ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Δευτέρα 8 Σεπτεμβρίου 2014

Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΕΙΝΑΙ Ο ΒΛΑΣΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΑΟΡΓΗΣΙΑΣ




 Με του Θεού τη χάρι, είμαι ένας χριστιανός.

Οι πράξεις μου, αλλοίμονο, 

με παρουσιάζουν ένα μεγάλο αμαρτωλό κι ως προς τη ζωή μου, είμαι ένας άνθρωπος χωρίς σπίτι,

 προέρχομαι από πολύ άσημη οικογένεια και γυρίζω περιπλανώμενος από μέρος σε μέρος.

Τα υπάρχοντά μου είναι, ένα σακκούλι στην πλάτη μου με λίγο ψωμί μέσα, και μια Αγία Γραφή 

μέσ' στην τσέπη του σακκακιού μου. 

Αυτά είναι όλη μου η περιουσία.

Κάποτε, ήταν το Σάββατο της 32ας εβδομάδος μετά την Πεντηκοστή κ' επήγα εις την Εκκλησία να προσευχηθώ 

και ν' ακούσω τη θεία λειτουργία.

Άκουσα τον Απόστολο της ημέρας που ήταν παρμένος από την πρώτη επιστολή του Παύλου προς Θεσσαλονικείς 

και μού 'καναν πολύ βαθειά εντύπωσι οι δύο λέξεις, «αδιαλείπτως προσεύχεσθε». 

Οι λέξεις αυτές εμπήκαν και κατέλαβαν κυριολεκτικά το μυαλό μου, άρχισα δε να σκέπτωμαι σοβαρά, 

πώς είναι δυνατόν να προσεύχεται κανείς χωρίς να σταματά ούτε στιγμή, 

αφού 

ο κάθε άνθρωπος πρέπει να κάνη και κάποια άλλη δουλειά για να ζήση;

Εδιάβασα και ο ίδιος 

εις το δικό μου Ευαγγέλιο το ρητό αυτό που είχα ακούσει, δηλαδή, τα λόγια που προτρέπανε,

 κάθε στιγμή και σε κάθε τόπο, να σηκώνουμε τα χέρια μας εις τον ουρανό και να προσευχώμεθα.


 

Εσκέφθηκα και ξανασκέφθηκα πάνω σ' αυτήν την προτροπή χωρίς να μπορέσω να την καταλάβω. «Τι πρέπει να κάνω;» «Πού πρέπει να βρω κάποιον να μου εξηγήση τις δύσκολες αυτές λέξεις;» διερωτώμουνα κι απεφάσισα να πάω ν' ακούσω τους καλύτερους ιεροκήρυκες, μήπως ημπορέσουν αυτοί και μου ερμηνεύσουν το μυστήριο και ξεδιαλύνουν την έννοιά του εις το μυαλό μου.


Πράγματι, άκουσα πολλούς εξαίσιους λόγους για την προσευχή, που με έμαθαν τι είναι προσευχή, πόσο τη χρειαζόμεθα, και ποιοι είναι οι καρποί της, ακόμη δε, άκουσα για την πνευματική προσευχή και την αδιάλειπτη προσευχή. Αλλά πώς θα μπορούσα να την εφαρμόσω, κάνεις δεν ημπόρεσε να μου το ξεδιαλύνη. Έτσι κατάλαβα πως οι λόγοι των Ιεροκηρύκων δεν ήτο δυνατόν να με βοηθήσουν, κ' έβαλα σ' ενέργεια ένα άλλο σχέδιο, που σκοπό είχε να με βοηθήση να δυνηθώ με του Θεού τη χάρι, να βρω κάποιον άνθρωπο που νάχη πείρα ανάλογη για να μπορέση να μου εξηγήση σε συζήτησι το πρόβλημα που με απασχολούσε.


Για πολύν καιρό έπειτα, περιπλανήθηκα σε πολλά μέρη. Εδιάβαζα πάντα την Αγία Γραφή που είχα και όπου πήγαινα ρωτούσα αν υπάρχη εκεί κανένας δάσκαλος θρησκευτικός, κανένας ιερωμένος ή μοναχός, έχοντας έτσι την ελπίδα ότι κάποτε θα βρω κάποιον να με φωτίση εις την απορία και την δυσκολία μου αυτή την ανυπέρβλητη. Κάποια μέρα τέλος, μού 'παν ότι σ' ένα χωριό κοντά εκεί που ήμουνα, βρισκόταν κάποιος που είχε αφιερωθή εις την σωτηρία της ψυχής του. Είχε κ' ένα εκκλησάκι εκεί που έμενε, δεν απομακρυνόταν ποτέ από το μέρος που ζούσε, περνούσε δε τις ημέρες του με εγκράτεια, με μελέτη και με προσευχή. Αλήθεια! φτερά έκανα κ' επήγα και τον ευρήκα.


«Τι θέλεις από μένα;» μ' ερώτησε. «Άκουσα ότι είσθε ένας άνθρωπος αφιερωμένος εις τον Θεόν», του απάντησα, «αλλά σας παρακαλώ, για την αγάπη του Χριστού, εξηγήστε μου τα λόγια του Αποστόλου αδιαλείπτως προσεύχεστε. Πέστε μου πώς είναι δυνατόν να προσεύχεται κανείς χωρίς ποτέ να σταματά; Πάρα πολύ θέλω να μάθω γι' αυτό, που δυστυχώς δεν ημπορώ μόνος μου να το καταλάβω». Εσιώπησε για λίγο και με είδε κοντά - κοντά. Έπειτα είπε: «Αδιάλειπτη εσωτερική προσευχή είναι η αδυσώπητη επιθυμία της ψυχής του ανθρώπου για τον Θεό.


Για να επιτύχη κανείς εις αυτήν την άσκησι, που γεμίζει την ψυχήν από παρηγοριά, πρέπει να προσεύχεται εις τον Θεόν περισσότερο, να τον διδάξη Αυτός πώς να προσεύχεται αδιαλείπτως. Προσευχήσου όλο και περισσότερο, όλο και πιο θερμά. Η ίδια η προσευχή θα σου αποκαλύψη πώς θα κατορθωθεί να γίνη ακατάπαυστη. Αλλά αυτό θα διαρκέση αρκετά». Αυτά λέγοντας, μού 'δωσε τροφή και χρήματα για το ταξίδι μου και μ' άφησε να φύγω.


Δεν ημπόρεσε να μου εξηγήση αυτό που ήθελα. Άρχισα πάλι τις περιπλανήσεις, εσκέφθηκα και πάλι εσκέφθηκα, εδιάβασα και πάλι εδιάβασα κ' εμελέτησα με πολλήν υπομονή αυτά που είχα ακούσει, μα δεν κατώρθωσα να τα καταλάβω εις το βάθος τους. Κι όμως επιθυμούσα πολύ να δυνηθώ να τα καταλάβω, τόσο, που δεν κοιμώμουν ούτε μέρα ούτε νύκτα. Θα περπάτησα το λιγώτερο διακόσια χιλιόμετρα μέχρις ότου έφθασα σε μια μεγάλη πόλι, πρωτεύουσα εις την επαρχία, πού 'χε κ' ένα μοναστήρι.


Εις τον ξενώνα του μοναστηριού άκουσα οτι ο ηγούμενος ήταν πολύ καλός και φιλόξενος άνθρωπος.Επήγα να τον ιδώ. Με εδέχτη με καλωσύνη, με παρεκάλεσε να καθήσω λίγο και μου προσέφερε ένα αναψυκτικό. «Δεν είναι ανάγκη για το αναψυκτικό άγιε πάτερ», είπα, «το μόνο που σας χιλιοπαρακαλώ είναι να μου δώσετε πνευματικές συμβουλές, πώς να σώσω την ψυχή μου». «Να σώσετε την ψυχή σας; Δεν έχετε παρά να ζήτε σύμφωνα με τις εντολές του Θεού, να είστε τακτικός εις τις προσευχές σας, και θα σωθήτε».


«Μα άκουσα οτι θα μπορούσε κανείς να προσεύχεται χωρίς ποτέ να σταματήση, κ' εγώ δεν ηξεύρω πώς να το εφαρμόσω και, ακόμα, δεν γνωρίζω ούτε τι θα πη ακατάπαυστη προσευχή. Σας ικετεύω, πάτερ μου, δεν θα μπορούσατε σεις να μου το εξηγήσετε αυτό;» «Δεν ηξεύρω να σου πω περισσότερα, παιδί μου, αλλά στάσου μια στιγμή, έχω ένα μικρό βιβλίο που θα σε βοηθήση», μου είπε, και μούδωσε ένα βιβλίο για την πνευματική μόρφωσι του εσωτερικού ανθρώπου. «Διάβασε αυτή τη σελίδα» πρόσθεσε ανοίγοντάς μου το βιβλίο κ' εγώ άρχισα να διαβάζω τ' ακόλουθα: «Τα λόγια του Αποστόλου, αδιαλείπτως προσεύχεστε, εννοούν την δημιουργική προσευχή της κατανοήσεως.


Η κατανόησις αυτή μπορεί πάντοτε να εκτείνεται ψηλά προς τον Θεό, ενώ ο άνθρωπος θα προσεύχεται προς Αυτόν αδιάλειπτα». «Αλλά», ερώτησα, «ποιά είναι η μέθοδος που κάνει την κατανόησι να στρέφεται συνεχώς προς τον Θεό χωρίς ενόχλησι, και την προσευχή να γίνεται ακατάπαυστη;» «Είναι πολύ δύσκολο και γι' αυτούς, που ο ίδιος ο Θεός τους έχει χαρίσει το δώρο αυτό», απήντησεν ο ηγούμενος, χωρίς να μου δώση την εξήγησι που ζητούσα. Έμεινα το βράδυ εκεί και το πρωί ευχαριστώντας για την ευγενική του φιλοξενία, έφυγα χωρίς να ξεύρω που πηγαίνω. 


Η αποτυχία μου να καταλάβω αυτό που ζητούσα με έθλιβε πολύ και άνοιξα το Ευαγγέλιό μου να διαβάσω για να βρω κάποια ανακούφισι. Έτσι έκανα άλλες πέντε ημέρες πορεία. Τέλος το βραδάκι της πέμπτης ημέρας, μ' έφθασε ένας γεροντάκος που έμοιαζε σαν ιερωμένος. Απαντώντας εις τις ερωτήσεις μου, μού 'πε μαζί με άλλα, ότι ήταν μοναχός σ' ένα μοναστήρι οκτώ χιλιόμετρα μακρυά από το μέρος που συναντηθήκαμε. Με παρεκίνησε να πάω, λέγοντάς μου: «Δεχόμεθα προσκυνητάς, και τους προσφέρουμε τροφή και ανάπαυσι εις τον ξενώνα, όπου τους περιποιούνται αφωσιωμένοι εις τον Θεόν άνθρωποι».


Δεν αισθανόμουν μεγάλη επιθυμία να πάω κι απήντησα οτι η ειρήνη της ψυχής μου δεν εξαρτάται από την εξεύρεσι μέρους για να αναπαυθώ και φαγητού για να φάω, αλλά από την απόκτησι τροφής πνευματικής. Τι με ένοιαζε εμένα για την υλική τροφή; Μήπως τάχα δεν είχα ένα σωρό παξιμάδια εις το σακκίδιό μου; «Τι είδους πνευματική τροφή ζητείς;» μ' ερώτησε ο γερο - μοναχός. «Τι είναι αυτό που σε κάνει τόσο πολύ ν' απορής; Σε παρακαλώ έλα, έλα να πάμε στο μοναστήρι, αδελφέ μου. Εκεί έχουμε αγίους πνευματικούς οδηγούς με ώριμη σκέψι που θα μπορέσουν να καθοδηγήσουν την ψυχή σου εις το αληθινό μονοπάτι, με τη βοήθεια που παρέχει το φως του Λόγου του Θεού και τα συγγράμματα των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας».


«Αφού είναι έτσι, πάτερ μου, άκουσέ με», του είπα. «Εδώ κ' ένα χρόνο, ένα Σάββατο εις την λειτουργία, άκουσα απ' την περικοπή του Αποστόλου, λόγια που παρώτρυναν τους ανθρώπους λέγοντάς τους να προσεύχωνται αδιάλειπτα. Δεν κατώρθωσα να καταλάβω την βαθειά τους έννοια κι άρχισα έτσι να διαβάζω πολύ το Ευαγγέλιο. Άλλοι μου είπαν σε διάφορα μέρη, οτι σύμφωνα με την εντολή αυτή του Παύλου, πρέπει να προσευχώμεθα κάθε στιγμή, σε κάθε μέρος, όχι μόνον όταν είμεθα ξύπνιοι, αλλά και όταν κοιμώμεθα ακόμα, όπως λέει κ' ένα άλλο ρητό, εγώ κ α θ ε ύ δ ω και η καρδία μου αγρυπνεί. Έτσι έχασα την ηρεμία μου, επειδή κι ο ίδιος εχάθηκα εις τις σκέψεις για να εννοήσω όλα αυτά, και να βρω τρόπο να τα εφαρμόσω.


Μέρα και νύκτα οι σκέψεις μου στριφογύριζαν επάνω εις το θέμα αυτό, που μου αναστάτωνε τις πνευματικές μου δυνάμεις και μου φλόγιζε την επιθυμία για μάθησι. Επήγαινα εις τις εκκλησίες για ν' ακούσω ειδικές ομιλίες κι άκουσα πολλές, αλλά καμμιά δεν έσβησε την δίψα που ε!χα για να γνωρίσω πώς να προσεύχωμαι ακατάπαυστα, ακόμη δε γυρίζω τρέχοντας ζητώντας φλογερά να μάθω, πώς να γευθώ τον άγνωστο καρπό, που θα με κάνη να γνωρίσω τον τρόπο, ώστε να προσεύχωμαι αδιάλειπτα». Όταν είπα αυτά, είδα τον γερο - μοναχό να κάνη το σταυρό του και να μου λέη: «Δόξασε το όνομα του Θεού, αδελφέ μου, που σου απεκάλυψε την ανειρήνευτη επιθυμία, για την ακατάπαυστην εσωτερική προσευχή. Πρέπει να αναγνωρίσης ότι αυτό είναι κλήσις του Θεού, και ειρήνευσε με τον εαυτό σου.


Ησύχασε με την βεβαιότητα ότι, αυτό που έχει συμβή μέσα σου μέχρι τώρα, δεν είναι παρά μια εξέτασις της αρμονίας της εσωτερικής σου θελήσεως, με του Θεού την φωνή. «Έχεις ήδη αξιωθή να καταλάβης οτι, το ουράνιο φως της αδιαλείπτου προσευχής, δεν επιτυγχάνεται ούτε με την σοφία αυτού του κόσμου ούτε με την σκέτην επιθυμία για γνώσι, αλλ' αντίθετα αποκτάται με την απλότητα του πνεύματος και την πραγματική πείρα της απλότητος της καρδιάς. Γι' αυτό δεν είναι εκπληκτικό το γεγονός οτι, μέχρι τώρα δεν άκουσες τίποτα για την ουσιώδη εργασία της προσευχής και δεν απέκτησες την γνώσι, πώς να κατορθώσης να αποκτήσης την ατελείωτην ενέργειά της.


Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πολλά έχουν ειπωθή και γραφή από τους διαφόρους ιεροκήρυκες και συγγραφείς. Εφ' όσον όμως περισσότερα απ' αυτά, βασίστηκαν εις την σκέψι και την εργασία της συνηθισμένης σοφίας και όχι εις την ενεργητική πραγματική πείρα, απετέλεσαν μόνον λόγους, για τις ιδιότητες της προσευχής μάλλον, παρά για την ουσία της. Ο ένας πραγματεύεται όμορφα, για την αναγκαιότητα της προσευχής, ο άλλος για την δύναμί της και τις ευεργεσίες της, ο τρίτος για όλα αυτά που οδηγούν εις την τελειότητα της προσευχής, δηλαδή, για την απόλυτη αναγκαιότητα του ζήλου, για την προσήλωση του μυαλού, για την θερμότητα της καρδιάς, την καθαρότητα της σκέψεως, την συμφιλίωσι με τους εχθρούς μας, την ταπείνωσι, την συντριβή, και άλλα.» Αλλά τι είναι η προσευχή; Ποιά είναι η ουσία της;


Και πώς μαθαίνει κανείς να προσεύχεται; Απάντησι εις τις ερωτήσεις αυτές που είναι πρωταρχικές και ουσιώδεις, πολύ δύσκολα μπορεί κανείς να πάρη σήμερα, επειδή αυτές τις απορίες πολύ δυσκολώτερα τις καταλαβαίνει κανείς από τις ιδιότητες της προσευχής που προηγουμένως ανέφερα. Οι απορίες αυτές χρειάζονται γνώσι πολλή, γνώσι βαθειά, γνώσι,όχι μόνο την γνώσι που δίνουν τα σχολεία. «Αλλά το πιο θλιβερό απ' όλα είναι ότι, η μάταιη σοφία του κόσμου αυτού, απαιτεί, τα θεία πράγματα, να μετρηθούν με ανθρώπινο μέτρο.


Πολλοί άνθρωποι σκέπτονται λανθασμένα για την προσευχή, νομίζοντας ότι, οι καλές πράξεις και η καλή διάθεσις, μας κάνουν ικανούς, γι' αυτή, μα συμβαίνει εντελώς το αντίθετο, επειδή η προσευχή είναι εκείνη που έχει ως αποτέλεσμα τα καλά έργα και τις αρετές όλες. Αυτοί που σκέπτονται, όπως είπαμε παραπάνω, -θεωρούν, λανθασμένα βέβαια, οτι οι καρποί και τα αποτελέσματα είναι τα μέσα για την απόκτησί της. Έτσι όμως υποτιμούν την δύναμι της προσευχής.


Είναι δε το παραπάνω λάθος αυτό, αντίθετο προς την Αγ. Γραφήν, επειδή ο Απόστολος Παύλος γράφει: Παρακαλώ ούν πρώτον πάντων ποιείσθε δεήσεις, προσευχάς, εντεύξεις,ευχαριστίας. Αυτό λοιπόν που ο Παύλος είπε, είναι ότι, η προσευχή προπορεύεται σε κάθε τι. Παρακαλώ πρώτον πάντων... Ο χριστιανός είναι υποχρεωμένος να κάνη πολλές ενάρετες πράξεις, αλλά πρώτα απ' όλα οφείλει να προσεύχεται, επειδή χωρίς προσευχή καμμιά άλλη καλή πράξις δεν είναι τελεία.



Χωρίς προσευχήν ο χριστιανός δεν ημπορεί να καταλαβη την αλήθεια, 

δεν ημπορεί να σταυρώση την σάρκα αυτού σύν τοίς παθήμασι και

 τ α ί ς  έ π ι θ υ μ ί α ι ς. 

Η καρδία του αδυνατεί να φωτισθή με το φως του Χριστού κι ο ίδιος δεν ημπορεί να ενωθή δια της σωτηρίας με τον Θεό.

 Κανένα απ' όσα αναφέραμε δεν είναι αποτελεσματικόν, εάν δεν προηγήται σ' αυτό συνεχής προσευχή. 

Λέγω συνεχής, επειδή η τελειότης της προσευχής δεν εξαρτάται από τις δικές μας δυνάμεις, 

όπως λέγει κι ο Παύλος, το γαρ τι προσεύξασθαι καθ'οδεί ουκ οίδαμεν.

Έτσι είναι σωστό να προσευχώμεθα συχνά, να προσευχώμεθα πάντοτε,

 πράξεις που έχουμε τη δύναμι να τις κάνουμε και που θα μας βοηθήσουν σιγά- σιγά 

να φθάσουμε εις το ύψος της καθαρότητος της προσευχής, που είναι η μητέρα κάθε πνευματικής ευλογίας. 

Αιχμαλώτισε την μητέρα κι αυτή θα σου δώση τα παιδιά, είπεν ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος.

 Μάθε πρώτα πώς να απόκτησης την δύναμι της προσευχής κ' έπειτα χωρίς δυσκολία θα κατορθώσης την εφαρμογή όλων των άλλων αρετών.

 Είναι ομως γεγονός οτι αυτοί που δεν γνωρίζουν πολλά απ' αυτήν την πρακτική πείρα

 και τις βαθειές διδασκαλίες των Πατέρων της Εκκλησίας, έχουν φτωχές γνώσεις

 εις το θέμα μας τούτο και δεν είναι ικανοί να μας είπουν πολλά γι' αυτό».

 






Απόσπασμα από το βιβλίο
''Οι Περιπέτειες ενός Προσκυνητή''


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF