ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Τρίτη 10 Σεπτεμβρίου 2019

ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΘΕΣΜΙΚΗ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΟΥΚΡΑΝΙΑΣ



Μα­κα­ρι­ώ­τα­τε Ἅ­γι­ε Πρό­ε­δρε, Σε­βα­σμι­ώ­τα­τοι Ἅ­γιοι Ἀρ­χι­ε­ρεῖς, Ἐν ὄψει τῆς ἐπικείμενης συγκλήσεως τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας, ὡς ἐλάχιστο μέλος τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας μας, ἀλλά καί ὡς καθηγητής τῆς Δογματικῆς Θεολογίας τῆς Ἐκκλησίας, θά ἤθελα –μέ αἴσθηση εὐθύνης– νά θέσω καί ἐγώ ταπεινῶς ὑπόψη Σας τίς Ἐκκλησιολογικές –Δογματικές διαστάσεις, ἀλλά καί τίς σωτηριολογικές προεκτάσεις τῆς ἀπροϋπόθετης ἀποδοχῆς σέ ἐκκλησιαστική - μυστηριακή κοινωνία τῆς Σχισματικῆς Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας, στήν περίπτωση βέβαια μιᾶς ἐνδεχόμενης Συνοδικῆς ἀπόφασής Σας γιά τήν ἀναγνώριση τοῦ «Αὐτοκεφάλου» της.


Τό πρῶτο καί μεῖζον θέμα εἶναι, στήν προκειμένη περίπτωση, τό Ἐκκλησιολογικό θέμα, πού ἀφορᾶ τήν ταυτότητα τοῦ ἐν λόγῳ «ἐκκλησιαστικοῦ μορφώματος». Πρῶτα, δηλαδή, θά πρέπει νά ἐξεταστεῖ, ἄν τό «μόρφωμα» αὐτό πληροῖ τίς προϋποθέσεις τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Κοινότητας. Ἄν, ἀντίθετα, ἀναγνωριστεῖ τό «Αὐτοκέφαλό» του, τότε αὐτομάτως ἀναγνωρίζεται καί ἡ ἐκκλησιαστική «νομιμότητα» τῆς Σχισματικῆς Ἐκκλησίας.


ς γνωστόν, γιά τήν Σχισματική Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας ἔχει προηγηθεῖ Πανορθόδοξη καταδίκη μέ καθαιρέσεις καί ἀφορισμούς. Αὐτή ἡ Πανορθόδοξη καταδίκη δέν ἔχει ἀνακληθεῖ. Τελευταῖα, μέ Τόμο Αὐτοκεφαλίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου (11-1-2019), ἔγινε μιά ἁγιοπνευματικοῦ καί ἐκκλησιολογικοῦ χαρακτῆρα θεσμική ὑπέρβαση, πού δημιουργεῖ εὔλογα ἐρωτήματα γιά τήν ἐκκλησιαστική νομιμότητά της. Καί τοῦτο, ἐπειδή δέν τηρήθηκαν -ἀπ’ ὅσο τουλάχιστον γνωρίζουμε- θεμελιώδεις Ἁγιοπατερικές καί Ἁγιοπνευματικές προϋποθέσεις, πρᾶγμα πού δημιουργεῖ εὔλογες ἐνστάσεις γιά τήν Κανονικότητα τῶν ὅρων-πρϋποθέσεων τῆς Πατριαρχικῆς Πράξεως, ἐφόσον ἀποδεδειγμένως δέν ἐκφράστηκε δημόσια μετάνοια καί ἀποκήρυξη τοῦ Σχίσματος. 


Μέ ὅσα λέμε στήν προκειμένη περίπτωση, δέν σημαίνει ὅτι ἀμφισβητοῦμε τήν θεσμική ἁρμοδιότητα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου νά παραχωρεῖ Αὐτοκεφαλία, μέ τήν συναίνεση βέβαια τοῦ ὅλου σώματος τῆς Ἐκκλησίας, ἐκφραζομένης συνοδικά. Ἐδῶ, τίθεται μόνον τό θέμα τῶν ἔγκυρων προϋποθέσεων γιά τήν ἔκδοση τοῦ σχετικοῦ Τόμου. Κατά τήν Βιβλική μαρτυρία (Μθ. 4, 17, Α΄ Κορ. 5, 1-5 καί Β΄ Κορ. 2, 6-8 ), ἀλλά καί κατά τήν Ἁγιοπατερική καί Ἁγιοπνευματική Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ἔνταξη ἤ ἡ ἐπανένταξη στό ἕνα καί ἀδιαίρετο σῶμα τῆς Ἐκκλησίας προϋποθέτει ὁπωσδήποτε τήν βαθιά βίωση καί τήν εἰλικρινῆ ἔκφραση μετανοίας ἐκ μέρους τοῦ ὑπό ἔνταξη ἤ ἐπανένταξη μέλους ἤ τῆς εὐρύτερης Κοινότητας.


προϋπόθεση ἐκφράσεως τῆς μετανοίας δέν ὑπερβαίνεται οὔτε ἀκυρώνεται ἀπό κανένα θεσμικό πρόσωπο ἤ θεσμικό ἐκκλησιαστικό φορέα. Δέν ὑπάρχει καμία Οἰκονομία τῆς Ἐκκλησίας, πού νά μπορεῖ νά ὑποκαταστήσει ἤ νά ἀκυρώσει τήν μετάνοια. Ἡ μετάνοια καθεαυτήν συνιστᾶ τήν θεμελιώδη προϋπόθεση καί τό πνευματικό «κλειδί» δεκτικότητας καί οἰκειώσεως τῆς Οἰκονομίας τῆς σωτηρίας, ἀλλά καί τό «κλειδί» γιά τήν ἐνεργοποίηση ἤ τήν ἐπανενεργοποίησή της, σύμφωνα μέ τήν Βιβλική μαρτυρία: «Μετανοεῖτε, ἤγγικε γάρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Μθ. 4, 17).


Γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τόν λόγο, καί τό Μελιτιανό Σχίσμα ἀποκαταστάθηκε στήν ἀρχαία Ἐκκλησία, ὅταν προηγήθηκε ὄχι μόνον ἡ ἔκφραση μετανοίας, ἀλλά καί ὁ ἀναθεματισμός τοῦ Σχίσματος ἀπό τούς ἴδιους τούς Σχισματικούς. Καί ὅπως χαρακτηριστικά σημειώνει ὁ ἅγιος Θεόδωρος Στουδίτης, «ἀναθεματίζοντες τό ἴδιον Σχίσμα, ὥς φασι, δεδεγμένοι εἰσί τῇ Καθολικῇ Ἐκκλησίᾳ» (Ἐπιστολή Μ΄, Ναυκρατίῳ τέκνῳ, PG 99, 1053C). Τότε μόνον ἀκολούθησε ἡ Πανορθόδοξη Συνοδική ἀποκατάστασή τους, στήν Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδο.


Στήν περίπτωση τῆς Σχισματικῆς Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας, ὅπως φαίνεται, δέν ζητήθηκε καί δέν ἐκφράστηκε καμία μετάνοια. Ἐδῶ, στήν πράξη, ἀκυρώθηκε ἡ μετάνοια, πού εἶναι ρητή ἐντολή τοῦ Κυρίου καί διαχρονική πράξη τῆς Ἐκκλησίας. Γι’ αὐτό καί δέν μπορεῖ νά γίνεται λόγος γιά Ἐκκλησιαστική Οἰκονομία. Στήν πραγματικότητα, πρόκειται γιά κατάφωρη ἐκκλησιαστική παρανομία, πού καθιστᾶ ἀδύνατη τήν σωτηρία, ὄχι μόνο τῶν Σχισματικῶν, ἀλλά καί αὐτῶν πού κοινωνοῦν μυστηριακῶς μαζί τους, ἀφοῦ καί αὐτοί καθίστανται ἀκοινώνητοι (βλ. Β΄ Κανόνας τῆς ἐν Ἀντιοχείᾳ Συνόδου, πού ἐπικυρώθηκε ἀπό τίς Οἰκουμενικές Συνόδους Δ’, ΣΤ’ καί Ζ’).


πό τά παραπάνω, γίνεται σαφές, ὅτι τό ἐν λόγῳ θέμα εἶναι οὐσιαστικά Ἐκκλησιολογικό-Δογματικό, μέ ἀναπόφευκτες σωτηριολογικές προεκτάσεις, ὅπως πολύ ὀρθά ἐπισημάνθηκε ἤδη στήν Ἐπιστολή τῶν Ἁγιορειτῶν Γερόντων πρός τήν Ἱερά Κοινότητα τοῦ Ἁγίου Ὄρους (Μάρτιος 2019). Γι’ αὐτό καί εἶναι πρωτίστως ἀναγκαῖο, ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας νά ἀποφασίσει γιά τήν ταυτότητα τῆς Σχισματικῆς Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας καί νά ζητήσει τήν ἐφαρμογή τῶν διαχρονικῶν ἐκκλησιαστικῶν ὅρων ἐπανεντάξεώς της, πού εἶναι ἡ μετάνοια καί ὁ ἀναθεματισμός τοῦ Σχίσματος. 


πνευματική αὐτή εὐθύνη ἐμπίπτει πλήρως στήν ἁρμοδιότητα τῆς Ἱεραρχίας, προκειμένου νά ἀναγνωρίσει τό ἐν λόγω «Αὐτοκέφαλο», τό ὁποῖο ἔχει βεβαίως καί ἄλλες παραμέτρους Κανονικότητας, ἐνόσω δέν λαμβάνει ὑπόψη τήν ὕπαρξη τῆς Κανονικῆς Ἐκκλησίας στήν ἴδια χώρα, ὑπό τόν Μητροπολίτη Κιέβου Ὀνούφριο, ἀπό τήν ὁποία Κανονική Ἐκκλησία ἀποσχίστηκε. Τό «Αὐτοκέφαλο» δηλαδή, στήν προκειμένη περίπτωση, ἔχει χορηγηθεῖ σέ ἀμετανοήτους σχισματικούς. Καί αὐτό, τό πρωτοφανές καί ἀδιανόητο λογικῶς, ἱεροκανονικῶς καί ἁγιοπνευματικῶς, ζητᾶται νά γίνει τώρα καί μέ τήν Συνοδική συγκατάθεση τῆς Ἐκκλησίας μας.


Μέ τήν «λογική» ἐκδόσεως τοῦ Τόμου «Αὐτοκεφαλίας» στήν Σχισματική Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας, κινδυνεύουμε μελλοντικῶς νά ὁδηγηθοῦμε -ἐνδεχομένως- καί στήν διαμυστηριακή ἀποδοχή τοῦ Παπισμοῦ καί ἄλλων αἱρετικῶν, χωρίς τίς θεμελιώδεις προϋποθέσεις τῆς μετανοίας καί τῆς ἀποκηρύξεως τῶν δογματικῶν πλανῶν τους, πρᾶγμα πού ἐπιχειρεῖ σήμερα ὁ Οἰκουμενισμός, ὄχι μόνο στήν θεωρία, ἀλλά ἤδη καί στήν πράξη. Διερωτώμεθα, λοιπόν, εὔλογα, μήπως οἱ ἐντός τῆς Ἐκκλησίας μας ἁγιοπνευματικοί θεσμοί ἄρχισαν νά «λειτουργοῦν» ἐρήμην τῆς ἁγιοπνευματικῆς ὑποδομῆς τους. 


Διερωτώμεθα, μήπως τίς τελευταῖες δεκαετίες εἰσάγεται «νέο ἦθος», μέ τήν κρυφή ἐπιδίωξη νά γίνει ἔθος– συνήθεια καί στήν συνέχεια ἐθιμικό Δίκαιο, πού θά ὑποκαταστήσει τήν Ἱεροκανονική Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Ἱστορικά, γνωρίζουμε ὅτι, ὅταν παγιώθηκε μιά τέτοια νοοτροπία στή Δύση, ἡ Δυτική Ἐκκλησία ὁδηγήθηκε στόν Παπισμό –μέ ὅλες τίς δογματικές ἀποκλίσεις του– καί κατέληξε στήν ἀποκοπή της ἀπό τήν Μία καί μόνη Ἐκκλησία. Συνοψίζοντας, σημειώνουμε, ὅτι ἡ ὅποια ἐνδεχόμενη ἀπόφαση γιά τήν «Αὐτοκεφαλία» τῆς Σχισματικῆς Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας δέν μπορεῖ νά εἶναι ἀπροϋπόθετη. Ἐπειδή τότε -ἔμμεσα πλήν σαφῶς- θά σημάνει στήν πράξη μιά παράνομη, ἐκκλησιαστικῶς, θεσμική «νομιμοποίηση» τοῦ ὑφισταμένου Σχίσματος, πρᾶγμα πού δέν ἔχει ἱστορικό προηγούμενο στήν Ἐκκλησιαστική Ἁγιοπατερική Παράδοση. 


Καί τό σημαντικότερο εἶναι, ὅτι ἡ ἐνδεχόμενη -ἀπροϋπόθετη ἁγιοπνευματικῶς- ἀναγνώριση πλήττει καίρια τήν ἑνότητα τῆς ὅλης Ἐκκλησίας, τῆς ὁποίας τίποτε δέν ὑπάρχει πολυτιμότερο. Ὁ κίνδυνος εἶναι ὁρατός, νά δημιουργηθοῦν δηλαδή Σχίσματα στό πλαίσιο τῆς ὅλης Ἐκκλησίας, ἐξαιτίας τῆς ἐνδεχόμενης συμφωνίας Σας γιά τήν ἀναγνώριση τοῦ «Αὐτοκεφάλου» τῆς Σχισματικῆς Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας, πρᾶγμα πού ἐγκαρδίως ἀπευχόμεθα.


Τέλος, ἡ πνευματική λύση τοῦ ὑπάρχοντος ἐκκλησιολογικοῦ προβλήματος εἶναι ἡ μετάνοια. Καί δυστυχῶς αὐτή, πρός τό παρόν, λείπει. Ὅμως, ὑπάρχει ρεαλιστική ἐλπίδα. Ὅσοι ἀγαποῦμε ἐν Χριστῷ τήν Ἐκκλησία, ἄς πάρουμε οἱ ἴδιοι μας τό καθάρσιο καί θεουργό φάρμακο τῆς μετανοίας καί τότε ὁ Χριστός θά δώσει στόν ἀσθενῆ τήν θεραπεία, σύμφωνα μέ τήν Ἁγιοπατερική μαρτυρία [Βλ. Ἁγίου Νικολάου Καβάσιλα: 


«... καί θαυμάσαι τις ἄν τῆς τοῦ Θεοῦ χρηστότητος, εἰ νόσον μέν οὐδείς ἄν φύγοι τό φάρμακον ἄλλου πίνοντος, εὐθύνης δέ λύοιτ’ ἄν ἀλγούντων ἑτέρων», Περί τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, Λόγος Ζ΄, PG 150, 700C. (Ἐδῶ θά μποροῦσε νά θαυμάσει κανείς τήν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ. Κανένας δέν μπορεῖ νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό ἀρρώστια, ἄν ἄλλος πιεῖ τό φάρμακο. Ἀπό τίς συνέπειες ὅμως τῆς ἁμαρτίας, μπορεῖ κάποιος νά ἀπαλ-λαγεῖ, ὅταν ἄλλοι πονοῦν γι’ αὐτόν)].

http://aktines.blogspot.com


Μέ βα­θύ­τα­το σε­βα­σμό


Δη­μή­τριος Τσε­λεγ­γί­δης
τ. Κα­θη­γη­τής Α.Π.Θ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF