ Δίπτυχα καὶ στὴ συνέχεια τὸ 417 ἔπραξαν τὸ ἴδιο καὶ οἱ ἐκκλησίες Κωνσταντινουπόλεως καὶ Ἀλεξανδρείας. Τὸ τοπικὸ σχίσμα στὴν Κωνσταντινούπολη ἔληξε τὸ 438, ὅταν μὲ τὴν θριαμβευτικὴ ἀνακομιδὴ τῶν λειψάνων του, στὶς 27 Ἰανουαρίου, ἐπανατοποθετήθηκε στὸν θρόνο του, ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἀδίκως καὶ ἀντικανονικῶς εἶχε ἐκδιωχθῆ.


γωϊσμοί, κακίες, ἐμπάθειες, παρασυναγωγές, συνέδρια καὶ σύνοδοι ἀνόμων, ὅπου κυρίως πρωταγωνιστοῦσαν ἄθλιοι καὶ ἀνάξιοι ἐπίσκοποι, ἐταλαιπώρησαν καὶ ἔσχισαν τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ μὴν ἀκούγεται ὁ προδρομικὸς ἐλεγκτικὸς λόγος τοῦ Χρυσοστόμου, καὶ ὁ ἅγιος βίος του ἀπὸ φθόνο νὰ μὴν ἀποτελεῖ μέτρο συγκρίσεως πρὸς τοὺς φαύλους καὶ ἀναξίους κληρικούς. Εἶναι συνταρακτική, συντριπτική, γιὰ τὸ ἐπισκοπᾶτο ὅλων τῶν ἐποχῶν ἡ ἐκτίμησή του σὲ ἐπιστολὴ πρὸς τὴν διακόνισσα Ὀλυμπιάδα ἀπὸ τὸν τόπο τῆς ἐξορίας του. Τῆς γράφει ὅτι δὲν φοβᾶται οὔτε τὶς σωματικὲς κακουχίες καὶ στερήσεις, οὔτε τὶς ἐπιθέσεις τῶν ληστῶν Ἰσαύρων· ἕνα μόνο φοβᾶται, τοὺς ἐπισκόπους, πλὴν ὀλίγων: «Οὐδένα δέδοικα, ὡς τοὺς ἐπισκόπους, πλὴν ὀλίγων»(8).


Τὸ ἐλεγκτικό του κήρυγμα στὴν κοσμικὴ καὶ αὐτοκρατορικὴ Κωνσταντινούπολη ἐναντίον τῆς πολυτελείας, τοῦ θεάτρου, τοῦ ἱπποδρόμου, τοῦ καλλωπισμοῦ τῶν γυναικῶν, τῆς τρυφηλῆς ζωῆς, τῆς ἐγωϊστικῆς χρήσης τοῦ πλούτου, τῆς ὁμοφυλοφιλίας, τῆς ἀγοραπωλησίας τῆς ἱερωσύνης, τῶν εἰδωλολατρικῶν ἑορτῶν καὶ ἐθίμων, τὰ ἀντιϊουδαϊκὰ καὶ ἀντιαιρετικά του κηρύγματα, ποὺ τὰ ἔστρεψε ἀκόμη καὶ ἐναντίον τῆς αὐτοκράτειρας Εὐδοξίας καὶ γυναικῶν τῆς αὐτοκρατορικῆς αὐλῆς, συνετέλεσαν στὸ νὰ σχηματισθεῖ ἐναντίον του ἕνας ἰσχυρὸς συνασπισμὸς ἐχθρῶν καὶ ἀντιπάλων μὲ συνέπεια, ἀπὸ τὰ ἐννέα ἔτη τῆς νόμιμης πατριαρχίας του (398-407), μόνον τὰ ἕξη νὰ περάσει στὴν Κωνσταντινούπολη, καὶ αὐτὰ ὄχι ἀδιατάρακτα, τὰ δὲ τρία τελευταῖα (404-407) στὴν ἐξοντωτικὴ καὶ θανατηφόρα ἐξορία του. Βρίσκει κανεὶς πορτραῖτα, εἰκόνες, τύπους τέτοιων πατριαρχῶν καὶ Ἁγίων στὴν αὐχμηρὴ καὶ πνευματοκτόνο ἐποχή μας;


3. Ἄξιος διάδοχος τοῦ Χρυσοστόμου ὁ Βαρθολομαῖος;


Αὐτὲς τὶς σκέψεις ἔκανα ὅταν τὶς ἡμέρες αὐτὲς εἶδα νὰ κυκλοφοροῦν στὸ Διαδίκτυο φωτογραφίες ἀπὸ τὸν ἑορτασμό, στὶς 27 Ἰανουαρίου, τῆς ᾽Ανακομιδῆς τῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου. Σὲ μία ἀπὸ αὐτὲς στὸν πατριαρχικὸ θρόνο, σύμφωνα μὲ τὴν ἱστορικὴ πράξη τῆς ἐνθρονίσεως τῶν λειψάνων, εἶναι τοποθετημένη ἡ εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Χρυσοστόμου. Τιμητικὰ τὴν ἡμέρα αὐτὴ ὁ πατριάρχης δὲν ἀνεβαίνει στὸν θρόνο. Στὸ παραθρόνι δίπλα ἵσταται ὁ πατριάρχης Βαρθολομαῖος. Δύο πατριάρχες, δύο ἐπίσκοποι, δύο ἐποχές, δύο κόσμοι, δύο δυστυχῶς διαφορετικοὶ δρόμοι!


Δὲν τολμᾶ κανεὶς νὰ κάνει συγκρίσεις, καὶ δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ κάνει, ἀκόμη καὶ ἂν στὸ παραθρόνι καθόταν ἕνας παλαιὸς ἢ ἕνας σύγχρονος Ἅγιος. Εἶναι ἀσύγκριτο τὸ μεγαλεῖο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου· μόνον οἱ δύο ἄλλοι ἀπὸ τοὺς Τρεῖς Ἱεράρχες, ὁ Μ. Βασίλειος καὶ ὁ Γρηγόριος Θεολόγος, τὸν συναγωνίζονται. Ὑπάρχει μάλιστα διήγηση βιογράφων του ποὺ τὴν ἐπισημαίνει ὁ Ἅγιος Νικόδημος Ἁγιορείτης, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ὁ ἐπίσκοπος τῆς Ἀραβισσοῦ Ἀδελφειός, ποὺ ἀγαποῦσε πολὺ τὸν θεῖο Χρυσόστομο, ἐπιθυμοῦσε πολὺ νὰ μάθει ποιά δόξα ἀξιώθηκε νὰ λάβει ἀπὸ τὸν Θεὸ στοὺς οὐρανούς.


Σὲ ὀπτασία λοιπὸν τοῦ ἐμφανίσθηκε ἄγγελος, ὁ ὁποῖος τοῦ ἔδειξε ὅλους τοὺς Πατέρες καὶ Διδασκάλους τῆς Ἐκκλησίας σὲ ἕνα λαμπρὸ τόπο. Παρατήρησε ὅλους μὲ προσοχή, ὅμως ἀνάμεσά τους δὲν ἦταν ὁ ἀγαπώμενος ἱεράρχης, γι᾽ αὐτὸ καὶ ἦταν περίλυπος. Ὅταν ὁ ἄγγελος ἔμαθε τὴν αἰτία τῆς λύπης, τοῦ εἶπε ὅτι τὸν Ἰωάννη δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ τὸν ἰδεῖ εὔκολα, καὶ μάλιστα ἐν ὅσῳ ὡς ἄνθρωπος εἶναι ἐν σώματι, γιατὶ βρίσκεται ἐκεῖ ποὺ εἶναι ὁ θρόνος τοῦ Θεοῦ: «Ἰωάννην τὸν τῆς μετανοίας λέγεις; Ἄνθρωπος, ἐν σώματι ὤν, ἐκεῖνον ἰδεῖν οὐ δύναται! Ἐκεῖ γὰρ παρίσταται, ὅπου ὁ θρόνος ὁ Δεσποτικός»(9).


Θὰ χαιρόμασταν καὶ θὰ καυχόμασταν ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι, ἂν οἱ διάδοχοι τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου στὸν πατριαρχικὸ θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως, στὴν ὕψωση τοῦ ὁποίου ὡς οἰκουμενικοῦ θρόνου συνέβαλε τὰ μέγιστα ὁ χρυσορρήμων Πατήρ, ἦσαν καὶ στὶς ἡμέρες μας συνεχιστὲς τοῦ ἔργου καὶ τῆς διδασκαλίας του, ὅπως καὶ τοῦ ἔργου καὶ τῆς διδασκαλίας τοῦ ἄλλου μεγάλου ἱεράρχου καὶ πατριάρχου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, ποὺ καὶ αὐτὸς ἐπατριάρχευσε δύο μόνον ἔτη, ἀφοῦ ἀναγκάσθηκε λόγῳ δολοπλοκιῶν καὶ πάλι νὰ παραιτηθεῖ (379-381).


Καὶ εἶναι ἀλήθεια ὅτι στὸ διάβα τῶν 17 αἰώνων πατριαρχικῆς ἱστορίας ἡ Κωνσταντινούπολη δοξάσθηκε ἀπὸ μεγάλα ἀναστήματα πατριαρχῶν, ἂν καὶ ὄχι τοῦ ὕψους καὶ τῆς ἀξίας τῶν προμνησθέντων δύο, ἐξαιρέσει τοῦ ἐφαμίλλου τους Μ. Φωτίου. Ὑπῆρξαν βέβαια καὶ κακοὶ πατριάρχες ποὺ ἔβλαψαν καὶ ἐζημίωσαν τὴν Ἐκκλησία, ἰδιαίτερα μὲ τὶς αἱρετικὲς διδασκαλίες τους κατὰ τὴν ἐποχὴ ἰδιαίτερα τοῦ Ἀρειανισμοῦ, τῶν Χριστολογικῶν αἱρέσεων, τῆς εἰκονομαχίας, τῆς μετὰ τὸ μεγάλο σχίσμα τοῦ 1054 προσπάθειας νὰ ἐπανέλθουν στὴν Ἐκκλησία οἱ αἱρετικοὶ Λατῖνοι. Ἐνδεικτικὰ ἀναφέρομε μερικούς: Μακεδόνιος, Νεστόριος, Πύρρος, Ἰωάννης Βέκκος, Ἰωάννης Καλέκας.


τωρινὴ ἀναφορά μας στὸν πατριάρχη Βαρθολομαῖο, τὸν ὁ- ποῖο ἀπαξιωτικά, ἀλλὰ δίκαια, συναριθμήσαμε στὴν ἀρχὴ τοῦ μικροῦ ἄρθρου μας στὴν κακὴ Τριάδα τῶν πατριαρχῶν μαζὺ μὲ τὸν Μελέτιο Μεταξάκη καὶ τὸν Ἀθηναγόρα, ποὺ ἀποτελοῦν σύντρεις τοὺς τρεῖς κακίστους Ἱεράρχας, θεμελιωτὰς καὶ στύλους τῆς παν-αιρέσεως τοῦ συγκρητιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, δὲν κινήθηκε οὔτε ἀπὸ ἀπὸ κακία, οὔτε ἀπὸ ἀδιάκριτο ζηλωτισμό, ἀλλὰ ἀπὸ τὸ χρέος ποὺ ἔχουν ὅλα τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ἀκόμη καὶ οἱ λαϊκοί, ὅταν προσβάλλεται καὶ ἀθετεῖται ἡ Πίστη, νὰ ὁμιλοῦν καὶ νὰ ἐλέγχουν, ἐμποδίζοντας τὴν διάδοση τῆς πλάνης καὶ τῆς ἀρρώστειας, ὅταν μάλιστα αὐτὴ ὑποκριτικὰ καὶ παραπλανητικὰ ἐμφανίζεται ὡς ὑγεία καὶ ὡς ἀποστολικὴ καὶ πατερικὴ πορεία.


πατριάρχης Βαρθολομαῖος καὶ οἱ σὺν αὐτῷ δὲν ἔχουν τίποτε κοινὸ μὲ τοὺς πρὸ αὐτῶν Ἁγίους καὶ Ὀρθοδόξους πατριάρχας καὶ ἱεράρχας, πολὺ περισσότερο μὲ τὸν κορυφαῖο καὶ μέγιστο Ἅγιο Ἰωάννη Χρυσόστομο. Ἐκεῖνος ἐδιώκετο καὶ ἐξορίζετο ἀπὸ τοὺς τότε ἰσχυρούς· ὁ Βαρθολομαῖος διώκει ὅσους ἀγωνίζονται ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας, συμμαχώντας μὲ τὸ παγκόσμιο πολιτικὸ καὶ ἐκκλησιαστικὸ κατεστημένο, τὸ ὁποῖο τὸν προβάλλει, τὸν ἐγκωμιάζει, τὸν ἐπιβραβεύει.


Ἅγιος ἐνδιαφερόταν νὰ σώσει τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τὸ κακὸ καὶ τὴν ἁμαρτία· ὁ Βαρθολομαῖος, ἔνθερμος ὑποστηρικτὴς τοῦ κινήματος τῆς Οἰκολογίας, παγανιστικὸ ἐφεύρημα τῆς «Νέας Ἐποχῆς», θέλει νὰ σώσει τὴν φύση, τὴν Μητέρα Γῆ, τὸ εἴδωλο τῆς ὁποίας συμπροσκύνησε μὲ ἄλλους φυσιολάτρες. Ὁ Ἅγιος ἀνόρθωσε τὰ ἤθη τῆς ἐποχῆς του, καταπολέμησε τὴν ἐκκοσμίκευση· ὁ Βαρθολομαῖος ὑποδέχεται καὶ τιμᾶ ὅλους τοὺς κοσμικόφρονας καὶ σιωπᾶ γιὰ τὶς ἠθικὲς ἐκτροπές καί τὴν ἔκλυση τῶν ἠθῶν· παντελὴς σιωπὴ τοῦ οἰκουμενικοῦ θρόνου γιά τὴν μόλυνση τοῦ πνευματικοῦ περιβάλλοντος ἀπὸ τοὺς πόρνους, τοὺς μοιχούς, τοὺς ὁμοφυλοφίλους.


Αἰσχροί καὶ ἀπαράδεκτοι νόμοι ψηφίσθηκαν στὴν Ἑλλάδα καὶ σὲ ἄλλες ὀρθόδοξες χῶρες, θυγατέρες τῆς Μητρὸς Ἐκκλησίες. Οὔτε φωνὴ οὔτε ἀκρόαση ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη. Ὁ Ἅγιος μὲ σφοδρότητα καὶ βαρεῖς χαρακτηρισμούς καταδίκασε τὶς ἄλλες θρησκεῖες, τὶς αἱρέσεις, τὰ σχίσματα· ὁ Βαρθολομαῖος ἐξισώνει τὶς ἄλλες θρησκεῖες, ὡς ὁδοὺς σωτηρίας μὲ τὸν Χριστιανισμό, ἐκκλησιοποιεῖ τὶς αἱρέσεις, καὶ δημιουργεῖ σχίσματα. Εἶναι κλασική ἡ διατύπωση τοῦ Ἁγίου Χρυσοστόμου ὅτι «τοῦ εἰς αἵρεσιν ἐμπεσεῖν τὸ τὴν Ἐκκλησίαν σχίσαι οὐκ ἔλαττόν ἐστι κακόν»(10).


μως ὁ Βαρθολομαῖος ὄχι μόνον δέν ἐθεράπευσε τὸ μεγάλο ἐνδοορθόδοξο σχίσμα τοῦ Ἡμερολογίου, τὸ ὁποῖο προκάλεσε ὁ προκάτοχός του Μελέτιος Μεταξάκης, τοῦ ὁποίου ὄντως εἶναι ἄξιος διάδοχος, ἀλλά προκαλεῖ τώρα ὁ ἴδιος νέα σχίσματα μὲ τὴν διαβόητη σύνοδο στὸ Κολυμπάρι τῆς Κρήτης, ποὺ διέσπασε τὴν πανορθόδοξη ἑνότητα, καὶ μὲ τὴν ἀντικανονικὴ ἀπόδοση αὐτοκεφαλίας στοὺς σχισματικοὺς τῆς Οὐκρανίας. Καὶ δὲν εἶναι μόνο τὰ σχίσματα, εἶναι καὶ οἱ αἱρετικὲς διδασκαλίες του. Εἶναι γνωστὴ ἡ μήνυση ποὺ ὑπέβαλε στὴν Ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος γιὰ τὶς ἑτεροδιδασκαλίες τοῦ Βαρθολομαίου ὁ ἀρχιμανδρίτης Χρυσόστομος Πῆχος, ἡγούμενος τῆς ἱστορικῆς Ἱερᾶς Μονῆς Λογγοβάρδας τῆς Πάρου, ὅπως καὶ τὸ συγκροτημένο κείμενο τῆς «Συνάξεως Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν» γιὰ τὴν νέα ἐκκλησιολογία τοῦ πατριάρχου Βαρθολομαίου.


Εἶναι ἀτελείωτη ἡ σειρά τῶν οἰκουμενιστικῶν παρεκκλίσεων καί ἐκτροπῶν τοῦ πατριάρχου Βαρθολομαίου. Ἤδη συνεργάτες μας τὶς ἔχουν συγκεντρώσει καί, σύν Θεῷ, θὰ γίνουν γνωστὲς στὸ ἀκατήχητο καὶ ἀπληροφόρητο ποίμνιο, ἀλλὰ καὶ σὲ ὅσους ποιμένες περὶ ἄλλα μεριμνοῦν καὶ τυρβάζουν. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος ἀσυμβίβαστος καὶ ἄκαμπτος στὴν τήρηση τῶν ἀρχῶν τοῦ Εὐαγγελίου συγκρούσθηκε μὲ τὶς ἀρχὲς καὶ ἐξουσίες τοῦ κόσμου τούτου, ἔμεινε λίγα χρόνια ὡς πατριάρχης καὶ τελικῶς ἀπέθανε στὴν ἐξορία. Ὁ πατριάρχης Βαρθολομαῖος, συμβιβασμένος, διπλωμάτης, συνεργάζεται μὲ τὶς ἀρχὲς καὶ τὶς ἐξουσίες, εἶναι ὁ ἐκλεκτός τους, στὴν κατεδάφιση τῆς διδασκαλίας τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ τῶν Ἁγίων Πατέρων, διέρχεται μακρὰ καὶ ἀδιατάρακτη πατριαρχία ἀπὸ τὸ 1991 μέχρι σήμερα. Προσαρμόζει τὶς ἐνέργειές του, ὅπως εἶπε στὴν προσλαλιά του κατὰ τὴν ἑορτὴ τῆς ἀνακομιδῆς τῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου Χρυσοστόμου, στὰ αἰτήματα τῶν καιρῶν, «πάντοτε συμπορεύεται μὲ τὰ αἰτήματα τῶν καιρῶν, ἔχει ὁράματα διὰ τὸ μέλλον».


Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος συμπορεύθηκε μὲ τὰ αἰτήματα τοῦ Εὐαγγελίου, καὶ τὰ ὁράματά του ξέφευγαν ἀπὸ τὰ τερπνὰ καὶ ἡδέα τοῦ κόσμου τούτου, τὰ μικρά καὶ περιορισμένα, καὶ ἦσαν στραμμένα πρὸς τὸν ἄπειρο, τόν ἀπέραντο, τὸν ἀνέκφραστο, τὸν ἀπερινόητο κόσμο τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν. Εὐχόμαστε πρὸς τὰ ἐκεῖ νὰ στραφεῖ, ἀνατρέποντας τὴν μέχρι τώρα κακὴ πορεία, καὶ ὁ οἰκουμενικὸς πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος.



1. Γαλ. 1, 10.


2. Α. Θεσ. 2, 4-5.


3. Πρωτοπρεσβυτέρου ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΖΗΣΗ, Χρυσοστομικά. Μελέτες καὶ ἄρθρα, Θεσσαλονίκη 2021, Ἐκδόσεις «Τὸ Παλίμψηστον».


4. Αὐτόθι, σελ. 64-65.


5. Βλ. ἱστοσελίδα ΑΚΤΙΝΕΣ, «Παραλληλισμὸς Βαρθολομαίου-Ἱεροῦ Χρυσοστόμου ἀπὸ τὸν ἀρχιεπίσκοπο Ἀμερικῆς», 14 Νοεμβρίου 2021.


6. Θεοδρομία 21 (2019) 61-67.


7. Ἔνθ᾽ ἀνωτ. σελ. 339-345.


8. Εἰς Ὀλυμπιάδα, Ἐπιστολή, 14, 4, PG 52, 617.


9. ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, Λόγος ἐγκωμιαστικὸς εἰς τὴν ἀνακομιδὴν τοῦ λειψάνου τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρὸς ἡμῶν Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, ἐν Εἰς τὸν Οἰκουμενικὸν Διδάσκαλον καὶ φωστῆρα τῆς Ἐκκλησίας, ῞Αγιον Ἰωάννην Χρυσόστομον. Βίος - Ἐγκωμιαστικὸς λόγος - Παρακλητικὸς κανών - Χαιρετισμοί - Ἀπανθίσματα, Ἐκδ. «Ὀρθόδοξος Κυψέλη», Θεσσαλονίκη, σ. 25ἑ.


10. Εἰς Ἐφ. Ὁμιλία 11,5, PG 62,87. Αὐτόθι 11,4, PG 62,85: «Ἀνήρ δέ τις Ἅγιος εἶπέ τι δοκοῦν εἶναι τολμηρόν, πλὴν ἀλλ᾽ ὅμως ἐφθέγξατο. Τί δὴ τοῦτό ἐστιν; Οὐδὲ μαρτυρίου αἷμα ταύτην δύνασθαι ἐξαλείφειν τὴν ἁμαρτίαν ἔφησεν».



Πρωτοπρεσβύτερος π. Θεόδωρος Ζήσης



Ρομφαία


Print Friendly and PDF
Εικόνες θέματος από A330Pilot. Από το Blogger.