ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Τετάρτη 6 Αυγούστου 2014

ΘΥΜΑΣΑΙ; ΕΔΩ ΕΚΛΕΨΕΣ, ΕΚΕΙ ΕΠΟΡΝΕΥΣΕΣ, ΕΚΕΙ ΑΔΙΚΗΣΕΣ


 



Πορευομένου κάποτε του Αββά Μακάριου στην έρημο, τον ακολούθησε άγγελος Κυρίου και του είπε: 

«ευλόγησον, πάτερ άγιε»…… 

Τότε αφού έκανε ο άγγελος μετάνοια στον Αββά Μακάριο, του είπε : 

''ευλόγησον πάτερ''.

 Εγώ, καθώς βλέπεις, δεν είμαι άνθρωπος, αλλά άγγελος, και ήλθα να σε διδάξω μυστήρια, 

εκείνα τα οποία δεν ξέρεις και επιθυμείς να μάθεις. 

Λοιπόν ρώτησέ με ό,τι θέλεις και θα σου απαντήσω». 

Τότε ο Γέρων, έκανε μετάνοια στον άγγελο και είπε: 

«Σε ευχαριστώ Κύριε, διότι μου έστειλες οδηγό για να μου διδάξει εκείνα τα οποία 

δεν γνωρίζω και επιθυμώ να μάθω, απόκρυφα και άρρητα μυστήρια». 

Και ο άγγελος του είπε: 

«Λοιπόν ρώτησέ με, πάτερ».

 Και ο Γέρων του είπε: 

«Πες μου άγιε άγγελε, αν γνωρίζονται μεταξύ τους στην αιώνια ζωή οι κεκοιμημένοι».

 Και είπε ο άγγελος. «άκουσε, πάτερ άγιε, καθώς σε αυτό τον κόσμο οι άνθρωποι,

 από το βράδυ κοιμούνται ως το πρωί και την άλλη μέρα σηκώνονται και γνωρίζουν

 τους ανθρώπους της προηγούμενης μέρας και τους χαιρετούν και συνομιλούν μεταξύ τους 

και πολλές φορές κάθονται και περνούν καλά μαζί συζητούν, έτσι γίνεται

 και εις εκείνο τον κόσμο, ο ένας τον άλλο γνωρίζει και συνομιλούν...




Αλλά μόνον για τους Δικαίους, διότι οι αμαρτωλοί και αυτό ακόμη το στερούνται». Τότε λέγει ο Γέρων, «πές μου σε παρακαλώ, μετά τον χωρισμό της ψυχής από το σώμα, τί γίνεται και γιατί γίνονται τα μνημόσυνα των κεκοιμημένων» ; Και ο άγγελος, είπε : «άκουσε, πάτερ άγιε. μετά τον χωρισμό της ψυχής από το σώμα, παίρνουν την ψυχή οι άγγελοι μετά την τρίτη ημέρα και την ανεβάζουν στον ουρανό, για να προσκυνήσει τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό.


Από τη γη δε ως τον ουρανό είναι σκάλα, και κάθε σκαλοπάτι έχει ένα τάγμα δαιμόνων, τα οποία λέγονται τελώνια και απαιτούν την ψυχή εκείνη τα πονηρά πνεύματα και φέρουν τα χειρόγραφά της και τα δείχνουν στους αγγέλους λέγοντας : “την τάδε ημέρα, ώρα τάδε και τόσο του μηνός, έκανε αυτή η ψυχή αυτό. ή έκλεψε ή πόρνευσε ή μοίχευσε ή μαλακίστηκε ή είπε ψέματα ή συμβούλευσε άνθρωπο να κάμει κακό έργο. και ό,τι άλλο κακό έκαμε”, όλα τα δείχνουν στους αγγέλους. Τότε δείχνου και οι άγγελοι ό,τι αγαθό έκαμε η ψυχή εκείνη, ελεημοσύνη, ή προσευχή ή λειτουργίες, ή νηστείες ή ό,τι άλλο αγαθό έκανε, και αντισταθμίζουν οι άγγελοι και οι δαίμονες.


Και αν βρεθεί κάποιο αγαθό περισσότερο, αρπάζουν τη ψυχή οι άγγελοι με μεγάλη χαρά και ανεβαίνουν σε άλλο σκαλοπάτι και οι δαίμονες τρίζουν τα δόντια τους σαν άγριοι σκύλοι και βιάζονται για να αρπάξουν τη ελεεινή ψυχή από τους αγγέλους. Η δε ψυχή συστέλλεται και τρομάζει πολύ και κρύβεται στους κόλπους των αγγέλων και γίνεται μέγας θόρυβος και μεγάλη διάλεξις έως ότου να ελευθερώσουν την ελεεινή εκείνη ψυχή από τα χέρια των δαιμόνων. Και πάλι ανεβαίνουν άλλο σκαλοπάτι και εκεί βρίσκουν άλλο τελώνιο δεινότερο και αγριότερο από το προηγούμενο και εδώ πάλι γίνεται πολύ φασαρία και ταραχή ανεκδιήγητη, ποιός να πάρει την ελεεινή εκείνη ψυχή, κι κραυγάζοντας οι δαίμονες ελέγχουν την ψυχή εκείνη και λένε:


Πού πηγαίνεις ; δέν είσαι εσύ που πόρνευσες και καταμόλυνες το άγιο βάπτισμα ; δέν είσαι εσύ που μόλυνες το αγγελικό σχήμα ; πού πας τώρα ; γύρισε πίσω, επέστρεψε κάτω στον σκοτεινό Άδη, στο πυρ το εξώτερον, στον σκώληκα τον ακοίμητο”. Τότε, αν είναι η ψυχή εκείνη καταδικασμένη, την επιστρέφουν οι πονηροί δαίμονες κάτω από την γη, σε τόπο σκοτεινό και οδυνηρό. και ουαί στην ψυχή εκείνη, ουαί στην ώρα εκείνη που γεννήθηκε ο άνθρωπος εκείνος ! Και ποιός να διηγηθεί πάτερ άγιε την ανάγκη εκείνη που έχουν οι ψυχές που καταδικάστηκαν στον τόπο εκείνο; Αν βρεθεί όμως η ψυχή καθαρή και αναμάρτητη, ανεβαίνει στον ουρανό με μεγάλη χαρά και την συναντούν οι άγγελοι με λαμπάδες και θυμιάματα και την ασπάζονται.


Μετά πηγαίνει στον δεσποτικό θρόνο και προσκυνεί τον Κύριο και Θεό ημών Ιησού Χριστό και τότε βλέπει του χορούς των Αγίων Αποστόλων, των Αγίων Μαρτύρων, των Αγίων Πατέρων, των εννέα Ταγμάτων των Αγίων Αγγέλων, την λαμπρότητα εκείνη την άρρητον, και ακούει την αγγελική εκείνη μελωδία και το κάλλος το αμήχανον. Ρώτησες πάτερ και για τα Μνημόσυνα, πώς και γιατί γίνονται. Επειδή όμως είπαμε, μετά τρεις ημέρες ανεβαίνει η ψυχή για προσκύνηση (του Θεού). Μετά την προσκύνηση την επιστρέφουν στη γη η άγγελοι και δείχνουν σε αυτήν τα μέρη και τους τόπους όπου περπάτησε στη ζωή και θυμίζουν σε αυτή τις πράξεις της, τις πονηρές και τις αγαθές, λέγοντας : «εδώ έκλεψες, εκεί πόρνευσες, εκεί αδίκησες, εκεί βλασφήμησες, εκεί τόκισες, εκεί μέθυσες, εδώ μοίχευσες, εκεί σκανδάλισες».


Μετά πάλι τα καλά. «εδώ ελέησες, εκεί νήστευσες, εδώ μετανόησες, εκεί έκανες Λειτουργία, εδώ παράκληση, εκεί αγρυπνία, εδώ προσευχή, εκεί γονυκλισία, εκεί εγκράτεια». Και αυτό γίνεται ως την ένατη ημέρα. Και την ένατη ημέρα ανέρχεται η ψυχή πάλι εις προσκύνηση του Θεού, όπως ακριβώς και τη τρίτη, τα δε μνημόσυνα γίνονται ως ενθύμηση υπέρ της ψυχής στον Κύριο, όπως υποδεχθεί αυτή με έλεος, επειδή πολύ ωφελούν την ψυχή οι ελεημοσύνες και οι Λειτουργίες και τα μνημόσυνα, διότι μπορούν να εκβάλουν ψυχή από την κόλαση. Μετά τη δεύτερη προσκύνηση, οι άγγελοι φέρουν πάλι την ψυχή στον κόσμο και της δείχνουν τον Παράδεισο, τον ελεώνα, τον κόλπο του Αβραάμ, τις σκηνές και τις αναπαύσεις των Δικαίων.


Και όταν δει την χαρά εκείνη την άφατο, παραμυθείται και χαίρει και παρακαλεί τους αγγέλους να κατασκηνώσει κι αυτή εκεί με τους Δικαίους. Έπειτα δείχνουν στην ψυχή και τις κολάσεις των αμαρτωλών λέγοντας. αυτός είναι ο πύρινος ποταμός, αυτός είναι ο σκώληξ ο ακοίμητος, αυτό είναι το σκότος το εξώτερο και αυτό το εσώτερον. αυτός είναι ο βρυγμός των οδόντων και καθεξής όλες τις κολάσεις των αμαρτωλών. Δεν είναι άγιε Πάτερ, άλλη δριμύτερη και φοβερότερη κόλαση σαν του πόρνου και του κλέφτη, εξαιρετικά του πόρνου μοναχού και της μοναχής, του πόρνου ιερέως και της πρεσβυτέρας. Μετά δε όλα αυτά ανεβάζουν πάλι την ψυχή για προσκύνηση την τεσσαρακοστή ημέρα και γι΄ αυτό γίνεται μνημόσυνο των κεκοιμημένων, διότι μέλει η ψυχή την τεσσαρακοστή ημέρα να λάβει την απόφαση και να απέλθει όπου βούλεται ο Φιλάνθρωπος Θεός κατά τα έργα και τις πράξεις που έκαμε στον κόσμο τούτο και αποκαθίσταται η ψυχή όπου βούλεαι ο Θεός, ως την ημέρα της Αναστάσεως, για να αναστηθεί και το σώμα και απολαύσει κατά τα έργα του». Τότε στέναξε ο γέρων και δάκρυσε λέγων : «Ουαί τη ημέρα εκείνη, εν η εγεννήθη ο άνθρωπος εκείνος».


Τότε λέγει ο Όσιος. «παρακαλώ πές μου και αυτό. έχει κάποια άνεση ο αμαρτωλός ή τέλος η κόλασή του;» Ο άγγελος είπε. «όχι Πάτερ άγιε, ούτε η Βασιλεία των Δικαίων έχει τέλος, ούτε η κόλαση των αμαρτωλών. Αν έπαιρνε κανείς κάθε χίλια χρόνια ένα κόκκο άμμου από τη θάλασσα και μετέθετε αυτόν, υπήρχε ελπίδα να τελειώσει αυτό, η κόλαση όμως των αμαρτωλών δεν έχει τέλος». Λέγει πάλι ο Όσιος. Παρακαλώ πές μου και τούτο. ποιοί άγιοι είναι φιλευσπλαχνώτεροι στον άνθρωπο, για να παρακαλεί αυτούς ο ελεεινός άνθρωπος προκειμένου να πρεσβεύουν γι΄ αυτόν;» Και ο άγγελος απάντησε. «όλοι οι άγιοι εύσπλαχνοι είναι σε σας τους ανθρώπους και ευγνώμονες, αλλά εσείς οι άνθρωποι ως αγνώμονες και αχάριστοι τους κάνετε να οργίζονται με σας.


Διότι οι άγιοι άγγελοι έχουν πολλή ευσπλαχνία στον άνθρωπο, επειδή εξαιτίας της σωτηρίας των ανθρώπων, είδαν κι αυτοί τα παράδοξα του Θεού. Εκτός από αυτούς η Κυρία Θεοτόκος, η Δέσποινά μας, ευσπλαχνίζεται περισσότερο το γένος των ανθρώπων. Έπρεπε, πάτερ άγιε, ο άνθρωπος να έχει ανεξάλειπτο το όνομα της Θεοτόκου στο στόμα του. Αλλά ο διάβολος τον απάτησε και έγινε αχάριστος. Διότι με τις πρεσβείες και τις ικεσίες της στέκεται ο κόσμος μέχρι σήμερα. Επειδή καταφρόνησαν οι άνθρωποι τον Θεό και τους αγίους, καταφρόνησε και ο Θεός αυτούς, καθώς και οι άγιοι». Λέγει πάλι ο όσιος. «Πες μου, άγιε άγγελε, ποιο αμάρτημα είναι το μεγαλύτερο από όλες τις αμαρτίες ;» Και ο άγγελος είπε. κάθε αμαρτία, τίμιε πάτερ, χωρίζει τον άνθρωπο από τον Θεό.


Η δε μνησικακία και η βλασφημία κυριεύουν όλες τις αμαρτίες, διότι αυτές και μόνο είναι ικανές να κατεβάσουν τον άνθρωπο στον Άδη και στα καταχθόνια της γης και της θαλάσσης». Και πάλι ο γέροντας είπε. «ποιό αμάρτημα πλέον των άλλων μισεί ο Θεός ;» Και ο άγγελος αποκρίθηκε. «την κενοδοξία. αυτή μόνο όλο τον κόσμο έχασε, διότι εξ΄ αυτής ο πρωτόπλαστος των δαιμόνων χάθηκε, εξ΄ αυτής ο Φαρισαίος έχασε τους κόπους του. διότι ο άνθρωπος αν πέσει σ΄ αυτό το πάθος, είναι δύσκολο να σηκωθεί». Ο γέρων πάλι ρώτησε. «ποιοί άνθρωποι κολάζονται περισσότερο των άλλων ;» Και ο άγγελος είπε. «ο πόρνος και ο βλάσφημος. σου λέω κι αυτό, ότι κάτω από όλες τις κολάσεις υπάρχει κόλαση δεινή και πονηρά, η οποία ονομάζεται αφάνεια. εκεί κολάζονται οι πόρνοι ιερείς και μοναχοί και μοναχαί που πορνεύουν.


Διότι, τίμιε πάτερ, θα ανακαινιστεί το πεσόν τάγμα, από τους καλούς ιερείς και μοναχούς και θα λάβει μεγάλη τιμή. Λοιπόν οι πονηροί και κακοί μοναχοί θα αποπεμφθούν σε μεγάλη ατιμία και κόλαση, αλλά και οι ιερείς που παραβαίνουν τους Θείους νόμους και αυτοί που δέχονται παράνομα δώρα, και όσοι καταφρονούν τις Ακολουθίες εξαιτίας κοσμικών και βιοτικών φροντίδων. Διότι για μια Ακολουθία θα δώσουν λόγο στον Θεό. Για τους ιερείς που μεθούν, αλλοίμονο, τους περιμένει δεινή κόλαση»! Τότε λέγει ο Γέρων. «πές μου και αυτό. όσοι καταφρονούν την αγία Κυριακή θα έχουν κόλαση εκεί;» Και ο άγγελος είπε. «αλλοίμονο σε αυτούς. τίμιε πάτερ, διότι θα δεχτούν φρικτή κόλαση. Αυτός που καταφρονεί την αγία Κυριακή, καταφρονεί τον ίδιο τον Κύριο, και ο Κύριος αυτόν, διότι η Κυριακή είναι ημέρα Κυρίου.


Και όποιος τιμά αυτήν, τον Κύριο τιμά. όποιος πάλι τιμά την μνήμη των αγίων και εορτάζει τις μνήμες τους, τον βοηθούν οι άγιοι, διότι έχουν μεγάλη παρρησία στον Θεό και ό,τι ζητήσουν τους το παρέχει ο Θεός. Αλλά οι άνθρωποι έδιωξαν τον φόβο Θεού απ΄ αυτούς και ούτε τον Θεό έχουν φίλο ούτε κάποιο από τους αγίους, αλλά προσκολλήθηκαν μόνο στα βιοτικά και κοσμικά πράγματα, τα καταστρεφόμενα και φθειρόμενα και αλλοίμονο τους ! Γνώριζε, τίμιε πάτερ, ότι κάθε άνθρωπος, ή ιερεύς, ή μοναχός, ή κοσμικός, ή ιδιώτης, ο οποίος δεν τιμά την αγίαν Κυριακήν, Θεού πρόσωπο δεν βλέπει, ούτε έχει ελπίδα σωτηρία. Λέγει πάλι ο Όσιος προς τον άγγελο. «σε παρακαλώ πές μου, ποια προσευχή αρμόζει στους μοναχούς;» Και απάντησε. «αν είναι γραμματισμένος ο άνθρωπος, οι ψαλμοί του Δαβίδ, αν δεν είναι, το Κύριε, Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλόν.


Αυτή η ευχή είναι η δυνατότερη, πολλοί δε γραμματιζούμενοι άφησαν όλα και κράτησαν αυτή την ευχή και σώθηκαν, διότι αυτή μπορεί να κρατηθεί στη μνήμη και από τους άνδρες και από τις γυναίκες και από τα παιδιά και από τους μοναχούς. Και πάλιν είπε ο Όσιος. «επειδή ήλθες να με διδάξεις εμένα τον αμαρτωλό, σε παρακαλώ πές μου και αυτό. αν βρεθεί κάποιος αμαρτωλός άνθρωπος και διδάξει άλλον, και τον βγάλει από την αμαρτία και του δείξει τον καλό δρόμο, έχει μισθό ;» Και του λέγει ο άγγελος. «όποιος κάνει αυτά που με ρωτάς, σώζει τον εαυτό του και αυτός που συμβουλεύει άλλον να κάνει κακό, όχι μόνο εκείνον καταστρέφει, αλλά και την ψυχή του παραδίδει στον διάβολο.



Δεν υπάρχει δεινότερη αμαρτία από το να συμβουλεύσεις κάποιον να κάμει κακό έργο, 

και πάλι είναι καλό να συμβουλεύεις κάποιον για το αγαθό». 

Πάλι ρώτησε ο Όσιος:

 «πές μου κι αυτό. ως τώρα πλήθυναν οι άγιοι σε όλο τον κόσμο; 

Και ως το τέλος του κόσμου θα υπάρχουν άραγε άγιοι;» 

Και ο άγγελος του είπε: 

«ως την συντέλεια του κόσμου, τίμιε πάτερ, δεν θα εκλείψει δίκαιος και προφήτης, 

ούτε αυτός που θα υπηρετεί τον σατανά. 

Στους έσχατους χρόνους, όσοι αληθινά εργάζονται για τον Χριστό και κρύβονται από τους ανθρώπους,

 αν δεν κάμουν σημεία και τέρατα όπως τώρα, 

αλλά περιπατούν πρακτική οδό με ταπείνωση, μεγαλύτεροι θα βρεθούν στη Βασιλεία των ουρανών από αυτούς που κάμουν σημεία.

Ταύτα ειπών ο άγγελος στον Αββά Μακάριο, 

και αφού έκλινε προς αυτόν την κεφαλή του είπε. «ευλόγησον, Πάτερ Άγιε, συγχώρησόν με». 

Τότε έπεσε και τον προσκύνησε ο Γέρων λέγοντας:

 «πορεύου εν ειρήνη, παράστηθι τη Αγία Τριάδι και πρέσβευε υπέρ εμού». 

Ο άγγελος αναχώρησε για τον ουρανό, ο δε Αββάς Μακάριος ευχαρίστησε τον Θεό,

 και αφού πήγε στο κελλί του διηγήθηκε στους αδελφούς και συνασκητές του 

όσα άκουσε από τον άγγελο, δοξάζοντας τον Θεό.





Πηγή: ''ΤΡΙΒΩΝΙΟ''
Επιμέλεια, διασκευή ''ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ''


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF